Το να πει κανείς ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις «χτυπούν καμπανάκι κινδύνου» για την ενέργεια είναι λίγο. Αυτό το έχουν κάνει εδώ και πολύ καιρό. Ειδικά οι ενεργοβόρες βιομηχανίες έχουν θέσει επανειλημμένα το πρόβλημα των υψηλών τιμών χονδρεμπορικής του ηλεκτρικού ρεύματος στην Ελλάδα, που είναι ως και 40% ακριβότερο σε σύγκριση με τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης.
Πρόκειται για έναν παράγοντα που πλήττει ευθέως την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής βιομηχανίας, βάζει «τρικλοποδιά» στις εξαγωγές και αποθαρρύνει τις παραγωγικές επενδύσεις.
Δεν είναι, άλλωστε, λίγες οι πολυεθνικές εταιρείες που έχουν βάλει «λουκέτο» στα εργοστάσιά τους στην Ελλάδα, επικαλούμενες, μεταξύ άλλων, και το δυσβάστακτο ενεργειακό κόστος: Tupperware, Reckitt Benckiser, Crown Hellas Can, υαλουργία Γιούλα και Sonoco Hellas κατέβασαν ρολά πέρυσι και φέτος.
Αν, όμως, οι μεγάλες εταιρείες έχουν τη λύση της μεταφοράς των δραστηριοτήτων τους στο εξωτερικό, για τις αμιγώς ελληνικές επιχειρήσεις, ιδίως τις μικρομεσαίες, οι πιέσεις είναι ασφυκτικές. Από τον Ιούλιο, όταν ξεκίνησαν εκ νέου οι ανατιμήσεις στην ηλεκτρική ενέργεια, οι φόβοι και οι ανησυχίες για νέα «λουκέτα» εντάθηκαν. Για τα ελληνικά νοικοκυριά ο πονοκέφαλος με τα χρωματιστά τιμολόγια και τους φουσκωμένους λογαριασμούς οικιακής κατανάλωσης είναι άλλη μια σοβαρή επιβάρυνση στον οικογενειακό προϋπολογισμό, που δοκιμάζεται εδώ και τρία χρόνια από την ακρίβεια και τον πληθωρισμό. Για τις ελληνικές επιχειρήσεις πάλι, τίθεται μέχρι και θέμα βιωσιμότητας, όπως αποδεικνύουν οι πολλαπλές εκκλήσεις που απευθύνουν οι παραγωγικοί φορείς στην κυβέρνηση, ζητώντας επειγόντως μια λύση.
«Το κόστος του ρεύματος απειλεί τις ελληνικές επιχειρήσεις»
Λίγες ημέρες πριν τη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Βιομηχανιών (ΣΕΒ) και άλλοι έντεκα μεγάλοι επιχειρηματικοί σύνδεσμοι, τοπικοί και κλαδικοί, εξέπεμψαν ακόμα μια φορά σήμα κινδύνου: «Το κόστος του ρεύματος απειλεί τις ελληνικές επιχειρήσεις». Την κοινή ανακοίνωση συνυπέγραψαν ο Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανιών Τροφίμων, ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Πλαστικών, η Ένωση Βιομηχανιών Χάρτου, ο Σύνδεσμος Χημικών Βιομηχανιών, η Ένωση Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας, ο Σύνδεσμος Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων, καθώς και σύνδεσμοι βιομηχανιών από όλη την Ελλάδα (Αττικής-Πειραιώς, Στερεάς-Θεσσαλίας, Βόρειας Ελλάδας κ.ά.). Αυτή τη φορά δεν πρόκειται για τις συνήθεις διεκδικήσεις των παραγωγικών φορέων, που ζητούν φθηνότερο ρεύμα. Σύμφωνα με την κοινή τους δήλωση, το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας θέτει πλέον σε κίνδυνο την ίδια την ύπαρξη των ελληνικών βιομηχανικών επιχειρήσεων, που καλούνται να λειτουργούν με πολύ υψηλότερο κόστος από τους ανταγωνιστές τους διεθνώς. «Είναι επείγουσα ανάγκη η Ευρώπη να αντιδράσει προκειμένου να διορθώσει δομικές αδυναμίες, αλλά και η Ελλάδα να προχωρήσει σε άμεσα μέτρα, όπως κάνουν και άλλες ευρωπαϊκές χώρες», τονίζουν οι σύνδεσμοι και ενώσεις των βιομηχανιών. Όπως υπογραμμίζουν, «το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας είναι καίριας σημασίας για την ανταγωνιστικότητα, βιωσιμότητα και ανάπτυξη της βιομηχανικής παραγωγής και των επιχειρήσεων, ενώ αποτελεί καθοριστικό παράγοντα διαμόρφωσης του πληθωρισμού». Θέτουν επιτακτικά την ανάγκη «θωράκισης των επιχειρήσεων, ειδικά της βιομηχανίας, καθώς ελλοχεύει ο κίνδυνος, να μην μπορούν να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους» και ζητούν να ληφθούν άμεσα έκτακτα μέτρα, εφόσον «δομικές παρεμβάσεις δεν μπορούν να επιτευχθούν σε τόσο στενά χρονικά περιθώρια».
