Το ενδιαφέρον των προμηθευτών για τη “ζεστή” αγορά ζωηρεύει. Ταυτόχρονα, οι προοπτικές ανάπτυξης των private labels κρίνονται ευοίωνες.

Το ενδιαφέρον των προμηθευτών για τη “ζεστή” αγορά ζωηρεύει. Ταυτόχρονα, οι προοπτικές ανάπτυξης των private labels κρίνονται ευοίωνες.

Η συνολική ετήσια κατανάλωση των αναψυκτικών στη χώρα μας εκτιμάται ότι είναι περίπου 750-760 εκατομμύρια λίτρα και παρουσιάζει μια μέση ετήσια ανάπτυξη της τάξης του 3% (πηγή: ΕΨΑ).

Το 65% του τζίρου των αναψυκτικών γίνεται από τα μεσαία και τα μικρά σημεία πώλησης, που τροφοδοτούνται από το χονδρεμπόριο, το 20% από τα σούπερ μάρκετ και το 15% από τη σερβιριζόμενη αγορά (catering). Συνολικά εκτιμάται ότι η συμμετοχή της “ζεστής” αγοράς στο τζίρο των αναψυκτικών είναι περίπου 25% έως 30%. Ωστόσο, θεωρείται σίγουρη η μετατόπιση ενός σημαντικού τμήματος της διανομής προς το κανάλι των σούπερ μάρκετ. Τα τελευταία χρόνια μάλιστα η συστηματική προώθηση των πολυσυσκευασιών των αναψυκτικών στα ράφια της “ζεστής” αγοράς λειτουργεί θετικά προς αυτή την κατεύθυνση.

Στόχος: η ανάπτυξη της αυθόρμητης ζήτησης

Οι μεγάλοι προμηθευτές έχουν έντονα στραμμένο το ενδιαφέρον τους στις αίθουσες των σούπερ μάρκετ. Η “καλή θέση” στο ράφι, που ευνοεί την αυθόρμητη ζήτηση των αναψυκτικών, εξασφαλίζει το “άνοιγμα της αγοράς” αποφέροντας υψηλότερους τζίρους. Στο πλαίσιο αυτό π.χ. η ΤΡΙΑ ΕΨΙΛΟΝ συνεργάζεται στενά με το οργανωμένο λιανεμπόριο για την από κοινού, με κάθε πελάτη της, σχεδίαση της προώθησης των προϊόντων της, καθώς και της εικόνας του ραφιού που κατέχουν. Τα τελευταία χρόνια η εταιρία, σε συνεργασία με μεγάλους πελάτες της, προωθεί την εφαρμογή προγραμμάτων “διαχείρισης της κατηγορίας” (category management).

Οι προμηθευτές των αναψυκτικών, προκειμένου να ενισχύουν την αυθόρμητη ζήτηση των προϊόντων τους (γενικά, η ζήτηση των αναψυκτικών έχει υπολογιστεί ότι κατά το 70% εκδηλώνεται αυθόρμητα), δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στην παροχή ολοκληρωμένων υπηρεσιών μερτσαντάιζινγκ.

Στην ευρωπαϊκή αγορά σήμερα το δίκτυο διανομής των σούπερ μάρκετ αποφέρει περίπου το 80% του συνολικού τζίρου της κατηγορίας των αναψυκτικών. Κάτι ανάλογο, όμως, είναι απίθανο να ισχύσει στην αγορά μας, αφού η γεωφυσική κατανομή της, σε συνδυασμό με την εποχικότητα της τουριστικής αγοράς της, απαιτούν τις ειδικές συνθήκες της διανομής που μόνο το χονδρεμπόριο μπορεί να εκπληρώσει.

Νέα προϊόντα

Πρόσφατα, η εταιρία ΤΡΙΑ ΕΨΙΛΟΝ προχώρησε στην ανανέωση των γραφικών της σειράς των αναψυκτικών της Fanta, προκειμένου να εξασφαλίσει την ακόμα μεγαλύτερη αναγνωρισιμότητά τους στο ράφι. Επίσης, στο πλαίσιο της μόνιμης μέριμνάς της για το κορυφαίο της προϊόν, την Coca Cola, δημιούργησε μια “ανοικτή γραμμή” τηλεπικοινωνίας με τους καταναλωτές του προϊόντος.

Προσεχώς η βιομηχανία αναψυκτικών και χυμών της Θεσσαλίας ΕΨΑ, που επεκτείνει σήμερα το πεδίο της διανομής της σχεδόν σε όλη τη χώρα (οι αλυσίδες ΑΛΦΑ ΒΗΤΑ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ και ΣΚΛΑΒΕΝΙΤΗΣ έχουν συστηματική συνεργασία μαζί της), πρόκειται να παρουσιάσει στην αγορά ένα νέο προϊόν της, το τόνικ ΕΨΑ.

