Κρίση στην αγορά εργασίας των μάνατζερ

Ανέδειξε, τάχα, κάποιες νέες τάσεις στην αγορά εργασίας των στελεχών επιχειρήσεων η ύφεση της οικονομίας, δεδομένης μάλιστα της συζήτησης για παράταση του εργασιακού βίου, λόγω των κλυδωνισμών στα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης;

Με την εκδήλωση της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης οι θεσμοί ρύθμισης των εργασιακών σχέσεων και της κοινωνικής ασφάλισης -διεθνείς και εθνικοί- απώλεσαν την αξιοπιστία και τη σοβαρότητά τους. Επί παραδείγματι, με διαφορά φάσης μερικών μηνών από την πρόταση της Κομισιόν για τη διεύρυνση του ημερήσιου χρόνου απασχόλησης στις 65 ώρες, περάσαμε στα άμεσα μέτρα μείωσης του εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας, λόγω συνθηκών κρίσης… Είτε μιλήσουμε για έλλειψη σοβαρότητας είτε για άφατο κυνισμό εις βάρος του παράγοντα «εργασία» το αποτέλεσμα είναι το ίδιο: αύξουσα ρευστότητα και αφερεγγυότητα του συστήματος.

Με την ανεργία και την υποαπασχόληση -δηλαδή, τους παράγοντες που προσδιορίζουν αντενδεικτικά τις λύσεις για την παράταση του εργασιακού βίου και της ημερήσιας απασχόλησης- να στοιχειώνουν τους φόβους των Ευρωπαίων για μια ενδεχόμενη κοινωνική αναταραχή, σε μια ΕΕ όπου ενισχύονται οι φυγόκεντρες τάσεις από την ιδέα της στοιχειώδους πολιτικής ενοποίησής της, ουδείς μπορεί να προβλέψει τις τάσεις στην αγορά εργασίας.

Είναι φυσικό: σε μια ενιαία αγορά, όπου η δημοσιονομική σταθερότητα προέχει της ανάπτυξης και το πρωτείο των αποφάσεων παραμένει σε γραφειοκράτες, ισορροπιστές μεταξύ αντικρουόμενων συμφερόντων, αντί να δοθεί σε μια κεντρική ευρωπαϊκή κυβέρνηση, με ευρεία πολιτική νομιμοποίηση, μόνο αβεβαιότητες γεννιούνται.

Πόσο πιθανές είναι, τι μορφή θα παίρνουν και πού θα οδηγούν, άραγε, οι αντιδράσεις των νέων και νεοεισερχομένων στην αγορά εργασίας, οι οποίοι, αν και υψηλότερης εξειδίκευσης από τις προηγούμενες γενιές, εισπράττουν την απίσχνανση των κοινωνικών παροχών, τη διαρκώς μεγαλύτερη ελαστικοποίηση της απασχόλησης, την αβεβαιότητα και τις γλίσχρες αμοιβές; Καν υποθέσεις δεν μπορεί να διατυπωθούν…

Θα προσπαθήσουμε να έχουμε μια γεύση των όσων συμβαίνουν συνεπεία της ύφεσης στην εγχώρια αγορά εργασίας του ειδικευμένου στελεχικού δυναμικού των επιχειρήσεων στο φάσμα των ευρείας και καθημερινής κατανάλωσης προϊόντων.

Η κοινή διαπίστωση όλων είναι ότι «δραματικές αλλαγές δεν υφίστανται» -ή μάλλον ότι τα «δράματα» δεν έχουν τον μαζικό χαρακτήρα που φαίνεται ότι προσλαμβάνουν γενικώς στην βαθμίδα της μη ειδικευμένης εργασίας και στον κόσμο των μικρών επιχειρήσεων.

Αλλά και εν προκειμένω η έννοια της «μαζικότητας» σχετικοποιείται εξαιτίας του μικρού μεγέθους της πλειονότητας των επιχειρήσεων και του μεγάλου εύρους της αυτοαπασχόλησης, παραγόντων που καθιστούν το εκάστοτε «δράμα» (της υποαπασχόλησης, της αναποζημίωτης υπερεργασίας ή της ανεργίας) «μεμονωμένο» ανεξαρτήτως του πολλαπλασιαστή του.


Τόπο στους νέους και χαμηλοαμειβόμενους
Είναι κοινός τόπος ότι στις μεγάλες επιχειρήσεις του κλάδου οι στελεχικές θέσεις που «χηρεύουν» δύσκολα καταλαμβάνονται πλέον από νέα πρόσωπα. Η δουλειά μοιράζεται σε αυτούς που παραμένουν, άρα το εξειδικευμένο έργο εντατικοποιείται. Αλλά πότε «χηρεύει» μια θέση; Το «καλό» σενάριο είναι όταν ένα στέλεχος συνταξιοδοτείται ή μετακινείται σε άλλη θέση της ίδιας ή άλλης εταιρείας, ενώ το «κακό» σενάριο είναι όταν απολύεται.

Όπως μας είπε η κα Βίκυ Μπουζούκη, διευθύντρια ανθρωπίνων πόρων της Coca-Cola 3E, «ενώ οι μετακινήσεις στελεχών έχουν περιοριστεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, αρκετές εταιρείες προωθούν για ευνόητους λόγους μικρά προγράμματα πρόωρης συνταξιοδότησης μεσαίων και ανώτερων στελεχών τους (πχ με εξαγορές ενσήμων και χρόνου στρατιωτικής θητείας), όπως και μελών του κατώτερου προσωπικού τους. Στο μέτρο υπάρχει ανταπόκριση -κυρίως εκ μέρους των γυναικών, που φοβούνται τις επιπτώσεις από τις αλλαγές του ασφαλιστικού… Εμείς συνήθως καλύπτουμε τις θέσεις των αποχωρησάντων με νεαρής ηλικίας στελέχη, ώστε η εταιρεία να επωφελείται από τη μείωση του κόστους εργασίας, αφού τα άπειρα λόγω ηλικίας στελέχη έχουν μικρότερες αποδοχές. Κι αυτό συνιστά γενική τάση στην αγορά εργασίας».

Πράγματι, «η αναζήτηση στελεχικού δυναμικού στον κλάδο εντοπίζεται σε νεαρής ηλικίας στελέχη και μάλιστα για την κάλυψη θέσεων μεσαίου επιπέδου κι όχι ανώτερου, αφού κυρίως οι πολυεθνικές εταιρείες μεριμνούνε οι ίδιες εσωτερικά για την ανάπτυξη των υψηλόβαθμων στελεχών τους», επισημαίνει η κα Πέγκυ Βελιώτου, γενική διευθύντρια της KPMG, εξηγώντας:

«Μιλούμε για προσεκτικές προσλήψεις, για συρρικνωμένους μισθούς κατά 10%-15%, σε σχέση με την τελευταία πενταετία, και για σημαντικές περικοπές των μπόνους και των άλλων έξτρα παροχών. Αν και στην χώρα μας ο κλάδος δεν απαξιοί τα ώριμης ηλικίας στελέχη, σίγουρα προτιμά νεαρά πρόσωπα στις θέσεις τους, όχι μόνο γιατί οι μισθολογικές απαιτήσεις τους είναι μειωμένες, αλλά και γιατί οι εταιρείες θέλουν να επενδύουν στην εσωτερική ανάπτυξή τους μακροπρόθεσμα».

Όταν γκριζάρουν οι κρόταφοι
Πάντως, «στη διεθνή αγορά εργασίας των στελεχών φαίνεται μια κάποια επιστροφή στην προτίμηση μεσαίων στην ιεραρχία μάνατζερ με γκριζαρισμένους κροτάφους, ενώ η ανάδειξη των νεαρής ηλικίας μάνατζερ γίνεται τώρα με προσοχή», σχολιάζει η κα Μαίρη Γεωργιάδου, πρόεδρος του Ινστιτούτου Μάνατζμεντ και Ανθρώπινου Δυναμικού (ΙΜΑΔ) της ΕΕΔΕ, εξηγώντας:

«Διεθνώς επανεκτιμάται η εμπειρία και η προνοητικότητα των ώριμων στελεχών, ιδιότητες με τις οποίες τους ανατίθεται να συνεπικουρούν το έργο των νεότερων συναδέλφων τους. Στην Ελλάδα, όμως, δεν μπορούμε να πούμε ότι συμβαίνει κάτι τέτοιο -πολύ περισσότερο σε συνθήκες όξυνσης της κρίσης στην αγορά εργασίας. Έτσι, πολύ δύσκολα σήμερα μια επιχείρηση προσλαμβάνει έναν πενηντάρη μάνατζερ, αντίθετα προς εκείνους που είναι μέχρι σαράντα χρόνων, επειδή ακριβώς θεωρούνται πρόσφοροι στην υπερεργασία -νομότυπη και… άτυπη. Δεν είναι τυχαίο ότι πολλοί μάνατζερ άνω των 45 ετών σήμερα καταβάλλουν υπερ-προσπάθεια, προκειμένου να προσφέρουν το μη προσδοκώμενο, το επιπλέον, ώστε να παραμένουν ανταγωνιστικοί έναντι των νεότερων συναδέλφων τους, άρα να παραμένουν στις θέσεις τους…».

Δεν υπήρξε «κύμα» απολύσεων
Σχετικά με τις απολύσεις, η κα Βελιώτου (KPMG) διαπιστώνει ότι «δεν έχουν λάβει χαρακτήρα κύματος και δεν φαίνεται να συνδέονται ευθέως με την πορεία των πωλήσεων. Εντοπίζονται στις περιπτώσεις κάποιων ακριβοπληρωμένων ή μειωμένης αποτελεσματικότητας μελών του προσωπικού, που στην προ της κρίσης περίοδο είχαν απλώς την ανοχή των διοικήσεων…».

Εξάλλου, «οι περισσότερες εταιρείες είχαν στις “καλές εποχές” όλη την άνεση χρόνου να κάνουν καλές επιλογές στελεχών, τα οποία και δεν θέλουν να χάσουν τώρα.

Φυσικά, μπροστά στον φόβο της ανεργίας, αυτά τα στελέχη αποδέχονται τις μεγαλύτερες ή μικρότερες μειώσεις αποδοχών που τους επιβάλλονται», συμφωνεί ο κ. Δημήτρης Μπουραντάς, καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΟΠΑ), διευθυντής executive MBA MSc in Human Resources Management.

Αλλά το πιο εντυπωσιακό, ίσως, από τις επισημάνσεις της κυρίας Βελιώτου (KPMG) -αν και εύλογο- είναι ότι «σήμερα η ζήτηση των προς επιλογή στελεχών δεν αποβλέπει στην πλήρωση θέσεων με ειδικότητες στην ανάπτυξη νέων προϊόντων ή υπηρεσιών, αλλά στη συντήρηση…».


Τα αδιέξοδα και οι ευκαιρίες των εκτός
Στο μεταξύ, ο τομέας των συμβούλων επιχειρήσεων έχει γεμίσει από ελεύθερους επαγγελματίες -όχι μόνο γκριζομάλληδες- που σταδιοδρόμησαν ως στελέχη μεγάλων ή μικρότερων, πολυεθνικών ή ελληνικών επιχειρήσεων. «Ένα εξάμηνο εκτός αγοράς εργασίας πείθει και τον πιο υπομονετικό, όσον αφορά στην αναζήτηση εκείνων των ευκαιριών που θα ικανοποιήσουν τις αξιώσεις του, να δοκιμάσει την τύχη του στην παροχή υπηρεσιών συμβούλου. Και υπάρχουν πάρα πολλοί», υποστηρίζει η κα Γεωργιάδου (ΙΜΑΔ), αναφερόμενη προφανώς σε εκείνους, που δεν συμβιβάζονται με την ιδέα της υποβάθμισης (ιεραρχικής και αμοιβών) χάριν της διατήρησής τους σε μια θέση επίμοχθου βιοπορισμού μέχρι τη συνταξιοδότηση.

Αλλά υπάρχουν κι εκείνοι, οι οποίοι, αντιδρώντας είτε στην πρόωρη αποστράτευση από την επαγγελματική ζωή είτε στα άγχη αδιεξόδου που δημιουργούν η ανασφάλεια και ο περιορισμός των επιλογών επαγγελματικής ανόδου, τολμούν σε ποικίλες κατευθύνσεις. Αρκετοί, κάνοντας χρήση των γνωριμιών, των γνώσεων και των εμπειριών τους, δραστηριοποιούνται σε συναφή μεν αντικείμενα εκείνων της προγενέστερης επαγγελματικής τους ζωής, αλλά απολύτως στοχευμένα (από άποψη εξειδίκευσης, ίσως και αριθμού πελατών).

«Άλλοι -και δη νεότερης ηλικίας- ανοίγονται σε εντελώς καινούργια και γι’ αυτούς και για την οικονομία μας πεδία δράσης, όπως πχ ο eco-τουρισμός, μελετώντας τις ευκαιρίες και αξιοποιώντας τα σχετικά προγράμματα επιδοτήσεων», συμπληρώνει η κυρία Μπουζούκη (Coca-Cola 3E).

Όπως προσθέτει, «δεν έχουν λείψει τελικά οι ευκαιρίες να επιδιώξει κάποιο στέλεχος την επαγγελματική του ολοκλήρωση, χωρίς να είναι κατ’ ανάγκη υπάλληλος ούτε να επενδύσει ο ίδιος μεγάλα κεφάλαια. Άλλωστε, η ικανότητα ενός μάνατζερ κρίνεται από το κατά πόσο μπορεί να ανακαλύπτει τέτοιες ευκαιρίες».

Η κινητικότητα στην αγορά εργασίας
Τι γίνεται, όμως, με την κινητικότητα στην αγορά εργασίας των στελεχών; Η απάντηση της κας Βελιώτου είναι χαρακτηριστικής περιεκτικότητας: «Η σημαντική μείωσή της την τελευταία διετία αναμένουμε ότι θα εξακολουθήσει και φέτος. Δεν υπάρχουν πια πολλές θέσεις εργασίας ανοιχτές. Η εποχή δεν ευνοεί την εύκολη ανάληψη του ρίσκου της μετακίνησης».

Μάλιστα, ο κ. Μπουραντάς (ΟΠΑ), προσθετικά στη δυσμένεια του κλίματος της ύφεσης για τέτοια ρίσκα, επισημαίνει την ωρίμαση κι αυτών ακόμα των αναπτυσσόμενων αγορών στη δεκαετία 1995-2005 (πχ κινητής τηλεφωνίας, τραπεζών): «Ήδη η κινητικότητα των στελεχών είχε περιοριστεί πριν από την κρίση. Η γρήγορη ανάδειξη στελεχών σε υψηλόβαθμες θέσεις, χαρακτηριστικό των δυναμικά αναπτυσσόμενων κλάδων, ως τα μέσα τούτης της δεκαετίας είχε ολοκληρωθεί. Η κρίση απλώς έδωσε έμφαση σε φαινόμενα ήδη γνωστά…».

Τη συμφωνία της σχετικά, κυρίως όσον αφορά στους προμηθευτές του λιανεμπορίου, εκφράζει η κα Γεωργιάδου (ΙΜΑΔ), κάνοντας, ωστόσο, την εξής διάκριση: «Μιλώντας για το μεσαίο και το ανώτερο στελεχικό δυναμικό των λιανεμπορικών αλυσίδων, δηλαδή για διευθυντές-υποδιευθυντές καταστημάτων κλπ, οι οποίοι αντιστρόφως ανάλογα με τη ρευστότητα του κατώτερου προσωπικού αυτών των εταιρειών, διαμορφώθηκαν επαγγελματικά και εξελίχθηκαν για χρόνια στον κλάδο, τα πράγματα είναι αρκετά διαφορετικά. Κυρίως στην περιφέρεια η κινητικότητά τους είναι αισθητή (τουλάχιστον σε σχέση με άλλους κλάδους), συνεπεία της έντασης του ανταγωνισμού των σούπερ μάρκετ, που βρίσκονται σε φάση επέκτασης και που χρειάζονται τα έμπειρα στελέχη. Αλλά και πάλι, σε συνθήκες κρίσης η επιφυλακτικότητα του εργαζόμενου ως προς τις πιθανές ευκαιρίες μετακίνησής του αυξάνει. Η καλύτερη θέση και αμοιβή δεν αποτελεί πλέον το μοναδικό κριτήριο για μετακίνηση σε νέο εργασιακό περιβάλλον. Οι αφανείς κίνδυνοι της αλλαγής εταιρικού περιβάλλοντος, πχ λόγω διαφορετικότητας κουλτούρας και νοοτροπιών, λειτουργούν αποτρεπτικά, γιατί σε συνθήκες κρίσης η απώλεια της εργασίας πολύ δύσκολα αναπληρώνεται».


Ευκαιρία προσέλκυσης των αρίστων
«Είναι εντυπωσιακό το πόσο εύκολα μας δίνουν τώρα βιογραφικά για εργασία στελέχη άλλων κλάδων, που μέχρι πρόσφατα δεν περνούσαν καν έξω από την πόρτα μας!», διαπιστώνει ο κ. Βασίλης Σταύρου, διευθυντής ανθρωπίνων πόρων του ομίλου Α-Β Βασιλόπουλος.

«Γι’ αυτό το 2009», συνεχίζει, «ως προς τις αμοιβές κινηθήκαμε με τον ίδιο τρόπο που κινούμασταν πάντα. Ο κλάδος μας, βλέπετε, δεν προτιμάται από τους απόφοιτους των κολεγίων, οπότε, με τη χορήγηση ενός μισθολογικού κινήτρου σε πλαίσια ασυνήθιστης, ίσως, κανονικότητας για την εποχή, αντιμετωπίσαμε την κρίση ως μια καλή ευκαιρία για την προσέλκυση εργαζομένων με προσόντα, οι οποίοι μέχρι πρότινος μας αγνοούσαν».

Όπως εξηγεί ο κ. Σταύρου, «εφόσον συνεχίζεται η πορεία επέκτασης του δικτύου μας, δεν επιβραδύνουμε καν τον ρυθμό προσέλκυσης μεσαίων στελεχών. Όμως, στο επίπεδο των διοικητικών υπηρεσιών, αν και σε καμία περίπτωση δεν προχωρήσαμε σε περιορισμό των θέσεων εργασίας, οι θέσεις των αποχωρησάντων επανεκτιμώνται σε επίπεδο εταιρικού οργανογράμματος, ώστε όπου είναι δυνατόν να περικόπτονται, και τα αντικείμενά τους να μοιράζονται σε άλλες θέσεις. Ταυτόχρονα, μεριμνάμε για ένα νοικοκύρεμα σε κάποιες “παράπλευρες” δαπάνες των στελεχών μας -πχ συνιστούμε τη λελογισμένη χρήση των εταιρικών κινητών τηλεφώνων, περικόψαμε κάποιες προγραμματισμένες επισκέψεις στο εξωτερικό κλπ. Ωστόσο, στη χορήγηση των μπόνους δεν διαφοροποιήσαμε κάτι. Κι αυτό γιατί η επιτυχία ενός στόχου, ανεξαρτήτως του αν συμβαίνει σε περίοδο κρίσης ή όχι, πρέπει να επιβραβεύεται».

Σε σχέση με τις αποδοχές του στελεχικού δυναμικού του ομίλου κατά την τρέχουσα χρονιά, ο κ. Σταύρου δήλωσε ότι «για την ώρα περιμένουμε την κατάληξη της κλαδικής συλλογικής σύμβασης. Πάντως, δεν είμαστε της λογικής να μη δοθούν καθόλου αυξήσεις στα στελέχη μας. Μπορεί αυτές φέτος να μην κυμανθούν στα περσινά επίπεδα, αλλά θα δοθούν!».

