Για τη δυσχερή θέση, στην οποία βρίσκονται οι ‘Eλληνες καταναλωτές στην πλειονότητά τους, τίθενται για άλλη μια φορά στο εδώλιο του κατηγορουμένου τα σούπερ μάρκετ. Ο κ. Αποστόλου, μετά τις επαφές που είχαν οι εκπρόσωποι μεγάλων αλυσίδων με το υπουργείο Ανάπτυξης -και μεταξύ αυτών και ο ίδιος- με θέμα την συγκράτηση των τιμών, απαντά στην ερώτηση για το αν πραγματικά τέτοιου είδους κινήσεις μπορούν να οδηγήσουν σε μια ουσιαστική λύση τού προβλήματος της ακρίβειας: «Το ζήτημα της διαμορφούμενης ακρίβειας είναι πολύπλοκο. Υπάρχουν σε εξέλιξη όχι αναίτιες αυξήσεις, αλλά χωρίς αμφιβολία το διαμορφούμενο κλίμα στα ΜΜΕ, όχι μόνον δεν ωφελεί αλλά επιτείνει το πρόβλημα. Η τρομοκρατία του καταναλωτή είναι η πλέον αρνητική εξέλιξη σε ό,τι αφορά στην ψυχολογία του.

‘Oλοι -γιατί αυτό είναι εύκολο και πιθανώς αρέσει- συζητούν για τα σούπερ μάρκετ, αλλά σφυρίζουν αδιάφορα για τις αυξήσεις στις ΔΕΚΟ, στα καύσιμα, για την χωρίς όριο αύξηση της επιβάρυνσης που προκύπτει στον οικονομικό προγραμματισμό των νοικοκυριών από την καταναλωτική πίστη κλπ. Δεν είναι τυχαίο ότι το θέμα των αυξήσεων συζητείται επί ώρες, ενώ το αντίστοιχο θέμα των μειώσεων των τιμών πωλήσεων σχεδόν εξαφανίζεται, αφού παρουσιάζεται σε κλάσματα του δευτερολέπτου. ‘Oλον αυτόν τον καιρό δεν άκουσα κάπου να διαμαρτύρεται κανείς στον τύπο και στα κανάλια για τις τιμές των καυσίμων, ούτε για τις αυξήσεις της ΔΕΗ.

Οι αυξήσεις των τιμών των τροφίμων αλλού είναι δικαιολογημένες (στον έναν ή τον άλλον βαθμό) και αλλού προκύπτουν εξαιτίας των περιορισμών που ισχύουν μόνο στην χώρα μας (περίπτωση περιορισμού πωλήσεων ψωμιού κλπ). Δεν πιστεύω ότι οι αυξήσεις που έχουν παρουσιασθεί έχουν κερδοσκοπικό χαρακτήρα. Αυτό γιατί απλώς, όποιος σκέφτεται “πολύ κοντά”, σύντομα θα έχει πρόβλημα. Πρέπει να υπάρχει ψυχραιμία και αυτοσυγκράτηση.

Θα ήθελα να αναφέρω πως η κάθε επιχείρηση πρέπει να κάνει βήματα, όχι βέβαια από μόνη της, αλλά σε συντονισμό με το σύνολο της επιχειρηματικής κοινότητας, προκειμένου να διαμορφωθούν οι συνθήκες που θα επιτρέπουν να υπηρετείται με τον καλύτερο τρόπο ο καταναλωτής. Και θα σας πω ακριβώς τι εννοώ. Αν έχουμε την δυνατότητα να συμπιέσουμε το κόστος της επιχείρησής μας και να εξοικονομήσουμε ένα κεφάλαιο για να το δώσουμε στην κατανάλωση, θα το κάνουμε, γιατί θεωρούμε πως αποτελεί μέρος της κοινωνικής μας ευθύνης.

Και με αυτό το σκεπτικό θα κινηθεί η εταιρεία μας στο μέλλον. Θα εξετάσουμε από πού μπορούμε να κόψουμε “λίπος” από την επιχείρηση για να το προσθέσουμε, όχι στα κέρδη της -κι ας είμαστε εισηγμένη εταιρεία- αλλά για να μειώσουμε τις τιμές στο ράφι. Δεν ισχυριζόμαστε ότι είμαστε η φθηνότερη αλυσίδα στην ελληνική αγορά. Ισχυριζόμαστε, όμως, πως αντιμετωπίζουμε τους καταναλωτές με πολύ μεγάλη συνέπεια και προσπαθούμε πάντα να τους προσφέρουμε ποιοτικά προϊόντα σε μία δίκαιη τιμή. Με μία προϋπόθεση: η προσφορά αυτή να γίνεται με συνέπεια και σοβαρότητα, όχι με φανφαρονισμούς και πυροτεχνήματα».

