«Κόκκινο» χτυπούν οι τιμές χονδρικής των περισσοτέρων προμηθευτών του κλάδου. Οι ανατιμήσεις τους έφτασαν σε ορισμένες εξαιρετικές περιπτώσεις έως και 57%. Αιτία είναι οι άνευ προηγουμένου επιβαρύνσεις τιμών του κόστους ενέργειας, των μεταφορικών και των πρώτων υλών. Το φαινόμενο είναι παγκόσμιο και οφείλεται στις ανισορροπίες που προκαλούνται στη σχέση προσφοράς-ζήτησης κατά τη φάση επαναφοράς των αγορών από την κατάσταση της υπολειτουργίας, λόγω lockdowns, στην κανονικότητα, καθώς και σε μείζονα παιχνίδια γεωπολιτικού χαρακτήρα, με μοχλό τις ανατιμήσεις σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο.

Στην Ελλάδα οι μεγάλοι παραγωγοί και εισαγωγείς έχουν ανακοινώσει μαζικά ανατιμήσεις στις αρμόδιες διευθύνσεις των σούπερ μάρκετ ήδη από τον Σεπτέμβριο. Οι μεταβολές αυτές άνοιξαν ουσιαστικά ένα δεύτερο κύκλο αυξήσεων τιμών στα προϊόντα καθημερινής ανάγκης, δεδομένου ότι ο πρώτος κύκλος είχε ανοίξει στις αρχές του καλοκαιριού. Τόσο τα στελέχη των επιχειρήσεων όσο και ειδικοί αναλυτές της κλαδικής αγοράς αναγνωρίζουν ότι κατά το δίμηνο Ιουλίου-Αυγούστου καταγράφηκαν ανατιμητικές τάσεις στη λιανική, με επίδραση 1,3% στον κλαδικό πληθωρισμό.

Οι υψηλότερες ανατιμήσεις
Από στοιχεία που έχει στη διάθεσή του το «σελφ σέρβις» προκύπτει ότι μόνο τον Σεπτέμβριο οι ανατιμήσεις αφορούσαν περί τις 45 κατηγορίες αγαθών, με υψηλότερη εκείνη των κατεψυγμένων φρούτων, των οποίων οι τιμές αυξήθηκαν από 43,18% έως 57,27%, λόγω της αύξησης των τιμών των πρώτων υλών και του ενεργειακού κόστους, που «χτύπησε» άμεσα το υψηλό κόστος συντήρησης των εν λόγω προϊόντων.

Οι υψηλότερες ανατιμήσεις καταγράφονται σε κατηγορίες προϊόντων όπως:
• Οι ξηροί καρποί, με μεταβολές έως και 30%.
• Το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο, που ανατιμήθηκε έως και 15%.
• Οι κατεψυγμένες μπάμιες, οι τιμές των οποίων αυξήθηκαν έως 15%.
• Τα προϊόντα καθαρισμού προσώπου, με επιβαρύνσεις τιμών έως 10,8%.
• Οι τσίκλες-καραμέλες, όπου έγιναν αυξήσεις τιμών έως 10,50%.
• Τα γαλακτοκομικά προϊόντα, στα οποία οι μεταβολές τιμών ήταν μεταξύ 3,50% και 9,70%.
• Τα αφρόλουτρα, με αυξήσεις τιμών έως 8,96%.
• Τα άλευρα, όπου η μεταβολές είναι της τάξης του 5,3% ή και του 8%-8,5%.
• Τα διογκωτικά μαγειρικής, με αυξήσεις έως 8,34%.
• Τα στοματικά διαλύματα, με επιβάρυνση τιμής από 5,67% έως 8,14%.
• Η ζάχαρη, της οποίας οι τιμές αυξήθηκαν από 5% έως 8%.
• Τα μαγειρικά λίπη, με ανατιμήσεις έως 8%.
• Οι σάλτσες και τα συνοδευτικά φαγητών, όπου οι ανατιμήσεις κυμαίνονται μεταξύ 4,90% και 7%.
• Τα ζυμαρικά, στα οποία οι τιμές χονδρικής αυξήθηκαν έως 6%.

