Υπάρχουν, άραγε, οι προϋποθέσεις η βιομηχανία και κατ’ επέκταση οι μεγάλοι συνεργάτες της στη διανομή να διατηρήσουν τις ωφέλειες από τις ανατιμήσεις και από την έκρηξη των πωλήσεων στη διάρκεια του πρώτου κύματος της πανδημίας; Το μέγεθος των καταστροφικών συνεπειών στην καθημαγμένη ελληνική οικονομία και κοινωνία προμηνύουν το αντίθετο. Οι επιπτώσεις μέλλουν ακόμα μια φορά σωρευτικές, τόσο για την ελληνική βιομηχανία τροφίμων όσο και για το μικρομεσαίο δυναμικό των τοπικών αλυσίδων.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της IRI, oι τιμές στα σούπερ μάρκετ το επτάμηνο Ιανουάριος-Ιούλιος φέτος ανέβηκαν γενικά κατά 0,6% σε σύγκριση με το αντίστοιχο επτάμηνο του 2019 και ειδικότερα αυξήθηκαν στα είδη διατροφής (η αξία των οποίων αναλογεί περίπου στο 70% των συνολικών πωλήσεων) κατά 1,2% και στα είδη οικιακού καθαρισμού κατά 3%, ενώ έπεσαν στα είδη ατομικής περιποίησης και ομορφιάς κατά 8,1%.

Μελετώντας την εξέλιξη των ανατιμήσεων στα τρόφιμα ανά μήνα φέτος, φαίνεται ότι τον Φεβρουάριο περιορίστηκαν στο 1,66% (από 1,78% τον Δεκέμβριο του 2019), αλλά τον Μάρτιο με την έναρξη του lockdown επιταχύνθηκαν με ρυθμό 1,73% και ως τον Απρίλιο-Μάιο έφτασαν το 1,82%, για να επιβραδυνθεί κάπως ο ρυθμός ανάπτυξής τους κατά 1,76% το δίμηνο Ιουνίου-Ιουλίου. Η πορεία των ανατιμήσεων συνδέεται ασφαλώς με τη μείωση φέτος της προωθητικής έντασης στα τρόφιμα, καθώς, ενώ το αντίστοιχο επτάμηνο του 2019 πουλήθηκε υπό καθεστώς προώθησης το 27,4% σε αξία των ειδών διατροφής, φέτος το ποσοστό αυτό έπεσε στο 22,6%. Έχει σημασία, πάντως, να επισημανθεί η αύξηση της προωθητικής έντασης στα τρόφιμα τον Ιούνιο-Ιούλιο φέτος περίπου στο 26% του τζίρου τους (έναντι 21,6% τον Απρίλιο) ως ένδειξη της μακροπρόθεσμης τάσης, που παρακολουθεί κατ’ ανάγκη τα όρια των αντοχών της ζήτησης. Στο σύνολο των πωλήσεων των σούπερ μάρκετ, ενώ στο επτάμηνο του 2019 το αξιακό μερίδιο του προωθητικού τζίρου ήταν 28,7%, φέτος περιορίστηκε στο 24,8%.

Ειδικό ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι τα στοιχεία πωλήσεων της IRI δείχνουν πως οι αλυσίδες του κλάδου στο επτάμηνο απέφυγαν τις ανατιμήσεις στα προϊόντα των επωνυμιών τους (PL). Πράγματι, εν συνόλω η σχετική τάση είναι πτωτική κατά 0,5% (-0,8% στα τρόφιμα, 0,6% στην ατομική περιποίηση και 3% στον οικιακό καθαρισμό). Συνεπώς οι ανατιμήσεις στον κλάδο αφορούν σχεδόν αποκλειστικά τα βιομηχανικά brands.

