H είδηση πως ένας πολίτης, ειδικά αν προέρχεται από μια σχετικά φτωχή περιοχή της χώρας, κέρδισε ένα επταψήφιο ποσό σε κάποιο από τα πολλά διαθέσιμα στην αγορά τυχερά παιχνίδια, προκαλεί επιφωνήματα έκπληξης και θαυμασμού. Το άκουσμά της, σε συνδυασμό με τη μη αποκάλυψη, για ευνόητους λόγους, της ταυτότητας του τυχερού, βάζει φωτιά στη φαντασία των κοινών θνητών.

Οι συζητήσεις περί της αξιοποίησης ενός τόσο μεγάλου ποσού, ασύλληπτου για την πλειονότητα των Ελλήνων, ανάβουν. Ακόμη και όσοι απεχθάνονται τα τυχερά παιχνίδια δεν αποφεύγουν την προβολή του γεγονότος στη δική τους ζωή και την αναζήτηση απαντήσεων σε ερωτήματα όπως «ποιες θα ήταν οι πρώτες μου κινήσεις», «με ποιους θα μοιραζόμουν τα κέρδη», «πόσο θα άλλαζε η ζωή μου»… Σε αυτή την ονειροπόληση στηρίζεται κυρίως η εν λόγω αγορά.

Η παγκόσμια σχετική βιομηχανία, σύμφωνα με τα στοιχεία της Επιτροπής Εποπτείας & Ελέγχου Παιγνίων, της ανεξάρτητης αρχής που έχει ως αντικείμενο ακριβώς ό,τι ορίζει το όνομά της, έχει μεικτά κέρδη που ξεπερνούν ετησίως τα 300 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της αρχής, το 95% αυτών των μεικτών κερδών προέρχονται από τα offline παιχνίδια, αφού το ποσοστό διείσδυσης, αλλά και τα ποσά που παίζονται στο Internet, είναι χαμηλότερα, με ταχύτατη όμως ανάπτυξη.

Στη χώρα μας, η επίγεια αγορά τυχερών παιγνίων είχε το 2017 συνολικό κύκλο εργασιών ύψους 6,08 δισ. ευρώ (+ 8,7% έναντι του 2016) και συνολικά ακαθάριστα έσοδα 1,63 δισ. ευρώ (+2,3% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά). Και οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στα τυχερά παίγνια μέσω διαδικτύου σημείωσαν εξαιρετικές επιδόσεις, καταγράφοντας ανάπτυξη πωλήσεων από 3,09 δισ. ευρώ το 2015 σε 5,025 το 2016 και σε 5,51 δισ. ευρώ το 2017, με 280 εκατ. ευρώ καθαρά κέρδη. Αξίζει να παρατηρήσει κανείς πως τα παραπάνω στοιχεία δεν επιβεβαιώνουν την ευρέως διαδεδομένη άποψη πως τα τυχερά παιχνίδια ευνοούνται σε περιόδους οικονομικής κρίσης. Και η… επένδυση στην τύχη απαιτεί κάποια ρευστότητα! Για τα παράνομα τυχερά παιχνίδια, βέβαια, δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία, παρά μόνο εκτιμήσεις για μερίδιο διπλάσιο των νόμιμων…

Σε μια τόσο δυναμικά αναπτυσσόμενη αγορά, έχει ενδιαφέρον το ότι η εμπλοκή του οργανωμένου λιανεμπορίου τροφίμων, σε μια εποχή που η αναζήτηση νέων ευκαιριών ανάπτυξης είναι συνεχής, παραμένει αμελητέα (για συγκεκριμένο τυχερό παιχνίδι, υπάρχει βέβαια συνεργασία με επιλεγμένα σούπερ μάρκετ)…

Ο κίνδυνος εθισμού στα τυχερά παιχνίδια είναι ιδιαίτερα υψηλός, όπως και ο κίνδυνος απώλειας χρημάτων ή γενικά περιουσιακών στοιχείων. Το δηλώνουν, με ταχύτητα εκφοράς λόγου και με μικρά γράμματα, οι σχετικές διαφημίσεις. Συμμορφούμενες οι εταιρείες με τις επιταγές του νόμου, ενημερώνουν επίσης για τους αριθμούς κλήσης σε «τηλεφωνικές γραμμές υπηρεσιών υποστήριξης για απεξάρτηση από τον εθισμό στα ορισμένα τυχερά παιχνίδια». Ο εθισμός παραμονεύει όσους αναζητούν, μεταξύ άλλων, αλλαγή κοινωνικής θέσης, λύση σε οικονομικά προβλήματα και ψυχολογικά αδιέξοδα, μέσω των τυχερών παιχνιδιών. Ειδικά σε περιόδους οικονομικής ανασφάλειας και έντασης των κοινωνικών αδιεξόδων, το κυνήγι της τύχης είναι για αρκετούς η τελευταία ελπίδα απεγκλωβισμού από έναν φαύλο κύκλο απελπισίας. Φροντίζουν γι’ αυτό πλείστοι όσοι επενδυτές…

Απορεί, λοιπόν, κανείς με το ότι ένα μέρος του πολιτικού κόσμου, αλλά και του επιχειρηματικού, συμφωνεί με την άποψη πως είναι στρατηγικής σημασίας επένδυση η δημιουργία χώρων αποθέωσης του κυνηγιού της τύχης. Αποδέχεται, με άλλα λόγια, αντί της τόσο προβεβλημένης αξίας της προσωπικής προόδου και της επιβράβευσης της ατομικής προσπάθειας, την αξία ανάπτυξης χώρων εμπορευματοποίησης της ελπίδας.

Είναι, βέβαια, πιο εύκολο να πεισθούν οι πολίτες για τη δυνατότητα εύκολου πλουτισμού, χωρίς να απαιτείται, στις περισσότερες των περιπτώσεων, καμία ιδιαίτερη δεξιότητα, γνώση ή προσπάθεια, από το να εκπονηθούν τεκμηριωμένα αναπτυξιακά πλάνα, που θα υποστηρίζουν παραγωγικές δραστηριότητες, και, εντέλει, έναν άλλο πολιτισμό.

Το παιχνίδι είναι μια άκρως δημιουργική διαδικασία που χάνει για τους περισσότερους, με την ενηλικίωσή τους, την ουσία της. Από μέσο κοινωνικοποίησης, απόκτησης γνώσεων, διασκέδασης, εκφράζεται μόνο ως κατάλοιπο αρχέγονων ενστίκτων στην άσκηση κάθε δραστηριότητας, πολιτικής, επιχειρηματικής, κοινωνικής. Θα ήταν χρήσιμο να θυμόμαστε κάθε τόσο τον πραγματικό του ρόλο, ώστε να συνειδητοποιήσουμε πως η υποβάθμισή του σε κερδοσκοπική δραστηριότητα δεν μπορεί να συμβάλει στην ανάπτυξη μιας υγιούς οικονομίας και κοινωνίας.