Παρά τις αρχικές προσδοκίες για μεγάλα deals στον κλάδο των τροφίμων-ποτών και στον τομέα της αγροδιατροφής το 2022, η χρονιά που τελειώνει έβαλε τον πήχη ψηλά και πέρασε από κάτω, ειδικά μετά το μπαράζ ηχηρών εξαγορών και συνεργασιών εντός του 2021. Μολονότι υπήρξε κινητικότητα, αυτή περιορίστηκε κυρίως σε συμφωνίες που είχαν δρομολογηθεί το 2021, ενώ δεν επιβεβαιώθηκαν οι φημολογίες για τη βροχή εξαγορών μικρομεσαίων παραγωγικών επιχειρήσεων από διεθνή και ελληνικά funds.

Mία ερμηνεία για την καθυστέρηση της ολοκλήρωσης των κυοφορούμενων συμφωνιών, παρά το υψηλό επενδυτικό ενδιαφέρον, είναι ότι πολλοί μικρομεσαίοι «παίκτες» διστάζουν να πουλήσουν, διαπραγματευόμενοι υψηλότερο τίμημα, ενώ από την πλευρά τους τα funds τηρούν στάση αναμονής, θεωρώντας ότι ο χρόνος λειτουργεί υπέρ τους. Η άνοδος των επιτοκίων, που αυξάνει το κόστος δανεισμού, αλλά και οι συνεχιζόμενες πιέσεις του πληθωρισμού και της ενεργειακής κρίσης, αναμένεται να σφίξουν κι άλλο τον κλοιό γύρω από τις μικρομεσαίες βιομηχανίες, καθιστώντας τις πιο πρόθυμες να προσέλθουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για πώληση πλειοψηφικού ή μειοψηφικού μετοχικού ποσοστού, προσγειώνοντας τις απαιτήσεις τους.

Ένας δεύτερος παράγοντας καθυστέρησης είναι ότι έλεγχοι της χρηματοοικονομικής κατάστασης των υποψήφιων για πώληση εταιρειών αποδεικνύονται χρονοβόροι, καθώς ενίοτε οι ισολογισμοί τους δεν αντανακλούν την πραγματική τους κατάσταση. Μια τρίτη εκδοχή θέλει τα επενδυτικά funds να περιμένουν το «ξεκαθάρισμα» των κλαδικών χαρτοφυλακίων μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων που έχουν περάσει σε εταιρείες διαχείρισης μη εξυπηρετούμενων δανείων (servicers). Χαρακτηριστικά, στην εκπνοή του 2022 ένας από τους μεγαλύτερους διαχειριστές κόκκινων δανείων, η Intrum Ηellas εμφανίζεται να βάζει πωλητήριο αρχικά στα «κόκκινα» δάνεια σαράντα μικρών οινοποιείων, που έχουν δανειακή έκθεση ύψους 30-40 εκατ. ευρώ. Μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τους επενδυτές αναμένεται να έχει το δεύτερο «γκρουπάρισμα» της Intrum, που σύμφωνα με πληροφορίες περιλαμβάνει εκατό μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις τροφίμων, εκτιμώμενης δανειακής έκθεσης ενός δισ. ευρώ, οι οποίες δραστηριοποιούνται σε τομείς όπως των φρούτων, των κατεψυγμένων και νωπών προϊόντων, της ζύμης κ.ά.

Τα μεγάλα deals
Η μεγαλύτερη συμφωνία της χρονιάς, η εξαγορά της Chipita από την πολυεθνική Μοndelez με τίμημα μαμούθ 2 δισ. ευρώ, ολοκληρώθηκε μεν τυπικά στις αρχές του 2022, όμως είχε επισημοποιηθεί από τον Μάιο του 2021, ενώ οι διαπραγματεύσεις είχαν ξεκινήσει από το 2018. Αντίστοιχα, η κινητικότητα στον κλάδο των γαλακτοκομικών, που συνεχίστηκε το 2022, ήρθε στα απόνερα των μεγάλων συμφωνιών του 2021, όπως η εξαγορά της Δέλτα- Vivartia και του 70% των μετοχών της Δωδώνη από το διεθνές fund CVC Capital Partners και η συμμαχία Χατζάκη-Θεοδωρόπουλου στη ΜΕΒΓΑΛ, που επανάφερε τα ηνία της βορειοελλαδικής εταιρείας σε ελληνικά χέρια.

