Στην έναρξη της συζήτησής μας με την κυρία Ελίζα Αλεξανδρίδου τής ζητήσαμε τον ορισμό της έννοιας του καταναλωτή. «Η έννοια του καταναλωτή», μας είπε, «στην ελληνική νομοθεσία είναι ευρύτατη και προσδιορίζεται στον νόμο-πλαίσιο για την προστασία του. Στο άρθρο 1 του νόμου αυτού ορίζεται ότι καταναλωτής είναι κάθε πρόσωπο, το οποίο χρησιμοποιεί προϊόντα και υπηρεσίες που κυκλοφορούν στην αγορά, εφόσον είναι ο τελικός αποδέκτης τους. ‘Αρα, εάν ένα πρόσωπο πρόκειται να μεταπωλήσει αυτά που αγόρασε, δεν είναι καταναλωτής. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, ο τελικός αποδέκτης προϊόντων και υπηρεσιών είναι ο καταναλωτής. Η έννοια αυτή είναι ευρύτατη, καθώς περιλαμβάνει τόσο τα φυσικά όσο και τα νομικά πρόσωπα, ενώ έχει υιοθετηθεί κατ’ αυτόν τον τρόπο σχεδόν μόνο από τον ‘Ελληνα νομοθέτη, σε σχέση με τους νομοθέτες των άλλων κρατών-μελών της ΕΕ.

Αργότερα, προστέθηκε ένας ακόμη ορισμός του καταναλωτή, σύμφωνα με τον οποίο καταναλωτής είναι μόνον αυτός που ενεργεί για λόγους εκτός της επαγγελματικής του δραστηριότητας. Επομένως, ενώ στο άρθρο 1 έχουμε την ευρεία έννοια, η οποία καλύπτει τις περισσότερες ρυθμίσεις, σε δύο ειδικότερες διατάξεις του ίδιου νόμου δίδεται και ο ορισμός του καταναλωτή με τη στενή έννοια. Αυτό σημαίνει ότι, ενώ ο ελεύθερος επαγγελματίας (που ενεργεί στο πλαίσιο της δραστηριότητάς του) προστατεύεται με βάση το άρθρο 1, δεν προστατεύεται με βάση τις ειδικότερες ρυθμίσεις, που αφορούν: η πρώτη, στις αθέμιτες και παραπλανητικές πρακτικές του εμπορίου και στις πωλήσεις από απόσταση χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, η δεύτερη».

Αποτελεσματικός ο Συνήγορος του Καταναλωτή

«σελφ σέρβις»: Θεωρείτε αποτελεσματικό τον θεσμό του Συνηγόρου του Καταναλωτή;

Ελίζα Αλεξανδρίδου: Πρόκειται για έναν θεσμό πολύ αποτελεσματικό, που δημιουργήθηκε στις σκανδιναβικές χώρες, απ’ όπου μεταφέρθηκε και στη χώρα μας. Ο προορισμός του είναι να επιλύει τις διαφορές μεταξύ καταναλωτών ή Ενώσεων Καταναλωτών και επιχειρήσεων, φιλικά και συναινετικά. Ως θεσμός φαίνεται ότι έχει γενική απήχηση στον κόσμο της αγοράς. Οι αποφάσεις του σε πολύ μεγάλο ποσοστό γίνονται δεκτές και από τα δύο μέρη. Προορισμός του Συνηγόρου ως ανεξάρτητης αρχής είναι, επίσης, να πληροφορεί τους καταναλωτές σχετικά με την προστασία των δικαιωμάτων και των συμφερόντων τους. Ακόμη, έχει συντάξει έναν πολύ σημαντικό Κανονισμό καταναλωτικής δεοντολογίας. ‘Οσο για το προσωπικό του στην Ελλάδα, είναι καταρτισμένο και ενεργεί με ευσυνειδησία και διακριτικότητα.

«σ.σ.»: Πώς αποτιμάτε την καταναλωτική παιδεία μας, και ποιος είναι αρμόδιος για να την παρέχει;

Ε.Α.: Οι καταναλωτικές οργανώσεις -εκ του νόμου και πρακτικά- έχουν να επιτελέσουν σοβαρό έργο σχετικά. Είναι υποχρέωσή τους να πληροφορούν επαρκώς τους καταναλωτές. Παράλληλα, επειδή σε αυτές προσφεύγουν οι καταναλωτές, διαδραματίζουν και έναν ρόλο επίλυσης των διαφορών, καθώς επικοινωνούν με τους προμηθευτές και τους ασκούν πίεση, με αποτέλεσμα να επιλύονται δύσκολα προβλήματα. Πάντως, ο ‘Ελληνας καταναλωτής δεν είναι συνειδητοποιημένος, πράγμα που κατά ένα μέρος οφείλεται στο έλλειμμα πληροφόρησής του. Το κράτος, πάντως, υποχρεούται εκ του νόμου να του παρέχει ενημέρωση. Η αναλυτική απαρίθμηση των υποχρεώσεων της Πολιτείας και των δικαιωμάτων του καταναλωτή υπάρχει στο άρθρο 1 του νόμου για την προστασία του καταναλωτή.

