ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ : ΠΩΣ ΤΑ ΠΗΓΑΝ ΠΕΡΥΣΙ, ΤΙ ΣΧΕΔΙΑΖΟΥΝ ΦΕΤΟΣ

«Η φτώχια φέρνει γκρίνια», λέει το γνωμικό και σε ό,τι αφορά το οργανωμένο λιανεμπόριο, χρόνο με τον χρόνο η γκρίνια είναι όλο και πιο συχνή. Για το ότι τα παλαιά καταστήματα δεν φέρνουν νέο τζίρο, για τον εξοντωτικό ανταγωνισμό, για την «αποψίλωση» του οικογενειακού εισοδήματος…

Οι χαμηλοί ρυθμοί ανάπτυξης αποτελούν πλέον κύριο χαρακτηριστικό των περισσότερων αλυσίδων σούπερ μάρκετ, χαρακτηριστικό το οποίο επιβεβαιώθηκε και το 2004. Οι οκτώ ισχυρότεροι του λιανεμπορίου κλήθηκαν για άλλη μια φορά να αντιμετωπίσουν τη σκληρή πραγματικότητα της αγοράς: Τα καταστήματα πολλά για το μέγεθος της αγοράς και τα περιθώρια κέρδους περιορισμένα, αθέμιτες πρακτικές, υψηλές επενδύσεις για επεκτάσεις δικτύων και συνεχείς αναβαθμίσεις των συστημάτων διαχείρισης προϊόντων, συχνές αλλαγές στις τιμές, στενή παρακολούθηση του ανταγωνισμού, νέες πρακτικές marketing, αναβαθμίσεις των καρτών πιστότητας κά. Όλα αυτά ήταν και παραμένουν ο "πονοκέφαλος" των στελεχών του κλάδου.

Στο πλαίσιο αυτό, το 2004 κύλησε σύμφωνα με τα αναμενόμενα: η διόγκωση των πωλήσεων για τους περισσότερους οφείλονταν στις επεκτάσεις, τις εξαγορές και το franchise, δηλαδή στα νέα δίκτυα, ενώ στα υπάρχοντα καταστήματα οι πάνω από τον πληθωρισμό ρυθμοί ανάπτυξης καταγράφηκαν μόνο εκεί όπου επενδύθηκαν κεφάλαια σε ανακαινίσεις, αναβαθμίσεις ή μετονομασίες μονάδων. Όσο για την υπόλοιπη αγορά, οι ρυθμοί ανάπτυξης κυμάνθηκαν σε χαμηλά επίπεδα, όπως εξάλλου προβλεπόταν εξ αρχής.

Ας δούμε λοιπόν πώς εξελίχθηκε για τους οκτώ μεγαλύτερους "παίκτες" του κλάδου η περυσινή χρονιά, αλλά και πώς αντιμετωπίζουν το 2005.

Όμιλος Καρφούρ Μαρινόπουλος

Μεγάλη έμφαση στην ανάπτυξη του δικτύου πωλήσεων και κατ’ επέκταση του τζίρου της και των μεριδίων αγοράς, έδωσε ο όμιλος Καρφούρ Μαρινόπουλος το 2004, εκμεταλλευόμενος κάθε πολιτική ή πρακτική για τον σκοπό αυτό. Προχώρησε στη δημιουργία νέων καταστημάτων, προέβη στην εξαγορά της Ξυνός, ανέπτυξε περαιτέρω το franchise όπου ενέταξε και τα καταστήματα Smile και επέμεινε στις χαμηλές τιμές. Κύκλοι της αγοράς, αναφερόμενοι στην εξέλιξη που σημείωσε ο τζίρος του ομίλου, έκαναν λόγο για ρυθμούς της τάξης του 9% έως 11%, ενώ από την πλευρά τους στελέχη του ομίλου, μέχρι και την έκδοση του τεύχους, κράτησαν "κλειστά τα χαρτιά" τους, ισχυριζόμενοι την ύπαρξη απόκλισης από τις εκτιμήσεις αυτές, χωρίς ωστόσο να διευκρινίζουν αν η απόκλιση είναι θετική ή αρνητική.

Γεγονός πάντως είναι ότι ο όμιλος το 2004 ενίσχυσε σημαντικά την παρουσία του στην εγχώρια αγορά, εντάσσοντας στο δυναμικό του 26 καταστήματα της Ξυνός, 49 καταστήματα της Smile (μέσω του franchise), σημαντικό αριθμό νέων μονάδων franchise, τρία νέα υπέρ μάρκετ (City Gate Θεσσαλονίκης, Πασαλιμάνι και Ιωάννινα) και 7 σούπερ μάρκετ. Οι ίδιοι κύκλοι, αναφερόμενοι στο καθαρό αποτέλεσμα του ομίλου το 2004, εκτιμούσαν κέρδη υψηλότερα από την προηγούμενη χρήση.

