2007_05_31 Διακύμανση Τιμών Λιανικής IRI

Τα στοιχεία προκύπτουν από την παρακολούθηση ενός καλαθιού αγορών, στο οποίο συμμετέχουν 50 προϊόντα από 25 σημαντικές, από πλευράς πωλήσεων, κατηγορίες. Οι τιμές των προϊόντων προέρχονται από τα στοιχεία πωλήσεων αντιπροσωπευτικού δείγματος 323 καταστημάτων, που ανήκουν στο δίκτυο 35 και πλέον λιανεμπορικών αλυσίδων, και μας παραχωρεί η IRI για αποκλειστική χρήση από το greekretail weekly.

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση των παραπάνω στοιχείων χωρίς την έγγραφη άδεια της IRI ΑΕΕ, της οποίας αποτελούν ιδιοκτησία.

Οι πωλήσεις υπό το πρίσμα του 2nd Sales Convention

Κατά τη διάρκεια του συνεδρίου, οι συμμετέχοντες, μεταξύ των οποίων υψηλόβαθμα στελέχη της αγοράς από τους χώρους των πωλήσεων, του marketing, του management και των ανθρώπινων πόρων, παρακολούθησαν ομιλίες κορυφαίων Ελλήνων CEOs και διευθυντών πωλήσεων μεγάλων πολυεθνικών επιχειρήσεων, καθώς και διεθνών προσωπικοτήτων όπως οι κκ Don Hutson, Walt Zeglinski και Nando Parrado. Οι ομιλητές κατέθεσαν τις απόψεις τους σχετικά με τις πιο σύγχρονες πρακτικές ενίσχυσης της “Απόδοσης των Πωλήσεων” (Sales Performance), δηλαδή των ενδεδειγμένων εφαρμογών στρατηγικής στον τομέα των πωλήσεων στις επιχειρήσεις.

Στο φετινό Συνέδριο παρουσιάστηκαν τα αποτελέσματα της 1ης Πανελλήνιας Συγκριτικής ΄Ερευνας Πωλήσεων. Η έρευνα διεξήχθη σε συνεργασία με τη Metron Analysis σε εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε B2B και σε Β2C αγορές. Στόχος των διοργανωτών είναι η καθιέρωση της εν λόγω έρευνας ως μέσου σύγκρισης αναφορικά με τη δομή, τη λειτουργία και την απόδοση των τμημάτων πωλήσεων στην Ελλάδα. Επίσης, κατά τη διάρκεια του Συνεδρίου και για πρώτη φορά στην Ελλάδα έγινε η απονομή των βραβείων “Sales Excellence Awards” στις ομάδες πωλήσεων.

Αναλυτικότερα, στο πλαίσιο του μονοήμερου Συνεδρίου διερευνήθηκε το μείζον θέμα του “Sales Performance Excellence” μέσα από τις επιμέρους ενότητες της στρατηγικής, των συστημάτων και του ανθρώπινου δυναμικού του κλάδου των πωλήσεων. Πιο συγκεκριμένα, η θεματολογία του Συνεδρίου εστίασε στη δυναμική διαμόρφωση του ρόλου των πωλήσεων στη χώρα μας, στους παράγοντες που ενεργά επηρεάζουν τη διαμόρφωση της στρατηγικής των πωλήσεων, στην ηγεσία και τις απαραίτητες δεξιότητες των στελεχών των πωλήσεων και στη χρησιμοποίηση συστημάτων ως αρωγού στην επίτευξη υψηλών στόχων πωλήσεων.

Χορηγοί του 2nd Sales Convention ήταν οι εταιρίες Sunlight, Γερμανός, Ikea, Ericsson, The Mall, Johnnie Walker, Orion Γραφικές Τέχνες, Ταχυμεταφορές ΕΛΤΑ, Καθημερινή, Σκάι 100,3, Marketing Week, HR Professional, Customer Management, Daily Fax, Net Fax, The Art of Selling, Retail Business, Retail Today, Reporter.gr, Derivatives.gr. Χορηγοί επικοινωνίας του Συνεδρίου ήταν επίσης τα περιοδικά μας “σελφ σέρβις” και “Retail Technology”.

Οι κορυφαίες επιχειρήσεις στην Ελλάδα από τη Hay Group

Κατά τη διάρκεια εκδήλωσης που πραγματοποιήθηκε στο συνεδριακό κέντρο της Εθνικής Ασφαλιστικής, παρουσία του Υπουργού Ανάπτυξης κ. Δημήτρη Σιούφα, έλαβαν βραβεία επίσης η Εurobank με κριτήριο την οικονομική της ευρωστία, η Πλαίσιο Computers για την ποιότητα προϊόντων και υπηρεσιών, η Alpha Bank στον τομέα εταιρικής κοινωνικής ευθύνης, η Vodafone για την καινοτομία και η Εθνική Τράπεζα Ελλάδος για τη μακροπρόθεσμη στρατηγική ανάπτυξη.

Στην εκδήλωση έγινε, επίσης, παρουσίαση της έρευνας Leading Companies Greece 2006 και ομιλία του κ. Emmanuel Gobillot, συγγραφέα του βιβλίου “The Connected Leader”, για τον ηγετικό ρόλο των επιχειρήσεων. Ο κ. Emmanuel Gobillot τόνισε, μεταξύ άλλων, ότι “οι πιο επιτυχημένες επιχειρήσεις και οι πιο επιτυχημένοι ηγέτες είναι αυτοί που εστιάζουν στις σχέσεις και όχι στις δομές. Επιτυχημένος ηγέτης είναι αυτός που καταφέρνει να συνδέσει τα στελέχη με τους πελάτες της επιχείρησης και που φέρνει τον έξω κόσμο μέσα στην επιχείρηση”.

Με την έρευνα Leading Companies Greece αξιολογούνται οι σημαντικότερες σε μέγεθος επιχειρήσεις, ενώ αξιολογητές είναι τα ανώτατα στελέχη των επιχειρήσεων αυτών. Βασικό στοιχείο αποτελεί η “εικόνα” που δημιουργούν οι επιχειρήσεις στους αξιολογητές, ανεξαρτήτως αντικειμενικών μεγεθών. 

Στις 26 Σεπτεμβρίου αναμένεται το συνέδριο της Hay Group με αφορμή την έρευνα Leading Companies Greece. Στο συνέδριο θα συζητηθούν οι βέλτιστες πρακτικές που οδηγούν μία επιχείρηση στην κορυφή, ενώ διακεκριμένοι ομιλητές από το εξωτερικό θα πλαισιώσουν το συνέδριο προσφέροντας εμπειρίες και τάσεις από επιχειρήσεις που διακρίνονται σε παγκόσμιο επίπεδο.

Υπεύθυνο μάρκετινγκ από τη Unilever

΄Ολοι οι υπεύθυνοι προϊόντων και τα συνεργαζόμενα πρακτορεία υποχρεούνται να χρησιμοποιούν ως κριτήριο τον δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) μεταξύ 18,5 και 25. Αυτό το εύρος τιμών είναι σύμφωνο με τις οδηγίες των Ηνωμένων Εθνών για τα υγιή επίπεδα ΔΜΣ. Ο Ralph Kugler, πρόεδρος του κλάδου οικιακής και προσωπικής φροντίδας της Unilever δήλωσε: “Η Unilever πιστεύει στην υγιεινή και ισορροπημένη διατροφή και στο δικαίωμα τόσο των ανδρών όσο και των γυναικών να αισθάνονται άνετα με το σώμα τους και να μην υποφέρουν από έλλειψη αυτοπεποίθησης εξαιτίας εικόνων υπερβολικού αδυνατίσματος”.

