Στην παραγωγή και εμπορία μήλων βιολογικής καλλιέργειας προσανατολίζεται να προχωρήσει ο Αγροτικός Συνεταιρισμός Ζαγοράς, με στόχο την προώθησή τους σε μεγάλες αλυσίδες σούπερ μάρκετ που έχουν ήδη εκδηλώσει σχετικό ενδιαφέρον. Στα σχέδια της διοίκησης του Αγροτικού Συνεταιρισμού, που παράγει τα μήλα με το γνωστό brand name “Ζαγορίν”, εντάσσεται η καλλιέργεια βιολογικών μήλων σε εκτάσεις 200 τουλάχιστον στρεμμάτων σε πρώτη φάση και η παραγωγή 60 τόνων του προϊόντος σε ετήσια βάση, ποσότητα η οποία κρίνεται επαρκής για την κάλυψη των αναγκών δύο αλυσίδων σούπερ μάρκετ. Ωστόσο, συνεταιριστές και παραγωγοί εκφράζουν επιφυλάξεις σχετικά με την πορεία της βιολογικής καλλιέργειας, καθώς η αντίστοιχη συμβατική πλήττεται ήδη από τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες, αλλά κυρίως από το φαινόμενο της μικροκαρπίας. Να σημειωθεί ότι λόγω έλλειψης βιολογικών μήλων στην Ελλάδα, αρκετές αλυσίδες σούπερ μάρκετ αναγκάζονται να στραφούν σε χώρες του εξωτερικού, πραγματοποιώντας εισαγωγές, κυρίως από τη γειτονική Ιταλία.
Μήνας: Απρίλιος 2007
Το φθινόπωρο στο Χρηματιστήριο η Μασούτης
Αλλαγή “πλεύσης” επιχειρεί η μεγαλύτερη βορειοελλαδική αλυσίδα σούπερ μάρκετ, η Μασούτης, με την έναρξη των διαδικασιών εισαγωγής της στο Χρηματιστήριο. ΄Οπως εκτιμάται, κάτι τέτοιο σηματοδοτεί την αλλαγή επιχειρηματικής φιλοσοφίας του ομώνυμου ομίλου, δεδομένου ότι μέχρι σήμερα παραμένει μία τυπική οικογενειακή επιχείρηση, που δεν φαινόταν να επιθυμεί αλλαγές μετοχικού χαρακτήρα, όπως αυτές που προκύπτουν μέσω της διάθεσης ενός ποσοστού εταιρικού κεφαλαίου σε ΄Ελληνες και ξένους επενδυτές.
Η εισαγωγή του ομίλου Μασούτης στο ΧΑ, με κύριο ανάδοχο την Εθνική Τράπεζα, σε κάθε περίπτωση αναμένεται ότι θα αποτελέσει γεγονός τον ερχόμενο Οκτώβριο-Νοέμβριο, αφού πρόκειται για το τρίτο επιχειρηματικό σχήμα του κλάδου των σούπερ μάρκετ, μετά τις αλυσίδες Α-Β Βασιλόπουλος και Ατλάντικ, που “ανοίγεται” στο Χρηματιστήριο.
Μέσω της εισαγωγής της η Μασούτης επιδιώκει να ισχυροποιηθεί κεφαλαιακά με ποσό της τάξης των 80 έως 100 εκατ. ευρώ, σε μία περίοδο, που ο ανταγωνισμός στον κλάδο της είναι οξυμένος και η ύπαρξη διαθέσιμου ρευστού για μείζονα αναπτυξιακά σχέδια, όπως για τυχόν εξαγορές, είναι πολύτιμη. Ως τώρα η εταιρεία είχε τη δυνατότητα -απόρροια της χρηματοοικονομικής της διάρθρωσης- να πραγματοποιεί επενδύσεις της τάξης των 15 έως 20 εκατ. ευρώ ετησίως.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η αξία του βορειοελλαδικού ομίλου αποτιμάται μεταξύ 250 και 300 εκατ. ευρώ, με ρεαλιστικότερο ενδεχόμενο τα 280 εκατ. ευρώ -σημαντικός συντελεστής στην αποτίμησή του είναι, φυσικά, η ύπαρξη αρκετών ιδιόκτητων καταστημάτων και εγκαταστάσεων. ΄Ηδη έχει ξεκινήσει η κατάρτιση φακέλου εισαγωγής και ενημερωτικού δελτίου, ενώ η εταιρεία προετοιμάζεται για την υιοθέτηση των ΔΛΠ, όρος απαραίτητος εφόσον προτίθεται να διαβεί τις “πύλες” του ΧΑ.