Επίσης, προϊόντα των οποίων οι τιμές επιβαρύνθηκαν 4%-5,5% είναι οι οδοντόκρεμες, ο πουρές, τα σοκολατοειδή, ο καφές, τα τουρσιά, τα προσανάμματα και το ηλιέλαιο, ενώ χαμηλότερες ανατιμήσεις καταγράφηκαν στα αλλαντικά, τα βούτυρα και τις μαργαρίνες, το φυστικοβούτυρο, τα δημητριακά, τις κουβερτούρες και τα καθαριστικά για τις καμινάδες. Οι ανατιμήσεις στα νωπά λαχανικά έως 25% σε μεγάλο βαθμό οφείλονται στις ακραίες καιρικές συνθήκες που έπληξαν φέτος την παραγωγή. Φυσικά, μεγαλύτερες είναι οι αυξήσεις τιμών στα εισαγόμενα προϊόντα, εφόσον έχει επιβαρυνθεί τα μέγιστα το μεταφορικό κόστος, λόγω της ανόδου των τιμών στο πετρέλαιο, αλλά όχι μόνο αυτής…

Αυξήσεις έως τα Χριστούγεννα
Παράγοντες της αγοράς σχολιάζουν ότι οι αλλαγές στις τιμές χονδρικής δεν πρόκειται να έχουν σύντομα τέλος. Τονίζουν πως, δεδομένου ότι ο κύκλος των ανατιμήσεων σε ενέργεια, σε μεταφορές και σε πρώτες ύλες μεγαλώνει γεωμετρικά, είναι βέβαιο ότι, τουλάχιστον μέχρι τις γιορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, οπότε η ζήτηση κορυφώνεται, οι ανατιμήσεις θα εντείνονται, επηρεάζοντας το κόστος αγορών σχεδόν τού συνόλου των προϊόντων που μπαίνουν στο «καλάθι» αγορών του καταναλωτή.
Ο πληθωρισμός, λοιπόν, μήνα με τον μήνα τραβά την ανηφόρα! Τον Σεπτέμβριο έφτασε το 2,2%, καταγράφοντας τη μεγαλύτερη μηνιαία αύξηση κατά την τελευταία δεκαετία. Στην πρώτη πεντάδα βασικών προϊόντων με τις μεγαλύτερες ανατιμήσεις το μήνα αυτό βρέθηκαν τα νωπά λαχανικά, στα οποία διαπιστώθηκε αύξηση τιμής 21,1%, αλλά και το ελαιόλαδο που ακρίβυνε κατά 18,4%. Υψηλές αυξήσεις τιμών καταγράφηκαν στα καύσιμα (18,1%), στο αρνί και το κατσίκι (17,5%) και στα νωπά ψάρια (7,9%). Η ετήσια μεταβολή στο ηλεκτρικό ρεύμα περιορίστηκε τον Σεπτέμβριο στο 0,8% κι αυτό διότι οι μεταβολές στις τιμές του δεν έχουν ακόμη περάσει στα τιμολόγια της ΔΕΗ και των ιδιωτών παρόχων. Κατά συνέπεια, τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο ο πληθωρισμός θεωρείται βέβαιο ότι θα επιβαρυνθεί σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό.

Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, η αύξηση του γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή κατά 2,2% τον Σεπτέμβριο προήλθε κυρίως από τις αυξήσεις των επιμέρους δεικτών κατά 3,1% στην ομάδα «διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά», κατά 4,7% στην ομάδα «στέγαση», κατά 0,6% στην ομάδα «διαρκή αγαθά- είδη νοικοκυριού και υπηρεσίες», κατά 0,1% στην ομάδα «υγεία», κατά 7,8% στην ομάδα «μεταφορές», κατά 0,9% στην ομάδα «εκπαίδευση» και κατά 0,5% στην ομάδα «ξενοδοχεία-καφέ-εστιατόρια».

Προσπάθεια απορρόφησης των ανατιμήσεων
Από την πλευρά των μεγάλων επιχειρήσεων λιανικής του κλάδου καταβάλλονται προσπάθειες, προκειμένου να εξασφαλιστεί μια, έστω μερική, απορρόφηση των ανατιμήσεων, ώστε να μη μειωθούν τα ψώνια για μια σημαντική μερίδα των πελατών, με δυσμενή ανάκλαση στο τζίρο τους. Παράλληλα επιχειρούν, σε συνεργασία με τους προμηθευτές, περισσότερες προωθητικές ενέργειες, δίνοντας την ευκαιρία εξοικονομήσεων στο πελατειακό κοινό τους στις καθημερινές αγορές του.

