EKE και Βιώσιμη Ανάπτυξη: Οι προκλήσεις μιας μακροπρόθεσμης στρατηγικής με κοινωνικό πρόσημο

Με την προσθήκη της πανδημίας στα ήδη υπάρχοντα εμπόδια στην πορεία προς ένα καλύτερο μέλλον, που είναι είτε αντικειμενικά είτε προκαλούμενα από την υπερίσχυση ιδιωτικών ή πολιτικών συμφερόντων, γίνεται ακόμη πιο εμφανές πως η ουσία δεν βρίσκεται στις διαφορές, αλλά στη ειλικρίνεια της δέσμευσης σε στόχους με θετικό κοινωνικό πρόσημο. Σε κάθε περίπτωση, στο σύνολο τους σχεδόν οι εκπρόσωποι θεσμών που τοποθετούνται στην αρχή της νέας δεκαετίας για το μέλλον των κοινωνιών και του πλανήτη, μιλούν για τη μεγέθυνση σημαντικών προβλημάτων και την αναποτελεσματικότητα στην αντιμετώπισή τους, τονίζοντας πως ίσως για κάποια από αυτά να είναι ήδη αργά…

H νέα κρίση που προκάλεσε η πανδημία, πλήττοντας την υγεία και την οικονομία, έφερε απρόσμενες αλλαγές στην οπτική των πολιτών, των κυβερνήσεων, αλλά και των διοικήσεων επιχειρηματικών οργανισμών, σε πολλαπλά πεδία και, έφερε στο προσκήνιο με μεγαλύτερη έμφαση τα ζητήματα της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης και της βιώσιμης ανάπτυξης. Η πλειονότητα των επιχειρήσεων, σύμφωνα με τις επιμέρους οικονομικές και οργανωτικές δυνατότητες, ανέλαβε δράσεις με στόχο τη μείωση των επιπτώσεων του κορωναϊού. Πολλοί, όμως, αναλυτές, αλλά και απλοί, συνειδητοποιημένοι πολίτες, εξέφρασαν την ανησυχία τους για το κατά πόσο οι διοικήσεις ιδιαίτερα των μεγάλων επιχειρήσεων, των οποίων η στάση μπορεί να καθορίσει με μεγαλύτερο βαθμό την επίτευξη των παγκόσμιας εμβέλειας στόχων για τη βιωσιμότητα του πλανήτη, θα εξακολουθήσουν να θέτουν τη βιώσιμη ανάπτυξη ως προτεραιότητα, χωρίς να μεταθέσουν σχετικούς πόρους σε σχέδια αντιμετώπισης της επερχόμενης ύφεσης.

Όπως επισημαίνει η εταιρεία ερευνών και αναλύσεων GlobalData, ενώ η βιώσιμη ανάπτυξη αποτελούσε ένα από τα σημαντικότερα θέματα συζήτησης το 2019 και προβλεπόταν πως θα βρισκόταν στο μέλλον με ακόμη πιο εμφατικό τρόπο στο προσκήνιο, ήρθε αντιμέτωπη με τον Covid-19, που αναμένεται να λειτουργήσει ανασχετικά στην ανάπτυξη των σχετικών δράσεων. Όπως σχολιάζει σχετικά η Emily Salter, Analyst στη GlobalData, «οι αλλαγές σε πρώτες ύλες, στα logistics και την παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών θα επιβραδυνθούν, καθώς η βιωσιμότητα δεν αποτελεί πλέον κορυφαία προτεραιότητα για τους λιανέμπορους και για τους καταναλωτές. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι αλλαγές που έχουν μακροπρόθεσμο ορίζοντα απόδοσης έχουν υψηλό κόστος και τη συγκεκριμένη περίοδο πολλοί από τους λιανέμπορους, που δραστηριοποιούνται σε κλάδους εκτός των τροφίμων, θα αντιμετωπίσουν οικονομικά προβλήματα, καθώς θα βγαίνουν από αυτή την κρίση, έχοντας ήδη διανύσει μια μακρά περίοδο χαμηλών ή μηδενικών πωλήσεων».

Η βιωσιμότητα και η χρήση πλαστικών μιας χρήσης θα είναι βραχυπρόθεσμα λιγότερο σημαντικές για τους καταναλωτές, επισημαίνει η αναλύτρια, που θα έχουν ως προτεραιότητες την υγιεινή και την καθαριότητα, ώστε να αντιμετωπίσουν τη διασπορά του ιού. Στην προ-Covid-19 εποχή, οι συνήθειες των καταναλωτών, τονίζει, είχαν αρχίσει να αλλάζουν. Σε ποσοστό περίπου 74% οι καταναλωτές σε έρευνα του 2019 στο Ηνωμένο Βασίλειο δήλωναν πως θα προτιμούσαν να κάνουν τις αγορές τους σε έναν λιανέμπορο που προσφέρει περισσότερα χύμα φρούτα και λαχανικά. Πρόκειται για ένα στοιχείο ενδεικτικό της ευαισθητοποίησής τους στο θέμα της συσκευασίας, της χρήσης πλαστικού και της επιβάρυνσης του περιβάλλοντος. Οι εξελίξεις, όμως, καταδεικνύουν πόσο εύκολα αλλάζει η καταναλωτική συμπεριφορά, σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης. Η Emily Salter σημειώνει πως η πανδημία έφερε το θέμα της υγείας σε υψηλότερη θέση σε σχέση με την ανησυχία για το περιβάλλον. Οι καταναλωτές αύξησαν δραματικά τη χρήση αντιβακτηριδιακών τζελ και υγρών σαπουνιών σε πλαστικές συσκευασίες, χωρίς ιδιαίτερη σκέψη για τις εναλλακτικές λύσεις.

Η ερευνήτρια συμπερασματικά ισχυρίζεται πως «αν και η βιώσιμη ανάπτυξη θα επανακτήσει τη σημασία της μετά το πέρας της πανδημίας, το θέμα της υγιεινής και της προστασίας από μικρόβια και ιούς θα εξακολουθεί να απασχολεί τη σκέψη των καταναλωτών και να τους προκαλεί ανησυχία, επισκιάζοντας την αξία των πρακτικών βιώσιμης ανάπτυξης, όπως αυτές, για παράδειγμα, που είχε υιοθετήσει το λιανεμπόριο, με τα καταστήματα στα οποία τα προϊόντα διατίθενται χωρίς συσκευασία».

Οι αντοχές της ΕΚΕ υπό δοκιμασία
Ο Mark Kramer είναι ερευνητής, διεθνής προσωπικότητα σε θέματα κοινωνικής ευθύνης, συνιδρυτής και CEO της FSG, συμβουλευτικής εταιρείας που έχει συνεργαστεί με οργανισμούς όπως η McKinsey and Company, το Ίδρυμα Bill & Melinda Gates Foundation, η Unilever, το Υπουργείο Παιδείας των ΗΠΑ, αλλά και η Παγκόσμια Τράπεζα. Σε άρθρο του στο Harvard Business Review επισημαίνει πως ο Covid-19 δοκιμάζει τις αντοχές της ΕΚΕ. Το άρθρο γράφτηκε την 1η Απριλίου και ο αρθρογράφος σημείωνε πως τα μέτρα της αμερικανικής κυβέρνησης για την οικονομική ενίσχυση πληττόμενων επιχειρήσεων και πολιτών, θα υλοποιούνταν σε χρονικό ορίζοντα που δεν θα μπορούσαν να σώσουν κυρίως τις μικρομεσαίες εταιρείες, αλλά και τους εργαζόμενους, που χάνουν το εισόδημά τους και σε αντίθεση με μια μεγάλη επιχείρηση, δεν έχουν την οικονομική επιφάνεια ώστε να αντέξουν μέχρι να έρθει η κρατική βοήθεια. Κατά τον Kramer, αυτή η συνθήκη έφερνε στο προσκήνιο τον ρόλο των επιχειρήσεων στην αντιμετώπιση κοινωνικών προβλημάτων. «Πολλές επιχειρήσεις μιλούν για τον κοινωνικό τους στόχο και για τις κοινωνικές τους αξίες ή για το πόσο ενδιαφέρονται για τους υπαλλήλους τους και για άλλους κοινωνικούς εταίρους. Τώρα είναι η στιγμή να κάνουν καλό στην κοινωνία, στο πλαίσιο αυτών των δεσμεύσεων. Η έρευνα δείχνει πως οι άνθρωποι πιστεύουν πως η εταιρεία τους έχει έναν στόχο και ξεκάθαρες αξίες όταν βλέπουν τη διοίκησή της να λαμβάνει αποφάσεις οι οποίες θυσιάζουν τη βραχυπρόθεσμη κερδοφορία έναντι της στήριξης αυτών των αξιών».


Τι πρέπει να έχουν υπόψη τους οι εταιρείες
Σε ό,τι αφορά την επίδραση του νέου κορωναΐού στον σχεδιασμό των οργανισμών και ειδικότερα σε σχέση με τους νέους κινδύνους, αλλά και τις νέες ευκαιρίες που δημιουργεί η νέα κρίση, η Accenture εφιστά, μεταξύ άλλων, την προσοχή στις αλλαγές της αγοραστικής συμπεριφοράς. Αναφέρεται στις «αγορές πανικού», αλλά και στην επιστροφή του cocooning, που δημιουργούν μια ευκαιρία για τις επιχειρήσεις να αναπτυχθούν, επενδύοντας στην προάσπιση της υγείας, τη δημιουργία νέων εμπειριών και την υποστήριξη των κοινοτήτων. «Ο Covid-19 προκάλεσε μια πρωτοφανή υγειονομική και οικονομική καταστροφή, που θα αλλάξει τον τρόπο που οι άνθρωποι εργάζονται και ζουν», τονίζεται από τους αναλυτές. «Οι επιπτώσεις στον κλάδο των προϊόντων ευρείας κατανάλωσης θα είναι βαθιές και με διάρκεια. Αυτή η κρίση αλλάζει δομικά το πώς και το τι αγοράζουν οι καταναλωτές και επιταχύνει με εκπληκτική ταχύτητα τις δομικές αλλαγές στον κλάδο των καταναλωτικών προϊόντων. Τώρα είναι η στιγμή να δώσουν οι επιχειρήσεις προσοχή σε αυτό το κάλεσμα αφύπνισης και να είναι ευέλικτες και σημαντικές για τους καταναλωτές και τους πελάτες τους -όχι μόνο κατά τη διάρκεια της κρίσης, αλλά και στο μέλλον. Οι αξίες που καθοδηγούν τους καταναλωτές στις αγοραστικές τους επιλογές έχουν ήδη μετατοπιστεί σε προϊόντα και εμπειρίες που είναι πιο υγιεινές, αξιόπιστες, φιλικές προς το περιβάλλον και υποστηρικτικές στις κοινότητες όπου ζουν και εργάζονται», συμβουλεύουν οι αναλυτές.

Παράλληλα, η έμφαση σε θέματα υγείας και ευεξίας, ως συνέπεια της νέας κρίσης, απαιτεί και από τις επιχειρήσεις να ενισχύσουν την επικέντρωσή τους σε θέματα υγείας, τονίζεται στην μελέτη.

Από την πλευρά τους οι Raphael Buck, Senior Partner, Zurich, Tracy Francis, Senior Partner, Sao Paulo, Eldon Little, senior partner, Jessica Moulton, Senior Partner, London και Samantha Phillips, associate partner της McKinsey, σε άρθρο τους που δημοσιεύθηκε στα μέσα Απριλίου με τίτλο «How consumer-goods companies can prepare for the next normal», μιλούν για τον τρόπο με τον οποίο οι επιχειρήσεις του κλάδου πρέπει να επανεξετάσουν και να αναδιαμορφώσουν τη στρατηγική τους, λαμβάνοντας υπόψη τις σημαντικές αλλαγές που προκάλεσε η πανδημία στην καταναλωτική συμπεριφορά.

Αναφέρουν, μεταξύ, άλλων, πως μεγάλες επιχειρήσεις FMCG έδωσαν προτεραιότητα στην επικοινωνία τους σε θέματα που αφορούσαν την κρίση της πανδημίας (πχ σε ανακοινώσεις νέων πρωτοκόλλων ασφάλειας και δωρεών). Τα brands που έχουν σημαντική ψηφιακή παρουσία (ή αποκλειστικά παρουσία online), απευθύνονται στις κοινότητες που επικοινωνούν μέσω social media, προβάλλοντας τη βοήθεια που προσφέρουν σε ανθρώπους που μολύνθηκαν από τον ιό. Με αυτά τα δεδομένα, οι καταναλωτές είναι πολύ πιθανό να περιμένουν από τις εταιρείες να συνεχίσουν να δίνουν έμφαση σε θέματα κοινωνικής υπευθυνότητας και μετά το πέρας της κρίσης, επισημαίνουν.

«Στην προηγούμενη ύφεση», αναφέρουν οι αρθρογράφοι, «οι καταναλωτές σε ποσοστό που ξεπερνούσε το 75% δήλωναν πως οι επιχειρήσεις θα πρέπει να λειτουργούν με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι σε συμφωνία με τα ενδιαφέροντα της κοινωνίας, ακόμη και αν αυτό σημαίνει πως θα πρέπει να θυσιάσουν τα κέρδη των μετόχων. Άρα, τα brands πρέπει να είναι πολύ προσεκτικά ώστε να μην κάνουν «παραφωνίες»… Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, σε ποσοστό 77% οι καταναλωτές δηλώνουν πως εκτιμούν τη δημοσιοποίηση εκ μέρους των επιχειρήσεων του τρόπου με τον οποίο τα brands τους μπορούν να είναι χρήσιμα στην καθημερινή ζωή, αλλά την ίδια στιγμή, σε ποσοστό σχεδόν ίδιο, συμφωνούν με την άποψη πως τα brands θα έπρεπε να αξιοποιήσουν τον Covid-19 ως επιχειρηματική ευκαιρία! Η δε βιώσιμη ανάπτυξη, εξακολουθεί να είναι σημαντική για τους καταναλωτές σε πολλές αγορές (60% των καταναλωτών στο Ηνωμένο Βασίλειο την τοποθετούν στην κορυφή, σε ό,τι αφορά τη επιλογή τροφίμων)», τονίζουν.

Εμπιστοσύνη σε ικανότητα και ηθική
Η Edelman, η μεγαλύτερη παγκοσμίως -σε κύκλο εργασιών- εταιρεία δημοσίων σχέσεων, που καταγράφει τον βαθμό εμπιστοσύνης των πολιτών σε 28 χώρες (δείγμα: 34.000 πολίτες), μέσω του Edelman Trust Barometer, παρουσίασε τον Ιανουάριο της τρέχουσας χρονιάς τα αποτελέσματα της έρευνας που πραγματοποιήθηκε μεταξύ 19 Οκτωβρίου και 18 Νοεμβρίου του 2019. Σε ορισμένα πεδία, όπως η ικανότητα εκπλήρωσης στόχων και υποσχέσεων, οι ιδιωτικές επιχειρήσεις υπερτερούσαν των κρατικών θεσμών και των μη κυβερνητικών οργανισμών. Στον τομέα όμως της ηθικής συμπεριφοράς, οι ΜΚΟ είχαν μακράν καλύτερα ποσοστά και από το κράτος και από τους ιδιωτικούς οργανισμούς.

Κανένας θεσμός δεν αναγνωρίζεται, σύμφωνα με την έρευνα, ως ικανός/αποτελεσματικός και ταυτόχρονα ηθικός. Σε ό,τι αφορά τις επιχειρήσεις, οι πολίτες δείχνουν μόνο σε αυτές εμπιστοσύνη σε ό,τι αφορά την ικανότητα εκπλήρωσης στόχων. Ειδικότερα, αναγνωρίζουν πως οι επιχειρήσεις είναι καλές στο να παράγουν αξία για τους ιδιοκτήτες τους (56%), να προάγουν την καινοτομία (51%) και να συμβάλουν στην οικονομική ευημερία (51%). Από την άλλη, μόνο οι ΜΚΟ αντιμετωπίζονται από τους πολίτες ως ηθικοί οργανισμοί, με τη θετική τους συνεισφορά να επικεντρώνεται στην προστασία του περιβάλλοντος (48%), στην υπεράσπιση των πολιτικών και ανθρώπινων δικαιωμάτων (47%) και στην καταπολέμηση της φτώχιας, του αναλφαβητισμού και των ασθενειών (45%). Ο δείκτης ηθικής συμπεριφοράς των ΜΚΟ βρίσκεται στο 12, ενώ των επιχειρήσεων στο -2!

Η εμπιστοσύνη των πολιτών στις επιχειρήσεις εξαρτάται σε τριπλάσιο βαθμό από την ηθική διάσταση της δράσης τους, παρά από την ικανότητά τους (76% έναντι 24%). Παράλληλα, οι πολίτες πρεσβεύουν πως η εξυπηρέτηση των συμφερόντων των πελατών, των εργαζομένων και των κοινωνικών ομάδων είναι πιο σημαντική από την εξυπηρέτηση των συμφερόντων των μετόχων (συμφωνεί το 73%). Όσο για τη διοίκηση, οι εργαζόμενοι στις επιχειρήσεις δηλώνουν κατά το 92% πως είναι σημαντικό ο εργοδότης τους να τοποθετείται δημόσια για ένα από τα εξής ζητήματα: Εκπαίδευση σε αντικείμενα εργασίας με μέλλον (84%), επίπτωση της αυτοματοποίησης στην εργασία (81%), ηθική χρήση της τεχνολογίας (81%), ανισότητα εισοδημάτων (78%), σεβασμός στη διαφορετικότητα (77%), κλιματική αλλαγή (73%), μετανάστευση (62%).


