Aξιοσημείωτο είναι επίσης το γεγονός ότι φέτος το μετρούμενο δείγμα δεν επηρεάζεται προς το θετικότερο, όπως συνέβαινε άλλες χρονιές, από τη συμμετοχή της Lidl, δεδομένου ότι κι αυτή πλέον φαίνεται ότι έχει «ευθυγραμμιστεί» σε πολύ μεγάλο βαθμό με τις τάσεις που χαρακτηρίζουν γενικότερα την αγορά του κλάδου.
Παράγοντες της αγοράς, σχολιάζοντας τις προαναφερόμενες εξελίξεις, τις αποδίδουν καταρχάς στην αύξηση φέτος των τουριστικών εσόδων, στοιχείο το οποίο, όπως θα δούμε στη συνέχεια, αποτυπώθηκε στα μεγέθη των επιχειρήσεων τη θερινή περίοδο, που διατήρησαν καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου την ανοδική τους πορεία. Ένας δεύτερος λόγος για τον οποίο βελτιώθηκε μερικώς ο ρυθμός μεταβολής του συνολικού τζίρου της αγοράς ήταν, σχολιάζουν οι ίδιοι παράγοντες, η σταδιακή επιστροφή στα ταμεία της οργανωμένης λιανικής ενός τζίρου της τάξης των 150 εκατ. ευρώ, ο οποίος είχε διαχυθεί στην «ελεύθερη-μικρή» λιανική κατά την περίοδο της κατάρρευσης της Μαρινόπουλος. Ο τζίρος αυτός φαίνεται, λοιπόν, ότι επανέρχεται στη «βάση» του, πράγμα που σχετίζεται με την εφαρμογή πολιτικών επιθετικού μάρκετινγκ που άσκησε το σύνολο της αγοράς του κλάδου, προκειμένου να ανακόψει τις συνέπειες από την εξάπλωση της Σκλαβενίτης.
Η μεταφορά τζίρου από τη βάση της αγοράς προς την κορυφή της καταγράφεται και στα στοιχεία της Nielsen, που δείχνουν ότι τα μεγάλα καταστήματα του δείγματός της κερδίζουν τζίρο σε βάρος των πολύ μικρών, τα οποία αντιμετωπίζουν σοβαρή διαρροή εσόδων.
Η αλήθεια, μετά το τέλος της χρονιάς
Στο μεταξύ, μπορεί από τις στατιστικές αναλύσεις να δημιουργούνται κάποιες πρώτες αχτίδες φωτός σε ό,τι αφορά την εξέλιξη των μεγεθών της αγοράς, όμως τα πραγματικά προβλήματα της οικονομίας καθορίζουν στην προοπτική τους τα πράγματα. Η υψηλή ανεργία, τα χαμηλά εισοδήματα και η εξοντωτική φορολόγηση δεν αφήνουν πολλά περιθώρια αισιοδοξίας, έστω συγκρατημένης. Γι’ αυτό τα στελέχη του κλάδου θεωρούν ότι τα εμπόδια παραμένουν απαράκαμπτα. Προσθέτουν δε ότι κρίσιμη παράμετρος στις στατιστικές αναλύσεις είναι και η βάση σύγκρισης των δεδομένων, υπενθυμίζοντας ότι ως βάση σύγκρισης το 2016 ήταν μια κακή χρονιά για τον κλάδο, πράγμα που επηρεάζει αντιστρόφως τους σχετικούς δείκτες το τρέχον δωδεκάμηνο, με την έννοια δηλαδή ότι μια κακή βάση σύγκρισης εύκολα «φτιάχνει» μεγέθη ανόδου για την περίοδο που συγκρίνεται μαζί της.
«Φυσικά, δεν πρέπει να ξεχνάμε», προσθέτουν, «ότι μπορεί η αγορά να έχει σταθεροποιηθεί, όμως από δίκτυο σε δίκτυο οι αποκλίσεις στις μεταβολές τζίρου είναι μεγάλες. Άρα το ζητούμε δεν είναι απλώς πώς η αγορά κινείται ως σύνολο, αλλά ποια είναι η προοπτική για τον καθένα ανταγωνιστή πίσω από τις αναλύσεις», τονίζεται χαρακτηριστικά, ενώ προστίθεται πως «την αλήθεια θα την ξέρουμε μετά το κλείσιμο της χρονιάς…».
Χαμένοι και κερδισμένοι στις πωλήσεις
Βάσει των στοιχείων της Nielsen, λοιπόν, στο εξεταζόμενο διάστημα και ειδικότερα την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου έως την 9η Σεπτεμβρίου 2017, χωρίς τη συμμετοχή της Lidl στο δείγμα, προκύπτουν τα εξής:
Η αγορά παρουσίασε σταθεροποιητικές τάσεις, με το συνολικό τζίρο να σημειώνει οριακή πτώση 0,1% έναντι του αντίστοιχου περυσινού διαστήματος και τον πληθωρισμό να καταγράφει άνοδο 1,2%.
