Ο σημερινός καταναλωτής, γίνεται ολοένα και πιο απαιτητικός σε ό,τι αφορά τα συστατικά και τη θρεπτική αξία των τροφίμων που καταναλώνει, ειδικότερα μετά την εκδήλωση της πανδημίας του Covid-19. Οι διατροφικές πληροφορίες που μπορεί να υπάρχουν στις ετικέτες των τροφίμων με στόχο την κάλυψη των απαιτήσεων για λεπτομερή πληροφόρηση είναι πια τόσο πολλές, που αποτελούν ένα δύσκολο παζλ όχι μόνο για τη βιομηχανία, αλλά και για τους ίδιους τους καταναλωτές…

Ο σημερινός καταναλωτής, γίνεται σήμερα ολοένα και πιο απαιτητικός σε ό,τι αφορά τα συστατικά και τη θρεπτική αξία των τροφίμων που καταναλώνει, ειδικότερα μετά την εκδήλωση της πανδημίας του Covid-19. Οι διατροφικές πληροφορίες που μπορεί να υπάρχουν στις ετικέτες των τροφίμων με στόχο την κάλυψη των απαιτήσεων για λεπτομερή πληροφόρηση είναι πια τόσο πολλές, που αποτελούν ένα δύσκολο παζλ όχι μόνο για τη βιομηχανία, αλλά και για τους ίδιους τους καταναλωτές.

Στέφανος Κομνηνός, ΜΕΛΟΣ ΕΠΙ3

Η αγορά και οι θεσμοί που δημιουργούν το κανονιστικό πλαίσιο, καλούνται να λύσουν θέματα όπως ο χώρος εκτύπωσης, η μορφή των πληροφοριών, η νομική συμμόρφωση, η ορθότητα των πληροφοριών. Τα σημαντικότερα ζητούμενα ουσίας όμως, είναι δυο (μάλλον αντικρουόμενα): O βαθμός διευκόλυνσης της ενημέρωσης του καταναλωτή, ώστε να επιταχύνεται η λήψη της απόφασης αγοράς και η πληρότητα των πληροφοριών, ώστε να αποφεύγεται η επιλεκτική και μη ολιστική διατροφική συμπεριφορά.

Στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα με τον ευρωπαϊκό κανονισμό 1169/2011, από τον Δεκέμβριο του 2016 είναι υποχρεωτική η Διατροφική Ετικέτα στην πίσω πλευρά όλων των συσκευασμένων τροφίμων, που περιλαμβάνει α) ενεργειακή αξία (θερμίδες) και β) ποσότητες λιπαρών, κορεσμένων λιπαρών, υδατανθράκων, σακχάρων, πρωτεϊνών και αλατιού. Προαιρετικά, σε μια πιο διευρυμένη εκδοχή της διατροφικής ετικέτας, μπορεί να υπάρχουν τα μονοακόρεστα και πολυακόρεστα λιπαρά, φυτικές ίνες, βιταμίνες και ιχνοστοιχεία.

Διαφορετικά Εθνικά Συστήματα Σήμανσης
Καθώς έως τώρα δεν είναι υποχρεωτική η δήλωση της κάλυψης των ημερήσιων αναγκών, (διατροφικές οδηγίες), έχουν αναπτυχθεί διάφορες εθνικές ή κλαδικές πρωτοβουλίες:
Η Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία Βιομηχανιών Τροφίμων & Ποτών Food Drink Europe (πρώην CIAA, Confédération des Industries Agro-Alimentaires) λάνσαρε το 2005 τη σήμανση GDA (Guideline Daily Amount, Οδηγία Ημερήσιας Ποσότητας) ή αλλιώς τα λεγόμενα «βαρελάκια» (από τα αντίστοιχα κυλινδρικά εικονίδια). Η σήμανση αυτή τοποθετείται στη μπροστινή πλευρά της συσκευασίας (front of pack) και θεωρείται αρκετά επιτυχημένη, οπότε έχει διατηρηθεί σε πολλές συσκευασίας τροφίμων.

Το σύστημα του «φωτεινού σηματοδότη» (traffic light labeling), μια πρωτοβουλία του Food Standards Agency του Ηνωμένου Βασιλείου, ξεκίνησε το 2013 για να διευκολύνει τους καταναλωτές να διαβάζουν σωστά τις διατροφικές ετικέτες και να μπορούν να κάνουν εύκολα και γρήγορα πιο υγιεινές επιλογές, κάνοντας συγκρίσεις μεταξύ παρεμφερών προϊόντων. Χρησιμοποιεί τρία χρώματα, το πράσινο, το πορτοκαλί και το κόκκινο στο μπροστινό μέρος της συσκευασίας, τα οποία αντιστοιχούν σε μικρές, μεσαίες ή μεγάλες ποσότητες λιπαρών, κορεσμένων λιπαρών, απλώς σακχάρων και νατρίου / αλατιού.

