Τα νέα μέτρα που επικρέμονται ως δαμόκλειος σπάθη πάνω από την ελληνική αγορά, για πολλοστή φορά τους τελευταίους μήνες, απονεύρωσαν τις όποιες ελπίδες, έστω προσωρινής, ανάκαμψης της αγοραστικής κίνησης τις παραμονές του Πάσχα. Το τραγουδάκι του Κηλαϊδόνη «Δεν μας τρομάζουν τα νέα μέτρα» ακούγεται τόσο απόμακρο για τη σημερινή πραγματικότητα, όπως άλλωστε κι εκείνο το «του Έλληνος ο τράχηλος ζυγό δεν υπομένει» των σχολικών μας χρόνων...

Η αγωνία του υπερχρεωμένου νοικοκύρη, που πίστεψε τα περί ισχυρής οικονομίας και σήμερα βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο, η απελπισία του άνεργου, η οδύνη του χρεοκοπημένου μικροεπιχειρηματία κι η αδιέξοδη οργή του νέου ανθρώπου, συνθέτουν το καταθλιπτικό σκηνικό της ελληνικής κοινωνίας. Το πολιτικό μας σύστημα, στο σύνολό του, περνά τη μεγαλύτερη κρίση στη μεταπολεμική περίοδο, αμφισβητείται έντονα κι οι εκπρόσωποί του βρίσκονται πολλάκις αντιμέτωποι με τη συγκαλυμμένη ή την απροκάλυπτη χλεύη και περιφρόνηση.

Όμως, οι κοκορομαχίες συνεχίζονται, τα μεγάλα λόγια περισσεύουν και οι εξωραϊσμένες εκφράσεις, τύπου «οριζόντιες (ή μη) περικοπές», «διακανονισμός» και «επιμήκυνση» τριβελίζουν καθημερινά τα αυτιά των δυσφορούντων πολιτών.

Πάντως, η κυβέρνηση στο σύνολό της πανηγύρισε υπέρ του δέοντος το «επίτευγμα» της αύξησης των εξαγωγών κατά 10,8% το 2010, βλέποντάς το ως απαρχή εξόδου από την κρίση. Την ίδια περίπου περίοδο που πύκνωναν οι πληροφορίες για την παραμονή του ελλείμματος σε ποσοστό υψηλότερο του 10% και αναθερμαίνονταν τα σενάρια για «ελεγχόμενη» πτώχευση, διακανονισμούς και λήψη νέων μέτρων –«όχι οριζόντιων αυτήν τη φορά», διαβεβαίωνε ο πλειστάκις αυτοδιαψευόμενος υπουργός Οικονομικών.

Τα νέα μέτρα είναι, ωστόσο, βέβαιο ότι θα μειώσουν… οριζοντίως τις αποδοχές των δημοσίων υπαλλήλων δια της οδού του ενιαίου μισθολογίου, θα περικόπτουν… καθέτως πλήθος φορολογοαπαλλαγών, θα διευκολύνουν ακόμη περισσότερο τις περικοπές στον ιδιωτικό τομέα, με τη μέθοδο των ατομικών και επιχειρησιακών συμβάσεων, της μειωμένης απασχόλησης κλπ και θα επιβάλλουν νέα φορολογικά βάρη (πχ έκτακτες εισφορές και αυξήσεις ειδικών φόρων, όπως στα αναψυκτικά και τους χυμούς).

Βυθίζεται στην ύφεση η λιανική

Το λιανικό εμπόριο πληρώνει βαρύ φόρο αίματος στον βωμό της απέλπιδος προσπάθειας της κυβέρνησης να ικανοποιήσει τους διεθνείς πιστωτές, λαμβάνοντας συνέχεια νέα μέτρα που κρατούν την αγορά σε μία πρωτοφανή ανασφάλεια για δεύτερο χρόνο.

Τον Ιανουάριο ο όγκος των λιανικών πωλήσεων μειώθηκε κατά 16% (14,8% αν δεν συμπεριληφθούν τα καύσιμα), ενώ το 2010 έκλεισε με μέση πτώση 6,8%, ποσοστό που θεωρείται ότι δεν αποτυπώνει την πραγματικότητα, αφού περιλαμβάνει την «αύξηση» πωλήσεων του πρώτου τριμήνου του 2010, η οποία εν πολλοίς οφειλόταν στην εμφάνιση μέρους του τζίρου του παραεμπορίου, λόγω του «κινήματος των αποδείξεων» κι όχι σε μια πραγματική αύξηση των πωλήσεων.