Ενδιαφέρον έχουν πληροφορίες, σύμφωνα με τις οποίες ο κ. Διαμαντής Μασούτης εξετάζει το ενδεχόμενο της πρόσληψης manager, ενώ σύμφωνα με πηγές προσκείμενες στη διοίκηση της εταιρείας, η εισαγωγή της στο ΧΑ δεν πρόκειται να επηρεάσει την πιθανή συνεργασία με τη Σκλαβενίτης για τη δημιουργία ομίλου αγορών.
Σχετικά με τα μεγέθη του ομίλου Μασούτης, ο τζίρος του το 2006 έφτασε τα 536 εκατ. ευρώ, ενώ το δίκτυο των καταστημάτων του υπερβαίνει τις 160 μονάδες.
Carrefour: Πυρετός στη Βουλγαρία
Σε ό,τι αφορά στο ενδεχόμενο δημιουργίας κέντρου logistics στη χώρα, o διευθύνων σύμβουλος της Καρφούρ Μαρινόπουλος κ. Ζερόμ Λουμπέρ δήλωσε ότι προς το παρόν δεν προβλέπονται σχετικές πρωτοβουλίες. ΄Οπως εξήγησε, τα πρώτα καταστήματα της εταιρείας στη Βουλγαρία θα τροφοδοτούνται με τα μεν νωπά προϊόντα από τους τοπικούς παραγωγούς, με τα δε τυποποιημένα από το κέντρο logistics της εταιρείας στη Θεσσαλονίκη, που οδικώς απέχει μόλις τρεις ώρες. Επισημαίνουμε ότι κατ’ αυτόν τον τρόπο η εταιρεία στην Ελλάδα, ως πωλητής προϊόντων στη Βουλγαρία, θα ενισχύσει τον τζίρο της.
Η φετινή χρήση εξελίσσεται θετικά για την εταιρεία, δεδομένου ότι η διοίκησή της προβλέπει στο τέλος του έτους ανάπτυξη 10% έως 12% (το 2006 οι πωλήσεις της έφτασαν τα 2 δισ. ευρώ -με ΦΠΑ- έναντι 1,8 δισ. ευρώ το 2005).
Σελόντα: Ηγέτης στη Μεσόγειο μέσω… Τουρκίας
Η είσοδος της Σελόντα συνοδεύτηκε από αύξηση κεφαλαίου 8,5 εκατ. ευρώ με κεφαλαιοποιήσεις δανείων και καταβολή μετρητών. Η συνολική δαπάνη της Σελόντα είναι της τάξεως των 7,8 εκατ. ευρώ. Η Fjord Marin Turkey διαθέτει άδειες 14.000 τόνων, που καλύπτουν το 30% του συνολικού παραγωγικού δυναμικού της Τουρκίας. ΄Εχει σημερινή παραγωγή 6.000 τόνων και 15 εκατ. γόνο, με εκτιμώμενο συνολικό κύκλο εργασιών το 2007 ύψους 30 εκατ. ευρώ και κέρδη προ φόρων 1,6 εκατ. ευρώ. Ο όμιλος Σελόντα και η νορβηγική Fjord Marin AS πρόκειται να εκμεταλλευτούν από φέτος τη συνολική διαθέσιμη χωρητικότητα της Fjord Marin Turkey, έτσι ώστε η Σελόντα να παράγει, εμμέσως και αμέσως, 31.000 τόνους το 2007 και 40.000 τόνους το 2008 και το 2009. Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση της εταιρείας, “η κίνηση αυτή υλοποιεί τη μεθοδική και αποτελεσματική στρατηγική εισόδου της Σελόντα στην Τουρκία, δεύτερη παραγωγό χώρα μετά την Ελλάδα, μέσω μιας εταιρείας που αναγνωρίζεται ως ο βασικός παίκτης της γείτονος. Η Σελόντα στοχεύει με πόλο τη Fjord Marin Turkey να προχωρήσει στη συγκέντρωση του τουρκικού κλάδου ιχθυοκαλλιέργειας και στη διετία 2007-2008 να κατέχει το 50% της τουρκικής παραγωγής”.
