Σε αστρονομικό ύψος κυμάνθηκε το κόστος ανάπτυξης του δικτύου καταστημάτων της Aldi στην Ελλάδα: πάνω από 400 εκατ. ευρώ για 38 καταστήματα κι ένα logistics center. Το σελφ σέρβις παρουσιάζει κατ’ αποκλειστικότητα εξαιρετικά ενδιαφέροντα στοιχεία για τις ελληνικές επενδύσεις της εταιρείας. Το συμπέρασμα είναι πως υλοποίησε επενδύσεις δυσθεώρητου ύψους, που υπό τις παρούσες συνθήκες ήταν αδύνατον να αποσβεστούν και να επιτραπεί η επίτευξη κερδών.

Ειδικότερα η Aldi έχει υπό την ιδιοκτησία της 39 ακίνητα πανελλαδικά, στα οποία είτε λειτούργησε καταστήματά της είτε τα προόριζε γι’ αυτόν τον σκοπό, έχοντας επενδύσει σε αυτά συνολικά 228 εκατ. ευρώ. Ακόμη είχε μισθώσει άλλα 19 ακίνητα (οικόπεδα ή έτοιμα καταστήματα), στα οποία επένδυσε για τη δημιουργία καταστημάτων ή τη διαμόρφωσή τους για τέτοια χρήση, περί τα 28,8 εκατ. ευρώ. Επιπλέον για τα logistics centers της εταιρείας σε Θεσσαλονίκη, Πάτρα και Λάρισα επένδυσε συνολικά 146 εκατ. ευρώ.

Οι τεράστιες αυτές επενδύσεις της απέδωσαν έναν ετήσιο τζίρο λίγο πάνω από τα 100 εκατ. ευρώ πέρυσι, μέχρι τα μέσα του Δεκεμβρίου, οπότε έβαλε «λουκέτο» στα τελευταία της καταστήματα στη Θεσσαλονίκη. Ορισμένες από τις περιπτώσεις των καταστημάτων της «βγάζουν μάτι» εξαιτίας του δυσθεώρητου κόστους δημιουργίας τους. Είναι να απορεί κανείς: Πώς όριζε, τάχα, το «εύλογο χρονικό διάστημα» η διοίκηση της Aldi για την απόσβεση των επενδύσεών της και την παραγωγή κερδών;

Παραθέτουμε, λοιπόν, τα εξής:
• Το κατάστημα Σταυρούπολης Θεσσαλονίκης (στην οδό Ιατρού Γωγούση) απαίτησε τις υψηλότερες επενδύσεις, σε σχέση με οποιοδήποτε άλλο. Μέχρι να τεθεί σε λειτουργία απορρόφησε συνολικά 15,46 εκατ. ευρώ. Αγοράστηκε το 2007. Μόνο για την απόκτησή του (οικόπεδο και οικοδομή) δαπανήθηκαν 10,7 εκατ. ευρώ. Το οικόπεδο είναι έκτασης 2.818 τμ, ενώ το κατάστημα 1.121 τμ.
• Το κατάστημα της Καλαμαριάς στη Θεσσαλονίκης (Βρυούλων και Θεοφράστου) αγοράστηκε το 2008. Κόστισε συνολικά μέχρι τη λειτουργία του 13,98 εκατ. ευρώ. Το ποσό για την αγορά του ακινήτου και την κατασκευή του καταστήματος, εμβαδού 1.364 τμ στεγασμένων εγκαταστάσεων και 786 τμ οικοπέδου, ανήλθε στα 9,12 εκατ. ευρώ.
• Το ακίνητο για το κατάστημα της Λεωφόρου Θηβών, στην περιοχή του Αγίου Ιωάννη Ρέντη στην Αθήνα, αγοράστηκε το 2009. Όταν λειτούργησε το κατάστημα, έκτασης στεγασμένου χώρου 1.333 τμ, η εταιρεία ήδη είχε δαπανήσει συνολικά 10,19 εκατ. ευρώ. Μόνο το κόστος κτήσης του ακινήτου, δηλαδή του οικοπέδου (έκτασης 4.380 τμ) και της οικοδομής του, έφτασε τα 7,5 εκατ. ευρώ.
• Το κατάστημα στα Κάτω Πατήσια, που επίσης αγοράστηκε το 2009, κόστισε συνολικά 9,42 εκατ. ευρώ. Το ακίνητο (οικόπεδο και κτίριο) απαίτησε αρχικά 6,42 εκατ. ευρώ, μαζί με τα σχετικά έξοδα. Η επιφάνειά του είναι 2.080 τμ και των κτιριακών του εγκαταστάσεων 1.358 τμ.
• Για το logistics center στη ΒΙ.ΠΕ. Σίνδου στη Θεσσαλονίκη η εταιρεία διέθεσε αρχικά, για την αγορά του ακινήτου, 14,8 εκατ. ευρώ. Ακόμα 70,17 εκατ. ευρώ δαπάνησε μέχρι την αποπεράτωση του έργου, ήτοι σύνολο σχεδόν 85 εκατ. ευρώ.
• Για το logistics center στην Πάτρα, που ολοκληρώθηκε μεν κατασκευαστικά αλλά δεν λειτούργησε ποτέ, καταβλήθηκαν 4,1 εκατ. ευρώ για την αγορά του οικοπέδου και 27,3 εκατ. ευρώ για την κατασκευή του. Μαζί με κάποια άλλα λοιπά έξοδα, το συνολικό επενδυτικό κόστος έφτασε συνολικά τα 32,3 εκατ. ευρώ.