‘Oταν οι Ενώσεις θέλουν, μπορούν

«σ.σ.»: Πώς αξιολογείτε την καταναλωτική παιδεία μας, σε σχέση με άλλες χώρες της Ευρώπης;

Ε.Α.: Σε άλλες χώρες της Ευρώπης υπάρχουν παραδόσεις καταναλωτικού κινήματος. Σε εμάς όλη η νομοθεσία για την προστασία του καταναλωτή φτιάχτηκε στο πλαίσιο των υποχρεώσεων της Ελλάδος να εναρμονιστεί με τις κοινοτικές οδηγίες. Δεν έχουμε παράδοση στο καταναλωτικό κίνημα. Ο μέσος ‘Ελληνας καταναλωτής δεν είναι συνειδητοποιημένος, όπως λχ είναι ο Ισπανός ή ο Βρετανός. Αυτό, φυσικά, έχει αποτέλεσμα να μην λειτουργεί σωστά και ο ανταγωνισμός. Στην παραπλανητική διαφήμιση, λχ, αν δεν στραφεί κάποιος εναντίον αυτών που παρανομούν, εκείνοι μένουν ατιμώρητοι, πράγμα που ζημιώνει τα συμφέροντα των καταναλωτών. Σε τέτοιες περιπτώσεις οι Ενώσεις Καταναλωτών νομιμοποιούνται να εγείρουν συλλογικές αγωγές εναντίον των παρανομούντων. Και οι Ενώσεις, πράγματι, έχουν συντελέσει στην έκδοση σημαντικών δικαστικών αποφάσεων για υποθέσεις που έφτασαν ως τον ‘Αρειο Πάγο, ιδίως για καταχρηστικούς γενικούς όρους συναλλαγών που χρησιμοποιούν τράπεζες και ασφαλιστικές εταιρείες. Συλλογική αγωγή στην Ελλάδα δεν μπορεί να ασκήσει κανείς άλλος εκτός από τις Ενώσεις Καταναλωτών. ‘Ετσι, όταν αυτές ενεργοποιούνται κατά τον νόμο, όντως έχουμε πολύ σημαντικά αποτελέσματα.

Εκτεταμένη η παραπλανητική διαφήμιση

«σ.σ.»: Σε τι έκταση εκδηλώνεται η παραπλανητική διαφήμιση στην ελληνική αγορά;

Ε.Α.: Φοβάμαι πως είναι εκτεταμένη, ιδιαίτερα εκ μέρους των τραπεζών. Δυστυχώς, η παραπλανητική διαφήμιση χρησιμοποιείται από προμηθευτές όλων των κλάδων της αγοράς, εκτός ίσως από κάποιους εμπόρους. Πρόκειται για τους λεγόμενους «τίμιους εμπόρους», που όμως δεν είναι και πολλοί.

«σ.σ.»: Πώς θα παταχθεί η παραπλανητική διαφήμιση;

Ε.Α.: Μέχρι τώρα, μόνο οι Ενώσεις Καταναλωτών μπορούσαν να στραφούν κατά των επιχειρήσεων με συλλογικές αγωγές. Μετά την τροποποίηση του νόμου-πλαισίου, με τον Ν. 3587/2007, αναγνωρίζεται και στους μεμονωμένους καταναλωτές η δυνατότητα να ασκούν αγωγές εναντίον επιχειρήσεων που χρησιμοποιούν παραπλανητικές πρακτικές. Η παραπλανητική πρακτική είναι μία έννοια ευρύτερη από την διαφήμιση: περιλαμβάνει και λοιπές εμπορικές μεθόδους που παραπλανούν. Ρητώς πλέον αναφέρεται στον νόμο ότι παραπλανητικές δεν είναι μόνον οι διαφημίσεις που περιλαμβάνουν αναληθείς δηλώσεις, αλλά και οι διαφημίσεις στις οποίες παραλείπονται πληροφορίες απαραίτητες για να λάβει ο καταναλωτής μία τεκμηριωμένη απόφαση. Πρόκειται για μια νέα ρύθμιση που βελτιώνει τη θέση των καταναλωτών.