Πώς ερμηνεύεται η επείγουσα αλλά γενικόλογη δήλωση των βιομηχανικών συνδέσμων; Ποιες είναι οι προτάσεις τους προς την πολιτεία και γιατί θέτουν θέμα έλλειψης χρόνου για δομικές παρεμβάσεις; Τι μετατρέπει ένα πάγιο πρόβλημα σε έκτακτη ανάγκη και γιατί οι βιομηχανίες εκπέμπουν SOS στη συγκεκριμένη χρονική συγκυρία; Η πρόσφατη εκτόξευση των τιμών ηλεκτρικού ρεύματος, από τα μέσα Ιουλίου και μετά, ήταν η «θρυαλλίδα» που οδήγησε στην έκρηξη της αγανάκτησης των εκπροσώπων της βιομηχανίας, φέρνοντας στο φως τις χρόνιες στρεβλώσεις στην ελληνική αγορά ενέργειας.
Το «σελφ σέρβις» παρουσιάζει τις απόψεις των θεσμικών φορέων της βιομηχανίας, με το σκεπτικό ότι το κόστος της ενέργειας επηρεάζει κάθε κρίκο της εφοδιαστικής αλυσίδας, συνδεόμενο ευθέως και άμεσα με τις τιμές των προϊόντων στο λιανεμπορικό ράφι.
Ηλεκτροπληξία στη ΔΕΘ
Ο συναγερμός για τις τιμές της ενέργειας ήχησε και στις διεργασίες της φετινής 88ης ΔΕΘ, όταν οι εκπρόσωποι της βιομηχανίας παρουσίασαν μια εικόνα αρκετά διαφορετική από του κυβερνητικού αφηγήματος. Χαρακτηριστική ήταν η παρέμβαση της προέδρου του Συνδέσμου Βιομηχανιών Ελλάδας, κ. Λουκίας Σαράντη, σε εκδήλωση του Ελληνογερμανικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου, στο πλαίσιο της πρόσκλησης της Γερμανίας ως τιμώμενης χώρας. Η πρόεδρος του ΣΒΕ έθεσε ανοιχτά θέμα βιωσιμότητας των ελληνικών επιχειρήσεων, ιδίως των μικρομεσαίων, λόγω του αυξημένου κόστους του ηλεκτρικού ρεύματος, το οποίο, όπως είπε, είναι από τα ακριβότερα στην Ευρώπη.