ΙΟΒΕ: Κυρίαρχος ο κλάδος των τροφίμων-ποτών
Τα προαναφερόμενα επισημαίνονται στην τρίτη έκδοση της έκθεσης-μελέτης για τον κλάδο, που εκπονεί κάθε χρόνο το ΄Ιδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ). ΄Οπως τονίζουν οι συντάκτες της μελέτης, σε αδρές γραμμές τέσσερις είναι οι βασικές επιτακτικές ανάγκες και, παράλληλα, οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο κλάδος των τροφίμων και ποτών:
- Η διαφοροποίηση των προϊόντων του με την ανάπτυξη καινοτομικής δραστηριότητας για την ικανοποίηση των αυξανόμενων απαιτήσεων των καταναλωτών.
- Η αναδιάρθρωση και ο εκσυγχρονισμός των παραγωγικών μονάδων.
- Η παραγωγή προϊόντων υψηλού επιπέδου ασφάλειας και ποιότητας και η ενημέρωση του καταναλωτή.
- Η ενίσχυση της εξωστρέφειας που θα απαγκιστρώσει τον κλάδο από την εγχώρια αγορά και θα τροφοδοτήσει ταχύτερους ρυθμούς μεγέθυνσης.
Τα τελευταία χρόνια οι επιχειρήσεις αρχίζουν να συνειδητοποιούν τις προκλήσεις και κινητοποιούνται για την πραγματοποίηση επενδύσεων, κυρίως εκσυγχρονισμού. Ενδεικτικό αυτής της τάσης είναι το γεγονός ότι από το 2000 έως το 2006 αυξάνεται διαρκώς το ποσοστό των επενδυτικών δαπανών των επιχειρήσεων που κατευθύνεται προς τον εξορθολογισμό της παραγωγικής τους δραστηριότητας. Ωστόσο, οι ελληνικές επιχειρήσεις παρουσιάζουν ακόμη υστερήσεις σε ό,τι αφορά την καινοτομική συμπεριφορά, που οφείλονται κυρίως στο μικρό μέγεθος τόσο των επιχειρήσεων όσο και της αγοράς, στις διοικητικές και οργανωτικές ανεπάρκειες, που δεν επιτρέπουν τις αναγκαίες αναδιαρθρώσεις, στο χαμηλό επίπεδο δικτύωσης και, τέλος, σε μια γενικότερη νοοτροπία αποφυγής των κινδύνων, που περιορίζει την επιχειρηματικότητα.
Ανάπτυξη με όπλο την εξωστρέφεια
Το μέλλον του πιο δυναμικού κλάδου της ελληνικής βιομηχανίας βρίσκεται στο εξωτερικό. ΄Οπως προβλέπει η έκθεση του ΙΟΒΕ, οι μελλοντικές εξελίξεις στον κλάδο των τροφίμων και ποτών θα είναι θετικές, στον βαθμό που οι επιχειρήσεις θα διευρύνουν την εξωστρέφειά τους, βελτιώνοντας την ανταγωνιστική τους θέση στις αγορές του εξωτερικού και κατευθύνοντας σε αυτές ένα μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής τους. Η ανταγωνιστικότητα είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο κλάδος, το οποίο βέβαια ως έναν βαθμό συνδέεται με τη λειτουργία του κράτους και τις σχέσεις του με τις επιχειρήσεις.