Ανεργία: Αριθμητικό και δομικό πρόβλημα
Για την κάλυψη στην Coca-Cola 3E μόλις 8 θέσεων εργασίας -η σχετική προκήρυξη έγινε πέρυσι τον Απρίλιο από την εταιρεία, στο πλαίσιο του προγράμματός της για τη χορήγηση ευκαιριών σταδιοδρομίας, σε όλες της τις ειδικότητές της, νέων πτυχιούχων ΑΕΙ- κατατέθηκαν περί τα 1.200 βιογραφικά υποψηφίων, με πτυχιακές και μεταπτυχιακές σπουδές!

Για μια μέση στελεχική θέση εργασίας ο όμιλος Α-Β Βασιλόπουλος έχει να επιλέξει σήμερα ανάμεσα σε περίπου 1.000 βιογραφικά, μεταξύ μάνατζερ κλάδων «υψηλού πρεστίζ», πτυχιακών και μεταπτυχιακών αποφοίτων, αλλά και στελεχών μικρότερων αλυσίδων σούπερ μάρκετ!

«Η πληθώρα των υποψηφιοτήτων για κάθε θέση εργασίας έχει συνέπεια την αύξηση των δυνατοτήτων του εργοδότη να διαπραγματεύεται σκληρά τις αμοιβές των προσλαμβανόμενων. Γενικά, οι μισθοί των μεσαίων και ανώτερων στελεχών επιχειρήσεων σήμερα έχουν πτωτική τάση, γεγονός που σχετίζεται με την έλλειψη των ευκαιριών απασχόλησης και, συνεπώς, με τη μειωμένη αντοχή της πλειονότητας των στελεχών να μένουν χωρίς δουλειά», σχολιάζει η κα Γεωργιάδου (ΙΜΑΔ).

Από μια άλλη πλευρά, δυστυχώς, «τα πανεπιστήμιά μας παράγουν ανέργους, ανεξαρτήτως του αν υπάρχει κρίση ή όχι. Το γιατί είναι προφανές: Σε μια αγορά εργασίας κορεσμένη από πτυχιούχους και κυρίως χωρίς τον αναπτυξιακό προσανατολισμό που θα δημιουργούσε νέες θέσεις εργασίας, εμείς την τελευταία δεκαετία διπλασιάσαμε τους εισαγόμενους στα πανεπιστημιακά ιδρύματα της χώρας!», τονίζει με έμφαση ο κ. Δ. Μπουραντάς (καθηγητής ΟΠΑ), προσθέτοντας: «Στην Ελλάδα έχουμε το υψηλότερο ποσοστό στην Ευρώπη τελειόφοιτων λυκείου, που επιλέγουν τα ΑΕΙ, διότι δεν έχουμε επαγγελματική εκπαίδευση! Έτσι, η παραγωγή πλεονάζοντος επιστημονικού δυναμικού δημιουργεί ένα εκρηκτικό μίγμα στην αγορά εργασίας, βυθίζοντάς την σε μόνιμη κρίση. Για παράδειγμα, στο πανεπιστήμιό μας (ΟΠΑ) το 1998 είχαμε 100 μεταπτυχιακούς, ενώ τώρα έχουμε 1.200!».

Οικονομικοί μετανάστες υψηλών προσόντων
Ως τα τέλη του έτους η επίσημα καταγεγραμμένη ανεργία στην Ελλάδα πιθανώς θα φτάσει το 22%, πράγμα που σημαίνει ότι περίπου 1,5 εκατ. εργαζόμενοι θα βρίσκονται χωρίς δουλειά -σε κάποιες περιοχές της περιφέρειας, μάλιστα, το ποσοστό της ανεργίας, ίσως, ισοσκελίσει εκείνο των εν εργασία.

«Σε τέτοιες συνθήκες δεν πρέπει να αποκλείουμε τη δημιουργία ελληνικού ρεύματος οικονομικών μεταναστών προς τη Δύση, κυρίως από τριαντάρηδες με υψηλό επιστημονικό υπόβαθρο, γυναίκες και άνδρες που σήμερα βλέπουν ότι οι ευκαιρίες απασχόλησης που τους προσφέρει η χώρα δεν τους υπόσχονται ένα καλύτερο μέλλον», τονίζει η κα Γεωργιάδου.

Άλλωστε, όπως υποστηρίζει, «τα ήθη στη διεθνή αγορά εργασίας είναι ομαλότερα απ’ ό,τι στη χώρα μας, στην οποία διαπιστώνεται ένα μεγάλο και χρόνιο έλλειμμα εμπιστοσύνης μεταξύ εργαζομένων κι εργοδοτών. Είναι ερευνητικά διαπιστωμένο, πράγματι, ότι στην πλειονότητά τους οι Έλληνες εργαζόμενοι αισθάνονται ότι οι εργοδότες αθετούν τις τυπικές και ηθικές τους υποχρεώσεις έναντί τους, πολύ περισσότερο σε συνθήκες οικονομικής επιδείνωσης. Δεν είναι τυχαίο ότι σήμερα όλο και περισσότεροι μάνατζερ -και πλέον ανεξαρτήτως ηλικίας- σκέφτονται ως διέξοδο την αναζήτηση εργασίας στη διεθνή αγορά».

Βασίλης Μπεγκλής, Agrino: Ελπίδες ανάκαμψης από το φθινόπωρο

Την πραγματική γεύση των συνεπειών της οικονομικής κρίσης η αγορά των τροφίμων άρχισε να την βιώνει έντονα περί τα μέσα του περασμένου καλοκαιριού. Όπως εκτιμά ο κ. Βασίλης Μπεγκλής, «μια γενικότερη ανάσχεση των ρυθμών ανάπτυξης της αγοράς των τροφίμων δημιούργησε ασφαλώς σκεπτικισμό, αλλά όχι ουσιαστικά προβλήματα στις σχέσεις μεταξύ προμηθευτών-λιανεμπορίου.

Ταυτόχρονα, ο καταναλωτής σε ορισμένες περιπτώσεις αλλάζει σημαντικά την αγοραστική συμπεριφορά του, με τρόπο που μας υποχρεώνει να διερευνούμε συνεχώς τις ανάγκες του και να αναπροσαρμόζουμε τις στρατηγικές μας, προκειμένου να αυξήσουμε τον βαθμό ικανοποίησής του.

Σε κάθε περίπτωση, παρά την εισοδηματική πίεση που υπέστη ο καταναλωτής, οι αγορές του σε ρύζι και όσπρια δεν έπεσαν κάτω από τα επίπεδα του 2008. Αυτό, φυσικά, συνδέεται με τη στροφή της ζήτησης προς τα προϊόντα αυτά, καθώς, όπως δείχνει η έρευνα, οι καταναλωτές αναγνωρίζουν την υψηλή διατροφική τους αξία και την πρωτεύουσα θέση τους τόσο στη μεσογειακή διατροφή όσο και στην παραδοσιακή ελληνική κουζίνα».

σελφ σέρβις: Σε τι ακριβώς συνίσταται η αλλαγή της καταναλωτικής συμπεριφοράς;

Βασίλης Μπεγκλής: Κυρίως σχετίζεται με τον φόβο του καταναλωτή ότι η κρίση θα επηρεάσει μεσο-μακροπρόθεσμα τις οικονομικές αντοχές του, φόβος ο οποίος σε μεγάλο βαθμό σχετίζεται με την επιρροή που ασκούν τα ΜΜΕ. Στο πλαίσιο αυτό, η αβεβαιότητά του για το μέλλον τον αποτρέπει από την αποθεματοποίηση στο νοικοκυριό του και τον στρέφει σε οικονομικότερες λύσεις -μια τάση που, ενώ αρχικά ίσχυσε στην αγορά του non-food, σήμερα επηρεάζει σημαντικά και τα τρόφιμα πρώτης ανάγκης.

Φανταστείτε ότι ο ρυθμός ανάπτυξης του όγκου των πωλήσεων στην κατηγορία του ρυζιού πανελλαδικά πέρυσι έπεσε στο 0,5%. Υπό αυτή την έννοια, οι αλλαγές στην καταναλωτική συμπεριφορά έναντι μιας συγκεκριμένης κατηγορίας προϊόντων είναι δείκτης των σύνθετων διαφοροποιήσεων του καταναλωτή, όσον αφορά σε ένα πλήθος επιλογών του, που προσδιορίζουν τη μετάβασή του σε έναν άλλο τρόπο ζωής.

Άρα, μιλούμε για μια μεταβατική φάση στη συμπεριφορά του καταναλωτή, που την αναγνωρίζουμε ήδη στις αλλαγές του τρόπου που ψωνίζει, στις διατροφικές προτιμήσεις του, στη σχέση του με τα PL προϊόντα, αλλά και αναφορικά με τις λύσεις έτοιμου φαγητού, εξέλιξη που οφείλουμε να παρακολουθούμε στενά και από κοινού προμηθευτές και λιανέμποροι, ώστε να ανταποκριθούμε αποτελεσματικά στις νέες ανάγκες του καταναλωτή και να τον ικανοποιούμε, προσθέτοντας αξία στις αγορές του. Αυτό σίγουρα χρειάζεται αμοιβαία προσπάθεια, εμπιστοσύνη και συνεννόηση μεταξύ μας, με ανοιχτά πλέον χαρτιά.

Θεωρώ, πάντως, ότι ως εταιρεία έχουμε κάνει και θα συνεχίσουμε να κάνουμε πολύ σημαντικές κινήσεις βελτίωσης της αξίας που προσλαμβάνει ο καταναλωτής από τα προϊόντα μας.


Καινοτόμες εφαρμογές διαφοροποίησης
σελφ σέρβις: Ποιες είναι αυτές οι κινήσεις;

Βασίλης Μπεγκλής: Μιλώ για εφαρμογές προγραμμάτων, όπως αυτό της Ορθής Γεωργικής Πρακτικής στην περίπτωση του ρυζιού, που μας δίνει το πλεονέκτημα της μοναδικότητας πανευρωπαϊκά σε ό,τι αφορά στην αναγραφή στις ετικέτες των ελληνικών ρυζιών μας του ονόματος των περιοχών που καλλιεργούνται, καθώς και των παραγωγών τους.

Πρόκειται για ένα πιστοποιημένο σύστημα, που εγγυάται αφενός την εφαρμογή των πλέον σύγχρονων μεθόδων στην καλλιέργεια του προϊόντος και αφετέρου την πλήρη απαλλαγή από παντός είδους υπολείμματα φυτοφαρμάκων. Τα άλλα μεγάλα προγράμματα της Agrino αφορούν στην προαγωγή της καινοτομίας του ρυζιού γρήγορου βρασμού -είμαστε η μοναδική εταιρεία στην Ελλάδα που έχει τον τεχνολογικό εξοπλισμό να παράγει ελληνικό ρύζι Ορθής Γεωργικής Πρακτικής βρασμού, έτοιμο σε 10’- και την αναβίωση της καλλιέργειας ελληνικών οσπρίων, όπως οι γίγαντες Καστοριάς, τα φασόλια Δυτικής Μακεδονίας, οι φακές Φαρσάλων, η φάβα Φενεού και το σιτάρι Θηβών, αναγράφοντας, επίσης, στις συσκευασίες τους τα ονόματα των παραγωγών τους.

Με τέτοιες πρωτοβουλίες, σε μια δύσκολη περίοδο, αναβαθμίσαμε περαιτέρω την ποιότητα των προϊόντων μας και το added value που προσφέρουν στον καταναλωτή, με αποτέλεσμα να έχουμε για τρίτη συνεχή χρονιά θετικά αποτελέσματα, καθ’ ον χρόνον πολλές επιχειρήσεις της αγοράς μετρούν πολύ χαμηλούς, αν όχι αρνητικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Πράγματι, όπως εκτιμούμε, η ανάπτυξη των συνολικών πωλήσεών μας το 2009 θα ξεπεράσει τα επίπεδα του 5%.

σελφ σέρβις: Κι άλλες εταιρείες του κλάδου σας, πάντως, αναπτύσσουν παρεμφερή προγράμματα με στόχο τη διαφοροποίηση.

Βασίλης Μπεγκλής: Ο καταναλωτής, απολαμβάνοντας τη βελτίωση της ποιότητας των προϊόντων που δοκιμάζει, ανταμείβει ανάλογα κάθε brand που αισθάνεται ότι προσθέτει αξία στις επιλογές του. Μακάρι να μπορέσουν περισσότερες εταιρείες του κλάδου να αναπτύξουν την ανταγωνιστικότητά τους με βάση την ποιότητα, γιατί έτσι θα προαχθεί συνολικά η εικόνα των προϊόντων της κατηγορίας και θα διευρυνθεί συνολικά η αγορά τους.

Για παράδειγμα, ακολουθώντας το παράδειγμά μας, προγράμματα αναβίωσης των ελληνικών καλλιεργειών οσπρίων εφαρμόζουν κι άλλες εταιρείες του κλάδου, με αποτέλεσμα να έχει δημιουργηθεί ήδη μια ξεχωριστή υποκατηγορία οσπρίων -τα ελληνικά όσπρια- μικρή ακόμα σε όγκο (περίπου 15%-20% στο σύνολο της εγχώριας κατανάλωσης), αλλά ταχύρρυθμα αυξανόμενη.

Φθινοπωρινό το φως στο τούνελ
σελφ σέρβις: Πώς εκτιμάτε ότι θα εξελιχθούν τα πράγματα φέτος;

Βασίλης Μπεγκλής: Με βάση το παράδειγμα της Ευρώπης, της οποίας η οικονομία αρχίζει σιγά-σιγά να ανακάμπτει, και με δεδομένο ότι στη χώρα μας η ύφεση χτύπησε με καθυστέρηση περίπου έξι μηνών, θεωρώ ότι τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας θα αρχίσουν να εμφανίζονται μετά το ερχόμενο καλοκαίρι. Λαμβανομένου υπόψη, όμως, ότι ως τότε θα έχει καλυφθεί το μεγαλύτερο μέρος του έτους, πιστεύω ότι στο σύνολο της χρονιάς η ανάπτυξή μας θα είναι αντίστοιχη με του 2009.

Προκειμένου, πάντως, ως εταιρεία να ενισχύσουμε την ηγετική μας θέση στο ρύζι και την ανταγωνιστική ισχύ μας στα όσπρια, θα συνεχίσουμε να επενδύουμε στην καινοτομία και στην ποιότητα των προϊόντων μας. Αισιοδοξούμε ότι ως πυλώνες της ανάπτυξής μας οι δύο αυτοί άξονες θα επιβεβαιώσουν προς όφελος μας και πάλι φέτος τη ζωογόνο δύναμή τους.

σελφ σέρβις: Είναι, τάχα, επαρκής όρος η απόσταση του ενός εξαμήνου από την έναρξη της κρίσης στην Ελλάδα, σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, για να εκτιμήσουμε ότι ύστερα από μια αντίστοιχη καθυστέρηση, όσον αφορά στην επιβάρυνσή μας από τις επιπτώσεις της, θα ξεκινήσει η ανάκαμψη;

Βασίλης Μπεγκλής: Είναι γνωστό ότι ο τουρισμός συνδέεται έντονα με τη δυναμική της οικονομίας μας. Βλέποντας, λοιπόν, τη συρρίκνωσή του πέρυσι, αναμέναμε ότι από το φθινόπωρο θα μας περίμεναν δύσκολες ημέρες.

Ωστόσο, οι αισιόδοξες προβλέψεις για τις αφίξεις των ξένων τουριστών το φετινό καλοκαίρι στην Ελλάδα νομίζω ότι μας δίνουν το περιθώριο να αισιοδοξούμε σχετικά με την εισροή χρήματος στην οικονομία μας, το οποίο θα συμβάλει στην ανάκαμψή της. Σε ό,τι μας αφορά ως εταιρείας, σας θυμίζω ότι τα προϊόντα μας έχουν έντονη παρουσία στο catering -οι μεγαλύτερες ξενοδοχειακές επιχειρήσεις στη χώρα μας να προμηθεύονται ρύζι και όσπρια αποκλειστικά από εμάς.

Γενικότερα, πάντως, η ανάπτυξη των Β2Β εμπορικών συνεργασιών μάς ευνοεί, δεδομένης της αυστηροποίησης των προδιαγραφών ποιότητας στο ρύζι και στα όσπρια, καθώς η εταιρεία μας είναι από τις λίγες που μπορούν να δώσουν τις σχετικές εγγυήσεις και πιστοποιητικά ελέγχου.

Επίσης, από την ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας προσβλέπουμε στη διεύρυνση των εξαγωγών μας, οι οποίες σήμερα καλύπτουν περίπου το 15% του ετήσιου τζίρου μας. Έχουμε βάσιμους λόγους, λοιπόν, να προσδοκούμε τη δυναμική ανάπτυξη αυτού του μεριδίου, κυρίως από την αξιοποίηση των ευκαιριών στο ευρωπαϊκό catering.


Νέα προϊόντα
σελφ σέρβις: Θα λανσάρετε νέα προϊόντα φέτος;

Βασίλης Μπεγκλής: Στο πλαίσιο των επενδύσεών μας στην ποιότητα και την καινοτομία, σχεδιάζουμε την ανάπτυξη της γκάμας των προϊόντων μας στις κατηγορίες των ρυζιών και των οσπρίων. Σημειώνω εδώ ότι οι υποκατηγορίες ρυζιού που εμφανίζουν την εντονότερη ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια είναι εκείνες των αρωματικών και των ημιέτοιμων προϊόντων, με βάση το ρύζι και διάφορες προσμίξεις.

Φανταστείτε ότι η τελευταία υποκατηγορία, αν και με μερίδιο μόλις 1,5%-2% στην συνολική αγορά του ρυζιού, είχε πέρυσι ρυθμό ανάπτυξης περίπου 20%, όταν ο αντίστοιχος ρυθμός της συνολικής κατηγορίας ήταν 0,5%! Θα επενδύσουμε, λοιπόν, σε αυτές τις υποκατηγορίες, όπως άλλωστε και σε αυτήν του ρυζιού γρήγορου βρασμού, αφού και την τεχνογνωσία διαθέτουμε, αλλά και τις ιδιαίτερα απαιτητικές τεχνολογικές υποδομές, μαζί με μια πορεία τιμητικών διακρίσεων και αναγνωρισιμότητας σε προϊόντα όπως αυτά.

Όχι στα μαζικά προγράμματα προσφορών
σελφ σέρβις: Σε συνθήκες ύφεσης φαντάζομαι ότι κεντρικό αιτούμενο εκ μέρους των πελατών σας-αλυσίδων σούπερ μάρκετ είναι η έμφαση στις αποκλειστικές ολοκληρωμένες συνεργασίες προώθησης ανά λιανεμπορική εταιρεία και η μείωση των τιμών λιανικής.

Βασίλης Μπεγκλής: Ούτως ή άλλως, η εποχή της εφαρμογής κοινών για όλες τις αλυσίδες προγραμμάτων πανελλαδικής εμβέλειας έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί. Από άποψη στρατηγικής, η κάθε αλυσίδα αποτελεί ξεχωριστή οντότητα, με διαφοροποιημένη προσέγγιση των πελατών της, γεγονός που ουδείς δύναται να αγνοεί. Το ζητούμενο είναι να μπορείς να ανταποκρίνεσαι στις στρατηγικές απαιτήσεις καθενός πελάτη χωριστά, κρατώντας ίσες αποστάσεις και ακολουθώντας δίκαιη πολιτική έναντι όλων, οδεύοντας προς τον κοινό στόχο: την ικανοποίηση του καταναλωτή. Αυτό ακριβώς είναι η μόνιμη μέριμνά μας εδώ και χρόνια.