Η κατάποση και χώνευση της μείωσης του ΦΠΑ
Μιλώντας ειδικά για τις τιμές των τροφίμων, το πράγμα αρχίζει ν’ αποκτά ξεχωριστό ενδιαφέρον, εφόσον περιεργαστεί κανείς με τη δέουσα προσοχή πίνακες δεδομένων της IRI, όπως αυτούς με τις είκοσι ενδεικτικές κατηγορίες τροφίμων που παραθέτουμε. Στον εξ αριστερών πίνακα ο αναγνώστης, αφού διαβάσει την κατά μέσο όρο ανάπτυξη του αξιακού τζίρου κάθε κατηγορίας προϊόντων στο επτάμηνο, μπορεί να μελετήσει την εξέλιξή του μήνα το μήνα. Στον εκ δεξιών ομόλογο πίνακα, αφού συμβουλευτεί την κατά μέσο όρο μεταβολή της τιμής ανά μονάδα προϊόντος των εν λόγω κατηγοριών στο επτάμηνο, μπορεί επίσης να μελετήσει την εξέλιξή της μήνα το μήνα. Καθαυτά τα δεδομένα στους δύο πίνακες δηλούν ότι τίποτα δεν είναι προφανές, αν δεν ληφθούν υπόψιν, πρώτον, οι σημαντικές αναπτύξεις τζίρου σε αξία και όγκο στις περισσότερες κατηγορίες προϊόντων από την έναρξη του lockdown και, δεύτερον, η διακύμανση του προωθητικού τζίρου την εν λόγω περίοδο, όπως την περιγράψαμε εισαγωγικά, που ασφαλώς επιδρά στη διαμόρφωση της μέσης τιμής ανά μονάδα προϊόντος στην εκάστοτε κατηγορία. Όμως αρκούν αυτά, άραγε;

Υπάρχει μια τρίτη παράμετρος, που ολοκληρωμένα η ανάπτυξή της θα απαιτούσε την ανίχνευση των ανατιμητικών τάσεων ανά μονάδα προϊόντος των σχετικών κατηγοριών από τον Μάιο του 2019, οπότε μειώθηκε ο ΦΠΑ από το 24% στο 13%, φτηναίνοντάς τα περίπου κατά 9%. Όχι βέβαια πως δεν αρκεί το εξεταζόμενο επτάμηνο, τουλάχιστον για κάποιες περιπτώσεις προϊόντων, ώστε να φανεί πώς στη διάρκεια και αυτών των μηνών όχι μόνο ολοκληρώθηκε η «κατάποση» της διαφοράς από τη μείωση του ΦΠΑ, μέσω των ανατιμήσεων, αλλά ορισμένως χωνεύτηκε ήδη… Ειδάλλως θα ανέμενε κανείς σοβαρές μειώσεις τιμών και μόνον.

Μη διατηρήσιμες ωφέλειες
Ασφαλώς δεν τίθεται θέμα ηθικής τάξης περί το ποιος επωφελήθηκε από τη μείωση του ΦΠΑ, οι καταναλωτές ή η αγορά. Όχι πως είναι ανύπαρκτο, αλλά στις ελεύθερες οικονομίες τα επιχειρήματα όσων κρατούν «το μαχαίρι και το πεπόνι» στη διαμόρφωση των τιμών είναι εκ προοιμίου «δίκαια» και… εύλογα, αν κρίνει κανείς το χρόνιο στρίμωγμα κυρίως της ελληνικής βιομηχανικής παραγωγής τροφίμων από την «εσωτερική υποτίμηση» του εισοδήματος των τελικών πελατών της, που εντέλει την πληρώνει ως «μη θεσμική» υποτίμηση του τζίρου και της κερδοφορίας της, της ρευστότητάς της, σε αρκετές περιπτώσεις του αξιόχρεού της κοκ.

Όμως, το θέμα που τίθεται μετ’ επιτάσεως τώρα είναι κατά πόσο υπάρχουν οι προϋποθέσεις η βιομηχανία και κατ’ επέκταση οι μεγάλοι συνεργάτες της στη διανομή να διατηρήσουν τις ωφέλειες από τις ανατιμήσεις, αλλά και από την έκρηξη των πωλήσεων στα σούπερ μάρκετ στη διάρκεια του πρώτου κύματος της πανδημίας.

Για ένα μεγάλο τμήμα της βιομηχανίας τροφίμων αυτή η «έκρηξη πωλήσεων» στη λιανική επ’ ουδενί λόγω αντισταθμίζει τις απώλειες από το βούλιαγμα της αγοράς ho.re.ca., ενόσω τούτο προδιαγράφεται μακροπρόθεσμο, σε μια πραγματικότητα ήδη σαρωμένη από το δεύτερο κύμα της πανδημίας και τη σεισμική ακολουθία της οικονομικής κρίσης. Τούτο αιτιολογεί, άλλωστε, την ανατιμητική πρεμούρα των προηγούμενων μηνών μάλλον ως προσπάθεια μερικού «ρεφαρίσματος» των απωλειών παρά ως κερδοσκοπική ευκαιρία.