Οι κινήσεις της Δέλτα που εγγράφηκαν στο 2022, περιλαμβάνουν την εξαγορά της εταιρείας εισαγωγής τυροκομικών Δανιήλ Γκατένιο και Υιός, που εγκρίθηκε από την Επιτροπή Ανταγωνισμού στις αρχές του έτους, και την πρόσφατη απόκτηση του 70% του μετοχικού κεφαλαίου της γρεβενιώτικης τυροκομίας Κουρέλα, που σηματοδοτεί την είσοδο της Δέλτα στην αγορά των βιολογικών τροφίμων. Παράλληλα, συνεχίστηκε η αναδιάρθρωση του χαρτοφυλακίου της Vivartia, μετά τη σύσταση επί μέρους ομίλων ανά κλάδο δραστηριότητας για γαλακτοκομικά, κατεψυγμένα και εστίαση. Το «νοικοκύρεμα» εντός του 2022 ξεκίνησε με την πώληση περιουσιακών στοιχείων, όπως τα ανενεργά εργοστάσια της Δέλτα σε Άγιο Στέφανο και Πλατύ Ημαθίας και τη μεταβίβαση της United Milk Company, θυγατρικής της Vivartia στη Βουλγαρία, στον όμιλο Ελληνικά Γαλακτοκομεία των αδελφών Σαράντη. Για το 2023 εκκρεμεί η απόκτηση του 100% των μετοχών της Δωδώνη από τον όμιλο S.I. Foods, όπως προβλέπει η συμφωνία που υπογράφηκε το 2021.

Ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος ταράζει τα νερά
H δεύτερη μεγαλύτερη συμφωνία που ανακοινώθηκε το 2022, είναι η εξαγορά του 45% του πακέτου μετοχών της σοκολατοποιίας ΙΟΝ από την Bespoke SGA Holding ΑΕ, συμφερόντων του επιχειρηματία κ. Σπύρου Θεοδωρόπουλου, που μετά την επικερδή πώληση της Chipita στην Μοndelez έχει βάλει μπροστά το πλάνο να χτίσει έναν ισχυρό, αμιγώς ελληνικό, αγροδιατροφικό όμιλο, με ανακοινωμένο στόχο την είσοδο στο χρηματιστήριο. Η επιχειρηματική συγκέντρωση, με την απόκτηση του αποκλειστικού ελέγχου της ΙΟΝ από τον όμιλο Θεοδωρόπουλου, γνωστοποιήθηκε στην Επιτροπή Ανταγωνισμού τον Απρίλιο, ακυρώνοντας στην πράξη όσες διαψεύσεις έγιναν. Η πρώτη φάση της εξαγοράς ολοκληρώθηκε τυπικά μετά την έγκρισή της από την Ανεξάρτητη Αρχή τον Ιούλιο, ενώ εντός του 2023 αναμένεται, όπως έχει συμφωνηθεί, η διεύρυνση του μετοχικού πακέτου της Bespoke κατά 15%. Θα ακολουθήσει μια νέα φάση διεύρυνσης με την απόκτηση επιπλέον 10%, με το φημολογούμενο ως τελικό τίμημα να ανέρχεται στα 180 εκατ. ευρώ.

Προηγήθηκε στις αρχές του 2022 η συμφωνία της Bespoke για την απόκτηση της Ελληνικοί Χυμοί ΑΕΒΕ, από κοινού με το fund ΕΟS Capitals του κ. Απόστολου Ταμβακάκη. Η επιχείρηση με έδρα τη Λάρισα, που παράγει και διακινεί τους χυμούς Viva, θεωρείται ο μεγαλύτερος παραγωγός χυμών private label, που συνεργάζεται με αλυσίδες σούπερ μάρκετ. Από τα τέλη του 2021 η εταιρεία είχε ανακοινώσει την επέκταση της εργοστασιακής της μονάδας, με τη δημιουργία δύο νέων γραμμών παραγωγής, μετά την έγκριση υπαγωγής του επενδυτικού σχεδίου στον αναπτυξιακό νόμο, επιλέξιμου κόστους 5,7 εκατ. ευρώ. Η πρώτη κίνηση του κ. Σπύρου Θεοδωρόπουλου το 2022, μετά την αποδέσμευσή του από την Chipita, ήταν η απόκτηση του πλήρους ελέγχου της αλλαντοβιοηχανίας Νίκας, ενώ ακολούθησε η εξαγορά των συνδεδεμένων θεσαλονικιώτικων εταιρειών Έδεσμα και Αμβροσία, που δραστηριοποιούνται στα αλλαντικά και τα έτοιμα φαγητά-σαλάτες.

