Οι ετήσιες απώλειες από κλοπές σε καταστήματα της χώρας μας ανέρχονται σε 30 δισ. δρχ. Για την αναχαίτιση του φαινομένου απαιτείται άμεση λήψη μέτρων με οργάνωση και μεθοδικότητα. Θεωρείται ότι με την επιλογή του κατάλληλου αντικλεπτικού συστήματος το ύψος των απωλειών μπορεί να μειωθεί κατά 1%.

Οι ετήσιες απώλειες από κλοπές σε καταστήματα της χώρας μας ανέρχονται σε 30 δισ. δρχ. Για την αναχαίτιση του φαινομένου απαιτείται άμεση λήψη μέτρων με οργάνωση και μεθοδικότητα. Θεωρείται ότι με την επιλογή του κατάλληλου αντικλεπτικού συστήματος το ύψος των απωλειών μπορεί να μειωθεί κατά 1%.

Μια κυρία με το παιδάκι της στα χέρια πλησίασε αργά προς το ράφι με τις ξυριστικές μηχανές. Αφού έριξε μια ματιά γύρω της, πήρε ένα πακέτο ξυραφάκια και το τοποθέτησε στην εσωτερική τσέπη του μπουφάν της. Όταν τη συνέλαβαν στην είσοδο, ο υπάλληλος ασφαλείας απόρησε βλέποντας ότι η ταυτότητά της έγραφε “Υπηκοότητα Ελληνική”. Η απορία του έγινε ακόμα μεγαλύτερη, όταν ο άνδρας της πήγε να την παραλάβει από το αστυνομικό τμήμα οδηγώντας ένα αυτοκίνητο αξίας μερικών δεκάδων εκατομμυρίων.

Η ιστορία είναι πραγματική και επιβεβαιώνει τα πορίσματα των ερευνών σχετικά με τις κλοπές στα σούπερ μάρκετ ανά την υφήλιο: οι δράστες δεν είναι αποκλειστικά και μόνο αλλοδαποί ή επαγγελματίες κλέφτες. Ωστόσο οι τελευταίοι πολύ δύσκολα μπορούν να εντοπιστούν από τα συνηθισμένα συστήματα ασφαλείας ενός σούπερ μάρκετ.

Οι ειδικοί υπολογίζουν ότι το ύψος των απωλειών από κλοπές στα ελληνικά καταστήματα ανέρχεται σε 30 δισ. δρχ. ανά έτος. Όσον αφορά στα σούπερ μάρκετ, σύμφωνα με τον κ. Ματθαίο Μανσόλα, γενικό διευθυντή της εταιρείας SHOPTECH, οι απώλειες επί του τζίρου στη χώρα μας κυμαίνονται σε επίπεδα αντίστοιχα εκείνων των ΗΠΑ (περίπου 8%).

Απαραίτητη μια οργανωμένη αντικλεπτική “πολιτική”

Είναι πολύ δύσκολο να έχουμε ακριβέστερες εκτιμήσεις για το πραγματικό ύψος των απωλειών, καθώς ελάχιστες επιχειρήσεις πραγματοποιούν τους απαραίτητους ελέγχους οργανωμένα και μεθοδικά.

Σύμφωνα με τον κ. Βασίλη Βούγεση, γενικό διευθυντή της εταιρείας CONNECTA, ένα αντικλεπτικό σύστημα δεν αποτελεί λύση, αν δε συμπεριλαμβάνεται στο γενικότερο πλαίσιο μιας αντικλεπτικής “πολιτικής”. Πώς θα γίνει η επιλογή του κατάλληλου συστήματος; Πόσα χρήματα πρέπει να δαπανηθούν; Πώς αντιμετωπίζουν οι υπάλληλοι ασφαλείας έναν κλέφτη; Τα ερωτήματα αυτά αποτελούν μέρος μόνο των ερωτημάτων που πρέπει να απαντηθούν κατά το σχεδιασμό της αντικλεπτικής στρατηγικής κάθε εταιρείας.

Σκοπός μιας αντικλεπτικής εφαρμογής είναι να αποτρέψει τις κλοπές και άρα εμμέσως να αυξήσει το τζίρο του καταστήματος. Είναι λοιπόν προφανές ότι το ύψος της δαπάνης για την εγκατάσταση ενός συστήματος θα πρέπει να καθοριστεί ανάλογα με το ύψος της ζημιάς που προκλήθηκε από τις κλοπές.

Όπως μας λέει ο κ. Μ. Μανσόλας, η συνηθέστερη μέθοδος είναι η εγκατάσταση του εξοπλισμού σε διαδοχικά στάδια. Αρχικά τοποθετούνται ετικέτες στα “επίφοβα” προϊόντα και αντένες στην είσοδο του καταστήματος. Στη συνέχεια γίνεται έλεγχος, ώστε να μετρηθούν τα αποτελέσματα, δηλαδή σε τι βαθμό έχουν μειωθεί οι απώλειες του καταστήματος. Αν τα ποσοστά δεν είναι ικανοποιητικά, λαμβάνονται επιπρόσθετα μέτρα μέχρι να επιτευχθεί το επιθυμητό αποτέλεσμα.