Φέτος ο όμιλος Καρφούρ Μαρινόπουλος προχωρά σε νέες επενδύσεις, οι οποίες αφορούν στη δημιουργία πιθανότατα δύο νέων υπέρ μάρκετ και περίπου 10 σούπερ μάρκετ, στο remodeling των καταστημάτων της Ξυνός και, εφόσον κριθεί σκόπιμο, σε νέες εξαγορές, ενώ θα συνεχίσει να υπογράφει συμβάσεις δικαιόχρησης για τη διείσδυσή του σε τοπικές κυρίως αγορές.

Όμιλος Βερόπουλος

Τα μεγάλα επενδυτικά project, ειδικότερα εκτός των ελληνικών συνόρων, χαρακτήρισαν το 2004 την επεκτατική στρατηγική του ομίλου Βερόπουλος, ενώ ανάλογη είναι η πολιτική που θα ακολουθήσει και φέτος. Τα δύο σύγχρονα εμπορικά κέντρα που σχεδιάζει στο Βελιγράδι και στα Σκόπια απαιτούν σημαντικά κεφάλαια, ενώ ήδη τα δύο πρώτα Super Vero στη Σερβία εξασφαλίζουν στον όμιλο ισχυρή παρουσία, όπως εξάλλου και στα Σκόπια, όπου ελέγχει 7 σημεία πώλησης.

Στην Ελλάδα και φέτος η Αφοί Βερόπουλοι θα επιμείνει στην επέκτασή της με νέα καταστήματα, τα οποία ωστόσο δεν θα είναι πολλά σε αριθμό, δεδομένου ότι συνεχίζεται η προσπάθεια ανακαίνισης του δικτύου πωλήσεων της Πανεμπορική, η οποία καθυστέρησε σημαντικά λόγω γραφειοκρατικών ή άλλων διαδικασιών.

Σε ό,τι αφορά τα οικονομικά μεγέθη του ομίλου, οι τελευταίες εκτιμήσεις αναφέρουν ότι το 2004 ο ενοποιημένος τζίρος του ενισχύθηκε κατά 40-41 εκατ. ευρώ από τα Σκόπια και κατά 11-12 εκατ. ευρώ από τη Σερβία. Η Αφοί Βερόπουλοι υπολογίζεται ότι πέτυχε πωλήσεις της τάξης των 618 εκατ. ευρώ, ενισχυμένες κατά 8% έναντι του 2003, και η Χαλκιαδάκης της τάξης των 103 εκατ. ευρώ, ενισχυμένες κατά 4%-5% έναντι του προηγούμενου 12μήνου.

Φέτος οι δείκτες εσόδων όλων των εταιρειών του ομίλου αναμένεται ότι θα κινηθούν ανοδικά. Ειδικότερα, όπως εκτιμάται, η Αφοί Βερόπουλοι θα σημειώσει ρυθμούς ανάπτυξης 7%, προσθέτοντας στο δίκτυό της 4 νέα καταστήματα στα τέλη περίπου του έτους, η Χαλκιαδάκης 5%, το δίκτυο των Σκοπίων ανάλογη αύξηση, ενώ το δίκτυό της υπολογίζεται ότι θα μεγεθύνει τις πωλήσεις του κατά 80%, λόγω της απόδοσης του δεύτερου μεγάλου καταστήματός του που εγκαινιάσθηκε τον Δεκέμβριο του 2004. Τα καθαρά αποτελέσματα του 2004 τόσο σε ενοποιημένο όσο και σε εταιρικό επίπεδο θα είναι για άλλη μία χρονιά θετικά.

Όμιλος Α-Β Βασιλόπουλος

Με σχετικά χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης «έτρεξε» το 2004, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά στο εννεάμηνο, για την Α-Β Βασιλόπουλος. Στον όμιλο η αύξηση του κύκλου εργασιών ήταν μόλις πάνω από τον πληθωρισμό, στο 3,1%, και στην εταιρεία το αντίστοιχο ποσοστό ήταν της τάξης του 3,3%.

Πηγές του "σελφ σέρβις" επισήμαιναν σε ό,τι αφορά τον κύκλο εργασιών ότι συνολικά το 12μηνο θα παρουσιάσει σε γενικές γραμμές ανάλογη εικόνα με το 9μηνο, ωστόσο το 2004 τόσο ο όμιλος όσο και η Α-Β Βασιλόπουλος εμφάνισαν μεγάλες επιδόσεις στον δείκτη των καθαρών αποτελεσμάτων. Η συνεχιζόμενη βελτίωση των αποτελεσμάτων της Τροφό και τα θετικά αποτελέσματα της ΕΝΑ αναμένεται να «απογειώσουν» τα κέρδη του ομίλου, αφού ήδη στο εννεάμηνο η άνοδος ήταν της τάξης του 76,7%. Όσο για τα εταιρικά κέρδη, θα αυξηθούν αισθητά, αλλά όχι στο επίπεδο των ενοποιημένων στοιχείων.