Ταυτόχρονα, η απόφαση της Unilever να διαφημίζει σε παιδιά 6-11 ετών μόνο τα προϊόντα της που έχουν υγιεινό διατροφικό προφίλ και φέρουν τον λογότυπο «Επιλέγω τι τρώω» είναι ένα επιπλέον βήμα που ενισχύει τη μέχρι τώρα πολιτική της για υπεύθυνο μάρκετινγκ, σύμφωνα με την οποία από το 2003 δεν διαφημίζει τα προϊόντα της σε παιδιά κάτω των 6 ετών.

Ο κ. Vindi Banga, πρόεδρος του κλάδου τροφίμων, μιλώντας στο πρόσφατο Συμπόσιο της Unilever στο Vlaardingen της Ολλανδίας, είπε: “Η σημερινή ανακοίνωση πιστεύουμε ότι είναι μια ακόμη κίνηση ανταπόκρισης στις έντονες ανησυχίες για τα αυξανόμενα επίπεδα παχυσαρκίας και τη θρεπτική ανεπάρκεια, ιδιαίτερα στα παιδιά. Αυτό υποστηρίζει τη γενικότερη στρατηγική της Unilever για τη βελτίωση των συστατικών στα τρόφιμα, που θα βοηθάει τους γονείς και τα παιδιά να κάνουν “πιο υγιεινές επιλογές” χωρίς συμβιβασμούς στη γεύση και την απόλαυση”.

Τριάντα χρόνια μετά, κρεατοφάγοι!

Ζήτω οι ζωικές πρωτεΐνες, κάτω το άμυλο και οι υδρογονάνθρακες, λοιπόν! Με αυτό το σύνθημα θα μπορούσε να εκφραστεί πλήρως το διατροφικό μοντέλο που επικράτησε σταδιακά στη χώρα μας την τελευταία τριακονταετία. Η επεξεργασία των στοιχείων της ΄Ερευνας Οικογενειακών Προϋπολογισμών της ΕΣΥΕ, δείχνει με πολύ παραστατικό τρόπο την -όχι και τόσο χρονοβόρα- μετάβαση της Ελλάδας από την “εποχή της φασολάδας” στην “εποχή της μπριζόλας” και… των καρδιοπαθειών.

Σύμφωνα με την ΄Ερευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών που είχε πραγματοποιήσει η ΕΣΥΕ το 1974, το καθημερινό τραπέζι του μέσου ΄Ελληνα καταναλωτή περιείχε άφθονο ψωμί και όσπρια, ενώ σε μεγάλες ποσότητες καταναλωνόταν και η ζάχαρη (πάνω από ένα κιλό η μηνιαία κατά κεφαλή κατανάλωση). Τριάντα χρόνια μετά, η ΄Ερευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών του 2005 δείχνει ότι ουσιαστικά δεν περνάει ούτε μία ημέρα χωρίς ο ΄Ελληνας να καταναλώνει ζωικά τρόφιμα, και μάλιστα σε μεγάλες ποσότητες.

Αντίθετα, σε υποχώρηση βρίσκονται τα βασικότερα αμυλούχα τρόφιμα, με τα οποία ο λαός μας χόρταινε κυριολεκτικά την πείνα του τις προηγούμενες δεκαετίας, καθώς επίσης και τα φρούτα! Βέβαια, ο κανόνας έχει και κάποιες εξαιρέσεις. ΄Ετσι, στην επίθεση των ζωικών τροφίμων φαίνεται να αντέχει το ελαιόλαδο, γεγονός που σε μεγάλο βαθμό πρέπει να οφείλεται στο γεγονός ότι προβλήθηκε πολύ έντονα τα τελευταία 15-20 χρόνια ως βασικό στοιχείο της μεσογειακής (υγιεινής) διατροφής.

Εξαιρετική ανθεκτικότητα έδειξαν και τα ζυμαρικά, μια τροφή ιδιαίτερα αγαπητή στα παιδιά, που παρεμπιπτόντως ταιριάζει με τα κρεατικά και τα τυριά και, επιπροσθέτως, μαγειρεύονται εύκολα και γρήγορα. Το τελευταίο αποτελεί μεγάλο πλεονέκτημα σε μια εποχή που χαρακτηρίζεται από την ταχύτητα, το “έτοιμο” και το “πρόχειρο”, όπως η σημερινή. Αντίθετα, υπό εξαφάνιση από το καθημερινό τραπέζι φαίνεται να βρίσκεται ένα ζωικό προϊόν, ακολουθώντας εντελώς αντίστροφη πορεία από τα υπόλοιπα τρόφιμα της ίδιας κατηγορίας. Για τα αυγά ο λόγος, η κατανάλωση των οποίων μειώθηκε πάνω από το μισό την τελευταία τριακονταετία. Μάλλον, υπεύθυνα για την κατηφορική αυτή πορεία πρέπει να είναι τα εκατοντάδες σνακ, τα οποία αντικατέστησαν το αυγό στο πρωινό και στο κολατσιό των παιδιών. Και, βεβαίως, η χοληστερίνη που κατέστησε απαγορευτικό αυτό το τρόφιμο στις κάπως μεγαλύτερες ηλικίες.

Το πριν και το τώρα

Συγκρίνοντας τα δύο “καλάθια της νοικοκυράς”, που απέχουν μεταξύ τους τριάντα χρόνια, η πιο εντυπωσιακή -ποσοστιαία- αλλαγή που παρατηρούμε είναι ο διπλασιασμός, σχεδόν, της κατανάλωσης γιαουρτιού. Σήμερα η μέση κατά κεφαλή κατανάλωση του εν λόγω προϊόντος ανέρχεται σε 715 γραμμάρια τον μήνα και είναι αυξημένη κατά 92%, ή 343 γραμμάρια σε σχέση με το 1974.

΄Ομως, η πιο ουσιαστική αλλαγή είναι αυτή που αφορά στη σταδιακή αντικατάσταση -στην κυριολεξία- του ψωμιού από το κρέας: Σήμερα η μέση μηνιαία κατανάλωση κρέατος ανέρχεται σε 4,8 κιλά το μήνα, έναντι 3 κιλών το 1974. Δηλαδή, έχουμε μια αύξηση που αγγίζει τα 1,8 κιλά μηνιαίως, ή ποσοστιαία το 60%. Αντίθετα, η κατανάλωση ψωμιού μειώθηκε κατά 2,5 κιλά το μήνα, από 6,8 σε λιγότερο από 4,3 κιλά. Η μείωση αυτή είναι η δεύτερη μεγαλύτερη σε ποσοστό, μετά τα αυγά (37,2%).