Συζητήσεις υψηλού επιπέδου στα Ηνωμένα Έθνη
Από τις 7 έως τις 16 Ιουλίου 2020 πραγματοποιείται το Πολιτικό Φόρουμ Υψηλού επιπέδου (High-Level Political Forum – HLPF) για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη, υπό την αιγίδα του Οικονομικού και Κοινωνικού Συμβουλίου (ECOSOC) των Ηνωμένων Εθνών (στο πρόγραμμα συμπεριλαμβάνεται τριήμερη υπουργική συνάντηση, στις 14-16 Ιουλίου). Το HLDF αποτελεί το κύριο βήμα ανταλλαγής εμπειριών και τεχνογνωσίας των H.E. για τη βιώσιμη ανάπτυξη και έχει κεντρικό ρόλο στην παρακολούθηση και αξιολόγηση της Ατζέντας 2030 και των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης/ΣΒΑ (SDGO, σε παγκόσμιο επίπεδο, ενώ παράλληλα υιοθετεί πολιτικές διακηρύξεις, οι οποίες είναι αποτέλεσμα διακυβερνητικών διαπραγματεύσεων. Το φετινό θέμα του είναι «Ταχεία δράση και πορεία μετασχηματισμού για την υλοποίηση μιας δεκαετίας δράσεων και αποτελεσμάτων για τη βιώσιμη ανάπτυξη» (Accelerated action and transformative pathways: realizing the decade of action and delivery for sustainable development). Το HLPF θεσπίστηκε στο πλαίσιο της Ατζέντας 2030 για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη το 2015, οπότε τέθηκαν και οι 17 σχετικοί στόχοι (SDG-Sustainable Development Goals), που αναλύονταν σε 169 targets, οι περισσότεροι από τους οποίους έπρεπε να επιτευχθούν έως το 2030, για τους 21 από τους οποίους είχε τεθεί τελική ημερομηνία επίτευξης το 2020 ή δεν είχε τεθεί συγκεκριμένη ημερομηνία. Κατά τη διάρκεια του HLPF 2020, 51 χώρες (28 για πρώτη, 22 για δεύτερη και 1 για τρίτη φορά) θα παρουσιάσουν τις Εθελοντικές Εθνικές Αξιολογήσεις τους.

Εκτός από την ετήσια σύνοδο του Ιουλίου, το HLPF συγκαλείται και τον Σεπτέμβριο, υπό την αιγίδα της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, σε επίπεδο Αρχηγών Κρατών και Κυβερνήσεων.

Σημαντικές καθυστερήσεις

Στο HLPF παρουσιάστηκε επίσημα τον Σεπτέμβριο του 2019 η Παγκόσμια Έκθεση Βιώσιμης Ανάπτυξης (Global Sustainable Development Report-2019 GSDR). Η καταγραφή σε μια έκθεση, κάθε τετραετία, των εξελίξεων στο πεδίο της βιώσιμης ανάπτυξης αποφασίστηκε τον Ιούλιο του 2016, με στόχο να παρουσιάζεται στο φόρουμ ο απολογισμός της πορείας επίτευξης των SDG. Βάσει της απόφασης, ο τότε γενικός γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών, Μπαν Κι-Μουν, κάλεσε 15 εξέχοντες επιστήμονες να συμμετέχουν σε μια ανεξάρτητη ομάδα προετοιμασίας της έκθεσης.

Στο πλαίσιο μιας έντονης συζήτησης που ακολούθησε την παρουσίαση, ο Peter Messerli, Co-Chair της ομάδας των επιστημόνων, προειδοποίησε πως πλησιάζουμε στο σημείο όπου η διαχείριση ή η αντιστροφή της πορείας ζητημάτων κρίσιμων για την επιβίωση του πλανήτη μας δεν θα είναι εφικτή και κάλεσε τις χώρες να κινηθούν βάσει των προτροπών της έκθεσης και να θεσμοθετήσουν εθνικές πλατφόρμες για τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης (SDG), που θα δίνουν τη δυνατότητα σε όσους χαράσσουν πολιτική να συνδιαλέγονται με εκπροσώπους διαφορετικών τομέων δραστηριότητας. Από την πλευρά του, ο Eun Mee Kim, επίσης μέλος της ομάδας που συνέγραψε την έκθεση, προειδοποίησε πως ο κόσμος μας κάνει βήματα πίσω στα ζητήματα των κοινωνικών ανισοτήτων, της κλιματικής αλλαγής, της απώλειας τη βιοποικιλότητας και του ενεργειακού αποτυπώματος.

SDG Business Forum

Στις 23 Σεπτεμβρίου 2020 διοργανώνεται για 5η φορά η σημαντικότερη διεθνής επιχειρηματική συνάντηση των Ηνωμένων Εθνών για τα SDG, το SDG Business Forum. Στο πλαίσιο της διοργάνωσης, θα συναντηθούν εκπρόσωποι των μεγαλύτερων επιχειρήσεων του κόσμου με πολιτικούς και παράγοντες που έχουν σημαντική επίδραση στις διεθνείς εξελίξεις, για να συζητήσουν την εφαρμογή της πρωτοβουλίας Agenda 2030. Η συγκεκριμένη χρονιά έχει ιδιαίτερη σημασία αφού σηματοδοτεί την έναρξη της δεκαετίας δράσης που ανακοινώθηκε από τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, το 2019 (Decade Call for Action), αναγνωρίζοντας πως δέκα χρόνια πριν το 2030 ο βηματισμός επιχειρήσεων και κρατών δεν είναι τόσο ταχύς όσο απαιτείται για την επίτευξη των SDG έως το 2030.

Ο καπιταλισμός σε κρίση μέσης ηλικίας;
Στη μελέτη Fjord Trends της Accenture Interactive, γίνεται αναφορά στα «πολλά πρόσωπα της ανάπτυξης» (Many Faces of Growth), όπου σχολιάζεται ως «κρίση μέσης ηλικίας» το σύνολο των προκλήσεων που αντιμετωπίζει ο καπιταλισμός. Σε ό,τι αφορά την «ηθική» πλευρά του συστήματος, η μελέτη αναφέρει πως «η επιτυχία δεν εξισώνεται πλέον μόνο με την ανάπτυξη και οι οργανισμοί πρέπει να αρχίσουν να επαναξιολογούν τον εταιρικό σκοπό τους και να ευθυγραμμίσουν εκ νέου τον τρόπο με τον οποίο βλέπουν το ρόλο τους στον κόσμο».

Στη νέα δεκαετία, οι οργανισμοί οφείλουν επανεξετάσουν συνολικά θέση τους στον κόσμο, αναφέρουν οι αναλυτές των Fjord Trends 2020, που αναδεικνύουν το μέλλον του επιχειρείν, της τεχνολογίας και του design. Με αφορμή την παρουσίαση της μελέτης τον Ιανουάριο του 2020, ο Mark Curtis, συνιδρυτής και chief client officer της Fjord δήλωνε : «Οι διαμαρτυρίες για την πορεία του καπιταλισμού της ατέρμονης ανάπτυξης, η οποία καθορίζεται αποκλειστικά και μόνο από το κέρδος, μεταφέρονται πλέον από τους δρόμους στις αίθουσες συνεδριάσεων των επιχειρήσεων. Το γεγονός αυτό δημιουργεί επιτακτική ανάγκη εξεύρεσης νέων τρόπων μέτρησης της ανάπτυξης. Αυτές οι νέες αξίες μπορούν να αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τη σημασία των επιχειρήσεων στη νέα δεκαετία. Ένα πράγμα είναι σαφές: νικητές θα είναι οι επιχειρήσεις εκείνες με βιώσιμα επιχειρηματικά μοντέλα και μακροπρόθεσμη οπτική, τόσο όσον αφορά τον εαυτό τους όσο και τον αντίκτυπό τους στον κόσμο».

Η άποψη των καταναλωτών σύμφωνα με το ΙΕΛΚΑ
Στο 10o Συνέδριο ΙΕΛΚΑ με τίτλο «H αγορά των FMCG στην πορεία προς το 2030», που διεξήχθη τον Οκτώβριο του 2019, στην εισαγωγική του ομιλία ο κ. Κωνσταντίνος Μαχαίρας, πρόεδρος του Ινστιτούτου, αναφέρθηκε στην εικόνα του λιανεμπορίου τροφίμων κατά τη δεκαετία που διανύουμε, αλλά και στις μελλοντικές προκλήσεις. Μεταξύ άλλων, δήλωσε χαρακτηριστικά: «από τους στόχους που θέσαμε για το περιβάλλον δεν πετύχαμε ούτε έναν τα τελευταία χρόνια», σημειώνοντας παράλληλα πως «η κλιματική αλλαγή, το ζήτημα της έλλειψης νερού και τροφής, η γήρανση του πληθυσμού και η συνολική αύξησή του, συγκαταλέγονται στα θέματα που πρέπει να απασχολούν από σήμερα τον κλάδο, ώστε να κινηθεί προς τη σωστή κατεύθυνση».

Στο ίδιο συνέδριο, ο κ. Λευτέρης Κιοσές, γενικός διευθυντής ερευνών του ΙΕΛΚΑ, παρουσίασε στοιχεία ερευνών του Ινστιτούτου, όπου, μεταξύ άλλων, καταγραφόταν η αυξανόμενη απαίτηση των καταναλωτών για ανάληψη συγκεκριμένων δράσεων εκ μέρους των επιχειρήσεων σε θέματα βιώσιμης ανάπτυξης. «Οι καταναλωτές γίνονται όλο και πιο απαιτητικοί στην κατεύθυνση αυτή και, ταυτόχρονα, κριτικοί αναφορικά με τη λειτουργία των επιχειρήσεων», ανέφερε σε σχετικό άρθρο στο σελφ σέρβις (Οκτώβριος 2019). «Τα σχετικά ποσοστά που καταγράφουν την τάση αυτή στην Ελλάδα είναι πλέον συγκρίσιμα με άλλων δυτικών οικονομιών, ειδικά σε ό,τι αφορά την πρόθεση αγοράς προϊόντων από επιχειρήσεις που λειτουργούν με ηθικό και φιλικό προς το περιβάλλον τρόπο», σημείωνε. Ειδικότερα, στο πλαίσιο έρευνας του ΙΕΛΚΑ που πραγματοποιήθηκε τον Σεπτέμβριο του 2019 οι Έλληνες καταναλωτές δήλωναν σε ποσοστό 74% πως είναι πιο πιθανό να αγοράσουν προϊόντα από εταιρείες που είναι ειλικρινείς και η λειτουργία τους χαρακτηρίζεται από διαφάνεια, όταν το αντίστοιχο ποσοστό στις ΗΠΑ είναι 80%. Αντίστοιχα, σε ποσοστό 67% δήλωναν πως θεωρούν σημαντικό οι συσκευασίες των προϊόντων που αγοράζουν να είναι ανακυκλώσιμες και φιλικές προς το περιβάλλον, κατά 66% πως είναι σημαντικό τα προϊόντα που καταναλώνουν να παράγονται με φιλικές προς το περιβάλλον πρακτικές, κατά 63% πως είναι σημαντικό τα προϊόντα που αγοράζουν να παράγονται με ηθικές πρακτικές και κατά 60% πως κακές πρακτικές για το περιβάλλον από μία εταιρεία θα τους οδηγήσουν να αλλάξουν μάρκα ή σημείο πραγματοποίησης αγορών.

Επίσης, κατά 42% θα έδιναν περισσότερα χρήματα για να αγοράσουν προϊόντα με μειωμένο περιβαλλοντικό αποτύπωμα (το ποσοστό μειώνεται κατά 2 μόνο ποσοστιαίες μονάδες, στο 40%, στην περίπτωση εισοδήματος κάτω των 1.000 ευρώ), ενώ κατά το ίδιο ποσοστό (42%) δηλώνουν πως θα έδιναν περισσότερα χρήματα για να αγοράσουν προϊόντα με φιλικές προς το περιβάλλον συσκευασίες (σε αυτή την περίπτωση το ποσοστό των ατόμων με χαμηλό εισόδημα μειώνεται στο 39%).


«Νοιαζόμαστε Σήμερα – Ζούμε Καλύτερα Αύριο»
Το 2017, με αφορμή την πρωτοβουλία «Νοιαζόμαστε Σήμερα – Ζούμε Καλύτερα Αύριο» για δραστική μείωση της πλαστικής σακούλας μιας χρήσης», η οποία υποστηρίχθηκε από 8 επιχειρήσεις σούπερ μάρκετ, το ΙΕΛΚΑ είχε καταγράψει σε έρευνα που διεξήγαγε πως ο καταναλωτής αντιλαμβάνεται το πρόβλημα της ρύπανσης από τις πλαστικές σακούλες σε ιδιαίτερα μεγάλο βαθμό. Ειδικότερα, 9 στους 10 καταναλωτές συμφωνούσαν πως οι πλαστικές σακούλες πρέπει να μειωθούν και 2 στους 3 πως πρέπει να απαγορευτούν.

Η πρωτοβουλία είχε ιδιαίτερα θετική επίδραση στην συνολική αξιολόγηση των καταναλωτών για τον κλάδο. Συγκεκριμένα, η έρευνα καταναλωτών που διεξήγαγε το ΙΕΛΚΑ κατέγραψε το 2018 εκτόξευση των θετικών απαντήσεων σχετικά με τη συμβολή των σούπερ μάρκετ στην προστασία του περιβάλλοντος (άνω του 74%), όταν τις δύο προηγούμενες χρονιές ο σχετικός δείκτης είχε υποστεί πραγματική καθίζηση (κυμαινόταν σε επίπεδα κάτω του 54%).

Τι πιστεύουν τα στελέχη του κλάδου
Στο πεδίο των στελεχών επιχειρήσεων του κλάδου, η κυλιόμενη 6μηνιαία Έρευνα Τάσεων στο Λιανεμπόριο του ΙΕΛΚΑ, όπου καταγράφονται οι απόψεις τους για τα κύρια κλαδικά θέματα και προκλήσεις, καταγράφηκε για την περίοδο από 13 έως 21 Ιανουαρίου 2020 (δείγμα 162 ανώτερα και ανώτατα στελέχη επιχειρήσεων λιανεμπορίου-αλυσίδων σούπερ μάρκετ και προμηθευτών FMCG), σημαντική ενίσχυση του ποσοστού των στελεχών που αναγνωρίζουν την εταιρική και κοινωνική ευθύνη των εταιρειών ως βασική προτεραιότητα. Συγκεκριμένα, σε σχέση με το 2016 το ποσοστό αυτό υπερδιπλασιάστηκε (από 11% σε 25%), καταδεικνύοντας τη σημαντική αλλαγή στην προσέγγιση των επιχειρήσεων, κυρίως σε σχέση με το περιβάλλον και δευτερευόντως με τις άλλες πτυχές της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης.

Ειδικότερα σε ό,τι αφορά το ζήτημα της μείωσης των πλαστικών μιας χρήσης, εν αναμονή της εναρμόνισης της εθνικής νομοθεσίας με την κοινοτική, το ΙΕΛΚΑ έθεσε μια σειρά ερωτημάτων στα στελέχη του κλάδου, προκειμένου να καταγραφούν οι απόψεις τους. Συγκεκριμένα, στην έρευνα καταγράφεται πως οι εταιρείες ήδη εργάζονται στη συγκεκριμένη κατεύθυνση με την πρόθεση να προλαμβάνουν τις εξελίξεις και ότι η πλειονότητα των ερωτηθέντων αναγνωρίζει τη σημασία της ταχείας προσαρμογής στις απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής οδηγίας:

  • Το 75% δηλώνει ότι η εταιρεία του ήδη προσπαθεί να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις
  • Το 74% δηλώνει ότι ο κλάδος θα πρέπει να κινηθεί προδραστικά στη μείωση των πλαστικών μίας χρήσης και να μην περιμένει την ελληνική νομοθεσίας

Επίσης, χαρακτηριστικός είναι ο προβληματισμός σε σχέση με την επάρκεια των σημερινών δράσεων, καθώς ενδεικτικά αναφέρεται ότι:

  • Το 60% των ερωτηθέντων θεωρεί ότι η εφαρμογή της Ευρωπαϊκής οδηγίας δεν είναι επαρκής για την επίλυση του περιβαλλοντικού προβλήματος που προκαλούν τα πλαστικά μίας χρήσης
  • Το 55% απαντά πως η μείωση των πλαστικών μίας χρήσης είναι μικρότερο πρόβλημα σε σχέση με τα χαμηλά ποσοστά ανακύκλωσης στη χώρα μας

Ενδιαφέρον έχει και η αντίστοιχη έρευνα του ΙΕΛΚΑ που πραγματοποιήθηκε τον Ιούλιο του 2019. Στην ερώτηση «Πόσο αναμένετε να επηρεάσουν οι παρακάτω εξελίξεις τη λειτουργία της επιχείρησής σας έως το 2030», οι απαντήσεις για την κλιματική αλλαγή ήταν: Καθόλου 5%, λίγο 37%, αρκετά 44% και πολύ 14%. Άρα, σε ποσοστό 58% τα στελέχη του κλάδου διέβλεπαν τη σημαντική επίδραση της κλιματικής αλλαγής στο μέλλον της εταιρείας τους.