«σελφ σέρβις»: Αυξήσεις γίνονται τα τελευταία χρόνια, και μάλιστα μεγάλες. Με δεδομένο πως το μέσο ποσοστό κέρδους στον κλάδο είναι μικρό, πώς είναι δυνατόν η Ατλάντικ, αλλά και όλες οι υπόλοιπες αλυσίδες, να έχουν το περιθώριο να απορροφούν ένα μεγάλο ποσοστό των αυξήσεων, έτσι ώστε να προσφέρουν πράγματι ποιοτικά και σε δίκαιη τιμή προϊόντα στους πελάτες τους;
Μανώλης Αποστόλου:
Κι όμως, αυτό γίνεται και αποδεικνύεται από πολλές μελέτες. Θα σας πω ενδεικτικά ότι, αν, για παράδειγμα, το α’ 4μηνο του έτους παραλάβαμε αυξήσεις της τάξης του 4%, δώσαμε στην κατανάλωση το 2,3%. Αυτό σημαίνει ότι απορροφήσαμε από τα κέρδη μας το 1,7%. Γι’ αυτό είναι πραγματικά άδικο να καταδιώκεται, στην κυριολεξία, αυτός ο κλάδος. Δεν είμαι βέβαιος ότι αυτό συμβαίνει και σε άλλους τομείς της οικονομίας.

“σ.σ.”: Αν αυτό ισχύει, και οι αλυσίδες συνεχίσουν να απορροφούν το κόστος των ανατιμήσεων, δεν θα μειωθούν -πέραν των κερδών- και τα κεφάλαια που προορίζονται για επενδύσεις; Αυτό δεν θα δημιουργήσει σημαντικό πρόβλημα, ιδιαίτερα στις λιγότερο ισχυρές κεφαλαιακά ελληνικές επιχειρήσεις;

Μ.Α.: Πολύ σωστά. Γι’ αυτό μίλησα για μείωση «λίπους» στην εταιρική οργάνωση, δηλαδή στο λειτουργικό κόστος των καταστημάτων, στα κονδύλια για διαφημιστική υποστήριξη, στις επενδύσεις. Ξέρετε πως είμαστε μια εταιρεία -το έχουμε άλλωστε ανακοινώσει και στον τύπο- η οποία από τον περασμένο Σεπτέμβριο μείωσε δραστικά τις τιμές σε 2.000 προϊόντα. Αυτό δεν έγινε τυχαία. ‘Εγινε για να βοηθήσουμε το καταναλωτικό εισόδημα. Και αυτό μας αναγνωρίστηκε. Η εταιρεία μας σημειώνει σημαντικούς ρυθμούς ανάπτυξης σε σχέση και με τον πληθωρισμό και μάλιστα σε περίοδο που βρίσκεται σε εξέλιξη η αναδιοργάνωση του δικτύου των καταστημάτων μας.

Θα εφαρμόσουμε τα μέτρα

«σ.σ.»: ‘Ολη αυτή η συζήτηση για την αισχροκέρδεια και τους υπαίτιους της δυσβάσταχτης για τον πολύ κόσμο ακρίβειας έχει επηρεάσει τις σχέσεις λιανεμπορίου-προμηθευτών;

Μ.Α.: Οι σχέσεις μας είναι καλές. Δεν υπάρχουν οι αντεγκλήσεις και οι συγκρούσεις της δεκαετίας του ’80. ‘Εχουμε καταλάβει πολύ καλά πως είμαστε στο ίδιο χειρουργικό κρεβάτι, και μας δίνει αέρα ο καταναλωτής. Αν μας κοπεί ο αέρας αυτός, θα τελειώσουν όλα. Είναι αλήθεια πως υπάρχουν πολλά επώνυμα προϊόντα, που σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες πωλούνται φθηνότερα από ότι στην Ελλάδα. Αυτό το φαινόμενο εξηγείται γιατί η τιμή χονδρικής (η τιμή που πουλάει το προϊόν η βιομηχανία στο σούπερ μάρκετ) είναι μικρότερη. Ισχύει επίσης, ότι, κατά κανόνα, οι βιομηχανίες παράγουν υπέρογκα κέρδη και ως απόλυτα μεγέθη και ως ποσοστό επί των πωλήσεων.