Το σήμα «Keyhole» (κλειδαρότρυπα) ξεκίνησε από το Σουηδικό Φορέα Τροφίμων το 1989 και το 2007 επεκτάθηκε σε όλες τις σκανδιναβικές χώρες. Το σύμβολο «Keyhole» έχει ως βασικό σκοπό να υποδείξει στους καταναλωτές τις πιο υγιεινές επιλογές στην ίδια κατηγορία προϊόντων. Η χρήση του είναι εθελοντική και θεωρείται το κοινό σκανδιναβικό σύμβολο στο χώρο της διατροφικής επισήμανσης.

Η Ιταλία λάνσαρε το σύστημα με τις «μπαταρίες», το Nutrinform battery. Το σύστημα αυτό (σε συνεργασία 4 ιταλικών Υπουργείων Υγείας, Ανάπτυξης, Οικονομικών και Γεωργίας), είναι μια σχηματική παραλλαγή των GDA (βαρελάκια). Η ιδιαιτερότητά του έγκειται στο ότι το ποσοστό κάλυψης των ΠΠΑ (Προσλαμβανόμενη Ποσότητα Αναφοράς) αναπαρίσταται με την ισχύ φόρτισης μιας μπαταρίας.

Η Γαλλία εισήγαγε το σύστημα Nutri-Score, (στο μπροστινό μέρος της συσκευασίας των τροφίμων), σύμφωνα με το οποίο η διατροφική αξία αναπαρίσταται σε μια κλίμακα 5 χρωμάτων και γραμμάτων (όπου το Α είναι πράσινο και αντιπροσωπεύει την υψηλότερη διατροφική αξία, ενώ το Ε είναι σκούρο πορτοκαλί και υποδεικνύει τη χαμηλότερη διατροφική ποιότητα).

Για το Nutriscore έχει ήδη διαμορφωθεί ένα ισχυρό μέτωπο πολιτικής και επιστημονικής πίεσης προς τις Ευρωπαϊκές αρχές, με τη συμμετοχή επιπλέον χωρών (Ισπανία, Ολλανδία, Βέλγιο, Γερμανία, Πορτογαλία, Δανία και Λουξεμβούργο), και τη συμφωνία μεγάλων βιομηχανιών και λιανεμπόρων τροφίμων, όπως η Nestlé, η Danone και η Auchan. Στο πλαίσιό του, λειτουργούν ήδη δύο Επιτροπές διακρατικής εκπροσώπησης, μία οργανωτική- συντονιστική (steering committee) και μία επιστημονική (scientific committee), στις οποίες συμμετέχουν εκπρόσωποι των αρμοδίων αρχών των κρατών – μελών που τάσσονται υπέρ του Nutriscore.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ζητήσει από την EFSA (European Food Safety Authority) την έκδοση επιστημονικής γνωμοδότησης, με καταληκτική ημερομηνία τον Μάρτιο του 2022, με στόχο την ολοκλήρωση της αναθεώρησης του Κανονισμού έως το τέλος του 2022. Η αρμόδια επιτροπή της EFSA θα προγραμματίσει διαβούλευση με τους άμεσα ενδιαφερόμενους κρατικούς, κοινωνικούς και επιστημονικούς φορείς.

Πρώτες αντιδράσεις
Την εναντίωσή τους στο σχεδιασμό αυτό έχουν μέχρι σήμερα εκδηλώσει χώρες του Ευρωπαϊκού νότου, όπως η Ιταλία, η Ελλάδα και η Κύπρος, με την αιτιολογία ότι το προτεινόμενο σύστημα υποχρεωτικής εμπρόσθιας επισήμανσης αδικεί κατάφωρα τα προϊόντα Μεσογειακής διατροφής, ενώ θέτει σε κίνδυνο τους αγροδιατροφικούς τομείς και τη βιωσιμότητα παραδοσιακών μοντέλων διατροφής. Αντίστοιχες αντιδράσεις έχουν εκφραστεί και από άλλες χώρες, όπως η Τσεχία, η Ουγγαρία, η Λεττονία και η Ρουμανία, αλλά και από ενώσεις παραγωγών, όπως και σε ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, στις 13 Δεκεμβρίου 2019.

Στην ίδια κατεύθυνση ήταν και η υπερψήφιση πρότασης από την Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς, Καταναλωτών και Εμπορίου της ΕΕ, με πρωτοβουλία Ελλήνων Ευρωβουλευτών, που προβλέπει την εξαίρεση των προϊόντων ΠΟΠ / ΠΓΕ και ΕΠΙΠ, όπως και του ελαιολάδου, από την εφαρμογή ενός υποχρεωτικού, πανευρωπαϊκού συστήματος εμπρόσθιας επισήμανσης, στο πλαίσιο της προσεχούς τροποποίησης των απαιτήσεων του Κανονισμού 1169/2011, σχετικά με την επισήμανση και τους διατροφικούς ισχυρισμούς των τροφίμων. Η αιτιολόγηση είναι πως το προτεινόμενο σύστημα κατηγοριοποιεί τα τρόφιμα σε πέντε κατηγορίες, με μία απλουστευτική αλγοριθμική μέθοδο που:

Λαμβάνει υπόψη μόνο ορισμένα από τα χαρακτηριστικά, και πιο συγκεκριμένα τις θερμίδες, την ποσότητα λίπους, την ποσότητα κορεσμένου λίπους και την περιεκτικότητα σε αλάτι και σε σάκχαρα, χωρίς να αξιολογείται συνολικά το διατροφικό προφίλ του τρόφιμου.
Υπολογίζει τη διατροφική αξία στα 100 γραμμάρια και όχι ανά μερίδα ή ποσοστό ημερήσιας κάλυψης αναγκών.