Συμπερασματικά…
Οι πολίτες διεθνώς, ακόμη και αν δεν έχουν εκτενή και σε βάθος ενημέρωση σχετικά με τις επιπτώσεις των αποφάσεων ισχυρών επιχειρηματικών, οικονομικών, πολιτικών οργανισμών και κυβερνήσεων που κινούνται ενάντια στις βασικές αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης, μπορούν να τις αντιληφθούν στην καθημερινότητά τους.

Το ότι παρεμβάσεις που οδηγούν σε υποβάθμιση του περιβάλλοντος προσπαθούν να κρυφτούν κάτω από μια ωραιοποιημένη διατύπωση μόνο απογοήτευση μπορούν να δημιουργούν, αφού αποτελούν δείγμα ελλιπούς αντίληψης της ταχύτητας με την οποία εξαντλείται η ανοχή των πολιτών, όταν στην υποβάθμιση της ποιότητας ζωής τους γενικότερα προστίθεται η οικονομική ανέχεια.

Το ίδιο αποτέλεσμα έχουν και οι επικοινωνιακές προσπάθειες οικοδόμησης ενός γενικόλογα ηθικού προφίλ, όταν συνδυάζονται με αποφάσεις που αφορούν, για παράδειγμα, απολύσεις χιλιάδων εργαζομένων ή επιδείνωσης των συνθηκών εργασίας.

Γεγονότα που αποτελούν τη λογική συνέπεια αποφάσεων βάσει των οποίων θυσιάζεται ο πλανήτης και οι κοινότητες στο όνομα του κέρδους, όπως είναι η τραγωδία των πυρκαγιών στην Αυστραλία και τον Αμαζόνιο, η καταστροφή των θαλάσσιων οικοσυστημάτων, η ατμοσφαιρική ρύπανση, η έλλειψη νερού και η ερημοποίηση περιοχών, η σύγχρονη δουελία, η αύξησης των κοινωνικών ανισοτήτων και της φτώχιας, το προσφυγικό, η πείνα, η εμφάνιση νέων ασθενειών και η επανεμφάνιση ασθενειών που είχαν περιοριστεί ή εξαλειφθεί έως τη νέα κρίση που προκάλεσε ο Covid-19, θα εξακολουθούν να είναι ένα αγκάθι που θα κεντρίζει τις συνειδήσεις και θα οδηγεί αναπόφευκτα σε λύσεις ή σε καταστροφή.

Agenda 2030-Βιώσιμη Ανάπτυξη: Χρήσιμα links

Γιάννης Μασούτης, διευθύνων σύμβουλος, Δ. Μασούτης: Με ελπίδα, αλλά χωρίς αυταπάτες

Η πρόβλεψη για το τι μέλλει γενέσθαι είναι αδύνατη, καθώς όλα θα εξαρτηθούν από τις εξελίξεις στην τουριστική αγορά, οι οποίες όλοι ευχόμαστε να είναι κατά το δυνατόν οι θετικότερες. Φυσικά, ακόμα και στην καλύτερη των περιπτώσεων οι ήδη καταγεγραμμένες απώλειες δεν θα καλυφθούν. Συνεπώς όλοι προσβλέπουν με ελπίδα, αλλά χωρίς αυταπάτες, σ’ έναν τουριστικά ζωντανό Ιούλιο-Αύγουστο.

Σε ό,τι μας αφορά, οι προσδοκίες μας είναι θετικές, δεδομένου ότι δραστηριοποιούμαστε σε τουριστικές περιοχές, που στηρίζονται στον εγχώριο παρά στον διεθνή τουρισμό, όπως η Χαλκιδική και όλη η παράκτια ζώνη ως την Αλεξανδρούπολη. Απεναντίας, πιστεύω ότι ενδεχομένως θα τονωθεί φέτος, έστω περιορισμένα, ο τουρισμός στις παράκτιες περιοχές της ηπειρωτικής Ελλάδας για λόγους πριν απ’ όλα ασφάλειας έναντι της πανδημίας, καθώς πρόκειται για πολλές περιοχές προσβάσιμες και με ΙΧ μέσα. Άλλωστε, υπό αυτές τις συνθήκες θα προτιμηθούν οι εγχώριοι προορισμοί έναντι των διεθνών. Γενικότερα όσοι δραστηριοποιούμαστε στην ηπειρωτική Ελλάδα πιστεύω ότι έχουμε την εύνοια της συγκυρίας.

Αλλά και νησιά, όπως η Θάσος, η Λέσβος, η Λήμνος, η Χίος κι η Άνδρος, που δουλεύουν παραδοσιακά με Έλληνες, θα προτιμηθούν πολύ περισσότερο από προηγούμενα χρόνια. Τα σοβαρά θέματα αναμένονται στα νησιά μας, που εξαρτώνται κυρίως από το διεθνή τουρισμό.

Σχετικά με την ερώτησή σας, αν και κατά πόσο θα επωφεληθούμε από τη δυσπραγία ενός τμήματος του παραδοσιακού χονδρεμπορίου, δεν πιστεύω ότι τίθεται τέτοιο θέμα. Σε εμάς η ετήσια πτώση στη χονδρική θα υπερκαλυφθεί από τον τζίρο της λιανικής. Ο παραδοσιακός χονδρέμπορος, όπως κάθε επαγγελματίας, δεν θα «παραδοθεί» στη δυσμενή συγκυρία, θα παλέψει για τη δουλειά του με σύμμαχο την ευελιξία, που είναι το πλεονέκτημα κυρίως των μικρών επιχειρήσεων. Έχω την πεποίθηση ότι, έστω με προβλήματα, θ’ αντέξει, πράγμα που το ευχόμαστε με κάθε ειλικρίνεια.

Η εταιρεία μας έχει ανταποκριθεί πολύ καλά σε συνθήκες κρίσης στη δημόσια υγεία, αλλά έχει αλλάξει η συνολική κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και πολλοί τομείς της έχουν πληγεί σημαντικά.

Γίνονται ενέργειες και πρέπει να γίνουν άμεσα κι άλλες, για τη διάσωσή της. Ιδιαίτερα αισιόδοξη από άποψη κυβερνητικής πολιτικής είναι η διασφάλιση ενός μεγάλου ποσού για την ενίσχυση της οικονομίας και πιστεύω ότι τελικά η χώρα θα ωφεληθεί σχετικά.

Το δεύτερο εξάμηνο του έτους προβλέπω ότι ο κλαδικός τζίρος δεν θ’ αποφύγει μια πτώση της τάξης του 5% συγκριτικά με το αντίστοιχο εξάμηνο του 2019, πιθανόν με αποκλίσεις λόγω της αβεβαιότητας. Το βέβαιο είναι πως το συμφέρον όλων είναι ν’ αντέξει τη δοκιμασία ο κάθε χωριστός κλάδος και υποκλάδος δραστηριοτήτων, με τις μικρότερες κατά το δυνατόν απώλειες.»

Βασίλης Σταύρου, brand president, ΑΒ Βασιλόπουλος: Το μέγεθος του σοκ θα φανεί στο τελευταίο τετράμηνο

Κατά το μείζον μέρος της η σχετική απώλεια θα είναι παράγωγο των ζημιών αμιγώς της τουριστικής αγοράς και του ho.re.ca. Πάντως, όσα καταστήματα δραστηριοποιούνται στην ηπειρωτική χώρα πιστεύω πως θα δουλέψουν καλύτερα.

Σε ό,τι αφορά την πορεία γενικά της οργανωμένης χονδρικής φέτος, εκτιμώ ότι, τουλάχιστον στον τομέα των ειδών μπακαλικής, θα υποστεί μια μείωση εσόδων γύρω στο 10% σε σύγκριση με το 2019, πράγμα που σχετίζεται ασφαλώς με τις μεγάλες απώλειες της τουριστικής αγοράς και με την οικονομική κρίση.

Σχετικά με το φετινό ετήσιο μέγεθος του τζίρου της οργανωμένης λιανικής πιστεύω ότι θα επιβεβαιωθούν οι εκτιμήσεις προ της υγειονομικής κρίσης, ότι δηλαδή θα έχει ανάπτυξη γύρω στο 2%. Και αυτό βάσει του κοινά αποδεκτού σκεπτικού ότι η σημαντική ωφέλεια του κλάδου στο πρώτο εξάμηνο θα εξισορροπήσει τις πιθανές απώλειες του δεύτερου εξαμήνου. Φυσικά, αναπάντητο παραμένει το ερώτημα πόσο μεγάλο θα είναι το σοκ στην οικονομία, πράγμα που θα μας το αποκαλύψει το τελευταίο τετράμηνο του χρόνου. Εκτός πια αν το Σεπτέμβριο βρεθούμε εν όψει μιας μη προβλέψιμης σήμερα κατάρρευσης των εισοδημάτων…

Με βάση τα ήδη αποδεκτά, αλλά πάντα με αστάθμητο παράγοντα την εξέλιξη της πανδημίας, όλοι μας στο εξής θα κληθούμε να επιλέξουμε την τακτική μας μεταξύ δύο σεναρίων. Σύμφωνα με το πρώτο και πλέον πιθανό, η οικονομία θα έχει μια οριακή ανάπτυξη το 2021, για να ακολουθήσει ένα αναπτυξιακό μπουμ το 2022. Εάν αυτό επιβεβαιωθεί, προβλέπω μια ανάπτυξη 0%-0,5% το 2021 και επιστροφή σε ετήσια ανάπτυξη της τάξης του 2%-3% από το 2022 και μετά. Σύμφωνα με το δεύτερο σενάριο, το 2021 θα λειτουργήσει άμεσα το «ελατήριο» της ανάπτυξης, πράγμα που ασφαλώς και εύχομαι, αλλά δεν το πιστεύω».

Κλείνοντας τη συζήτησή μας, ο κ. Σταύρου επισήμανε ως «παρακαταθήκη εμπειριών» της πανδημίας τις εξαιρετικές επιδόσεις των μεγάλων καταστημάτων και των καταστημάτων γειτονιάς έναντι των άλλων τύπων καταστημάτων. Επίσης, τόνισε ότι από την έναρξη της άρσης των μέτρων της καραντίνας, ενόσω οι καταναλωτικές συμπεριφορές επανέρχονται στα προ πανδημίας πλαίσια αντιδράσεων, ο αριθμός των επισκέψεων ανά πελάτη αυξάνει μεν, με την ανάλογη μείωση σε αξία του «καλαθιού» ανά επίσκεψη, αλλά απέχει ακόμα σημαντικά από τα ισχύοντα προ της πανδημίας.

Στο ίδιο πλαίσιο, είπε ακόμα ότι, ενώ υπό συνθήκες καραντίνας υπήρξε έκρηξη της ζήτησης ηλεκτρονικών πωλήσεων, εκτινάσσοντας το σχετικό δείκτη στο 300% συγκριτικά με την προηγούμενη περίοδο, ο σχετικός δείκτης σήμερα δεν φαίνεται να πέφτει κάτω από το 200%, αν και το μέσο «καλάθι» αγορών έχει μικρύνει σε αξία.

Κωνσταντίνος Μαχαίρας, πρόεδρος, ΙΕΛΚΑ: Σχεδιασμός τώρα με γνώμονα το category management

Διότι η επίδραση της οικονομικής κρίσης στο ψυχολογικό κλίμα και στο διαθέσιμο καταναλωτικό εισόδημα, σε συνδυασμό με την έναρξη αφενός της περιόδου εξόφλησης των υποχρεώσεων των νοικοκυριών τον Ιούλιο και αφετέρου της λειτουργίας της μαζικής εστίασης, είναι σίγουρο ότι θα αντιστρέψουν τις επιδόσεις των αλυσίδων το δεύτερο εξάμηνο του έτους.

Όσο κι αν οι όμιλοι του κλάδου κέρδισαν από την ανάπτυξη των λιανικών πωλήσεων τον Μάρτιο και τον Απρίλιο, αντισταθμίζοντας τις ζημιές των cash & carry λόγω της νέκρωσης της αγοράς του ho.re.ca., η οργανωμένη χονδρική ζημιώθηκε κι αυτό δεν αλλάζει. Αν ληφθεί υπόψιν ότι ο τουρισμός, μέσω του ho.re.ca. και της μικρής λιανικής κυρίως της παράκτιας χώρας, στηρίζει σε μεγάλο βαθμό τις πωλήσεις της οργανωμένης χονδρικής, ακόμα και με την ευνοϊκότερη δυνατή εξέλιξη των πραγμάτων φέτος οι απώλειες των cash & carry αποκλείεται να ισοφαριστούν. Μένει να δούμε το μέγεθος των απωλειών τους. Σχετικά η οποιαδήποτε πρόβλεψη, τουλάχιστον επί του παρόντος, θα ήταν αυθαίρετη, λόγω του απρόβλεπτου χαρακτήρα της πανδημίας, άρα και των μέτρων για την αντιμετώπισή της, που επιδρούν στον τουρισμό και συνολικά στα αποτελέσματα από την επανεκκίνηση του συνόλου της οικονομίας. Το βέβαιο είναι ότι χάθηκε για το cash & carry το κρίσιμο τρίμηνο Απριλίου-Ιουνίου, που μαζί με το δίμηνο Σεπτεμβρίου-Οκτωβρίου «φτιάχνουν» την κερδοφορία αυτού του καναλιού, εφόσον στο δίμηνο Ιουλίου-Αυγούστου έτσι κι αλλιώς δουλεύει. Συνεπώς το φθινόπωρο θα μπορέσουμε να εκτιμήσουμε το μέγεθος των ετήσιων απωλειών του cash & carry και πάντα με τον κίνδυνο να πέσουμε έξω στις προβλέψεις μας, αν χτυπηθούμε από ένα δεύτερο κύμα της πανδημίας.

Φάση μεταβατική από κάθε άποψη
Πέραν αυτών, όμως, αν κάτι τώρα πρέπει να απασχολεί πολύ σοβαρά τις διοικήσεις των αλυσίδων, είναι ότι ήδη άνοιξε ένας νέος κύκλος αλλαγών στην εισοδηματική κατάσταση των πελατών τους. Η φτώχεια είναι φανερό πια ότι διευρύνεται μακροπρόθεσμα, άρα πρέπει άμεσα η κάθε εταιρεία να επαναπροσδιορίσει στρατηγικά το τι πουλά, πώς το πουλά και σε ποιον το απευθύνει. Το επισημαίνω αυτό, διότι μέχρι σήμερα όλοι πουλούν σε όλους με τον ίδιο πάνω-κάτω τρόπο και, απ’ ότι βλέπω, δεν αναλαμβάνονται πρωτοβουλίες προσέγγισης του κοινού με βάση τις νέες εισοδηματικές του κατανομές. Τέτοιου είδους προσεγγίσεις, για να έχουν αποτέλεσμα, δεν μπορεί παρά να είναι στρατηγικού βάθους και σχεδιασμού με γνώμονα την ανάλυση του category management ανά γεωγραφική περιοχή. Αλλά φοβάμαι ότι αυτά είναι ψιλά γράμματα για στελέχη προσηλωμένα στο μικτό κέρδος κι όχι στην πελατοκεντρικότητα. Απλώς προειδοποιώ ότι, χωρίς πελατοκεντρικές στρατηγικές, οι αλυσίδες δεν θα μπορούν ν’ αναπτύσσουν τα μερίδιά τους περισσότερο απ’ όσο το πετυχαίνουν μέχρι σήμερα, πράγμα που θα τις κάνει πιο ευάλωτες στην ύφεση.

