Στο πλαίσιο αυτό, το υπουργείο συνέλεξε στοιχεία για τις τιμές πώλησης ιδιωτικών σημάτων των Καρφούρ Μαρινόπουλος, ΑΒ Βασιλόπουλος και Lidl στην Ελλάδα και σε άλλες ευρωπαϊκές αγορές, με σκοπό τη σύγκρισή τους, προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσο οι εν λόγω εταιρείες διαθέτουν φθηνότερα ή ακριβότερα τα προϊόντα τους στη χώρα μας.
Το σελφ σέρβις αναζήτησε τα ιδιαιτέρως σημαντικά συμπεράσματα της εν λόγω έρευνας και στο πλαίσιο της αναζήτησής του «βρέθηκε» στη Βουλή, καθώς εκεί γνωστοποίησε το ΥΠΑΑΝ τα σχετικά στοιχεία, μετά από επερώτηση που κατέθεσε, σχετικά με το πώς τιμολογεί η Lidl της προϊόντα της στην Ελλάδα και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ο βουλευτής της Δημοκρατικής Αριστεράς, κ. Νίκος Τσούκαλης.
Προς απάντησή του το υπουργείο γνωστοποίησε στη Βουλή τα αποτελέσματα έρευνας, βάσει στοιχείων που συγκέντρωσαν οι υπηρεσίες του και για τις τρεις πολυεθνικές εταιρείες του κλάδου που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα, ο αθροιστικός ετήσιος τζίρος των οποίων φτάνει τα 5,5 δισ. ευρώ.
Η έρευνα του υπουργείου επικεντρώθηκε συνολικά σε έξι εθνικές αγορές – ειδικότερα σε Γαλλία, Ιταλία, Βουλγαρία, Ισπανία, Γερμανία και Ελλάδα. Από την επιλογή των χωρών φαίνεται καθαρά η πρόθεση του υπουργείου να δημιουργήσει ένα πλαίσιο σύγκρισης των τιμών προϊόντων ιδιωτικών σημάτων, που διακινούνται από τις τρεις πολυεθνικές εταιρείες στην εγχώρια αγορά, και στις άλλες χώρες του ευρωπαϊκού νότου, των οποίων οι οικονομίες αντιμετωπίζουν σημαντικά προβλήματα, μεταξύ των οποίων και βαλκανικές, που γειτονεύουν με την Ελλάδα.
Το μονοπωλιακό προνόμιο της ακρίβειας
Το βασικότερο συμπέρασμα από την επεξεργασία των στοιχείων είναι ότι στην Ελλάδα οι Καρφούρ Μαρινόπουλος και ΑΒ Βασιλόπουλος πωλούν τα περισσότερα από τα προϊόντα τους σε τιμές χαμηλότερες απ’ ό,τι στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Αντίθετα, η Lidl τιμολογεί εμφανώς υψηλότερα από τα επίπεδα των τιμών της εκτός ελληνικών συνόρων.
Κύκλοι της αγοράς, σχολιάζοντας σχετικά, συμπεραίνουν ότι ο βασικότερος λόγος για τον οποίο η Lidl είναι ακριβότερη στην Ελλάδα είναι το γεγονός ότι απέμεινε ο μοναδικός εκπρόσωπος του discount στη χώρα, διαθέτοντας μάλιστα τα προϊόντα της κατά πολύ φθηνότερα έναντι των εγχώριων κλασικών αλυσίδων σούπερ μάρκετ.
Η έλλειψη για μεγάλο διάστημα ανταγωνιστών στην κατηγορία της (μετά την αποχώρηση των Plus και Aldi και την απορρόφηση της Dia από την Καρφούρ Μαρινόπουλος), έδωσε την ευκαιρία στη γερμανική εταιρεία να τιμολογεί υψηλότερα, σε σχέση με άλλες εθνικές αγορές όπου έχει παρουσία, διατηρώντας, ταυτόχρονα, ένα ισχυρό ανταγωνιστικό προφίλ και υψηλή κερδοφορία.