Αναμφίβολα στην πρώτη σειρά των μεγάλων -και πλέον επικίνδυνων για την κοινωνική συνοχή- προβλημάτων της χώρας βρίσκεται η ανεργία, η οποία το δ’ τρίμηνο του 2010 εκτοξεύτηκε στο 14,2%, από 10,3% το αντίστοιχο χρονικό διάστημα του 2009, με όλες τις εκτιμήσεις να συμφωνούν ότι θα αυξηθεί ακόμη περισσότερο. Ο αριθμός των ανέργων επισήμως ξεπέρασε τις 712.000 και οδεύει ολοταχώς προς το εκατομμύριο –πιθανότατα ακόμη ψηλότερα ως το τέλος του έτους.

Η αγοραστική αδυναμία των ανέργων και η γενικευμένη ανασφάλεια, σε συνδυασμό με τη δραστική μείωση των εισοδημάτων των εργαζόμενων, δίνουν τον τόνο των εξελίξεων στη λιανική αγορά. Το -16% του Ιανουαρίου αποτυπώνει σε μεγάλο βαθμό την έκταση της συρρίκνωσης της ζήτησης. Κι επειδή το εμπόριο δεν είναι μια ανεξάρτητη δραστηριότητα, η πτώση αυτή μεταφέρεται και στους άλλους κρίκους της εφοδιαστικής αλυσίδας (μεταφορές, βιοτεχνία, εισαγωγικές εταιρείες, αγροτική παραγωγή, μονάδες εστίασης), οδηγώντας χιλιάδες επιχειρήσεις στην καταστροφή.

Το εμπόριο, τονίζεται από την ΕΣΕΕ, ζει τη μεγαλύτερη αποχώρηση μικρομεσαίων εμπόρων από το επάγγελμα. Οι δείκτες επιβεβαιώνουν το γεγονός ότι «το ελληνικό εμπόριο έχει ξεμείνει από οξυγόνο και έχει ανάγκη από χώρο και χρόνο για να αναπνεύσει». Πού, όμως, να βρεθεί ο χώρος κι ο χρόνος; Το πρώτο τρίμηνο του 2011, σύμφωνα με στοιχεία των εμπορικών οργανώσεων, «ήταν καταστροφικό για τον τζίρο των επιχειρήσεων λιανικής», παρά την περίοδο των εκπτώσεων που, όπως υπολογίζεται, οι πωλήσεις ήταν μειωμένες πάνω από 20% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2010.

Μια δεύτερη ματιά στα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ δείχνει ότι τα πρατήρια καυσίμων είναι ο κλάδος που αντιμετωπίζει τα σημαντικότερα προβλήματα. Η πτώση των πωλήσεων τον Ιανουάριο φτάνει το 25,5%. Οι οργανώσεις των βενζινοπωλών εκτιμούν ότι έβαλαν λουκέτο περισσότερα από 1.300 πρατήρια, ενώ «φυτοζωούν» τουλάχιστον άλλα 1.000.

Η εντυπωσιακή συρρίκνωση της αγοράς καυσίμων διαψεύδει παταγωδώς τις ελπίδες τις κυβέρνησης για αύξηση των εσόδων από την υπερφορολόγηση των πετρελαιοειδών και, ταυτόχρονα, δείχνει ότι έσπασε ο κυριότερος ιμάντας μεταφοράς πόρων από τα αστικά κέντρα προς την περιφέρεια και από τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς προς τους τομείς του τουρισμού και στης εστίασης. Η μείωση των μετακινήσεων με ΙΧ στερεί χιλιάδες επιχειρήσεις από τον οβολό των επισκεπτών του Σαββατοκύριακου.


