Μερικώς απαισιόδοξη, αλλά το σημαντικότερο: ψύχραιμη εμφανίζεται η επιχειρηματική κοινότητα σε ό,τι αφορά τις δυνητικές επιπτώσεις στην εγχώρια οικονομία και ειδικότερα στο εμπόριο από μια ενδεχόμενη επιβολή δασμών στην Ευρώπη από τις ΗΠΑ του Ντόναλντ Τραμπ.

Το «σελφ σέρβις» απευθύνθηκε σε τέσσερα επιφανή στελέχη της αγοράς, ζητώντας την άποψή τους σχετικά με το πώς και το κατά πόσο θα επηρεαστεί η οικονομία της χώρας,
αν οι ΗΠΑ κηρύξουν εμπορικό πόλεμο στην Ευρώπη.H επιβολή νέων δασμών από τις ΗΠΑ στην Κίνα, όπως και η αναστολή για ένα περίπου μήνα της επιβολής δασμών στο Μεξικό και τον Καναδά κατόπιν διαπραγμάτευσης με τον απρόβλεπτο Αμερικανό Πρόεδρο, πράγμα που συνέβη νωρίτερα και με την Κολομβία, δείχνουν ότι η περίοδος που ακολουθεί επιφυλάξει στις διεθνείς αγορές αστάθεια με πολλά «σκωτσέζικα ντους».

Ο Αμερικανός Πρόεδρος δεν χάνει ευκαιρία να τοποθετείται επιθετικά έναντι της ΕΕ, δηλώνοντας, πάντως, την «αγάπη» του για την Ευρώπη. Στην ουσία δηλώνει την πρόθεσή του να υποβαθμίσει την ΕΕ ως πολυμερή θεσμό, μέσω της πρόταξης των διμερών σχέσεων με τα κράτη-μέλη της Ένωσης, στο πλαίσιο των οποίων θα διαπραγματεύεται με καθένα χωριστά τις εμπορικές συναλλαγές της χώρας του και την επιβολή διαφορετικών ποσοστών αμερικανικών δασμών. Αν και τις ημέρες που γράφονταν αυτές οι γραμμές ήταν ακόμα αόριστο και ασαφές το στίγμα των αποφάσεων του κ. Τραμπ, τα στελέχη της αγοράς μας διέβλεψαν κραδασμούς στο ευρωπαϊκό οικονομικό οικοδόμημα. Διότι και μόνο η ιδέα της επιβολής δασμών στην Ευρώπη εκ μέρους των ΗΠΑ οδηγεί αβίαστα στην πρόβλεψη ότι θα ακριβύνουν άμεσα πολλές και ποικίλες πρώτες ύλες, θα αυξηθεί το ενεργειακό κόστος και το κόστος παραγωγής πλείστων αγαθών, ακυρώνοντας κάθε προσπάθεια ελέγχου του πληθωρισμού και δημιουργώντας αναστάτωση και εντάσεις στην αγορά εργασίας. Σε κάθε περίπτωση, το γενικό κλίμα στην ευρωπαϊκή οικονομία θα επιδεινωθεί άρδην σε μία περίοδο, μάλιστα, που η ευρωζώνη υποφέρει, εμφανίζοντας χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και αντιμετωπίζοντας τον κίνδυνο διολίσθησης στην ύφεση, που ήδη στοιχειώνει τη γερμανική οικονομία, και στον στασιμοπληθωρισμό.

Ελπίδες ότι η Ελλάδα «θα πέσει στα μαλακά»
Σε ό,τι αφορά ειδικότερα την εγχώρια αγορά, οι πρώτες εκτιμήσεις λένε ότι αρχικά οι επιπτώσεις θα είναι έμμεσες, αλλά εφόσον κλιμακωθούν ευρύτερα στην ενιαία ευρωπαϊκή αγορά, οι πιέσεις που θα ασκηθούν στην ελληνική οικονομία θα είναι σαφώς εντονότερες και, όπως συνήθως συμβαίνει στην περίπτωση της χώρας μας, θα εκδηλωθούν με κάποια χρονική καθυστέρηση σε σχέση με τις εξελίξεις γενικότερα στην ευρωζώνη.