Η “ιδιωτική ετικέτα” κερδίζει γρήγορα έδαφος

Οι “ιδιωτικές ετικέτες” των αναψυκτικών σήμερα εκτιμάται ότι κατέχουν μερίδιο περίπου 1%-2% επί του συνόλου της ετήσιας κατανάλωσης της κατηγορίας. Όμως, το ποσοστό αυτό, αναγόμενο στην κλίμακα του μεριδίου διανομής των σούπερ μάρκετ, ισοδυναμεί τουλάχιστον με ένα 5% του τζίρου των αναψυκτικών στη “ζεστή” αγορά. Οι προοπτικές ανάπτυξης των private labels αναψυκτικών χαρακτηρίζονται ευοίωνες. Είναι χαρακτηριστικό ότι κατά την τελευταία τριετία οι ετήσιες πωλήσεις της εταιρίας VALUE BRAND σημείωσαν αύξηση άνω του 40%! (Η εταιρία VALUE BRAND, που δραστηριοποιείται στη χώρα μας από το 1995, είναι αντιπρόσωπος του πολυεθνικού κολοσσού παραγωγής αναψυκτικών private labels COTT -πελάτες του είναι οι μεγαλύτερες επωνυμίες των διεθνών λιανεμπορικών δικτύων). Σημειώνεται ότι το μερίδιο των αναψυκτικών “ιδιωτικής ετικέτας” στην ευρωπαϊκή αγορά φτάνει έως και το 30% του συνολικού τζίρου της κατηγορίας.

Τα αναψυκτικά “ιδιωτικής ετικέτας” χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες:

  • Στα “ποιοτικώς εφάμιλλα με τα επώνυμα προϊόντα”, των οποίων οι τιμές, ανάλογα με την πολιτική της κάθε αλυσίδας, κυμαίνονται μεταξύ 10% και 15% χαμηλότερα από τα προϊόντα του επώνυμου ανταγωνισμού και
  • στα φτηνότερα κατά 35% έως 40% από τα επώνυμα, των οποίων όμως τα ποιοτικά χαρακτηριστικά υστερούν των επώνυμων.

Τα προϊόντα της δεύτερης κατηγορίας εισάγονται από αλυσίδες σούπερ μάρκετ και συνήθως δεν κυκλοφορούν σε πλήρεις συλλογές κωδικών. Η VALUE BRAND ειδικεύεται αποκλειστικά στην παραγωγή προϊόντων της πρώτης κατηγορίας, προσφέροντας στους πελάτες της πλήρεις συλλογές κωδικών private labels.

ΜΕΡΙΔΙΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ ΤΩΝ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΗΣ ΓΕΥΣΗΣ PRIVATE LABELS ΑΝΑΨΥΚΤΙΚΩΝ







ΕΙΔΟΣ

ΜΕΡΙΔΙΟ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ

Cola

57%-60% (μικρή ανοδική τάση)

Πορτοκαλάδα

15%-17% (ανοδική τάση)

Γκαζόζες

10%-12% (πτωτική τάση)

Λεμονάδα

3%-4%

Σόδα

6%-7%

Η ζήτηση των διαφορετικής γεύσης “ιδιωτικής ετικέτας” αναψυκτικών ακολουθεί τις γενικές τάσεις της αγοράς.

  • Τα προϊόντα αυτά κυκλοφορούν σε φιάλες pet του 1,5 lt και των 500 ml και σε αλουμινένια κουτιά των 330 ml. Οι συσκευασίες pet αποδίδουν το 60%-65% του τζίρου των private labels αναψυκτικών, ενώ τα κουτιά διατίθενται κατά βάση σε πολυσυσκευασίες.
  • Το μερίδιο της light εκδοχής τους την τελευταία τριετία παρουσιάζει αυξητικές τάσεις και -ανάλογα με την πολιτική κάθε αλυσίδας- κυμαίνεται μεταξύ του 15% και του 20%.

ΠΗΓΗ: VALUE BRAND

ΕΠΟΧΙΚΟΤΗΤΑ…

Τα αναψυκτικά παρουσιάζουν έντονη εποχικότητα το καλοκαίρι και τις περιόδους των μεγάλων γιορτών. Η σωστή διαχείρισή τους δίνει γρήγορο “γύρισμα” του αποθέματος και υψηλή κερδοφορία.

Στο διάστημα μεταξύ Ιουνίου και Σεπτεμβρίου γίνεται περίπου το 36% του συνολικού ετήσιου τζίρου της κατηγορίας (πηγή: ΤΡΙΑ ΕΨΙΛΟΝ).