Επίσης, πολλά στελέχη του κλάδου, έχοντας ζήσει την έξαρση των πωλήσεων την περίοδο της καραντίνας, αισθάνονται ασφαλή. Φοβάμαι ότι αυτό τους εμποδίζει να σταθμίσουν τη θέση τους έναντι μιας σαρωτικής, όπως φαίνεται, και παγκόσμιας τάσης ψηφιακού μετασχηματισμού του λιανεμπορίου, που η συγκυρία την επιταχύνει, δείχνοντας σχετικά την ανάγκη για άμεση και γενναία επενδυτική ανταπόκριση. Ήδη οι πελάτες τους ζητούν νέες εμπειρίες, πολύ περισσότερες από αυτές που τους παρέχουν, κυρίως στον τομέα της άνεσης και της ευκολίας, και μολονότι δεν τους αρνούνται την πιστότητα, στο εξής θα απαιτούν πολύ περισσότερα πλεονεκτήματα ως αντάλλαγμα για να την εκδηλώνουν… Η φάση που περνάμε σήμερα είναι μεταβατική από κάθε άποψη. Στο πλαίσιο αυτό, θέλω να προειδοποιήσω τους επιχειρηματίες του κλάδου μας ότι τώρα ακριβώς περισσότερο από ποτέ μπορεί ξάφνου να εμφανιστεί στην αγορά μας ένας διεθνής «παίχτης», πολύ πιο ισχυρός απ’ όλους μαζί και να φτωχύνουν σε μια νύχτα. Παγκόσμιοι επιχειρηματικοί κολοσσοί, απ’ αυτούς που διαμορφώνουν στρατηγικές σε προοπτική εικοσαετίας και που ειδικά σε συγκυρίες παγκόσμιων κρίσεων, όπως η φετινή, επανασχεδιάζουν το μέλλον τους, είναι έτοιμοι να επενδύσουν πακτωλό χρήματος σε χώρες με στρατηγικό πλεονέκτημα, όπως η Ελλάδα, η οποία έχει τεράστιο ενδιαφέρον ως πύλη εισόδου τους στην Ευρώπη.

Ας μην το υποτιμούν αυτό οι επιχειρηματίες μας, υπερτιμώντας την ασφάλειά τους… Εξάλλου, η οργανωμένη λιανική του κλάδου στον τόπο μας ελέγχει περίπου το μισό της εγχώριας αγοράς του ευρύτερου κλάδου, όταν σε άλλες χώρες το σχετικό ποσοστό φτάνει το 75%. Άρα ο χώρος υπάρχει, για να επιδιωχθεί η κάλυψή του, μετά λ.χ. από μια τρανταχτή εξαγορά…

Προσωπικά είμαι πεισμένος ότι στα ερχόμενα δυο-τρία χρόνια θα δούμε δραματικές αλλαγές στον παγκόσμιο χάρτη του κλάδου, το ντόμινο των οποίων ας μη φαντάζεται κανείς ότι θα μας εξαιρέσει…».

Οικονομία-τουρισμός-τζίρος: Η πληγή κρυώνει και τώρα αρχίζει να πονά

Ζητήσαμε, λοιπόν, από τους ερευνητές της IRI να μας πουν ενδεικτικά, με βάση τα στοιχεία του 2019 και της περιόδου φέτος που προηγήθηκε της καραντίνας, τι ποσοστό πωλήσεων επί του συνολικού ετήσιου τζίρου των FMCG αντιστοιχεί στο τουριστικά πιο ζωντανό τετράμηνο της χρονιάς, δηλαδή μεταξύ Ιουνίου και Σεπτεμβρίου. Η απάντηση ήταν 34%. Δηλαδή το εν λόγω τετράμηνο μοιράζεται «πολύ δίκαια» τον ετήσιο τζίρο με τ’ άλλα δυο, που δεν έχουν τουριστική ζωηράδα, μολονότι θα περίμενε κανείς ότι τα 32 εκατομμύρια των αλλοδαπών επισκεπτών μας κατ’ έτος τα τελευταία χρόνια, που συμβάλλουν στην παραγωγή του περιφερειακού ΑΕΠ των νησιών τα μέγιστα (πίνακας 1), επιδρούν ευμενώς ή, έστω, αισθητά στις πωλήσεις του κλάδου.

Όταν μιλούν οι αριθμοί
Έχει, όμως, ένα ειδικό ενδιαφέρον η ανάλυση, όταν εστιαστεί στη νησιωτική χώρα (εκτός Κρήτης), το μερίδιο της οποίας στις ετήσιες κλαδικές πωλήσεις σε όλη την Ελλάδα είναι μικρό (8%). Στα FMCG σταθερού barcode, λοιπόν, το καλοκαιρινό μερίδιο πωλήσεων των cash & carry είναι 39%, δηλαδή μόλις 5 ποσοστιαίες επάνω από το μέσο όρο.

Προ διετίας, μελετώντας το μέγεθος της «ευκαιρίας» για την οργανωμένη χονδρική από την τουριστική ανάπτυξη και φτάνοντας από άλλη οδό στο ίδιο συμπέρασμα, είχαμε καταλήξει στο «πολύς λόγος για το τίποτα» κι όχι άδικα, καθώς η τουριστική αγορά εξυπηρετείται κυρίως από τις δομές του λεγόμενου «παραδοσιακού» χονδρεμπορίου κι αυτό δεν έχει αλλάξει –ή μάλλον, αυτό που έχει αλλάξει φέτος, είναι ότι τούτο έχει πληγεί καίρια από την πανδημία, όπως όλες οι δραστηριότητες που συνδέονται άμεσα με τις τουριστικές υπηρεσίες. Παρεμπιπτόντως, σε άλλη ευκαιρία έχουμε υποστηρίξει ότι το εργαλείο των επιχειρήσεων του κλάδου, προκειμένου να αποσπάσουν μερίδια από το παραδοσιακό χονδρεμπόριο, βρίσκεται στο στρατηγικό franchising στη μικρή λιανική ή/και στην ανάληψη χονδρεμπορικής δράσης μεγάλης κλίμακας από τις ίδιες για λογαριασμό όλης της αγοράς (μικρής λιανικής και ho.re.ca.) κι όχι τόσο στο cash & carry, το οποίο θα οριοθετήσει τον «κυνηγότοπό» του, μόνον εφόσον ωριμάσει ο ανταγωνισμός στο franchising και κοπάσει η πώληση χονδρικής από τα σούπερ μάρκετ.

Αλλά το σημαντικό είναι ότι στα FMCG το καλοκαιρινό μερίδιο πωλήσεων των νησιωτικών σούπερ μάρκετ φτάνει το 42%! Πράγματι, το σούπερ μάρκετ τοπικά στο νησί, όπως και το μικρό λιανεμπορικό κατάστημα, που δεν το μετρά η έρευνα, τα καλοκαίρια δουλεύουν κυρίως με τις μικρές συσκευασίες των FMCG, που τις προτιμούν οι επισκέπτες –συνήθως ολιγοήμερης παραμονής– για αυθημερόν κατανάλωση. Κάτι αντίστοιχο κάνει το σούπερ μάρκετ π.χ. της Αθήνας σε συνοικίες που ανθεί το Airbnb, όπως το Κουκάκι, προσθέτοντας τζίρο στο ταμείο του, όπως μαθαίνουμε, περίπου κατά 10%-11% παραπάνω τούς τουριστικά κινητικούς μήνες σε σύγκριση με την τουριστικά υποτονική περίοδο του έτους. Από αυτή την άποψη έχει ενδιαφέρον ο αναγνώστης να ρίξει μια ματιά στον πίνακα 2, όπου με τη συνδρομή της IRI παρουσιάζουμε δεκαπέντε ενδεικτικές περιπτώσεις FMCG, οι πωλήσεις των οποίων το καλοκαίρι είναι στα φόρτε τους, δηλαδή τα μερίδια τζίρου επί των ετήσιων πωλήσεών τους στους τέσσερις θερμούς μήνες βρίσκονται άνω των μέσων όρων του 34% επί του συνόλου της χώρας και του 42% στα νησιά, προκειμένου να φανεί η διαφορά της ζήτησής τους εκεί όπου αυτή συναρτάται με τα καταναλωτικά ενδιαφέροντα των τουριστών, δηλαδή στα νησιά.

Μόλις ένα 12% του τζίρου των c&c εξαρτάται από την τουριστική αγορά
Μια πρώτη σκέψη είναι ότι οι απώλειες των c&c τον Απρίλιο (21% σε σύγκριση με τον Απρίλιο του 2019 ή 78 έναντι 99,2 εκατ. ευρώ) δίνουν σε γενικές γραμμές το μέτρο της «έκθεσης» της οργανωμένης χονδρικής στο σύνολο των δραστηριοτήτων της τουριστικής αγοράς (ho.re.ca και εποχικής μικρής λιανικής της τουριστικής ζώνης).

Ωστόσο, η μελέτη των στοιχείων της IRI σχετικά με την ανά μήνα απόδοση των c&c στο σύνολο της χώρας πέρυσι (ο συνολικός τους τζίρος το 2019 ανήλθε στα 1,2 δισ. ευρώ) έδειξε άλλα: Με μέση απόδοση του μηνιαίου τζίρου τους στο τουριστικό τετράμηνο σχεδόν τα 118 εκατ. ευρώ και για τους άλλους οκτώ μήνες σχεδόν τα 91 εκατ. ευρώ, εύκολα σταθμίζεται η εν λόγω «έκθεση» περίπου στα 108 εκατ. ευρώ (118-91=27Χ4=108). Κι αν λάβει κανείς υπόψη του ότι γενικά στη διάρκεια του ζεστού τετραμήνου εισρέει περίπου το 75% των ετήσιων εσόδων της οικονομίας μας από τον τουρισμό, το πολύ αυτή η «έκθεση» να φτάνει σε γενικές γραμμές γύρω στα 144 εκατ. ευρώ αν προστεθούν και οι υπόλοιποι μήνες υποτονικής τουριστικής κίνησης ή αλλιώς, στο 12% του ετήσιου τζίρου των c&c (εφόσον, δηλαδή, τα «καλοκαιριάτικα» 108 εκατ. ευρώ των c&c εκληφθούν ως το 75% των εσόδων τους από τον τουρισμό, κατ’ αντιστοιχία της συμμετοχής του τουρισμού στο ΑΕΠ).


Διπλή η ζημιά και μακροπρόθεσμη
Οι διοικήσεις των ομίλων του κλάδου, των οποίων το «καλό δεξί» –τα σούπερ μάρκετ– σε συνθήκες lockdown έκαναν απρόσμενα χρυσές δουλειές, μπορεί να αισθάνονται ανακούφιση γιατί οι απώλειες του άλλου τους «χεριού» –των cash & carry– υπερκαλύφθηκαν στα ομιλικά ταμεία με το παραπάνω, αλλά το πρόβλημα που θα κληθούν να διαχειριστούν στο εξής συνιστά στρατηγικό πονοκέφαλο. Συνάπτεται ασφαλώς με τη ζημίωση ενός πολύ μεγάλου αριθμού των συνεργατών τους-προμηθευτών, η οποία μέλλει διπλή και μακροπρόθεσμη.

Αφενός διότι οι απώλειές τους, αρχικά λόγω lockdown, οι οποίες επ’ ουδενί λόγω αντισταθμίστηκαν στη γενική θεώρησή τους από την έξαρση των εαρινών πωλήσεων των σούπερ μάρκετ, συνδέονται με τις αποδόσεις της τουριστικής αγοράς, η οποία εξ όσων ακούγονται, φέτος μ’ ένα μόλις 20%-25% του περσινού επιπέδου επιδόσεών της μάλλον πρέπει ν’ αφήσει (μαύρη) ικανοποίηση στους εταίρους της, ενόσω την ελπίδα των τελευταίων για ταχεία ανάταξη του τουρισμού το 2021 δεν φαίνεται να τη συμμερίζονται οι πράκτορες των διεθνών ταξιδιωτικών υπηρεσιών. Αφετέρου διότι τόσο οι προμηθευτές όσο και οι λιανεμπορικές επιχειρήσεις στο εξής είναι αντιμέτωπες μ’ ένα δεύτερο κύμα «εσωτερικής υποτίμησης», στο οποίο ήδη υπόκειται η πελατεία τους, οδυνηρότερο από το προηγούμενο, καθώς τώρα η αφαίρεση εισοδημάτων δεν γίνεται από το επίπεδο μιας «σχετικής ευημερίας», αλλά από το «μη παρέκει» της επιβίωσης…

Από αυτή την άποψη η διαπίστωση της IRI ότι μεταξύ Φεβρουαρίου και Απριλίου φέτος στις 41 από τις 50 βασικότερες κατηγορίες προϊόντων διαπιστώθηκαν ανατιμήσεις έως 10% θα περάσει πολύς καιρός για να ξαναγίνει, τουλάχιστον σε παρόμοια έκταση. Ο πανικός της ζήτησης μπορεί να ώθησε «το αόρατο χέρι του ανταγωνισμού» να συμπαρασταθεί στην προσφορά, αλλά αυτό το έκανε στα όρια μιας απλής «αρπαχτής», γιατί μέλλεται μουδιασμένο. Αντίθετα ο προωθητικός τζίρος, που κέρδισε μία μονάδα την εποχή του «Μένουμε σπίτι» (από 24% επί των συνολικών πωλήσεων έφτασε το 25% κατά την IRI), ενδεχομένως θα γίνει πηγή νέου άγχους στον ανταγωνισμό και για τις δύο πλευρές της προσφοράς, οι οποίες μοιάζει φρονιμότερο, κρίνοντας από τις επιδόσεις τους το τελευταίο τρίμηνο-τετράμηνο του έτους, να σταθμίσουν τις ετήσιες του 2021.

Από τον κορονοϊό στον «παρανοϊό»
Η ευήθης αισιοδοξία περί πρόσκαιρης διακοπής της ανάπτυξης θα πληρωθεί ακριβά. Ενόσω με τη βούλα του ελληνικού κράτους, το 87% των κλάδων της οικονομίας κατατάσσεται στην κατηγορία των πληττόμενων, το Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδας σε ειδική μελέτη του για τις επιπτώσεις της υγειονομικής κρίσης στην οικονομία προειδοποιεί: Περισσότεροι από 1,7 εκατ. εργαζόμενοι θα επηρεαστούν δυσμενώς (άμεσα 1.089,4 χιλ. άτομα σε χονδρικό-λιανικό εμπόριο και δραστηριότητες υπηρεσιών παροχής καταλύματος και εστίασης, 204,8 χιλ. στις μεταφορές-αποθήκευση, 55,5 χιλ. στις τέχνες και τη διασκέδαση-ψυχαγωγία, έμμεσα 379,9 χιλ. στη μεταποίηση κ.ά.), με σοβαρή επίπτωση σε εθνικό εισόδημα και κατανάλωση και αλυσιδωτές παρενέργειες στην οικονομική δραστηριότητα κυρίως των ΜμΕ εμπορικών επιχειρήσεων.

Σύμφωνα με έρευνα του Εμπορικού Συλλόγου Αθήνας, το 80% των καταστημάτων της πιο τουριστικής ζώνης της Αθήνας (Μοναστηράκι, Πλάκα, Θησείο κ.ά.), μετά την άρση του lockdown, έχουν σχεδόν μηδενικό τζίρο. Εξάλλου, εννέα στις δέκα αιτήσεις δανειοδότησης ΜμΕ έχουν απορριφθεί, παρότι από τα 16 δισ. ευρώ που έλαβαν οι ελληνικές τράπεζες από την ΕΚΤ για την ενίσχυση των ΜμΕ, έχουν διατεθεί μόλις τα 4,3 δισ. ευρώ –σχετικά προτείνουμε στον αναγνώστη να διαβάσει το εξαιρετικό άρθρο του κ. Γ. Καρανίκα, προέδρου της ΕΣΕΕ (naftemporiki.gr 12/6).

Έτσι, ενόψει ενός νέου πιθανού γύρου περιοριστικών μέτρων από το φθινόπωρο οι παράγοντες της αγοράς μιλούν έντρομοι περί «ανεπανόρθωτης βλάβης». Τουλάχιστον 500 χιλ. οικογένειες, ενόσω κλείναμε την ύλη του παρόντος τεύχους, ζούσαν (;) με τα 800 ευρώ της κρατικής επιχορήγησης τον Απρίλιο, ενόσω το πρόγραμμα «Συν-Εργασία» βάλτωσε, καθώς στην πλειονότητά τους οι εργοδότες προτιμούν «παραδοσιακά» εργαλεία μείωσης του εργασιακού κόστους (μνημονιακό νόμο του 2012 για την ελαστική απασχόληση). Η διοχέτευση επιπλέον 190 εκατ. ευρώ στο εν λόγω πρόγραμμα για την καταβολή εκ μέρους του κράτους του 60% των εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών που αντιστοιχούν στον χρόνο κατά τον οποίο οι εργαζόμενοι δεν απασχολούνται (αφορά μόνο το χρονικό διάστημα από 15 Ιουνίου έως 31 Ιουλίου), αποτελεί ομολογία αποτυχίας του σχεδιασμού για τη χρηματοδότηση της ελαστικής απασχόλησης στο όνομα της διατήρησης των θέσεων εργασίας. Την ίδια ώρα η κυριαρχία των ελαστικών μορφών απασχόλησης έχει μειώσει δραστικά τα μισθωτά εισοδήματα, υπονομεύοντας καίρια τα ταμεία του ΕΦΚΑ (ήδη ποικιλώνυμοι «λαγοί» προϊδεάζουν περί αναπόφευκτης μείωσης των συντάξεων), ενώ οι απολύσεις αυξάνουν συνεχώς από τις πρώτες ημέρες μετά το lockdown. Μεταξύ Ιανουαρίου και Μαΐου φέτος δημιουργήθηκαν μόλις 5.826 νέες θέσεις εργασίας έναντι 265.059 το αντίστοιχο διάστημα πέρσι, ορίζοντας τη χειρότερη ιστορικά επίδοση σε επίπεδο τόσο πρώτου πενταμήνου όσο και μηνός Μαΐου, μηνός που ανέκαθεν παρουσίαζε κατακόρυφη αύξηση της απασχόλησης και των προσλήψεων (μόλις 99.257 φέτος έναντι 66.282 απολύσεων).