Σε συνθήκες ύφεσης βέβαια, όπως είναι φυσικό και αναμενόμενο εκ μέρους των πελατών μας, η πίεση για τη διενέργεια τέτοιων προωθητικών προγραμμάτων ανά αλυσίδα, εστιασμένων επίμονα στη μείωση της τιμής των προϊόντων, εντάθηκε περισσότερο. Σε κάθε περίπτωση, εμείς εμμένουμε στην αποφυγή των μαζικών προωθήσεων -και δη επί μακρό χρονικό διάστημα. Θεωρούμε ότι αυτό στρατηγικά κι από άποψη μάρκετινγκ δεν προσφέρει θετικά στην εταιρεία μας και μακροπρόθεσμα ούτε στο λιανεμπόριο.

Απεναντίας, αυτό που έχει μεγάλη αποτελεσματικότητα και που πάντα επιζητούμε από τη συνεργασία μας με τις αλυσίδες με στόχο το αμοιβαίο όφελος είναι η υλοποίηση προωθητικών προγραμμάτων σε στρατηγικά συγκεκριμένες κατευθύνσεις και για ορισμένα χρονικά διαστήματα.

Με άλλα λόγια, η επιδίωξη πρέπει να είναι τα προγράμματα του προμηθευτή που υλοποιούνται στο λιανεμπόριο να συμπίπτουν με την στρατηγική μάρκετινγκ της εταιρείας του -πχ στις περιόδους λανσαρίσματος νέων προϊόντων με ταυτόχρονη διαφημιστική προβολής τους- ώστε να μεγιστοποιείται η αναγνωρισιμότητά τους, άρα μακροπρόθεσμα και η αποδοτικότητά τους.

Σταθεροποιείται το μερίδιο των PL
σελφ σέρβις: Φαντάζομαι, επίσης, ότι οι προτάσεις των πελατών σας για παραγωγή PL ρυζιών και οσπρίων για λογαριασμό τους θα έχουν πυκνώσει.

Βασίλης Μπεγκλής: Πράγματι, αλλά ως εταιρεία έχουμε επιλέξει να μείνουμε αφοσιωμένοι στο τυποποιημένο επώνυμο προϊόν. Όσο αυξάνεται το μερίδιο των προϊόντων PL, που στο ρύζι σήμερα είναι περίπου 18%-19% σε αξία, με έναν ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 4%-5%, και στο όσπριο περίπου αντίστοιχο (κατ’ εκτίμηση, εφόσον δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία), οι σχετικές πιέσεις των πελατών αυξάνονται -πολύ περισσότερο σε περίοδο ύφεσης.

Στις κατηγορίες των προϊόντων μας, τα PL εμφανίστηκαν πολύ πριν τα αναδείξουν με τον ερχομό τους οι αλυσίδες discount. Εξάλλου, οι συγκεκριμένες κατηγορίες είναι ώριμες. Επομένως, δεν πιστεύω ότι στο εξής θα υπάρξουν αξιοσημείωτες αλλαγές ως προς τον ρυθμό μεταβολής του μεριδίου των PL. Απεναντίας, θεωρώ πιθανό ότι φέτος οδεύουμε προς τη σταθεροποίησή του.

Με την έναρξη της ανάκαμψης της οικονομίας μας αναμένουμε ότι θα εκδηλωθεί μια στροφή της ζήτησης προς τα επώνυμα προϊόντα. Τέτοιες συμπεριφορές έχουν παρατηρηθεί στις αγορές της Ευρώπης, και, μάλιστα, οι σχετικές έρευνες πιστοποιούν και μια τάση επανάκαμψης του καταναλωτή στο κλασικό σούπερ μάρκετ εις βάρος των discount stores. Άλλωστε, τα τελευταία ήδη εμφανίζουν μια στασιμότητα ανάπτυξης και στη χώρα μας.

Ιστορίες… οξοβιοδιασπώμενης τρέλας

Θέλαμε, λοιπόν, να διαπιστώσουμε την απήχηση του γνωστού μνημονίου αυτοδέσμευσης της αγοράς, ύστερα από πρωτοβουλία του Δήμου Αθηναίων, σχετικά με την προοδευτική αντικατάσταση της κλασικής πλαστικής σακούλας από τη νέα, η οποία θεωρείται πιο φιλική στο περιβάλλον, καθώς ο διαλύτης που περιέχει η ύλη της επιταχύνει την αποδόμησή της.

Πριν από δύο χρόνια, μας είπε ο κ. Κασελίνης, οι οξοβιοδιασπώμενες σακούλες είχαν σχεδόν μηδενική κατανάλωση. Σήμερα, όλες σχεδόν οι αλυσίδες σούπερ μάρκετ, τουλάχιστον οι μεγάλες, διαθέτουν αποκλειστικά τέτοιες στα ταμεία τους. «Πάντως, στο σύνολο του υπόλοιπου λιανεμπορίου, και κυρίως σε ό,τι αφορά στα μικρά καταστήματα, η διάθεσή της δεν πρέπει να υπερβαίνει το 25%-30% της χρήσης του προϊόντος», εκτιμά ο συνομιλητής μας.

Μπορούμε να εκτιμήσουμε ότι πέτυχε συνολικά η αγορά μας ένα minimum συνεισφοράς στην προστασία του περιβάλλοντος; «Ασφαλώς όχι, εφόσον το ενδιαφέρον όλων επικεντρώνεται στον βαθμό αποδόμησης του πλαστικού κι όχι στην εκπαίδευση της κοινωνίας μας να μην πετάγεται τίποτα, καθώς πρόκειται για ανακτήσιμες ύλες! Διότι το πρόβλημα δεν αφορά στην έκταση της χρήσης του πλαστικού, αλλά τη διαχείρισή του», εξηγεί ο κ. Κασελίνης, τονίζοντας ότι «δυστυχώς, κράτος και Τοπική Αυτοδιοίκηση λίγα πράγματα κάνουν σε σχέση με αυτό. Το συμπεραίνει κανείς αυτό, βλέποντας πολλές φορές τους ειδικούς μπλε κάδους για την ανακύκλωση να χρησιμοποιούνται ως κοινοί κάδοι των σκουπιδιών…».

Πράγματι, με κάθε επιφύλαξη, εκτιμάται ότι τελικώς ανακτάται μόλις το 20% της ποσότητας των πλαστικών, που παίρνουν τον δρόμο της ανακύκλωσης από την «πηγή», δηλαδή τους ειδικούς κάδους συλλογής στις γειτονιές των πόλεων…

Η λύση βρίσκεται στη χρήση
Συνεπώς, τη λύση του προβλήματος, τουλάχιστον ως προς τις τσάντες μεταφοράς των ωνίων, πρέπει να την αναζητήσουμε στις τσάντες επαναλαμβανόμενης χρήσης. Άλλωστε αυτό επιτάσσει η στοιχειώδης οικολογική αντίληψη κι ευαισθησία. Αλλά προσέξτε! «Έρευνες έχουν δείξει ότι στις πλαστικές τσάντες πολλαπλών χρήσεων, σε ένα υψηλό ποσοστό της τάξης του 60%, αναπτύσσονται μύκητες από τη βρομιά. Κι, εκτός αυτού, οι λιανεμπορικές αλυσίδες δεν δείχνουν καμία προθυμία σχετικά με την προώθησή τους», επισημαίνει ο κ. Κασελίνης.

«Μα η καθιέρωση της επαναχρησιμοποιούμενης τσάντας προϋποθέτει συνολικά μια αλλαγή νοοτροπίας! Και που τις τοποθετήσαμε σε ειδικά σταντ σε όλα τα καταστήματά μας, τι έγινε; Τον πρώτο καιρό υπήρξε κάποια ζήτηση, αλλά μετά οι πωλήσεις τους έπεσαν. Πολύ σπάνια βλέπουμε πελάτες να τις χρησιμοποιούν, κι όποιος υποστηρίζει τα αντίθετα, απλώς κρύβει την αλήθεια!», τονίζει ο κ. Χάρης Κυρλής, εμπορικός διευθυντής του ομίλου Βερόπουλος. Ταυτόχρονα, θέτει μια άλλη εύλογη διάσταση του προβλήματος:

«Αν για την αποσύνθεση μιας κλασικής πλαστικής σακούλας απαιτείται Χ χρόνος, με τι συντελεστή πρέπει να πολλαπλασιάσουμε αυτό το Χ στην περίπτωση της πλαστικής επαναχρησιμοποιούμενης τσάντας; Επομένως, η μόνη πραγματικά οικολογική πρόταση βρίσκεται στη προώθηση της πάνινης τσάντας πολλαπλών χρήσεων! Αλλά κι εδώ, αν παρακάμψουμε το πρόβλημα της απάθειας του κοινού, τι πρέπει να προτείνουμε στον πελάτη; Τις φτηνές, αλλά μικρής αντοχής, πάνινες τσάντες του 1 ευρώ ή τις καλής ποιότητας, που θα του κοστίσουν 3 ευρώ το κομμάτι; Θα ανταποκριθεί ο πελάτης, όταν δεν αγοράζει καν την επαναχρησιμοποιούμενη πλαστική τσάντα των 0,65-0,69 ευρώ;».


Λόγω διαλύτου και τιμής
«Αρκετές μεσαίες τοπικές αλυσίδες υποχρεωθήκαμε να επιστρέψουμε στην κλασική πλαστική σακούλα, γιατί η βιοδιασπώμενη έχει σημαντικά υψηλότερο κόστος. Τουλάχιστον πριν από μερικούς μήνες, το κόστος της βιοδιασπώμενης ήταν 2,40 ευρώ το κιλό, έναντι 1,80 το κιλό της κλασικής πλαστικής», υποστηρίζει ο κ. Φοίβος Καρακίτσος, επικεφαλής της αχαϊκής αλυσίδας Κρόνος.

Πέραν αυτού, όπως εξηγεί, όταν υπεγράφη το γνωστό μνημόνιο για την απόσυρση της κλασικής πλαστικής σακούλας, «απευθυνθήκαμε στις αυτοδιοικητικές αρχές της περιοχής μας, προκειμένου να αναλάβουν μια κεντρική πρωτοβουλία για την ανακύκλωση, στο πλαίσιο της οποίας θα ετίθετο και το θέμα της τσάντας για τα ψώνια. Ε, δεν έγινε τίποτα απολύτως! Διαφημίσαμε τις τσάντες πολλαπλών χρήσεων κι επιχειρήσαμε να τις προωθήσουμε, ακόμα και ως δώρο, είτε σε συνεργασία με τους προμηθευτές είτε μόνοι μας. Ε, δεν υπήρξε καμία ανταπόκριση από την πλευρά του κοινού! Από τον Σεπτέμβριο, ύστερα από ένα εξάμηνο δοκιμής με την οξοβιοδιασπώμενη, ξαναγυρίσαμε στην κλασική. Τι μπορούμε να κάνουμε μόνοι μας, χωρίς την παροχή κινήτρων;».

Σημειώνουμε, πάντως, ότι κατά μέσο όρο σήμερα η διαφορά τιμής μεταξύ των δύο έχει πέσει περίπου στο 10%-12%, όπως μας πληροφόρησε ο κ. Κασελίνης. «Εγώ θα σας πω ότι είναι ακόμα πιο μικρή έως αμελητέα. Από τότε που η διαφορά τιμής ήταν 40% βλέπαμε ότι η μαζική ζήτηση θα ‘ριχνε τις τιμές!», λέει ο κ. Κυρλής.

Άλλωστε, η τιμή κόστους είναι ανάλογη της περιεκτικότητας του διαλύτη στην ύλη της οξοβιοδιασπώμενης σακούλας: όσο μεγαλύτερη είναι η περιεκτικότητά του τόσο αυξάνει το κόστος της σακούλας, όπως και η ταχύτητα της αποδόμησής της. Άρα, το κόστος αποτελεί συνάρτηση του «οικολογικού» στόχου του φορέα που παραγγέλνει τέτοιες σακούλες (σε πόσο χρόνο θέλει να διασπαστούν), αλλά και της διάρκειας χρόνου που θα παραμείνουν στην αποθήκη του ως την διάθεσή τους (να μην αρχίσουν να λιώνουν πριν από τη χρήση τους).

Έτσι, κατά κανόνα οι αλυσίδες του κλάδου προτιμούν να προμηθεύονται οξοβιοδιασπώμενες σακούλες 18μηνης αντοχής, έτσι ώστε ν’ αποφεύγονται κι οι διαμαρτυρίες του τύπου «δυο πράγματα έβαλα μέσα και μου σκίστηκε! Ποιος μου πληρώνει τώρα τη ζημιά;»…

Οι σακούλες αυτές αποδομούνται πλήρως σε 3-4 χρόνια, αναλόγως, φυσικά, του χρόνου έκθεσής τους στον αέρα και στο νερό. Πάντως, άπαξ και ενεργοποιηθεί ο διαλύτης, η αποδόμηση είναι θέμα χρόνου και συνθηκών!

Μόλυνση νέας κοπής
Όπως σημειώνει η κα Μαριάννα Παπαδοπούλου, διευθύντρια marketing της Μετρό, «ήδη από την υπογραφή του μνημονίου παροτρύνουμε έντονα τους πελάτες των My market να συμπράξουν μαζί μας σε ένα κοινό πρόγραμμα περιβαλλοντικής ευαισθητοποίησης, στο πλαίσιο του πλάνου ΕΚΕ «Πράξεις Ευθύνης» της εταιρείας μας, προτιμώντας κατά το δυνατόν τις τσάντες πολλαπλών χρήσεων στις αγορές τους. Έτσι, έχουμε πουλήσει πάνω από 44.000 τέτοιες τσάντες, που διαθέτουμε σε δύο παραλλαγές (επαναδιπλούμενη και απλή). Επιπλέον, προσπαθούμε να αποθαρρύνουμε την αλόγιστη χρήση της πλαστικής σακούλας, έχοντας τυπώσει πάνω στις σακούλες μας το σλόγκαν «Σκέψου-Άλλαξε-Δράσε: Χρησιμοποίησε λιγότερο πλαστικό! Προτίμησε τσάντες πολλαπλών χρήσεων!».

Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι τα My market δεν προχώρησαν στην αντικατάσταση της απλής πλαστικής σακούλας από την οξοβιοδιασπώμενη. «Ο λόγος είναι απλός», εξηγεί η κα Παπαδοπούλου: «Πολλά έγκριτα μέλη της επιστημονικής κοινότητας έχουν δημοσιεύσει πολύ αρνητικές αναφορές γι’ αυτήν, χαρακτηρίζοντάς την ως «εχθρική για το περιβάλλον» -βλέπε σχετικά δημοσιεύματα πέρυσι τον Μάρτιο των ερευνητών του Ινστιτούτου Θαλάσσιας και Περιβαλλοντικής Έρευνας Αιγαίου “Αρχιπέλαγος”…».

«Τις έχουμε υπόψη μας αυτές τις έρευνες», σχολιάζει ο κ. Κυρλής. «Σύμφωνα με τα πορίσματά τους, η απελευθέρωση στον αέρα και στο νερό των μορίων του πλαστικού, μετά την αποδόμησή του, τελικά μολύνει τους ανθρώπους, τα ζώα και τα ψάρια, μέσω είτε της αναπνοής είτε της διατροφικής αλυσίδας. Κρατώ, όμως, στα χέρια μου και μια άλλη επίσημη μελέτη, που μας διαβεβαιώνει ότι τα κατάλοιπα της αποσύνθεσης του πλαστικού γίνονται λίπασμα!… Αρκετά πριν από το μνημόνιο, κινηθήκαμε στην κατεύθυνση της αναζήτησης υπεύθυνων λύσεων, απευθύνοντας σχετικές ερωτήσεις και στους προμηθευτές και στις οικολογικές οργανώσεις ή σε ανεξάρτητους επιστημονικούς φορείς, αλλά και στο καθ’ ύλην αρμόδιο υπουργείο. Αλλά στον βαθμό που κυρίως το τελευταίο δεν παίρνει θέση, πρέπει, μήπως, να γίνουμε και σε αυτό… ειδικοί;». Έλα ντε! Τι λένε, αλήθεια, τα πολιτικά στελέχη της «πράσινης ανάπτυξης» περί αυτού;

Στασιμοπλη θωρισμός: Μια νέα απειλή

Ο στασιμοπληθωρισμός σε παλαιότερες εποχές ήταν ένας όρος άγνωστος για τις ανεπτυγμένες οικονομίες, καθώς ο πληθωρισμός και η ανεργία ήταν φαινόμενα που δεν μπορούσαν να παρατηρηθούν ταυτόχρονα. Σε περιόδους οικονομικής ανάπτυξης παρατηρούσαμε αύξηση των τιμών, αλλά ταυτόχρονα μείωση της ανεργίας. Σε περιόδους ύφεσης αυξανόταν η ανεργία, αλλά ταυτόχρονα σημειωνόταν πτώση του πληθωρισμού.

Όμως, από το 1965 και μετά -ιδιαίτερα τη δεκαετία του ’70, σε συνδυασμό με την πετρελαϊκή κρίση- άρχισε να καταγράφεται σε περιόδους ύφεσης ταυτόχρονη αύξηση του πληθωρισμού και της ανεργίας. Το φαινόμενο αυτό, που ονομάστηκε στασιμοπληθωρισμός, αποτελεί πλέον έναν ορατό κίνδυνο για την ελληνική οικονομία, καθώς από τον Οκτώβριο πέρυσι ο πληθωρισμός ξεπέρασε το φράγμα του 1% και τον Δεκέμβριο εκτοξεύτηκε στο 2,6%, ενώ τον ίδιο μήνα ο μέσος όρος στην Ευρωζώνη ήταν μόλις 0,9%.

Την ίδια περίοδο η ανεργία αυξάνει με ταχύ ρυθμό, ενώ η οικονομία έχει εισέλθει σε μία μακρά περίοδο συρρίκνωσης. Πιο συγκεκριμένα, τον Οκτώβριο το ποσοστό ανεργίας είχε φτάσει το 9,8%, από 7,4% έναν χρόνο πριν, ενώ η ΑΕΠ της χώρας το γ’ τρίμηνο κατέγραφε μείωση 1,7% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2008.

Το ότι έχει ανοίξει ο δρόμος για τον στασιμοπληθωρισμό φαίνεται και από ορισμένους άλλους, πολύ κρίσιμους, οικονομικούς δείκτες.
• Τον Νοέμβριο του 2009 η βιομηχανική παραγωγή ήταν μειωμένη 6,1%, σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2008.
• Τον Οκτώβριο η οικοδομική δραστηριότητα κατέγραφε πτώση της τάξης του 19,2% σε ετήσια βάση.
• Ο όγκος λιανικών πωλήσεων το 11μηνο Ιαν.-Νοε. σημείωσε πτώση 10,2%, σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2008, ενώ, αν συμπεριληφθούν και τα καύσιμα, η πτώση έφτασε το -12,5%.
• Αντίθετα, οι τιμές παραγωγού στη βιομηχανία τον Δεκέμβριο αυξήθηκαν 5%, σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2008.

Ο πληθωρισμός, λοιπόν, τον Δεκέμβριο έκλεισε στο 2,6% σε ετήσια βάση, που ήταν και το υψηλότερο ποσοστό του έτους. Η μεγαλύτερη αύξηση σημειώθηκε στην κατηγορία μεταφορές (8,5%), ενώ ακολουθούν με ποσοστά υψηλότερα από τον μέσο όρο οι κατηγορίες αλκοολούχα ποτά και καπνός (6,3%), άλλα αγαθά και υπηρεσίες (3,6%), στέγαση (3,2%), υγεία (3,2%), εκπαίδευση (3%), ένδυση και υπόδηση (2,8%), επικοινωνίες (2,7%).

