Μπαίνω μέσα στα σούπερ μάρκετ και τα χάνω. Χιλιάδες προϊόντα με τάξη, το ένα δίπλα στο άλλο. Απλώνεις το χέρι σου, τα βάζεις στο καρότσι και καλύπτεις τις ανάγκες σου για μαγειρική, καθαριότητα και νοικοκυριό. Τα περισσότερα προϊόντα στο ράφι προέρχονται από μεγάλες οργανωμένες εταιρείες, με ισχυρά τμήματα marketing. Όμως, στην πορεία μου στην ελληνική επαρχία συναντώ πολλές φορές αξιολογότατα προϊόντα μικρών βιοτεχνιών ή και οικοτεχνιών, εξαιρετικά και από πλευράς ποιότητας και από πλευράς τιμής. Σε αυτό, λοιπόν, θέλω να αναφερθώ σήμερα. Γιατί από επαφές που έχω με ανθρώπους τέτοιων δραστηριοτήτων διαπιστώνω ότι όλοι τους είναι εντελώς απογοητευμένοι από την προώθηση των προϊόντων τους στις μεγάλες αλυσίδες σούπερ μάρκετ. Αυτοί οι άνθρωποι δεν έχουν ιδέα από marketing, ενώ πολλές φορές έχουν και χαμηλή ικανότητα διαπραγμάτευσης. Το μόνο που έχουν είναι ένα καλό προϊόν.
Οι ειδικοί αγοραστές των μεγάλων σούπερ μάρκετ τους αντιμετωπίζουν με ελαφρώς ανασηκωμένο το φρύδι, λίγη ειρωνεία, άφθονη κατανόηση -είναι δωρεάν, άλλωστε-, τους χτυπούν φιλικά στον ώμο και τους στέλνουν πίσω στο ταπεινό εργαστήρι τους. Έτσι χάνεται η μεγάλη ευκαιρία και να επιζήσουν οι μικροί κατασκευαστές και το καταναλωτικό κοινό να δοκιμάσει κάτι καινούργιο, εκλεκτό και διαφορετικό στην κουζίνα του. Ας πάρουμε πχ τα ελαιόλαδα. Η κλασική πολιτική ενός μεγάλου σούπερ μάρκετ λέει ότι πρέπει να έχεις στο ράφι τα ελαιόλαδα των μεγάλων εταιρειών, που είναι ομολογουμένως αναμφίβολης ποιότητας, δύο ακόμα ελαιόλαδα λιγότερο γνωστά αλλά, επίσης, μεγάλης εταιρείας, τουλάχιστον ένα φθηνό, το οποίο προέρχεται συνήθως από ένα τυποποιητή που αγοράζει ελαιόλαδο από κάποιες περιοχές και το τυποποιεί, και πιθανόν ένα ελαιόλαδο με το brand του σούπερ μάρκετ.
Από την άλλη, στην Ελλάδα υπάρχουν πάνω από 120 μικρά τυποποιητήρια ελαιολάδου -μόνο η Μεσσηνία έχει 38. Αυτά προσπαθούν απεγνωσμένα να διαθέσουν το τυποποιημένο λάδι τους. Όμως, μετά από αποτυχίες και απογοητεύσεις είτε το πωλούν χύμα στις μεγάλες εταιρείες είτε το εξάγουν χύμα στην Ιταλία, όπου τυποποιείται και πωλείται στις μεγάλες αγορές του εξωτερικού πανάκριβα. Η αλήθεια είναι ότι για έναν αγοραστή μιας αλυσίδας σούπερ μάρκετ το να αγοράσει ένα λαδάκι από ένα παραγωγό κάπου στην Ελλάδα είναι μεγάλος κόπος και γραφειοκρατική σκοτούρα. Άλλωστε τι τζίρο να του φέρει και τι εκπτώσεις ή ενέργειες promotion να του ζητήσει. Αποτέλεσμα; Ο αρραβώνας χαλάει πριν καλά-καλά ξεκινήσει…
“Εκεί θα μας καταπιούν!”
Όλα τα καλά πράγματα, όμως, έχουν τον κόπο τους. Θα ήταν πολύ ενδιαφέρον, εάν πάνω στα ράφια βρίσκαμε και ένα ελαιόλαδο μικρού παραγωγού από τη Μεσσηνία, ενός άλλου από τη Λακωνία, από την Κρήτη, τη Χαλκιδική ή και αλλού. Ό,τι γίνεται με το ελαιόλαδο γίνεται με το γάλα, το γιαούρτι, τις μαρμελάδες, τα μέλια και έναν σωρό άλλα προϊόντα. Όπως προείπα, όσες φορές ρώτησα κάποιον τοπικό παραγωγό, γιατί δεν διαθέτει τα προϊόντα του και στην αγορά της πρωτεύουσας, πήρα μια απάντηση που δήλωνε τον φόβο των μικρών παραγωγών απέναντι στις μεγάλες επιχειρήσεις λιανεμπορίου. Έχετε βγάλει, λοιπόν, αγαπητοί, τη φήμη πως “καταπίνετε” τους μικρούς! Το ξέρω πως οι συλλογές σας “μικραίνουν” ή “μεγαλώνουν” ανάλογα με την έκταση των καταστημάτων σας. Οι μικροί αξιόλογοι παραγωγοί, όμως, μπορούν να βρουν μια θέση στο ράφι των σούπερ μάρκετ, γιατί στην οικονομία τούτης της χώρας “το ‘να χέρι νίβει τ’ άλλο και τα δυο το πρόσωπο”. Γι’ αυτό, λοιπόν, βοηθήστε, χωρίς να χάνετε από τον προϋπολογισμό σας, μήπως αυτές οι μικρές προσπάθειες παραγωγής εκλεκτών προϊόντων επιβιώσουν επ’ ωφελεία όλων μας.
Επισκεφθείτε το website του Ηλία Μαμαλάκη: www.eliasmamalakis.gr