Η κατανάλωση τυριών αυξήθηκε κατά 44%, ή 435 γραμμάρια τον μήνα. Επίσης, οι ΄Ελληνες σήμερα καταναλώνουν σχεδόν 1,3 λίτρα νωπό γάλα περισσότερο σε σχέση με το 1974, ποσότητα που μεταφράζεται σε ποσοστό 40%. Μικρότερη ποσοστιαία, αλλά σημαντική, είναι και η αύξηση της κατανάλωσης ψαριών (300 γραμμάρια περισσότερα τον μήνα ή 27%). Στα ζυμαρικά καταγράφηκε μια αύξηση της τάξης του 26% (περίπου 200 γραμμάρια), ενώ 20% είναι αυξημένη και η κατά κεφαλή κατανάλωση ελαιολάδου (περίπου 1/3 του λίτρου επιπλέον).

Αντίθετα, οι ΄Ελληνες εξακολουθούν να καταναλώνουν περίπου όσες πατάτες κατανάλωναν και πριν από 30 χρόνια, ενώ πτώση της κατά κεφαλή κατανάλωσης έχουμε:

  • Στο ρύζι, κατά 63 γραμμάρια, ή ποσοστό 11,5%.
  • Στα φρούτα, κατά 1.095 γραμμάρια, ή ποσοστό 12% (από 9,15 κιλά σε 8,05 κιλά το μήνα).
  • Στα όσπρια, κατά 87 γραμμάρια, ή ποσοστό 16,7%.
  • Στη ζάχαρη, κατά 423 γραμμάρια, ή ποσοστό 35,9%.
  • Στο ψωμί, όπως προαναφέραμε, κατά 2,5 κιλά, ή ποσοστό 37,2%.
  • Στα αυγά, από 15 τεμάχια τον μήνα σε 7, δηλαδή, μείωση 8 τεμάχια, ή ποσοστό 53,3%.

΄Οπως σημειώνει η ΕΣΥΕ, η μέση ατομική κατανάλωση υπολογίστηκε από το πηλίκο της μέσης κατανάλωσης των νοικοκυριών για ένα συγκεκριμένο είδος και του μέσου αριθμού των ατόμων ανά νοικοκυριό. Ο μέσος αριθμός των ατόμων ανά νοικοκυριό ήταν 3,41 το 1974 και 2,73 το 2005. Επίσης, διευκρινίζεται ότι στην κατανάλωση έχει ληφθεί υπόψη η απόκτηση των συγκεκριμένων αγαθών με όλους τους τρόπους κτήσης, δηλαδή με αγορά ή με άλλους τρόπους (από παραγωγή του ίδιου του καταναλωτή ή δική του επιχείρηση, από το κράτος, από άλλα νοικοκυριά, από τον εργοδότη).

Ετήσιες συμφωνίες καλή τη πίστη…

Στο ιδιότυπο αυτό καθεστώς, το οποίο πλέον συναντάται μόνο σε τριτοκοσμικές αγορές, οι δύο κλάδοι στηρίζουν τις μεταξύ τους συναλλαγές, αξίας πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ! Πράγματι, σύμφωνα με τα όσα δηλώνουν στο “σελφ σέρβις” κορυφαίοι κύκλοι της αγοράς, οι περισσότερες των ετήσιων συμφωνιών είναι προφορικές. Οι δύο πλευρές, μετά από σχετικές διαβουλεύσεις, που συνήθως αρχίζουν στο πρώτο τετράμηνο του έτους, καταλήγουν στα κύρια σημεία της εκάστοτε συμφωνίας, ενώ για τα επιμέρους ζητήματα ολοκληρώνουν τη διαπραγμάτευση στη χειρότερη περίπτωση… στο τέλος του 12μήνου, με το κλείσιμο των σχετικών λογαριασμών.

Εφόσον εκφραστεί κοινή θέση, σχετικά με τους βασικούς άξονες της ετήσιας συμφωνίας, η κάθε πλευρά χωριστά συντάσσει το δικό της memo, με συγκεκριμένες αναφορές σε ζητήματα όπως οι παροχές, οι εκπτώσεις, οι επιστροφές, τα πιστωτικά σημειώματα, οι χρόνοι πληρωμών, οι προωθητικές ενέργειες, τα νέα προϊόντα κά. ΄Ομως, παραδόξως, τα memo αυτά ουδέποτε συμφωνούν απόλυτα μεταξύ τους, με αποτέλεσμα στην πλειονότητά τους να μην συνυπογράφονται! ΄Ετσι, οι αγοραστές των σούπερ μάρκετ και τα στελέχη πωλήσεων της βιομηχανίας, που μετέχουν στις επαφές για τις ετήσιες συμφωνίες, καλούνται στο τέλος του έτους να “κλείσουν”, μέσω νέας διαπραγμάτευσης και υπό την πίεση πλέον του χρόνου, τους “ανοικτούς λογαριασμούς” τους…

Βέβαια, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις, στις οποίες οι δύο πλευρές δεν καταφέρνουν ούτε και τότε να συμφωνήσουν σε μια κοινά αποδεκτή θέση, οπότε εκ των πραγμάτων υποχρεώνονται να μεταφέρουν την όποια διαφορά τους στην επόμενη εταιρική χρήση, χωρίς όμως και τότε κανείς να μπορεί να τους διαβεβαιώσει ότι ο λογαριασμός τελικά θα κλείσει. Αν μεταξύ των δύο πλευρών δεν επικρατήσει συγκαταβατικότητα, η όποια διαφορά θα συνεχίσει να μεταφέρεται για μεγάλο διάστημα από τη μια χρονιά στην άλλη…!

Πώς και πότε λοιπόν επιλύονται οι διαφορές αυτές; Οι επιλογές που έχουν αγοραστές και πωλητές δεν είναι πολλές. Είναι μόλις δύο: Σύμφωνα με την πρώτη, κάποια στιγμή οδηγούνται κατ’ ανάγκην σε συμψηφισμό των όποιων διαφορών έχουν ανακύψει από τις χρονίζουσες διαπραγματεύσεις, ώστε την επόμενη εταιρική χρήση να αρχίσουν τις νέες επαφές τους από μηδενική βάση, δηλαδή χωρίς να τους χωρίζει η οποιαδήποτε διαφορά.

Η δεύτερη επιλογή θέλει την… τύχη των “δύσκολων λογαριασμών” να την ορίζουν τα ανώτερα στελέχη και των δύο πλευρών, που αναλαμβάνουν ενεργό ρόλο με σκοπό να υπερπηδηθούν εντέλει τα εμπόδια, ώστε να επέλθει κάποιας μορφής συμφωνία. Η παρέμβασή τους είναι επιβεβλημένη, όταν ο λογαριασμός είναι αρκετά “βαρύς” ή οι διαφορές είναι τέτοιου εύρους, ώστε είναι φανερό πως μόνο στελέχη με ειδική εξουσιοδότηση μπορεί να παρέμβουν, επαναπροσδιορίζοντας το πλαίσιο της διαπραγμάτευσης.