Από τον Ιούλιο μέχρι σήμερα, παρά τις έντονες φημολογίες για νέες συμφωνίες, όπως για την απόκτηση μετοχικού κεφαλαίου στην κρητική βιομηχανία τροφίμων Κρεμέλ, που δραστηριοποιείται στα plant based τρόφιμα, o κ. Θεοδωρόπουλος κρατά κλειστά τα χαρτιά του και σχεδιάζει προσεκτικά τις επόμενες κινήσεις του. Aναβαθμισμένο ρόλο αναμένεται να παίξει και στην πρωτογενή παραγωγή, συνεχίζοντας να επεκτείνει τις εκτάσεις για την υδροπονική καλλιέργεια ντομάτας στην περιοχή της Δράμας, στην εταιρεία Wonderland που έχει συστήσει από κοινού με επιχειρηματίες, όπως οι κ. Μιχάλης Αραμπατζής και Σταύρος Νένδος της βορειοελλαδικής αρτοβιομηχανίας Σελέκτ.

Εξαγορές, μέσω πτώχευσης
Ο Μάρτιος σφραγίστηκε από το τυπικό πέρασμα της πτωχευμένης οινοποιίας Μαλαματίνα στον όμιλο Μantis των αδελφών Αλέξανδρου και Χαράλαμπου Κρομμύδα –η σχετική απόφαση επικύρωσης του σχεδίου εξυγίανσης είχε εκδοθεί στην εκπνοή του 2021. Οι πρώτοι μήνες της Μαλαματίνα υπό τον όμιλο Mantis Group μόνο ομαλά δεν εξελίχθηκαν, καθώς ξεκίνησαν οι απεργιακές κινητοποιήσεις των εργαζομένων ενάντια σε απολύσεις και σε περικοπές μισθών, που απαντήθηκαν από την εταιρεία με μηνύσεις, αστυνομία και συλλήψεις συνδικαλιστών.

Μετά από πλειστηριασμό αποκτήθηκε τον ίδιο μήνα από τον όμιλο Ελληνικά Γαλακτοκομεία το εμπορικό σήμα της πτωχευμένης γαλακτοβιομηχανίας Αγνό έναντι 7,7 εκατ. ευρώ, οχτώ χρόνια μετά το οριστικό λουκέτο. Είχαν προηγηθεί άλλες τρεις αποτυχημένες προσπάθειες εκποίησης της πάλαι ποτέ συνεταιριστικής και μετέπειτα προβληματικής επιχείρησης, η οποία από το 2003 είχε περάσει στη γαλακτοβιομηχανία Κολιός, αλλά δεν κατάφερε να ορθοποδήσει και οδηγήθηκε στην πτώχευση λόγω συσσωρευμένων χρεών. Μαζί με το εμπορικό σήμα η Ελληνικά Γαλακτοκομεία, η οποία ήταν ο μοναδικός πλειοδότης στον τέταρτο και πετυχημένο πλειστηριασμό, αποκτά το ιστορικό αλλά ρημαγμένο εργοστάσιο της εταιρείας στο Λαγκαδά, σε έκταση 132.000τμ. Η διοίκηση του ομίλου των αδελφών Σαράντη δηλώνει αποφασισμένη να εμφυσήσει ξανά ζωή στο εργοστάσιο, αρχικά με την ανακαίνιση του κτιρίου γραφείων του διοικητικού προσωπικού. Ωστόσο, όπως έχει δηλώσει ο διευθύνων σύμβουλος του ομίλου, κ. Μιχάλης Σαράντης, δεν είναι στα άμεσα σχέδια της επιχείρησης η πλήρης επαναλειτουργία των εγκαταστάσεων, αφού απαιτείται ένα φιλόδοξο και δαπανηρό επενδυτικό πλάνο, με πρώτο βήμα την αντικατάσταση του απαξιωμένου μηχανολογικού εξοπλισμού. Έτσι η επανακυκλοφορία των γαλακτοκομικών προϊόντων της Αγνό, που σχεδιάζεται για το 2023 –αρχικά θα τοποθετηθούν στα ράφια των καταστημάτων τροφίμων της Κεντρικής Μακεδονίας–, θα ξεκινήσει από τα υπόλοιπα εργοστάσια του ομίλου, με πρώτη ύλη από Έλληνες παραγωγούς.

