Ούτε το 2010 δεν θα πέσει το έλλειμμα κάτω από το όριο ασφαλείας του 3% του ΑΕΠ, όπως απαιτεί η Κομισιόν, εκτιμά ο ΟΟΣΑ, ενώ ο διεθνής οίκος «Standard & Poor’s» προβλέπει ότι φέτος η οικονομία μας θα αναπτυχθεί με ρυθμό μόλις 2,8%, ενώ αναμένεται περαιτέρω επιβράδυνση το 2006. Οι εκτιμήσεις της Alpha Bank αφήνουν κάποια περιθώρια αισιοδοξίας, αλλά το ΙΟΒΕ προειδοποιεί ότι η εμπιστοσύνη των καταναλωτών έχει φθάσει πλέον στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων ετών και της Ευρώπης.

Ούτε το 2010 δεν θα πέσει το έλλειμμα κάτω από το όριο ασφαλείας του 3% του ΑΕΠ, όπως απαιτεί η Κομισιόν, εκτιμά ο ΟΟΣΑ, ενώ ο διεθνής οίκος “Standard & Poor’s” προβλέπει ότι φέτος η οικονομία μας θα αναπτυχθεί με ρυθμό μόλις 2,8%, ενώ αναμένεται περαιτέρω επιβράδυνση το 2006. Οι εκτιμήσεις της Alpha Bank αφήνουν κάποια περιθώρια αισιοδοξίας, αλλά το ΙΟΒΕ προειδοποιεί ότι η εμπιστοσύνη των καταναλωτών έχει φθάσει πλέον στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων ετών και της Ευρώπης.

Εξόχως ανησυχητικές για την ελληνική οικονομία είναι οι επισημάνσεις του ΟΟΣΑ στην εξαμηνιαία έκθεσή του, οι οποίες ουσιαστικά ανοίγουν την πόρτα για νέα μέτρα λιτότητας, που θα βαθύνουν ακόμη περισσότερο την κρίση η οποία μαστίζει την αγορά. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΟΟΣΑ, το έλλειμμα δεν πρόκειται να υποχωρήσει κάτω του 3% το 2006, όπως απαιτεί η Κομισιόν. Κατά τον διεθνή οργανισμό, το έλλειμμα του χρόνου θα φθάσει στο 3,5% του ΑΕΠ και η αποκλιμάκωσή του κάτω από τα όρια ασφαλείας του 3% δεν θα έρθει ούτε το 2010! Τη χρονιά αυτή, αν ακολουθηθεί η υφιστάμενη οικονομική πολιτική, το έλλειμμα θα κυμαίνεται στο 3,4% του ΑΕΠ, δηλαδή θα είναι υψηλότερο από το ποσοστό που θέτει η Κομισιόν προκειμένου να παύσει η επιτήρηση της ελληνικής οικονομίας.

Επιπλέον, το 2005 ο πληθωρισμός θα κλείσει στο 3,7%, λόγω και της αύξησης του ΦΠΑ, ενώ σε υψηλά επίπεδα θα διατηρηθεί και το 2006, αφού δεν θα μειωθεί κάτω από 3,3%.

"Αντίστροφη" πορεία αναμένεται να ακολουθήσει η ανάπτυξη της οικονομίας. Για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια η αύξηση του ΑΕΠ θα πέσει φέτος κάτω από το φράγμα του 3%. Θα φτάσει -σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ- το 2,8%, ενώ το 2006 θα επιταχυνθεί και θα φθάσει το 3,2%, επίδοση όμως που είναι πολύ χαμηλότερη από αυτές που σημειώνονταν όλα τα προηγούμενα χρόνια. Για την περίοδο 2007-2010 ο διεθνής οργανισμός προβλέπει μέσο ρυθμό ανάπτυξης 3,6%, υπό την προϋπόθεση ότι η οικονομική πολιτική θα διατηρηθεί αμετάβλητη.

Σε υψηλά επίπεδα θα παραμείνει η ανεργία, η οποία το 2010 θα είναι ελάχιστα χαμηλότερη από 10% (9,8%).

Εκτιμήσεις Standard & Poor’s και Alpha Bank

Απαισιόδοξες είναι οι προβλέψεις και του διεθνούς οίκου “Standard & Poor’s” για την ικανότητα της ελληνικής οικονομίας να αντεπεξέλθει των απαιτήσεων του ιδιαιτέρως ανταγωνιστικού διεθνούς περιβάλλοντος. Το 2005 η ελληνική οικονομία θα αναπτυχθεί με ρυθμό 2,8%, ενώ το 2006 θα σημειωθεί περαιτέρω επιβράδυνση και η αύξηση δεν θα υπερβεί το 2,6%. Αντίστοιχα, η κυβέρνηση εκτιμά ότι το 2005 το ΑΕΠ θα αυξηθεί 3,9% και το 2006 4%!

