Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της τακτικής εξαμηνιαίας έρευνας οικονομικού κλίματος της ΓΣΕΒΕΕ για το β΄ εξάμηνο του 2014 και προσδοκιών για το α΄ εξάμηνο φέτος, «η εύθραυστη (μετεκλογικά) αισιοδοξία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων για ένα καλύτερο μέλλον συναντά την αγωνία για την επόμενη ημέρα της ελληνικής οικονομίας και την ανάγκη επίσπευσης εφαρμογής πολιτικών και ρυθμίσεων, που θα βγάλουν τις επιχειρήσεις από το επενδυτικό τέλμα και τον φαύλο κύκλο υπερχρέωσης».

Η φράση αυτή αποτυπώνει με σαφήνεια το ρευστό μετεκλογικό τοπίο στην Ελλάδα, όπως τουλάχιστον το αντιλαμβάνεται ο επιχειρηματικός κόσμος της χώρας. Η αρνητική δυναμική στις προσδοκίες που είχε αναπτυχθεί τα προηγούμενα χρόνια φαίνεται πως αποκλιμακώνεται, επισημαίνουν οι ερευνητές, αλλά το πόσο θα διαρκέσει αυτή η κατάσταση συναρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη βούληση και τη δυνατότητα της νέας κυβέρνησης να εφαρμόσει πολιτικές και να εισάγει μέτρα που θα δώσουν ώθηση στην πραγματική οικονομία, την επιχειρηματικότητα, τις επενδύσεις, τη ρευστότητα, την απασχόληση. Όπως μάλιστα προειδοποιούν, οι επιχειρήσεις παραμένουν ιδιαίτερα επιφυλακτικές ως προς τις οικονομικές προοπτικές τους, με δεδομένο ότι δύο από τα κύρια ζητήματα που τις απασχολούν, η ρευστότητα και το επενδυτικό περιβάλλον, όχι μόνο δεν έχουν αντιμετωπισθεί μέχρι σήμερα, αλλά ούτε υπάρχει στον ορίζοντα κάποια συγκεκριμένη προοπτική σε επίπεδο οικονομικής συγκυρίας και οικονομικής πολιτικής. Αυτή η ανασφάλεια τροφοδοτεί σε μεγάλο βαθμό τις χαμηλές επιδόσεις στους δείκτες απασχόλησης.

Η έρευνα του ΙΟΒΕ
Μια πρώτη καταγραφή του οικονομικού κλίματος στην Ελλάδα τις πρώτες εβδομάδες μετά τις εκλογές επιτυγχάνεται και στην έρευνα οικονομικής συγκυρίας του ΙΟΒΕ, μηνός Φεβρουαρίου. Η σχετική έρευνα εκτός από τις προσδοκίες των επιχειρήσεων καταγράφει και τις προσδοκίες των καταναλωτών, οι οποίες εμφανίζονται να ακολουθούν αποκλίνουσα πορεία. Ενώ, λοιπόν, σχεδόν σε όλους τους επιμέρους επιχειρηματικούς τομείς καταγράφεται αποδυνάμωση των προσδοκιών, η καταναλωτική εμπιστοσύνη βελτιώνεται εμφατικά. Μάλιστα, ο σχετικός δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης διαμορφώθηκε στο υψηλότερο σημείο της τελευταίας εξαετίας. Η αντίστοιχη επίδοση δείκτη είχε σημειωθεί τον Οκτώβριο του 2009, αμέσως μετά τις αντίστοιχες βουλευτικές εκλογές! Ειδικότερα σε ό,τι αφορά το λιανικό εμπόριο, ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών τον Φεβρουάριο υποχώρησε για τρίτο διαδοχικό μήνα και προσγειώθηκε σε επίπεδο ελάχιστα υψηλότερο από το αντίστοιχο περσινό. Όμως, σε κλαδικό επίπεδο οι τάσεις είναι διαφορετικές, καθώς στα Τρόφιμα και την Ένδυση σημειώνεται σημαντική βελτίωση προσδοκιών, σε αντιδιαστολή με τους λοιπούς κλάδους.