Κατά την ΕΛΣΤΑΤ το πρώτο τρίμηνο του 2020 το ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά 0,9% σε σχέση με το αντίστοιχο του 2019 και κατά 1,6% σε σχέση με το τελευταίο του 2019. Το ίδιο και οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου: Το πρώτο τρίμηνο φέτος μειώθηκαν κατά 8,4% σε σχέση με το τέταρτο τρίμηνο του 2019 και κατά 6,4% σε σχέση με το πρώτο του 2019. Δυστυχώς είναι κάτι περισσότερο από βέβαιο πως πρόκειται για μια lite πρόγευση των μακάβριων στοιχείων του παρόντος και των επόμενων τριμήνων…

Η εξέλιξη των «στοιχείων ταυτότητας» του ελληνικού τουρισμού και του ειδικού βάρους του στην οικονομία της χώρας σημαίνει πολύ περισσότερα, από την εντύπωση που αφήνει η πρώτη ανάγνωσή τους. Ο φαινόμενος σχεδόν διπλασιασμός τού (άμεσου κι έμμεσου) αποτυπώματος του τουρισμού στο ΑΕΠ είναι εν μέρει καρπός της σμίκρυνσης του ΑΕΠ μεταξύ 2010 και 2018. Διότι η «καθαρή» ανάπτυξη της τουριστικής «βιομηχανίας» μας είναι περίπου 58% σε σχέση με το 2010, αν οι υπολογισμοί γίνουν με γνώμονα είτε την αξία του ΑΕΠ (226 δισ. ευρώ το 2010 έναντι 185 δισ. ευρώ το 2018) είτε απλώς το μέγεθος των «εσόδων σε δισ. ευρώ», όπως περιγράφεται στον πίνακα. Μολαταύτα η ανάπτυξη αυτή είναι πολλαπλά βαρύνουσα, εφόσον αφενός είναι η μοναδική τέτοιας έντασης μεταξύ όλων των κλάδων της εγχώριας οικονομίας την τελευταία καταστροφική δεκαετία και αφετέρου τα άμεσα έσοδα του τουριστικού κλάδου (18,2 δισ. ευρώ το 2018 συνυπολογιζόμενων των εσόδων της κρουαζιέρας, ήτοι αντιστοιχούν σχεδόν 10% του ΑΕΠ) αναλογούν στο 73% των εισπράξεων από τον εξωτερικό τομέα όλων μαζί των τομέων της οικονομίας μας (εξαιρουμένων των καυσίμων).

Ταυτόχρονα, όμως, τούτο καθιστά την ελληνική οικονομία την πλέον εξαρτημένη από τον τουρισμό μεταξύ 35 χωρών του ΟΟΣΑ και γι’ αυτό πιο ευάλωτη στις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας. Τούτο με τη σειρά του το ενισχύει το γεγονός ότι περισσότερο του 90% των εσόδων του ελληνικού τουριστικού κλάδου προέρχονται από το διεθνή τουρισμό, σε αντίθεση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, που έχουν εξίσου ανεπτυγμένο τουρισμό (π.χ. Ιταλία, Ισπανία, Γερμανία) πλην, όμως, το 40%-50% των εσόδων τους από αυτόν προέρχονται από τον εσωτερικό τους τουρισμό.

Σε αυτό το πλαίσιο, είναι εύλογη η εκτίμηση της Κομισιόν και του ΔΝΤ για το τερατώδες βάθος της ύφεσης στην Ελλάδα, ενόσω έχει αποκλειστεί η σχήματος «V» απεμπλοκή μας από αυτήν, και μόνον διότι οι ειδήμονες της τουριστικής αγοράς διεθνώς εκτιμούν ότι δεν θα συνέλθει προ του 2023…

Κατά τ’ άλλα, αν ο διπλασιασμός του αριθμού των διεθνών επισκεπτών στην Ελλάδα την τελευταία δεκαετία κι η κλιμακούμενη μείωση της κατά κεφαλής δαπάνης τους (κατά 36% από το 2000 ως το 2018) απηχεί μια παγκόσμια τάση υπέρ των περισσότερων ολιγοήμερων επισκέψεων σε διεθνείς τουριστικούς προορισμούς, η έμμονα δυσαρμονική εποχικότητα του εγχώριου τουριστικού προϊόντος δηλώνει μια εγγενή αδυναμία αναβάθμισής του, στο πλαίσιο του παγκόσμιου καταμερισμού της τουριστικής αγοράς, στην οποία, πάντως, το μερίδιό μας παραμένει σχετικά σταθερό, ενισχυμένο μόνο στην ευρωπαϊκή του διάσταση.

Όσο για τα 32 δισ. ευρώ του ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης –που δεν θα είναι τόσα, αν κρίνουμε από τα οκτώ βέτο στη γαλλογερμανική πρόταση–, θα χορηγηθούν σε προοπτική επταετίας, δεδομένου ότι πρόκειται για πόρους υπέρ ανασυγκρότησης των ευρωπαϊκών οικονομιών κι όχι για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας. Και θα χορηγηθούν μέσω της χρονοβόρου στενωπού των ευρωπαϊκών διαδικασιών εγκρίσεων υπό έλεγχο και επιτήρηση… Ως τότε;

Τα δύο σενάρια της IRI για την εξέλιξη των πωλήσεων φέτος
Ποια ήταν η επίδραση lockdown στις πωλήσεις των σούπερ μάρκετ (εκτός c&c); Σύμφωνα με την IRI, στο πρώτο πεντάμηνο του έτους (μέχρι τις 24 Μαΐου) οι πωλήσεις των FMCG σταθερού barcode αυξήθηκαν συγκριτικά με το αντίστοιχο περσινό κατά 14,7% και ειδικότερα στα προϊόντα διατροφής, που καλύπτουν άνω του 70% του τζίρου, αυξήθηκαν κατά 13,1%, στα οικιακού καθαρισμού κατά 21% και στα ατομικής περιποίησης κατά 15,3%, ενόσω στις αρχές του Ιουνίου το μέσο «καλάθι» αγορών εκτιμάτο γύρω στα 50 ευρώ, αυξημένο περίπου κατά 20% συγκριτικά με την προ πανδημίας περίοδο. Σημειωτέον δε ότι σε σύνολο σαράντα κατηγοριών προϊόντων που παρακολουθεί η εταιρεία εξειδικευμένα στη μικρή λιανική, διαπίστωσε ότι, ενώ ανέπτυξαν τις πωλήσεις τους στα σούπερ μάρκετ κατά 7%, στους μικρούς της αγοράς πήραν μπόι μόλις 1,6%, πράγμα αντίθετο με τη γενική ευρωπαϊκή εμπειρία, σύμφωνα με την οποία η ανάπτυξη του πανικού μοιράστηκε πιο δίκαια μεταξύ μεγάλων και μικρών…

Και πώς θα εξελιχθεί ο τζίρος σε ετήσια βάση; Η IRI πρότεινε πρόβλεψη διπλού σεναρίου, ενός υπό συνθήκες ομαλότητας στη δημόσια υγεία κι ενός υπό συνθήκες κρίσης, με νέα πιθανώς τοπικά lockdown. Ενδιαμέσως των δύο θα διακυμανθούν οι πωλήσεις, αναλόγως της έντασης της πανδημίας κατά τους αναλυτές. Σύμφωνα με το πρώτο σενάριο, λοιπόν, οι πωλήσεις των FMCG σταθερού barcode θα κλείσουν φέτος με ανάπτυξη 5,3% και ειδικότερα στα προϊόντα διατροφής κατά 5,1%, στα οικιακού καθαρισμού κατά 8,9% και στα ατομικής περιποίησης κατά 4,7%. Σύμφωνα με το κρισιακό σενάριο, η χρονιά θα κλείσει αντίστοιχα με συνολική ανάπτυξη πωλήσεων 8,1% και ανά ειδική κατηγορία, όπως προηγουμένως, κατά 8%, 11,6% και 9,2%.

Διαβάστε τι είπαν στο πλαίσιο του αφιερώματος οι:

Ιωάννης Λιανός, ΕΑ: Η Επιτροπή Ανταγωνισμού εκσυγχρονίζεται

O κ. Ιωάννης Λιανός τονίζει, επίσης, ότι σύντομα κατόπιν νομοθετικής ρύθμισης θα αλλάξει η δομή της Επιτροπής, ώστε να διευρυνθούν οι παρεμβάσεις της για αθέμιτες πρακτικές και να προαχθούν οι συνέργειές της με άλλες ρυθμιστικές αρχές.

    σελφ σέρβις: Πώς αποτιμάτε την εμπειρία την εποπτεία της αγοράς υπό το lockdown;

Ιωάννης Λιανός: Ήταν ομολογουμένως μια δύσκολη περίοδος. Kαι για την Επιτροπή Ανταγωνισμού το lockdown ήταν μια πρωτόγνωρη εμπειρία, αλλά της έδωσε την ευκαιρία να προχωρήσει στην υιοθέτηση καινοτόμων ερευνητικών μεθόδων/εργαλείων, επιταχύνοντας τον ψηφιακό μετασχηματισμό της. Παραδείγματος χάριν, προκειμένου να δράσει εστιασμένα, συντονισμένα και άμεσα σε αγορές με ενδεχόμενα προβλήματα ανταγωνισμού, εξασφάλισε οργανωμένη πρόσβαση σε δημόσιες ή διαδικτυακές βάσεις δεδομένων, όπως της ΕΛΣΤΑΤ, του ΟΚΑΑ και του e-katanalotis, δηλαδή των τιμολογιακών δεδομένων από την εφαρμογή της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Καταναλωτή του Υπουργείου Ανάπτυξης, καθώς και στις ψηφιακές πλατφόρμες δεδομένων για τις δημόσιες συμβάσεις. Επιχείρησε, με άλλα λόγια, να αναπληρώσει κενά στις ερευνητικές της διαδικασίες, ώστε να εξασφαλίσει γρήγορη και κωδικοποιημένη πληροφορία για ζητήματα σχετικά με τη λειτουργία επιμέρους κλάδων της οικονομίας, την τιμολόγηση αγαθών κ.ά. Η Επιτροπή έκανε στο παρελθόν χρήση ανάλογων στοιχείων, όχι όμως συστηματικά ώστε να μπορεί να επεμβαίνει άμεσα και κυρίως προληπτικά, με αποτέλεσμα να δρα μόνο κατασταλτικά, βασιζόμενη σε καταγγελίες ή άλλες πληροφορίες. Σημειώνω ότι η οργανωμένη πρόσβαση στις σχετικές βάσεις δεδομένων θα επιτρέψει στην ανεξάρτητη αρχή να αναλάβει και δράσεις «διαπαιδαγώγησης» και των καταναλωτών και των επιχειρήσεων.

Στοιχεία από 3.300 επιχειρήσεις την περίοδο του lockdown

    σ. σ.: Στις περίπου εβδομήντα ημέρες του lockdown κάνατε σειρά ελέγχων για τις συνθήκες λειτουργίας του ανταγωνισμού. Ποια είναι τα πρώτα συμπεράσματά σας;

Ι. Λ.: Κινητοποιηθήκαμε άμεσα, αποστέλλοντας στις 20 Μαρτίου ερωτηματολόγια για τον τρόπο διαμόρφωσης των τιμών σε συγκεκριμένες κατηγορίες προϊόντων. Συνολικά απευθυνθήκαμε σε 4.058 εταιρείες, για πρώτη φορά ηλεκτρονικά, ενώ προωθήσαμε και βίντεο με οδηγίες για τη συμπλήρωση των ερωτηματολογίων. Τα στοιχεία που συλλέξαμε προήλθαν από 3.300 επιχειρήσεις. Ήδη τα επεξεργάζονται εμπειρογνώμονες συνεργάτες μας από την πανεπιστημιακή κοινότητα, σε συνεργασία με τη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού –δηλαδή δώδεκα οικονομέτρες που ενίσχυσαν την, όπως την ονομάσαμε, «Ομάδα Covid 19» της Επιτροπής Ανταγωνισμού –συνολικά 20 άτομα–, την οποία συστήσαμε ήδη στις 7 Μαρτίου, προκειμένου να αναπτύξουμε στρατηγική στοχευμένης επέμβασης. Δυστυχώς το προσωπικό της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού της Επιτροπής έχει μειωθεί τα τελευταία χρόνια –αριθμεί 85 άτομα. Ενεργήσαμε ώστε έως τέλος του έτους θα καλυφθούν 17 κενές θέσεις από μόνιμο επιστημονικό προσωπικό.

Οι έλεγχοι θα συνεχιστούν

    σ. σ.: Ποια προϊόντα αφορούν τα στοιχεία στα οποία αναφέρεστε;

Ι. Λ.: Κατά προτεραιότητα επικεντρώνουμε το ενδιαφέρον μας στις μάσκες και τα αντισηπτικά, για τα οποία έγινε πολύς λόγος, όπως και στις δημόσιες συμβάσεις προμήθειας ιατροτεχνολικού υλικού, για τις οποίες συνεργαστήκαμε με τις υγειονομικές υπηρεσίες της Περιφέρειας.

    σ. σ.: Προχωρήσατε σε αυτεπάγγελτες έρευνες σε κλάδους, για τους οποίους υπήρξαν ενδείξεις αντι-ανταγωνιστικών συμπεριφορών;

Ι. Λ.: Έλεγχοι έγιναν στην αγορά τροφίμων με επιτόπιες έρευνες σε επιχειρήσεις, μετά από πληροφορίες ή καταγγελίες για αντιανταγωνιστικές πρακτικές διαμόρφωσης των τιμών. Επισκεφθήκαμε, σε συνεργασία με τις Περιφέρειες, αιφνιδιαστικά εταιρείες, φορείς και οργανώσεις, κυρίως παραγωγών του πρωτογενή τομέα. Οι έλεγχοι θα συνεχιστούν βάσει των εβδομαδιαίων αναλύσεων, που διενεργεί εσωτερικά η Επιτροπή Ανταγωνισμού.

Συλλογή δεδομένων-ανάλυση real time

    σ. σ.: Διαπιστώσατε αυξήσεις τιμών εν μέσω Covid-19;

Ι. Λ.: Οι τιμές έχουν πράγματι αυξηθεί σε ορισμένα προϊόντα. Tο ζήτημα, ωστόσο, είναι αν δικαιολογούνται ή αν τίθεται θέμα αντιανταγωνιστικών πρακτικών. Η αξιολόγησή μας προσμετρά την εξέλιξη των τιμών, σε συνδυασμό με τις παραγόμενες και διακινούμενες ποσότητες. Πρόκειται για συστηματική έρευνα, η πρώτη φάση της οποίας αναμένεται να ολοκληρωθεί τον Ιούλιο. Σχετικά βασιζόμαστε σε ειδικά προγράμματα αυτοματοποιημένων αναλύσεων, δηλαδή χρησιμοποιούμε μια ψηφιακή πλατφόρμα, η οποία συλλέγει τα δεδομένα σε συνθήκες real time, τα κατηγοριοποιεί σε κοινή βάση και ο χειριστής δημιουργεί ειδικές μελέτες βάσει οικονομετρικών εργαλείων, ώστε να εξασφαλίζει συνεχή και συστηματική ανάλυση των data.

    σ. σ.: Άραγε, έπρεπε να επιβληθεί η διατίμηση σε προϊόντα υψηλής ζήτησης υπό πρωτόγνωρες συνθήκες λειτουργίας της αγοράς;

Ι. Λ.: Ήδη από τις 15 Μαρτίου αποστείλαμε στην κυβέρνηση υπόμνημα, στο οποίο υποστηρίξαμε ότι δεν έπρεπε να γίνει διατίμηση σε προϊόντα, στα οποία κυριαρχούσαν οι εισαγωγές, με διεθνή ανταγωνισμό μεταξύ κρατών, όπως στις μάσκες, διότι είναι βέβαιο πως θα είχαμε μεγάλες ελλείψεις στην αγορά και «μαύρη» διακίνηση. Τα προβλήματα που θα δημιουργούσε η διατίμηση θα ήταν περισσότερα από αυτά που θα έλυνε. Αντίθετα, προτείναμε να εφαρμοστούν περιορισμοί στις πωλούμενες ανά καταναλωτή ποσότητες, όπως και να τεθούν όρια στα περιθώρια κέρδους –τα δύο μέτρα περιλήφθηκαν στην ΠΝΠ της 20ης Μαρτίου.