Τα προαναφερόμενα δείχνουν πόσο ακριβά πλήρωσε την είσοδό της στην ελληνική αγορά η Aldi. Ταυτόχρονα, δείχνουν το μέτρο της παγίδευσης του management της εταιρείας, δεδομένου ότι δεν μπόρεσε να προβλέψει την ύφεση στην οποία όδευε η ελληνική οικονομία ανεξαρτήτως του δημοσιονομικού της προβλήματος.

Γιατί η ύφεση ήταν προδιαγεγραμμένο ότι θα προκαλούσε τη συρρίκνωση του διαθέσιμου καταναλωτικού εισοδήματος και τη μείωση του περιθωρίου κέρδους των αλυσίδων, με αποτέλεσμα τέτοιου μεγέθους επενδύσεις να είναι αδύνατο να αποσβεστούν σε «εύλογο χρόνο».


Λάθη στην ανάπτυξη του δικτύου
Έτσι εκτροχιάστηκε το πλάνο ανάπτυξης της αλυσίδας στη χώρα, που αρχικά προέβλεπε έμφαση της επέκτασης στην επαρχία παρά στα πολύ μεγάλα αστικά κέντρα, πράγμα που εκ των υστέρων αποδείχθηκε λάθος. Όταν το λάθος συνειδητοποιήθηκε, επιχειρήθηκε το 2009 ο επενδυτικός αναπροσανατολισμός της εταιρείας στην περιοχή της Αττικής, αλλά ήδη ήταν πολύ αργά, καθώς πλέον ούτε η μητρική της, η αυστριακή Hofer, δεν πίστευε στην επιτυχία του ελληνικού εγχειρήματος. Έτσι, του έβαλε «ταφόπλακα» το προηγούμενο καλοκαίρι.

Όταν το 2005 καταστρώνονταν τα σχέδια εισόδου της Aldi στη χώρα, ήταν διάχυτο το πνεύμα αισιοδοξίας μεταξύ των κεντρικών στελεχών της και βέβαια τα διατιθέμενα κεφάλαια άφθονα. Το επιτελείο της είχε διεξάγει εκτεταμένες έρευνες αγοράς στην Ελλάδα, γνώριζε -υποτίθεται- πού μειονεκτούσε η ανταγωνίστριά της, η Lidl, κι είχε γνώση για τις υπέρογκες τιμές στην εγχώρια αγορά ακινήτων.

Μάλιστα, έχοντας προσλάβει στελέχη ακόμη και από τη Lidl στην Ελλάδα, τα οποία είχαν απόλυτη εξοικείωση με τα δεδομένα της εγχώριας αγοράς, η Aldi ήταν προετοιμασμένη να αντέξει τις «κακοτοπιές» των καθυστερήσεων στις αδειοδοτήσεις των καταστημάτων, αλλά και τις παράλογες απαιτήσεις των απανταχού ιδιοκτητών γης και καταστημάτων, οι οποίοι μέσα σε μία νύχτα διπλασίαζαν τις τιμές που ζητούσαν άπαξ και αντιλαμβάνονταν ότι ο ενδιαφερόμενος που «χτυπάει την πόρτα» τους ήταν μεγάλος επενδυτής από το εξωτερικό.