Η ΕΠΟΧΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΑΝΑΨΥΚΤΙΚΩΝ















ΜΗΝΑΣ

ΤΖΙΡΟΣ (%)

Ιανουάριος

5

Φεβρουάριος

5

Μάρτιος

7

Απρίλιος

10

Μάιος

8

Ιούνιος

10

Ιούλιος

15

Αύγουστος

14

Σεπτέμβριος

7

Οκτώβριος

7

Νοέμβριος

5

Δεκέμβριος

7

ΠΗΓΗ: ΕΨΑ

ΑΥΞΑΝΕΤΑΙ Η ΑΓΟΡΑ ΤΩΝ ΑΝΑΨΥΚΤΙΚΩΝ “ΓΙΑ ΤΟ ΣΠΙΤΙ” (1997-1999)






ΕΤΟΣ

ΟΓΚΟΣ

(σε χιλιάδες λίτρα)

ΑΞΙΑ

(σε εκ. δρχ.)

1997

252.646

71.838,3

1998

258.213

77.462,7

1999

276.030

85.865,3

ΠΗΓΗ: AC Nielsen

ΜΕΡΙΔΙΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ ΤΩΝ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΗΣ ΓΕΥΣΗΣ ΑΝΑΨΥΚΤΙΚΩΝ (1997-1999)









ΕΙΔΟΣ

1997

1998

1999

Cola

61,0%

62,9%

59,9%

Πορτοκαλάδα

16,7%

16,2%

16,9%

Λεμονάδα

4,3%

3,9%

4,5%

Γκαζόζα

11,0%

9,8%

10,5%

Μανταρινάδα

1,3%

1,1%

1,1%

Άλλες

5,7%

6,1%

7,1%

ΠΗΓΗ: AC Nielsen

Σύμφωνα με στοιχεία και εκτιμήσεις που προέρχονται από την εταιρία ΕΨΑ, τα αναψυκτικά τύπου cola κατέχουν μερίδιο 57%, ενώ το υπόλοιπο 43% μοιράζεται στα “λευκά” αναψυκτικά ως εξής: Πορτοκαλάδες 42%, γκαζόζες 29%, σόδες 14%, λεμονάδες 12% και ισοτονικά-ενεργειακά αναψυκτικά 3%.

ΕΝΙΣΧΥΕΤΑΙ Η ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΤΗΣ COCA COLA LIGHT




1997

1998

1999

Coca Cola light

3,6%

4,4%

4,7%*

Πρόκειται για το μερίδιο του προϊόντος στο σύνολο της κατηγορίας των αναψυκτικών. Αντιστοίχως, η κλασική Coca Cola έχει μερίδιο 49,9%, η Sprite 7,6%, η Fanta 13,1% κλπ.

ΠΗΓΗ: AC Nielsen

“ΖΕΣΤΗ” ΑΓΟΡΑ: ΠΡΟΤΙΜΗΣΗ ΣΤΙΣ ΣΥΣΚΕΥΑΣΙΕΣ ΤΩΝ ΑΝΑΨΥΚΤΙΚΩΝ (1997-1999)










Είδος συσκευασίας

1997

1998

1999

2 lt pet

1,9%

1,6%

1,8%

1,5 lt pet

51,7%

50,8%

48,9%

1 lt pet

0,8%

1,5%

1,4%

500 ml pet

11,3%

12,3%

13,5%

330 ml αλουμινένια κουτιά

32,0%

31,5%

31,7%

250 ml μπουκάλια από γυαλί

1,9%

1,9%

2,0%

Άλλες

0,4%

0,4%

0,7%

ΠΗΓΗ: AC Nielsen

Σύμφωνα με στοιχεία και εκτιμήσεις που προέρχονται από την εταιρία ΕΨΑ και αφορούν τα μερίδια των διαφορετικών τύπων συσκευασίας των αναψυκτικών στο σύνολο της αγοράς (“ζεστής” και “κρύας”), φαίνεται ότι: Οι γυάλινες φιάλες κατέχουν μερίδιο 38%, οι φιάλες pet του 1,5 λίτρου το 30%, οι φιάλες pet του 0,5 λίτρου το 5% και τα αλουμινένια κουτιά CAN το 27%. Όπως εκτιμάται, σήμερα εκδηλώνεται μια ισχυρή τάση ανάπτυξης των μεριδίων των μικρών συσκευασιών στην “κρύα” αγορά και ειδικότερα της φιάλης pet του 0,5 λίτρου.

Η ΚΑΤΑ ΚΕΦΑΛΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΑΝΑΨΥΚΤΙΚΩΝ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ

(στοιχεία του 1998)















ΧΩΡΑ

Κατά κεφαλή κατανάλωση σε λίτρα

Νορβηγία

113,5

Ιρλανδία

104,1

Βέλγιο

91,7

Ισπανία

88,9

Δανία

84,8

Αυστρία

82,1

Τσεχοσλοβακία

80,8

Γερμανία

80,2

Ολλανδία

79,6

Ελβετία

73,9

Σουηδία

69,0

Ελλάδα

64,7

ΠΗΓΗ: CANADEAN