Πιο «δεκτική» πολιτική ανταγωνισμού λόγω συνθηκών

    σ. σ.: Ωστόσο και ελλείψεις υπήρξαν και εκτίναξη τιμών;

Ι. Λ.: Ναι, γιατί το σοκ της αγοράς ήταν διπλό: Τόσο της προσφοράς, διότι πολλές από τις εισαγωγές διακόπηκαν λόγω των περιοριστικών μέτρων, όσο και της ζήτησης, γιατί οι καταναλωτές έσπευσαν μαζικά για έκτακτες προμήθειες. Προκειμένου να περιορίσουμε ιδιαίτερα το σοκ της προσφοράς, επιτρέψαμε μια πιο «δεκτική» πολιτική ανταγωνισμού. Επισημάναμε στις επιχειρήσεις εφοδιασμού λ.χ. τη δυνατότητα να ορίζουν ανώτατες τιμές στη λιανική και τη χονδρική, με σκοπό τον περιορισμό των ανατιμήσεων. Όμως επιμείναμε στην απαγόρευση της σύστασης συμπράξεων μεταξύ ανταγωνιστών για τον ορισμό τιμών, όπως επίσης παραμείναμε αυστηροί στην τήρηση του νόμου, εφόσον επρόκειτο για εταιρείες με δεσπόζουσα θέση στον κλάδο τους.

Τμήμα Αναζήτησης Πειστηρίων και Ψηφιακών Εξερευνήσεων

    σ. σ.: Την περίοδο του lockdown υπήρξε εκτίναξη των ψηφιακών πωλήσεων. Το ότι ο κύριος όγκος διάθεσης μιας μεγάλης γκάμας προϊόντων συγκεντρώθηκε σε έναν πολύ μικρό αριθμό επώνυμων e-shops σας προβλημάτισε;

Ι. Λ.: Ήταν φυσικό κι επόμενο να επικεντρώσουμε το ενδιαφέρον μας και στα e-shops –ήδη διερευνούμε τέσσερις υποθέσεις ψηφιακών πωλήσεων. Σύντομα θα αναπτύξουμε μια e-πλατφόρμα για τον συνεχή έλεγχο της αγοράς του ηλεκτρονικού εμπορίου. Με την ευκαιρία, σημειώνω ότι η Επιτροπή Ανταγωνισμού αλλάζει δομή, προκειμένου να δημιουργήσει μια νέα υπηρεσία, το Τμήμα Αναζήτησης Πειστηρίων και Ψηφιακών Εξερευνήσεων, το οποίο θα στελεχωθεί με προγραμματιστές, θα βρίσκεται σε συνεχή συνεργασία με πανεπιστημιακά ιδρύματα και θα αξιοποιεί ευρωπαϊκά προγράμματα, ώστε η δράση του να μην εξαρτάται μόνο από καταγγελίες, που δέχεται η Επιτροπή.

    σ. σ.: Σε πρόσφατη μελέτη της Επιτροπής Ανταγωνισμού καταγράφεται σειρά παράτυπων συμπεριφορών σε ό,τι αφορά την τιμολόγηση και τοποθέτηση βασικών προϊόντων στο ράφι. Οι επόμενες κινήσεις σας;

Ι. Λ.: Η έρευνα στην οποία αναφέρεστε άρχισε το 2012, διακόπηκε το 2014, για να ολοκληρωθεί με στοιχεία έως το 2016. Έκτοτε δεν έγινε επικαιροποίησή της. Πρόσφατα λοιπόν, οργανώθηκε μια νέα ομάδα, έργο της οποίας είναι να ολοκληρώσει την έρευνα με τη βοήθεια δύο εμπειρογνωμόνων-οικονομετρών, ν’ αναλύσει όλα τα προβλήματα ή τις πιθανές στρεβλώσεις στην αγορά και να εστιάσει συγχρόνως σε νέα θέματα, όπως π.χ. στους ομίλους αγορών και στο πώς λειτουργούν. Επίσης, εξετάζει μια σειρά προτάσεων για τον κλάδο, «μετρώντας» τις αντιδράσεις της αγοράς.

Υπό παρακολούθηση η συγκέντρωση της αγοράς

    σ. σ.: Σας προβληματίζει η συγκέντρωση άνω του 70% της αγοράς τροφίμων στα χέρια τριών-τεσσάρων επιχειρηματικών επωνυμιών;

Ι. Λ.: Είναι ένα από τα ζητήματα που εξετάζουμε, εφόσον το οργανωμένο λιανεμπόριο συγκεντρώνεται, δίχως να εισέρχονται σε αυτό πολλοί νέοι ανταγωνιστές, αν και τα επίπεδα συγκέντρωσης της εγχώριας αγοράς είναι σχετικά χαμηλότερα συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Ενδιαφέρον για τη διαμόρφωση των τιμών

    σ. σ.: Πώς αντιμετωπίζετε το ζήτημα των τιμών;

Ι. Λ.: Πράγματι, κάποια προϊόντα τιμολογούνται υψηλότερα από άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Το πρόβλημα εντοπίζεται πιθανώς στη διαπραγματευτική ισχύ ορισμένων εκ των «παικτών» της αγοράς, όπως και στην περιορισμένη εγχώρια παραγωγή. Στο πλαίσιο της κλαδικής έρευνας για βασικά καταναλωτικά προϊόντα, μετρούμε τη διαπραγματευτική ισχύ των παραγωγών και των αγοραστών και ήδη εξετάζουμε τη δυνατότητα καθιέρωσης του θεσμού του διαμεσολαβητή. Πάντως, όπως προανέφερα, βρίσκεται σε εξέλιξη σχετική έρευνα, με στόχο η Επιτροπή να καταλήξει σύντομα στην τελική της έκθεση, με βάση τα αποτελέσματα της οποίας, εάν χρειαστεί, θα παρέμβει, ώστε να αποφευχθεί το ενδεχόμενο να οδηγηθεί η αγορά σε μη αναστρέψιμες καταστάσεις. Στο πλαίσιο αυτό, μελετάται η διακίνηση και τιμολόγηση έντεκα προϊόντων, τροφίμων και μη, με σημαντική συμμετοχή στο «καλάθι» του καταναλωτή.

    σ. σ.: Πότε θα ολοκληρωθεί η τελική έκθεση;

Ι. Λ.: Tον Σεπτέμβριο, ενώ στο διάστημα 11-15 Ιουνίου θα πραγματοποιηθεί διαβούλευση με ζωντανή online δημόσια συζήτηση μεταξύ 60 υψηλότατων στελεχών της αγοράς και εκπροσώπων φορέων της. Στη συνέχεια η Επιτροπή θα προχωρήσει στην κατάρτιση της τελικής της πρότασης, που μπορεί να προβλέπει κανονιστική παρέμβαση, καθώς και γνωμοδοτήσεις στα αρμόδια υπουργεία ή άλλες ενέργειες. Δεδομένου μάλιστα ότι η αγορά εξελίσσεται ταχύτατα, τα στοιχεία της έρευνας αυτής θα επικαιροποιούνται ανά διετία.

    σ. σ.: Θέσατε θέμα και για τον τρόπο τοποθέτησης των προϊόντων μικρών παραγωγών στην οργανωμένη λιανική. Ποιες είναι οι διαπιστώσεις και οι προθέσεις σας;

Ι. Λ.: Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι θα υπάρξει παρέμβαση και για τους μικρούς παραγωγούς.

    σ. σ.: Έχετε διεξάγει κάποιου είδους έρευνα στην οργανωμένη χονδρική;

Ι. Λ.: Η κύρια έρευνα της Επιτροπής Ανταγωνισμού συμπεριέλαβε έως ένα βαθμό τα cash& carry, ωστόσο το ότι πωλήσεις χονδρικής διενεργούν και τα σούπερ μάρκετ δύσκολα μπορεί κάποιος να εμβαθύνει γενικότερα σε αυτή την κατηγορία.

    σ. σ.: Πολλές φορές στο παρελθόν έχει τεθεί ζήτημα τρόπου διαμόρφωσης των τιμών από το χωράφι στο ράφι. Θα παρέμβετε σχετικά;

Ι. Λ.: Το μελετούμε, εξετάζοντας πόσο γρήγορα και με ποιους τρόπους αυξάνονται οι τιμές, πώς διαμορφώνονται ανάλογα με το κανάλι διακίνησης και πώς οι μεταβολές τους επηρεάζουν άλλους τομείς της οικονομίας. Π.χ. εξετάζουμε το γιατί, όταν οι πρώτες ύλες ακριβαίνουν, αυξάνονται άμεσα οι τιμές λιανικής, ενώ όταν μειώνονται, οι μεταβολές καθυστερούν. Αξιολογούμε το θέμα από την πλευρά του ανταγωνισμού.

Οι προωθούμενες θεσμικές αλλαγές

    σ. σ.: Σχεδιάζετε αλλαγές στη νομοθεσία;

Ι. Λ.: Στο αρμόδιο υπουργείο έχει συσταθεί νομοπαρασκευαστική επιτροπή για την ενσωμάτωση στο εθνικό δίκαιο της Κοινοτικής Οδηγίας 2019/1 ECΝ Plus, η οποία ρυθμίζει, μεταξύ άλλων, θέματα σχετικά με τους οικονομικούς πόρους της Επιτροπής Ανταγωνισμού και την ενίσχυση της ανεξαρτησίας της, τον τρόπο που εποπτεύεται πολιτικά, την ανταλλαγή πληροφοριών και τη συνεργασία με άλλες ευρωπαϊκές αρχές και τον τρόπο εφαρμογής των αποφάσεών της. Επίσης, εξετάζεται νομοθετικά μια νέα δομή της Επιτροπής Ανταγωνισμού, που θα επιτρέψει τη μεγαλύτερη ευελιξία της σε θέματα οργάνωσης, τη χρήση αλγορίθμων στην διερεύνηση υποθέσεων, δεδομένου ότι ο ρόλος της στην προστασία της οικονομίας και τη δικαιοσύνης στις συναλλαγές είναι κομβικός. Παράλληλα, σε διαδικασία ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο βρίσκεται η κοινοτική οδηγία 2019/633 για την αλυσίδα τροφίμων και τις αθέμιτες πρακτικές, που μπορεί να δώσει λύση σε προβλήματα και του πρωτογενή τομέα, ενώ καταρτίζεται σχέδιο νόμου για την προστασία των παραγωγών μικρής διαπραγματευτικής ισχύος ως προς μια σειρά αθέμιτων πρακτικών, που σήμερα αντιμετωπίζονται μόνο δικαστικά. Ο στόχος είναι να επιλύονται υπό προϋποθέσεις και από την Επιτροπή Ανταγωνισμού, ώστε αυτή να επιβάλλει κυρώσεις και να παρεμβαίνει, εφόσον η εν λόγω λύση επιλεγεί τελικά από την πολιτική ηγεσία. Νομοθετικά διερευνάται, επίσης, ένα μνημόνιο συνεργασίας και οργάνωσης κοινών ομάδων εργασίας μεταξύ της Επιτροπής Ανταγωνισμού και των ρυθμιστικών αρχών.

Ενδιαφέρον υπάρχει και για ζητήματα που αφορούν τις τηλεπικοινωνίες σε συνεργασία με την Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών & Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ), δεδομένου ότι τα πάντα πλέον είναι ψηφιακά και δεν υφίσταται πλέον ξεκάθαρος διαχωρισμός τηλεπικοινωνίας και περιεχομένου. Είμαστε η μοναδική χώρα στην ΕΕ ως Επιτροπή Ανταγωνισμού δεν έχουμε αρμοδιότητα στις τηλεπικοινωνίες και τις ταχυδρομικές υπηρεσίες.

Megan Hellstedt, VP Sustainable Retailing, Ahold Delhaize: Ο COVID-19 ανέδειξε τη σημασία ύπαρξης μιας βιώσιμης εφοδιαστικής αλυσίδας τροφίμων

Η πρωτοφανής πανδημία του COVID-19 έκανε πιο εμφανή σε κυβερνήσεις, επιχειρήσεις και πολίτες, την άμεση σύνδεση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων με τις συνθήκες που κυριαρχούν σε τομείς όπως η προστασία του περιβάλλοντος και η υγεία. Την ίδια στιγμή, η επιδείνωση βασικών δεικτών της παγκόσμιας οικονομίας λειτούργησε προσθετικά σε προβληματικές αντιλήψεις σχετικά με την αξία υιοθέτησης στρατηγικών βιώσιμης ανάπτυξης, αλλά και σε υπαρκτά οικονομικά προβλήματα, που εμποδίζουν την υλοποίηση επενδύσεων χωρίς άμεσα ή εύκολα αντιληπτά οφέλη.

Ρωτήσαμε τη Megan Hellstedt σχετικά με το πώς η κρίση του COVID-19 επηρεάζει τη βιώσιμη στρατηγική της Ahold Delhaize και μας απάντησε ως εξής:

Megan Hellstedt: Ο COVID-19 ανέδειξε τη σημασία ύπαρξης μιας βιώσιμης εφοδιαστικής αλυσίδας τροφίμων, αλλά και της διατήρησης της δημόσιας υγείας, ενδυναμώνοντας την προσήλωση της Ahold Delhaize στους στόχους βιωσιμότητας. Ενώ προηγούμενες κρίσεις οδήγησαν κάποιες φορές στην αποδυνάμωση αυτής της προσήλωσης, σήμερα, σε αυτή τη νέα οικονομική κρίση, θεωρώ πως δεν υπάρχει περιθώριο για υπαναχωρήσεις. Αντίθετα, έχουμε μια εξαιρετική ευκαιρία να αντιληφθούμε τη στενή σύνδεση μεταξύ δημόσιας υγείας, περιβάλλοντος και υγιούς οικονομίας. Για παράδειγμα, η άμεση επίδραση που είχε αυτή η κρίση στη διαθεσιμότητα των τροφίμων και τη λειτουργία της εφοδιαστικής αλυσίδας αποτελεί ένα εξαιρετικά χρήσιμο στοιχείο, ενδεικτικό των επιπτώσεων που μπορεί να υπάρξουν καθώς εξελίσσεται η κλιματική αλλαγή. Οπότε, εάν καταφέρουμε να σχεδιάσουμε εφοδιαστικές αλυσίδες τροφίμων που θα είναι πιο ευέλικτες, θα έχουμε περισσότερες πιθανότητες να τραφούν δισεκατομμύρια άνθρωποι, ενόψει της κλιματικής αλλαγής, η οποία έχει επιπτώσεις και στην αγροτική παραγωγή.

Μέχρι στιγμής η κρίση έχει δείξει τη δυναμική κατεύθυνση των στόχων της Ahold Delhaize στον τομέα της βιώσιμης ανάπτυξης. Είμαστε αφοσιωμένοι στο να προσφέρουμε στους πελάτες μας και τους συνεργάτες μας πιο υγιεινές επιλογές. Πρόκειται για ένα στόχο του οποίου η σημασία συνεχώς αυξάνεται. Αποκτούμε όλο και περισσότερες γνώσεις για το πώς άνθρωποι με προβλήματα υγείας είναι πιο ευάλωτοι στον COVID-19. Η υγιεινή διατροφή ήταν πάντα το κλειδί για την καλή υγεία. Τώρα είναι ίσως πιο σημαντική από ποτέ.

Η διαφάνεια στον τομέα των τροφίμων είναι άλλος ένας τομέας που ήρθε στο προσκήνιο πιο επιτακτικά, λόγω αυτής της κρίσης. Οι καταναλωτές αναζητούν τη διασφάλιση της ποιότητας των προϊόντων που καταναλώνουν και εμείς έχουμε δεσμευθεί σε αυτό τον στόχο, κάνοντας την αρχή από τα φρέσκα προϊόντα, ώστε οι καταναλωτές να γνωρίζουν πού, αλλά και πώς παράγονται.

Η μείωση της σπατάλης τροφίμων είναι η τρίτη μας προτεραιότητα, ενώ ο τρόπος με τον οποίο διαχειριζόμαστε το συγκεκριμένο ζήτημα αποκτά επίσης όλο και μεγαλύτερη σημασία, τόσο για την κοινωνία συνολικά όσο και για τις τοπικές κοινότητες. Η ξαφνική απώλεια της δυνατότητας για φαγητό εκτός σπιτιού, λόγω της πανδημίας, δημιούργησε σημαντικά προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα, εφόσον οι παραγωγοί δεν μπορούσαν να προωθήσουν τα προϊόντα τους σε βιώσιμες αγορές.

Οι αλυσίδες του Ομίλου ανέλαβαν πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Προσάρμοσαν στις προδιαγραφές τους και διέθεσαν προς πώληση προϊόντα μέσω των δικτύων τους, τα οποία συνήθως διατίθενται σε εστιατόρια και εταιρείες που παρέχουν υπηρεσίες στον κλάδο της εστίασης. Επιπλέον, αύξησαν τις προμήθειες από τοπικούς παραγωγούς, ενώ παράλληλα ενίσχυσαν την υποστήριξη τοπικών φιλανθρωπικών οργανώσεων, που ήρθαν αντιμέτωπες με αυξημένες ανάγκες, καθώς πολλοί πολίτες έμειναν χωρίς εργασία ή υπέστησαν απώλεια εισοδήματος.

Την ίδια στιγμή, συνεχίζουμε τις διεργασίες για τον καθορισμό των μελλοντικών στόχων μας-σύμφωνα με επιστημονικά τεκμηριωμένη μεθοδολογία για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, που θα ανακοινωθούν εντός των επόμενων μηνών και αφορούν το πλάνο μας για τον μηδενισμό των εκπομπών CO2 του Ομίλου μας.