Δια της επιβολής

Ενίοτε, την υποχρεωτική επίλυση των διαφορών στους λογαριασμούς μεταξύ μιας λιανεμπορικής αλυσίδας και ενός προμηθευτή της επιβάλλει “η ίδια η ζωή”, όπως για παράδειγμα το ενδεχόμενο της εξαγοράς μιας εκ των δύο εταιρειών. Τότε, οι εκπρόσωποι των δύο πλευρών σπεύδουν “να τα βρουν κάπου στη μέση”, δηλαδή να συμφωνήσουν σε μια λύση ανάγκης, που εκ των προτέρων γνωρίζουν ότι θα χρειαστεί αμοιβαίες υποχωρήσεις. Σε αυτή την περίπτωση και οι δύο πλευρές αναγνωρίζουν ότι δεν είναι επιθυμητό να κληροδοτήσουν στους επόμενους διαχειριστές οικονομικές ή άλλες εκκρεμότητες. Παρ’ όλα αυτά στην αγορά συναντώνται περιπτώσεις συμφωνιών που κληροδοτούνται “ανοικτές” στους νέους μετόχους, οι οποίοι, βέβαια, είναι σχετικά ενήμεροι και αναλαμβάνουν το προβλεπόμενο ρίσκο.

Ζητήματα των ετήσιων συμφωνιών που παραμένουν “ανοικτά” καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου σχετίζονται τις περισσότερες φορές με την έκδοση φυλλαδίων, με τις προσφορές προϊόντων, με τις προβολές brands και τις προϋποθέσεις υλοποίησής τους, καθώς και με την “υποδοχή” στο ράφι νέων κωδικών. Παράγοντες της αγοράς αναφέρουν ότι οι “ανοικτοί λογαριασμοί” μεταξύ λιανεμπορίου και βιομηχανίας για τέτοιου είδους ζητήματα ουδέποτε οδηγούν σε βίαιους αποκλεισμούς προϊόντων από τα ράφια της οργανωμένης λιανικής.

Οι επιθετικές κινήσεις εκ μέρους του λιανεμπορίου εκδηλώνονται μόνον εφόσον δεν επέρχεται συμφωνία επί των βασικών όρων της σύμβασης, όταν δηλαδή οι δύο πλευρές “δεν τα βρίσκουν” στο βασικό πλαίσιο και τις κεντρικές παραμέτρους της ετήσιας συμφωνίας. Στην πράξη, οι προμηθευτές συνηθίζουν να επιμένουν στη σύναψη γραπτής συμφωνίας με τους μεγάλους πελάτες τους, αν και εκ των προτέρων γνωρίζουν ότι για τα περισσότερα από τα προϊόντα τους οι λογαριασμοί θα ισοσκελιστούν -πάντα προφορικά- στο τέλους του χρόνου. Τα οικονομικά συμφέροντα είναι τέτοιου μεγέθους, που υποχρεώνουν όσους μετέχουν στις διαπραγματεύσεις για τις ετήσιες συμφωνίες να τηρούν τον ιδιότυπο εθιμικό κώδικα των προφορικών δεσμεύσεων, καθώς αποτελεί τη μοναδική διέξοδο συνεργασίας.

Πιέσεις στους μικρούς

Δεν συμβαίνει, όμως, το ίδιο και με τους μικρότερους πελάτες της βιομηχανίας, για τους οποίους τα στελέχη της επιμένουν και σχεδόν πάντα εξασφαλίζουν γραπτές συμφωνίες με όλες τις δεσμεύσεις και από τις δύο πλευρές. Επομένως, όσον αφορά στο λιανεμπόριο, ισχύει μόνο “ο λόγος των μεγάλων”. Σε ό,τι αφορά στους μικρούς και μικρομεσαίους λιανέμπορους, τα κρούσματα με τους ακάλυπτους λογαριασμούς φαίνεται ότι είναι πολλά. Παρά τις γραπτές συμφωνίες, τις υπογραφές και τις καλές προθέσεις όλων, ορισμένοι από τους μικρούς δηλώνουν αδυναμία να εφαρμόσουν τα συμφωνηθέντα. ΄Οχι βέβαια ότι κάτι ανάλογο δεν συναντάται και στους ισχυρούς της λιανεμπορικής αγοράς, όμως εδώ τα κρούσματα είναι περιορισμένα, τουλάχιστον σε αριθμό, διότι σε αξία ούτε λόγος να γίνεται…

Ποιοι υπογράφουν

Πόσοι στους πόσους καταφέρνουν τελικά να καταλήξουν σε ενυπόγραφη ετήσια συμφωνία; Σύμφωνα πάντα με εκτιμήσεις κορυφαίων κύκλων της οργανωμένης λιανικής, ανά “κλιμάκιο” αγοράς η εικόνα έχει ως εξής:

  • Στην πρώτη δεκάδα του λιανεμπορίου, ο κύριος όγκος των συμφωνιών -ή στην καλύτερη των περιπτώσεων- η μια στις δύο συμφωνίες, είναι προφορική.
  • Στους ομίλους αγορών συνήθως υπογράφονται οι ετήσιες συμφωνίες κατά τη διάρκεια του έτους που “τρέχουν”, όμως στη συνέχεια οι διοικήσεις των ομίλων δεν τις κοινοποιούν αυτούσιες στο σύνολο των μελών τους, προκειμένου να αποφεύγονται τυχόν διαρροές στον ανταγωνισμό. Ωστόσο, τα μέλη των ομίλων ενημερώνονται σχετικά με τους κύριους άξονες αυτών, ώστε να γνωρίζουν για τα συμφωνηθέντα και να μπορούν να αποφασίσουν για την τιμολογιακή και εν γένει εμπορική πολιτική του έτους.
  • Στους μικρούς και ανεξάρτητους επιχειρηματίες, η πώληση τυποποιημένων προϊόντων κατά 90% συνοδεύεται και από αντίστοιχες ετήσιες συμφωνίες.

Οι συμφωνίες του 2007

Με μεγάλη καθυστέρηση “τρέχουν” φέτος οι ετήσιες συμφωνίες του λιανεμπορίου με τους προμηθευτές του. Οι δύο πλευρές φέρονται να αντιμετωπίζουν χαλαρά το θέμα, δεδομένου ότι ακόμη δεν έχουν καταλήξει στο πλαίσιο, εντός του οποίου θα κινηθούν φέτος οι ετήσιες συμφωνίες. Ωστόσο, παράγοντες των σούπερ μάρκετ επισημαίνουν ότι στις προθέσεις τους είναι να απαιτήσουν έστω και οριακές αυξήσεις στις παρεχόμενες εκπτώσεις από τη βιομηχανία, ώστε έως έναν βαθμό να συμψηφίσουν τις ανατιμήσεις που αποφάσισαν από τις αρχές του έτους αρκετοί από τους μεγάλους προμηθευτές του κλάδου.

Από την πλευρά της βιομηχανίας δηλώνεται ότι τα περιθώρια για νέες παροχές έχουν προ πολλού εξαντληθεί. Μένει λοιπόν να φανεί σε τι θα συμφωνήσουν και φέτος (προφορικά πάντα) λιανεμπόριο και βιομηχανία και πού θα κλείσουν τελικά οι συμφωνίες στο τέλος του έτους.

