Ιδιαίτερα ενθαρρυντικά για τον κλάδο των βιολογικών τροφίμων είναι τα συμπεράσματα πρόσφατης ποσοτικής έρευνας, σχετικής με την αγοραστική συμπεριφορά των ελλήνων καταναλωτών έναντι αυτών των προϊόντων, που πραγματοποιήθηκε από το Εργαστήριο Μάρκετινγκ του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών ALARM, σε συνεργασία με το Κέντρο Αειφορίας CSE, σε πανελλαδικό δείγμα 706 καταναλωτών.

Σύμφωνα με την έρευνα, την οποία συντόνισε υπό την εποπτεία του κ. Γιώργου Αυλωνίτη, καθηγητή και προέδρου του Τμήματος Μάρκετινγκ και Επικοινωνίας του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, η κυρία Εριφίλη Πάπιστα, υποψήφια διδάκτωρ του τμήματος, ο Έλληνας αποκτά ευρύτερη περιβαλλοντική συνείδηση, καθώς και αυτοπεποίθηση στην αποτελεσματικότητα της προσωπικής του δράσης για την προστασία του περιβάλλοντος.

Στο πλαίσιο αυτό, τα βιολογικά τρόφιμα συγκέντρωσαν ένα ποσοστό προτίμησης εκ μέρους των καταναλωτών της τάξης του 57,2% στο σύνολο του ερευνητικού δείγματος. Στην πλειονότητά τους πρόκειται για έγγαμες γυναίκες, ηλικίας 35-54, ανώτερης και ανώτατης εκπαίδευσης και μηνιαίου οικογενειακού εισοδήματος μεταξύ 2.000 και 3.000 ευρώ.

Οι έρευνα έδειξε, επίσης, ότι οι αγοραστές βιολογικών τροφίμων είναι ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένοι ως προς τα θέματα της προστασίας του περιβάλλοντος και ότι θεωρούν σημαντική την περιβαλλοντικά υπεύθυνη συμπεριφορά των επιχειρήσεων. Σκιαγραφώντας περαιτέρω το προφίλ του αγοραστή βιολογικών τροφίμων, πρέπει να τονιστεί ότι πρόκειται για άτομα τα οποία ενημερώνονται για τις πολιτικές των επιχειρήσεων και των προϊόντων και γνωρίζουν εάν τα προϊόντα που αγοράζουν διαθέτουν περιβαλλοντικές πιστοποιήσεις.

Η αγορά των βιολογικών τροφίμων δεν αποτελεί πλέον ένα πολύ μικρό εξειδικευμένο τμήμα της ευρύτερης αγοράς των τροφίμων, αλλά ένα αναπτυσσόμενο τμήμα της, αποτελούμενο από αγοραστές δεσμευμένους σε διάφορες ενέργειες προσωπικής δράσης για την προστασία του περιβάλλοντος (πχ ανακύκλωση, συμμετοχή σε μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς κά), που έχουν αλλάξει τις προηγούμενες επωνυμίες προϊόντων που αγόραζαν με άλλες πιο φιλικές προς το περιβάλλον, και που είναι πρόθυμοι να πληρώνουν υψηλότερες τιμές για την αγορά «πράσινων» προϊόντων.

Ως κυριότερος λόγος προτίμησης των βιολογικών τροφίμων έναντι των συμβατικών αναδεικνύεται η περισσότερο υγιεινή τους σύσταση και ο τρόπος παραγωγής τους (80% των απαντήσεων). Κατά το 7,7% οι αγοραστές θεωρούν ότι τα βιολογικά τρόφιμα είναι και πιο νόστιμα από τα μη βιολογικά, ενώ κατά το 6,7% θεωρούν τα βιολογικά τρόφιμα ως μια φιλική προς το περιβάλλον προϊοντική κατηγορία, που ως τέτοια εκφράζει τις προσωπικές τους ανησυχίες για την προστασία περιβάλλοντος.

Στην πλειονότητά τους οι αγοραστές βιολογικών τροφίμων (56%) τα αγοράζουν τακτικά, ενώ κατά το 37% με μικρότερη συχνότητα. Συγκρίνοντας τα ποσοστά των τακτικών αγοραστών κατά τα τρία τελευταία έτη, που διεξάγεται η σχετική έρευνα, είναι εμφανής η πορεία αύξησης των τακτικών αγοραστών, από 41,6% το 2008 σε 56,2% επί του συνόλου των αγοραστών βιολογικών προϊόντων το 2010.