Τα ταχυκίνητα προϊόντα εμφάνισαν απώλειες της τάξης του 1%. Τα τρόφιμα τράβηξαν προς τα κάτω τον τζίρο κατά 1,3%, ενώ τα ποτά βελτίωσαν τα έσοδά τους κατά 2,7%.
Βλέποντας σε μεγαλύτερο βάθος τις προϊοντικές κατηγορίες, διαπιστώνει κανείς ότι η μόνη ομάδα προϊόντων που ενισχύθηκαν οι πωλήσεις ήταν των φρέσκων και των κατεψυγμένων προϊόντων, τα οποία κατέγραψαν άνοδο κατά 2,6%. Πτωτικά κινήθηκαν τα προϊόντα φροντίδας και ομορφιάς κατά 3,2%, τα προϊόντα σπιτιού κατά 2,1% και τα τυποποιημένα τρόφιμα και ποτά κατά 0,4%, ενώ το τμήμα των προϊόντων bazaar έχασε το 1,5% των πωλήσεών του. Σημειώνεται ότι στην κατηγορία τροφίμων και ποτών αντιστοιχεί το 52% του τζίρου της αγοράς.
Από την άποψη των πωλήσεων σε όγκο το εννεάμηνο εμφάνισε καλύτερη εικόνα. Ως σύνολο η αγορά κατέγραψε οριακή αύξηση 0,1%, ενώ τα ταχυκίνητα αγαθά έχασαν το 0,5% των ποσοτήτων στις οποίες διατέθηκαν πέρυσι στην κατανάλωση.
Ανά κατηγορία, δύο προϊοντικές ομάδες εμφάνισαν άνοδο πωλήσεων σε όγκο, τα φρέσκα και κατεψυγμένα τρόφιμα κατά 3,5% και τα προϊόντα σπιτιού κατά ένα οριακό 0,1%. Τα προϊόντα φροντίδας και ομορφιάς διατήρησαν σταθερούς τους όγκους τους, ενώ τους μείωσαν κατά 4,8% τα προϊόντα bazaar και κατά 0,6% τα τρόφιμα και ποτά με ένα -0,6%.
Στην εξεταζόμενη περίοδο, πάντα χωρίς τη Lidl στο δείγμα, τα υπέρ μάρκετ συνέχισαν να αυξάνουν το τζίρο τους, καταγράφοντας άνοδο εσόδων κατά 6,1% όχι διότι άλλαξαν οι τάσεις στην κατανάλωση, αλλά κυρίως λόγω της αναβίωσης των πάλαι ποτέ μονάδων Μαρινόπουλος υπό το εμπορικό σήμα Σκλαβενίτης. Μικρή άνοδο είχαν και τα καταστήματα έκτασης 400τμ-999τμ. Ο συνολικός τους τζίρος ενισχύθηκε κατά 0,5%, ενώ για μια ακόμη φορά ο μεγάλος χαμένος της οργανωμένης λιανικής ήταν τα μικρά καταστήματα, έκτασης 100τμ-399τμ, ο τζίρος των οποίων μειώθηκε κατά 5%.
Στο μεταξύ, οι μεγάλες σάλες πωλήσεων, έκτασης 1.000τμ-2.499τμ, εμφάνισαν οριακή πτώση εσόδων κατά 0,1%. Τη μεγαλύτερη συμμετοχή στα έσοδα είχαν τα μεγάλα σούπερ μάρκετ, που απέσπασαν το 39,4% των πωλήσεων. Ακολούθησαν τα μεσαία με 35,5% και τα υπέρ μάρκετ με 10%, ενώ τα μικρά καταστήματα μείωσαν το μερίδιό τους στο συνολικό τζίρο στο 15,1%.
Ενδιαφέρον έχουν και τα στοιχεία που δείχνουν την πορεία των εσόδων του κλάδου μήνα το μήνα, χωρίς τη συμμετοχή της Lidl. Από αυτά είναι ξεκάθαρο πως η διόρθωση προς τα πάνω του λιανεμπορικού τζίρου έγινε προοδευτικά κατά το τετράμηνο Ιουνίου-Σεπτεμβρίου, δηλαδή κατά τη θερινή σεζόν. Ειδικότερα ο Ιούνιος κινήθηκε ανοδικά κατά 0,9%, ο Ιούλιος κατά 3,1%, ο Αύγουστος κατά 1,6% και ο Σεπτέμβριος κατά 6,2%. Γεγονός είναι, πάντως, είναι ότι η αγορά στην αρχή του χρόνου δέχθηκε ένα σοκ, δεδομένου ότι ο Ιανουάριος εμφάνισε καθίζηση εσόδων κατά 11% (έστω κι αν ληφθεί υπόψιν ότι στο δυσμενές σχετικό αποτέλεσμα επέδρασε η μείωση του αριθμού των εργάσιμων ημερών).
Οι επιδράσεις από τη συμμετοχή και της Lidl
Ας δούμε, όμως, πώς εξελίχθηκαν κατά την περίοδο μεταξύ της 1ης Ιανουαρίου και της 9ης Σεπτεμβρίου 2017 οι πωλήσεις της οργανωμένης λιανικής του κλάδου, εφόσον στο δείγμα της Nielsen ενταχθεί η Lidl, δηλαδή ο μοναδικός εκπρόσωπος του discount στην Ελλάδα. Τα βασικότερα συμπεράσματα είναι τα ακόλουθα:
Δεν άλλαξε η γενικότερη τάση στην πορεία των εσόδων, αφού οι πωλήσεις κατέγραψαν ως σύνολο οριακή πτώση 0,1% σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο.