Όπως σημειώνει γνωστό στέλεχος του κλάδου, «σε παγκόσμιες κρίσεις, όπως αυτή που ζούμε σήμερα, οι εταιρείες λιανικής πρέπει να κινούνται αμυντικά σε ό,τι αφορά τις τιμές κι όχι επιθετικά, για να μην «πιάνονται στον ύπνο». Δηλαδή, πρέπει να προσφέρουν ευκαιρίες στον πελάτη τους, ώστε να εξοικονομεί τα απαραίτητα για να αποφεύγεται κατά το δυνατόν η μείωση της κατανάλωσης», προσθέτοντας ότι «όποιος καταφέρνει να διατηρεί τις τιμές του χαμηλότερα μέσα σε συνθήκες πληθωριστικών πιέσεων, τελικά βγαίνει κερδισμένος, καθώς αυτός εισπράττει το ενδιαφέρον του καταναλωτικού κοινού, αφήνοντας τους ανταγωνιστές του να εκτίθενται στη συνείδησή των πελατών τους».

Μάλιστα, σε περιόδους έντονων ανατιμήσεων οι καταναλωτές βάζουν στο ζύγι των επιλογών τους τα branded προϊόντα και τα private label, πράγμα που υποχρεώνει τους μεν επώνυμους παραγωγούς να είναι εξαιρετικά προσεκτικοί στην άσκηση της τιμολογιακής τους πολιτικής, τους δε κατόχους ιδιωτικών μαρκών να βρίσκονται σε διαρκή αναζήτηση ευκαιριών, ώστε να αυξάνουν τον τζίρο και τα μερίδιά τους.

Πάντως, τα στελέχη του κλάδου δεν παραλείπουν να επισημαίνουν ότι όσο οι ανατιμήσεις θα εξελίσσονται σε «καταιγίδα» τους επόμενους μήνες, τόσο οι αντοχές των αλυσίδων σούπερ μάρκετ για τιμολογιακή αυτοσυγκράτηση θα εξασθενούν, οι ανατιμήσεις θα περνούν ταχύτερα στο ράφι και το κόστος αγορών θα γίνεται βαρύτερο για τους καταναλωτές.

Ορατότης μηδέν
«Στην αγορά αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει ορατότητα για το τι πραγματικά μέλλεται. Δηλαδή, για το βάθος χρόνου στο οποίο θα συνεχίζονται οι ανατιμητικές πιέσεις, για την έντασή τους και το κυριότερο για το χρόνο έναρξης της αποκλιμάκωσής τους», αναφέρει στο «σελφ σέρβις» γνωστός παράγοντας της αγοράς, σπεύδοντας να προσθέσει με νόημα πως «συνήθως ό,τι ανεβαίνει δεν κατεβαίνει, άρα η εξομάλυνση των τιμών θα αργήσει πολύ…».

Άλλο στέλεχος του κλάδου σημειώνει ότι υπάρχει μεγάλος κίνδυνος στο προσεχές διάστημα να δούμε στο λιανεμπόριο και ανατιμήσεις που θα προκαλούνται από τις ελλείψεις αγαθών, κυρίως εφόσον ο χειμώνας αποδειχθεί βαρύς, προκαλώντας καταστροφές στις αγροτικές καλλιέργειες. Εξάλλου, γενικότερα οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής δημιουργούν όλο και πιο συχνά αστάθειες στην παγκόσμια παραγωγή.

Η έκρηξη του κόστους ενέργειας
Παραγωγοί και έμποροι εδώ και μήνες βιώνουν μια πρωτόγνωρη εμπειρία σε ό,τι φορά την αύξηση του κόστους ενέργειας. Η τιμή του πετρελαίου αυξήθηκε από τα 45 δολάρια το βαρέλι στα 82 δολάρια, ενώ οι αναλυτές προβλέπουν, όπως διαβάσαμε τις παραμονές έκδοσης του τεύχους, ότι η τιμή του μαύρου χρυσού ενδεχομένως θα φθάσει σύντομα τα 100 δολάρια το βαρέλι. Μάλιστα, κάποιοι από τους πλέον απαισιόδοξους λένε ότι υπό τις ισχύουσες συνθήκες μια εκτίναξη βαθμηδόν της τιμής του στα 200 δολάρια το βαρέλι κάθε άλλο παρά πρέπει να αποκλειστεί.