Επισημαίνεται επίσης η ελληνική ιδιαιτερότητα της Lidl να δρα όχι σαν ανώνυμη εταιρεία, αλλά μέσω πολλών «ανεξάρτητων» ομόρρυθμων εταιρειών, μίας ανά κατάστημα του δικτύου της, πράγμα που καθιστά δύσκολη τόσο τη συναγωγή ασφαλών συμπερασμάτων για το προφίλ της στην Ελλάδα, όσο και την παρακολούθησή της από τους ανταγωνιστές της. Για παράδειγμα, ενώ ο τζίρος της Lidl στην Ελλάδα υπολογίζεται γύρω στο 1,5 δισ. ευρώ, βάσει των αναγωγών που κάνουν οι εξειδικευμένες εταιρείες και των σχετικών εκτιμήσεών τους, για τα κέρδη της δεν υπάρχει η παραμικρή προσέγγιση της πραγματικότητας.
Έτσι, τα στοιχεία που φέρνουμε στη δημοσιότητα έχουν ιδιαίτερη σημασία, αφού και επίσημα είναι και δυσεύρετα, ενώ συνοδεύονται από στοιχεία και για τις Καρφούρ Μαρινόπουλος και ΑΒ Βασιλόπουλος, ο ανταγωνισμός των οποίων τις υποχρεώνει να κρατούν στα περισσότερα προϊόντα τους τις τιμές σε επίπεδα χαμηλότερα από ό,τι σε άλλες ευρωπαϊκές αγορές.
Τα συμπεράσματα της έρευνας
Είκοσι οκτώ PL προϊόντα της Καρφούρ Μαρινόπουλος «τοποθετήθηκαν» από το ΥΠΑΑΝ στο «καλάθι αγορών» της εταιρείας (18 κωδικοί τροφίμων και 10 μη τροφίμων) σε Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία, Βουλγαρία και στην Ελλάδα. Η γενική εικόνα των τιμών, όπως προέκυψε από τις συγκρίσεις, είναι μικτή έως θετική.
Ειδικότερα, τα 15 από τα 28 προϊόντα της εταιρείας διατίθενται στη χώρα μας φθηνότερα από ό,τι στα δίκτυα του ομίλου στις άλλες τέσσερις εθνικές αγορές. Έξι προϊόντα τιμολογούνται στην Ελλάδα, άλλα φθηνότερα και άλλα ακριβότερα έναντι των υπολοίπων τεσσάρων χωρών του δείγματος, ενώ σε επτά προϊόντα οι τιμές είναι εμφανώς ακριβότερες στην Ελλάδα.
Οι τιμοληψίες του υπουργείου ειδικότερα για την ΑΒ Βασιλόπουλος περιορίσθηκαν σε Βουλγαρία και Ελλάδα, καθώς στις άλλες τρεις χώρες από τις πέντε της έρευνας ο όμιλος Delhaize δεν έχει παρουσία. Όπως διαπιστώθηκε, επί 29 ερευνώμενων προϊόντων (21 κωδικοί τροφίμων, 8 μη τροφίμων), 17 πωλούνται φθηνότερα στην Ελλάδα και 12 ακριβότερα.
Δεδομένου ότι το βιοτικό επίπεδο στην Ελλάδα είναι υψηλότερο της Βουλγαρίας, αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι εδώ διατίθενται προϊόντα φθηνότερα απ’ ό,τι στη γείτονα. Σχετικά με τις διαφορές τιμών μεταξύ των δύο χωρών, σε κάποια προϊόντα περιορίζονται στο επίπεδο του 1 λεπτού, αλλά σε κάποια άλλα οι διαφορές είναι μεγάλες (π.χ. το σαμπουάν στην Ελλάδα πωλείται σε τιμή διπλάσια της Βουλγαρίας).