PL το 1 στα 5 προϊόντα του “καλαθιού” σύμφωνα με έρευνα του ΟΠΑ

Η ετήσια ποσοτική έρευνα του Εργαστηρίου Μάρκετινγκ του Τμήματος Μάρκετινγκ και Επικοινωνίας του ΟΠΑ, που διεξήχθη υπό την επίβλεψη του αναπληρωτή καθηγητή κ. Γιώργου Μπάλτα, στηρίχτηκε σε τηλεφωνική δημοσκόπηση τυχαίου δείγματος 2.000 νοικοκυριών, με μηχανογραφημένο σύστημα CATI. Σκοπός της ήταν η καταγραφή τής στάσης των καταναλωτών έναντι των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας που διακινούν τα σούπερ μάρκετ.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας αποτελούν σήμερα κεντρικό ζήτημα στο εμπόριο. Είναι προϊόντα αποκλειστικής διανομής, αυξάνουν την τιμολογιακή ανταγωνιστικότητα της λιανεμπορικής αλυσίδας και, ταυτοχρόνως, διευρύνουν σημαντικά την ποικιλία της συλλογής του καταστήματος και τις επιλογές του πελάτη. Χρησιμοποιούνται συχνά και ως μηχανισμοί άμυνας απέναντι στις εκπτωτικές αλυσίδες, ενώ συντελούν στη διαφοροποίηση της εμπορικής αλυσίδας, δίνοντας ιδιαίτερο περιεχόμενο και διαστάσεις αποκλειστικότητας στη συλλογή προϊόντων. Ειδικότερα, η ανάλυση των δεδομένων της προαναφερόμενης έρευνας οδήγησε στα εξής βασικά ευρήματα:

Οι ερωτηθέντες, αφού συνέκριναν τις μάρκες των εμπόρων με τις μάρκες των κατασκευαστών σε βασικά χαρακτηριστικά, εξέφρασαν τις εξής απόψεις:

  • Κατά τη συντριπτική πλειοψηφία τους (89,9%), δήλωσαν ότι θεωρούν πως τα προϊόντα ιδιωτικού σήματος έχουν καλύτερη τιμή.
  • Ως προς το θέμα της ποιότητας, κατά το 38,4% δήλωσαν ότι πιστεύουν πως πρόκειται για προϊόντα χειρότερης ποιότητας, κατά το 54,8% ίδιας ποιότητας, ενώ μόνο κατά το 6,8% είπαν ότι τα θεωρούν ανώτερης ποιότητας από τις μάρκες των κατασκευαστών.
  • Στο 40,5% του δείγματος οι ερωτώμενοι είπαν πως βρίσκουν τις συσκευασίες των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας χειρότερες, μόλις κατά το 4,4% καλύτερες, ενώ κατά το 55% δήλωσαν ότι θεωρούν πως είναι εφάμιλλες εκείνων των καθιερωμένων μαρκών.
  • Οι μάρκες των εμπόρων έχουν χειρότερη φήμη, σύμφωνα με το 49,3% του δείγματος, την ίδια φήμη σύμφωνα με το 45,8%, ενώ μόνο κατά το 5% οι ερωτώμενοι δήλωσαν ότι θεωρούν πως έχουν καλύτερη φήμη από τις μάρκες των γνωστών κατασκευαστών.
  • Οι προσφορές τους θεωρούνται χειρότερες από το 14,7% των ερωτηθέντων, ίδιες από το 42,9% και καλύτερες από το 42,4%.
  • Σε ερώτηση σφαιρικής αξιολόγησης των προϊόντων, το 36,2% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι θεωρεί τις ιδιωτικές ετικέτες χειρότερες, το 7,4% καλύτερες, ενώ σχεδόν ο ένας στους δύο (56,3%) είπε πως τις θεωρεί ίδιες με τις μάρκες των κατασκευαστών.

Επομένως, τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας έχουν συντριπτικό πλεονέκτημα στο θέμα της τιμής, ενώ υπάρχουν μοιρασμένες απόψεις σε άλλα κριτήρια σύγκρισής τους με τις μάρκες των κατασκευαστών.

Επίσης, εκτιμήθηκε η “ικανοποίηση” των ερωτηθέντων από τα προϊόντα ιδιωτικού σήματος. Στο πλαίσιο αυτό, δυσαρεστημένοι δήλωσαν το 8,1%, ικανοποιημένοι το 48,9%, ενώ ούτε ικανοποιημένοι και ούτε δυσαρεστημένοι το 43%.

Ακόμα, μετρήθηκε η “πρόθεση αγοράς” των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας σε διαφορετικές γραμμές εμπορευμάτων. Τα αποτελέσματα έδειξαν ασύμμετρη πρόθεση αγοράς, ανάλογα με το είδος των προϊόντων.

Αυξάνει η σημασία της ιδιωτικής ετικέτας

Οι ερωτηθέντες δήλωσαν ποιο ποσοστό από τα προϊόντα που αγοράζουν αφορά σε προϊόντα ιδιωτικού σήματος. Το σχετικό ποσοστό (μέση τιμή) είναι σήμερα 19,54% από 17,1% που ήταν στην αντίστοιχη περυσινή έρευνα, δηλαδή το 1 στα 5 προϊόντα που αγοράζουν οι ερωτηθέντες είναι ιδιωτικής ετικέτας. Το ποσοστό αυτό συνάδει με τις εκτιμήσεις για ένα μερίδιο κύκλου εργασιών των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας της τάξης του 15% επί του συνόλου των πωλήσεων των λιανεμπορικών αλυσίδων, αν λάβουμε υπόψη τις χαμηλότερες τιμές των προϊόντων ιδιωτικής επωνυμίας. Επισημαίνεται ότι οι καταναλωτές που δεν τα αγοράζουν καθόλου μειώθηκαν από 23,9%, που ήταν πέρυσι, σε 19,8%.

Αν διακρίνουμε τους καταναλωτές με βάση το κύριο σούπερ μάρκετ που ψωνίζουν, η πελατεία των εκπτωτικών αλυσίδων (discounters) προτιμούν κατά το μεγαλύτερο μέσο ποσοστό προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας (44,4%), ακολουθούν οι πελάτες των μεγάλων αλυσίδων με 19,2%, ενώ το χαμηλότερο ποσοστό έχουν οι πελάτες των μικρότερων σούπερ μάρκετ (14,5%). Οι διαφορές αυτές δείχνουν τη μεγαλύτερη σημασία που δίνουν τόσο οι εκπτωτικές όσο και οι μεγάλες αλυσίδες στην ιδιωτική ετικέτα.

Συμπεράσματα

Η φετινή έρευνα του ΟΠΑ δείχνει την περαιτέρω εδραίωση της ιδιωτικής ετικέτας στις επιλογές του αγοραστικού κοινού, ενώ ορισμένοι από τους επιμέρους δείκτες αξιολόγησης αυτών των προϊόντων παρουσιάζουν μικρές μεν αλλά αισθητές βελτιώσεις. Σημειώνεται ότι οι απλές δημογραφικές επιδράσεις είναι στην τρέχουσα έρευνα ασθενείς, υποδηλώνοντας ότι σε γενικές γραμμές τα προϊόντα αυτά αγοράζονται από ετερογενή στρώματα του πληθυσμού, χωρίς ουσιώδεις δημογραφικές εξειδικεύσεις.