Αλλά είναι και κάτι άλλο εξόχως δραματικό, που παραδόξως μένει έξω από τον δημόσιο προβληματισμό και την έρευνα τάσεων και που αφορά ασφαλώς κι όσους πέφτουν φέτος «στα μαλακά», δηλαδή τις λιανεμπορικές αλυσίδες: Έχει κανείς την εντύπωση ότι ο «χρυσοτόκος» πανικός του πελάτη στη διάρκεια του lockdown θα επαναληφθεί; Μπορεί ακόμα τον δεκαπενταύγουστο η αγορά του κλάδου να εξελισσόταν με ρυθμό ανάπτυξης πωλήσεων 10,2%, προμηνύοντας πως βάσιμα ο φετινός τζίρος της κλαδικής αγοράς, σύμφωνα με τις προβλέψεις της IRI, θα μεγαλώσει περίπου κατά 8% συγκριτικά με το 2019, αλλά ο πελάτης αφότου ψυχράνει ο καιρός δεν θα ‘ναι πια ο ίδιος. Ο πελάτης από τον Μάρτιο βίωσε πλήρως την ψυχολογική ταύτισή του με τον παγκόσμιο δυτικό άνθρωπο, για λογαριασμό της υγείας του οποίου το σύστημα ανέστειλε εν πολλοίς την προσφορά και τη ζήτηση, υποσχόμενο αρωγή στις ανάγκες του και χρονική μετάθεση των ποικίλων υποχρεώσεών του, αρκεί να «Μένουμε Σπίτι», όσο χρειαστεί, σ’ ένα «σήμερα» διαρκείας, στο πλαίσιο του οποίου οι μικροχαρές της κατανάλωσης προϊόντων και ψηφιακού θεάματος υποκατέστησαν την κοινωνική ζωή και διασκέδασαν τον τρόμο έναντι της πανδημίας και την ανασφάλεια για ένα «αύριο» εντούτοις μακρινό. Αυτό ακριβώς ήταν το ψυχολογικό κλίμα, που εξακόντισε τις πωλήσεις των σούπερ μάρκετ! Αλλά το κλίμα μεταστρέφεται αφ’ ης στιγμής συνειδητοποιείται ο λογαριασμός και το επείγον της εξόφλησής του για καθένα ξεχωριστό νοικοκυριό…


Ο λογαριασμός
Για τρίτο συνεχή μήνα τον Ιούνιο αυξήθηκε η ανεργία άνω του 1%, καθώς το 14,3% του Μαρτίου έγινε 15,8% τον Απρίλιο, 17,3% τον Μάιο και 18,3% τον Ιούνιο, ένα τετράμηνο στη διάρκεια του οποίου 182.951 καινούργιοι άνεργοι προστέθηκαν στους παλιότερους. Σε δύο τουριστικές περιφέρειες της χώρας το σχετικό ποσοστό στο πέρας του τετραμήνου διπλασιάστηκε ή τριπλασιάστηκε. Στην Κρήτη το 11,7% του Μαρτίου έγινε 20,9% τον Ιούνιο και στα νησιά του Αιγαίου αντίστοιχα το 10,1% εκτινάχθηκε στο 28,6%!

Την έκρηξη των απολύσεων επιβεβαιώνουν και τα στοιχεία μηνός Αυγούστου του συστήματος Εργάνη. Το ισοζύγιο προσλήψεων-αποχωρήσεων τον μήνα αυτό ήταν θετικό κατά 1.231 θέσεις εργασίας συγκριτικά με τον Αύγουστο πέρυσι, αλλά οι προσλήψεις 25% λιγότερες. Αθροιστικά την περίοδο Ιανουαρίου-Αυγούστου φέτος οι αναγγελίες προσλήψεων ανήλθαν στις 1.317.792 και οι αποχωρήσεις στις 1.202.145, εκ των οποίων οι 692.314 ήταν προϊόν καταγγελιών συμβάσεων αορίστου χρόνου ή λήξεων συμβάσεων ορισμένου χρόνου και οι 509.831 «οικειοθελείς αποχωρήσεις». Έτσι, το ισοζύγιο των ροών μισθωτής απασχόλησης του οκταμήνου ήταν μεν θετικό κατά 115.647 νέες θέσεις εργασίας, αλλά υστερούσε σχεδόν κατά 180.000 θέσεις συγκριτικά με το οκτάμηνο του 2019 -πρόκειται για τη μεγαλύτερη υστέρηση εντός οκταμήνου σε βάθος εικοσαετίας.