Ο μόνος δείκτης που κινήθηκε αρνητικά το 2009 ήταν των ειδών διατροφής, οι τιμές των οποίων τον Δεκέμβριο κατά μέσο όρο ήταν μειωμένες κατά 1%, σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2008.

Σε μέσα επίπεδα, στο σύνολο του 2009, ο πληθωρισμός διαμορφώθηκε στο 1,2% σε σχέση με το 2008. Την πρωτιά κατέχουν τα αλκοολούχα ποτά και ο καπνός (5,3%) και ακολουθεί η εκπαίδευση (4,1%). Στα είδη διατροφής η αύξηση των τιμών ήταν 1,9%, στην ένδυση και υπόδηση 3%, στα ξενοδοχεία και τη μαζική εστίαση 2,7%, στα είδη νοικοκυριού 1,9% κλπ.


Η πολιτική τιμή της… ακρίβειας
Ο τομέας της διατροφής, ο οποίος πάμπολλες φορές πρωταγωνίστησε στα τηλεοπτικά παράθυρα και αποτέλεσε θέμα οξύτατων πολιτικών αντεγκλήσεων στη Βουλή και στις διαδηλώσεις, κινήθηκε οριακά υψηλότερα από τον μέσο πληθωρισμό, αφού η σωρευτική αύξηση της 8ετίας ήταν 28,6%.

Όμως, το ανελαστικό των δαπανών για αγορά ειδών διατροφής δικαιολογεί τις λαϊκές αντιδράσεις σε συνθήκες συνεχούς διολίσθησης της αγοραστικής δύναμης των εισοδημάτων. Ταυτόχρονα, δημιουργεί πρόσφορο έδαφος για πολιτική εκμετάλλευση από την εκάστοτε αντιπολίτευση, καθώς επίσης και από την κυβέρνηση, η οποία έτσι κουκουλώνει τις πραγματικές αιτίες της ακρίβειας, που εντοπίζονται στην εισοδηματική και δημοσιονομική πολιτική της.

Το πρόβλημα της ακρίβειας το διάστημα αυτό οξύνθηκε σε μεγάλο βαθμό, ακόμη και για τα μεσαία εισοδήματα, καθώς το μοντέλο διαβίωσης που επικράτησε ήταν αυτό των δανεικών. Τα οικονομικά ανοίγματα των νοικοκυριών, σε πολλές περιπτώσεις ακόμη και πέρα από τις πραγματικές τους δυνατότητες, τα καταναλωτικά και στεγαστικά δάνεια, που γνώρισαν ημέρες δόξας τα τελευταία χρόνια, το «πλαστικό χρήμα» με τα πολύ υψηλά επιτόκια, έχουν περιορίσει δραστικά το προς κατανάλωση διαθέσιμο εισόδημα, με αποτέλεσμα τη «νύφη» να την πληρώνουν οι ανελαστικές δαπάνες που δεν μπορούν να περικοπούν και όλο πιο δύσκολα καλύπτονται.

Πρωταθλητής της ακρίβειας στην 8ετία του ευρώ αναδεικνύονται τα αλκοολούχα ποτά και ο καπνός, με αύξηση του σχετικού δείκτη κατά 43,9%. Εννοείται ότι μεγάλο ποσοστό της αύξησης οφείλεται στη φορολογική επιβάρυνση αυτών των ειδών -στην αύξηση του ειδικού φόρου κατανάλωσης.

Στη δεύτερη θέση βρίσκεται η στέγαση, με ποσοστό αύξησης 42,8%, και ακολουθούν η εκπαίδευση με 39,2%, τα ξενοδοχεία και η εστίαση με 38,4% και η υγεία με 34,3%.

Γύρω στα μέσα επίπεδα κινούνται, όπως προαναφέραμε, τα είδη διατροφής με 28,6% και η ένδυση και υπόδηση με 29%. Χαμηλή πτήση ακολούθησαν οι τιμές στα είδη νοικοκυριού και στα διαρκή αγαθά, με αύξηση μόλις 17,5% την 8ετία, ενώ κάτω από το 20% κρατήθηκαν οι αυξήσεις στους κλάδους των μεταφορών και της αναψυχής.

Όπως παρατηρούμε, λοιπόν, ο πληθωρισμός δεν βρήκε ιδιαίτερα γόνιμο έδαφος για να αναπτυχθεί στα ράφια των σούπερ μάρκετ, καθώς ο μεγάλος όγκος των προϊόντων τους ακολούθησαν τη γενικότερη πορεία του τιμαρίθμου (τρόφιμα) ή παρουσίασε πολύ χαμηλότερους ρυθμούς αύξησης (είδη νοικοκυριού).

Οι καταναγκασμοί της ακρίβειας
Αντίθετα, άνθηση γνώρισε ο λεγόμενος κρατικός πληθωρισμός, δηλαδή ο πληθωρισμός των υπηρεσιών εκείνων που σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό ελέγχονται ή καθορίζονται από το κράτος.

Για παράδειγμα, με μέση αύξηση του γενικού δείκτη 28%, καταγράφονται αυξήσεις 66,8% στα ταξί, 62,9% στα αστικά λεωφορεία, 58,2% στα τέλη κυκλοφορίας και τα διόδια, 58% στις αστικές συγκοινωνίες γενικά, 50% στην ύδρευση-αποχέτευση, 42,4% στα πλοία, 39,2% στην εκπαίδευση (40,3% στα φροντιστήρια ξένων γλωσσών και 35,8% στα φροντιστήρια μέσης εκπαίδευσης), 38,4% στα υπεραστικά λεωφορεία, 36,1% στα δημοτικά τέλη, 35,3% στο ηλεκτρικό ρεύμα, ενώ το κόστος της ενέργειας (ρεύμα, καύσιμα) αυξήθηκε 47,3%.

Επίσης, πολύ σημαντικές είναι οι αυξήσεις σε ορισμένες κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών που δεν παρουσιάζουν καμιά ελαστικότητα, όπως πετρέλαιο θέρμανσης 55,1%, ενοίκια 42,5%, κόστος συντήρησης κατοικίας 37,8%, υγραέριο 54,7%, ιατρικές υπηρεσίες 46% (και χωρίς απόδειξη!), νοσοκομειακή περίθαλψη 38,7%, ασφάλιστρα αυτοκινήτων 40,8%.

Στον αντίποδα βρίσκονται τα αυτοκίνητα, για τα οποία οι τιμές αγορές εμφανίζουν μείωση 8%. Το γεγονός, όμως, αυτό ακυρώνεται με το παραπάνω από την αύξηση κατά 42,3% του κόστους συντήρησης των αυτοκινήτων.

Στις οικιακές συσκευές καταγράφηκε μείωση 0,4%, με το ποσοστό να φτάνει το -5,2% αν περιοριστούμε στις μεγάλες συσκευές νοικοκυριού (ψυγεία, πλυντήρια και κουζίνες -2,5%, κλιματιστικά -10,7%, σκούπες -8,7%).

Πολύ χαμηλότερες από τον μέσο όρο ήταν οι αυξήσεις στα είδη νοικοκυριού. Στα είδη καθαρισμού οι τιμές την 8ετία αυξήθηκαν 17,2% και στα υπόλοιπα είδη νοικοκυριού 14,5%, ενώ στα σκεύη οικιακής χρήσης (μαχαιροπίρουνα, πιάτα, υαλικά, σκεύη κουζίνας) το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 18,3%.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και ο τομέας της εστίασης, όπου κατά κανόνα οι τιμές αυξήθηκαν ταχύτερα από τον μέσο όρο. Στο σύνολο της κατηγορίας εστιατόρια, ζαχαροπλαστεία, καφενεία η αύξηση της 8ετίας φθάνει το 38,2%, η οποία καταμερίζεται ως εξής: πρόχειρο φαγητό 45,2%, φαγητό σερβιριζόμενο 37,7%, αναψυκτικά-γλυκά σερβιριζόμενα 37,2%, ποτά σερβιριζόμενα 36,2%, καφές σερβιριζόμενος 33,5%.


Ο πληθωρισμός των ειδών διατροφής
Επανερχόμενοι στα είδη διατροφής και νοικοκυριού που διακινούνται στα ράφια των σούπερ μάρκετ, παρατηρούμε ότι κάτι παραπάνω από δικαιολογημένες ήταν οι διαμαρτυρίες για την ακρίβεια στην κατηγορία των δημητριακών, όπου περιλαμβάνονται ορισμένα από τα πιο βασικά τρόφιμα. Το μέσο ποσοστό αύξησης των τιμών στα είδη αυτά έφτασε το 45,3%, κρατώντας την πρώτη θέση -και με διαφορά- ανάμεσα σε όλα τα είδη σούπερ μάρκετ. Στο αλεύρι οι τιμές αυξήθηκαν από το 2001 έως το 2009 κατά 52,2%, στα ζυμαρικά 51%, στο ψωμί 50,7% και στο ρύζι 38%.

Στους πρωταγωνιστές της ακρίβειας συμπεριλαμβάνεται και η κατηγορία έλαια-λίπη, με αύξηση 35,6%. Το «κοντέρ» έσπασε το σπορέλαιο με αύξηση 70%, ενώ στα φυτικά λίπη το αντίστοιχο ποσοστό είναι 60%, στο βούτυρο γάλακτος 45,2% και στο φυτικό βούτυρο 38,3%. Το ελαιόλαδο κινήθηκε κοντά στον πληθωρισμό, με ποσοστό αύξησης 28,7%.

Οι «γλυκιές απολαύσεις» ανέβηκαν στο τρίτο βάθρο της ακρίβειας, με ποσοστό αύξησης 32,5%. Στα γλυκά το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 41,4%, στο μέλι 33,3%, στις μαρμελάδες 32,3%, στις σοκολάτες 30,1% και στα παγωτά 25,4%, ενώ η ζάχαρη έσπασε κάθε ρεκόρ σταθερότητας με ποσοστό αύξησης μόλις 3,3%.

Πάνω από 30% κινήθηκαν οι αυξήσεις στα ψάρια και τα αλκοολούχα ποτά (44,6% στο κρασί, 28,3% στις μπίρες και 23,4% στα οινοπνευματώδη ποτά), ενώ στα επίπεδα του πληθωρισμού κινήθηκαν τα γαλακτοκομικά προϊόντα (τυριά και γιαούρτι γύρω στο 28%, παστεριωμένο γάλα 19,7%, αλλά αβγά 60,7%).

Χαμηλότερος από τη μέση ταχύτητα ήταν ο ρυθμός αύξησης στα κρέατα (21,9%), στα οπωροκηπευτικά (23%), στα λοιπά τρόφιμα (20,1%) και στα μη αλκοολούχα ποτά (19,7%). Να αναφέρουμε ενδεικτικά ότι στο χοιρινό η αύξηση ήταν μόλις 12,8% και στο κατσικίσιο και αρνίσιο κρέας μόνο 16,4%. Πάνω από τον πληθωρισμό κινήθηκαν μόνο τα πουλερικά (30,5%), ενώ κάτω από το όριο αυτό ήταν οι αυξήσεις στο μοσχαρίσιο κρέας (24,4%), στα αλλαντικά (23,1%) και στο κατεψυγμένο κρέας (20,2%).

Στα νωπά οπωροκηπευτικά οι αυξήσεις ήταν χαμηλότερες από τον μέσο όρο (26,3% στα φρούτα, 19,6% στις πατάτες και 19,9% στα λαχανικά), αλλά στα μεταποιημένα προϊόντα τα ποσοστά ήταν πολύ υψηλότερα: ξηροί καρποί 45%, κατεψυγμένα λαχανικά 43,5%, διατηρημένες ντομάτες 37,8%, όσπρια 36,9%.

Φταίει το ευρωνόμισμα;
Με το κλείσιμο του 2009 συμπλήρωσε αισίως (;) 8 χρόνια ζωής και το ευρώ, το οποίο μπήκε στην καθημερινότητά μας την 1η Ιανουαρίου 2002. Συχνά-πυκνά καθ’ όλη τη διάρκεια της οκταετίας το ευρώ βρέθηκε στο επίκεντρο άγριων επιθέσεων, καθώς πολύ εύκολα και με λαϊκίστικο τρόπο, του «χρέωναν» όλα τα κακά της ελληνικής οικονομίας και κυρίως την ακρίβεια και την οικονομική δυσπραγία μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού -άλλωστε, τουλάχιστον το 20% του ελληνικού πληθυσμού διαβιούσε κάτω από τα όρια της φτώχειας, με το ποσοστό αυτό να έχει αυξητική τάση.

Όπως, όμως, δείχνουν τα στοιχεία της ΕΣΥΕ, το ευρώ δεν ευθύνεται για κάποια έκρηξη της ακρίβειας. Αντίθετα, την τελευταία οκταετία ο ρυθμός αύξησης του πληθωρισμού ήταν από τους χαμηλότερους από τη δεκαετία του ’70. Η ακρίβεια, στην πραγματικότητα, δεν οφειλόταν τόσο στην αύξηση των τιμών, αλλά κυρίως στη μείωση της αγοραστικής δύναμης των χαμηλών και μεσαίων εισοδημάτων, λόγω της εξαιρετικά περιοριστικής εισοδηματικής πολιτικής, από τη μία, και της αύξησης της φορολογικής επιβάρυνσης, από την άλλη.

Το ευρώ, όμως, ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για τη διόγκωση των προβλημάτων των ελληνικών επιχειρήσεων και την επιδείνωση του δημοσιονομικού προβλήματος της χώρας, καθώς η ελληνική κυβέρνηση απώλεσε το σημαντικότερο όπλο που διέθετε στο παρελθόν για να «διορθώνει» το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, το όπλο της υποτίμησης ή έστω της διολίσθησης του εθνικού νομίσματος.

Έτσι, χρόνο με τον χρόνο η ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων διολίσθαινε συνεχώς, χωρίς τη δυνατότητα «διόρθωσης», με αποτέλεσμα να γίνεται όλο και πιο δύσκολη η τοποθέτησή τους στις αγορές του εξωτερικού. Αλλά και στην εγχώρια αγορά τα εισαγόμενα προϊόντα κέρδιζαν συνέχεια πόντους, για να φτάσει σήμερα το μερίδιό τους σε ποσοστά πολύ υψηλότερα από το 60% ή ακόμη και το 70% σε ορισμένες κατηγορίες αγαθών.

Σύμφωνα με τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή της ΕΣΥΕ, η σωρευτική αύξηση του πληθωρισμού, σε μέσα επίπεδα, το 2009 σε σχέση με το 2001 (τελευταίο προ του ευρώ έτος) έφτασε το 28%!

Γιώργος Αλεξάκης, Ελληνική Διατροφή: Ενισχύουμε την ανταγωνιστικότητα των μελών μας

Το 2009 ήταν αναμφισβήτητα για το ελληνικό λιανεμπόριο μια δύσκολη χρονιά. Όμως, ανεξάρτητα από το πώς κινήθηκε η υπόλοιπη αγορά, για τα μέλη της Ελληνικής Διατροφής ήταν μια χρονιά που χαρακτηρίστηκε από θετικά πρόσημα στην ανάπτυξη του τζίρου τους. Αυτό μάς δήλωσε στη συζήτηση που είχαμε μαζί του ο κ. Γιώργος Αλεξάκης, και συνέχισε: «Αν και οι πρώτες πληροφορίες φέρουν την αγορά να κινήθηκε πτωτικά με μονοψήφιο, αν όχι με διψήφιο, δείκτη, εμείς καταφέραμε για άλλη μια χρονιά να κλείσουμε με περίπου 6% ανάπτυξη τζίρου στο σύνολο».

σελφ-σέρβις: Ποια είναι η εκτίμησή σας για την τρέχουσα χρήση; Τα μέλη του ομίλου θα αυξήσουν τον συνολικό τζίρο τους;

Γιώργος Αλεξάκης: Θεωρούμε ότι το 2010 θα αποτελέσει για μας ένα ακόμη 12μηνο καθαρά δημιουργικό, αφού διάφορα project που βρίσκονται σε εξέλιξη πρόκειται να ολοκληρωθούν, ενώ κάποια άλλα, που ολοκληρώθηκαν το δεύτερο εξάμηνο της προηγούμενης χρονιάς, μόλις άρχισαν να υλοποιούνται.

«Ράφι Ελληνική Διατροφή» ή «Απ’ το χωράφι στο ράφι»
σελφ-σέρβις: Μπορείτε να μας πείτε ποια είναι αυτά και πόσο θα συμβάλουν στην εμπορικότητα του ομίλου;

Γιώργος Αλεξάκης: Η Ελληνική Διατροφή έχει ήδη ανακοινώσει μια σειρά ενεργειών, οι οποίες σαφώς θα συμβάλουν στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας των μελών της σε σχέση με τον ανταγωνισμό. Ήδη έχει υλοποιηθεί ένα καθαρά πρωτοποριακό μηχανογραφικό σύστημα, το οποίο, έχοντας συγκεντρωμένη όλη την πληροφορία αναφορικά με την αγορά και το εμπορικό κομμάτι, μπορεί άμεσα να την ανακαλέσει σε μηδενικό χρόνο, προσφέροντας έτσι τη δυνατότητα σε όλα τα μέλη του ομίλου να αντεπεξέλθουν στις αυξημένες ανάγκες του σύγχρονου εμπορίου.

Το «Ράφι Ελληνική Διατροφή» είναι μία ακόμη κίνηση που προσδίδει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στα μέλη του ομίλου μας. Η κάρτα πιστότητας που εγκαθίσταται πλέον στα καταστήματά μας δεν είναι τίποτα άλλο από έμπρακτη απόδειξη της προσπάθειας του ομίλου μας να ανταποκριθεί στις σύγχρονες ανάγκες των πελατών μας, στο έντονα ανταγωνιστικό περιβάλλον της ελληνικής αγοράς.

Ένα άλλο project το οποίο θα βοηθήσει στην ανταγωνιστικότητα των μελών μας είναι το δίκτυο καταστημάτων που η Ελληνική Διατροφή έχει αρχίσει εδώ και οκτώ μήνες περίπου να οργανώνει. Το δίκτυο, όταν ολοκληρωθεί, θα έχει ως κανόνες λειτουργίας την ομοιομορφία όσον αφορά στην εξωτερική εικόνα και εσωτερική δομή όλων των καταστημάτων, κοινό κωδικολόγιο, κοινές προωθητικές ενέργειες και μαζικές αγορές, οι οποίες θα βασίζονται κατά κύριο λόγο στο opportunity stock. Υπάρχουν αρκετές ακόμη ανάλογες ενέργειες, οι οποίες δεν είναι ακόμα ανακοινώσιμες και θα δημοσιοποιηθούν στο εγγύς μέλλον.

σελφ-σέρβις: Πόσο κοντά έχει έλθει η Ελληνική Διατροφή με τους Έλληνες παραγωγούς αγροτικών προϊόντων; Βοήθησε σε αυτό η συνεργασία της με την ΠΑΣΕΓΕΣ;

Γιώργος Αλεξάκης: Η Ελληνική Διατροφή ήταν ο πρώτος από τους οργανωμένους φορείς του ελληνικού λιανεμπορίου που κινήθηκε προς την πλευρά του πρωτογενή αγροτικού παραγωγικού τομέα και, απλουστεύοντας τη σχέση αγρότη-παραγωγού και καταστήματος λιανικής πώλησης μέσω του αποκλεισμού των μεσαζόντων, κατάφερε να προσφέρει στον Έλληνα καταναλωτή την καλύτερη ποιότητα προϊόντος, στην χαμηλότερη δυνατή τιμή.