Η αποτυχία του management
Στις 10 Νοεμβρίου του 2008 σε πολυτελές ξενοδοχείο της Θεσσαλονίκης ο τότε γενικός διευθυντής της Aldi Ελλάδος, κ. Κ. Ρόζος, ανακοίνωνε πως η αλυσίδα διατίθετο να επενδύσει στην Ελλάδα έως και 2 δισ. ευρώ σε βάθος δεκαετίας. Είναι φανερό πως μια τέτοια ανακοίνωση άνοιξε ακόμη περισσότερο τη βαλβίδα για το «φούσκωμα» των τιμών στις τιμές της αγοράς ακινήτων, ενώ, όπως έδειξαν τα πράγματα, ούτε τα εξειδικευμένα στελέχη της Aldi Ελλάδας στάθηκε δυνατό να «βάλουν φρένο» στις τεράστιου κόστους επενδύσεις.

Υπεύθυνο σχετικά είναι αποκλειστικά το management της Aldi σε Ελλάδα και εξωτερικό, που απέτυχε να αξιολογήσει σωστά τις συνθήκες της αγοράς και να διαμορφώσει κατάλληλα τα οικονομοτεχνικά δεδομένα της ανάπτυξης του δικτύου, προκειμένου οι επενδύσεις της εταιρείας να «βγάλουν τα λεφτά» τους σε εύλογο διάστημα χρόνου.

Υπήρξαν και ατυχίες, αλλά δεν είναι αυτές που καθόρισαν το ναυάγιο της Aldi. Μία τέτοια ήταν η απόφασή της να επενδύσει στο μεγάλο και υπερσύγχρονο logistics center στη Θεσσαλονίκη λίγο πριν η Plus αποφασίσει να εγκαταλείψει την Ελλάδα, πουλώντας το δικό της logistics center στη ΒΙ.ΠΕ. Σίνδου. Όπως είναι σε θέση να γνωρίζει το σελφ σέρβις, εάν η διοίκηση της Aldi γνώριζε έγκαιρα τα περί αποχώρησης της Plus, κατά πάσα πιθανότητα θα «έβαζε στο χέρι» το logistics center της ανταγωνίστριάς της, γλιτώνοντας, ίσως, αρκετές δεκάδες εκατ. ευρώ από τα 85 που διέθεσε για ένα καινούργιο δικό της.

Εξαγορά 55 εκατ. ευρώ από τη Lidl
Η πώληση των ακινήτων της Aldi στην Ελλάδα ενδιαφέρει μέχρι στιγμής μόνο τη Lidl, η οποία έχει βάλει στο μάτι τα καλύτερα καταστήματα της ανταγωνίστριάς της. Έχοντας ζητήσει τη σχετική έγκριση της Επιτροπής Ανταγωνισμού, η Lidl επιθυμεί δέκα ιδιόκτητα σημεία πώλησης και δύο που λειτουργούσαν με σύμβαση μίσθωσης.

Τα δέκα καταστήματα-στόχοι εξαγοράς, βρίσκονται τρία στη Θεσσαλονίκη (σε Σταυρούπολη, Καλαμαριά και Θέρμη), από ένα σε Κιλκίς, Αμαλιάδα Ηλείας, Νάουσα Ημαθίας, Ακταίο Αχαΐας και τρία στην Αττική (σε Κάτω Πατήσια, Νέα Μάκρη και Λεωφόρο Θηβών). Τα μισθωμένα καταστήματα βρίσκονται στις περιοχές του Βόλου και του Τιρνάβου. Όλα τα προαναφερόμενα καταστήματα, που ήταν εν λειτουργία όσο η Aldi δραστηριοποιούνταν στην εγχώρια αγορά, κόστισαν στην εταιρεία 88 εκατ. ευρώ. Τώρα, όπως μαθαίνουμε, τα πωλεί στη Lidl έναντι 55 εκατ. ευρώ…

Σημειώνουμε ότι τα εν λόγω ακίνητα αντιστοιχούν μόλις στο 1/6 της συνολικής ακίνητης περιουσίας της Aldi στην Ελλάδα, καθώς αυτή διαθέτει συνολικά 62 ακίνητα (ιδιόκτητα και μισθωμένα, καταστήματα και logistics centers σε όλη την επικράτεια).