Τα στοιχεία της έρευνας επιβεβαιώνουν τις εκτιμήσεις στελεχών και ειδικών του κλάδου ότι η ελληνική αγορά ακολουθεί τη διεθνή τάση ανάπτυξης των τέτοιου τύπου προϊόντων. Η ισχύς των προϊόντων ιδιωτικής μάρκας είναι μια διεθνής πραγματικότητα και παγιωμένο φαινόμενο, με αναφορές σε δομικά οικονομικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά.

Επομένως, φαίνεται ότι οδηγούμαστε σε αγορές τυποποιημένων καταναλωτικών προϊόντων, όπου οι μάρκες των μεγάλων εμπόρων θα συμβιώνουν με τις μάρκες των μεγάλων κατασκευαστών, αφήνοντας μικρά περιθώρια επιβίωσης στις μικρότερες μάρκες. Από τον κανόνα ίσως μπορέσουν να εξαιρεθούν λίγοι μικροί κατασκευαστές, οι οποίοι προσφέρουν εξειδίκευση προϊόντων σε τμήματα αγοράς που δεν ενδιαφέρουν τους μεγάλους “παίκτες”.

Κατακερματισμένη η αγορά επίπλων οικιακής χρήσης

Ο αριθμός των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην αγορά των επίπλων οικιακής χρήσης είναι μεγάλος, με αποτέλεσμα η εν λόγω αγορά να εμφανίζεται κατακερματισμένη. Σύμφωνα με τα στοιχεία της κλαδικής μελέτης, που εκπονήθηκε πρόσφατα από τον Τομέα Μελετών & Συμβούλων Διοίκησης της ICAP, η πλειοψηφία των παραγωγικών μονάδων είναι μικρού μεγέθους, συχνά οικογενειακού χαρακτήρα και δεν διαθέτει αυτοματοποιημένη παραγωγή. Συγκεκριμένα, εκτιμάται ότι οι μεσαίου και μεγάλου μεγέθους παραγωγικές μονάδες συγκεντρώνουν περίπου το 30% της εγχώριας παραγωγής, ενισχύοντας ωστόσο σταδιακά την παρουσία τους στην αγορά. Ο εισαγωγικός τομέας είναι περισσότερο συγκεντρωμένος, και σε αυτόν δραστηριοποιούνται κυρίως μεσαίου και μεγάλου μεγέθους επιχειρήσεις. Η διάθεση των επίπλων πραγματοποιείται συνήθως μέσω εξειδικευμένων καταστημάτων λιανικής πώλησης. Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, έχουν εισέλθει στην εξεταζόμενη αγορά και καταστήματα οικιακού εξοπλισμού, υπέρ μάρκετ και πολυκαταστήματα. Παράλληλα, αρκετές επιχειρήσεις του κλάδου, κυρίως εισαγωγικές, έχουν δημιουργήσει δίκτυα καταστημάτων, τα οποία επεκτείνονται είτε αυτόνομα είτε με τη μέθοδο του franchising.

Τα δάνεια μειώνουν το διαθέσιμο εισόδημα

Η αγορά επίπλων οικιακής χρήσης σχετίζεται άμεσα με το διαθέσιμο εισόδημα των καταναλωτών και κατ’ επέκταση με τις γενικότερες οικονομικές συνθήκες. Τα τελευταία χρόνια σημαντικό τμήμα του διαθέσιμου εισοδήματος μεγάλου μέρους νοικοκυριών δεσμεύεται για την αποπληρωμή δανείων και χρεών, και, κατ’ επέκταση, η απόφαση απόκτησης διαρκών αγαθών για την αντικατάσταση υπάρχοντος εξοπλισμού συχνά μετατίθεται χρονικά. Εναλλακτικά, οι καταναλωτές στρέφονται προς οικονομικότερες επιλογές και προτιμούν τις αγορές με προγράμματα δόσεων και άλλων διευκολύνσεων, τα οποία μπορούν να προσφέρουν συνήθως οι μεγαλύτερου μεγέθους επιχειρήσεις.

Διαχρονική εξέλιξη της αγοράς

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της κλαδικής μελέτης, η εγχώρια φαινομενική κατανάλωση επίπλων οικιακής χρήσης σε αξία ακολούθησε ανοδική πορεία την περίοδο 1998-2006, με μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 4,6%. Το 2005 εκτιμάται ότι οι μεσαίου και μεγάλου μεγέθους παραγωγικές και εισαγωγικές επιχειρήσεις κάλυψαν το 49% του συνολικού μεγέθους αγοράς. Τα έπιπλα καθιστικού χώρου εκτιμάται ότι συγκέντρωσαν το 47% της συνολικής εγχώριας αγοράς των εξεταζόμενων επίπλων το 2006. Τα έπιπλα υπνοδωματίου κάλυψαν το ίδιο έτος το 27% της εγχώριας αγοράς, ενώ το ποσοστό συμμετοχής των επίπλων τραπεζαρίας ανήλθε στο 26%. Σύμφωνα με τις ισχύουσες συνθήκες και τάσεις, προβλέπεται ότι η εγχώρια αγορά επίπλων οικιακής χρήσης δεν θα παρουσιάσει αξιόλογη μεταβολή τη διετία 2007-2008, παραμένοντας ουσιαστικά στα επίπεδα του 2006 (βάσει αξίας).

Περιορισμένες οι εξαγωγές των ελληνικών προϊόντων

Τα εγχωρίως παραγόμενα προϊόντα θεωρούνται υψηλής ποιότητας, αλλά η εξαγωγική επίδοσή τους είναι περιορισμένη. Σύμφωνα με παράγοντες του κλάδου, το γεγονός αυτό οφείλεται στην έλλειψη σύγχρονου τεχνολογικού εξοπλισμού από την πλειοψηφία των επιχειρήσεων, παράγοντας που θα συνέβαλε στη μείωση του κόστους, στη μικρή παραγωγική δυναμικότητα, στην ελλιπή οργάνωση και ανάπτυξη δικτύου διανομής, καθώς και στην ανεπαρκή στήριξη και προώθηση των εξαγωγών. Η καινοτομία στον σχεδιασμό, η υψηλή ποιότητα, η ευελιξία της παραγωγής και η δυνατότητα προσαρμογής στις εξειδικευμένες απαιτήσεις των καταναλωτών είναι χαρακτηριστικά, τα οποία θα μπορούσαν να βελτιώσουν την ανταγωνιστική ισχύ των συγκεκριμένων επιχειρήσεων. Παράλληλα, η εφαρμογή κατάλληλων στρατηγικών μάρκετινγκ, όπως και η συνεργασία μεταξύ επιχειρήσεων σε επίπεδο σχεδιασμού και παραγωγής, θεωρούνται απαραίτητες προϋποθέσεις για την προώθηση των πωλήσεων στην ελληνική αγορά, αλλά και την επέκταση στο εξωτερικό.

Οικονομικά στοιχεία

Στο πλαίσιο της μελέτης έγινε και χρηματοοικονομική ανάλυση των επιχειρήσεων του κλάδου βάσει επιλεγμένων αριθμοδεικτών. Επίσης, συνετάχθη ο ομαδοποιημένος ισολογισμός βάσει αντιπροσωπευτικού δείγματος 31 παραγωγικών και 30 εισαγωγικών επιχειρήσεων του κλάδου, για τις οποίες υπήρχαν διαθέσιμα στοιχεία ισολογισμών των χρήσεων 2004 και 2005.