Έτσι, υλοποιώντας το γνωστό πια «Ράφι Ελληνική Διατροφή» με κύριο σύνθημα «Από το χωράφι στο ράφι», κατάφερε σε σχετικά μικρό χρονικό διάστημα να προσφέρει στους πελάτες της μια αρχική γκάμα 117 προϊόντων, από 18 διαφορετικές κατηγορίες του ξηρού τροφίμου και του μη τροφίμου, η οποία θα εμπλουτίζεται συνεχώς και θα αναπτύσσεται πάντα με κύριο γνώμονα την ζεύξη των δυο εκ διαμέτρου αντίθετων χώρων, όπως πολλοί θέλουν να τους θεωρούν, του αγρότη-παραγωγού και του καταστήματος λιανικής πώλησης.

σελφ-σέρβις: Πόσο σχετίζεται το «Ράφι Ελληνική Διατροφή» με τα PL προϊόντα;

Γιώργος Αλεξάκης: Δεν έχει καμία απολύτως σχέση. Το «Ράφι Ελληνική Διατροφή» δεν είναι τίποτα άλλο από μια γκάμα branded προϊόντων αγροτικών συνεταιριστικών οργανώσεων, τα οποία έχουν επιλεγεί με δύο βασικά κριτήρια, της ποιότητας και της τιμής. Το προϊόν που επιλέγεται στο «Ράφι Ελληνική Διατροφή» πρέπει να είναι ποιοτικό και συνάμα να πληροί στο σύνολό του τον κανόνα της αγοράς που είναι γνωστός με την φράση value for money.


σελφ-σέρβις: Πόσα μέλη αριθμεί σήμερα ο όμιλος; Προτίθεσθε να εντάξετε φέτος στην οικογένειά σας νέα μέλη;

Γιώργος Αλεξάκης: Στο κλείσιμο του 2009 η Ελληνική Διατροφή αριθμούσε 582 μέλη από 570 το 2008. Όσον αφορά στον αριθμό καταστημάτων της, σήμερα αριθμεί 1.650, από 1.600 την προηγούμενη χρονιά. Στόχος μας για το 2010 είναι η ανάπτυξη τουλάχιστον κατά 10% του αριθμού των μελών μας.

Σε τελικό στάδιο η συνεργασία με ΠΑΣΕΓΕΣ
σελφ-σέρβις: Πώς εξελίσσεται η συνεργασία σας με την ΠΑΣΕΓΕΣ; Άρχισαν να υλοποιούνται τα σχέδιά σας για τη δημιουργία κοινών καταστημάτων;

Γιώργος Αλεξάκης: Όπως πολύ καλά γνωρίζετε, η ΠΑΣΕΓΕΣ από το 2008 αποτελεί σημαντικό μέρος του μετοχικού σχήματος της Ελληνικής Διατροφής. Ένα project, το οποίο έχει αποφασισθεί και βρίσκεται σε επίπεδο σχεδιασμού, προβλέπει τη δημιουργία καταστημάτων λιανικής πώλησης, τα οποία ως κύρια έμφαση θα έχουν την προώθηση των αγροτικών και συνεταιριστικών προϊόντων. Έχει ήδη φθάσει σε τελικό στάδιο υλοποίησης το business plan και μέχρι το τέλος του μήνα θα έχει καθοριστεί το ακριβές πρόγραμμα για τα δύο ή τρία πρώτα καταστήματα που θα κατασκευαστούν μέχρι το τέλος του 2010.

Δίνουμε ιδιαίτερη σημασία στην υλοποίηση του σχεδίου αυτού, γιατί πρώτη φορά δημιουργείται εμπορική κίνηση σε επίπεδο καταστημάτων λιανικής που να αφορά στο σύνολο των παραγόμενων προϊόντων του αγροτικού τομέα. Μ’ αυτόν τον τρόπο, ένα πρόβλημα που δείχνει άλυτο -η διάθεση των αγροτικών προϊόντων απευθείας στον καταναλωτή δίχως τη μεσολάβηση τρίτων- αρχίζει να αποκωδικοποιείται.

σελφ-σέρβις: Ποιος θεωρείτε ότι πρέπει να είναι ο ρόλος των ομίλων αγορών μελλοντικά στο οργανωμένο λιανεμπόριο, σε μια αγορά που μεταβάλλεται με ταχύς ρυθμούς, πλήττεται από την κρίση και ελέγχεται από μεγάλα δίκτυα πωλήσεων;

Γιώργος Αλεξάκης: Οι όμιλοι αγορών δεν είναι τίποτε άλλο από οργανωμένες κινήσεις επιχειρηματιών που δραστηριοποιούνται στο λιανικό εμπόριο, ώστε, συγκεντρώνοντας τον τζίρο τους ή ενοποιώντας τις δυνάμεις τους, να καταφέρουν να ανταγωνιστούν τις μεγάλες αλυσίδες λιανικής. Έτσι, οι όμιλοι αγορών θα πρέπει να μπουν στην λογική της συσπειρωμένης ομάδας και της ενιαίας στάσης όλων των μελών τους απέναντι στην υπόλοιπη αγορά.

Αν οι όμιλοι διακρίνονται από κοινή έκφραση στην εμπορική τους πολιτική, όπως και στην εικόνα των καταστημάτων τους, αν εφαρμόζουν κεντρικοποιημένες διαδικασίες διακίνησης των αγαθών τους, και, τέλος, αν αντιδρούν άμεσα στις εξελίξεις της αγοράς, τότε μόνο θα αποτελέσουν μοχλό πίεσης στις μεγάλες βιομηχανίες και τα ισχυρά οργανωμένα δίκτυα πωλήσεων.

Ώριμη η αγορά για συμπράξεις και συνεργασίες
σελφ-σέρβις: Θεωρείτε ότι η συνεργασία μεταξύ ομίλων μπορεί να βοηθήσει στην ενδυνάμωση του ρόλου τους απέναντι στους ανταγωνιστές τους;

Γιώργος Αλεξάκης: Συνεργασίες μεταξύ των ομίλων υπήρξαν και στο παρελθόν. Δεν μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι απέτυχαν. Δεν ευοδώθηκαν όμως, λόγω των τότε χρονικών συγκυριών, των συσχετισμών δυνάμεων και του πολυπληθούς των σχημάτων που είχαν δημιουργηθεί. Τώρα πια η αγορά είναι πολύ πιο ώριμη στον τομέα των συμπράξεων και των συνεργασιών. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το μεσαίο πανευρωπαϊκό λιανεμπόριο αναπτύχθηκε στη βάση της συνεταιριστικής λογικής, της συνένωσης και της επιχειρηματικής-εμπορικής συνύπαρξης. Άρα, πρακτικές συνεργασίας θα μπορούσαν να αποδώσουν μόνο αν δομηθούν με τρόπο καθαρά τεχνοκρατικό και έχουν ξεκάθαρο στόχο.

σελφ-σέρβις: Βλέπετε και συνεργασίες με άλλες οργανώσεις ή εμπορικούς φορείς εκτός ελληνικών συνόρων;

Γιώργος Αλεξάκης: Δεν σας κρύβω ότι έχουμε ήδη προχωρήσει σε συζητήσεις και με ομίλους, που αυτή τη στιγμή πρωταγωνιστούν στο ευρωπαϊκό εμπορικό στερέωμα. Κατά τη διάρκεια του β’ εξαμήνου του προηγούμενου έτους έγιναν αλλεπάλληλες συναντήσεις με δύο συγκεκριμένους μεγάλους ευρωπαϊκούς ομίλους αγορών, και θεωρώ ότι πολύ σύντομα -μπορεί και κατά τη διάρκεια του τρέχοντος έτους- να ανακοινωθούν κάποια αποτελέσματα.

Αμυντικό ή επιθετικό το παιχνίδι φέτος;

Δύο κυρίως απόψεις επικρατούν στο λιανεμπόριο σχετικά με το τι μέλλει γενέσθαι το 2010. Σύμφωνα με την πρώτη, φέτος, οι αλυσίδες σούπερ μάρκετ δεν θα διεκδικήσουν τίποτε περισσότερο απ’ ό,τι διεκδίκησαν το 2009. Δεν θα επιδιώξουν αλλαγές στην εμπορική, επενδυτική ή τιμολογιακή τους πολιτική. Απλούστατα διότι, όπως υποστηρίζει μια μερίδα της αγοράς, ήδη πέρυσι έγιναν οι διορθωτικές κινήσεις που είχαν κριθεί επιβεβλημένες.

Τα κοστολόγια των εταιρειών μειώθηκαν, τα οργανογράμματα «έσφιξαν» περισσότερο, οι τιμές συγκρατήθηκαν, οι προσφορές διογκώθηκαν, τα private label προϊόντα ενισχύθηκαν ως παρουσία στα ράφια, ενώ υπήρξαν και αρκετά κλεισίματα καταστημάτων, κυρίως όσων είχαν υψηλά ενοίκια ή ήταν ζημιογόνα.

«Πλέον είμαστε στα όριά μας. Από εδώ και στο εξής θα παρατηρούμε την πορεία μας έχοντας πραγματικά πολύ περιορισμένα περιθώρια αντίδρασης», δηλώνει στο σελφ σέρβις παράγοντας της αγοράς, ο οποίος θεωρεί ότι «από εδώ και στο εξής κάθε αλυσίδα θα τρώει από τα έτοιμα, κι όσο αντέξει». Προσθέτει, δε, ότι και στα φυλλάδια υπήρξαν πέρυσι αλλαγές. Οι προσφορές υπερτονίσθηκαν, ενώ το θέμα της ποιότητας υποβαθμίσθηκε σε πολύ μεγάλο βαθμό υπέρ των τιμών.

Σε ό,τι αφορά, ειδικότερα, στα private label προϊόντα, δεν είναι λίγοι εκείνοι που θεωρούν ότι ο ανταγωνισμός συνεχίζει να εξελίσσεται ισχυρός και ότι τα περιθώρια κέρδους αφήνουν ακόμη τη δυνατότητα στις αλυσίδες να λειτουργήσουν ανταγωνιστικά, κυρίως έναντι άλλων προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας και όχι τόσο των επωνύμων, όπου πλέον οι διαφορές στις τιμές είναι μεγάλες.

Υπεραξίες από το παρελθόν
Σε γενικότερες γραμμές, όπως υποστηρίζεται από γνωστό στέλεχος της αγοράς, το οποίο φημίζεται για τους χαμηλούς του τόνους, «στο λιανεμπόριο δεν υπάρχει αλυσίδα που να μπορεί να ισχυριστεί ότι το 2009 και εν μέσω κρίσης έκανε κάτι περισσότερο απ’ ό,τι ο ανταγωνισμός. Όλοι μειώσαμε τα κοστολόγια, αυξήσαμε τα PL, κλείσαμε μαγαζιά, διορθώσαμε τιμές, επιμείναμε στις προσφορές.

Αν κάποιος, λοιπόν, διατηρεί ρυθμούς ανάπτυξης υψηλότερους του πληθωρισμού, είναι διότι εξαργυρώνει υπεραξίες παρελθόντων ετών, υπεραξίες που εξασφάλισε από τη στρατηγική την οποία ακολούθησε τα προηγούμενα χρόνια, κι όχι διότι διαφοροποιήθηκε κατά τη διάρκεια της κρίσης έναντι του ανταγωνισμού».

Μάλιστα, το ίδιο στέλεχος προσθέτει ότι υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης διατήρησαν πέρυσι και όσοι επέμειναν ιδιαίτερα στην επέκταση των δικτύων πώλησης, πολύ δε περισσότερο όσοι προέβησαν και σε εξαγορές, οι οποίες άρχισαν να αποδίδουν το 2009.


Διάθεση για πειραματισμό
Όσον αφορά στη δεύτερη ανάγνωση των αριθμών, των δεικτών και των επιδόσεων του κλάδου, την άλλη άποψη, δηλαδή, για το τι θα συμβεί το 2010 στο οργανωμένο λιανεμπόριο, αυτή αποτυπώνεται στη διάθεση συγκεκριμένων «παικτών» να πειραματιστούν -ή, αλλιώς, να προσαρμόσουν ακόμη περισσότερο τη στρατηγική τους στις απαιτήσεις των καταναλωτών, όπως αυτές υπαγορεύονται από την κρίση.

Μερίδα, λοιπόν, της αγοράς θεωρεί ότι οι αλυσίδες έχουν ακόμη περιθώρια να επενδύσουν σε λιγότερο κλασικές «συνταγές» marketing. Θεωρούν ότι μέσω των καρτών πιστότητας, μέσω στοχευμένων εξατομικευμένων προωθητικών ενεργειών, οι αλυσίδες έχουν τα περιθώρια να κερδίσουν μερίδια, βελτιώνοντας τις πωλήσεις τους.

Βέβαια, όλοι συμφωνούν ότι, σε κάθε περίπτωση, όλες οι προωθητικές ενέργειες θα πρέπει και φέτος να επικεντρωθούν στις τιμές, στο κόστος αγοράς των προϊόντων από τον τελικό καταναλωτή. Όμως εκτιμούν ότι η περίοδος προσφέρεται για την άσκηση εναλλακτικού marketing, κυρίως μέσω του direct marketing.

Προσθέτουν, δε, ότι, παρά την κρίση και την ανάγκη για περικοπές στο κόστος λειτουργίας, όπως και στο επενδυτικό κόστος, όποιος σε αυτή τη φάση διαθέσει κεφάλαια και για τη βελτίωση των καταστημάτων του, όχι μόνο θα αυξήσει τον όγκο πωλήσεων, αλλά θα στερήσει έσοδα από τον ανταγωνισμό, και μάλιστα σε μια περίοδο κατά την οποία οι δαπάνες των νοικοκυριών μειώνονται δραστικά.

Τέλος, δέχονται ότι η κρίση θα επιβεβαιώσει τον φόβο που πολλοί στην αγορά εξέφραζαν: τον «θάνατο του εμποράκου». Έναν.. θάνατο που, ενώ κατά το παρελθόν επερχόταν αργά και βασανιστικά, πλέον καθίσταται ακαριαίος για πολλές μικρές, κατά βάση οικογενειακές, αλυσίδες.

Το ζητούμενο τώρα για τα μεγάλα δίκτυα πωλήσεων είναι να απορροφήσουν τον «ορφανό» τζίρο των μικρών, ώστε να μην δώσουν την ευκαιρία στα convenience stores θα αναπτυχθούν περαιτέρω την περίοδο της κρίσης, να μην αφήσουν να εξελιχθεί η τάση που θέλει τους καταναλωτές να προτιμούν τα μικρά οργανωμένα σημεία πώλησης για τις αγορές τους, αντί των κλασικών σούπερ μάρκετ.

Στα… χαρακώματα λιανεμπόριο-προμηθευτές
Σε μια αγορά που μόνο αγγελικά πλασμένη δεν είναι, υπό δυσμενείς οικονομικές συνθήκες, το λιανεμπόριο και η βιομηχανία δεν θα μπορούσαν παρά να βρεθούν στα… χαρακώματα προς υπεράσπιση των θέσεών τους. Φέτος, λοιπόν, και οι δύο πλευρές έχουν ανοίξει πολλά και πολύ σοβαρά μέτωπα κλιμακώνοντας την μεταξύ τους αντιπαράθεση.

Το πρώτο μέτωπο αφορά στις τιμές, με τη βιομηχανία να αυξάνει τα τιμολόγια χονδρικής, ήδη από τον Δεκέμβριο, σε πολλά από τα προϊόντα της και το λιανεμπόριο να αντιδρά. Βέβαια, όπως δηλώνεται στο σελφ σέρβις, «μόνο ως λεονταρισμός θα μπορούσε να εκληφθεί ο ισχυρισμός ότι οι αλυσίδες δεν θα αποδεχθούν την τιμολογιακή πολιτική των ισχυρών προμηθευτών τους».

Διαξιφισμοί μεταξύ των δύο πλευρών φυσικά και θα υπάρξουν, αλλά θα αφορούν στους χρόνους μετακύλισης των ανατιμήσεων στα ράφια, που ενδεχομένως να είναι της τάξης των δύο ή και των τριών μηνών, σίγουρα όμως όχι των έξι ή οκτώ μηνών που ισχυρίζονται ορισμένοι. Και τούτο διότι οι προμηθευτές ανατιμούν τα προϊόντα τους προσδοκώντας οφέλη για το 2010 και όχι για το 2011.

Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, ανατιμήσεις ήδη καταγράφονται στα ράφια, φθάνουν το 7%, ενώ αφορούν και σε βασικά αγαθά, δηλαδή σε προϊόντα καθημερινής ανάγκης.

Σε δύσκολη θέση βρίσκεται, βέβαια, και το Υπουργείο Οικονομίας Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, το οποίο έχει ενημερωθεί για τις ανατιμήσεις, τις έχει ελέγξει με βάση τα κοστολόγια των παραγωγών και έμμεσα τις έχει εγκρίνει. Εξάλλου, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι επί αρκετούς μήνες η βιομηχανία συγκρατούσε τις τιμές της, οπότε, σε αυτή τη δύσκολη περίοδο, πολύ δύσκολα θα καταφέρει να αποφύγει αυξητικές μεταβολές στους τιμοκαταλόγους της.

«Στις αυξήσεις, πλέον, υπάρχει κρατική σφραγίδα. Πώς θα μπορέσουμε, λοιπόν, να αντιδράσουμε σε ένα νέο ανατιμητικό κύμα;», διερωτάται γνωστός παράγοντας του κλάδου.

Κατά συνέπεια, το λιανεμπόριο θα στραφεί στα μπόνους, τις επιστροφές, τις εκπτώσεις και τις παροχές των προμηθευτών, τις οποίες θα επιδιώξει να βελτιώσει -έστω και οριακά. Αυτό θα είναι το δεύτερο μέτωπο αντιπαράθεσης με τη βιομηχανία. Φυσικά, τα περιθώρια και εδώ είναι περιορισμένα, καθότι, όπως λέγεται, βελτιώσεις θα υπάρξουν μόνο σε ό,τι αφορά στη διεκδίκηση μεγαλύτερων καθυστερήσεων στη μετακύλιση των αυξήσεων στο ράφι.

Τέλος, ένα τρίτο -επίσης καθοριστικό- μέτωπο είναι το ζήτημα των καθυστερήσεων στις πληρωμές. Λέγεται ότι το λιανεμπόριο πιέζει για αύξηση των πιστώσεων σε χρόνο και χρήμα, όμως η βιομηχανία δείχνει να μην είναι διατεθειμένη για μεγάλες υποχωρήσεις.

Εξάλλου, κάθε αλυσίδα λειτουργώντας καθημερινά εκατοντάδες ταμειακές μηχανές έχει την πολυτέλεια της ρευστότητας, ενώ η βιομηχανία την περίοδο αυτή κυριολεκτικά κυνηγάει τους πελάτες της για την εξόφληση τιμολογίων, προκειμένου να περιορίσει τις επισφάλειες.


Οι προμηθευτές κάνουν… ουρά για τα ράφια
Στο μεταξύ, οι προμηθευτές έχουν να αντιμετωπίσουν ένα ακόμη σοβαρότατο ζήτημα: φέτος είναι υποχρεωμένοι να περιμένουν στην… ουρά για να πάρουν θέσεις στα ράφια των σούπερ μάρκετ. Τα πολλά «κανόνια» που ακούγονται κυρίως στη χονδρική, προκαλούν συνωστισμό της βιομηχανίας στα σούπερ μάρκετ, στους μεγάλους πελάτες, όπου επισφάλειες δεν υπάρχουν -θεωρητικώς τουλάχιστον.