Κινητικότητα σε αναψυκτικά και εμφιαλωμένο νερό
Η «Ελληνικά Γαλακτοκομεία» ως ο μεγαλύτερος σε τζίρο όμιλος γαλακτοκομικών στην Ελλάδα, με ενοποιημένο κύκλο εργασιών που υπερβαίνει τα 400 εκατ. ευρώ, έχει σκοπό να επεκταθεί δυναμικά στην αγορά των αναψυκτικών-χυμών, έχοντας αγοράσει από το 2020 την ιστορική τρικαλινή επιχείρηση Οικογένεια Κλιάφας, που ιδρύθηκε το 1926. Τον Απρίλιο του 2022 πραγματοποιήθηκαν τα εγκαίνια της νέας σύγχρονης μονάδας της Κλιάφας, που έχει δυναμικότητα παραγωγής 28.000 φιαλών την ώρα και μονάδα εμφιάλωσης σε συσκευασίες Pet υπό ασηπτικές συνθήκες. Παράλληλα συνεχίζεται η παραγωγή αναψυκτικών σε γυάλινες φιάλες στο υπάρχον εργοστάσιο της Κλιάφας, που λειτουργεί σε μικρή απόσταση από τη νέα μονάδα, με στόχο εντός της επόμενης τριετίας η εταιρεία να αποκτήσει διψήφιο μερίδιο στην αγορά των αναψυκτικών από το χαμηλό μονοψήφιο ποσοστό που έχει προς το παρόν στη λιανική.

Η κινητικότητα στον κλάδο των ποτών-αναψυκτικών συνεχίστηκε τον Αύγουστο με την αρχική συμφωνία για την εξαγορά της ετικέτας Three Cents από την CC Beverages Holdings II BV, θυγατρική της Coca Cola HBC. Η Three Cents ειδικεύεται στην παρασκευή super premium αεριούχων αναψυκτικών για ανάμειξη με αλκοόλ (mixers & toncs), και είναι θυγατρική του εισηγμένου ομίλου IDEAL Holdings. Το αρχικό τίμημα της εξαγοράς (enterprise value) ορίστηκε στα 45 εκατ. ευρώ, ενώ υπόκειται σε τροποποιήσεις με την τυπική ολοκλήρωση της συμφωνίας, η οποία –αν και αναμενόταν ως τα τέλη του 2022 υπό την προϋπόθεση της λήψης των σχετικών εγκρίσεων συγκέντρωσης– ακόμα εκκρεμεί. Ανακατατάξεις υπήρξαν και στον κλάδο του εμφιαλωμένου νερού, με ορόσημο τα εγκαίνια του εργοστασίου της NU Αqua στις ιστορικές εγκαταστάσεις της Pepsico-Ήβη στο Λουτράκι τον Μάρτιο, οπότε μπήκαν μπροστά οι μηχανές δέκα χρόνια μετά το λουκέτο. Η πρώτη φάση της επαναλειτουργίας ξεκίνησε με την παραγωγή του εμφιαλωμένου νερού Eonio Λουτράκι, ενώ εντός του 2023 αναμένεται να ξεκινήσει η δεύτερη φάση, με την παραγωγή των αναψυκτικών της Pepsi, που επιστρέφει σε ελληνικό έδαφος. Η επένδυση, που είχε ανακοινωθεί από τον Σεπτέμβριο του 2021, έχει ήδη κοστίσει 21 εκατ. ευρώ, ενώ στην πλήρη ανάπτυξή της αναμένεται ότι θα ξεπεράσει τα 55 εκατ. ευρώ.