Κάτω από τα επίπεδα του 2005!
Ισχυρό πλήγμα από τη συρρίκνωση της ζήτησης δέχονται, επίσης, οι κλάδοι πώλησης προϊόντων ελαστικής ζήτησης. Στην ένδυση και υπόδηση το ποσοστό μείωσης του όγκου πωλήσεων έφτασε το 25,3%, στα καλλυντικά και φαρμακευτικά το 22,9%, στα έπιπλα και ηλεκτρικά είδη το 20,6%. Εξαίρεση φαίνεται ότι αποτελούν τα πολυκαταστήματα, με μείωση μόνο 2,2%. Όμως, το «καλό αποτέλεσμα» οφείλεται και μόνο στο γεγονός ότι οι πωλήσεις των πολυκαταστημάτων δεν «ωφελήθηκαν» πέρυσι από το «κίνημα των αποδείξεων», αφού τα καταστήματα αυτά κατά τεκμήριο εκδίδουν πάντα αποδείξεις.

Στο απυρόβλητο δεν έμειναν ούτε τα καταστήματα τροφίμων, όπου καταγράφηκε πτώση των πωλήσεων κατά 11,1%, με το αντίστοιχο ποσοστό στα σούπερ μάρκετ να φθάνει το 9%.

Πρέπει να σημειωθεί ότι οι λιανικές πωλήσεις τον περασμένο Ιανουάριο, σε σταθερές τιμές, αντιστοιχούσαν μόλις στο 88,9% των αντίστοιχων πωλήσεων τον Ιανουάριο του 2005, δηλαδή μιας εξαετίας πριν. Αν εξαιρεθούν τα καύσιμα, το ποσοστό κάλυψης μειώνεται στο 87,5%. Στα καταστήματα τροφίμων το αντίστοιχο ποσοστό είναι 92,3% και στα λοιπά καταστήματα 83,7%. Το αρνητικό ρεκόρ κατέχει ο κλάδος των επίπλων και ηλεκτρικών ειδών με 75,3%, ενώ πάνω από τα επίπεδα του 2010 βρίσκονται μόνο τα πολυκαταστήματα (102,7%). Στα σούπερ μάρκετ το αντίστοιχο ποσοστό είναι 97,7%.

Το πάγωμα της αγοράς άρχισε πλέον να αποτυπώνεται με σαφήνεια και σε άλλες μετρήσεις της ΕΛΣΤΑΤ. Σύμφωνα με τους τριμηνιαίους εθνικούς λογαριασμούς της Αρχής, το δ’ τρίμηνο του 2010 η ιδιωτική κατανάλωση κατέγραψε πτώση 8,6% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2009, ενώ ένα χρόνο πριν το ποσοστό ήταν θετικό (1,6%). Το ΑΕΠ το ίδιο τρίμηνο μειώθηκε κατά 6,6%, ποσοστό πτώσης ρεκόρ τις τελευταίες δεκαετίες, ενώ οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου μειώθηκαν κατά 7,6%.

Στο σύνολο του 2010 το ΑΕΠ ήταν μειωμένο κατά 4,5%, σε σχέση με το 2009, ενώ κατά 4,5% μειώθηκε και η ιδιωτική καταναλωτική δαπάνη.

Οι περιφερειακοί λογαριασμοί του 2009
Προ ημερών ανακοινώθηκαν από την ΕΛΣΤΑΤ οι περιφερειακοί λογαριασμοί του 2009. Τα στοιχεία δείχνουν ότι από τότε ήταν εμφανές το τέλμα στο οποίο άρχιζε να βυθίζεται η αγορά, ενόσω ακόμη οι Έλληνες ζούσαν το μύθο της «ισχυρής οικονομίας» ή τους συνέπαιρνε το «λεφτά υπάρχουν» του Γ. Παπανδρέου, δηλαδή πολύ πριν την εμπειρία των επιπτώσεων από τις πολιτικές του Μνημονίου.

Το κατά κεφαλή ΑΕΠ το 2009 ανήλθε σε 20.830 ευρώ, σημειώνοντας πτώση 1,2% σε σχέση με το 2008. Το Νότιο Αιγαίο φέρεται ως η πλουσιότερη περιφέρεια της Ελλάδας με 25.290 ευρώ. Στον αντίποδα βρίσκεται η περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, με 14.945 ευρώ. Το ρεκόρ πτώσης κατέχει η περιφέρεια Ιονίων Νήσων με -2,1% και ακολουθούν η Αττική με 1,9%, η Δυτική Μακεδονία με 1,7% και η Ήπειρος με 1,5%.

