Νέα έρευνα της McKinsey’s Retail Practice, στην οποία συμμετείχαν περισσότεροι από 30.000 καταναλωτές και 100 Διευθύνοντες Σύμβουλοι εταιρειών grocery παγκοσμίως, αποκαλύπτει τις προκλήσεις, αλλά και τις ευκαιρίες που συναντούν σήμερα οι λιανοπωλητές ειδών παντοπωλείου.

Σε podcast το οποίο οργάνωσε συζήτηση σχετική με τη συγκεκριμένη έρευνα, ο Bill Aull, η Dymfke Kuijpers και ο Daniel Läubli, συνεργάτες της εταιρείας McKinsey, κάνουν λόγο για την στάση του καταναλωτικού κοινού απέναντι στις αλλαγές της παγκόσμιας αγοράς λιανικής πώλησης παντοπωλείων, οι οποίες εμφανίστηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας και της κατακόρυφης αύξησης των τιμών.

Το ηλεκτρονικό εμπόριο έχει διεισδύσει στην αμερικανική αγορά
Σύμφωνα με τον Bill Aull, το ηλεκτρονικό εμπόριο και οι υπηρεσίες ηλεκτρονικού εμπορίου έχουν αρκετά αυξημένη ζήτηση, κυρίως για τους Αμερικανούς καταναλωτές ύστερα από τον ερχομό της πανδημίας, γεγονός το οποίο προσθέτει παραπάνω έξοδα για τα παντοπωλεία, ανεβάζοντας ταυτόχρονα και τον πήχη για την αξία και την φρεσκάδα των προϊόντων.

Σχετικά με τους καταναλωτές της Βόρειας Αμερικής, ο ίδιος δηλώνει ότι ο πήχης αυξάνεται όσον αφορά στο τι πρέπει να κάνουν τα παντοπωλεία για να προσφέρουν αξία και από την άλλη, ο καταναλωτής δεν είναι πραγματικά διατεθειμένος να θυσιάσει αυτό που θεωρεί ότι είναι αξία για φρέσκα προϊόντα.

Το 62% των Ινδονήσιων καταναλωτών ισχυρίζεται ότι καταναλώνουν προϊόντα τα οποία είναι υγιεινά
Το ηλεκτρονικό εμπόριο, φαίνεται ότι είναι μία από τις μεγαλύτερες τάσεις του καταναλωτή, καθώς έχει διεισδύσει και σε τμήματα του πληθυσμού τα οποία δεν ασχολούνταν με το διαδίκτυο, σύμφωνα με τα λεγόμενα της Dymfke Kuijpers.

Όσον αφορά στην ασιατική αγορά, η ίδια αναφέρει ότι η Βόρεια Ασία είναι συνήθως λιγότερο αισιόδοξη από ό,τι η Ινδία και προσθέτει ότι οι καταναλωτές στην Ινδία έχουν τη μεγαλύτερη προθυμία να καταναλώσουν.

Μέσα από την έρευνα της εταιρείας, παρατηρήθηκε, επίσης, ότι το καταναλωτικό κοινό ενδιαφέρεται κατά βάση για την αξία των προϊόντων και όχι τόσο για τη διαθεσιμότητα τους, όπως είχε σημειωθεί στην αρχή της πανδημίας.

Η Dymfke Kuijpers κάνει λόγο και για τη βιωσιμότητα και την υγεία, αναφέροντας ότι το 62% των Ινδονήσιων καταναλωτών ισχυρίζεται ότι καταναλώνουν προϊόντα τα οποία είναι υγιεινά, βάζοντας σε προτεραιότητα την υγιεινή διατροφή στην καταναλωτική τους συμπεριφορά.

Η συγκεκριμένη στάση, σύμφωνα με την έρευνα, δεν αντικατοπτρίζεται ακόμη στην πραγματική καταναλωτική συμπεριφορά, καθώς υπάρχει μια «διαφωνία» μεταξύ της δηλωμένης συμπεριφοράς και της όντως αγοραστικής συμπεριφοράς του καταναλωτικού κοινού όσον αφορά στη βιωσιμότητα και στην υγεία.

Πόλωση μεταξύ Ευρωπαίων καταναλωτών: οικονομικές αγορές ή αγορές premium προϊόντων;

Με τη σειρά του ο Daniel Läubli, υπογραμμίζει ότι στην Ευρώπη, οι τρεις κύριες τάσεις που επηρεάζουν τον κλάδο του λιανεμπορίου των παντοπωλείων, είναι ο πληθωρισμός σε συνάρτηση με το κόστος εργασίας και το γενικότερο κόστος, οι χαμηλότεροι όγκοι και η πόλωση του καταναλωτή στις επιλογές του.

Σύμφωνα με την έρευνα, η πόλωση
αυτή αποδεικνύεται από το γεγονός ότι πολλοί καταναλωτές δίνουν ιδιαίτερη βαρύτητα στις τιμές των προϊόντων, τοποθετώντας την ιδιωτική ετικέτα στην κορυφή των προτιμήσεων τους, από την άλλη πλευρά, όμως, μεγάλο μέρος του καταναλωτικού κοινού έχει αρχίσει να προτιμάει τα πιο βιώσιμα, υγιεινά και premium προϊόντα.

Ο Daniel Läubli επισημαίνει ότι τα νοικοκυριά με χαμηλότερο εισόδημα είναι εκείνα που κάνουν πτωτικές συναλλαγές και μειώνουν το κόστος, καθώς είναι πιο «ευάλωτα» στις ανατιμήσεις και αναζητούν περισσότερο σε σύγκριση με το παρελθόν, τις προσφορές και τις φθηνότερες επιλογές.

Άλλα νοικοκυριά για τα οποία η τιμή δεν είναι ο κύριος παράγοντας αγοραστικής συμπεριφοράς, εξακολουθούν να επιταχύνουν τις δαπάνες τους για premium προϊόντα τα οποία είναι κατάλληλα για μία υγιεινή διατροφή, έχοντας, παράλληλα, γνώμονα τη βιωσιμότητα στις αγορές τους.


Πρώτη δημοσίευση της είδησης στο καθημερινό newsletter FOODReporter