Μια βασική θέση που εκφράζει τις παραγωγικές τάξεις, τουλάχιστον τα θεσμικά τους όργανα, και τα οικονομικά επιτελεία του τόπου, είναι ότι ο μετασχηματισμός της ελληνικής οικονομίας σε ανοικτή, εξωστρεφή και παραγωγική απαιτεί την κινητοποίηση σημαντικών ιδιωτικών επενδύσεων, την ένταση των δημόσιων, αλλά και την προώθηση των συμπράξεων δημοσίου και ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ) για την εξασφάλιση της αναγκαίας χρηματοδότησης σε υποχρηματοδοτούμενους τομείς της οικονομίας.

Όμως, η ελληνική οικονομία την περίοδο της κρίσης υπέστη τεράστια μείωση επενδύσεων. Πιο συγκεκριμένα, ενώ το 2009 ο Ακαθάριστος Σχηματισμός Παγίου Κεφαλαίου ανερχόταν στα 49,5 δισ. ευρώ, το 2017 ήταν 22 δισ. ευρώ και τα δύο πρώτα τρίμηνα του 2018 μόλις που ξεπερνούσε τα 10 δισ. ευρώ. Επίσης, οι Ακαθάριστες επενδύσεις της Γενικής Κυβέρνησης, ενώ το 2009 έφταναν τα 12,2 δισ. ευρώ, το 2017 ήταν μόλις 5,2 δισ.

Εκτιμώμενες επενδύσεις στη μεταποίηση
Η πορεία των επενδύσεων στη βιομηχανία το 2017 παρουσίασε ήπια ανοδική τάση, που αποτυπώθηκε ως αύξηση των δαπανών συγκριτικά με το 2016, η πρώτη μετά το 2008, κατά 2%. Βάσει της έρευνας του ΙΟΒΕ (Μάρτιος-Απρίλιος 2018), η επενδυτική δραστηριότητα διευρύνθηκε το 2017 στους περισσότερους μεταποιητικούς κλάδους, ενώ μειώθηκε σημαντικά σε άλλους. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των επιχειρήσεων, η μεγαλύτερη αύξηση καταγράφηκε στον κλάδο τροφίμων-ποτών-καπνού κατά 44,7% και η μεγαλύτερη μείωση στα προϊόντα των διυλιστηρίων κατά 56%. Οι εκτιμήσεις αναφορικά με την τάση των επενδύσεων στην Ευρώπη το 2017 ήταν θετικές, τόσο για την Ευρωζώνη –της τάξης του 5,9%– όσο και για την ΕΕ εν συνόλω –αντίστοιχα 6,7%. Οι εκτιμήσεις των μεταβολών ήταν αρνητικές μόνο για τη Σλοβακία και τη Δανία. Σύμφωνα με τις προβλέψεις του ΙΟΒΕ, οι σχετικές δαπάνες το 2018 στην Ελλάδα θα μειωθούν κατά 2,4%. Σε κλαδικό επίπεδο ανοδικά αναμένεται να διαμορφωθούν οι επενδύσεις σε τρόφιμα-ποτά-καπνό κατά 11,6%, στα χημικά κατά 44%, στην κλωστοϋφαντουργία κατά 16%, ενώ αναμένεται να διπλασιαστούν στον κλάδο ένδυσης-υπόδησης. Αντίθετα, νέα μείωση αναμένεται στον κλάδο των διυλιστηρίων κατά 57%. Η πρόβλεψη για τις επενδυτικές δαπάνες στην Ευρώπη το 2018 είναι, επίσης, θετική, προεικονίζοντας αύξηση για μεν την Ευρωζώνη στο 8,6% για δε την ΕΕ ως σύνολο στο 7,3%.

Οι δημόσιες επενδύσεις
Σύμφωνα με το εβδομαδιαίο δελτίο του ΣΕΒ της 1ης Νοεμβρίου φέτος, με κεντρικό θέμα τη δημόσια αποεπένδυση, τη διετία 2016-2017 οι καθαρές δημόσιες επενδύσεις (ακαθάριστες μείον τις αποσβέσεις) ήταν αρνητικές, φαινόμενο που απομείωσε το απόθεμα δημοσίου κεφαλαίου που σχηματίστηκε τα προηγούμενα χρόνια. Η διαδικασία αυτή αντιγράφει το μοντέλο-πρότυπο των ιδιωτικών επενδύσεων παρά την ανάκαμψή τους την τελευταία διετία. Πριν την κρίση η Ελλάδα διέθετε το 5%-6% του ΑΕΠ της σε δημόσιες επενδύσεις –έναντι 3% στην ΕΕ-28–, ενώ στη διάρκεια της μνημονιακής περιόδου ο σχετικός δείκτης προσέγγισε το μέσο όρο της ΕΕ-28. Την τριετία 2013-2015 οι δημόσιες επενδύσεις έφτασαν το 4,5% του ΑΕΠ, αλλά το 2016-2017 έπεσαν στο 2,9% του ΑΕΠ χάριν σχηματισμού των εξωφρενικά υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων.