Το ζητούμενο είναι το κατά πόσο η μερική ανάταξη της ελληνικής οικονομίας μετά τις αλλεπάλληλες κρίσεις (χρέους, πανδημίας, ενέργειας) θα μπορέσει να κρατήσει την εγχώρια αγορά κατά το δυνατόν μακρύτερα από τις φουρτούνες της νέας διεθνούς περιπέτειας. Βέβαια, αυτό που «σώζει» εν μέρει την κατάσταση είναι το γεγονός ότι οι ΗΠΑ, αν και εμφανίζουν αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο από τις σχέσεις τους με την Ελλάδα, εντούτοις η αξία των διμερών συναλλαγών είναι επουσιώδης για τα μεγέθη της αμερικανικής οικονομίας.

Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία εντεκαμήνου του 2024, η χρονιά φαίνεται ότι έχει κλείσει με πλεόνασμα για την Ελλάδα. Όπως προκύπτει από την Eurostat, η αξία των ελληνικών εξαγωγών εμπορευμάτων προς τις ΗΠΑ το εντεκάμηνο πέρυσι διαμορφώθηκε στα 2,193 δισ. ευρώ. Την ίδια περίοδο η αξία των εισαγωγών εμπορευμάτων από τις ΗΠΑ ανήλθε στα 1,99 δισ. ευρώ. Κατά συνέπεια, το ισοζύγιο εμπορευμάτων Ελλάδας-ΗΠΑ ήταν πλεονασματικό στα 203,5 εκατ. ευρώ την εν λόγω περίοδο. Από τα στοιχεία αυτά φαίνεται ότι για τις ΗΠΑ οι οικονομικές σχέσεις με την Ελλάδα περνούν πιθανώς σε δεύτερο πλάνο, σε ό,τι αφορά το ενδεχόμενο επιβολής δασμών σε βάρος της χώρας. Σημειώνουμε ότι οι ΗΠΑ είναι ο πέμπτος κατά σειρά εθνικός αγοραστής ελληνικών προϊόντων και ο δέκατος-τέταρτος προμηθευτής στη λίστα των εισαγωγών της Ελλάδας.

Ας δούμε, όμως, τι σκέφτονται σχετικά οι επιφανείς συνομιλητές μας, γνωστά στελέχη της επιχειρηματικής και της ακαδημαϊκής κοινότητας.

Αριστοτέλης Παντελιάδης, πρόεδρος ΕΣΕ
«Κρίνοντας από το γεγονός ότι οι τοποθετήσεις του νέου Προέδρου των ΗΠΑ για την Ευρώπη είναι γενικού περιεχομένου, αν και μας προϊδεάζουν για την πρόθεσή του να λειτουργήσει παρεμβατικά, εκτιμώ ότι σήμερα πολύ δύσκολα κανείς έχει τη δυνατότητα να προβλέψει με σχετική ασφάλεια τις επιπτώσεις που μπορεί να υπάρξουν για την ελληνική οικονομία. Σε αυτή τη φάση αξιολογούμε τις δηλώσεις Τραμπ, ψυχολογώντας μάλλον τον Αμερικανό Πρόεδρο και ελπίζοντας ότι όλες αυτές οι απειλές του δεν θα υλοποιηθούν, αλλά θα αποτελέσουν για τον ίδιο μια πολύ καλή βάση διαπραγμάτευσης με την Ευρώπη. Ήδη το βλέπουμε αυτό να συμβαίνει με το Μεξικό και τον Καναδά. Πάντως, εύχομαι τα όσα «υπόσχεται» να μην λάβουν πραγματικές διαστάσεις, διότι σε μια τέτοια περίπτωση δεν έχουμε παρά να περιμένουμε αύξηση του κόστους κτήσης πρώτων υλών από την Ευρώπη, άρα και αύξηση του κόστους παραγωγής βασικών αγαθών, με ό,τι αυτό θα σημαίνει για τον πληθωρισμό».