Η έρευνα για τη Lidl διενεργήθηκε σε Γερμανία (έδρα της εταιρείας), Ελλάδα, Γαλλία, Ιταλία και Βουλγαρία. Στο «καλάθι» της μπήκαν πολύ περισσότερα PL προϊόντα, συνολικά 70 (42 κωδικοί τροφίμων, 28 μη τροφίμων), εφόσον ως discounter η εταιρεία διαθέτει πληθώρα PL. Από αυτά διαπιστώθηκε ότι ακριβότερα στην Ελλάδα πωλούνται τα 46. Σε 13 προϊόντα η τιμολόγηση είναι αλλού φθηνότερη, αλλού ακριβότερη, ενώ μόλις σε 11 κωδικούς οι ελληνικές τιμές είναι φθηνότερες των άλλων χωρών. Αξιοσημείωτο είναι ότι μεταξύ των κωδικών που πωλούνται ακριβότερα στην Ελλάδα ορισμένοι εμφανίζουν τιμές ακόμη και υπερδιπλάσιες έναντι των τεσσάρων άλλων χώρων.
Για ποιους λόγους διενεργήθηκε η έρευνα
Το ζήτημα των τιμών βρίσκεται ψηλά στην ατζέντα του υπουργείου, δεδομένου ότι μια από τις δεσμεύσεις της συγκυβέρνησης έναντι της τρόικας είναι ο άπιαστος στόχος του αποπληθωρισμού των τιμών. Οι αυξήσεις που καταγράφονται τους τελευταίους μήνες στις τιμές των PL προϊόντων προβλημάτισαν την πολιτική ηγεσία του υπουργείου, οπότε κρίθηκε σκόπιμο η έρευνα των αρμοδίων υπηρεσιών του να επεκταθεί και εκτός συνόρων.
Οι υπηρεσίες του υπουργείου εδώ και μεγάλο χρονικό διάστημα διερευνούν τις ενδοομιλικές συναλλαγές. Στο στόχαστρο της σχετικής έρευνας έχουν μπει και οι τρεις προαναφερόμενες πολυεθνικές εταιρείες. Ήταν αναμενόμενο η έρευνα να συμπεριλάβει και τα προϊόντα των επωνυμιών τους, τα οποία ελέγχουν απόλυτα οι τρεις τους, από την παραγωγή τους ως την τοποθέτηση στο ράφι.
Το ΥΠΑΑΝ συνεργάζεται στενά με την Επιτροπή Ανταγωνισμού, τροφοδοτώντας τη με διάφορα στοιχεία για την αγορά, μεταξύ των οποίων για τις τιμές. Η έρευνα για την τιμολόγηση των PL προϊόντων αποτελεί, πιθανώς, τη βάση για την αποστολή νέων τιμολογιακών δεδομένων στην Επιτροπή Ανταγωνισμού.
Το γεγονός ότι η Lidl είναι μονοπώλιο του discount στην Ελλάδα ήταν πρόκληση για το υπουργείο να διενεργήσει έρευνα για τον τρόπο διαμόρφωσης των τιμών της και τις διαφορές τιμών που ισχύουν για τα ίδια προϊόντα σε διαφορετικές αγορές.
Εξάλλου, όσο πληρέστερα ενήμερες είναι οι υπηρεσίες του υπουργείου επί θεμάτων τιμών, τόσο αποτελεσματικότερες είναι οι πιέσεις που ασκεί στην αγορά για τιμολογιακή αυτοσυγκράτηση, υπόθεση εξαιρετικά κρίσιμη, καθόσον, ενώ το καταναλωτικό εισόδημα υφίσταται επιθετική μείωση, οι τιμές λιανικής δεν αποκλιμακώνονται.
Στον εισαγγελέα η υπόθεση
Παραμονές έκδοσης του τεύχους ο αναπληρωτής υπουργός ΥΠΑΑΝ, κ. Σωκράτης Ξυνίδης, απέστειλε στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, καθώς και
στον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, τα στοιχεία της έρευνας του υπουργείου που παρουσιάζουμε, βάσει των οποίων η Lidl πουλά πολλά από τα προϊόντα της ακριβότερα στην Ελλάδα απ’ ό,τι σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.