΄Οπως προκύπτει από τα δεδομένα αυτά, το σύνολο του ενεργητικού των παραγωγικών επιχειρήσεων του δείγματος παρουσίασε αύξηση το 2005 κατά 9,3% σε σχέση με το 2004, ενώ των εισαγωγικών επιχειρήσεων αυξήθηκε κατά 8,5%. Τα ίδια κεφάλαια παρουσίασαν αύξηση 4,5% στις παραγωγικές επιχειρήσεις και 1,6% στις εισαγωγικές επιχειρήσεις. Οι πωλήσεις των παραγωγικών επιχειρήσεων του δείγματος μειώθηκαν κατά 1,4% το 2005 σε σχέση με το 2004. Την ίδια περίοδο το κέρδος προ φόρου εισοδήματος παρουσίασε σημαντική μείωση 80,4%.

Αντίθετα, οι πωλήσεις των εισαγωγικών επιχειρήσεων του δείγματος αυξήθηκαν το 2005 κατά 2,4%, ενώ το κέρδος προ φόρου εισοδήματος μειώθηκε κατά 50% περίπου σε σχέση με το 2004. Οι δείκτες αποδοτικότητας ιδίων και απασχολουμένων κεφαλαίων των παραγωγικών επιχειρήσεων του δείγματος παρουσίασαν επιδείνωση το 2005, διαμορφούμενοι σε 2,37% (αποδοτικότητα ιδίων κεφαλαίων) και 1,83% (αποδοτικότητα απασχολουμένων κεφαλαίων) από 12,66% και 10,49% αντιστοίχως το 2004. Οι αντίστοιχοι δείκτες των εισαγωγικών επιχειρήσεων διαμορφώθηκαν το 2005 σε 8,11% και 5,16%, από 16,45% (αποδοτικότητα ιδίων κεφαλαίων) και 10,79% (αποδοτικότητα απασχολουμένων κεφαλαίων) το 2004.

Περαιτέρω, το περιθώριο μικτού και λειτουργικού κέρδους παρουσίασε επιδείνωση το 2005 σε σχέση με το 2004 για τις παραγωγικές επιχειρήσεις του δείγματος, ενώ για τις εισαγωγικές επιχειρήσεις το περιθώριο μικτού κέρδους βελτιώθηκε το 2005 και διαμορφώθηκε στο 41,91%. Το περιθώριο λειτουργικού κέρδους παρουσίασε επιδείνωση, διαμορφούμενο στο 2,53% το ίδιο έτος.

Τι λέει το νομοσχέδιο για την προστασία του καταναλωτή

Πρόκειται για ένα νέο πλαίσιο προστασίας των καταναλωτών από επιχειρήσεις, οι οποίες, εκμεταλλευόμενες την ισχυρή και δυναμική παρουσία τους στην αγορά, εφαρμόζουν παράτυπες-αθέμιτες πρακτικές, προκειμένου να εξασφαλίσουν την πώληση, αδιαφορώντας για τα μέσα που χρησιμοποιούν και τις επιπτώσεις που αυτά έχουν στους πελάτες τους. Με την ψήφιση του νομοσχεδίου το υπουργείο θα  έχει πλέον την δυνατότητα να παρεμβαίνει προληπτικά και κατασταλτικά προς όφελος των καταναλωτών.

Σύμφωνα με την τελική νομοθετική πρόταση του υπουργείου για τις αθέμιτες πρακτικές, εισάγονται οι ορισμοί των βασικών εννοιών, καθορίζεται το πεδίο εφαρμογής των σχετικών διατάξεων, ρυθμίζονται οι επιμέρους μορφές των αθέμιτων εμπορικών πρακτικών, προβλέπεται ένα πλήρες σύστημα διοικητικών κυρώσεων, εναρμονισμένο με αυτό του ν.2251/94. Επίσης, εξουσιοδοτείται ο υπουργός Ανάπτυξης να διατάσσει, για λόγους δημοσίου συμφέροντος, την άμεση παύση κάθε αθέμιτης εμπορικής πρακτικής, ενώ καθορίζεται ότι οι διατάξεις περί αθέμιτων εμπορικών πρακτικών, περιλαμβάνουν στον πυρήνα τους έννοιες, όπως:

  • της ουσιώδους στρέβλωσης της οικονομικής συμπεριφοράς των καταναλωτών από τη χρήση εμπορικών πρακτικών εκ μέρους των προμηθευτών,
  • του κώδικα ορθής συμπεριφοράς των προμηθευτών ως συμφωνίας ή συνόλου κανόνων αυτορρύθμισης και αυτοδέσμευσης των προμηθευτών, σχετικά με εμπορικές πρακτικές,
  • της επαγγελματικής ευσυνειδησίας και 
  • της κατάχρησης επιρροής ή εκμετάλλευσης της θέσης ισχύος των προμηθευτών έναντι των καταναλωτών.

Ακόμα, αντιμετωπίζονται στο πεδίο της πρόληψης και της καταστολής παραπλανητικές πράξεις και παραλείψεις των προμηθευτών, που επιχειρούν να διαμορφώσουν ή να υποκλέψουν -υπέρ των συμφερόντων τους- τη συναλλακτική βούληση των καταναλωτών. Μεταξύ άλλων, αναφέρονται οι περιπτώσεις της παραπλανητικής εμπορικής πρακτικής του δολώματος και της μεταστροφής ή της κεκαλυμμένης διαφήμισης.

Τέλος, αντιμετωπίζονται στο πεδίο της πρόληψης και της καταστολής οι επιθετικές εμπορικές πρακτικές όπως οι παρενοχλήσεις, οι καταναγκασμοί και η κατάχρηση της επιρροής των προμηθευτών.

Διευρύνονται τα δικαιώματα του καταναλωτή

Πέραν των προαναφερόμενων, το νομοσχέδιο του Υπουργείου Ανάπτυξης για την προστασία των καταναλωτών προβλέπει και τα εξής:

  • Επεκτείνεται στις 14 ημερολογιακές ημέρες η προθεσμία άσκησης του δικαιώματος υπαναχώρησης του καταναλωτή από τη σύμβαση. 
  • Προβλέπεται η ενημέρωση του καταναλωτή για την πιθανή διάρκεια της ζωής του προϊόντος και το δικαίωμά του να ζητήσει την αντικατάσταση του προϊόντος με νέο ή να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, εφόσον το προϊόν εμφανίσει ελάττωμα κατά τον χρόνο ισχύος της εγγύησης, καθώς και να ζητήσει την προσωρινή αντικατάσταση του ελαττωματικού προϊόντος στην περίπτωση της επισκευής του, εφόσον ο χρόνος της υπερβαίνει τις 10 ημέρες.
  • Προβλέπεται δικαίωμα αποζημίωσης του καταναλωτή σε περίπτωση που προσβληθεί το δικαίωμα χρήσης περιβαλλοντικών αγαθών που, από τη φύση τους, προορίζονταν και πράγματι χρησιμοποιήθηκαν από αυτόν, εφόσον η σχετική ζημία υπερβαίνει το ποσό των 500 ευρώ.
  • Προβλέπεται χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης και για παράβαση του νόμου περί προστασίας καταναλωτών. 
  • Διευρύνεται ο κύκλος των προσώπων που ευθύνονται έναντι των καταναλωτών, στον οποίο εμπίπτουν όλα τα πρόσωπα που αποτελούν τους κρίκους της αλυσίδας του εφοδιασμού της αγοράς, από τον προμηθευτή μέχρι τον διανομέα των προϊόντων.
  • Θεσπίζεται υποχρέωση πληροφόρησης των καταναλωτών, στην ελληνική γλώσσα, για τους εγγενείς κινδύνους που παρουσιάζουν τα προϊόντα και προβλέπονται τα κατάλληλα μέτρα για την πρόληψη των κινδύνων αυτών.
  • Εισάγεται ειδική ρύθμιση για την προστασία της ψυχικής υγείας των ανήλικων από την κυκλοφορία στην αγορά προϊόντων που απευθύνονται σε αυτούς. Προβλέπεται σχετική ρυθμιστική παρέμβαση του υπουργού Ανάπτυξης, μετά από γνωμοδότηση της συνιστώμενης Επιτροπής Προστασίας Ανηλίκων, και θεσπίζεται υποχρέωση ταξινόμησης και επισήμανσης των ανωτέρω προϊόντων με βάση την ηλικία των παιδιών και τις ανάγκες προστασίας τους.
  • Παρέχεται η δυνατότητα στις ενώσεις καταναλωτών να ασκούν συλλογική αγωγή πέραν των ήδη προβλεπόμενων και για αναγνώριση του δικαιώματος αποκατάστασης της ζημίας που υφίστανται οι καταναλωτές από παράνομη συμπεριφορά των προμηθευτών.
  • Παρέχεται η δυνατότητα στον μεμονωμένο καταναλωτή να επιδιώκει, σε ατομικό επίπεδο, χωρίς χρονοβόρες δικαστικές διαδικασίες και έξοδα, την ικανοποίηση δεδομένης απαίτησής του, εξαιτίας των ζημιογόνων αποτελεσμάτων που συνεπάγεται, σε βάρος του, παράνομη συναλλακτική συμπεριφορά προμηθευτών, αξιοποιώντας σχετική αμετάκλητη δικαστική απόφαση που έχει εκδοθεί επί συλλογικής αγωγής. 
  • Παρέχεται η δυνατότητα στον υπουργό Ανάπτυξης να ρυθμίζει, με αποφάσεις του, τους όρους και τις προϋποθέσεις προσαρμογής της συμπεριφοράς των προμηθευτών στο δεδικασμένο αμετάκλητων δικαστικών αποφάσεων επί αγωγών καταναλωτών ή ενώσεων καταναλωτών, εφόσον από το δεδικασμένο προκύπτουν συνέπειες ευρύτερου δημόσιου ενδιαφέροντος, που επηρεάζουν την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς.
  • Καθιερώνεται υποχρέωση των προμηθευτών να απαντούν, εντός συγκεκριμένης προθεσμίας, στις καταγγελίες των καταναλωτών που τους διαβιβάζει η Γενική Γραμματεία Καταναλωτή, με την απειλή επιβολής διοικητικών κυρώσεων.
  • Απαγορεύεται η επιβολή κατάσχεσης επί ακινήτου, που αποτελεί, αποδεδειγμένα, τη μοναδική κατοικία οφειλέτη Τραπεζών για ικανοποίηση απαιτήσεών τους από καταναλωτικά δάνεια και πιστωτικές κάρτες έως συνολικού ποσού 10.000 ευρώ.

Συνεργασία της ΜΕΒΓΑΛ με την ελβετική Emmi

Συνεργασία στρατηγικής σημασίας με μία από τις πιο πρωτοποριακές βιομηχανίες γαλακτοκομικών-τυροκομικών προϊόντων της Ευρώπης, την ελβετική Emmi, ξεκίνησε να υλοποιεί η γαλακτοβιομηχανία ΜΕΒΓΑΛ.

Η Emmi, καινοτόμος εταιρεία στα γαλακτοκομικά λειτουργικά τρόφιμα, πέρυσι πραγματοποίησε τζίρο 1,4 δισ. ευρώ -απασχολεί στην Ελβετία και διεθνώς 3.300 εργαζόμενους. Η συνεργασία της με την ΜΕΒΓΑΛ είναι αμφίδρομη. Σε πρώτη φάση αφορά στη διανομή δύο προϊόντων σε Ελλάδα και Ελβετία. Ειδικότερα η ΜΕΒΓΑΛ, μέσω του δικτύου της Emmi, ξεκινά να διανέμει φέτα στην Ελβετία, ενώ αναλαμβάνει να διακινεί το προϊόν Cafe Latte στην εγχώρια αγορά.

Η εν λόγω συμφωνία ενδέχεται σύντομα να επεκταθεί και σε άλλα προϊόντα, που θα θελήσουν να προωθήσουν η ΜΕΒΓΑΛ στην Ελβετία ή η Emmi στην Ελλάδα. Η ελβετική βιομηχανία έχει στη συλλογή της είδη που συνδυάζουν γάλα και φρούτα, αλλά και βραβευμένα τυροκομικά, η κατανάλωση ορισμένων εκ των οποίων θεωρείται ότι συμβάλλει στη μείωση της χοληστερίνης. Σημειώνεται ότι η Emmi επεκτάθηκε και με εξαγορές κατά το 2006, αποκτώντας ποσοστά σε γαλακτοβιομηχανίες των ΗΠΑ και της Ισπανίας.

Εξάλλου, η ΜΕΒΓΑΛ έχει ξεκινήσει εδώ και ένα δίμηνο συνεργασία και με την Arla, για λογαριασμό της οποίας παράγει φέτα με το brand name New Apetina Feta. Και εντός Ελλάδος, ωστόσο, η βορειοελλαδική εταιρεία δεν αποκλείεται να εγκαινιάσει σύντομα συνεργασίες με μικρές γαλακτοβιομηχανίες διαφόρων περιοχών της χώρας (ενδιαφέρον έχει η Κρήτη), με σκοπό την παραγωγή για λογαριασμό της ΠΟΠ προϊόντων.

΄Οσον αφορά στις εξελίξεις σε μετοχικό επίπεδο, γρίφος παραμένει εάν θα παραστούν εκπρόσωποι της Vivartia στην επικείμενη (την 1η Ιουνίου) τακτική γενική συνέλευση της ΜΕΒΓΑΛ. Ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες θέλουν τη Vivartia να μην στέλνει εκπροσώπους της στη συνέλευση, καθώς πρόσφατα η διοίκηση της ΜΕΒΓΑΛ αρνήθηκε τη μεταβίβαση των μετοχών που κατέχουν τα τέκνα της κυρίας Μ. Χατζάκου. Σημειώνεται πως στη συνέλευση αναμένεται να αποφασιστεί η έκδοση ομολογιακού δανείου μέχρι του ποσού των 8 εκατ. ευρώ για αναχρηματοδότηση δανεισμού.