Οι δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών στα Τρόφιμα-Ποτά-Καπνός από τις 74,4 μονάδες τον Ιανουάριο ανέβηκε στις 91 μονάδες τον Φεβρουάριο, κινούμενος σε υψηλότερο επίπεδο σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2014. Άνοδος καταγράφηκε στις προβλέψεις των παραγγελιών προς προμηθευτές, ενώ κερδίζει έδαφος η προβλεπόμενη εξέλιξη της απασχόλησης. Σε ό,τι αφορά τις τιμές, κατά 19% οι επιχειρήσεις προβλέπουν μείωση και κατά 35% άνοδο. Άνοδο εμφανίζει και ο δείκτης οικονομικών προσδοκιών στην Ένδυση-Υπόδηση, ενώ σημαντική εξασθένηση καταγράφεται στις προσδοκίες στον κλάδο των Ειδών Οικιακού Εξοπλισμού και οριακή πτώση στα Πολυκαταστήματα. Η εμφατική αύξηση του δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης τον πρώτο μετεκλογικό μήνα είχε ως αποτέλεσμα (σε επίπεδο χωρών) οι Έλληνες για πρώτη φορά μετά από μια μακρά χρονική περίοδο να μην κατατάσσονται πρώτοι στην κλίμακα απαισιοδοξίας, αλλά δεύτεροι, μετά τη Βουλγαρία. Στην τρίτη θέση ακολουθούν οι Κύπριοι, στην τέταρτη οι Κροάτες και στην πέμπτη οι Ούγγροι. Πάντως, σημειώνουμε ότι κατά τη διενέργεια της έρευνας δεν ήταν ακόμη σαφές το πλαίσιο μιας δυνητικής συμφωνίας με τους εταίρους.

Όπως προκύπτει από την έρευνα του ΙΟΒΕ, σημαντικά λιγότερες είναι οι απαισιόδοξες προβλέψεις για την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών, ενώ βελτιώνονται αισθητά οι προβλέψεις για την οικονομική κατάσταση της χώρας. Επίσης, καταγράφεται μικρή άνοδος της χαμηλής πρόθεσης για αποταμίευση το προσεχές δωδεκάμηνο και εξομαλύνονται σημαντικά οι δυσμενείς προβλέψεις για την πορεία της ανεργίας. Το 36% των νοικοκυριών προβλέπει άνοδο της ανεργίας, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό τον Ιανουάριο ήταν 57%.

Τα «λουκέτα» των ΜΜΕ συνεχίζονται
Επανερχόμενοι στα πολύ σημαντικά ευρήματα της εξαμηνιαίας έρευνας της ΓΣΕΒΕΕ, να επισημάνουμε καταρχήν ότι ο τζίρος των μικρών επιχειρήσεων την τελευταία χρονιά μειώθηκε κατά μέσο όρο 13%, ενώ συνολικά από την έναρξη της κρίσης η πτώση αγγίζει το 77%. Ο κλάδος του εμπορίου εμφανίζει τις μεγαλύτερες απώλειες. Σε ό,τι αφορά την επιχειρηματική δραστηριότητα, μία στις τρεις επιχειρήσεις δηλώνει ότι διατρέχει κίνδυνο κλεισίματος. Μάλιστα, το 3% του συνόλου τοποθετούν το ενδεχόμενο διακοπής της λειτουργίας τους μέσα στους επόμενους μήνες. Αυτό σημαίνει ότι τα λουκέτα για το επόμενο εξάμηνο θα προσεγγίσουν τα 8.500. Ο κίνδυνος λουκέτου είναι σημαντικά αυξημένος για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις και τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο Λεκανοπέδιο.