Εξήγησα στην αρχή της τοποθέτησής μου πως η κάθε επιχείρηση, είτε βρίσκεται στη βιομηχανία είτε στο λιανεμπόριο, πρέπει να μπορεί να αποδείξει έμπρακτα ότι σέβεται τον καταναλωτή. Μία λύση θα ήταν να μειώσουν κάποιες επιχειρήσεις το περιθώριο κέρδους τους για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Αυτό θα ανακούφιζε αυτομάτως τον καταναλωτή, αφού -να είστε βέβαιοι- τα σούπερ μάρκετ περνούν αμέσως αυτές τις μειώσεις τιμών στο ράφι. Παράλληλα, θα έπρεπε όμως και οι δημοσιογράφοι να συμβάλλουν στην αλλαγή του υφιστάμενου αρνητικού κλίματος, μιλώντας και για τα καλά τού ελληνικού λιανεμπορίου.

«σ.σ.»: Αυτές είναι κάποιες προτάσεις, οι οποίες όμως δεν λύνουν ουσιαστικά και μακροπρόθεσμα το γενικότερο οικονομικό πρόβλημα.

Μ.Α.: Σήμερα, είναι πολύ δύσκολο να κάνουμε πρόβλεψη για πάνω από έξι μήνες. ‘Αρα, οι απαντήσεις θα πρέπει να δίνονται στα προβλήματα ανάλογα με τις περιστάσεις. Η κυβέρνηση, μέσω του υπουργού Ανάπτυξης, κ. Χρήστου Φώλια, και του υφυπουργού Ανάπτυξης, κ. Γεωργίου Βλάχου, κάνει μια πολύ μεγάλη προσπάθεια συγκράτησης και μείωσης των τιμών. Και εκείνοι ακούν τα εξ αμάξης, όπως κι εμείς. Προσωπικά, αν και έχω κάποιες αντιρρήσεις για τα μέτρα, τα θεωρώ απολύτως σεβαστά στο σύνολό τους. Η εταιρεία μας θα τα εφαρμόσει χωρίς κανένα πρόβλημα.

‘Αλλωστε, για το βαρύτερο (από πλευράς εντυπώσεων) μέτρο της αναγραφής των παρεχομένων εκπτώσεων στο τιμολόγιο, τόσο η εταιρεία μας, όσο κι οι ανταγωνιστές μας (οι μεγάλες επιχειρήσεις του κλάδου), έχουν συνηγορήσει. Τώρα πια κανείς δεν μπορεί να συνεχίσει να ασχολείται με το «παραμυθάκι» των εκπτώσεων. Η απόφασή μας ελήφθη σε συνεδρίαση στο ΕΒΕΑ, στην οποία προέδρευσε ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ, κ. Κωνσταντίνος Μίχαλος, ο οποίος είχε και την πρωτοβουλία της πρόσκλησης γι’ αυτό το ζήτημα, απόφαση που έγινε ευρέως γνωστή, αφού δημοσιεύθηκε στον τύπο και παρουσιάσθηκε στα τηλεοπτικά μέσα.

Το ζήτημα είναι πως πρέπει να καταλάβουν όλοι ότι το θέμα της ακρίβειας δεν αντιμετωπίζεται με ανασταλτικές προϋποθέσεις, ούτε μπορεί όμως και να λυθεί όσο ο καταναλωτής επηρεάζεται από την τρομοκρατία της τηλεόρασης. ‘Ηδη οι μειώσεις τιμών εφαρμόσθηκαν, και αν αλλάξει και το γενικότερο κλίμα, θα υπάρξει μια ελάφρυνση για τον καταναλωτή.