Οι αλυσίδες θα εκμεταλλευθούν την προνομιακή τους θέση και, όπου μπορούν, θα πιέσουν, είτε για να μην περάσει άμεσα κάποια ανατίμηση, είτε για να εξασφαλιστούν μεγαλύτερες παροχές ή εκπτώσεις, είτε για να αυξηθούν οι χρόνοι πληρωμών.

Μάλιστα, στην αγορά ακούγονται και επιθετικά σχόλια σε βάρος των προμηθευτών. Ένας από τους ιστορικούς «παίκτες» του κλάδου, απαντώντας σε ερώτηση του σελφ σέρβις πώς θ’ αντιδράσει έναντι όσων ανατιμούν τα προϊόντα τους, δήλωσε χαρακτηριστικά: «Ανατιμήσεις δεν δεχόμαστε. Ας βρουν οι προμηθευτές τρόπους να κατεβάσουν τα κόστη τους, αλλιώς να σταματήσουν την παραγωγή τους. Ο καθένας στην αγορά ζητάει ό,τι θέλει, επειδή πιέζεται από παντού και κυρίως από τις πρώτες ύλες. Ο καταναλωτής δεν αντέχει άλλο, και με τον καταναλωτή εμείς συναναστρεφόμαστε».

Με άλλα λόγια, φέτος η αγορά είναι απαιτητική. Άπαντες εκτιμούν ότι μέχρι το τέλος του έτους θα γίνει το μεγάλο ξεκαθάρισμα. Κερδισμένος θα βγει ο πιο συνετός, ή όποιος διαχειριστεί καλύτερα τις επισφάλειες, τα κόστη του και το πελατολόγιό του. Οι λιανεμπόριο, πάντως, εμφανίζονται αισιόδοξοι δηλώνοντας τα εξής: «Πρέπει να είμαστε πανευτυχείς για όσα έγιναν και κυρίως για το γεγονός ότι κατά το 2009 οι κερδοφορίες μας μειώθηκαν μεν, δεν καταστράφηκαν δε.

Τα καθαρά αποτελέσματα των αλυσίδων απέδειξαν ότι ο κλάδος ασκεί συνετή πολιτική διαχείρισης». Διευκρινίζουν, επίσης, ότι του κανόνα αυτού εξαιρούνται όσες εταιρείες είχαν και έχουν να αντιμετωπίσουν δομικά-οργανωτικά ζητήματα προκειμένου να καταστούν κερδοφόρες, ζητήματα τα οποία δύνανται να αποδειχθούν έως και καταστροφικά σε περιόδους κρίσης.

Το νέο πλαίσιο διενέργειας προσφορών
Το Υπουργείο Οικονομίας Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας επιχειρεί να καθιερώσει νέο πλαίσιο διενέργειας των προσφορών, επιδιώκοντας να βάλει τάξη στις προωθητικές ενέργειες των σούπερ μάρκετ και των προμηθευτών τους.

Σύμφωνα με σχέδιο Αγορανομικής Διάταξης, το οποίο παραμονές έκδοσης του τεύχους δόθηκε σε δημόσια διαβούλευση, οι προωθητικές ενέργειες θα επιτρέπονται εφόσον:
• Σε σχετική πινακίδα θα αναγράφεται η βασική τιμή της μονάδας μέτρησης και της μονάδας συσκευασίας των προϊόντων, καθώς και η νέα τιμή της προωθητικής ενέργειας, αντίστοιχα.
• Το όφελος του καταναλωτή θα είναι εμφανές και θα προκύπτει άμεσα και επαγωγικά.
• Κάθε προωθητική ενέργεια δεν θα υπερβαίνει τον έναν μήνα και θα επαναλαμβάνεται, για το ίδιο προϊόν, μέχρι τρεις μήνες κατ’ έτος.
• Δεν θα καταστρέφονται συσκευασίες για την πώληση των περιεχομένων τους σε μεμονωμένα προϊόντα.
• Με το προϊόν της κύριας συναλλαγής δεν θα προσφέρεται ως δώρο άλλο ανόμοιο προϊόν, το οποίο δεν εμπορεύεται ο προμηθευτής ή ο λιανέμπορος.
• Στο ταμείο της επιχείρησης ο πελάτης θα είναι απολύτως ενήμερος για το οικονομικό όφελος που θα αποκομίζει από κάθε προωθητική ενέργεια.
• Κάθε πινακίδα προωθητικής ενέργειας θα αναγράφει και συγκριτικές πληροφορίες για την τιμή μονάδος, συσκευασίας και αναγωγής προ και μετά την προωθητική ενέργεια. Ειδικότερα για τ’ απορρυπαντικά, η πινακίδα θα περιλαμβάνει και συγκριτική αναγραφή δόσεων και πλύσεων.
• Η τιμή πώλησης με προσφορά δεν θα είναι ίση ή μεγαλύτερη από την τιμή πώλησης του προϊόντος χωρίς προσφορά.

Στελέχη της αγοράς θεωρούν ότι σε περίοδο κρίσης οι χρονικοί περιορισμοί που τίθενται για τη διενέργεια προωθητικών ενεργειών θα αποτελέσουν τροχοπέδη στην προσπάθεια των εταιρειών να αναθερμάνουν το ενδιαφέρον των καταναλωτών.

Ενστάσεις διατυπώνουν και για την απαίτηση αναγραφής πληθώρας πληροφοριακών στοιχείων στις ειδικές πινακίδες προς ενημέρωση των καταναλωτών, ενώ την αντίθεσή τους εκφράζουν και για την απαγόρευση των προσφορών που έχουν τη μορφή «δώρο ανόμοιο προϊόν», το οποίο δεν εμπορεύεται ο λιανοπωλητής ή ο προμηθευτής. Θεωρούν ειδικότερα ότι η αγορά θα πρέπει, ειδικά αυτή την περίοδο, να μην χάσει την ευελιξία των πολλών επιλογών σε ενέργειες marketing.

Και οι discounter υφίστανται την κρίση

Η Aldi με τα 35 καταστήματά της δεν έχει ακόμη την κρίσιμη μάζα που θα της δώσει τη δυνατότητα να διαδραματίσει σημαίνοντα ρόλο στην αγορά και, βέβαια, να αποσπάσει αξιοσημείωτα μερίδια από τους υπόλοιπους «παίκτες» της αγοράς.

Την ίδια στιγμή, έχει να αντιμετωπίσει τα πλείστα γραφειοκρατικά και νομοθετικά προβλήματα που συναντά κάθε ξένος επενδυτής στη χώρα μας, ο οποίος θέλει να δημιουργήσει ένα πανελλαδικό λιανεμπορικό δίκτυο. Η αλυσίδα εκτιμάται ακόμη ότι έχει πληρώσει πολύ ακριβά μία σειρά προνομιακών ακινήτων, που έχει αγοράσει πανελλαδικά και τα προορίζει για καταστήματα, ενώ αξιοσημείωτες είναι και οι συνεχείς διοικητικές μεταβολές στο ανώτατο επίπεδο της ιεραρχίας της στη χώρα μας.

Από την πλευρά της η Lidl, η οποία προς το παρόν και με το εκτεταμένο δίκτυο καταστημάτων της δεν απειλείται από τη μεγάλη ανταγωνίστριά της, υλοποιεί συνεχείς προσφορές προϊόντων στις μονάδες της, καθώς αυτές πλέον έλκουν τους καταναλωτές.

Logistics center Πάτρας: αναβολή λειτουργίας
Ειδικότερα όσον αφορά στην Aldi, το σχεδόν περατωμένο logistics center της στην Πάτρα, επένδυση ύψους περίπου 30 εκατ. ευρώ, δεν πρόκειται να λειτουργήσει προς το παρόν. Εξαιτίας, δε, αυτής της αναβολής, τερματίστηκε και η απασχόληση υπαλλήλων και στελεχών που είχαν επιφορτιστεί με την επάνδρωση του συγκεκριμένου logistics center.

Το υφιστάμενο σχέδιο ανάπτυξης της αλυσίδας μέχρι τα τέλη του 2010 προβλέπει δίκτυο περίπου 55 σημείων πώλησης (υπάρχουν ήδη 35 καταστήματα και προγραμματίζεται η δημιουργία άλλων 20 εντός του έτους). Το κάθε ένα logistics center μπορεί να στηρίξει την ομαλή τροφοδοσία τουλάχιστον 50 ή και περισσότερων καταστημάτων.

Επομένως, επαρκεί ένα μόνο logistics center, γι’ αυτό και η Πάτρα δεν θα «ανοίξει τις πύλες της», αλλά θα επανεξεταστεί η προοπτική λειτουργίας της προς το τέλος του έτους. Αντίθετα, θα λειτουργήσει το logistics center της Θεσσαλονίκης, από τα πιο μεγάλα στην ΝΑ Ευρώπη, το οποίο θα έχει περατωθεί στο τέλος του α’ εξαμήνου του 2010 και το κόστος του θα υπερβεί τα 80 εκατ. ευρώ.

Πάντως, παρά τις αλλαγές στο αναπτυξιακό πλάνο της και τις διοικητικές μεταβολές, δεν τίθεται κανένα ζήτημα αποχώρησης της αλυσίδας από τη χώρα. Η έμφαση της ανάπτυξης της Aldi θα δοθεί κυρίως σε μεγάλα αστικά κέντρα (με προτεραιότητα στην πρωτεύουσα) χωρίς να προστεθούν καινούργια ακίνητα στο υφιστάμενο χαρτοφυλάκιό της. Στο πλαίσιο αυτό, στις 28 Ιανουαρίου λειτούργησε νέο κατάστημα στην περιοχή της Αττικής (στη λεωφόρο Θηβών), θα επακολουθήσουν εγκαίνια νέας μονάδας στα Πατήσια, ενώ εντός του α’ τριμήνου θα λειτουργήσουν Aldi σε Κιλκίς και Πάτρα.

Την ίδια στιγμή, εκτιμάται ότι η Aldi έχει ανακόψει και τον ρυθμό απόκτησης νέων ακινήτων ανά τη χώρα, καθώς προτιμά σε αυτή τη χρονική περίοδο να κατασκευάσει καταστήματα σε όσα ακίνητα έχει ήδη αποκτήσει, τα οποία ενδεχομένως να προσεγγίζουν τα 100.

Εξορθολογισμός προϊοντικής γκάμας
Στον προϊοντικό τομέα, η αλυσίδα, που διατηρεί μόνιμη πολιτική χαμηλών τιμών και προσφορών σε προϊόντα, προχώρησε σταδιακά και σε εξορθολογισμό της γκάμας των ειδών που πωλεί, με κριτήριο τις επιδόσεις τους στο «ράφι». Έτσι, προϊόντα με μειωμένες πωλήσεις αποχώρησαν από τα καταστήματα, ενώ αντίθετα προωθούνται περισσότερο όσα καταγράφουν ικανοποιητικούς τζίρους.

Ενδεικτικό είναι ότι δεν πωλείται πλέον στα καταστήματά της το βιολογικό λάδι, που αρχικά διέθετε ως PL κατόπιν συμφωνίας με γνωστή εγχώρια βιομηχανία, το οποίο όμως εξάγεται σε επιλεγμένες αγορές του εξωτερικού, όπου υφίστανται Aldi.

Πηγές της αγοράς φέρουν την αλυσίδα να διακόπτει συμβόλαια αποκλειστικής συνεργασίας που είχε συνάψει από ιδρύσεώς της στην Ελλάδα με εταιρείες, οι οποίες την προμήθευσαν με PL προϊόντα, έχοντας πρώτα διαπιστώσει προβλήματα που αφορούσαν στην εφαρμογή των ποιοτικών προδιαγραφών κατά τη διαδικασία παραγωγής.

«Πρόθεση της εταιρείας, πέρα από τις χαμηλές τιμές που επιβάλλει ο ανταγωνισμός, καθώς και οι δυσμενείς οικονομικές συγκυρίες, φαίνεται πως είναι και η προσφορά στο καταναλωτικό κοινό ποιοτικών προϊόντων», δηλώνει στο σελφ σέρβις στέλεχος της αγοράς, το οποίο είναι σε θέση να γνωρίζει τις στρατηγικές κινήσεις της εταιρείας, προσθέτοντας ότι ένα από τα συμβόλαια τα οποία διέκοψε η Aldi αφορούσε στην παραγωγή προϊόντος υψηλής ζήτησης, το οποίο ανήκει σε κατηγορία, στην οποία οι προμηθευτές επενδύουν ιδιαίτερα στον τομέα της καινοτομίας.

Το ίδιο στέλεχος προσθέτει ότι η Aldi λειτουργεί εσωτερικό σύστημα ποιοτικού ελέγχου, ώστε μέσω αυτού να είναι πάντα σε θέση να ελέγχει σε άμεσο χρόνο την ποιότητα προϊόντων που φέρουν το δικό της brand.


Συνεχείς διοικητικές ανατροπές
Άξιες μνείας είναι και οι πολλαπλές διοικητικές μεταβολές στην ιεραρχική πυραμίδα της Aldi στη χώρα μας, αλλά και στην μητρική αυστριακή Hofer (του ομίλου της Aldi Sud), που ελέγχει την ελληνική θυγατρική. Αποχώρησαν από υψηλότατα διοικητικά αξιώματά στην Aldi Sud δύο στελέχη, τα οποία εν πολλοίς είχαν «χρεωθεί» τη διείσδυση της εταιρείας στην Ελλάδα.

Συγκεκριμένα, πρόκειται για τους κκ Armin Burger και Κωνσταντίνο Ρόζο, οι οποίοι είχαν αναλάβει αρχικά την πρωτοβουλία επέκτασης της Aldi στη χώρα μας. Μάλιστα, ο δεύτερος θεωρείται ως ο πρωτεργάτης αυτής της προσπάθειας, καθώς κατάφερε να βάλει τα θεμέλια για την ανάπτυξη της αλυσίδας, σε μία περίοδο που το λιανεμπόριο περνά δύσκολες στιγμές.

Ο Κ. Ρόζος πριν από λίγους μήνες και έχοντας στο ενεργητικό του την επιτυχία στην Ελλάδα προήχθη σε ανώτατο διοικητικό πόστο, στο πλαίσιο του ομίλου Aldi Sud. Σήμερα πλέον η Aldi Ελλάδος διοικείται από μία άτυπη «τριανδρία» στελεχών, που είναι ισότιμα και έχουν υπό την ευθύνη τους διαφορετικούς τομείς δραστηριότητας ο καθένας.

Ωστόσο, μέχρι στιγμής, κανένα στέλεχος εκ των συγκεκριμένων τριών δεν έχει αναλάβει τη συνολική ευθύνη για την Ελλάδα, ενώ να σημειωθεί πως στη χώρα μας η Aldi ουσιαστικά μέσα σε λίγους μήνες υπέστη τρεις μείζονες μεταβολές στο διοικητικό σχήμα της: από τον Κ. Ρόζο, στον G. Helm, ο οποίος κατόπιν μετέβη στην Aldi στην Ελβετία για ν’ αναλάβει η σημερινή τριανδρία.

Ο ανταγωνισμός χτυπάει… κόκκινα
Ο ιδιότυπος ανταγωνισμός πάντως μεταξύ Aldi και Lidl στη χώρα μας καλά κρατεί στο προϊοντικό επίπεδο, όπου βέβαια η δεύτερη έχει το πλεονέκτημα λόγω του μεγάλου δικτύου καταστημάτων, logistics center και όγκου παραγγελιών, τις οποίες πραγματοποιεί για τα καταστήματά της.

Η Lidl, ανταποκρινόμενη και στις πρωτοβουλίες της Aldi, πραγματοποιεί συνεχή «κύματα» μειώσεων στις τιμές της, εστιάζοντας μάλιστα στο super-Σάββατο, καθώς ανακοινώνει για τη συγκεκριμένη αυτή ημέρα κάθε εβδομάδα ειδικές προσφορές, κυρίως σε τρόφιμα.

Η κόντρα των δύο αλυσίδων αναζωπυρώνεται και κάθε φορά που η Aldi θέτει σε λειτουργία ένα νέο κατάστημα, όπου πραγματοποιεί ειδικές προσφορές, στις οποίες απαντά με ανάλογες δράσεις το εγγύτερο γεωγραφικά Lidl.

Η επέκταση της Aldi στα αστικά κέντρα προβλέπεται να οδηγήσει σε όξυνση του ανταγωνισμού μεταξύ των δύο αλυσίδων, καθώς η Lidl αναγκαστικά θα μειώσει τις τιμές της ακόμη περισσότερο, ήτοι στα επίπεδα της ανταγωνίστριάς της, προκειμένου να προστατεύσει τα μερίδια αγοράς της.

Καθίζηση, σύμφωνα με πληροφορίες, έχουν υποστεί τα προϊόντα non-food αμφότερων των αλυσίδων, τα οποία όμως ούτως ή αλλιώς είχαν μικρή συνεισφορά στα έσοδά τους και αντιμετώπιζαν πολύ ισχυρό ανταγωνισμό από τις υπόλοιπες εξειδικευμένες αλυσίδες της αγοράς.

Τέλος, η Lidl προχώρησε σε χωροταξικές προσαρμογές στις μονάδες της, έτσι ώστε να φιλοξενεί τα προϊόντα αρτοποιίας σε ξεχωριστό σημείο με συγκεκριμένες προδιαγραφές, όπως προβλέπει η σχετική νομοθεσία και έχει πράξει και η Aldi στα σημεία πώλησής της.

Η κρίση πλήττει τις ελεύθερες εισαγωγές

Είναι γεγονός ότι οι προσφορές, στις οποίες επιμένουν εδώ και μήνες οι προμηθευτές, όπως και το επί 18 μήνες «πάγωμα» των τιμών τους, αποδυνάμωσαν τη διάθεση των σούπερ μάρκετ να προβούν σε ελεύθερες εισαγωγές. Η συγκρατημένη πολιτική τιμών της βιομηχανίας περιόρισε αισθητά τις όποιες διαφορές διαπιστώνονταν πριν από την κρίση στις τιμές των πολυεθνικών προϊόντων μεταξύ Ελλάδας και άλλων μεγάλων ευρωπαϊκών αγορών.

Μάλιστα, σύμφωνα με στελέχη της αγοράς, στο διάστημα που θα επακολουθήσει, οι αποκλίσεις στις τιμές θα περιοριστούν ακόμη περισσότερο, καθότι σε άλλες χώρες της Ευρώπης η άνοδος που ήδη καταγράφεται στις τιμές των πρώτων υλών μετακυλίεται σταδιακά στις τιμές χονδρικής και, κατ’ επέκταση, στις τιμές λιανικής. Όμως στην Ελλάδα, επειδή η οικονομία παραμένει σε βαθιά κρίση, ανατιμήσεις στη λιανική θα περάσουν πολύ δύσκολα.

Κατά συνέπεια, η δυνατότητα αύξησης των περιθωρίων κέρδους με τη διενέργεια ελεύθερων εισαγωγών μειώνεται και θα μειώνεται με την πάροδο των μηνών. Πρόκειται για εξέλιξη, η οποία θα διαρκέσει τουλάχιστον για όσο διάστημα η επιχειρηματική κοινότητα θα αναπτύσσεται υπό δυσμενείς οικονομικές συγκυρίες, όπως και για όσο χρόνο οι τιμές θα πιέζονται από τη χαμηλή ζήτηση.

