Παραμένει σε υψηλούς τόνους η αντιπαράθεση του υπουργείου Οικονομίας Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας με την αγορά για το ζήτημα των τιμών. Το ΥΠΟΙΑΝ επιμένει να θέτει το θέμα του αποπληθωρισμού των τιμών, σε περίοδο που, ενώ το εισόδημα των νοικοκυριών πιέζεται από τα κυβερνητικά «μέτρα σταθερότητας», ο πληθωρισμός εκτινάσσεται στα ύψη, λόγω των αυξήσεων στον ΦΠΑ και τους ειδικούς φόρους.

Ωστόσο, τα στελέχη της αγοράς αντιδρούν, υποστηρίζοντας ότι τα όσα λέγονται και γράφονται περί της ακρίβειας δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Όσον αφορά ειδικότερα στον κλάδο της οργανωμένης λιανικής επιμένουν ότι οι τιμές έχουν ήδη μειωθεί μέσω των προσφορών και των εκπτώσεων κι ότι τα περιθώρια κέρδους των σούπερ μάρκετ διαμορφώνονται σε επίπεδα ανάλογα με αυτά άλλων μεγάλων ευρωπαϊκών αγορών.

Ειδικότερα, στελέχη του κλάδου επισημαίνουν ότι, το μέσο μικτό περιθώριο κέρδους των ελληνικών σούπερ μάρκετ έχει απόκλιση έως 1,5% από τους αντίστοιχους δείκτες άλλων μεγάλων ευρωπαϊκών αγορών. Όλα αυτά συμβαίνουν, σημειώνουμε, ενόσω η Eurostat παρουσιάζει την Ελλάδα να «χτυπάει πρωτιές» μεταξύ των χωρών μελών της ΕΕ τόσο στη φορολόγηση, όσο και στην ακρίβεια.

Αισθητά φτηνότεροι στα φρέσκα
Πάντως, στελέχη του κλάδου παραδέχονται ότι πολλά από τα τυποποιημένα προϊόντα και ειδικότερα τα πολυεθνικά, πωλούνται στη χώρα μας ακριβότερα έναντι άλλων αγορών της Ευρώπης, ζητούν ωστόσο από το υπουργείο -για το θέμα αυτό- να ασκήσει πιέσεις στη βιομηχανία. Υποστηρίζουν, ταυτόχρονα, ότι τα φρέσκα προϊόντα, όπως και τα προϊόντα ψυγείου, διατίθενται από τα οργανωμένα δίκτυα στην εγχώρια αγορά αισθητά πιο φθηνά απ’ ότι στην υπόλοιπη Ευρώπη, οπότε, τονίζουν, το συνολικό καλάθι με τα αγαθά καθημερινής ανάγκης διαμορφώνεται σε επίπεδα σαφώς χαμηλότερα έναντι άλλων μεγάλων εθνικών αγορών.

Προσθέτουν, δε, ότι τα φρέσκα προϊόντα και τα προϊόντα ψυγείου-κατάψυξης συμμετέχουν σε μεγάλο βαθμό στη διαμόρφωση του κόστους για το σύνολο των προϊόντων που περιλαμβάνονται στο καλάθι της νοικοκυράς, δεδομένου ότι αντιστοιχούν σήμερα στο 45%-60% των ετήσιων πωλήσεων ενός σούπερ μάρκετ. «Μεγάλες διαφορές μεταξύ Ελλάδας και Ευρώπης δεν υπάρχουν.

Είναι λογικό άλλα προϊόντα να πωλούνται ακριβότερα και άλλα φθηνότερα. Το σημαντικό, όμως, είναι ότι το βασικό καλάθι δεν είναι ακριβότερο στην Ελλάδα και αυτό πρέπει να ενδιαφέρει την κυβέρνηση», επισημαίνει στο «σελφ σέρβις» υψηλόβαθμο στέλεχος, υπερασπιζόμενο την τιμολογιακή πολιτική των επιχειρήσεων του κλάδου.

Τιμολογιακά παράδοξα
Άλλο στέλεχος δέχεται ότι αν κανείς μελετήσει προσεκτικά τις τιμές στο ράφι του σούπερ μάρκετ, θα διαπιστώσει και παραλογισμούς. Ως παράδειγμα ανέφερε ορισμένα ελληνικά προϊόντα, λίγα σε αριθμό, τα οποία στη χώρα μας πωλούνται ακριβότερα από ότι στις αγορές που εξάγονται, όπως και αρκετά πολυεθνικά προϊόντα που έχουν σημαντική αυξητική απόκλιση τιμής έναντι των τιμών με τις οποίες πωλούνται στην Ευρώπη.

Υπάρχουν λοιπόν και… ιδιαιτερότητες στον τρόπο τιμολόγησης των προϊόντων που διατίθεται από τα σούπερ μάρκετ, οι οποίες δικαιολογούν ένα μέρος των κυβερνητικών αντιδράσεων για το ζήτημα της ακρίβειας, όμως, όπως υποστηρίζουν τα στελέχη με τα οποία συζητήσαμε, «όσο κι αν πιέσει το υπουργείο Οικονομίας την αγορά για μειώσεις τιμών, τα οφέλη δεν θα είναι παρά ελάχιστα για τα νοικοκυριά». Ειδικότερα επισημαίνουν ότι «αν το μέσο μηνιαίο κόστος αγορών από τα σούπερ μάρκετ διαμορφώνεται για ένα νοικοκυριό γύρω στα 350 ευρώ, η μείωση που θα επέλθει στο κόστος θα είναι κατά πολύ μικρότερη των 10 ευρώ».

Πάντως, στο υπουργείο Οικονομίας συνεχίζονται οι διεργασίες για τον αναμόρφωση των συναλλακτικών σχέσεων λιανεμπορίου-βιομηχανίας, ώστε να διασφαλιστούν στο οργανωμένο ράφι οι «καθαρές» τιμές, ενώ τις σχέσεις των δύο κλάδων συνεχίζει να ερευνά και η Επιτροπή Ανταγωνισμού.