Αναγκαία η εκπροσώπηση του κλάδου

«σ.σ.»: Σήμερα, που ο κλάδος καλείται να πάρει θέση σε τόσο σημαντικά προβλήματα, πιστεύετε πως είναι αναγκαία η συνδικαλιστική του εκπροσώπηση;

Μ.Α.: Είναι πραγματικά κρίμα που ορισμένες επιχειρήσεις δεν έχουν αντιληφθεί την αναγκαιότητα τής δημιουργίας του νέου Συνδέσμου. Η ωμή αλήθεια είναι πως για να υπάρξει ο νέος Σύνδεσμος και να έχει ισχύ πρέπει να διασφαλιστεί η συμμετοχή όλων των μεγάλων επιχειρήσεων του κλάδου. Πρέπει ο κλάδος μας να αποκτήσει ξανά δυνατή και σοβαρή φωνή. Η εταιρεία μας στηρίζει αυτή την πρωτοβουλία.

«σ.σ.»: Ποια είναι τα κυριότερα θεσμικά προβλήματα που αντιμετωπίζει αυτή τη στιγμή ο κλάδος;

Μ.Α.: Ενδεικτικά και όχι εξαντλητικά αναφέρω: την έλλειψη θεσμικού πλαισίου λειτουργίας των καταστημάτων σούπερ μάρκετ, γεγονός απαράδεκτο για μια ευρωπαϊκή χώρα. Αυτό σημαίνει πως καμία επιχείρηση δεν μπορεί σήμερα να δηλώσει με ασφάλεια πως τα καταστήματά της είναι σούπερ μάρκετ ή παντοπωλεία κοκ. Ακόμη, οι περιορισμοί πώλησης ειδών ευρείας καταναλώσεως σε περιβάλλον ελεύθερης ανταγωνιστικής οικονομίας προκαλεί τελείως αρνητικές εντυπώσεις και στρεβλώσεις (μη ελεύθερη πώληση ψωμιού-απαγόρευση πώλησης τσιγάρων, εφημερίδων, τύπου, κλπ). Επιπλέον, σημειώνω την ύπαρξη πολυπληθών ελεγκτικών μηχανισμών, με αποτέλεσμα τώρα πια να μην ξέρουμε τι μας «ξημερώνει». Μας ελέγχουν πολλοί διαφορετικοί φορείς. Υπάρχει ένα αλαλούμ. Γίνονται έλεγχοι στα καταστήματα με συνεργεία 12 ατόμων. Αντιλαμβάνεσθε τι πραγματικά συμβαίνει. Είναι τουλάχιστον παράδοξο. Πρέπει να υπάρξει ένας ενιαίος ελεγκτικός φορέας. Δεν είμαστε κατά του ελέγχου. Ταυτόχρονα, δεν δεχόμαστε και τον διωγμό.

Τεχνολογία: Σημαντική αλλά ακριβή

«σ.σ.»: Η Ατλάντικ, όπως και άλλες αλυσίδες, έχει εφαρμόσει κατά καιρούς πιλοτικά προγράμματα πρωτοποριακών τεχνολογικών εφαρμογών, όπως, για παράδειγμα, το MyGrocer. Τα περισσότερα από αυτά έμειναν σε πιλοτικό επίπεδο. Πώς το εξηγείτε;

Μ.Α.: Η υλοποίηση μιας τεχνολογίας αιχμής, όπως ήταν το MyGrocer, ένα πολύ καλό πρόγραμμα, το οποίο μόνο εμείς και η φινλανδική αλυσίδα Kesko είχαμε σχεδιάσει, έχει ένα εξαιρετικά υψηλό κόστος, το οποίο για εμάς ήταν απαγορευτικό. Απαγορευτικό είναι και το κόστος, για παράδειγμα, της τοποθέτησης ηλεκτρονικών ετικετών στα ράφια ενός τόσο μεγάλου δικτύου καταστημάτων, όπως το δικό μας.
Σήμερα, στην Ατλάντικ συνεργαζόμαστε μέσω EDI με πάρα πολλούς προμηθευτές, κάνουμε αυτόματη αναπλήρωση των ραφιών με αρκετούς από αυτούς και προσπαθούμε να υλοποιήσουμε ένα πρόγραμμα ηλεκτρονικής παραγγελιοδοσίας (Computer Assisted Ordering-CAO). Η εταιρεία μας είναι πλήρως μηχανογραφημένη. Είμαστε ένθερμοι οπαδοί της τεχνολογίας και υποστηρίζουμε τις σχετικές εφαρμογές, γιατί πιστεύουμε πως μέσω της τεχνολογίας μπορούμε να έχουμε  έγκαιρη και έγκυρη πρόσβαση σε πληροφορία, αλλά και να μειώσουμε το κόστος λειτουργίας της επιχείρησής μας.