Ελεύθερη εισαγωγή: αβέβαιη & κοστοβόρα
Στο μεταξύ, πέρα από τα ανωτέρω, όσοι προσβλέπουν στις παράλληλες εισαγωγές, προκειμένου να περιορίσουν το κόστος προμήθειας, έχουν να συνυπολογίσουν και την αβεβαιότητα του στοκ, κάτι που, σ’ αυτή ειδικά την περίοδο της κρίσης, αποτελεί ανυπολόγιστο ρίσκο.

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η απ’ ευθείας εισαγωγή προϊόντων από το εξωτερικό σε συνεχή ροή απαιτεί οργάνωση και υποδομές που ως επί το πλείστον δεν διαθέτει το οργανωμένο λιανεμπόριο, με αποτέλεσμα οι όποιες παράλληλες εισαγωγές να διενεργούνται αποσπασματικά και να εστιάζονται είτε στον τυχαίο εντοπισμό ενός φθηνού φορτίου με κάποιο ή κάποια γνωστά στην Ελλάδα προϊόντα είτε στην επίμονη αναζήτηση συγκεκριμένου προϊόντος, με τον προμηθευτή του οποίου η αλυσίδα διατηρεί κακές σχέσεις συνεργασίας.

Από τον λιανέμπορο οι παράλληλες εισαγωγές χρησιμοποιούνται άλλοτε ως αμυντικό και άλλοτε ως επιθετικό όπλο έναντι των προμηθευτών. Ως αμυντικό όπλο, όταν γνωρίζει ότι το παιχνίδι στη διαπραγμάτευση για τις ετήσιες συμφωνίες το έχει χαμένο και αναζητεί άλλη εναλλακτική προμήθειας, και ως επιθετικό όπλο, όταν επιχειρεί να πιέσει τον προμηθευτή να εκχωρήσει υψηλότερες παροχές, μένοντας όμως στη διαπραγμάτευση.

Βέβαια, και οι προμηθευτές από την πλευρά τους δεν κάθονται με… σταυρωμένα χέρια. Παρακολουθούν τις πωλήσεις κάθε μεγάλου πελάτη, καταγράφοντας τις παραγγελίες τους και, εφόσον διαπιστώσουν κάμψη στους ρυθμούς διακίνησης, που να μην δικαιολογείται από τις συνθήκες της αγοράς ή τη μεταξύ τους συνεργασία, παρεμβαίνουν προκειμένου να αποκαταστήσουν την… τάξη.

Το θέμα, βέβαια, είναι με ποιους τρόπους αντιδρούν κατασταλτικά και κυρίως προληπτικά, διότι, όπως θα δούμε παρακάτω, οι πρακτικές που συνήθως ακολουθούν κινούνται εκτός πλαισίου νόμου, με αποτέλεσμα τα τελευταία χρόνια να έχουν προκαλέσει την προσοχή της Επιτροπής Ανταγωνισμού.

Όπως και να έχει πάντως, η αναζήτηση των ελεύθερων εισαγωγών από τα σούπερ μάρκετ δεν βασίζεται σε συγκεκριμένα προγράμματα. Εξάλλου, αν κανείς προσμετρήσει παράγοντες, όπως κόστος διερεύνησης, οργάνωσης, μεταφοράς και διαχείρισης των παράλληλων εισαγωγών, όπως και το ρίσκο του στοκ, αλλά και την επίδραση που μπορεί να υπάρξει στις σχέσεις των αλυσίδων με τους αντίστοιχους προμηθευτές, ίσως η αναζήτηση επώνυμων προϊόντων στο εξωτερικό -σε χαμηλότερες τιμές- να μην εξυπηρετεί οικονομικά το λιανεμπόριο.

Κι αν μάλιστα, στα ανωτέρω προσθέσουμε και τις υποχρεώσεις που έχουν έναντι του νόμου όσοι διενεργούν απ’ ευθείας εισαγωγές, με βασικότερη αυτή που προβλέπει ότι επί των συσκευασιών θα πρέπει να αναγράφονται στην ελληνική γλώσσα τα στοιχεία που αφορούν στον παραγωγό, τον εισαγωγέα, όπως και τα συστατικά του κάθε προϊόντος -εφόσον πρόκειται για τρόφιμο- τότε η ελεύθερη εισαγωγή γίνεται περισσότερο περίπλοκη και κοστοβόρα.


Ελκυστικές οι PL ελεύθερες εισαγωγές
Όταν, τέλος, πρόκειται για επώνυμα, για γνωστά brand τροφίμων, τότε ο εισαγωγές καλείται να λάβει υπόψη μια ακόμη ιδιαιτερότητα, αυτή της γεύσης. Διότι, παρά τις προδιαγραφές παραγωγής που ακολουθούν στο σύνολό τους οι παραγωγοί πολυεθνικών προϊόντων, από χώρα σε χώρα μικροδιαφορές στη γεύση πάντα θα υπάρχουν, ακόμη και στη συσκευασία, οπότε σε τέτοιου είδους περιπτώσεις δεν μπορεί ν’ αποκλειστεί το ενδεχόμενο ο καταναλωτής να μην ανταποκριθεί στο προϊόν και πιθανόν να μην προβεί στην αγορά του.

Πάντως, σε αντίθεση με τα όσα ισχύουν στα επώνυμα προϊόντα, για τα private label αγαθά οι ελεύθερες εισαγωγές θα παραμένουν ελκυστικές. Τουλάχιστον για τους ομίλους αγορών, κυρίως λόγω της τάσης που θέλει τις επιχειρήσεις-μέλη τους να επιμένουν, κεντρικά πάντα, στην αναζήτηση εισαγωγών από την ΕΕ, δηλαδη τη Γερμανία, την Ολλανδία, την Ισπανία και κυρίως από την Ιταλία, λόγω του χαμηλού κόστους μεταφοράς.

Όσον αφορά στα εποχιακά είδη, οι αλυσίδες στρέφονται στις αγορές της Κίνας ή της Κορέας και εν γένει της Ασίας, όπου το κόστος αγοράς των προϊόντων περιορίζεται σε υπερβολικά χαμηλά επίπεδα για τα ευρωπαϊκά δεδομένα.

Παράγοντας του λιανεμπορίου αναφέρει, επίσης, ότι οι παράλληλες εισαγωγές ευδοκιμούν, εφόσον οι Έλληνες παραγωγοί το επιτρέπουν με τη στάση τους και τους όρους συνεργασίας που οι ίδιοι θέτουν. Πρόκειται, φυσικά, για αιχμή κατά των παραγωγών που δύσκολα θα διατύπωνε ισχυρή αλυσίδα του λιανεμπορίου, αφού λόγω του όγκου της έχει την πολυτέλεια να πιέσει τους παραγωγούς, ώστε να εξασφαλίσει τους επιθυμητούς όρους συνεργασίας.

Περιορισμένη συμμετοχή
Ποια είναι όμως η συμμετοχή των παράλληλων εισαγωγών στον ετήσιο τζίρο μιας αλυσίδας σούπερ μάρκετ; Σε εκτιμήσεις τους γνωστοί παράγοντες του κλάδου αναφέρουν ότι δεν ξεπερνά 0,5%. Σε ένα σύνολο, λοιπόν, περί τα 8 δισ. ευρώ -εκεί υπολογίζονται οι ετήσιες πωλήσεις των 10 ισχυρότερων δικτύων του κλάδου- η αξία των παράλληλων εισαγωγών δεν ξεπερνά τα 40 με 50 εκατ. ευρώ.

Κάνοντας, πάντως, μετρήσεις στον όγκο των παράλληλα εισαγόμενων προϊόντων, η συμμετοχή τους στο σύνολο των διακινούμενων ποσοτήτων μιας κατηγορίας μπορεί να φθάνει και το 3 με 4%.

Λόγω μάλιστα και των πιέσεων που ασκούν οι παραγωγοί των επώνυμων προϊόντων στους μεγάλους πελάτες τους, ώστε να μην διενεργούν παράλληλες εισαγωγές, η προαναφερόμενη αξία επί της ουσίας δεν αντιστοιχεί τόσο σε βασικά προϊόντα, ούτε σε ισχυρά brand name, αλλά σε κωδικούς δεύτερης γραμμής, όπως και σε ειδικού τύπου προϊόντα, σε εποχικά είδη, σε τρόφιμα τα οποία απευθύνονται στους οικονομικούς μετανάστες, όπως και σε τρόφιμα προερχόμενα από την Ασία που εξυπηρετούν τις ανάγκες καταναλωτών που επιμένουν σε γεύσεις της Ανατολής.

Κατηγορίες προϊόντων, για τις οποίες συνήθως επιλέγονται οι παράλληλες εισαγωγές, είναι τα είδη bazaar, τα προϊόντα προσωπικής φροντίδας και υγείας, οι μπίρες και οι κωδικοί τύπου cola, καθώς και όσες κατηγορίες αγαθών προαναφέρθηκαν.

Στο μεταξύ, εφόσον πρόκειται για μικρότερες αλυσίδες, οι συμμετοχή του τζίρου που εξασφαλίζουν από τις παράλληλες εισαγωγές είναι δυνατό να φθάνει και στο 10% των ετήσιων πωλήσεών τους, ενώ στις hard discount αλυσίδες, όπως η Aldi και η Lidl, αλλά ακόμη και η Dia που κινείται προς το soft discount, οι απευθείας εισαγωγές που διενεργούνται σε συνεργασία με τους ομίλους στους οποίους ανήκουν διαμορφώνουν τζίρο, ο οποίος ως ποσοστό επί του ετήσιου κύκλου εργασιών κινείται σε επίπεδα κατά πολύ υψηλότερα οποιασδήποτε άλλης αλυσίδας σούπερ μάρκετ.

Ωστόσο, ασφαλής εκτίμηση για τα έσοδα, τα οποία εξασφαλίζουν οι discounter από τις παράλληλες εισαγωγές, δεν υπάρχει, καθότι, όπως είναι γνωστό, έναντι των δημοσιογράφων, όπως και των εταιρειών που διενεργούν έρευνες αγοράς, κρατούν κλειστά τα χαρτιά τους.


Η Επιτροπή Ανταγωνισμού στην αντεπίθεση
Το περιορισμένο ενδιαφέρον που επιδεικνύει το οργανωμένο λιανεμπόριο για τις παράλληλες εισαγωγές επωνύμων ειδών προβλημάτισε την Επιτροπή Ανταγωνισμού. Είναι γνωστό ότι για το θέμα αυτό η Επιτροπή έχει ήδη παρέμβει δύο φορές, στο πλαίσιο ερευνών που διενήργησε για τον εντοπισμό ρητρών απαγόρευσης παράλληλων εισαγωγών σε συμβάσεις παραγωγών-λιανοπωλητών.

Οι πρώτες κυρώσεις της Επιτροπής για την απαγόρευση παράλληλων εισαγωγών αποτελούν πλέον γεγονός. Στην Ελαΐς-Unilever Hellas επιδικάσθηκε πρόστιμο 6,9 εκατ. ευρώ, διότι απαγόρευσε τις απευθείας εισαγωγές απορρυπαντικών σε έξι αλυσίδες σούπερ μάρκετ, στις οποίες επίσης επιβλήθηκαν πρόστιμα συνολικού ύψους 1,2 εκατ. ευρώ, με το αιτιολογικό ότι λόγω του όγκου τους μπορούσαν να αντιδράσουν στην πολιτική της Unilever.

Σε εκκρεμότητα παραμένει, επίσης, έρευνα της Επιτροπής για τις συμβάσεις της Colgate. Μάλιστα, η ολομέλεια του φορέα έκρινε πρόσφατα ότι η έρευνα της γενικής διεύθυνσης δεν έπρεπε να περιοριστεί στα απορρυπαντικά, οπότε επέστρεψε τον φάκελο στο αρμόδιο τμήμα για περαιτέρω έλεγχο, που, όπως αναφέρουν πηγές του σελφ σέρβις, έχει ήδη συμπεριλάβει και τις οδοντόκρεμες.

Παρά την προσπάθεια, αποτέλεσμα μηδέν
Οι ίδιες πηγές προσθέτουν ότι η Επιτροπή θα επιμείνει στο ζήτημα της απαγόρευσης των παράλληλων εισαγωγών, διότι θεωρεί ότι ανάλογες ρήτρες εμποδίζουν την πραγμάτωση της ελεύθερης αγοράς.

Υψηλόβαθμο στέλεχος της Επιτροπής Ανταγωνισμού δήλωσε σχετικά στο σελφ σέρβις ότι «αν μια εταιρεία εμποδίζει με την εμπορική της πολιτική τη διενέργεια παράλληλων εισαγωγών είναι σαν να περιχαρακώνει τα σύνορα της χώρας, επιδιώκοντας τη δημιουργία αντιπροσωπειών και αποκλειστικοτήτων σε βάρος του ανταγωνισμού και της ελεύθερης διακίνησης των αγαθών, με αποκλειστικό στόχο τον έλεγχο και, κατά συνέπεια, την αύξηση των τιμών».

Μάλιστα, το ίδιο στέλεχος γίνεται περισσότερο αποκαλυπτικό στην κουβέντα του προσθέτοντας ότι «η γενική εντολή που είχε δοθεί στα αρμόδια τμήματα για την αναζήτηση και τον εντοπισμό ρητρών απαγόρευσης των παράλληλων εισαγωγών παραμένει σε ισχύ και ίσως σύντομα να υπάρξουν νεότερα από την Επιτροπή Ανταγωνισμού».

Θα πρέπει, πάντως, να επισημανθεί ότι, μετά τις πρώτες παρεμβάσεις της Επιτροπής Ανταγωνισμού και κυρίως μετά τις πρώτες διαρροές στην αγορά ότι η Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή διερευνά το θέμα των παράλληλων εισαγωγών, πολλές πολυεθνικές εταιρείες έσπευσαν να επαναδιατυπώσουν τις συμβάσεις τους με το οργανωμένο λιανεμπόριο, προκειμένου να απαλείψουν τους επίμαχους απαγορευτικούς όρους.

Ωστόσο, από τα στοιχεία, με τα οποία τροφοδότησαν τα στελέχη του λιανεμπορίου το περιοδικό μας, φαίνεται να μην υπήρξαν αλλαγές στην πολιτική προμηθειών των σούπερ μάρκετ ή αλλιώς να μην τονώθηκαν οι ελεύθερες εισαγωγές επωνύμων αγαθών.

Μένει, λοιπόν, να φανεί για ποιον λόγο οι παρεμβάσεις της Επιτροπής Ανταγωνισμού δεν επιφέρουν κάποιο ουσιαστικό αποτέλεσμα στο ζήτημα των παράλληλων εισαγωγών και, κατά συνέπεια, στην τιμολόγηση των αγαθών.

Πολυεθνικά προϊόντα σε υψηλές τιμές
Μάλιστα, η στασιμότητα που καταγράφεται στο όλο θέμα αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον και από το γεγονός ότι το Υπουργείο Οικονομίας Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας έχει παρέμβει στο ζήτημα της τιμολόγησης των πολυεθνικών προϊόντων διερευνώντας τις ενδο-ομιλικές συναλλαγές, ώστε να διαπιστώσει τους λόγους, για τους οποίους πολυεθνικά προϊόντα πωλούνται στη Ελλάδα αδικαιολόγητα ακριβότερα σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Παρεμβάσεις, λοιπόν, γίνονται σε θεσμικό και ελεγκτικό επίπεδο, όμως οι παράλληλες εισαγωγές εξακολουθούν να έχουν εξαιρετικά περιορισμένη συμμετοχή στον ετήσιο τζίρο των σούπερ μάρκετ και οι τιμές πολλών πολυεθνικών προϊόντων συνεχίζουν να είναι κατά πολύ υψηλότερες από τις αντίστοιχες άλλων μεγάλων εθνικών αγορών στην Ευρώπη.

Αλκοολούχα ποτά: Η ύφεση κι οι φόροι… καίνε στο λαρύγγι

Αν κάτι χαρακτηρίζει έντονα, κυρίως από πέρυσι, την εγχώρια αγορά των «σκληρών» αλκοολούχων ποτών -μια αγορά στην οποία επικρατούν φθίνουσες τάσεις την τελευταία πενταετία, σύμφωνα με τη νεότερη κλαδική μελέτη της ICAP- αυτό είναι μια κάμψη της τάξης του 20% των πωλήσεών τους στη νυχτερινή αγορά.

Πρόκειται, φυσικά, για το τίμημα που πληρώνει όλη η σερβιριζόμενη αγορά, λόγω της οικονομικής κρίσης: λιγότεροι πελάτες, λιγότερες παραγγελίες ανά άτομο, δουλειά περιορισμένη σε δυο-τρεις βραδιές τη βδομάδα. Και δεν είναι μικρό το μέγεθός της, αν λάβει κανείς υπόψη του ότι το μερίδιο των σούπερ μάρκετ στην κατηγορία, αν και αυξανόμενο, κυμαίνεται στο 38%…

Κάποιοι περίμεναν ότι ανεξαρτήτως της ύφεσης, που υποχρέωσε τελικά τους φίλους της νύχτας να μένουν τα περισσότερα βράδια μέσα, ούτως ή άλλως θα μειώνονταν οι μετά μουσικής παραγγελιές των «σκληρών» ποτών. Ο απηνής διωγμός του καπνού από τους κλειστούς χώρους διασκέδασης, όπως πίστευαν, προοιωνιζόταν τη μικρότερη ή μεγαλύτερη απομάκρυνση των καπνιστών από αυτούς.

Τελικά έπεσαν έξω, αλλά μόνο ως προς το ότι η εφαρμογή του μέτρου της «καπνο-απαγόρευσης» αφορά σε πολλές περιπτώσεις μόνο τα… τασάκια παρά το κάπνισμα. Διότι, κατά τα άλλα, η ύφεση όντως στριμώχνει όλο και περισσότερο το κύκλωμα των επαγγελματιών και τους πελάτες της σερβιριζόμενης αγοράς.

Δεν επωφελείται το ράφι
Το ερώτημα είναι: Επωφελείται από την κάμψη της νυχτερινής αγοράς η οικιακή κατανάλωση «σκληρών» αλκοολούχων; Από την κινητικότητα των ραφιών της κατηγορίας στο σούπερ μάρκετ δεν φαίνεται κάτι τέτοιο, αν και κάποιες έρευνες δείχνουν ότι το ένα από τα τρία μπουκάλια ποτού που χάνουν οι διανομείς της νύχτας, λόγω της κρίσης, επιστρέφει στην κατανάλωση μέσω των σούπερ μάρκετ.

Και πάλι, όμως, οι εκτιμήσεις είναι αβέβαιες. Κι ο λόγος είναι ότι ένα μέρος των πωλήσεων χονδρικής, δεδομένης της κρίσης που μαστίζει το κύκλωμα των χονδρέμπορων διανομέων, περνάει σήμερα από τα ταμεία της οργανωμένης λιανικής. Άρα, ενδεχομένως, οι αγορές για την κατ’ οίκον κατανάλωση παρουσιάζουν, αν όχι σχετική μείωση σε σχέση με προηγούμενα χρόνια, μάλλον σταθερότητα…

Ασφαλώς, πρέπει να εξαιρεθούν οι περιπτώσεις αλυσίδων, που εξαιτίας των αναπροσαρμογών στρατηγικής στην προώθηση των προϊόντων της κατηγορίας καταγράφουν αύξοντα ρυθμό επέκτασης του μεριδίου τους σε αυτή, στο πλαίσιο του κλαδικού ανταγωνισμού τους.