Αναφορικά με τη διαχρονική διάρθρωση (2007-2016) των δημοσίων επενδύσεων σημειώνεται η κυριαρχία των επενδύσεων στον τομέα των μεταφορών, αφού το 2016 το 48,5% των συνολικών πόρων κατευθύνθηκε σε έργα μεταφορικών υποδομών. Ο προσανατολισμός αυτός επιβλήθηκε από τις ανάγκες διευκόλυνσης της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς και ενισχύθηκε από τις δυνατότητες χρηματοδότησης των έργων από τον ιδιωτικό τομέα, με αντάλλαγμα την παραχώρηση μελλοντικών εσόδων στους παραχωρησιούχους. Στο ίδιο πλαίσιο, την περίοδο 2007-2016 στην υγεία επενδύθηκε κατά μέσο όρο το 1,1% του προϋπολογισμού δημοσίων επενδύσεων, ενώ στην παιδεία το 3,1%, όταν τα αντίστοιχα μεγέθη στην ΕΕ ανήλθαν στο 6,5% και στο 11%! Επιπλέον, σε ό,τι αφορά την αναψυχή-πολιτισμό-θρησκεία η χώρα επενδύει το 3,5% του προϋπολογισμού επενδύσεων (έναντι 4,9% στην ΕΕ-28), ενώ στη στέγαση και τις υποδομές κοινής ωφέλειας επενδύει το 3,1% (έναντι 6,2% στην ΕΕ). Τέλος, στην κοινωνική προστασία επενδύεται το 1,3% του σχετικού προϋπολογισμού (2,4% στην ΕΕ), ενώ στην έρευνα-ανάπτυξη και στη βασική έρευνα το 17%, δηλαδή όσο και στην ΕΕ.

Οι προτάσεις του ΣΕΒ
Η ήπια βελτίωση των επενδυτικών δαπανών το 2017 και η μικρή μείωσή τους φέτος, τουλάχιστον στον κλάδο της μεταποίησης, δεν αλλάζει την κατάσταση αναφορικά με τη ζημιά της ελληνικής οικονομίας τα τελευταία χρόνια. Η δυσμενής επενδυτική κατάστασή της απαιτεί τη μετουσίωση της εγχώριας αποταμίευσης –ιδιωτικής και κρατικής– σε νέες επενδύσεις. Παρά το γεγονός ότι η συνολική αποταμίευση ανέρχεται στα 20 δισ. ευρώ, ενώ το 2009 ήταν 16 δισ., η μειωμένη συνολική ζήτηση για αγαθά κι υπηρεσίες και το ελλειμματικό εμπορικό ισοζύγιο δεν αφήνουν πολλά περιθώρια οι αποταμιεύσεις να γίνουν επενδύσεις. Στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα με τις κυρίαρχες οικονομικές αναλύσεις, απαιτείται μια σημαντική ενίσχυση από άμεσες ξένες επενδύσεις, που θα οδηγήσουν στην αύξηση της εγχώριας αποταμίευσης και στην επένδυσή της σε υψηλότερης παραγωγικότητας δομές και προσφοράς εξαγώγιμων αγαθών. Άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν την επενδυτική δραστηριότητα είναι τα αναμενόμενα κέρδη των επιχειρήσεων, η διαθεσιμότητα και το κόστος των κεφαλαίων, οι τεχνολογικές εξελίξεις, τα κίνητρα για επενδύσεις, η φορολογία των κερδών, αλλά και ο προσανατολισμός γενικότερα της οικονομικής πολιτικής της χώρας.