Ανακατατάξεις στην αγορά των soft drinks φέρνει και η επέκταση της συνεργασίας του ηπειρώτικου ομίλου Χήτος (νερό Ζαγόρι) με την εταιρεία αναψυκτικών Green Cola, η οποία ξεκίνησε πριν δέκα χρόνια στην Ορεστιάδα ως η πρώτη εταιρεία παραγωγός cola με στέβια. Μετά την συμφωνία αποκλειστικής διανομής από 1ης Ιανουαρίου 2022 των προϊόντων της Green Cola από τη Χήτος, οι δύο εταιρείες προχώρησαν το καλοκαίρι στην από κοινού ίδρυση της Green Beverages Group PLC, με έδρα το Λονδίνο. Στόχος τους είναι η επέκταση σε αγορές του εξωτερικού, τόσο με την ενίσχυση της παρουσίας των προϊόντων τους στις χώρες που ήδη δραστηριοποιούνται (Ευρώπη, ΗΠΑ, Μέση Ανατολή) όσο και το άνοιγμα σε νέες γεωγραφικές περιοχές (Ασία, Αυστραλία, Νότια Αμερική). Στα επιχειρηματικά πλάνα της νεοσύστατης εταιρείας είναι η άμεση πρόσβαση σε διεθνή επενδυτικά κεφάλαια, ενώ εξετάζεται η είσοδός της στη χρηματιστηριακή αγορά του Λονδίνου. Στην Ελλάδα οι δύο εταιρείες συνεχίζουν να δραστηριοποιούνται ως ξεχωριστές νομικές οντότητες και να υλοποιούν τα τρέχοντα επενδυτικά τους προγράμματα, όπως το τριετές αναπτυξιακό πλάνο της Χήτος, ύψους 25 εκατ. ευρώ, και η δημιουργία νέας παραγωγικής μονάδας της Green Cola στην Ορεστιάδα, επενδυτικού κόστους 1,3 εκατ. ευρώ, που υπάχθηκε στον αναπτυξιακό νόμο.

Οι δύο εταιρείες συνδέονται κυριολεκτικά με αδελφικές σχέσεις, καθώς ο πρόεδρος της Green Cola κ. Γιάννης Χήτος είναι αδελφός του προέδρου της Χήτος ΑΒΕΕ, Νίκου. Οι εξελίξεις στον τομέα των αναψυκτικών και του εμφιαλωμένου νερού επιταχύνονται, με χαρακτηριστική την επένδυση της Βίκος σε νέα μονάδα παραγωγής και εμφιάλωσης στο Καλπάκι Ιωαννίνων, ύψους 22 εκατ. ευρώ, που εγκαινιάστηκε το Νοέμβριο, αλλά και την επένδυση της βραβευμένης εταιρείας Θεώνη σε νέο κέντρο αποθήκευσης και logistics, ύψους 10 εκατ. ευρώ, που αναμένεται ότι θα εγκαινιαστεί στις αρχές του 2023.

Ελληνικές επιχειρήσεις σε ξένα χέρια
Σημαντικές ανακατατάξεις σημειώθηκαν και στον κλάδο της ιχυθοκαλλιέργειας. Ο ισπανικός όμιλος Grupo Profand απέκτησε τον Μάρτιο το 60% των Ιχθυοτροφείων Κεφαλλονιάς, της οικογένειας Γερουλάνου, κρατώντας δικαίωμα προαίρεσης για την πλήρη εξαγορά του στο μέλλον. Το 2022 έκλεισε με την ολοκλήρωση της απορρόφησης της Ανδρομέδα Ιχθυοκαλλιέργειες από την Αvramar Seafood, η οποία σχηματίστηκε το 2019 από την συνένωση των εταιρειών Νηρέας- Σελόντα – Ανδρομέδα και Περσεύς. Η συγχώνευση πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της ενδο-ομιλικής αναδιάρθρωσης της Αvramar, εταιρείας με έδρα τη Βαλένθια και μετόχους το αμερικανικό fund Αmerra Capital και το κρατικό fund Μudabala Investments των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων –πρόκειται για το μεγαλύτερο «παίκτη» της ελληνικής αγοράς ιχθυοκαλλιέργειας, με μερίδιο άνω του 50%.

Ισχυρή παρέμεινε το 2022 η παρουσία του ομίλου Switz Group, που έχει έδρα το Ντουμπάι και ανήκει στον Ινδό δισεκατομμυριούχο Ταϊζούν Κχορακιουβάλα, ωστόσο δεν επιβεβαιώθηκαν οι φήμες που τον εμφάνιζαν να προχωράει σε νέα επιχειρηματικά ανοίγματα, μετά την επιθετική πορεία εξαγορών των προηγούμενων χρόνων. Η εταιρεία κατάφερε σε διάστημα μίας πενταετίας, από το 2017 που δραστηριοποιήθηκε στην Ελλάδα, να αποκτήσει ένα σημαντικό χαρτοφυλάκιο στον κλάδο των τροφίμων, εξαγοράζοντας πλειοψηφικά πακέτα μετοχών σε ελληνικές βιομηχανίες και βιοτεχνίες, οι οποίες δραστηριοποιούνται σε διαφορετικά στάδια του υποκλάδου της αρτοβιομηχανίας-ζαχαροπλαστικής. Η εκκίνηση έγινε με την απόκτηση του 60% της Οlympic Foods, που εκτός από την αρτοποιία-ζαχαροπλαστική ειδικεύεται στο παγωτό. Ακολούθησε η απόκτηση του 100% των μετοχών της πρώην θυγατρικής της Ελαΐς Αρτιζάν (και κατόπιν CSM Hellas Bakery), μίας από τις βασικές εταιρείες παραγωγής και διάθεσης πρώτων υλών για αρτοποιία-ζαχαροπλαστική, λιπαρά και κατεψυγμένες ζύμες. Μετά την αποεπένδυση του αμερικάνικου πολυεθνικού ομίλου CSM και αφού πέρασε στα χέρια της Switz Group, η εταιρεία δραστηριοποιείται εκ νέου με την αρχική της ονομασία, ως Αρτιζάν, και έχει σημαντική παρουσία στην αγορά Ho.Re.Ca.