Στην έκθεση διαπιστώνεται, επίσης, η ύπαρξη στοιχείων δυϊσμού στον κλάδο, στον οποίο συνυπάρχουν εξωστρεφείς, αναπτυσσόμενες επιχειρήσεις, αλλά και βραδυπορούσες. Για να αμβλυνθούν οι διαφορές αυτές και να αναπτυχθεί συνολικά ο κλάδος, χρειάζεται να ενθαρρυνθεί ο εκσυγχρονισμός όλων των επιχειρήσεων, να ενισχυθεί ο ανταγωνισμός και η εξωστρέφεια, να προωθηθούν συνεργασίες και συμπράξεις μεταξύ των επιχειρήσεων και να υπάρξει η μεγαλύτερη δυνατή διάχυση της γνώσης και των καινοτομιών.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι το διάστημα 1998-2005 οι εισαγωγές τροφίμων και ποτών σημείωσαν τριπλάσια αύξηση από ότι οι εξαγωγές, ενώ από το 2002 έως το 2004 το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου του κλάδου αυξήθηκε κατά 79,4%. Η τάση αυτή ανακόπηκε το 2005, ενώ το πρώτο εξάμηνο του 2006 η ελληνική βιομηχανία τροφίμων και ποτών φαίνεται να σημείωσε μεγάλες επιτυχίες το εξωτερικό, καθώς οι εξαγωγές αυξήθηκαν 33,6% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2005. Η αύξηση αυτή, αν και διπλάσια από την αύξηση των εισαγωγών (17,5%), δεν περιορίζει το εμπορικό έλλειμμα του κλάδου, το οποίο διευρύνεται κατά 3,1%. Το 2005 εξήχθηκε το 15,8% της παραγωγής του κλάδου έναντι 13,5% το 2004, αλλά το ίδιο διάστημα ανοδικά κινήθηκε και η εισαγωγική διείσδυση, κερδίζοντας 0,6 ποσοστιαίες μονάδες (33,2% ο λόγος των εισαγωγών προς τη φαινόμενη κατανάλωση το 2005).
Οι περισσότερες κατηγορίες προϊόντων εμφανίζουν σταθερό εμπορικό έλλειμμα τα τελευταία χρόνια, με μοναδικές εξαιρέσεις τα “λίπη και έλαια” και τα “φρούτα και λαχανικά”. Οι πιο ελλειμματικοί υποκλάδοι είναι του “κρέατος” και των “γαλακτοκομικών”.
Τιμές
Την περίοδο 1995-2006 οι τιμές παραγωγού του κλάδου αυξήθηκαν σωρευτικά κατά 54% και κατά μέσο όρο, περίπου όσο αυξήθηκαν και αυτές του συνόλου της μεταποίησης (γύρω στο 4% ετησίως).
Το 2005 επιβραδύνθηκε σημαντικά η αύξηση των τιμών των τροφίμων και ποτών, ενώ αντίθετα οι τιμές της μεταποίησης αυξήθηκαν με επιταχυνόμενο ρυθμό. Το 2006 επανήλθε η μακροχρόνια τάση και οι τιμές των τροφίμων και ποτών αυξήθηκαν όσο και οι τιμές του συνόλου της βιομηχανίας. Οι συντάκτες της έκθεσης επισημαίνουν ότι ο σημαντικότερος παράγοντας που επηρεάζει τις τιμές των τροφίμων και ποτών είναι το κόστος των πρώτων υλών και ειδικότερα των γεωργικών προϊόντων. Από τη σύγκριση των τιμών παραγωγού του κλάδου με τις τιμές εκροών στον πρωτογενή τομέα προκύπτει ότι:
- Την περίοδο 1996-2003 η αύξηση των τιμών της πρωτογενούς παραγωγής ήταν γενικά ταχύτερη από εκείνη των τιμών παραγωγού του κλάδου τροφίμων και ποτών. Το γεγονός αυτό αποτελεί ένδειξη ότι μέρος της μεταβολής των τιμών των γεωργικών προϊόντων απορροφάται από τη βιομηχανία και δεν μετακυλίεται στους καταναλωτές.
- Το 2004 η σχέση αυτή αντιστρέφεται, κυρίως λόγω της τεχνικής αλλαγής του δείκτη και της σημαντικής ανόδου της τιμής του παρθένου ελαιολάδου.
- Το 2005, με την πτώση των τιμών παραγωγού “παρασκευασμένων και διατηρημένων φρούτων και λαχανικών”, επανέρχεται η μακροχρόνια τάση, και οι τιμές των τροφίμων και ποτών αυξάνονται βραδύτερα από τις τιμές των γεωργικών προϊόντων.
- Το 2006 η άνοδος των τιμών των τροφίμων και ποτών ήταν υψηλότερη από αυτή των γεωργικών προϊόντων. Συγκεκριμένα, στα τρόφιμα και ποτά καταγράφηκε αύξηση 6,4%, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στα γεωργικά προϊόντα ήταν 5,8%.
Σε ό,τι αφορά στη σχέση των τιμών παραγωγού τροφίμων-ποτών και των αντίστοιχων λιανικών τιμών στην εγχώρια αγορά, την τριετία 2004-2006 -επισημαίνεται στην έκθεση- διαφαίνεται αντιστροφή της τάσης των προηγούμενων ετών και σημαντική υποχώρηση της μετακύλισης των αυξήσεων των τιμών χονδρικής προς τους τελικούς καταναλωτές.