Η μείωση των μισθών που ξεκίνησε τους τελευταίους μήνες, θα λάβει πρωτοφανείς διαστάσεις ως το τέλος του χρόνου, πράγμα που συνεπάγεται δραματική συρρίκνωση του διαθέσιμου εισοδήματος των εργαζομένων, με προφανή επίπτωση στην καταναλωτική ζήτηση και την επεκτατική δυναμική της οικονομίας, προειδοποιεί το ΙΝΕ/ΓΣΕΕ στο επικαιροποιημένο του Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων. Παραπέμποντας σε σχετικές προβλέψεις του ΟΟΣΑ, το ινστιτούτο επισημαίνει ότι τους επόμενους μήνες η αύξηση της ανεργίας και των ελαστικών μορφών απασχόλησης (αφορούν περίπου το 50% των νέων θέσεων εργασίας) περιλαμβανομένων των μέτρων αναστολής της, θα λάβουν εφιαλτικές διαστάσεις. Εξάλλου, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ, επισημαίνεται από τους ερευνητές, η επίπτωση της πανδημικής κρίσης στη μείωση του εργάσιμου χρόνου είναι δέκα φορές μεγαλύτερη απ’ όσο στην κρίση του 2007-2008!

Επίσης, άμεσα απειλούνται με «λουκέτο» περί τις 200.000 επιχειρήσεις, σύμφωνα με το εξαμηνιαίο Δελτίο Οικονομικού Κλίματος Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων του ΙΜΕ της ΓΣΕΒΕΕ. Η σχετική έρευνα έδειξε ότι 1 στις 3 μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις ενδέχεται να διακόψουν τη δραστηριότητά τους το επόμενο διάστημα και ότι η 1 στις 2 αναμένει περαιτέρω επιδείνωση το επόμενο εξάμηνο έναντι μόλις ενός 10,7% που αναμένουν βελτίωση και 26,9% που δεν περιμένουν καμία μεταβολή. Επίσης, 1 στις 4 κατά δήλωση των επικεφαλής τους δεν θα μπορέσει το επόμενο διάστημα να ανταποκριθεί στις δανειακές της υποχρεώσεις προς τράπεζες ούτε στην εξόφληση ενοικίου, ενώ 1 στις 5 επιχειρήσεις δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί σε φορολογικές και ασφαλιστικές υποχρεώσεις, σε υποχρεώσεις προς προμηθευτές, όπως και στην εξόφληση λογαριασμών ενέργειας και άλλων.

Επισημαίνεται ότι η 1 στις 6 επιχειρήσεις που απασχολούν προσωπικό, ήδη μείωσαν τις θέσεις απασχόλησης το προηγούμενο εξάμηνο και ότι η 1 στις 7 απ’ όσες είναι εργοδότες, πρόκειται να μειώσει τις θέσεις απασχόλησης το επόμενο διάστημα έναντι 6,7%, που θα κάνουν προσλήψεις. Βάσει των δεδομένων της έρευνας, εκτιμάται πως το προηγούμενο εξάμηνο χάθηκαν 117.000 θέσεις απασχόλησης κι ότι το επόμενο εξάμηνο κινδυνεύουν να χαθούν ακόμα 105.000.