Με βάση τα παραπάνω, ο ΣΕΒ στο πρόσφατο συνέδριό του για την ενθάρρυνση των παραγωγικών επενδύσεων, πρότεινε μια σειρά παρεμβάσεων που, κατά τα πορίσματά του, ξεπερνούν τους παρωχημένους επενδυτικούς νόμους, τις επιδοτήσεις και τα κίνητρα των φορολογικών κωδίκων. Συγκεκριμένα πρότεινε την άρση σειράς φορολογικών αντικινήτρων, την επανεξέταση ειδικών φόρων κατανάλωσης σε ενεργειακά προϊόντα βιομηχανικής χρήσης, την κατάργηση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στο φυσικό αέριο ηλεκτροπαραγωγής, τη φορολογική επιβράβευση των παραγωγικών δαπανών και την ενθάρρυνση εμβληματικών επενδύσεων σε τεχνολογία, υποδομές κ.ά., με μειωμένη και σταθερή φορολόγηση. Επιπλέον, προτάθηκε η παροχή ισχυρών φορολογικών κινήτρων σε καινοτόμες επενδύσεις, η μεταφορά των ζημιών για 12 έτη, η εφαρμογή γρήγορων και διάφανων διαδικασιών ένταξης, ελέγχου και πιστοποίησης των επενδύσεων και ο αποτελεσματικός μηχανισμός δημόσιας χρηματοδότησης. Ακολούθως, για την αντιμετώπιση της δημόσιας αποεπένδυσης ο ΣΕΒ προτείνει την κάλυψη της αδυναμίας χρηματοδότησης των δημοσίων επενδύσεων από το κράτος με ΣΔΙΤ και παραχωρήσεις, δηλαδή με ιδιωτικούς πόρους σε όλους τους τομείς που υποχρηματοδοτούνται, φυσικά με τις απαραίτητες παραχωρήσεις μελλοντικών εσόδων στους ιδιώτες.

Η κυβερνητική πολιτική
Αντίστοιχα, το Υπουργείο Οικονομίας έχει καταθέσει προς ψήφιση, στο πλαίσιο της αξιολόγησης της λειτουργίας του ισχύοντος Αναπτυξιακού Νόμου, σειρά τροπολογιών με σκοπό τη βελτίωση του θεσμικού πλαισίου για τους ιδιώτες επενδυτές. Συγκεκριμένα οι βασικές νομοθετικές παρεμβάσεις έχουν τέσσερις άξονες. Ο πρώτος σχετίζεται με τον εξορθολογισμό και τη βελτίωση (δηλαδή ταχύτερες και απλούστερες διαδικασίες) των ενισχύσεων για τους επενδυτές, ο δεύτερος προβλέπει πρόσθετες δυνατότητες για την ολοκλήρωση επενδυτικών σχεδίων, που είχαν υποβληθεί σε προηγούμενους επενδυτικούς νόμους, ο τρίτος αφορά στη δημιουργία ενδιάμεσων χρηματοοικονομικών οργανισμών επιχειρηματικού κινδύνου, όπως το Ταμείο Συμμετοχών, το οποίο θα συγχρηματοδοτείται από το δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, και ο τέταρτος άξονας συνδέεται με τη βελτίωση του θεσμικού πλαισίου για την ενίσχυση εταιρειών, που εγκαθίστανται στην Ελλάδα με σκοπό την παροχή ενδοομιλικών υπηρεσιών.

Αναφορικά με την κυβερνητική πολιτική για το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, αντίθετα προς την αναγκαιότητα έντασής του, προβλέπεται η δραστική περικοπή του στον βωμό των πρωτογενών πλεονασμάτων. Αλλά η συγκεκριμένη επιλογή είναι ιδιαιτέρως επικίνδυνη, καθώς για τις αγορές και τους θιασώτες τους η επιστροφή της χώρας σε αυτές προϋποθέτει ισχυρή ανάπτυξη με όχημα τις επενδύσεις, περιλαμβανομένων των δημοσίων επενδύσεων. Το πρόβλημα της δημόσιας αποεπένδυσης προβλέπεται να αντιμετωπιστεί με βάση τις κατευθύνσεις του ΣΕΒ και οι ΣΔΙΤ θα αποτελέσουν την καταστατική αρχή για τη μεγέθυνση της παραγωγικής υποδομής της χώρας. Πάντως, τα ζητήματα που προκύπτουν είναι πολλά, όπως π.χ. με ποια κριτήρια θα επιλεγούν οι παραγωγικοί κλάδοι που θα δεχθούν τις επενδύσεις των ΣΔΙΤ και από ποιον.