Θετική ήταν η πορεία των συνολικών πωλήσεων των επωνυμιών FMCG που περιλαμβάνονται στη λίστα των Top 100 brands του 2019, όπως καταγράφεται στον σχετικό πίνακα της IRI. Συγκεκριμένα, οι πωλήσεις τους αυξήθηκαν κατά 8,72% έναντι του 2018, ανερχόμενες σε 1.799 εκατ. ευρώ, ενώ τα επόμενα 100 brands (από τη θέση 101 έως τη 200) πραγματοποίησαν την ίδια χρονιά πωλήσεις 623,5 εκατ. ευρώ.

Σε 15,5 εκατ. ευρώ αντιστοιχεί η αύξηση των πωλήσεων των Top 100 FMCG brands κατά το 2019, όταν συνολικά τα ταχυκίνητα προϊόντα αύξησαν τις πωλήσεις τους στα σούπερ μάρκετ και τα υπέρ μάρκετ της ηπειρωτικής Ελλάδας και της Κρήτης, δηλ. στην ίδια βάση μελέτης, κατά 90 εκατ. ευρώ (με +1,7%, στα 5.438 εκατ. ευρώ από 5.348 εκατ. ευρώ το 2018). Όπως είχε αναφερθεί σε προηγούμενο τεύχος του περιοδικού, εάν συνυπολογιστεί ο τζίρος των επι ζυγίω προϊόντων, οι πωλήσεις το 2019 διαμορφώνονται στα 7.184 εκατ. ευρώ έναντι 7.018 εκατ. ευρώ το 2018, με αύξηση κατά 2,4%, που αντιστοιχεί σε 166 εκατ. ευρώ. Εάν δε προστεθεί ο τζίρος της νησιωτικής Ελλάδας και των cash & carry, οι συνολικές πωλήσεις των ταχυκίνητων προϊόντων ανέρχονται την ίδια χρονιά στα 8.827 εκατ. ευρώ, έναντι 8.616 εκατ. το 2018 (βλ. σελφ σέρβις Φεβρουαρίου 2020, σελ. 28).

ΘΕΤΙΚΕΣ & ΑΡΝΗΤΙΚΕΣ ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΠΩΛΗΣΕΩΝ
Παρατηρώντας τον πίνακα των Top 100 brands, μπορούμε να ξεχωρίσουμε τις επωνυμίες που είχαν τα υψηλότερα ποσοστά αύξησης πωλήσεων σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο, αλλά και όσες είχαν αρνητικό πρόσημο στις πωλήσεις. Συγκεκριμένα, 64 εξ αυτών είχαν θετική μεταβολή (έναντι 59 το 2018, 61 το 2017 και 33 το 2016). Σε ό,τι αφορά τις 10 πρώτες θέσεις, παρατηρούμε πως τη μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση πωλήσεων είχαν τα Κατεψυγμένα Λαχανικά Μπάρμπα Στάθης (+5,5% και +2,1 εκατ. ευρώ) και τη μεγαλύτερη αύξηση σε αξία πωλήσεων η Coca Cola (+4,9% και +4,1 εκατ. ευρώ).Σημειώνεται πως 5 στα 10 brands είχαν μείωση πωλήσεων (επίσης 5 το 2018, 6 το 2017 και 9 το 2016).

Στο σύνολο των Top 100 brands, τη μεγαλύτερη ποσοστιαία μεταβολή πωλήσεων παρουσίασαν τα Μωρομάντιλα Babycare (27,4,5%), το Ελαιόλαδο Λατζιμάς (23,18%) και οι Άλφα Κατεψυγμένες Ζύμες (16%,7), ενώ τη μεγαλύτερη αύξηση σε αξία σημείωσαν η Coca Cola με +4 εκατ, ευρώ), τα Μωρομάντιλα Babycare με +3,8 εκατ. ευρώ), η Άλφα Μπίρα και η Άλφα Κατεψυγμένες Ζύμες με +2,4 εκατ. ευρώ) και τα Αλλαντικά Υφαντής με +2,3 εκατ. ευρώ.

ΟΙ ΠΡΩΤΟΙ ΤΩΝ TOP 100
Σταθαρά στην 1η θέση βρίσκεται για άλλη µια χρονιά το brand Coca Cola και στη 2η ο στιγµιαίος καφές Nescafé. Ο Παπαγάλος Λουµίδης ελληνικός καφές διατηρεί επίσης την 3η θέση (την κατέκτησε το 2016), ενώ στην 4η επανήλθε ο Μπάρμπα Στάθης, με το Skip να καταλαμβάνει την 5η θέση. Από δύο θέσεις κερδίζουν η Amita (από την 7η μετακινείται στην 5η) και το γιαούρτι Total (από την 10η θέση πέρυσι ανεβαίνει στην 8η).

ΟΙ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ
Παρατηρώντας τον πίνακα των Top 100 brands, διαπιστώνουµε πως, όπως και στον αντίστοιχο πίνακα για το 2018, τα 78 εξ αυτών αφορούν τρόφιµα και ποτά (αλκοολούχα και µη αλκοολούχα) και µόλις 22 σε µη τρόφιµα (απορρυπαντικά ρούχων και πιάτων, είδη οικιακού καθαρισµού, είδη προσωπικής υγιεινής κλπ). Σταθερά πρώτη σε συμμετοχή στη λίστα των Top 100 επωνυμιών FMCG παραμένει, σε ό,τι αφορά τις κατηγορίες, η υπερκατηγορία που περιλαμβάνει το γάλα, τα γαλακτοκομικά και τα τυροκομικά προϊόντα, με 17 brands στη λίστα, ενώ στα non food βρίσκουμε 11 brands απορρυπαντικών ρούχων και πιάτων και των προϊόντων οικιακού καθαρισμού.