Σύμφωνα με την ίδια έκθεση του διεθνούς οίκου, το έλλειμμα φέτος θα περιοριστεί στο 4,3%, το 2006 θα βελτιωθεί στο 3,5% και το 2007 θα κυμανθεί γύρω στο 3,1%, ελάχιστα πάνω από το κρίσιμο όριο του 3%.

Αντίθετα, κάποιες "πινελιές" αισιοδοξίας προσπαθεί να βάλει η Alpha Bank στο πρόσφατο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων που εκδίδει σε τακτά διαστήματα. Όπως, λοιπόν, εκτιμά η Τράπεζα, το ΑΕΠ το 2005 θα αυξηθεί με ρυθμό 3,4%. Αναμένεται, τονίζει, ανάκαμψη των επενδύσεων από το δεύτερο τρίμηνο του 2005, μετά την ενεργοποίηση του αναπτυξιακού νόμου και τη δημοπράτηση και έναρξη της υλοποίησης σημαντικών δημόσιων έργων. Επίσης, λαμβάνοντας υπ' όψιν και τους συνεχιζόμενους υψηλούς ρυθμούς αύξησης της καταναλωτικής πίστης, εκτιμάται ότι η καταναλωτική δαπάνη θα συνεχίσει να αυξάνεται με ρυθμούς υψηλότερους του 3%.

Σύμφωνα με στοιχεία της Alpha Bank, η δανειακή επιβάρυνση των νοικοκυριών τον περασμένο Μάρτιο ανερχόταν στο 33% του ΑΕΠ από 27,4% που ήταν τον Μάρτιο του 2004. Το μερίδιο της καταναλωτικής πίστης ανερχόταν στο 11,6% του ΑΕΠ από 9,4% τον Μάρτιο του 2004. Η δανειακή επιβάρυνση των επιχειρήσεων από 41,9% του ΑΕΠ τον Μάρτιο του 2004 ανήλθε στο 43,5% τον περασμένο Μάρτιο.

Συνολικά τα χρέη νοικοκυριών και επιχειρήσεων καλύπτουν το 76,5% του ΑΕΠ, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην Ευρωζώνη είναι 113,4% (58,1% των επιχειρήσεων και 39,3% των νοικοκυριών, από τα οποία το 16,1% καταναλωτική πίστη). Το χάσμα αυτό μεταξύ Ελλάδας και Ευρωζώνης, παρά το γεγονός ότι μικραίνει με γοργούς ρυθμούς τα τελευταία χρόνια, είναι ακόμη πολύ ευρύ και δείχνει ακριβώς τις τεράστιες δυνατότητες της πιστωτικής επέκτασης στη χώρα μας.

Έρευνα Οικονομικής Συγκυρίας ΙΟΒΕ

Κάποιο “φως στο τούνελ” της ελληνικής οικονομίας φαίνεται ότι άρχισαν να διακρίνουν και οι Έλληνες επιχειρηματίες, όπως προκύπτει από την Έρευνα Οικονομικής Συγκυρίας του ΙΟΒΕ για τον Απρίλιο. Αντίθετα, η εμπιστοσύνη των καταναλωτών συνεχίζει την… ελεύθερη πτώση της και έχει φθάσει πλέον στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων ετών αλλά και της ευρωπαϊκής ηπείρου.

Σύμφωνα, λοιπόν, με την έρευνα του ΙΟΒΕ, τον περασμένο Απρίλιο ανακόπηκε η πτώση του δείκτη οικονομικού κλίματος, ο οποίος αν και κινήθηκε σε χαμηλά επίπεδα, σημείωσε μικρή αύξηση 1,4 μονάδων σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα. Στη βελτίωση του κλίματος συνέβαλε και το λιανικό εμπόριο, όπου ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών έφτασε τις 108,1 μονάδες από 107 μονάδες τον Μάρτιο. Ο σημαντικότερος παράγοντας που συνέβαλε στην αύξηση του δείκτη, ήταν οι πιο αισιόδοξες προβλέψεις για την πορεία των πωλήσεων και δευτερευόντως οι εκτιμήσεις για τα αποθέματα. Αναλυτικότερα:

  • Άνω του 50% του συνόλου των επιχειρήσεων προβλέπει άνοδο των πωλήσεων τους προσεχείς μήνες.
  • Σχετικώς ισχυρότερες είναι οι προβλέψεις ανόδου των παραγγελιών προς τους προμηθευτές.
  • Η απασχόληση προβλέπεται ότι θα παραμείνει αμετάβλητη, με ελαφρά τάση ανόδου.
  • Οι προβλέψεις για άνοδο των τιμών ήταν εντονότερες τον Απρίλιο απ’ ό,τι τον Μάρτιο. Το 66% εκτιμά ότι οι τιμές θα παραμείνουν στάσιμες, το 22% πιστεύει ότι θα ανέβουν και το 5% ότι θα μειωθούν. Τα αντίστοιχα ποσοστά τον Μάρτιο ήταν 77%, 18% και 5%.