Το θέμα των εξωφρενικών τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος στην αγορά ενέργειας αναγνώρισε και ο πρωθυπουργός, κ. Κυριάκος Μητσοτάκης, «πετώντας το μπαλάκι» στους ευρωπαϊκούς θεσμούς: «Υπάρχει βασική στρέβλωση στην αγορά ενέργειας της Νοτιοανατολικής Ευρώπης σε σχέση με τις τιμές που πληρώνει η Δυτική Ευρώπη. Έχουμε μια ενιαία αγορά, έχουμε το target model, αλλά αυτό δεν λειτούργησε τους τελευταίους μήνες», παραδέχθηκε. Ωστόσο, απέφυγε να δεσμευθεί για λήψη μέτρων στήριξης των ελληνικών επιχειρήσεων, λέγοντας ότι προτεραιότητα έχει η ανακούφιση των νοικοκυριών. Είπε ότι θα στείλει σχετικά επιστολή στην πρόεδρο της Κομισιόν, κ. Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, χωρίς να αναμένει άμεσες λύσεις στο πρόβλημα, που δεν είναι μόνο ελληνικό, αλλά με την προσδοκία ότι θα αποφευχθούν μελλοντικά οι στρεβλώσεις.
Από την άλλη πλευρά οι ελληνικές επιχειρήσεις επιμένουν ότι δεν αρκούν οι εκκλήσεις στην ΕΕ, αλλά απαιτούνται παρεμβάσεις στην ελληνική αγορά. Όπως τονίζει σε υπόμνημά του προς τον πρωθυπουργό ο ΣΒΕ, οι πρόσφατες διακυμάνσεις στις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας και η εκτόξευση των τιμών χονδρικής, που σε ορισμένες στιγμές υπερβαίνουν τα 750 ευρώ ανά μεγαβατώρα, αυξάνουν εκ των πραγμάτων το κόστος διαμόρφωσης της τελικής τιμής των προϊόντων, ωθώντας μαθηματικά στην αύξηση του πληθωρισμού. Επισημαίνοντας, μάλιστα, ότι πολλές ενεργοβόρες βιομηχανίες σχεδιάζουν ήδη την παύση εργασιών εξαιτίας της υπέρογκης αύξησης της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος, προειδοποιεί για την όξυνση της λαϊκής δυσαρέσκειας και τη διεύρυνση των περιφερειακών ανισοτήτων, τονίζοντας ότι τα αυξημένα τιμολόγια και η ανεπάρκεια εφοδιασμού των βιομηχανιών με ενέργεια θα έχουν δυσμενείς επιπτώσεις στην εθνική οικονομία και στις τοπικές κοινωνίες.
Ως βασικό μέτρο για την επίλυση του προβλήματος ο ΣΒΕ προτείνει να συσταθεί ένας μόνιμος μηχανισμός στήριξης της βιομηχανίας για την αντιμετώπιση έκτακτων καταστάσεων στην εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Επίσης, ζητά να δημιουργηθούν εργαλεία υποστήριξης της «πράσινης» μετάβασης, που θα συνδυάζονται με την ενεργειακή πολιτική, σύμφωνα με τους στόχους της ΕΕ.
Το κόστος της ενέργειας τσακίζει τους «μικρούς»
Από την πλευρά τους, οι μικρομεσαίες, οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις θέτουν από τον Ιούλιο το θέμα των αυξήσεων στο ηλεκτρικό ρεύμα, ζητώντας να ενταχθούν στα προβλεπόμενα μέτρα στήριξης για τα οικιακά τιμολόγια. Η δραματική έλλειψη ρευστότητας, που απειλεί τη μία στις δύο μικρές επιχειρήσεις, οφείλεται και στο ότι το λειτουργικό τους κόστος έχει αυξηθεί μεσοσταθμικά άνω του 37% από την έναρξη της ενεργειακής κρίσης. Ειδικά το κόστος της ενέργειας για ορισμένους κλάδους μικρών επιχειρήσεων, όπως η μαζική εστίαση, η μεταποίηση και το λιανεμπόριο τροφίμων, αυξήθηκε έως 95% την τριετία 2021-2023 ακόμα και υπό καθεστώς επιδοτήσεων, σύμφωνα με έρευνα του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ. Ωστόσο, ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ, κ. Γιώργος Καββαθάς, δήλωσε ότι «οι μικρομεσαίες και μικρές επιχειρήσεις έφυγαν με άδεια χέρια από τη ΔΕΘ», αφού πέραν της κατάργησης του τέλους επιτηδεύματος δεν υπήρξαν ουσιαστικά μέτρα στήριξης ούτε για το ενεργειακό κόστος.