Σχετικά με το φυσικό αέριο, ο φόβος στην Ευρώπη περί πιθανών ελλείψεων στην προσφορά καυσίμων για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας εκτίναξε τις τιμές του στα ύψη. Κάποιοι λένε, μάλιστα, ότι η τιμή του φυσικού αερίου έφθασε σε επίπεδα, που σε τιμές πετρελαίου αντιστοιχούν στα 190 δολάρια το βαρέλι. Αλλά και στην αγορά ηλεκτρικού ρεύματος οι αυξήσεις των τιμών του στη χονδρική έχουν υπερβεί κάθε πρόβλεψη. Στην Ελλάδα ανατιμήθηκε στις αρχές του Οκτωβρίου από τα 40 ευρώ/MWh στα 218 ευρώ/MWh, ενώ σε άλλες εθνικές αγορές της Ευρώπης κυμαίνεται υψηλότερα. Από τα προαναφερόμενα συνάγεται ολοφάνερα ότι οι επιβαρύνσεις στα κόστη παραγωγής, συντήρησης και διακίνησης των προϊόντων εκτοξεύουν τις τιμές τους στα ύψη, ενώ όπου συμμετέχει το πετρέλαιο ως πρώτη ύλη, όπως στην παραγωγή των υλικών συσκευασίας, επίσης τα κόστη επιβαρύνονται.

Σημειώνουμε ότι η συμμετοχή του κόστους ενέργειας στη λειτουργία των δικτύων του κλάδου αναλογεί περίπου στο 1% του ετήσιου τζίρου τους, όταν η κερδοφορία τους υπολογίζεται κατά μέσο όρο σε 2,5%. Με αυτή την έννοια η αύξησή του αποτελεί αιτία πονοκεφάλου για τις διοικήσεις των αλυσίδων.

Σε όλα αυτά θα πρέπει να προστεθούν οι σοβαρές καθυστερήσεις στις θαλάσσιες μεταφορές των εμπορευμάτων, λόγω ελλείψεων κοντέινερ, αλλά και του συνωστισμού διεθνώς στα λιμάνια-κόμβους στη διακίνηση των εμπορευμάτων. Οι λόγοι αυτοί, άλλωστε, υποχρέωσαν κάποιους από τους μεγάλους παραγωγούς τροφίμων-ποτών να ναυλώσουν οι ίδιοι πλοία, προκειμένου να μπορέσουν να μεταφέρουν στον προορισμό τους είτε πρώτες ύλες είτε τα τελικά προϊόντα τους στον ταχύτερο δυνατό χρόνο, ώστε να αποφευχθούν οι ελλείψεις στην εφοδιαστική αλυσίδα.

Σε επιφυλακή η Επιτροπή Ανταγωνισμού
Πρέπει να σημειωθεί ότι η Επιτροπή Ανταγωνισμού, αντιλαμβανόμενη το σοβαρό κίνδυνο οι τιμές να «ξεφύγουν» ανεξέλεγκτα, προέβη στη διενέργεια αιφνιδιαστικών επιτόπιων ελέγχων, τόσο σε αλυσίδες λιανικής όσο και σε μεγάλες προμηθεύτριες εταιρείες, οι οποίες δραστηριοποιούνται στις αγορές των δημητριακών, του γάλακτος, του καφέ, των μαρμελάδων, των ροφημάτων και των τυριών, διερευνώντας το ενδεχόμενο εφαρμογής αντιανταγωνιστικών πρακτικών, μέσω οριζόντιων ή κάθετων συμπράξεων.

Πληροφορίες αναφέρουν ότι η Επιτροπή Ανταγωνισμού εξετάζει πολύ σοβαρά το ενδεχόμενο σύστασης και λειτουργίας καρτέλ στην αγορά τροφίμων. Γι’ αυτό οι έλεγχοί της θα ενταθούν. Η υπόθεση φαίνεται ότι εξετάζεται κατά προτεραιότητα, καθώς ήδη η έκταση και η ένταση των ανατιμήσεων τείνει να εξελιχθεί, σε ό,τι αφορά τις επιπτώσεις της, σε κοινωνικό ζήτημα.