Την εκτίμηση ότι μάλλον δεν πρέπει να επωφελείται η οικιακή κατανάλωση «σκληρών» ποτών την ενισχύει η πραγματικότητα του πρόσφατου φορολογικού «καπέλου» στην τιμή των αλκοολούχων, περίπου κατά ένα ευρώ ανά μπουκάλι, ένεκα της κυβερνητικής πολιτικής κατά των ελλειμμάτων -αυτή είναι πάνω κάτω η αντιστοιχία της τελευταίας αύξησης του ειδικού φόρου κατανάλωσης ανά μονάδα προϊόντος. Και να ‘ταν η στερνή! Στο εξής όλα εξαρτώνται από την επιτυχία του «προγράμματος σταθερότητας»…

Θυμίζουμε ότι έναν χρόνο πριν, τον Ιανουάριο του 2009, και πάλι ο ειδικός φόρος κατανάλωσης είχε «ψηλώσει» κατά 10%…

Ούτως εχόντων των πραγμάτων, περίπου το ήμισυ της λιανικής τιμής ενός μπουκαλιού αντιστοιχεί σήμερα στο άθροισμα των φόρων του (ειδικός φόρος κατανάλωσης συν ΦΠΑ). Αν, μάλιστα, πρόκειται για ένα από τα φτηνά μπουκάλια, επειδή ο ειδικός φόρος αναφέρεται αποκλειστικά στους αλκοολικούς βαθμούς, η αναλογική επιβάρυνσή του είναι υψηλότερη απ’ ό,τι στα ακριβότερα της κατηγορίας του. Έτσι, η πραγματική αξία του φτηνού προϊόντος είναι μικρότερη από τους φόρους του… Με τέτοιες εξελίξεις ποιος καταναλωτής έχει όρεξη για «ένα ποτό ακόμα», έστω κατά μόνας στο σπίτι;

Όσο για τα ποσοστά κέρδους των εμπορευόμενων, ας μην το συζητούμε καλύτερα… Πέραν αυτού, όταν μιλούμε για σταθερό τζίρο σε μια αγορά «χτυπημένη» επαναληπτικώς από τους φόρους στη διάρκεια του τελευταίου χρόνου, είναι φανερό ότι οι ποσότητες των μπουκαλιών που διακινούνται από τα σούπερ μάρκετ έχουν μειωθεί…


Οι απειλές του οχυρού των brand
Τα τελευταία χρόνια η τάση των επιχειρήσεων της οργανωμένης λιανικής να εισάγουν και να διαθέτουν για λογαριασμό τους «σκληρά» αλκοολούχα χαμηλότερης τιμής έχει γενικευτεί, Φέτος, λοιπόν, αναμένεται ότι θα ενισχυθεί περαιτέρω. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση αλυσίδας, στην οποία το μερίδιο των private label ουίσκι, επί του συνόλου των πωλήσεών της στο προϊόν το 2009, έφτασε το 35%.

Εξάλλου, σε αρκετές περιπτώσεις ο χώρος ραφιού που δίνεται στα αλκοολούχα ιδιωτικού σήματος, ανάλογα με το είδος, συναγωνίζεται, αν όχι υπερβαίνει, την έκταση χώρου που κατέχουν οι leader. Κάποιες αλυσίδες, μάλιστα, δεν αρκούνται πλέον στην προώθηση private label αλκοολούχων «ροής», δηλαδή των στάνταρ ουίσκι, βότκας κλπ, αλλά σχεδιάζουν ή πρόκειται να λανσάρουν δικά τους malt και σπέσιαλ ουίσκι.

Μπορεί η κατηγορία των «σκληρών» αλκοολούχων να βασίζεται στο κύρος της μάρκας πολύ περισσότερο απ’ ό,τι άλλες κατηγορίες προϊόντων, αλλά σε περιόδους κρίσης το οχυρό του brand δεν φαίνεται απόρθητο. Αν, μάλιστα, υπάρχει κάτι που το κάνει πιο ευάλωτο, αυτό είναι η περιστολή των διαφημιστικών δαπανών των αλκοολούχων. Από αυτή την άποψη, λοιπόν, η νέα χρονιά άνοιξε με μια πτώση των διαφημιστικών δαπανών της κατηγορίας κατά 10%-12%.

Η συγκέντρωση κατά της ποικιλίας
Μέχρι σήμερα, πάντως, οι προμηθευτές των επώνυμων «σκληρών» αλκοολούχων έχουν αντισταθεί σθεναρά στους discounter. Εκείνο, ωστόσο, που φαίνεται να τους προβληματίζει περισσότερο ή λιγότερο, ανάλογα με τη θέση των προϊόντων τους στην καταναλωτική προτίμηση, είναι το γεγονός ότι η συγκέντρωση του εγχώριου λιανεμπορίου αποβαίνει εις βάρος της ποικιλίας της κάβας του σούπερ μάρκετ.

Πράγματι, εκεί που ένα κατάστημα ως ιδιοκτησία μιας τοπικής περιφερειακής αλυσίδας φρόντιζε να έχει μια πληθωρικής ποικιλίας κάβα, το ίδιο κατάστημα υπό νέο, υπερ-τοπικής εμβέλειας, ιδιοκτησιακό καθεστώς συνήθως αρκείται στην έκθεση των πρωταγωνιστών κάθε υποκατηγορίας ποτού εις βάρος των μικρότερου μεριδίου μαρκών.

Μερίδια ανά υποκατηγορία «σκληρών» ποτών
Το ουίσκι, σύμφωνα με την έρευνα της ICAP, κατέχει το μερίδιο του λέοντος στην εγχώρια αγορά «σκληρών» αλκοολούχων: περίπου 40% σε αξία. Το ακολουθούν το ούζο με 25%, η ζήτηση του οποίου από το 2000 εμφανίζει πτωτικές τάσεις, η βότκα με 10%, τo λικέρ και τo μπράντι με 8% έκαστο, το ρούμι με 5% και το τζιν με 4% (στοιχεία 2008).

Η εμπειρία της αγοράς δείχνει ότι η ζήτηση του ουίσκι τα τελευταία χρόνια εμφανίζει μια κόπωση, που εκφράζεται με μια ετήσια μείωση των πωλήσεών του ίσως και 4%. Αντίθετα, στα «λευκά» ποτά, στη βότκα και στο ρούμι, διαπιστώνεται μια τάση ανόδου των πωλήσεων. Στην περίπτωση της βότκας ο ετήσιος ρυθμός της κυμαίνεται στο 8%, αλλά στο ρούμι, τουλάχιστον πέρυσι, έφτασε το 25%, λόγω έντονης κινητικότητας (νέο λανσάρισμα) στην υποκατηγορία.

Πάντως, η πλέον δυναμική υποκατηγορία των «σκληρών» ποτών είναι η παραδοσιακή, αλλά νεοφανής στο λιανεμπορικό ράφι, του τσίπουρου. Πρόκειται για ένα λιλιπούτειο μερίδιο αγοράς, που διευρύνεται με άλματα της τάξης ακόμα και του 200%, ανάλογα με την αλυσίδα, έλκοντας πελατεία μεταξύ των φίλων κυρίως του ούζου, αλλά όχι μόνο αυτού.

Όπως σημειώνεται στη μελέτη της ICAP, η ειδική φορολογία των αλκοολούχων, επιδρώντας στη διαμόρφωση της τελικής τιμής τους, ενισχύει την τάση υποκατάστασής τους από άλλα ποτά, χαμηλότερης περιεκτικότητας σε αλκοόλ -συνεπώς, και χαμηλότερης τιμής.

Ευχαριστούμε για τη συμβολή τους στη σύνθεση της εικόνας του ρεπορτάζ τους κκ Άρη Ζούμπο, διευθυντή πωλήσεων της εταιρείας Άμβυξ, Κώστα Αβράμη και Γιάννη Γκανά, αγοραστές αντίστοιχα των ομίλων Βερόπουλου και Μετρό.

David Diamond: Ηλεκτρονικά κουπόνια, η ευφυής επιλογή

Τα κουπόνια ήταν διαθέσιμα μέσω internet, σε πειραματικό επίπεδο, ήδη από το 1998. Όμως, η εξέλιξη στον σχετικό τομέα ήταν πολύ αργή. Το μερίδιο των κουπονιών που διατίθενται σήμερα μέσω internet είναι αμελητέο (λιγότερο από 1%), και οι εταιρείες που τα χρησιμοποιούν είναι υποχρεωμένες να διαχειρίζονται εκατοντάδες σάκους με χάρτινα αποκόμματα.

Οι λόγοι για τους οποίους τα ηλεκτρονικά κουπόνια δεν κατάφεραν να ισχυροποιήσουν τη θέση τους είναι πολλοί και διάφοροι: Η ανησυχία των προμηθευτών για την ασφάλεια των διαδικασιών μέσω internet, των λιανεμπόρων για το κόστος εκπαίδευσης των ταμιών κλπ. Ο πιο σημαντικός λόγος, όμως, είναι πως η αγοραστική εμπειρία που βίωσε ο καταναλωτής με τα ηλεκτρονικά κουπόνια δεν ήταν ανώτερη εκείνης που βίωνε χρησιμοποιώντας τους παραδοσιακούς τρόπους χρήσης τους.

Όπως έλεγε και ο Ted Leonsis, ένας από τους ιδρυτές της AOL, «το να καταλάβει κανείς πώς λειτουργεί το internet είναι κάτι απλό. Μέσω του internet αναπτύχθηκαν νέοι τρόποι για να διεκπεραιώνεται κάθε γνωστή διαδικασία. Αν ο νέος τρόπος είναι καλύτερος, υιοθετείται αμέσως από ένα μεγάλο ποσοστό καταναλωτών, όπως συνέβη με την παρακολούθηση των τιμών των μετοχών και την αγορά αεροπορικών εισιτηρίων. Η παρεχόμενη ηλεκτρονικά υπηρεσία ήταν σε αυτές τις περιπτώσεις απλώς καλύτερη και γι’ αυτό κέρδισε σημαντικό μερίδιο».

Αν η ηλεκτρονική υπηρεσία είναι υποδεέστερη της παραδοσιακής, τότε είναι καταδικασμένη σε αποτυχία. Οι καταναλωτές θα την χρησιμοποιήσουν μία φορά και δεν θα επιστρέψουν ποτέ σ΄αυτή.

Η νέα πλατφόρμα
Τα τελευταία χρόνια, τα ηλεκτρονικά κουπόνια δεν έχουν εξαφανιστεί. Απλώς, έχουν παραμεριστεί και χρησιμοποιούνται από έναν πολύ μικρό αριθμό καταναλωτών, οι οποίοι είτε ανήκουν στην κατηγορία όσων είναι προσανατολισμένοι σταθερά προς την τεχνολογία είτε είναι από αυτούς που αναζητούν μανιωδώς ευκαιρίες αγοράς και, κατά συνέπεια, κουπόνια. Σήμερα, παρότι η μέθοδος της ηλεκτρονικής διάθεσης των κουπονιών λειτουργεί αλάνθαστα, δεν διαθέτει τις προδιαγραφές για ν’ αποτελέσει τον κυρίαρχο τρόπο διανομής τους.

Τον τελευταίο καιρό, όμως, υπάρχουν σημαντικές εξελίξεις στον τομέα των ηλεκτρονικών κουπονιών. Λιανεμπορικές και προμηθευτικές εταιρείες υποστηρίζουν τη δημιουργία μιας κοινής πλατφόρμας για τη διαχείρισή τους, με στόχο να προσφέρουν στους πελάτες τους μια ξεχωριστή εμπειρία. Η κοινή αυτή πλατφόρμα προβλέπει τη διαχείριση πολλαπλών στοιχείων που αφορούν στους πελάτες, μέσω των POS.

Οι πελάτες μπορούν να εισάγουν κάποια στοιχεία αναγνώρισης, όπως ο αριθμός της κάρτας πιστότητας ή απλώς τον αριθμό τηλεφώνου τους, και να βλέπουν τα προϊόντα που βρίσκονται σε προσφορά. Η διαδικασία που επιθυμούν να εφαρμόσουν από κοινού λιανέμποροι και προμηθευτές είναι η εξής: ο πελάτης εγγράφεται στον δικτυακό τόπο, δίνοντας κάποια στοιχεία του (αριθμό κάρτας πιστότητας, αριθμό τηλεφώνου κοκ). Δηλώνει, επίσης, τους τρόπους με τους οποίους επιθυμεί να ενημερώνεται για τα διαθέσιμα εκπτωτικά κουπόνια (e-mail, PDA, κινητό τηλέφωνο).

Η διαδικασία εγγραφής είναι απλή και δημιουργεί μια δίοδο επικοινωνίας ανάμεσα στον πελάτη και το κατάστημα. Σε τακτά χρονικά διαστήματα ο λιανέμπορος επικοινωνεί με τον πελάτη (μέσω e-mail, κινητού τηλεφώνου κλπ) και τον ενημερώνει για τις διαθέσιμες προσφορές. Οι προσφορές μπορεί να απευθύνονται στο σύνολο των εγγεγραμμένων πελατών ή μπορεί να αποστέλλονται σε συγκεκριμένα target group, τα οποία έχουν ορισθεί από τον λιανέμπορο ή από τους προμηθευτές του.

Ο πελάτης επιλέγει τις προσφορές που τον ενδιαφέρουν, και αυτές καταγράφονται στο σύστημα POS. Όταν φθάσει στο ταμείο, το POS σύστημα θα τον αναγνωρίσει -μέσω του συγκεκριμένου στοιχείου αναγνώρισης-, θα αναζητήσει τους κωδικούς των προϊόντων που είναι σε προσφορά και θα περάσει τις αντίστοιχες εκπτώσεις, χωρίς να απαιτείται χρήση χάρτινων κουπονιών, στον λογαριασμό του. Το μόνο που πρέπει να κάνει ο πελάτης είναι να ελέγξει την απόδειξη αγορών του για να επιβεβαιώσει ότι έχουν πράγματι υπολογιστεί οι εκπτώσεις στα προϊόντα που επέλεξε.

Τέλος, το σύστημα POS, έχοντας καταγράψει όλες τις εκπτώσεις που έχουν περαστεί στους λογαριασμούς των πελατών, μεταφέρει τα στοιχεία τους στην εταιρεία που έχει αναλάβει το clearing των κουπονιών. Η εταιρεία, αφού επιβεβαιώσει την αντιστοιχία εκπτώσεων-κουπονιών, στέλνει τα αντίστοιχα τιμολόγια στους προμηθευτές.

Η διαδικασία, όπως περιγράφεται παραπάνω, όσο κι αν φαίνεται πολύ συγκεκριμένη και περιοριστική για τους συμμετέχοντες, στην πραγματικότητα αφήνει πολλά περιθώρια για ευφάνταστες εφαρμογές, που έχουν ως στόχο τη μεγιστοποίηση της απόδοσης των προωθητικών ενεργειών και για τις δύο πλευρές.


Γενικές κατευθύνσεις
Μέσα στους επόμενους μήνες οι λιανέμποροι και οι προμηθευτές τους (πχ η P&G, η Safeway και η Kroger) θα προχωρήσουν στη λήψη αποφάσεων σχετικά με την κοινή πλατφόρμα διαχείρισης των ηλεκτρονικών κουπονιών. Η δημιουργικότητα είναι το κλειδί της επιτυχίας, και κάθε λιανέμπορος πρέπει να αναπτύξει τη συγκεκριμένη εφαρμογή κατά τρόπο που να του παρέχει τα μέγιστα αποτελέσματα. Όμως, υπάρχουν κάποιες, κρίσιμης σημασίας, γενικές κατευθύνσεις που οι λιανέμποροι πρέπει να λάβουν υπόψη τους.

Ειδικότερα:
1. Ξεκινήστε τώρα. Η εποχή που είχαμε την πολυτέλεια να παρακολουθούμε τις εξελίξεις έχει περάσει. Οι λιανέμποροι πρέπει να δράσουν εγκαίρως και να αναπτύξουν το βασικό σύστημα διαχείρισης των ηλεκτρονικών κουπονιών.

2. Μην δεσμεύεστε. Είναι βέβαιο πως πολλές εταιρείες παροχής υπηρεσιών μάρκετινγκ θα προσεγγίσουν τις λιανεμπορικές επιχειρήσεις για να αναλάβουν το συγκεκριμένο project. Επειδή οι καταναλωτές αναζητούν συνεχώς πρωτοτυπία, καινοτομία και περιεχόμενο, οι επιχειρήσεις πρέπει να αποφύγουν τη δέσμευση με μακροχρόνια συμβόλαια και να εκμεταλλευτούν τις προτάσεις διαφορετικών παρόχων λύσεων, ώστε να ικανοποιήσουν τις ανάγκες των πελατών τους.

3. Δείτε το ηλεκτρονικά. Τα ηλεκτρονικά κουπόνια είναι πλέον πραγματικότητα, και οι λιανέμποροι πρέπει να αντιληφθούν πως η εποχή της διαχείρισης χάρτινων αποκομμάτων φτάνει στο τέλος της. Πρέπει να υιοθετήσουν τη νέα τεχνολογία, ώστε να προσφέρουν στους πελάτες τους την εμπειρία του νέου μοντέλου χρήσης των κουπονιών -σαφώς ανώτερου του παραδοσιακού.

4. Υιοθετήστε ολιστική αντιμετώπιση. Κάθε λιανέμπορος χρειάζεται μια ολοκληρωμένη λύση. Πρέπει να εκτιμήσει και να προσλάβει τους κατάλληλους παρόχους περιεχομένου, συστημάτων επικοινωνίας με τους καταναλωτές, ενσωμάτωσης των συστημάτων διαχείρισης κουπονιών στο σύστημα POS και στο clearing κοκ. Σε κάποιες περιπτώσεις, ένας πάροχος μπορεί να αναλάβει πολλές από τις διαδικασίες, κάνοντας πιο εύκολη τη διαδικασία ενσωμάτωσης των νέων προγραμμάτων στο σύστημα. Όμως, ο λιανέμπορος πρέπει να είναι απόλυτα βέβαιος πως η εταιρεία μπορεί να ανταποκριθεί με επιτυχία σε όλες τις απαιτήσεις.

5. Προτιμήστε τους έμπειρους. Αυτό το project είναι πολύ σημαντικό για να διακινδυνεύσετε την επιτυχία του. Γι’ αυτό, αντισταθείτε στην επιλογή εταιρειών που έχουν κάποια καινοτόμο ιδέα, αλλά δεν έχουν την εμπειρία πολύπλοκων εφαρμογών σε συστήματα, όπως αυτά που απαιτούνται για την ηλεκτρονική διαχείριση των κουπονιών. Επιλέξτε, κατά προτίμηση, εταιρείες που έχουν εμπειρία στον συγκεκριμένο τομέα και έχουν επικεντρώσει σε αυτόν τη δραστηριότητά τους.

Τα ηλεκτρονικά κουπόνια είναι μια πραγματικότητα. Όλοι οι ευφυείς λιανέμποροι πρέπει να συμμετέχουν στο ταξίδι προς το ηλεκτρονικό μέλλον, έχοντας τη βεβαιότητα ότι διασφαλίζουν μια επιτυχημένη πορεία για την εταιρεία τους.

Η David Diamond Associates είναι εταιρεία συμβούλων σε θέματα στρατηγικού μάρκετινγκ με έδρα τη Νέα Υόρκη. Ο David Diamond είναι ο πρόεδρος της εταιρείας από το 1992. Η David Diamond Associates παρέχει τις υπηρεσίες της σε μεγάλες εταιρείες του κλάδου των καταναλωτικών προϊόντων.