Η κυριαρχία τεσσάρων υποκλάδων
Η ελληνική βιομηχανία τροφίμων και ποτών, όπως και η ευρωπαϊκή, χωρίζεται σε εννέα βασικούς υποκλάδους: 1) κρέας και προϊόντα κρέατος, 2) παρασκευασμένα και διατηρημένα ψάρια και προϊόντα ψαριών, 3) παρασκευασμένα και διατηρημένα φρούτα και λαχανικά, 4) ζωικά και φυτικά έλαια και λίπη, 5) γαλακτοκομικά προϊόντα και παγωτό, 6) προϊόντα μύλων δημητριακών, άμυλα και αμυλώδη προϊόντα, 7) παρασκευασμένες ζωοτροφές, 8) αρτοσκευάσματα, σνακ, ζαχαρώδη, ζυμαρικά και 9) ποτά.
Σημαντικότεροι από αυτούς, από άποψη συμβολής στα συνολικά διαρθρωτικά μεγέθη του κλάδου, είναι τα φρούτα και λαχανικά, τα γαλακτοκομικά προϊόντα, τα αρτοσκευάσματα, σνακ, ζαχαρώδη, ζυμαρικά και τα ποτά. Σε αυτούς τους τέσσερις υποκλάδους δραστηριοποιείται το 66% των επιχειρήσεων, απασχολείται το 77% των εργαζομένων του κλάδου και πραγματοποιείται το 69% των συνολικών πωλήσεων.
Αναλυτικότερα, για καθένα από τους τέσσερις υποκλάδους, αξίζει να σημειώσουμε:
- Η παραγωγή παρασκευασμένων και διατηρημένων φρούτων και λαχανικών χαρακτηρίζεται από σημαντική εποχικότητα και μεγάλες διακυμάνσεις διαχρονικά. Το 2005 και 2006 η βιομηχανική παραγωγή του υποκλάδου μειώθηκε οριακά, ενώ οι τιμές από τον Νοέμβριο του 2005 κινούνται οριακά ανοδικά.
- Η παραγωγή γαλακτοκομικών προϊόντων ενισχύεται σταθερά τα τελευταία χρόνια, με μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 3,9% την τετραετία 2001-2004. Η πορεία αυτή ανακόπτεται το 2005, ενώ η ίδια τάση παρατηρείται και το 2005. Σε επίπεδο τιμών, από τις αρχές του 2003 η αύξηση, αν και με μικρό ρυθμό, είναι σταθερά θετική.
- Ο υποκλάδος αρτοσκευασμάτων, σνακ, ζαχαρωδών, ζυμαρικών, εμφανίζει γενικά μεγάλη σταθερότητα της παραγωγής του διαχρονικά. Εξαίρεση αποτελεί το 2003. Το 2005 η μέση ετήσια βιομηχανική παραγωγή του υποκλάδου ξεπέρασε για πρώτη φορά το επίπεδο του 2000, ενώ το 2006 σημειώνεται η μεγαλύτερη αύξηση παραγωγής των τελευταίων ετών. Χαρακτηριστικό επίσης του υποκλάδου είναι η αρκετά βραδεία άνοδος των τιμών, συγκριτικά με το σύνολο του κλάδου τροφίμων και ποτών.
- Στα ποτά, έπειτα από δύο χρόνια σημαντικής ανόδου (2000-2001), η παραγωγή του υποκλάδου υποχωρεί από το 2002 και μετά, με μέσο ετήσιο ρυθμό -4,1%, μέχρι και το 2005. Το 2006 η πτωτική τάση ανακόπτεται, με μικρή όμως αύξηση της παραγωγής. Αντίθετα, οι βιομηχανικές τιμές των ποτών παρουσιάζουν έντονες αυξητικές τάσεις διαχρονικά.