Τα ταχυκίνητα προϊόντα είχαν μια μικρή απώλεια τζίρου, της τάξης του 0,9%, με τα τρόφιμα να κινούνται πτωτικά κατά 1,1% και τα ποτά ανοδικά κατά 1,8%.
Θετικά στην πορεία των εσόδων λειτούργησαν και πάλι τα φρέσκα και κατεψυγμένα προϊόντα, των οποίων ο τζίρος ήταν ενισχυμένος κατά 2,7%. Πτωτικά κινήθηκαν όλες οι υπόλοιπες κατηγορίες προϊόντων. Ειδικότερα τα προϊόντα ομορφιάς και φροντίδας έπεσαν κατά 2,8%, τα προϊόντα σπιτιού κατά 1,8%, τα τρόφιμα και ποτά κατά 0,5% και τα είδη bazaar κατά 1,4%.
Μετρώντας τις επιδόσεις του κλάδου από άποψη πωλήσεων σε όγκο, διαπιστώνεται ότι στο εξεταζόμενο διάστημα οι πωλήσεις είχαν επίσης οριακή πτώση 0,1%, με τα ταχυκίνητα αγαθά να καταγράφουν πτώση 0,7%. Και εδώ τα φρέσκα και κατεψυγμένα προϊόντα ήταν αυτά που εμφάνισαν θετικές επιδώσεις (3,7%), όπως και τα είδη σπιτιού –με σαφώς, όμως, μικρότερη άνοδο (0,2%)–, ενώ πτωτικά κατά 0,9% κινήθηκαν τα τρόφιμα-ποτά, κατά 0,5% τα προϊόντα ομορφιάς και φροντίδας και κατά 2,9% τα είδη bazaar.
Στο μεταξύ, η προοδευτική βελτίωση των συνολικών επιδόσεων της αγοράς την περίοδο Ιουνίου-Σεπτεμβρίου καταγράφηκε και με τη συμμετοχή της Lidl στο δείγμα, με κάπως, ωστόσο, «ψαλιδισμένες» τις ανοδικές τάσεις ανά μήνα, σε σχέση με την εικόνα των επιδόσεων που περιγράψαμε, χωρίς τον υπολογισμό των πωλήσεων του discounter. Ειδικότερα τον Ιούνιο τα έσοδα κινήθηκαν οριακά ανοδικά (0,1%), τον Ιούλιο εμφάνισαν βελτίωση κατά 2,6%, τον Αύγουστο κατά 1,7% και το Σεπτέμβριο κατά 4,8%.
Στο ρυθμό της αγοράς και η Lidl
Οι πωλήσεις της Lidl στο εξεταζόμενο διάστημα σημείωσαν οριακή μείωση 0,1% σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο, δηλαδή «εναρμονίστηκαν» με τη μεταβολή που είχε το σύνολο της αγοράς. Τα έσοδα της εταιρείας από τη διάθεση των ταχυκίνητων κωδικών ήταν μειωμένα κατά 0,7%, με τα τρόφιμα να καταγράφουν μείωση 0,4% και τα ποτά να δέχονται τις μεγαλύτερες πιέσεις, χάνοντας το 3% του περυσινού τους τζίρου. Τα προϊόντα προσωπικής φροντίδας κατέγραψαν, στο μεταξύ, άνοδο κατά 2%, ενώ μηδενική μεταβολή σημειώθηκε στις πωλήσεις των προϊόντων σπιτιού.
Ώθηση στις πωλήσεις της εταιρείας καταγράφηκε από τη διάθεση των φρέσκων και κατεψυγμένων προϊόντων, που κινήθηκαν ανοδικά κατά 3,9%. Τα είδη bazaar είχαν πτώση 1,2%.
Μετρώντας τις επιδόσεις της εταιρείας σε όγκο πωλήσεων, από τα στοιχεία της Nielsen προκύπτει ότι σαν σύνολο οι ποσότητες που διατέθηκαν στο καταναλωτικό κοινό ήταν μειωμένες κατά 0,8%, με τα FMCG να καταγράφουν μείωση όγκου πωλήσεων κατά 1,8% σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο. Τα τυποποιημένα τρόφιμα-ποτά κινήθηκαν πτωτικά κατά 2%, μεγάλες απώλειες της τάξης του 4,7% είχαν τα προϊόντα προσωπικής φροντίδας και υγείας, ανοδικά κατά 0,9% κινήθηκαν τα προϊόντα σπιτιού, επίσης ανοδικά με τη μεγαλύτερη επίδοση (5,1%) εξελίχθηκαν οι πωλήσεις των φρέσκων και κατεψυγμένων προϊόντων, ενώ τα είδη bazaar έχασαν το 0,4% των περυσινών τους όγκων.