Ο «μέσος καταναλωτής» της ΕΕ και ο πραγματικός 

«σ.σ.»: Παραπλανητική πρακτική είναι και η μη αναγραφή επαρκούς σήμανσης σε ένα προϊόν;

Ε.Α.: Βεβαίως! Θέλω, όμως, να σας επισημάνω ότι η προστασία του καταναλωτή, με βάση την καινούργια ρύθμιση του 2007, αφορά τον «μέσο καταναλωτή», όπως η έννοιά του προσδιορίζεται και γίνεται δεκτή από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Το αξιοπερίεργο είναι ότι το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων θεωρεί ως «μέσο καταναλωτή» το πρόσωπο που είναι προσεκτικό, κάνει συγκρίσεις, έχει κοινό νου και διαβάζει όλες τις πληροφορίες. Εντέλει, πρόκειται για ένα πρόσωπο το οποίο έχει εκείνα ακριβώς τα προσόντα που δεν διαθέτει σήμερα ο μέσος καταναλωτής! Ο πραγματικός μέσος καταναλωτής δεν είναι δυνατό να είναι ταυτόχρονα προσεκτικός, να σκέφτεται κάθε φορά και να κάνει σύγκριση τιμών πριν προχωρήσει στην αγορά διαφόρων προϊόντων. Δυστυχώς, αυτή η έννοια του καταναλωτή γίνεται δεκτή ή πρέπει να γίνεται δεκτή από όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ. ‘Οπερ μεθερμηνευόμενον: όποιος καταναλωτής δεν έχει αυτά τα προσόντα δεν προστατεύεται έναντι των παραπλανητικών διαφημίσεων!

«σ.σ.»: Δηλαδή, σε ενδεχόμενη δίκη στην Ελλάδα είναι εύκολο μία εναγόμενη επιχείρηση να ισχυριστεί ότι ο ενάγων δεν πληροί τις προϋποθέσεις του «μέσου καταναλωτή», οπότε να μην οδηγηθεί η υπόθεση στο προφανώς αναμενόμενο αποτέλεσμα;

Ε.Α.: Υπάρχει και η αιτιολογική σκέψη που περιλαμβάνεται στην Κοινοτική Οδηγία σχετικά με τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, όπως τη μεταφέραμε στην ελληνική νομοθεσία, όπου αναφέρεται ότι η έννοια του «μέσου καταναλωτή» εκλαμβάνεται μεν όπως τη δέχεται το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, αλλά λαμβάνονται υπόψη και οι ειδικότερες συνθήκες στο κάθε κράτος-μέλος, όπως η κουλτούρα των καταναλωτών κτλ. Νομίζω ότι, υπό αυτό το πρίσμα, τα ελληνικά δικαστήρια δεν θα αποκλείσουν την προστασία προσώπων που στερούνται των προσόντων του «μέσου καταναλωτή».

Ο ανταγωνισμός δεν δουλεύει ικανοποιητικά

«σ.σ.»: Με την ιδιότητά σας ως μέλους της Επιτροπής Ανταγωνισμού πώς κρίνετε τη λειτουργία του ανταγωνισμού στην αγορά μας;

Ε.Α.: Δεν θα έλεγα ότι ο ανταγωνισμός δουλεύει ικανοποιητικά -χρειάζεται πολύ μεγάλη προσπάθεια γι’ αυτό. Αλλά αντίστοιχες τάσεις εκδηλώνονται σε όλες τις αγορές, όχι μόνο στην ελληνική. Ενδιαφέρουσα είναι μία νέα ρύθμιση, που υπάρχει στον νόμο 703 για την προστασία του ελεύθερου ανταγωνισμού. Με αυτήν δίνεται η δυνατότητα στον υπουργό Ανάπτυξης να ζητά από την Επιτροπή Ανταγωνισμού να ελέγχει γιατί κάποια προϊόντα είναι ακριβά στην ελληνική αγορά, σε σχέση με άλλες. Αυτό συνέβη, όταν προ μηνών ο υπουργός Ανάπτυξης ζήτησε από την Επιτροπή να ελέγξει για ποιο λόγο η βενζίνη είναι πιο ακριβή στην Ελλάδα.