σελφ σέρβις: Ποιες ήταν οι μεγαλύτερες προκλήσεις για το λιανεμπόριο τροφίμων στην προ- COVID-19 περίοδο, σε ό,τι αφορά την υιοθέτηση μιας στρατηγικής βιώσιμης ανάπτυξης;

M.H.: Στην προ-COVID-19 εποχή, θα έλεγα πως οι εταιρείες λιανεμπορίου τροφίμων αντιμετώπιζαν τρεις βασικές προκλήσεις, σε ό, τι αφορά τη βιώσιμη ανάπτυξη.

Καταρχάς, έπρεπε να βρουν το σημείο ισορροπίας μεταξύ βραχυπρόθεσμων στόχων -στους οποίους παραδοσιακά είναι προσανατολισμένος ο κλάδος- και της ανάγκης να επενδύσουν σε τεχνολογικές λύσεις και σε μια στρατηγική για μακροπρόθεσμη επιτυχία.

Κατά δεύτερον, έπρεπε να απαντήσουν γρήγορα στις ταχύτατα μεταβαλλόμενες απαιτήσεις των καταναλωτών. Αυτή η συνθήκη δημιουργούσε νέες προκλήσεις, που αφορούσαν, για παράδειγμα, την αντίληψη για τις τιμές, την υπερ-πληθώρα κωδικών, τις αλλαγές στην αγοραστική συμπεριφορά, την έλλειψη εμπιστοσύνης των πελατών στους ισχυρισμούς των επιχειρήσεων για την προσήλωσή τους σε στόχους βιωσιμότητας. Παράλληλα, γνωρίζουμε πως οι καταναλωτές επιθυμούν την αγορά βιώσιμων προϊόντων, χωρίς όμως να έχουν, στην πλειονότητά τους, ξεκάθαρη εικόνα για το τι ακριβώς σημαίνει ο όρος. Έτσι, ως λιανέμποροι, οφείλουμε να συμβάλουμε στην εκπαίδευση των καταναλωτών γύρω από τις έννοιες βιώσιμη ανάπτυξη ή βιώσιμο προϊόν, με σκοπό οι επιλογές αγορών τους να είναι πιο συνειδητές.

Η τρίτη πρόκληση αφορά τον αυξανόμενο κίνδυνο που αντιμετωπίζει η παραγωγή τροφίμων, λόγω της κλιματικής αλλαγής. Ως κλάδος, προσφέρουμε μια τεράστια ποσότητα τροφίμων στους πολίτες διεθνώς, όλο τον χρόνο. Καθώς το κλίμα αλλάζει και το πρόβλημα της έλλειψης νερού επηρεάζει την παραγωγή, πρέπει να προβληματιστούμε για τη βιωσιμότητα και την εποχικότητα των προϊόντων που διαθέτουμε προς πώληση. Πρέπει να ισορροπήσουμε από τη μία πλευρά την απαίτηση των καταναλωτών για διαθεσιμότητα των προϊόντων και από την άλλη την επιθυμία τους να καλύψουμε αυτή την απαίτηση με βιώσιμο τρόπο.

Αυτές οι τρεις προκλήσεις εξακολουθούν να ισχύουν στη μετα-COVID-19 εποχή. Μάλιστα, η παρούσα κρίση εντείνει την ανάγκη για μακροπρόθεσμα αποτελεσματικές στρατηγικές, για ευελιξία στην ικανοποίηση της απαίτησης των καταναλωτών για βιώσιμες επιλογές, καθώς και για προσήλωση στην καινοτομία, ώστε να παρέχουμε περισσότερες βιώσιμες επιλογές κατανάλωσης.


Πώς αντιλαμβάνεται το λιανεμπόριο τη βιώσιμη στρατηγική

σ.σ.: Σε ποιο βαθμό θεωρείτε πως οι λιανέμποροι στην Ευρώπη αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα υιοθέτησης μιας βιώσιμης στρατηγικής που δεν περιορίζεται μόνο σε περιορισμένης εμβέλειας κοινωνικές δράσεις, ενταγμένες σε επιμέρους πλευρές της ΕΚΕ;

M.H.: Βάσει της προσωπικής μου εμπειρίας, οι Ευρωπαίοι λιανέμποροι έχουν πολύ καλή αντίληψη σχετικά με την αξία υιοθέτησης μια ολιστικής, περιεκτικής στρατηγικής για τη βιωσιμότητα, πέρα από τις επιμέρους πρωτοβουλίες Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης. Οι λιανέμποροι τροφίμων αναγνωρίζουν την ανάγκη επανεξέτασης, για παράδειγμα, του τρόπου διαχείρισης των καταστημάτων, της προμήθειας προϊόντων, της συνεργασίας με τους εργαζόμενους και πολλών ακόμη πλευρών της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας, υπό το πρίσμα της βιώσιμης ανάπτυξης.

Πρέπει, παράλληλα, να γίνει κατανοητό πως για τη βιώσιμη ανάπτυξη απαιτείται η συνεργασία με τους προμηθευτές μας, σε τομείς όπως η ασφάλεια τροφίμων, η πιστοποίηση, η διασφάλιση της ποιότητας των τοπικά παραγόμενων τροφίμων, αλλά και η αποτελεσματική διαχείριση της ενέργειας και των διαθέσιμων πόρων.

Φυσικά, οι κανονισμοί που θεσπίζονται από τις κυβερνήσεις και από την Ευρωπαϊκή Ένωση, διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην ενίσχυση των σχετικών προσπαθειών. Διαπιστώνουμε πως αυξάνεται όλο και περισσότερο η ευαισθητοποίηση των καταναλωτών σχετικά με τα επιτεύγματα των εταιρειών σε αυτό το πεδίο (που καταγράφονται σε δείκτες, όπως ο ESG -Environmental, Social, and Governance). Παράλληλα, αυξάνεται και το ενδιαφέρον για συνέργειες με ΜΚΟ, αλλά και η απαίτηση, εκ μέρους των επενδυτών, για υιοθέτηση στρατηγικών βιωσιμότητας.

σ.σ.: Τι σημαίνει o όρος βιωσιμότητα για την Ahold Delhaize; Με ποιους τρόπους επιδιώκει την επίτευξη των στόχων που έχει θέσει σε πεδία όπως η προστασία του περιβάλλοντος, η δημόσια υγεία, οι κανόνες ηθικού εμπορίου, η διαφάνεια, η σπατάλη τροφίμων, η υποστήριξη τοπικών κοινωνιών, η προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων κ.ά; Μπορείτε να μας απαντήσετε με παραδείγματα;

M.H.: «Healthy and Sustainable» (Υγεία & Βιωσιμότητα) ονομάζεται ένας από τους πυλώνες της στρατηγικής του ομίλου για την ανάπτυξή του. Μάλιστα, τον Φεβρουάριο του τρέχοντος έτους παρουσιάσαμε τους νέους μας στόχους. Το γεγονός πως η βιωσιμότητα έχει ορισθεί ως ένας από τους πυλώνες της στρατηγικής μας αντικατοπτρίζει τη μεγάλη σημασία που έχει για μας.

Τα θέματα της δημόσιας υγείας και της κλιματικής αλλαγής έχουν άμεση επίδραση τόσο στις τοπικές κοινωνίες όσο και στις επιχειρήσεις μας. Ως μια διεθνής λιανεμπορική επιχείρηση τροφίμων, έχουμε τη δυνατότητα να αντιμετωπίσουμε αυτά τα ζητήματα παγκόσμιας εμβέλειας, έχοντας τη βαθιά πεποίθηση πως αυτή η προσέγγιση διασφαλίζει την περαιτέρω ισχυροποίηση της εταιρείας στο μέλλον.

Φιλοδοξούμε να εμπνέουμε τους πελάτες μας να κάνουν πιο υγιεινές επιλογές, που στηρίζονται σε πληρέστερη πληροφόρηση, με την παροχή διαφάνειας στην εφοδιαστική αλυσίδα, τον σχεδιασμό διαδικασιών που μειώνουν στο μισό τη σπατάλη τροφίμων και την ανάπτυξη συσκευασιών προϊόντων που περιορίζουν τη σπατάλη πλαστικού. Συνεργάτες μας συμμετέχουν σε όλο τον Όμιλο για την επίτευξη των στόχων του νέου προγράμματος για την υγεία και τη βιώσιμη ανάπτυξη.

σ.σ.: Πέρυσι εκδώσατε το Sustainability Bond, ένα ομόλογο συνδεδεμένο με τη βιωσιμότητα, στο πλαίσιο υλοποίησης της στρατηγικής Leading Together του ομίλου. Μπορείτε να μας δώσετε περισσότερα στοιχεία για τη συγκεκριμένη πρωτοβουλία;

M.H.: Η έκδοση του πρώτου ομολόγου- για τη βιώσιμη ανάπτυξη υπογραμμίζει τη φιλοδοξία μας να διαδραματίζουμε ηγετικό ρόλο στον κλάδο του λιανεμπορίου, αλλά και τη δέσμευσή μας να συμβάλουμε στην επιτάχυνση της μετάβασης σε βιώσιμα συστήματα διαχείρισης τροφίμων. Είμαστε περήφανοι που είμαστε η πρώτη λιανεμπορική επιχείρηση που εξέδωσε Ευρωομόλογο στο οικοσύστημα των ομολόγων που αφορούν την «πράσινη», αειφόρο ανάπτυξη. Με την έκδοση του Sustainability Bond, η Ahold Delhaize παρέχει στους επενδυτές μια νέα ευκαιρία να υποστηρίξουν την ανάπτυξη της επιχείρησης μέσω δράσεων στους τομείς της υγείας και της αειφορίας, ενώ παράλληλα μπορεί να προσεγγίσει επενδυτές που έχουν την ίδια οπτική. Οι πρόσοδοι του Sustainability Bond θα χρησιμοποιηθούν αποκλειστικά για τη χρηματοδότηση έργων εταιρειών ή brands της Ahold Delhaize προσανατολισμένων στην προστασία του περιβάλλοντος, την ενίσχυση τοπικών κοινωνιών ή και στους δύο αυτούς στόχους.

Έχουμε κατατάξει τα επιλέξιμα έργα σε τρεις κατηγορίες, με γνώμονα την μεγιστοποίηση της θετικής επίδρασης στο περιβάλλον και την κοινωνία. Στην πρώτη κατηγορία περιλαμβάνεται η προμήθεια προϊόντων με πιστοποίηση βιωσιμότητας, όπως θαλασσινά, καφές, τσάι και κακάο, στη δεύτερη επενδύσεις σε «πράσινα» κτήρια, αποδοτική διαχείριση ενέργειας και σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, καθώς και στη μείωση των απωλειών τροφίμων. Τέλος, στην τρίτη κατηγορία εντάσσονται πρωτοβουλίες προώθησης υγιεινών συνηθειών διατροφής, με μέριμνα ώστε οι σχετικές προτάσεις να παραμένουν οικονομικά προσιτές.

Η πρώτη ετήσια έκθεση για το Sustainability Bond θα δημοσιοποιηθεί εντός του 2020 στο site του ομίλου, ώστε οι επενδυτές και όλοι οι ενδιαφερόμενοι να έχουν τη δυνατότητα ενημέρωσης σχετικά με τον τρόπο αξιοποίησης των προσόδων και τα σχετικά έργα στα οποία κατευθύνονται. Επίσης, έχουμε ορίσει τη Sustainalytics, έναν εξωτερικό συνεργάτη, για την έκδοση του ετήσιου απολογισμού των επενδύσεων. Αυτό θα διασφαλίσει στους επενδυτές ότι τα έσοδα θα διατεθούν σε βιώσιμα έργα που συμμορφώνονται με τα κριτήρια του Sustainability Bond.


σ.σ.: Ποια είναι η αντίληψη που έχουν οι πελάτες της Ahold Delhaize σχετικά με τη δέσμευσή της στη βιώσιμη ανάπτυξη;

M.H.: Καταγράφουμε σε τακτά χρονικά διαστήματα τις απόψεις των πελατών μας και διαπιστώνουμε πως γενικά έχουν θετική γνώμη για τα καταστήματα των αλυσίδων μας και κυρίως για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που τους παρέχουν. Την ίδια στιγμή, περιμένουν από εμάς να αναλάβουμε δράση για την αντιμετώπιση προβλημάτων όπως η σπατάλη τροφίμων, η χρήση των πλαστικών, αλλά και να τους παρέχουμε πληροφορίες για την επιλογή υγιεινών και βιώσιμων προϊόντων. Διαπιστώνουμε συχνά πως οι πελάτες μας δεν γνωρίζουν το σύνολο των προσπαθειών που γίνονται «πίσω από τη σκηνή». Όμως, παρόλο που η βιωσιμότητα είναι δύσκολο να κατανοηθεί ως έννοια, ανακαλύπτουμε συνεχώς νέους τρόπους ώστε να προκαλέσουμε τον διάλογο μαζί τους, με αυτό τον στόχο. Υπάρχουν ακόμη πολλές δυνατότητες στο πεδίο της διερεύνησης των απόψεων των πελατών, των εργαζομένων μας και των συνεργατών μας, που συμβάλουν στη δική μας βελτίωση.

Σε τρεις άξονες οι στόχοι της Ahold Delhaize

σ.σ.: Μπορείτε να μας πείτε ποια είναι τα επόμενα πλάνα της Ahold Delhaize που έχουν ως στόχο τη μεγιστοποίηση της συνεισφοράς της σε ένα βιώσιμο μέλλον του λιανεμπορίου;

M.H.: Τα πλάνα μας για το 2025 εντάσσονται σε τρεις βασικούς άξονες: να εμπνεύσουμε τους πελάτες μας για πιο υγιεινές επιλογές, να αυξήσουμε τη διαφάνεια και να εξαλείψουμε τις σπατάλη. Ουσιαστικά, στηρίζονται σε έργα που ήδη υλοποιούμε τα τελευταία χρόνια και παράλληλα στοχεύουν στην επιτάχυνση της εφαρμογής λύσεων για πιο υγιή πληθυσμό και πιο υγιές περιβάλλον. Αρχικά θέλουμε να μυήσουμε τους πελάτες σε πιο υγιεινές επιλογές. Γνωρίζοντας πως η υιοθέτηση ενός υγιεινού τρόπου διατροφής βοηθά στην πρόληψη της ασθενειών, συμβάλλοντας παράλληλα στην πνευματική και φυσική ευεξία, προσφέρουμε στους πελάτες μας υγιεινές επιλογές τροφίμων, αναπτύσσοντας, όπως προανέφερα, ενημερωτικές δραστηριότητες.

Παράλληλα, τα brands μας αξιοποιούν συστήματα όπως το Nutri-Score και το Guiding Stars, σε φυσικό και ψηφιακό περιβάλλον, ώστε να παρέχουν προσωποποιημένες συμβουλές, μέσω των καρτών πιστότητας και των σχετικών εφαρμογών, που βοηθούν στην υιοθέτηση πιο υγιεινών προτύπων διατροφής. Επίσης, τα brands μας μας συνεχίζουν να βελτιώνουν τη σύνθεση των προϊόντων, ώστε να είναι ακόμη πιο υγιεινά. Στόχος είναι το 51% των own label τροφίμων (μερίδιο πωλήσεων σε αξία) να καλύπτουν έως το 2022 τις σχετικές προδιαγραφές.

Στο πεδίο της διαφάνειας, η προσοχή μας εστιάζεται στην παροχή πληροφοριών στους πελάτες μας σχετικά με ζητήματα όπως η προέλευση των φρέσκων προϊόντων και η διατροφική τους αξία, ώστε οι αγοραστικές τους επιλογές να ταιριάζουν καλύτερα στις ανάγκες τους, τις γεύσεις τους, αλλά και τις αξίες τους. Σε αυτό το πλαίσιο, θα αξιοποιήσουμε τις πλέον σύγχρονες τεχνολογίες, όπως το blockchain και η τεχνητή νοημοσύνη (Artificial Intelligence), αρχικά στις κατηγορίες των φρέσκων φρούτων και λαχανικών και μετέπειτα στα θαλασσινά και το κρέας, αλλά και την προσωποποιημένη πληροφόρηση.

Τέλος, τα brands μας, γνωρίζοντας πως ένα τραγικά μεγάλο μέρος της παραγωγής τροφίμων για ανθρώπινη κατανάλωση καταλήγει στα σκουπίδια (το ένα τρίτο), θα συνεργαστούν με τους πελάτες και τους προμηθευτές τους για τη μείωση της σπατάλης σε όλη την αλυσίδα παραγωγής αξίας. Πολλά από τα brands μας έχουν ήδη δημιουργήσει ένα ισχυρό δίκτυο συνεργασιών για να περιορίσουν τη σπατάλη και έχουν υλοποιήσει σχετικές δράσεις, όπως η πρωτοβουλία της ΑΒ Βασιλόπουλος για τη διανομή αδιάθετων προϊόντων σε οργανώσεις που στηρίζουν ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού.