Στο λιανικό εμπόριο τροφίμων και ποτών η σαφής βελτίωση του κλίματος στηρίζεται σε ισχυρές προβλέψεις ανόδου των πωλήσεων και των προμηθευτών. Ταυτόχρονα, παρουσιάζουν έξαρση οι προβλέψεις για άνοδο των τιμών.

Στην "ένδυση και υπόδηση" η βελτίωση του δείκτη επιχειρηματικών προσδοκιών ήταν εντυπωσιακή και έφθασε τις 28 μονάδες. Αισιόδοξες προβλέψεις για τις πωλήσεις, μείωση των αποθεμάτων και μικρή άνοδος της απασχόλησης είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της έρευνας του Απριλίου σε αυτό τον κλάδο.

Αντίθετα, δεν εμφανίζονται ιδιαίτερα αισιόδοξες οι επιχειρήσεις ειδών οικιακού εξοπλισμού. Οι πωλήσεις τον Απρίλιο ήταν μειωμένες και τα αποθέματα αυξημένα, ενώ υποχώρησαν αισθητά οι προβλέψεις για τις παραγγελίες από τους προμηθευτές. Παρά ταύτα οι προβλέψεις για τις πωλήσεις παραμένουν ανοδικές.

Στα πολυκαταστήματα το κλίμα παραμένει περίπου το ίδιο με τον προηγούμενο μήνα. Οι επιχειρηματίες του κλάδου χαρακτηρίζουν ικανοποιητική την κατάσταση και οι προβλέψεις για τις πωλήσεις παραμένουν ανοδικές.

Σε ελεύθερη πτώση η εμπιστοσύνη των καταναλωτών

Άκρως ανησυχητικά όμως είναι τα ευρήματα της Έκθεσης σε ό,τι αφορά την ψυχολογία του καταναλωτή, που θα πρέπει να προβληματίσουν τόσο την κυβέρνηση όσο και τις επιχειρήσεις. Όπως αναφέρει ο ΙΟΒΕ, η εμπιστοσύνη του καταναλωτή βρέθηκε στα υψηλότερα επίπεδα τον Απρίλιο του 2004, δηλαδή αμέσως μετά τις εκλογές και την κυβερνητική αλλαγή. Έκτοτε άρχισε να υποχωρεί, ενώ από τις αρχές του 2005 η υποχώρηση έλαβε τη μορφή… ελεύθερης πτώσης. Σήμερα, ο δείκτης εμπιστοσύνης των καταναλωτών όχι μόνο βρίσκεται σε πολύ χαμηλά επίπεδα, αλλά και η πορεία του αποκλίνει σε σχέση με την Ευρωζώνη και την ΕΕ των 25. Στην Κοινότητα οι αντίστοιχοι δείκτες παρουσιάζουν βραδεία αλλά σταθερή βελτίωση, ενώ στην Ελλάδα η πορεία είναι έντονα πτωτική.

Ο δείκτης εμπιστοσύνης καταναλωτών συντίθεται από τις απαντήσεις των καταναλωτών στα ακόλουθα:

  • Πρόβλεψη για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τούς επόμενους 12 μήνες. Από τον Οκτώβριο του 2004 η αισιοδοξία άρχισε να υποχωρεί, ενώ ο ρυθμός υποχώρησης εντάθηκε στις αρχές του 2005. Τον Απρίλιο οι καταναλωτές εμφανίζονται σαφώς πιο απαισιόδοξοι για την οικονομική τους κατάσταση στο μέλλον σε σχέση τόσο με τις αρχές του τρέχοντος έτους όσο και με τον αντίστοιχο μήνα του 2004. Τον μήνα αυτόν η διαφορά θετικών-αρνητικών απαντήσεων είναι -20, ενώ πέρυσι το καλοκαίρι ήταν -8.
  • Πρόβλεψη για τη γενικότερη οικονομική κατάσταση τους επόμενους 12 μήνες. Ανάλογη ήταν η εξέλιξη των προβλέψεων και σε αυτόν τον τομέα. Η υποχώρηση της αισιοδοξίας άρχισε τον Οκτώβριο και τον Απρίλιο οι προβλέψεις των καταναλωτών έφθασαν στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 18 μηνών. Η διαφορά θετικών-αρνητικών είναι -24 σε σύγκριση με -11 που ήταν ακριβώς πριν ένα χρόνο.
  • Πρόβλεψη για αποταμίευση του νοικοκυριού τους επόμενους 12 μήνες. Και εδώ οι απαντήσεις διακρίνονταν από απαισιοδοξία. Η διαφορά θετικών-αρνητικών απαντήσεων έφτασε στο -48 από -37 που ήταν ένα χρόνο πριν.
  • Πρόβλεψη για την ανεργία τους επόμενους 12 μήνες. Η επιδείνωση των προβλέψεων εδώ ήταν βραδύτερη, καθώς οι καταναλωτές εξακολουθούν να αναμένουν άνοδο της ανεργίας με την ίδια περίπου ένταση.