Starbucks στο Βουκουρέστι από τη Μαρινόπουλος
“Είμαστε χαρούμενοι που εγκαινιάζουμε το πρώτο μας κατάστημα στη Ρουμανία”, δηλώνει ο Cliff Burrows, πρόεδρος της Starbucks Coffee στην Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή και την Αφρική. “Η κίνηση αυτή αντιπροσωπεύει το πρώτο βήμα της στρατηγικής μας ανάπτυξης στην Ανατολική Ευρώπη και αποδεικνύει τη δέσμευσή μας για ανάπτυξη στην περιοχή”. Το ίδιο ενθουσιασμένος δηλώνει και ο πρόεδρος της Μαρινόπουλος Εταιρεία Καφέ ΑΕ κ. Πάνος Μαρινόπουλος: “Είμαστε ενθουσιασμένοι που θα μοιραστούμε την εμπειρία Starbucks με τους Ρουμάνους πελάτες μας στα πρώτα καταστήματα Starbucks στο Βουκουρέστι” δήλωσε.
Ο κ. Μανώλης Σερφιώτης, διευθυντής marketing της Μαρινόπουλος Εταιρεία Καφέ, ανακοίνωσε πως το δεύτερο κατάστημα Starbucks στη Ρουμανία θα λειτουργήσει σύντομα, επίσης στο Βουκουρέστι, και συγκεκριμένα στη νέα επέκταση του Bucharest Mall, σε κεντρικό εμπορικό σημείο της πόλης”.
2007_04_26 Διακύμανση Τιμών Λιανικής IRI
Τα στοιχεία προκύπτουν από την παρακολούθηση ενός καλαθιού αγορών, στο οποίο συμμετέχουν 50 προϊόντα από 25 σημαντικές, από πλευράς πωλήσεων, κατηγορίες. Οι τιμές των προϊόντων προέρχονται από τα στοιχεία πωλήσεων αντιπροσωπευτικού δείγματος 323 καταστημάτων, που ανήκουν στο δίκτυο 35 και πλέον λιανεμπορικών αλυσίδων, και μας παραχωρεί η IRI για αποκλειστική χρήση από το greekretail weekly.
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση των παραπάνω στοιχείων, χωρίς την έγγραφη άδεια της IRI ΑΕΕ, της οποίας αποτελούν ιδιοκτησία.
3o Mega Family Market στην Καστοριά
Στις αρχές του Απριλίου εγκαινιάστηκε η λειτουργία του τρίτου καταστήματος της αλυσίδας Mega Family Markets -ιδιοκτησίας του κ. Τραϊανού Σούμπαση- στην Καστοριά. Το νέο κατάστημα, συνολικής έκτασης 500 τμ σε δύο ορόφους, που βρίσκεται στην περιοχή της Ομόνοιας (πρώην κινηματογράφος Rex), διαθέτει ειδικά τμηματοποιημένους χώρους ανά κατηγορία προϊόντων, μεταξύ των οποίων κρεοπωλείο με ντόπια κρέατα από τη Φλώρινα και την Καστοριά, ιχθυοπωλείο, οπωροπωλείο, τμήματα τυροκομικών-αλλαντικών, αρτοπωλείου, κάβας, ειδών ζαχαροπλαστείου, ατομικής υγιεινής, καλλυντικών και ένδυσης-υπόδησης. Η μονάδα απασχολεί 10 υπαλλήλους.
Σήμερα η αλυσίδα Mega Family Markets διαθέτει δίκτυο 9 καταστημάτων, εκ των οποίων 3 στη Φλώρινα, 3 στην Καστοριά, 1 στο Αμύνταιο, 1 στην Αριδαία και 1 στη Θεσσαλονίκη.
Βράβευση της Cognity από την Oracle
Η Cognity AΕ (www.cognity.gr) βραβεύτηκε από την Oracle ως ο καλύτερος νέος συνεργάτης της, για το οικονομικό έτος 2007, στην περιοχή της Ανατολικής και Νοτιοανατολικής Ευρώπης και της Κοινοπολιτείας Ανεξάρτητων Κρατών (EE-CIS), στο πλαίσιο του Oracle PartnerNetwork Day, που διοργανώθηκε στη Ρόδο την Πέμπτη 19 Απριλίου. Η βράβευση αυτή επιβεβαιώνει τη σταθερά ανοδική πορεία της Cognity και την ικανότητά της στην παροχή υψηλού επιπέδου υπηρεσιών.