Σημειώνουμε ότι μόνο σε 4 από τις 13 περιφέρειες το κατά κεφαλή ΑΕΠ είναι υψηλότερο του μέσου όρου (Νότιο Αιγαίο, Αττική, Στερεά Ελλάδα, Κρήτη), ενώ σε τρεις περιφέρειες είναι χαμηλότερο από το 80% του μέσου όρου (Δυτική Ελλάδα, Ήπειρος, Ανατολική Μακεδονία και Θράκη).


Πολύ χαμηλές προσδοκίες
Τον Φεβρουάριο, όταν ακόμη δεν είχαν διαδοθεί οι πληροφορίες ότι το έλλειμμα παραμένει σε επίπεδα άνω του 10%, η έρευνα οικονομικής συγκυρίας του ΙΟΒΕ κατέγραφε μικρή βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος και άνοδο των δεικτών σε όλους τους τομείς εκτός των υπηρεσιών.

Όμως, σημειώνουν οι ερευνητές, σε όλες τις περιπτώσεις οι δείκτες παραμένουν σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Ειδικότερα στο λιανικό εμπόριο κατέγραψαν σημαντική άνοδο οι εκτιμήσεις για τις τρέχουσες πωλήσεις, ενώ αποκλιμάκωση σημειώθηκε και στις εκτιμήσεις των αποθεμάτων, με τις αρνητικές προβλέψεις για την εξέλιξη των πωλήσεων το επόμενο τρίμηνο να εξομαλύνονται.

Ανάκαμψη κατέγραψε και ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης, αλλά οι έλληνες καταναλωτές εξακολουθούν να παραμένουν εδώ και ένα έτος οι πλέον απαισιόδοξοι Ευρωπαίοι, ακολουθούμενοι σε μεγάλη απόσταση από τους Ρουμάνους και τους Πορτογάλους. «Η απαισιοδοξία των καταναλωτών», τονίζουν οι ερευνητές, «αμβλύνεται ως ένα βαθμό, όμως η ανασφάλεια για τα πραγματικά εισοδήματα και την ανεργία παραμένει. Περισσότερα φαίνεται να είναι τα νοικοκυριά που στρέφονται στην αποταμίευση και περιορίζουν τις καταναλωτικές τους δαπάνες, προκειμένου να είναι καλύτερα προετοιμασμένα για όποιες εξελίξεις προκύψουν σύντομα στο οικονομικό περιβάλλον».

Ιδιαίτερα αξίζει να επισημανθεί το γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία των καταναλωτών, το 95%, αναμένει άνοδο της ανεργίας εντός του 2011. Επιπλέον, κατά το 54% δηλώνουν ότι «μόλις τα βγάζουν πέρα», κατά το 9% ότι αντλούν από τις αποταμιεύσεις τους για να καλύψουν τις δαπάνες τους, ενώ κατά το 13% δηλώνουν ότι έχουν χρεωθεί.

 Πίνακας 1: Κατά κεφαλή ΑΕΠ στις 13 περιφέρειες της χώρας (τρέχουσες τιμές)

 Περιφέρεια  2008  % συνόλου  2009  % συνόλου  2009/2008
 Νότιο Αιγαίο  25.491  120,9%  25.290  121,4%  -0,8%
 Αττική  25.359  120,3%  24.884  119,5%  -1,9%
 Στερεά Ελλάδα  22.587  107,1%  22.534  108,2%  -0,2%
 Κρήτη  21.157  100,3%  20.896  100,3%  -1,2%
 Ιόνια Νησιά  20.196  95,8%  19.773  94,9%  -2,1%
 Πελοπόννησος  18.948  89,9%  18.867  90,6%  -0,4%
 Δυτική Μακεδονία  18.967  90,0%  18.651  89,5%  -1,7%
 Κεντρική Μακεδονία  18.275  86,7%  18.123  87,0%  -0,8%
 Βόρειο Αιγαίο  17.859  84,7%  17.799  85,4%  -0,3%
 Θεσσαλία  17.535  83,2%  17.534  84,2%  -0,0%
 Δυτική Ελλάδα  16.370  77,6%  16.247  78,0%  -0,8%
 Ήπειρος  16.484  78,2%  16.232  77,9%  -1,5%
 Αν. Μακεδονία & Θράκη  14.925  70,8%  14.945  71,7%  0,1%
 Σύνολο χώρας  21.084  100,0%  20.830  100,0%  -1,2%
 Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