Αναμφίβολα το σημαντικότερο πρόβλημα που αντιμετώπισαν οι επιχειρήσεις το 2014 ήταν η παγιωμένη αδυναμία τους να ξεφύγουν από την παγίδα των πολύ υψηλών φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων. Το 38,1% έχει καθυστερημένες οφειλές στον ΟΑΕΕ και το 31,9% στην εφορία. Πάνω από το 20% των επιχειρήσεων εκτιμούν ότι δεν θα ανταποκριθούν στις φορολογικές τους υποχρεώσεις το 2015. Επιπλέον, μία στις τέσσερεις επιχειρήσεις έχει καθυστερημένες οφειλές προς τις ΔΕΚΟ και το 13% προς το ΙΚΑ. Στις κατηγορίες οφειλών προς τον ιδιωτικό τομέα, παρατηρείται μια κάποια ύφεση του φαινομένου της υπερχρέωσης. Εντούτοις, συνεχίζουν να διατηρούν ληξιπρόθεσμες οφειλές: το 23,8% σε προμηθευτές, το 17,9% σε ενοίκια, το 15,7% σε δόσεις δανείων.

Ιδιαίτερα σημαντικά θεωρούνται τα ευρήματα που σχετίζονται με την απασχόληση:
Το δεύτερο εξάμηνο του 2014 εκτιμάται ότι οι απώλειες θέσεων απασχόλησης στις ΜΜΕ ανήλθαν στις 40.000. Το ισοζύγιο προσλήψεων-απολύσεων στον ιδιωτικό τομέα θα συνεχίσει να είναι αρνητικό και το επόμενο εξάμηνο. Σε κάθε μία επιχείρηση που προσλαμβάνει στον ιδιωτικό τομέα αντιστοιχούν περίπου 1,1 επιχειρήσεις που απολύουν. Τον Φεβρουάριο του 2014 η αντίστοιχη σχέση ήταν 1:1,6. Παρά τη βελτίωση, η ΓΣΕΒΕΕ επισημαίνει ότι, σε συνδυασμό με τα λουκέτα, είναι υπαρκτός ο κίνδυνος να χαθούν 20.000 θέσεις συνολικής απασχόλησης (αυτοαπασχολούμενοι, εργοδότες, μισθωτοί) στο επόμενο εξάμηνο. Το 44,4% των επιχειρήσεων αντιμετωπίζει δυσκολίες στην καταβολή των μισθών, ενώ το 33,9% έχει μειώσει τις αποδοχές στο προηγούμενο εξάμηνο.

Οι τάσεις επιλογής των ευέλικτων μορφών απασχόλησης παγιώνονται πλέον σε ποσοστά άνω του 40%, φθάνοντας το 43% το προηγούμενο εξάμηνο. Μάλιστα, κατά το 17,8% οι επιχειρήσεις δηλώνουν ότι είναι πολύ πιθανό να μειώσουν μισθούς ή ώρες εργασίας τους προσεχείς μήνες. Αναφορικά με την αποτύπωση του πολιτικού κλίματος στην έρευνα, τουλάχιστον κατά τον πρώτο μετεκλογικό μήνα η νέα κυβέρνηση φαίνεται ότι χαίρει της εμπιστοσύνης των μικρομεσαίων επιχειρηματιών. Το 44,1% των επιχειρηματιών είναι περισσότερο αισιόδοξοι για την πορεία της επιχείρησής τους. Αυτό συναρτάται με τη δυνατότητα της κυβέρνησης να κάνει παρεμβάσεις στο εσωτερικό, που θα οδηγήσουν σε αναπτυξιακή τροχιά, και στο διεθνές περιβάλλον σε κινήσεις που θα καταλήξουν σε έναν παραγωγικό «έντιμο συμβιβασμό» με τους εταίρους. Κατά το 57,3% θεωρούν ότι αυτή θα πρέπει να είναι η διαπραγματευτική τακτική της κυβέρνησης. Όμως υπάρχει και ένα πολύ σημαντικό ποσοστό, 33,1% των επιχειρηματιών, που ζητούν από την κυβέρνηση «να μείνει ανυποχώρητη στο αρχικό της πρόγραμμα, έστω κι αν οδηγηθούμε σε ρήξη με την ΕΕ και εκτός του ευρώ»!

Και κάτι τελευταίο: Ενώ περισσότεροι από 6 στους 10 μικρομεσαίους ζητούν από την κυβέρνηση να μειώσει τους φορολογικούς συντελεστές, μόλις κατά το 1,5% θεωρούν «επείγον και σημαντικό θέμα» την πάταξη της φοροδιαφυγής…