Σε ό,τι αφορά αποκλειστικά τη λειτουργία των δικών μας brands, έως το 2030 θα μειώσουν τη σπατάλη τροφίμων κατά 50%, βελτιώνοντας τα συστήματα εφοδιασμού και υιοθετώντας καινοτόμες μεθόδους, όπως της δυναμικής τιμολόγησης (sell-by date). Αξίζει να σημειωθεί πως, ως ιδρυτικό μέλος της πρωτοβουλίας «10x20x30 Food Loss and Waste Initiative», η Ahold Delhaize και τα brands της διεθνώς συνεργάζονται με 20 βασικούς προμηθευτές για να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις της εφοδιαστικής αλυσίδας.

Για την αντιμετώπιση της ρύπανσης από πλαστικό, ειδικότερα για την υποθαλάσσια ζωή και τη ζωή στις λίμνες και τα ποτάμια, έχουμε υπογράψει τη συμφωνία «New Plastics Economy Global Commitment» και εργαζόμαστε για να επιτύχουμε, έως το 2025, μηδενική χρήση πλαστικού στις συσκευασίες των προϊόντων PL, μέσω της χρησιμοποίησης πλαστικής συσκευασίας κατά 100% ανακυκλώσιμης, βιοαποδομήσιμης ή επαναχρησιμοποιούμενης.

Καθώς το διεθνές περιβάλλον αλλάζει συνεχώς, εντείνουμε την προσπάθεια προστασίας του ομίλου από ενδεχόμενους κινδύνους.

Ενδεικτικά, μελετάμε τις πιθανές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην επιχείρηση, καταγράφουμε τις εκπομπές αερίων από την εφοδιαστική μας αλυσίδα και δεσμευόμαστε σε μακροπρόθεσμους, επιστημονικά τεκμηριωμένους στόχους για τη μείωση των επιπτώσεων της λειτουργίας μας στο κλίμα.

Στο πεδίο των ανθρώπινων δικαιωμάτων, προχωρήσαμε διεθνώς σε ενέργειες Δέουσας Επιμέλειας (due diligence), ώστε να ακολουθούμε ένα πλάνο συνεχούς βελτίωσης, που θα διασφαλίσει τον σεβασμό εκ μέρους των επιχειρήσεών μας των δικαιωμάτων των πελατών, των εργαζομένων και των μελών της κοινότητας εντός της οποίας λειτουργούν.

Τα brands μας έχουν επίσης στο επίκεντρο της δραστηριότητάς τους τη βελτίωση της ασφάλειας στους χώρους εργασίας. Και, επιπλέον, βελτιώνουν συνεχώς τα στάνταρ βιωσιμότητας για τα προϊόντα που διαθέτουν προς πώληση, τηρώντας τις υψηλότερες προδιαγραφές στα ζητήματα της ασφάλειας και ποιότητας.

Ο θαυμαστός καινούργιος κόσμος

Oι αλλαγές αυτές είχαν κάνει την εμφάνισή τους πριν την κρίση, τώρα όμως επιταχύνονται και οριοθετούν εκ νέου την πραγματικότητα. Ήδη το 46% των ελληνικών επιχειρήσεων δηλώνουν ότι θα επανεξετάσουν την ψηφιακή τους στρατηγική.

ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ

Η διατάραξη της κανονικότητας από «έκτακτα» περιστατικά τα τελευταία χρόνια τείνει να προσλάβει μόνιμο χαρακτήρα. Ανεξάρτητα από το τι θα συμβεί τους επόμενους μήνες, ο κόσμος του λιανεμπορίου γίνεται όλο και πιο περίπλοκος και απαιτείται ταχύτερη και καλύτερη λήψη αποφάσεων σε όλες τις λειτουργίες. Για να ανταποκριθούν οι αλυσίδες λιανικής στις μεταβολές της ζήτησης, οφείλουν να συγκεντρώνουν διαρκώς πληροφορίες από την κίνηση των καταστημάτων, το εξωτερικό περιβάλλον, τους προμηθευτές, τον ανταγωνισμό και τα «τιτιβίσματα» των καταναλωτών σ’ ένα ενιαίο στρατηγείο, η μπακέτα του οποίου θα δίνει το ρυθμό σε μια ορχήστρα αρκούντως προετοιμασμένη να ανταποκρίνεται άμεσα στα απαιτούμενα. Η ευελιξία της εφοδιαστικής αλυσίδας, η διαθεσιμότητα εναλλακτικών προμηθευτών, η πληρέστερη αξιοποίηση υφιστάμενων πόρων και η υβριδική χρήση τους είναι αναγκαία για την απρόσκοπτη λειτουργία της αλυσίδας με μειωμένο κόστος και την οικοδόμηση σχέσεων εμπιστοσύνης με τους πελάτες.

Τίποτα από τα προαναφερόμενα δε μπορεί να γίνει χωρίς την πλήρη αξιοποίηση εφαρμογών Data Visualizations και την υιοθέτηση λύσεων Advanced Analytics σε όλα τα σημεία της αλυσίδας αξίας. Υπηρεσίες που προβλέπουν τη ζήτηση, εντοπίζουν κινδύνους ή ευκαιρίες και προτείνουν ενέργειες αγορών, προγράμματα loyalty, θέση καταστημάτων, διάταξη ειδών κ.ά. θα γίνουν αναπόσπαστα τμήματα της επιχειρησιακής στρατηγικής.

Η συμμετοχή των καταναλωτών στον ψηφιακό χώρο –στις πλατφόρμες επικοινωνίας, εργα-σίας, διασκέδασης και συναλλαγών– ενισχύει την ψηφιακή τους ταυτότητα και επιδρά στις φυσικές επιλογές τους.

Παράλληλα προσφέρει πλήθος δεδομένων για την κατανόηση και πρόβλεψη της συμπεριφοράς τους. Οι επιχειρήσεις που δεν αξιοποιούν αυτά τα δεδομένα, βασιζόμενες μόνο στη διαίσθηση, κλωτσάνε τις ευκαιρίες. Οι έμποροι δε μπορεί να λείπουν από τις digital «πιάτσες» των πελατών τους. Οφείλουν να ενισχύουν στρατηγικά την παρουσία τους εκεί. Ο συνδυασμός φυσικών-ψηφιακών καναλιών επικοινωνίας και συναλλαγής δημιουργεί νέες ευκαιρίες. Όλοι γνωρίζουμε π.χ. για το κατάστημα Amazon Go Grocery, που λειτουργεί χωρίς ταμεία. Διαλέγεις ότι θέλεις από το ράφι και φεύγεις χωρίς να περάσεις από το ταμείο. Γιατί όμως να μην κάνουμε τα ψώνια μας χωρίς να αγγίξουμε καθόλου τα προϊόντα; Η τεχνολογία είναι ήδη διαθέσιμη. Οι επιλογές μας, θα μπορούσαν να καταγράφονται κατ’ ευθείαν στο κινητό με τη χρήση τεχνολογιών όπως RFID, Bluetooth, QR Code, κ.α, να φεύγουμε από το «κατάστημα», να πάμε για καφέ και να έρθουν τα πράγματα σπίτι την ώρα που επιθυμούμε!

Νέα κανονικότητα
Όπως η οικονομική κρίση έστρεψε τους καταναλωτές στην αναζήτηση καλύτερων τιμών, η υγειονομική κρίση ανέδειξε τη σημασία των ασφαλών, χρήσιμων και γρήγορων επιλογών. Πολλές από τις συμπεριφορές μας σε καθεστώς καραντίνας αύριο θα σβήσουν. Ο κόσμος, όμως, θα είναι διαφορετικός. Ήδη 4 στους 10 καταναλωτές δηλώνουν ότι θα συνεχίσουν να αγοράζουν ηλεκτρονικά και 2 στις 3 επιχειρήσεις ότι θα επενδύσουν στη σχετική τεχνολογία. Προοπτικά όλες οι εταιρείες θα εξελιχθούν αναπόφευκτα σε εταιρείες τεχνητής νοημοσύνης, αλλά κάτι τέτοιο μόνο περίπατος δεν είναι.

Οι προσδοκίες της Wal-Mart από τις επενδύσεις της στο ηλεκτρονικό εμπόριο διαψεύστηκαν επανειλημμένα (μόνο πέρσι έχασε 2 δισ. δολάρια), ενόσω τα περισσότερα έργα ψηφιακού μετασχηματισμού απο-τυγχάνουν. Για να αποφεύγουν τις κακοτοπιές οι εταιρείες, προτείνεται να ξεκινούν από μικρά, καλά σχεδιασμένα έργα, με άμεσα αποτελέσματα, χτίζοντας το δικό τους δρόμο για την αλλαγή, γιατί το μέλλον τους ή θα είναι ψηφιακό ή δε θα υπάρξει.

Βest sellers Μαρτίου 2020: Ποια brands πρωταγωνίστησαν στην αύξηση τζίρου

O τζίρος συνολικά των FMCG κατά τον μήνα Μάρτιο στο οργανωμένο λιανεμπόριο τροφίμων, σύμφωνα με τα στοιχεία της IRI, αυξήθηκε κατά 26,9%, ενώ στα σταθερού barcode (76% του συνολικού καλαθιού) η αύξηση ήταν 31,3%. Ποια ήταν, όμως, η επίδοση σημαντικών brand κατά την αντίστοιχη περίοδο; Η παρατήρηση των πινάκων που ακολουθούν οδηγεί σε χρήσιμα συμπεράσματα. Στον πίνακα 1, όπου εξετάζονται κατηγορίες FMCG με αξιόλογες πωλήσεις στο σύνολο του κλάδου, παρουσιάζεται η κατάταξη των πωλήσεων σε αξία 50 brands (συνυπολογίζονται οι πωλήσεις του συνόλου των προϊόντων που βρίσκονται υπό την «ομπρέλα» του καθενός, πχ στο brand Χ έχουν αθροιστεί οι πωλήσεις των αντισηπτικών Χ, των μαντηλιών ντεμακιγιάζ Χ, του βαμβακιού Χ, κοκ). Η μεταβολή των πωλήσεων στον εν λόγω πίνακα κυμαίνεται από 434,5% (Dettol), έως 51,9% (Ajax). Η αύξηση των πωλήσεων από το πρώτο στη λίστα brand, το Dettol, που είναι μακράν η υψηλότερη (παρά το γεγονός ότι αρκετοί κωδικοί του ήταν σε έλλειψη, ενώ για ορισμένους από αυτούς εξακολουθεί ακόμη να ισχύει η ίδια συνθήκη), έως και την 46η (Coca Cola με 10,2%) παρουσιάζει διψήφια ποσοστά.

Όσον αφορά τη μεταβολή των πωλήσεων στα brands με τις 10 καλύτερες επιδόσεις τζίρου στις τρεις μεγα-κατηγορίες (τρόφιμα, προσωπική υγιεινή και ομορφιά, οικιακός καθαρισμός), τα ποσοστά είναι ενδεικτικά κυρίως της δύναμης του κάθε brand, αλλά και της διαθεσιμότητάς του στα ράφια των αλυσίδων, σε μια χρονική περίοδο που η εφοδιαστική αλυσίδα, αλλά και η παραγωγή, δέχθηκαν εντονότατες πιέσεις. Στην ιδιαίτερα σημαντική κατηγορία των τροφίμων, στην πρώτη θέση βρίσκουμε το brand Misko, με αύξηση πωλήσεων κατά 134,2% και ακολουθεί η Melissa, με 87,8%. Τα ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά αυτών των brand αποτελούν μια επιπρόσθετη επιβεβαίωση της σημαντικής αύξησης της ζήτησης στην κατηγορία των ζυμαρικών. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, βέβαια, υπενθυμίζεται πως συνυπολογίζονται οι πωλήσεις των brand συνολικά στη μεγα-κατηγορία των τροφίμων, δηλαδή οι πωλήσεις και στις σάλτσες για ζυμαρικά κλπ. Στην 3η θέση βρίσκεται το brand Γιώτης, με αύξηση κατά 64,4%.

Στα προϊόντα προσωπικής υγιεινής και ομορφιάς στην πρώτη θέση βρίσκεται το Dettol, και ακολουθούν το Wet hankies με το εξίσου εντυπωσιακό 419,4% και το Septona με 117,9%. Τέλος, εξετάζοντας την κατηγορία των προϊόντων οικιακού καθαρισμού, συναντάμε εκ νέου το Dettol, με αύξηση πωλήσεων κατά 410,4% και ακολουθούν το Klinex με 152,1% και το Fairy με 83,9%.

Καταναλωτική συμπεριφορά στην Covid-19 εποχη & brands
Μελετώντας τις εξελίξεις από την πλευρά των brands, αξιοποιούμε και την πολύ ενδιαφέρουσα έρευνα «COVID-19, το success story της Ελλάδας», που υπογράφουν οι κκ Γεώργιος Ι. Σιώμκος, Καθηγητής Μάρκετινγκ και Κοσμήτορας της Σχολής Διοίκησης Επιχειρήσεων ΟΠΑ και Διευθυντής του Εργαστηρίου «Αγορά» και Μαρίνα Ψιλούτσικου, Ph.D., μέλος ΕΔΙΠ της Σχολής Διοίκησης Επιχειρήσεων ΟΠΑ και Research Associate του «Αγορά». Έχοντας ως δείγμα 2.966 πολίτες όλων των ηλικιών από όλη την Ελλάδα, διαφορετικού κοινωνικοοικονομικού προφίλ, οι ερευνητές του Εργαστηρίου «Αγορά» κατέγραψαν τον τρόπο με τον οποίο η πανδημία επηρέασε τη συμπεριφορά των καταναλωτών, αλλά και το πώς διαμόρφωσε τις προθέσεις τους για μέλλον. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε με ηλεκτρονικό ερωτηματολόγιο, από 24-30 Απριλίου.

Όπως αναφέρουν μεταξύ άλλων οι ερευνητές, το 77% των ερωτηθέντων δηλώνει προσήλωση στις μάρκες που επέλεγε και πριν, παρά το γεγονός ότι μόνον το 42% βρήκε διαθέσιμες τις μάρκες που προτιμά online ή τηλεφωνικά. Σε ό,τι αφορά δε την επιλογή προϊόντων ή υπηρεσιών, η έρευνα καταγράφει πως ένας στους δύο (48%) δηλώνει ότι λαμβάνει υπόψη την κοινωνική δράση των επιχειρήσεων για συνδρομή στην αντιμετώπιση του Covid-19.

Όσο για τα κριτήρια που διαμόρφωσαν τις αγοραστικές επιλογές εν μέσω περιορισμών, η ποιότητα (89%), η τήρηση των οδηγιών υγιεινής (85%), η εξυπηρέτηση (83%), η τιμή και οι προσφορές (82%, καθώς και ο χρόνος παράδοσης (72%), κυριάρχησαν.

Στο πεδίο των εξ αποστάσεως αγορών, η έρευνα κατέγραψε μεταξύ των σημαντικότερων λόγων αύξησής τους, πέραν του αναμενόμενου, που ήταν η επιρροή του κοινωνικού περίγυρου, και την ευκολία και διαθεσιμότητας των brands που προτιμούν οι καταναλωτές.

H Morrisons επεκτείνει την άμεση πληρωμή σε μικρούς προμηθευτές

Από το πρόγραμμα ωφελούνται επιχειρήσεις που συνεισφέρουν στον κύκλο εργασιών της επιχείρησης έως του ποσού του 1 εκατ. λιρών Αγγλίας, συμπεριλαμβανομένων των τοπικών επιχειρήσεων παραγωγής τροφίμων και αγροτών που έχουν συμβόλαια με τη Morrisons για προμήθεια, παραδείγματος χάριν, αυγών και κρέατος. Το συγκεκριμένο πρόγραμμα θεωρείται πως βοηθά σημαντικά τις μικρότερες εταιρείες, που επλήγησαν σημαντικά λόγω κυρίως της αναστολής λειτουργίας επιχειρήσεων Ho.Re.Ca.

Η αλυσίδα συνεργάζεται με περίπου 3.000 επιχειρήσεις μικρού μεγέθους. Όπως αναφέρει το περιοδικό The Grocer, ο National Chairman του Συνδέσμου Μικρών Επιχειρήσεων της χώρας (Federation of Small Businesses), Mike Cherry, δήλωσε πως η απόφαση επέκτασης του προγράμματος άμεσης πληρωμής των μικρών επιχειρήσεων εκ μέρους της αλυσίδας φέρνει έναν αναζωογονητικό αέρα αλλαγής στον υφιστάμενο στον κλάδο κανόνα και επεσήμανε: «Πολλοί μικροί προμηθευτές βίωσαν την επέκταση του χρόνου πληρωμής ή την παρακράτηση κεφαλαίων, καθώς οι μεγάλοι πελάτες τους προσπάθησαν να οχυρωθούν έναντι των επιπτώσεων του Covid-19.

Πρακτικές όπως της Morrisons δείχνουν πώς οι καλές επιχειρήσεις λειτουργούν σε αυτές τις δύσκολες στιγμές. Καθώς η επιχειρηματική κοινότητα προσπαθεί να σταθεί και πάλι στα πόδια της, θα πρέπει να δούμε ακόμη περισσότερες αντίστοιχες πρακτικές».