“Η διάκριση αυτή μεταξύ ενός μεγάλου αριθμού νέων συνεργατών της Oracle στη συγκεκριμένη περιοχή αποτελεί μεγάλη τιμή για εμάς”, δήλωσε ο κ. Θεόδωρος Σαμπάνης, διευθύνων σύμβουλος της Cognity. “Η βράβευση αυτή αποκρυσταλλώνει την ηγετική θέση της Cognity και τη σημαντική εμπειρία και τεχνογνωσία που διαθέτει στον τομέα ολοκληρωμένων επιχειρηματικών εφαρμογών Oracle Siebel CRM, Oracle Business Intelligence (ΒΙ) και Oracle Ε-Business Suite σε μια διευρυμένη και ταχύτατα αναπτυσσόμενη γεωγραφική περιοχή. Είναι πολύ σημαντικό για εμάς ότι η τεχνογνωσία και η εμπειρία της Cognity στην υλοποίηση ολοκληρωμένων λύσεων επισφραγίζεται από την Oracle. Τέτοια ορόσημα μας ωθούν στην υιοθέτηση υψηλότερων στόχων”.
“Η βράβευση Ελλήνων συνεργατών, όπως η Cognity, που διακρίνονται για την έντονη δραστηριοποίησή τους, την εστίαση και αποτελεσματικότητά τους στην επιτυχή υλοποίηση και υποστήριξη των λύσεων της Oracle, αποτελεί ιδιαίτερη χαρά για την Oracle Ελλάς, αφού έτσι αποδεικνύεται για άλλη μια φορά ο ηγετικός ρόλος της χώρας μας στην περιοχή αυτή”, δήλωσε ο κ. Πάνος Λαμπράκης, alliances & channel sales manager της Oracle Ελλάς.
Η στρατηγικής σημασίας συνεργασία της Cognity με την Oracle αναγνωρίζεται και από τις δύο εταιρείες και αφορά στις κορυφαίες CRM και ΒΙ λύσεις της Oracle. H Cognity έχει αποδεδειγμένη εμπειρία σε διάφορους επιχειρηματικούς κλάδους, όπως οι τηλεπικοινωνίες, οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, οι ασφάλειες, τα καταναλωτικά αγαθά, οι φαρμακευτικές εταιρείες και η βιομηχανία, ενώ διαθέτει μία από τις μεγαλύτερες, εμπειρότερες και αρτιότερα καταρτισμένες ομάδες υλοποίησης έργων Siebel και Oracle Business Intelligence στην περιοχή. Στο πελατολόγιό της περιλαμβάνονται κορυφαίες εταιρείες, όπως οι ΟΤΕ, Vodafone, ΤΙΜ, Cosmote, Cosmote Romania, AMC (Albania), GloBul (Bulgaria), OTENET, OTEGlobe Forthnet, Netone, Intralot, Boehringer Ingelheim κά.
Ο Jake, η Kathy και ο Spencer
Ο Jake είναι ένας 34χρονος εργένης από το Chicago, εργαζόμενος στον χώρο των κατασκευών, με ετήσιο εισόδημα περίπου 50 χιλιάδες δολάρια και πάθος το golf. Χρειάστηκαν οικονομίες ενός χρόνου για να μπορέσει ο Jake να αποκτήσει το αξίας 3.000 δολαρίων σετ μπαστουνιών του golf από τιτάνιο της εταιρείας Callaway. Η αλήθεια είναι ότι θα μπορούσε να βρει ένα αξιοπρεπές σετ με λιγότερα από χίλια δολάρια, αλλά ο Jake είναι πρόθυμος να πληρώσει παραπάνω για να ικανοποιήσει το πάθος του. «Ο πραγματικός λόγος που τα αγόρασα είναι ότι με κάνουν να νοιώθω πλούσιος. Μπορείς να είσαι ο ιδιοκτήτης της μεγαλύτερης εταιρείας στον κόσμο ή ένας από τους πιο πλούσιους ανθρώπους του πλανήτη, αλλά δεν μπορείς να αποκτήσεις καλύτερα μπαστούνια του golf».