ΤΑΣΕΙΣ 2020
Τον περασμένο Φεβρουάριο η IRI έδωσε στη δημοσιότητα τα διεθνή top trends των FMCG για το 2020. Συγκεκριμένα, στην ετήσια έκθεση Fast Moving Consumer Goods (FMCG) της εταιρείας σημειωνόταν, μεταξύ άλλων, πως ο κλάδος βρίσκεται μπροστά σε πολύ σοβαρά προβλήματα και προκλήσεις, αλλά και σε νέες ευκαιρίες σε πεδία όπως της τιμολόγησης των προϊόντων, των προωθητικών ενεργειών και της προσωποποιημένης απάντησης στις ανάγκες των πελατών. Ειδικότερα, ο σωστός σχεδιασμός και η υλοποίηση παρεμβάσεων σε αυτά τα πεδία (τα τρία P, όπως αναφέρει η έκθεση, δηλ. pricing, promotion κα personalization), είναι σύμφωνα με τους αναλυτές ο παράγων που θα καθορίσει την επιτυχία ή την αποτυχία των brands το 2020.

BIG VS SMALL
Η έρευνα της IRI αναφέρει επίσης πως το μέγεθος ενός brand αποτελεί όλο και λιγότερο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Τα μικρότερα brands κερδίζουν μερίδιο, αξιοποιώντας στοιχεία όπως η ταχύτητα δράσης, η ευελιξία και η καινοτομία, αλλά και τη φυσική τάση των ανθρώπων να υποστηρίζουν τους πιο αδύναμους, όπως σημειώνει η Chief Commercial Officer της IRI, Alistair Leathwood. «Ιδιαίτερα οι νέοι καταναλωτές», τονίζει, «βρίσκουν ελκυστική την ιδέα μιας λιγότερο mainsteam πρόταση ενός προϊόντος».

ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ COVID-19
Η πανδημία του κορωναϊού άλλαξε σημαντικά τα δεδομένα στην κοινωνία και την οικονομία διεθνώς. Η IRI θέσπισε μια νέα υπηρεσία παρακολούθησης των εξελίξεων στον κλάδο των ταχυκίνητων προϊόντων. Στα στοιχεία που παρουσίασε στις 17 Απριλίου μέσω του Cosnumer Spending Tracker For Measured Channels COVID-19 Impact για ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία, Ιταλία, Γερμανία, Ισπανία, Νέα Ζηλανδία, Ελλάδα και Ολλανδία (στοιχεία για σούπερ μάρκετ και υπέρ μάρκετ, εξαιρουμένων των δικτύων convenience, μικρής λιανικής discounters και cash & carry), τονίζονταν οι αλλαγές στην καταναλωτική συμπεριφορά και τις αγορές στον κλάδο, σε όλες τις χώρες.

Κατά τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο, η έρευνα διαπίστωνε μια τάση σταθεροποίησης της ζήτησης στα αντίστοιχα περυσινά επίπεδα, αν και σε ορισμένες κατηγορίες κατέγραφε σημαντικές, θετικές ή αρνητικές, αποκλίσεις.

Στις ΗΠΑ, το μερίδιο των PL τροφίμων παρέμενε σταθερό, ενώ στα μη τρόφιμα σε ορισμένες κατηγορίες, όπως στα είδη χαρτιού, τα PL κέρδιζαν σημαντικό μερίδιο έναντι των επωνύμων προϊόντων. Παράλληλα, η στροφή στο e-ecommerce που παρατηρήθηκε και στη χώρα μας, χαρακτήρισε και τις αγορές της Ιταλίας, της Γαλλίας και της Ισπανίας, καθιστώντας την μια νέα ισχυρή διεθνή τάση.

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΕΡΕΥΝΑΣ
TOP 100 BRANDS 2019

Η έρευνα αφορά καταστήματα σούπερ μάρκετ και υπέρ μάρκετ. Καλύπτει γεωγραφικά το σύνολο της ηπειρωτικής Ελλάδας και της Κρήτης (δεν περιλαµβάνονται άλλα νησιά). Ως σούπερ μάρκετ ορίζονται καταστήµατα αυτοεξυπηρέτησης µε έναν κεντρικό χώρο πληρωµών (µε 2 τουλάχιστον ταµειακές µηχανές), ενώ τα υπέρ µάρκετ είναι καταστήµατα µε αυξηµένη επιφάνεια πωλήσεων (πάνω από 2.500 τµ) και µεγαλύτερη ποικιλία προϊόντων. Το εξεταζόμενο δείγμα περιλαμβάνει συνολικά σχεδόν 2.500 καταστήματα. Δεν περιλαμβάνονται καταστήματα εκπτωτικά, self service με μια ταμειακή και καταστήματα της Lidl Hellas. Τα δεδομένα προκύπτουν από εβδοµαδιαία µηχανογραφηµένα στοιχεία πωλήσεων καταστήµατος σε επίπεδο barcode. Δεν περιλαµβάνονται πωλήσεις κωδικών «επί ζυγίω»