Νέες διέξοδοι

«σ.σ.»: Τα περιθώρια ανάπτυξης μιας λιανεμπορικής επιχείρησης στη χώρα μας δυστυχώς στενεύουν, και για πολλές επιχειρήσεις η εξαγορά τους μοιάζει να είναι μονόδρομος. Για όσους επιθυμούν αυτόνομη ανάπτυξη, παραμένει ο προβληματισμός και η αναζήτηση νέων τρόπων αύξησης των αποτελεσμάτων τους, νέων αγορών, νέων προτύπων καταστημάτων. Ποιες διεξόδους έχει σήμερα μια λιανεμπορική επιχείρηση στην Ελλάδα για να αναπτυχθεί και να διευρύνει τις δραστηριότητές της;

Μ.Α.: Πράγματι, τα περιθώρια στενεύουν. Χρειάζεται αναλυτικός  προγραμματισμός και εφαρμογή του πλάνου. Χρειάζεται να εστιασθεί η προσπάθεια είτε στο μερίδιο αγοράς, είτε σε κέρδη. Τρόποι υπάρχουν. Αρκεί να υπάρχει θέληση, διάθεση και πίστη σε αυτό που αποφασίζεται να γίνει.

«σ.σ.»: Η Ατλάντικ έχει σκεφτεί την επέκτασή της σε άλλες χώρες;

Μ.Α.: Δεν είναι στα άμεσα σχέδιά μας. Η επέκταση εκτός συνόρων είναι ένα ζήτημα που παλιότερα μας είχε απασχολήσει. ‘Ομως, τώρα, θεωρούμε πως έχουμε μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης στην ελληνική αγορά. Αυτό θα φανεί τα προσεχή χρόνια. Στο πρόγραμμα ανάπτυξής μας εντάσσεται κυρίως η ανάπτυξη της χονδρικής με νέες οργανωμένες αποθήκες και καταστήματα cash & carry, η αναδιοργάνωση του υφισταμένου δικτύου καταστημάτων (όποιο κατάστημα δεν προσφέρει στην κερδοφορία της εταιρείας θα απομακρυνθεί μέσα στην επόμενη διετία από το δίκτυο), η δημιουργία νέων καταστημάτων, τα οποία θα λειτουργούν όλα με κόστος κάτω από το μέσο λειτουργικό κόστος τής επιχείρησης.

Υπάρχει, επίσης, ένα σημαντικό κονδύλι για ανακαινίσεις σε όλα μας τα καταστήματα, ενώ δίνουμε έμφαση στα τμήματα bazaar και φρέσκων προϊόντων. Ιδιαίτερη βαρύτητα δίνουμε, βεβαίως, και στην εκπαίδευση προσωπικού, αφού γνωρίζουμε πως οι υπάλληλοί μας είναι για τους πελάτες μας το πρόσωπο της επιχείρησης. Εδώ και 7 μήνες διαπιστώνουμε έντονα πως η προσπάθειά μας βρίσκει σημαντική ανταπόκριση, η οποία δεν αποτυπώνεται ακόμη στα αποτελέσματα, γιατί έχουμε λειτουργικά κόστη από το παρελθόν που πρέπει να καλύψουμε. Ξέρουμε, όμως, πως θα φέρει σημαντικά αποτελέσματα στο μέλλον.

«σ.σ.»: Τα οικονομικά αποτελέσματα του 2007 και του α’ τριμήνου του 2008 αντικατοπτρίζουν αυτή την προσπάθεια;

Μ.Α.: Ναι. Ο στόχος μας είναι να αυξήσουμε το μερίδιο αγοράς. Οι χρονιές 2008-2011 θεωρούμε πως θα είναι καθοριστικές για τη διαμόρφωση της αγοράς και της λίστας των κορυφαίων εταιρειών του κλάδου. Και η Ατλάντικ θέλουμε να είναι μεταξύ των πρώτων.

Η συνέντευξη δημοσιεύεται στο τεύχος 375 του περιοδικού “σελφ σέρβις” (εκδόσεις Comcenter).