H Kathy από το Cleveland του Ohio φαίνεται να συμμερίζεται με τον δικό της τρόπο αυτό το πάθος για ξεχωριστά προϊόντα. Διευθύντρια σε ιδιωτική εταιρεία, αν και είναι μόλις 26 χρονών, έχει ετήσιο εισόδημα κάτι παραπάνω από 60 χιλιάδες δολάρια. «Τα αντικείμενα-σύμβολα κύρους πραγματικά με διεγείρουν», δηλώνει με ειλικρίνεια. «Μια τσάντα Coach είναι κάτι που όλοι αναγνωρίζουν την αξία της, τόσο για την καλή της ποιότητα όσο και το σχέδιό της, χωρίς να σημαίνει ότι η μόνη της χρησιμότητα είναι να την επιδεικνύεις. Από την άλλη, μου αρέσει να ψωνίζω σε εξειδικευμένα μαγαζιά μπακαλικής που σου δίνουν την αίσθηση ότι αγοράζεις τρόφιμα από ένα μέρος που δείχνει να εκτιμά πελάτες όπως εσύ». Η δηλωμένη διάθεσή της για “ποιότητα που ξεχωρίζει” δεν την παρασύρει κατ’ ανάγκη στην αγορά των πιο ακριβών προϊόντων ή εκείνων που είναι εκείνη τη στιγμή στη μόδα, αφού, όπως δηλώνει, «η μόδα αλλάζει, επομένως ψάχνω να βρω πράγματα που πραγματικά μου αρέσουν και όχι όσα κατ’ ανάγκη είναι επώνυμα ή ακριβά».
Τέλος, ο Spencer, ένας 28χρονος εργένης διαχειριστής σχολείου από το Denver του Colorado, με ετήσιο εισόδημα 45 χιλιάδων δολαρίων, προτιμά να ξοδεύει ένα σημαντικό κομμάτι του εισοδήματός του για ηλεκτρονικές συσκευές και διασκέδαση με τους φίλους του. Τον περασμένο χρόνο αγόρασε ένα laptop, έναν στερεοφωνικό ραδιοφωνικό δέκτη, ένα DVD player και μια παιχνιδομηχανή Play Station 2, ενώ ετοιμάζεται να αποκτήσει μια τηλεόραση επίπεδης οθόνης. Δεν του αρέσει να τρώει σε ακριβά εστιατόρια ή να αγοράζει ακριβά ρούχα, αλλά προτιμά να κάνει δώρα στους φίλους του και να πηγαίνει ταξίδια μαζί τους.
Και οι τρεις χαρακτήρες είναι πραγματικοί και “πρωταγωνιστούν” στο τελευταίο βιβλίο των Michael J. Silverstein και Neil Fiske που είναι αφιερωμένο στα αγαθά της “νέας πολυτέλειας” και όσους τα αγοράζουν (βλ. σημείωση 1). Σύμφωνα με τους συγγραφείς, πρόκειται για αγαθά που καλύπτουν 23 τουλάχιστον διαφορετικές κατηγορίες προϊόντων και υπηρεσιών, συμβάλλοντας στο ένα τέταρτο περίπου των συνολικών αγορών στις ΗΠΑ, γεγονός που αντιστοιχεί σε τζίρο περίπου 400 δισ. δολαρίων τον χρόνο.
Το σημαντικό είναι ότι τα νούμερα αυτά εμφανίζουν αυξητική τάση σε ποσοστό 10-15% ετησίως, ενώ παρόμοια είναι η κατάσταση, σύμφωνα με τους συγγραφείς, για την αγορά της “νέας πολυτέλειας” και στην Ευρώπη. Μάλιστα, όπως αναφέρουν στο βιβλίο τους, σχετική έρευνα που πραγματοποίησε η γνωστή εταιρεία Harris Interactive σε δείγμα 2.300 Αμερικανών καταναλωτών μεσαίου εισοδήματος -δηλαδή όσοι χαρακτηρίζονται ως “μαζικά εύποροι” (mass affluent)- δείχνει ότι η συντριπτική πλειοψηφία (ποσοστό 96%) αγοράζει συχνά κάποιο προϊόν πολυτελείας. Αξιοσημείωτο είναι ότι συχνά οι καταναλωτές επιλέγουν συνειδητά την αγορά ενός τέτοιου προϊόντος υψηλής ποιότητας (trading up) εξοικονομώντας χρήματα με την αγορά προϊόντων χαμηλότερης αξίας (trading down) σε κατηγορίες που δεν έχουν γι’ αυτούς την ίδια σημασία.
Σημειώσεις
(1) Michael J. Silverstain & Neil Fiske: Trading UP: Why Consumers Want New Luxury Goods and How Companies Treat Them, Penguin Group, Δεκέμβριος 2004. Βλ. επίσης τον δικτυακό τόπο της εταιρείας The Boston Consulting Group (www.bcg.com), τόπο απασχόλησης και γνωριμίας των συγγραφέων, όπου μπορείτε να βρείτε σχετική αρθρογραφία.