Κωνσταντίνος Μαχαίρας, σύμβουλος επιχειρήσεων
«Στην Ελλάδα δεν θα υπάρξουν άμεσα επιδράσεις από την πολιτική του Προέδρου Τραμπ, ο οποίος εκ πρώτης δείχνει πως κρατά φιλελληνική στάση. Η Ελλάδα στις ΗΠΑ εξάγει κυρίως ελαιόλαδο, τυροκομικά και γαλακτοκομικά, μέλι, εμφιαλωμένα κρασιά –εν γένει τρόφιμα–, τα οποία θα είναι και τα μόνα που θα υποστούν τις συνέπειες, στο βαθμό που ο κ. Τραμπ επιβάλει τελικά δασμούς. Γενικότερα άμεσες συνέπειες δεν νομίζω ότι θα υπάρξουν. Ωστόσο έμμεσα, δηλαδή εφόσον θελήσει ο Αμερικανός Πρόεδρος να τιμωρήσει την Ευρώπη, αναμένονται προβλήματα, τα οποία όμως θα τα ζήσουμε σε προοπτική χρόνου. Αν έχει κάτι πραγματικά ανάγκη η Ελλάδα, είναι να παραμείνουν ήρεμα τα «νερά» στις σχέσεις της με την Τουρκία, ώστε η οικονομία της να εξελιχθεί ανεμπόδιστα και να καταφέρει να ισοσκελίσει τις όποιες απώλειες υποστεί από ένα ενδεχόμενο αρνητικό κλίμα στην Ευρώπη. Ωστόσο, αν πραγματικά επιθυμούμε να αποκτήσουμε μια καλύτερη θωράκιση απέναντι σε μελλοντικές διεθνείς οικονομικές κρίσεις, οφείλουμε να γίνουμε μια περισσότερο παραγωγική οικονομία, μέσω βαθιών τομών στη γεωργική-κτηνοτροφική μας οικονομία και βιομηχανία, ώστε να αποκτήσουμε τη μεγαλύτερη δυνατή αυτάρκεια τροφίμων και να βελτιώσουμε το εμπορικό μας ισοζύγιο. Άλλωστε, δύσκολα η Ελλάδα μπορεί να αποκτήσει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στον τεχνολογικό τομέα, δεδομένης της μεγάλης εξάρτησής της από άλλες ισχυρές αγορές. Όμως, στον τομέα των τροφίμων-ποτών έχει μια μεγάλη ευκαιρία, η οποία δεν πρέπει να χαθεί.

Στο βαθμό που τελικά επιβληθούν δασμοί από τις ΗΠΑ, θα ανατροφοδοτηθεί γενικότερα ο πληθωρισμός στην Ευρώπη, λόγω των ανατιμήσεων στις οποίες θα καταφύγουν πολλές εταιρείες, προκειμένου να περιορίσουν τις όποιες απώλειες από τη μείωση των εξαγωγών τους. Αλλά εφόσον ο πόλεμος στην Ουκρανία λήξει και οι αγορές πάρουν μια ανάσα, δεν αποκλείεται οι πληθωριστικές πιέσεις να περιοριστούν, καθότι οι διεθνείς όμιλοι θα επανακάμψουν στους εθνικούς χώρους από τους οποίους είχαν αποχωρήσει, ενώ η τροφοδοσία των αγορών με φθηνές πρώτες ύλες, όπως σπορέλαια και σιτάρι από την Ουκρανία, θα μειώσει το κόστος παραγωγής βασικών αγαθών».

Νίκος Βέττας, γενικός διευθυντής ΙΟΒΕ
«Σε μια οικονομία που χρειάζεται επενδύσεις, η αβεβαιότητα δεν βοηθάει. Οι φόβοι για την επιβολή δασμών στην Ευρώπη ίσως καθυστερήσει τις επενδυτικές αποφάσεις, ιδίως αν επιβραδυνθούν οι μειώσεις των επιτοκίων. Ήδη διαφαίνεται η επαναφορά των τάσεων εμπορικού προστατευτισμού από τη νέα αμερικανική διοίκηση, παραμένουν οι γεωπολιτικές εντάσεις και αναμένεται επιβράδυνση των πρωτοβουλιών αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, ενώ εγκυμονεί ο κίνδυνος για μη ευθύγραμμη αποκλιμάκωση του πληθωρισμού και του κόστους χρηματοδότησης. Ίσως οι αρνητικές επιδράσεις στην Ελλάδα να καθυστερήσουν, ωστόσο δεν αποκλείονται. Αρκεί να θυμηθούμε τι είχε συμβεί κατά την κρίση της Lehman Brothers, που, ναι μεν τη βιώσαμε με σχετική καθυστέρηση, όμως είχε σαφώς ισχυρότερη δριμύτητα, διότι η ελληνική οικονομία δεν διέθετε παραγωγική δυνατότητα. Αυτή τη φορά οι επιδράσεις στην εγχώρια οικονομία θα είναι έμμεσες και θα τροφοδοτηθούν από το γενικότερο αρνητικό κλίμα στην Ευρώπη. Άμεσες συνέπειες θα υπάρξουν από την ενεργειακή αγορά, καθότι, όπως είναι γνωστό, εισάγουμε ενεργειακούς πόρους, το κόστος των οποίων προφανώς και θα αυξηθεί, βάλλοντας κατά της ελληνικής ανταγωνιστικότητας, ενώ το αρνητικό κλίμα θα επηρεάσει και την επενδυτική διάθεση. Βεβαίως, εφόσον καταλαγιάσουν οι πληγές στην Ουκρανία, θα υπάρξουν θετικές επιδράσεις. Το μεγαλύτερο ρίσκο το δημιουργεί ο κίνδυνος να ασκηθούν νέες πληθωριστικές πιέσεις, αλλά και να αποσταθεροποιηθούν οι αγορές. Το κρισιμότερο όλων σε αυτή την περίπτωση είναι το πόσο αποτελεσματικά θα αντιδράσουν οι κεντρικές τράπεζες».