Η Επιτροπή, λοιπόν, διαπίστωσε ότι το πρόβλημα εντοπίζεται και στις τρεις βαθμίδες πώλησης -από τα διυλιστήρια προς τους χονδρεμπόρους και από τους χονδρεμπόρους προς τα πρατήρια. Καθένας τους προσπαθεί να εξασφαλίσει εκ των προτέρων τυχόν μεταβολή της τιμής προς τα επάνω, με αποτέλεσμα να πωλεί ακριβότερα απ’ όσο πρέπει, δηλαδή σύμφωνα με το κόστος του. Συνεπώς, δεν μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά ο ανταγωνισμός. Ανάμεσα στις προτάσεις μας ήταν να επιτρέπεται η πώληση βενζίνης και από σούπερ μάρκετ, ώστε να υπάρχει ανταγωνισμός μεταξύ αυτών και των πρατηρίων. Επίσης, να υιοθετηθεί ελεύθερο ωράριο λειτουργίας των πρατηρίων -δηλαδή να είναι ανοιχτά και τη νύχτα. Βέβαια, μετά την αντίδραση των πρατηριούχων το πρόβλημα δεν έχει λυθεί ακόμη. ‘Εγινε ήδη μία διαβούλευση. Η Επιτροπή περιμένει να το αντιμετωπίσει, όταν ολοκληρωθούν οι διαβουλεύσεις.

«σ.σ.»: Εμπίπτει στις αρμοδιότητες της Επιτροπής το φαινόμενο σε έναν κλάδο δύο εταιρείες να έχουν όμοιες τιμές προϊόντων, χωρίς όμως να υπάρχει κανενός είδους συνεννόηση μεταξύ τους;

Ε.Α.: Και βέβαια, εφόσον υπάρχει υποψία λειτουργίας καρτέλ! ‘Ομως οι τιμές των προϊόντων σχετίζονται και με μία σειρά από άλλους παράγοντες, όπως οι κοστολογικοί. Εάν τα προϊόντα δύο επιχειρήσεων έχουν το ίδιο κόστος, μπορεί να συμπίπτουν οι τιμές τους. Βέβαια, σε συνθήκες υγιούς ανταγωνισμού, προκειμένου να προσελκύουν πελάτες, το φυσιολογικό είναι να μην έχουν τις ίδιες τιμές.

Δυνατότητα διασυνοριακής άσκησης αγωγών

«σ.σ.»: Υπάρχει κάποια νέα εξέλιξη, όσον αφορά στα δικαιώματα των καταναλωτών;

Ε.Α.: Υπάρχει μία Κοινοτική Οδηγία, η οποία εκδόθηκε το 1998, αλλά ο ελληνικός νόμος την ενσωμάτωσε στο δίκαιό μας το 2002. Ειδικότερα, όταν ένας ‘Ελληνας καταναλωτής αγοράσει από έναν Γερμανό προμηθευτή κάτι από απόσταση, οφείλει ο Γερμανός να τον πληροφορήσει ότι πχ έχει το δικαίωμα υπαναχώρησης. Ωστόσο, μία ελληνική ‘Ενωση Καταναλωτών δεν νομιμοποιείται να στραφεί εναντίον του Γερμανού προμηθευτή στη Γερμανία. ‘Ομως, με βάση σχετικό Προεδρικό Διάταγμα, μπορεί πλέον μία ελληνική ‘Ενωση να στραφεί εναντίον του Γερμανού προμηθευτή στη Γερμανία! Οι νομιμοποιούμενοι φορείς που μπορούν να κάνουν τέτοιες αγωγές είναι όσοι έχουν δηλωθεί από όλα τα κράτη-μέλη ότι νομιμοποιούνται στη χώρα τους να ασκούν συλλογικές αγωγές. ‘Ετσι, επιτυγχάνεται η διασυνοριακή άσκηση αγωγής, οπότε μπορεί κανείς να ενάγει έναν προμηθευτή που παρανομεί σε ένα κράτος-μέλος, αλλά οι συνέπειες των πράξεων του επέρχονται στους καταναλωτές άλλου κράτους-μέλους.

«σ.σ.»: Η καταναλωτική νομοθεσία δεν χρειάζεται συνεχή ανανέωση, προκειμένου να περιλαμβάνει τους νέους όρους και τρόπους πωλήσεων, που προκύπτουν από την εξέλιξη των τεχνολογιών;

Ε.Α.: ‘Eνας νόμος-πλαίσιο, όπως αυτός για την προστασία του καταναλωτή, δεν είναι δυνατόν να περιλαμβάνει όλες τις ιδιαίτερες περιπτώσεις πωλήσεων που γεννά η πρόοδος της τεχνολογίας. ‘Oμως, υπάρχουν οι γενικές ρήτρες, μέσω των οποίων τα δικαστήρια μπορούν να εξετάζουν την κάθε συγκεκριμένη περίπτωση και, εφαρμόζοντας τις γενικές ρήτρες, να καλύπτουν περιπτώσεις που δεν προβλέφθηκαν από τον νομοθέτη.

Η συνέντευξη δημοσιεύεται στο περιοδικό των εκδόσεών μας “σελφ σέρβις”, τεύχος Μαρτίου 2008, Νο 371.