Μεταξύ Σκύλλας και Χάρυβδης
Η ύφεση 15,2% το δεύτερο τρίμηνο του έτους, σε συνδυασμό με το αρνητικό ρεκόρ αποπληθωρισμού 2,3%, όπως προκύπτει από τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή, προμηνύουν περαιτέρω δημοσιονομική υστέρηση και πιθανώς κρίση υπο-ανάπτυξης. Όσον αφορά τη δημοσιονομική υστέρηση άγχος δημιουργεί, αναφορικά με τις επιπτώσεις μιας τυχόν σπευσμένης σχετικής προσαρμογής της οικονομίας μας, μέσω εξοντωτικής λιτότητας, η θέση ορισμένων χωρών της ΕΕ ότι πρέπει να αποφευχθεί ο δημοσιονομικός εκτροχιασμός κι η αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας. Τούτο εκφράστηκε πρόσφατα στην πρώτη δια ζώσης σύνοδο (μετά το Φεβρουάριο) των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης στο Βερολίνο. Μολονότι υπήρξε μεταξύ τους συμφωνία για τη συνέχιση της δημοσιονομικής στήριξης των ευρωπαϊκών οικονομιών εν μέσω πανδημίας, αποφεύχθηκαν οι τελικές αποφάσεις για «πάγωμα» των δημοσιονομικών κανόνων το 2021…

Όσον αφορά τον κίνδυνο της υπο-ανάπτυξης, το σχετικό φόβο δραματοποιεί η μάστιγα του υψηλού δημόσιου και ιδιωτικού χρέους στη χώρα (ενδεικτικά, μόνο στην εφορία έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές περί τους 3,85 εκατομμύρια φορολογούμενους συνολικού ύψους άνω των 105 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 22,2 δισ. είναι μη εισπράξιμα). Διότι, εφόσον ο αποπληθωρισμός, από τη μια πλευρά, μεγεθύνει το πραγματικό χρέος, υποχρεώνοντας τους οφειλέτες να περιστέλλουν περαιτέρω την κατανάλωσή τους και, από την άλλη, ωθεί τους επενδυτές σε αναβολή των άμεσων επενδυτικών τους αποφάσεων, υπάρχει άμεσα ο κίνδυνος της ενεργοποίησης του «σπιράλ της ύφεσης», που κατατρώγει κάθε αναπτυξιακή ικμάδα…

Εξάλλου, οι επενδύσεις ως κινητήριος μοχλός της ανάπτυξης το δεύτερο τρίμηνο του έτους μειώθηκαν κατά 10,3% σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό και κατά 2% συγκριτικά με το πρώτο τρίμηνο του 2020, στο τέλος του οποίου, άλλωστε, οι επενδύσεις ήταν ελαττωμένες κατά 6% σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του 2019 και κατά 8% ως προς το τέταρτο του ίδιου έτους, πράγμα εντελώς αποκαρδιωτικό.

Σωρευτικές οι επιπτώσεις στον κλάδο
Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, η άμβλυνση των τιμών ραφιού είναι όχι απλώς αναμενόμενη αλλά εκβιασμένη από τα πράγματα, κάτι που θα αναλάβει κυρίως ο ανταγωνισμός των αλυσίδων. Ειδάλλως θα εκχωρήσουν κάθε δυναμική της ανάπτυξής τους στο discount, υφιστάμενο ή δυνητικό. Οι επιπτώσεις προδικάζονται ακόμα μια φορά σωρευτικές, τόσο για την ελληνική βιομηχανία τροφίμων όσο και για το μικρομεσαίο δυναμικό των τοπικών αλυσίδων, το οποίο σήμερα φαίνεται πως μπαίνει επίσημα στη φάση της αποσάθρωσης των παραδοσιακών συλλογικών δομών του. Φυσικά, η ιδέα της συγκράτησης του κλαδικού τζίρου στο επίπεδο των φετινών αποδόσεών του το 2021 είναι εκτός πραγματικότητας, όσο και αυτή της δόκιμα εσπευσμένης επενδυτικής επίδοσης των εγχώριων αλυσίδων σε δομές ηλεκτρονικού εμπορίου. Όμως, άλλες ιδέες, όπως η χυδαίας θετικιστικής κοπής της δικαίω, περίπου, ενθυλάκωσης του ευρύτερου κλαδικού τζίρου ελέω των επιπτώσεων της πανδημίας, καλό είναι να αποφεύγονται. Γιατί εκθέτουν σφόδρα. Η κοινωνική καταστροφή -πολλώ δε μάλλον όταν η αιτιότητά της είναι εξωοικονομική- είναι ανεπίτρεπτο να προβάλλεται ως «επιχειρηματική ευκαιρία»…