Βασίλης Κορκίδης, πρόεδρος του ΕΒΕΠ
«Αναταράξεις αναμένεται να προκαλέσει στο ελληνικό εμπόριο το ενδεχόμενο της επιβολής δασμών από τις ΗΠΑ στις χώρες της ΕΕ. Ο Αμερικανός Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ με δηλώσεις του ξεκαθάρισε ουσιαστικά ότι μετά τον Καναδά, το Μεξικό και την Κίνα, χώρες στις οποίες επέβαλε δασμούς από 10% έως 25% σε προϊόντα, θα επιβάλει δασμούς και στις χώρες της ΕΕ. Μένει να δούμε, φυσικά, αν θα τους επιβάλλει σε κάποιες συγκεκριμένες χώρες ή σε όλες. Οι ελληνικές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ ανέρχονται στα περίπου 2,1 δισ. ευρώ, ενώ οι εισαγωγές φτάνουν το 1,5 δισ. ευρώ. Δηλαδή η χώρα μας έχει ένα πλεόνασμα, που υπερβαίνει τα 600 εκατ. ευρώ. Είναι πολύ σημαντικό να αναφερθεί ότι η αγορά των ΗΠΑ είναι σημαντική για τις ελληνικές εξαγωγικές επιχειρήσεις, καταλαμβάνοντας την πέμπτη θέση στις ελληνικές εξαγωγές. Αυτό που πρέπει να γίνει κατανοητό, είναι ότι στην περίπτωση της επιβολής δασμών στα προϊόντα που εισάγει η Αμερική από τις χώρες της ΕΕ και κατ’ επέκταση και από την χώρα μας, τα συγκεκριμένα προϊόντα θα πωλούνται πιο ακριβά στην αμερικανική αγορά. Συνεπώς τα ελληνικά προϊόντα θα είναι λιγότερα ανταγωνιστικά από ομοειδή, που θα εισάγουν οι ΗΠΑ από κάποιες άλλες χώρες. Αυτό θα επηρεάσει τις ελληνικές εξαγωγές τροφίμων, όπως για παράδειγμα του ελαιόλαδου και των γαλακτοκομικών. Η μείωση όμως των εξαγωγών θα έχει επιπτώσεις στις ελληνικές επιχειρήσεις, οι αντοχές των οποίων δοκιμάζονται από διαδοχικές κρίσεις –την οικονομική, την ενεργειακή και την υγειονομική– την τελευταία δεκαπενταετία. Ωστόσο, οι ελληνικές επιχειρήσεις έχουν μάθει να επιβιώνουν κάτω από αντίξοες συνθήκες όλα αυτά τα χρόνια. Γι’ αυτό είμαι βέβαιος ότι και στο ενδεχόμενο της επιβολής αμερικανικών δασμών στα ελληνικά προϊόντα οι εγχώριες εξαγωγικές επιχειρήσεις θα φροντίσουν να βρουν διέξοδο σε άλλες αγορές, είτε ευρωπαϊκές είτε τρίτων χωρών. Τα ελληνικά προϊόντα, με σύμμαχό τους την ποιότητα, γίνονται ανάρπαστα σε όλον τον κόσμο και είμαι σίγουρος ότι θα υπάρχουν πάντα χώρες, που θέλουν να τα εισάγουν. Ως Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Πειραιώς ευελπιστούμε ότι η αμερικανική κυβέρνηση δεν θα επιβάλει δασμούς στην ναυτιλία, δεδομένου ότι με ελληνόκτητα πλοία μεταφέρεται περίπου το 85% των προϊόντων που εισάγονται και εξάγονται στην ΕΕ».