Βέβαια ο έλεγχος συνεπάγεται ότι ο καταστηματάρχης γνωρίζει ποια είδη τραβούσαν την προσοχή των κλεφτών και ποια από αυτά θέλει να προστατέψει. Επομένως το πρώτο που χρειάζεται είναι να διασταυρώσει τα στοιχεία της αποθήκης με εκείνα του καταστήματος. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι και η αποθήκη είναι ένας χώρος “υψηλού κινδύνου” και επομένως, πριν να γίνει η οποιαδήποτε ενέργεια, είναι απαραίτητο να έχει επισημανθεί σε ποιο χώρο (κατάστημα ή αποθήκη) σημειώνεται το μεγαλύτερο ποσοστό των κλοπών.

Επιλογή του κατάλληλου συστήματος

Αφού καθοριστούν οι βασικές παράμετροι της αντικλεπτικής πολιτικής, πρέπει στη συνέχεια να εκπαιδευτεί κατάλληλα το προσωπικό του καταστήματος – ένας υπεύθυνος ασφαλείας που πατάει με το γόνατό του στο κεφάλι του κλέφτη μέσα σε ένα κατάμεστο κατάστημα δεν αποτελεί φυσικά την καλύτερη εικόνα.

Το επόμενο βήμα είναι η επιλογή του συστήματος. Με εξαίρεση τα προϊόντα της εταιρείας SENSORMATIC, η οποία αντιπροσωπεύεται στην ελληνική αγορά από την SHOPTECH, δεν εντοπίσαμε ουσιαστικές τεχνολογικές διαφορές μεταξύ των συστημάτων αντικλεπτικής προστασίας. Απεναντίας είναι τόσες οι ομοιότητες, ώστε υπάρχει δυνατότητα χρήσης της αντένας ενός κατασκευαστή σε συνδυασμό με τις ετικέτες ενός άλλου.

Σύμφωνα με τον κ. Μ. Μανσόλα, τα προϊόντα της SENSORMATIC ακολουθούν μία νέα “ακουστικομαγνητική” τεχνολογία, η οποία περιορίζει σημαντικά τα περιθώρια σφάλματος (false alarm) από παρεμβολές ή λανθασμένη ανάγνωση της ετικέτας. Ωστόσο η συγκεκριμένη τεχνολογία δεν είναι ανοιχτή σε τρίτους κατασκευαστές, γεγονός που συνεπάγεται ότι αν επιλέξετε αντένες της SENSORMATIC, θα πρέπει επίσης να επιλέξετε και ετικέτες από την ίδια εταιρεία.

Εκτός από το συνδυασμό αντένας ετικέτας, κάθε εταιρεία έχει να προσφέρει αρκετές ακόμα λύσεις ευρείας χρήσεως (π.χ. κλειστά κυκλώματα τηλεόρασης) ή περισσότερο εξειδικευμένες, ώστε να είναι εφικτή η κάλυψη των ιδιαιτέρων αναγκών μιας επιχείρησης.

Τα σύγχρονα υπέρ μάρκετ, περιλαμβάνοντας μεγάλη ποικιλία ειδών από διαφορετικές κατηγορίες προϊόντων, θα χρειαστεί να στραφούν προς ένα συνδυασμό λύσεων, όπως μαγνητικές κονκάρδες για τα ρούχα, ετικέτες καλυμμένες με διαφανές πλαστικό για τα CD και απλούστερες ετικέτες για άλλα προϊόντα.

Εξίσου σημαντική είναι και η επιλογή της θέσης των κεραιών, οι οποίες θα πρέπει να επιτρέπουν την εύκολη και γρήγορη διέλευση των πελατών. Όπως μας λέει ο κ. Β. Βούγεσης, στα νέα καταστήματα ο σχεδιασμός για την τοποθέτηση των αντικλεπτικών συστημάτων θα πρέπει να γίνεται παράλληλα με το σχεδιασμό της χωροθέτησης των ταμείων.

Και τελικά, ποιο είναι το όφελος;

Μείωση των απωλειών σε ποσοστό μέχρι και 1% επί του τζίρου, κατά τη γνώμη του κ. Μ. Μανσόλα. Σε μια αλυσίδα καταστημάτων με ετήσια έσοδα δισεκατομμυρίων δραχμών, ακόμα και η μία ποσοστιαία μονάδα αντιστοιχεί σε μερικές δεκάδες εκατομμύρια δραχμές, οι οποίες αποτελούν αναμφισβήτητα σημαντικό κέρδος για τον επιχειρηματία.

Δεδομένου ότι το κόστος μιας εγκατάστασης δύσκολα ξεπερνά το 1 εκατ. δρχ. (για ένα κατάστημα με δύο κεραίες και ετικέτες σε 2.000 προϊόντα), η απόσβεση γίνεται πολύ σύντομα και η επιχείρηση αποκομίζει οφέλη ακόμα και από τους πρώτους μήνες.