Διερευνώντας περαιτέρω τη στάση και συμπεριφορά των τακτικών αγοραστών, η έρευνα αποκαλύπτει ότι θεωρούν πως η πιστοποίηση ενός προϊόντος ως βιολογικού είναι σημαντική, ώστε αυτό να προτιμάται από τα ανταγωνιστικά του. Σημειωτέον ότι οι τακτικοί αγοραστές των βιολογικών τροφίμων ενημερώνονται κυρίως από το internet και από σχετικά site.


Αύξηση αντί μείωσης σε περίοδο κρίσης
Σε ό,τι αφορά το κρίσιμο ζητούμενο των επιδράσεων της δυσμενούς οικονομικής κατάστασης στη συγκεκριμένη αγορά, οι ερωτώμενοι δηλώνουν σε μεγάλο ποσοστό, ήτοι 42,3% το 2010 έναντι 35% το 2009, ότι οι αγορές τους σε βιολογικά τρόφιμα αυξήθηκαν κατά το τελευταίο έτος. Διαπιστώνεται, επομένως, ότι οι αγοραστές βιολογικών τροφίμων αποτελούν ένα σταθερό κοινό, το οποίο στην πλειονότητά του όχι μόνο δεν περιέστειλε τις σχετικές αγορές του, λόγω οικονομικής συγκυρίας, αλλά τις διατήρησε στα ίδια επίπεδα ή αύξησε τις ποσότητες βιολογικών τροφίμων που κατανάλωσε την τελευταία διετία.

Η πρωτιά της διανομής στα σούπερ μάρκετ
Η έρευνα αποσκοπούσε στη μελέτη της συμπεριφοράς των αγοραστών βιολογικών τροφίμων ως προς τα σημεία διάθεσης αυτών. Συγκεκριμένα, στην ερώτηση «από πού κάνετε συνήθως τις αγορές σας σε βιολογικά τρόφιμα», στην πλειονότητά τους οι αγοραστές (55%) δήλωσαν ότι προτιμούν τα σούπερ μάρκετ ως σημείο ικανοποίησης ευρύτερων αναγκών αγοράς των ειδών διατροφής.

Μάλιστα, την εν λόγω ομάδα αγοραστών χαρακτηρίζουν η πεποίθηση ότι είναι σημαντικός ο ρόλος της πιστοποίησης αυτών των προϊόντων, ώστε να προτιμώνται μεταξύ των ανταγωνιστικών τους, η αναγνώριση των διαφόρων λογοτύπων που αναφέρονται στο περιβάλλον και η σημασία στους περιβαλλοντικούς ισχυρισμούς των διαφημιστικών μηνυμάτων ως βασικής πηγής πληροφόρησης.

Αναφορικά με τα σημεία διάθεσης τέτοιων τροφίμων, τα καταστήματα βιολογικών προϊόντων, τα οποία έχουν πολλαπλασιαστεί τα τελευταία έτη, συγκεντρώνουν ένα επίσης ικανοποιητικό ποσοστό προτίμησης (23%), ενώ οι λαϊκές αγορές αποτελούν ένα κανάλι διανομής που, κρίνοντας από τα χαμηλά ποσοστά προτίμησης, οι καταναλωτές, ενδεχομένως, το εμπιστεύονται λιγότερο για την αγορά των συγκεκριμένων τροφίμων.

Συμπεράσματα
Η έρευνα παρουσιάζει έναν αγοραστή βιολογικών προϊόντων ευρύτερα ευαισθητοποιημένο ως προς το περιβάλλον και δεσμευμένο σε ένα σύνολο συμπεριφορών για την προστασία του. Ο βασικός λόγος που προτιμά τα βιολογικά τρόφιμα είναι η ωφέλεια στην υγεία. Οι σχετικές αγορές του δεν φαίνεται να επηρεάζονται από την οικονομική κρίση, ενώ παρά τη συνεχή ανάπτυξη εξειδικευμένων καναλιών πώλησης, κατά πλειονότητα για τη διενέργειά τους, επιλέγει τα σούπερ μάρκετ.

Επίσης, είναι περισσότερο ενημερωμένος για τις δράσεις των εταιρειών και είναι πρόθυμος να αλλάξει την αγοραστική του συμπεριφορά, προκειμένου να υποστηρίξει φιλικές προς το περιβάλλον εταιρείες και brands. Η έρευνα, τέλος, αναδεικνύει τη σημασία της πιστοποίησης των βιολογικών τροφίμων και της πληροφόρησης σχετικά των καταναλωτών, για την περαιτέρω επέκταση της υιοθέτησής τους από τη ζήτηση.