Δεν λαμβάνει υπόψη την ποσοτική συμμετοχή του κάθε τρόφιμου στην ημερήσια πρόσληψη συνολικά, αλλά ούτε και στη συχνότητα κατανάλωσης σε εβδομαδιαία ή μηνιαία βάση. Με τον τρόπο αυτό, τρόφιμα τα οποία παραδοσιακά καταναλώνονται σε αραιά χρονικά διαστήματα μπορεί να ενοχοποιούνται με χαμηλότερο score, ενώ άλλα, καθημερινής κατανάλωσης και μετά από υπερ-επεξεργασία, στην οποία ήδη επιδίδεται η βιομηχανία τροφίμων, να επισημαίνονται ως υγιεινότερα. Είναι χαρακτηριστικά τα παραδείγματα κατάταξης στην ίδια κατηγορία ανεπεξέργαστων προϊόντων ενός συστατικού, πχ ελαιόλαδου, με άλλα, όπως η «cola» light, ή το ketchup (κατ. C).

Δεν λαμβάνει υπόψη την περιεκτικότητα σε ωφέλιμα συστατικά, όπως οι βιταμίνες, τα ιχνοστοιχεία, τα αντιοξειδωτικά, τα ωμέγα-3 και ωμέγα-6 λιπαρά οξέα, καθώς και σε πληθώρα άλλων βιοενεργών συστατικών. Με τη χρήση αυτού του φαινομενικά απλού και δήθεν εύληπτου (άρα επικίνδυνου) συστήματος σήμανσης όμως υποτιμώνται πολλά προϊόντα υψηλής διατροφικής αξίας.
Δεν λαμβάνει υπόψη ότι ορισμένα τρόφιμα χρησιμοποιούνται ως πρωτογενή συστατικά για την παρασκευή άλλων τελικών τροφίμων.

Ευκαιρία για τη Διατροφική Ενημέρωση
Πάγια θέση της βιομηχανίας τροφίμων εδώ και πολλά χρόνια είναι ότι «δεν υπάρχουν κακά τρόφιμα αλλά μόνο κακή διατροφή». Με την ανάδειξη ως εχθρών δημόσιας υγείας του λίπους, του αλατιού και των σακχάρων και την υιοθέτηση απλουστευτικών οπτικών διαχωρισμών, οδηγούμαστε σε έναν ιδιότυπο διατροφικό ρατσισμό, που μόνο παραλογισμό φέρνει και προφανώς δεν εξυπηρετεί τον σκοπό της ενημέρωσης που επικαλείται.

Απαιτείται, λοιπόν, να μελετηθεί το σημαντικό αυτό θέμα από διάφορες οπτικές γωνίες, οι οποίες δυστυχώς απουσιάζουν έως τώρα από τις σχετικές συζητήσεις. Η μελέτη πρέπει να ξεκινήσει, δίνοντας απάντηση στο γιατί η έως τώρα διατροφική επικοινωνία δεν λειτούργησε αποτελεσματικά για τον περιορισμό της παχυσαρκίας και άλλων σημαντικών χρόνιων παθήσεων.

Υπέρτατος σκοπός είναι η ορθή διατροφή των πολιτών, που θα υποστηρίζεται από ένα σύστημα ολοκληρωμένης και όχι μονομερούς ενημέρωσης. Στην κατεύθυνση αυτή, παραγωγοί, διατροφολόγοι και καταναλωτικές οργανώσεις οφείλουν να συνεργαστούν σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο για τη δημιουργία μιας νέας διατροφικής στρατηγικής.

Είναι, λοιπόν, παραπάνω από εύλογη η πρόταση των Ευρωπαϊκών αρχών για την εφαρμογή ενός νέου συστήματος επισήμανσης των τροφίμων, ενιαίου και υποχρεωτικού. Αυτό όμως οφείλει να βελτιώνει και όχι να συσκοτίζει την ενημέρωση των καταναλωτών. Επίσης το νέο σύστημα θα πρέπει να δίνει προτεραιότητα στην κατανάλωση των τροφίμων που θα έχουν αξιολογηθεί θετικά βάσει επιστημονικών δεδομένων και επιδημιολογικών μελετών.

Από την «πρακτική» του «μαρκαρίσματος», πρέπει να μεταφερθούμε στη σωστή ενημέρωση και την ανάπτυξη της κρίσης του καταναλωτή, που θα τον οδηγήσει στην ορθή επιλογή με διατροφική στάθμιση (nutritional balance).

Το περιεχόμενο της στήλης επιμελείται η ΕΠΙ3 (Επιστημονική Επιτροπή Επιχειρηματικότητας) της Netrino