Τρίτη θεαματική κίνηση ήταν η εξαγορά του 60% του πακέτου μετοχών της εισηγμένης στο χρηματιστήριο εταιρείας Κρητών Άρτος. Σχεδόν ταυτόχρονα πραγματοποιήθηκαν στα τέλη του 2021 η εξαγορά του πλειοψηφικού πακέτου μετοχών της αλυσίδας Koυλουράδες, που αριθμεί πανελλαδικά πάνω από 150 καταστήματα –είχαν προηγηθεί πολύμηνες διαπραγματεύσεις– και η στρατηγική συνεργασία με την εταιρεία ειδών οικιακής ζαχαροπλαστικής Σαμούρης. H Switz Group, που έχει σημαντική παρουσία σε όλη την Ασία, από τις Φιλιππίνες και την Ινδία ως τις χώρες της αραβικής χερσονήσου και την Τουρκία, εκτιμάται ότι έχει προχωρήσει συνολικά σε επενδύσεις ύψους 100 εκατ. ευρώ στην Ελλάδα, οι οποίες βασίζονται αποκλειστικά σε ίδια κεφάλαια, ενώ παράλληλα ενισχύει την καθετοποιημένη δομή της.

Οι δισταγμοί των ελληνικών funds
Σε ό,τι αφορά τα ελληνικά επενδυτικά funds, όπως η ΕΟS Capital Partners του κ. Απόστολου Ταμβακάκη, η Εliconos Capital με επικεφαλής τον κ. Παντελή Παπαγεωργίου και η Diorama Investments του ομίλου Δασκαλόπουλου, μετά τις ηχηρές συμφωνίες εξαγορών και συνεργασιών το 2021, το 2022 κατέβασαν ταχύτητα, μην έχοντας ανακοινώσει κάποια νέα σημαντική επενδυτική κίνηση στον κλάδο τροφίμων- ποτών. Αν και ο συγκεκριμένος κλάδος εξακολουθεί να βρίσκεται υψηλά στις προτεραιότητες των funds, τα επιχειρηματικά ντιλ φαίνεται ότι «σκοντάφτουν» στο περιβάλλον αβεβαιότητας ή καθυστερούν εν αναμονή ευνοϊκότερης συγκυρίας. Εξαίρεση στο φαινομενικό κλίμα προσωρινού «παγώματος» (που κρύβει, ωστόσο, πυρετώδεις διαπραγματεύσεις στο παρασκήνιο) είναι η ανακοίνωση της στρατηγικής συμμετοχής του επενδυτικού ταμείου SMERemediumCap (SMERC) του κ. Νίκου Καραμούζη στην εταιρεία οσπρίων Άροσις, που ανακοινώθηκε τον Δεκέμβριο, ενώ «ψηνόταν» επί μήνες. Όπως αναφέρθηκε στις σχετικές ανακοινώσεις, η συνεργασία αποσκοπεί στην ενίσχυση της εταιρείας, με στόχο τη διεύρυνση του μεριδίου αγοράς της και την ανάπτυξη ισχυρού δικτύου πωλήσεων στο εξωτερικό, με δέσμευση για την υλοποίηση ενός φιλόδοξου επενδυτικού σχεδίου.

Σε θέση ετοιμότητας είναι και το νέο αναπτυξιακό fund Diorama ΙΙ της DECA, που ολοκλήρωσε τον Μάιο τον πρώτο επενδυτικό κύκλο άντλησης κεφαλαίων 158 εκατ. ευρώ, με στόχο τη συγκέντρωση 200 εκατ. ευρώ, για επενδύσεις σε ελληνικές επιχειρήσεις με ισχυρές προοπτικές ανάπτυξης και ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.