Στο μεταξύ η αλυσίδα, έχοντας πλέον φθάσει τα 100 καταστήματα, θα συνεχίσει και φέτος την επέκταση του δικτύου της με 7 νέες μονάδες, θα προχωρήσει σε 5 ανακαινίσεις, θα επιμείνει στην ανάπτυξη των Α-Β City και του self scanning κυρίως στα μεγάλα καταστήματα, θα καθιερώσει το Smart Retail στις πωλήσεις και θα στηρίξει νέες σειρές private label προϊόντων, καθώς και τη σειρά με τους κωδικούς "365". Επίσης αναμένει και φέτος πολλά από το franchise, έχοντας δανειστεί τον τίτλο Τροφό Μάρκετ από την εξαγορασθείσα Τροφό, ενώ στο cash & carry αρχίζει σταδιακά να ισορροπεί έχοντας αποκτήσει εμπειρία στο χονδρεμπόριο, πράγμα που δεν διέθετε πριν την απόκτηση της ΕΝΑ.

Όμιλος Ατλάντικ

Σημαντική άνοδο των πωλήσεών της, υπερδιπλάσια του πληθωρισμού, πέτυχε η Ατλάντικ το 2004. Σε ενοποιημένη βάση ο τζίρος της «έτρεξε» με ρυθμούς 8% έναντι του 2003, ενώ σημαντική ανάπτυξη αναμένεται και στο τρέχον 12μηνο. Πέραν των νέων μονάδων, πηγές του "σελφ σέρβις" χαρακτήρισαν ως καθοριστική στην αύξηση του τζίρου του ομίλου τη συμβολή του χονδρεμπορίου, καθώς και του franchise, όπου εντάσσεται και η εξαγορασθείσα Άριστα. Όπως επισήμαναν, ειδικότερα στη Βόρεια Ελλάδα, ο όμιλος κινήθηκε πέρυσι επιθετικά, προκειμένου να εδραιώσει περαιτέρω την παρουσία του στο χονδρεμπόριο και το franchise.

Στο μεταξύ, το 2004 η Ατλάντικ συνέχισε τις ανακαινίσεις παλαιών εμπορικών μονάδων της και δημιούργησε περί τις 8 νέες, ενώ ολοκλήρωσε το νέο της αποθηκευτικό κέντρο στο Κορωπί (θέση Μπότα), συνολικής έκτασης 25.000 τμ, για το οποίο επενδύθηκαν κεφάλαια αξίας 7 εκατ. ευρώ.

Τα μακροπρόθεσμα σχέδια της Ατλάντικ προβλέπουν να αυξήσει τα μερίδιά της στο 10% του τζίρου που κατέχουν αθροιστικά οι 35 μεγαλύτερες αλυσίδες του κλάδου, από 7,7% που ήταν το 2003.

Όμιλος Μετρό

Το σπουδαιότερο γεγονός του 2004 για τη Μετρό ήταν η ιδιαιτέρως υψηλή οργανική ανάπτυξη την οποία πέτυχε το δίκτυο πωλήσεων λιανικής και χονδρικής, έναντι του 2003. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, οι πωλήσεις της διογκώθηκαν κατά 9,2%, ποσοστό ιδιαιτέρως θετικό για μια αγορά στην οποία έχει σχεδόν χαθεί τα τελευταία χρόνια η έννοια της πραγματικής ανάπτυξης.

Το 2004 η Μετρό ενίσχυσε το δίκτυό της με 3 νέα καταστήματα, 2 cash & carry και 1 σούπερ μάρκετ, τα οποία ωστόσο λειτούργησαν στα τέλη του έτους, οπότε δεν επέδρασαν σημαντικά στην άνοδο του ετήσιου τζίρου. Αυτό εξάλλου προκύπτει και από το ποσοστό της συνολικής αύξησης των πωλήσεων, που ήταν της τάξης του 9,5% -στα 463 εκατ. ευρώ- έναντι της προηγούμενης χρονιάς. Όπως εκτιμάται, στη σημαντική ενίσχυση των εσόδων της αλυσίδας καθοριστικό ρόλο έπαιξε πέρυσι και η αλλαγή της εταιρικής ταυτότητας των καταστημάτων λιανικής από Μετρό σε My market, με την οποία διαχωρίστηκε πλήρως η επωνυμία των σούπερ μάρκετ από το δίκτυο cash & carry.

Φέτος η αλυσίδα αναμένει και νέα σημαντική βελτίωση των εσόδων της κατά 8%-10%, καθώς η δημιουργία 3 έως 5 νέων εμπορικών μονάδων, εφόσον λειτουργήσουν για εύλογο διάστημα πριν το τέλος του 2005, θα συμβάλλουν στην αύξηση των ετήσιων πωλήσεων. Φέτος η Μετρό εστιάζει την προσοχή της σε ένα ακόμη νέο επενδυτικό project, που προβλέπει τη δημιουργία νέων κεντρικών αποθηκών. Το business plan ορίζει τη λειτουργία τους στο πρώτο εξάμηνο του 2006. Η έδρα τους θα είναι στα Οινόφυτα, σε οικόπεδο συνολικής έκτασης 100 στρεμμάτων και το ύψος της επένδυσης αναμένεται να φθάσει στα 15 εκατ. ευρώ.

Πέντε

Οργανική ανάπτυξη λίγο πάνω από τον πληθωρισμό, στο 3,5%, πέτυχαν τα καταστήματα Γαλαξίας πέρυσι σε σχέση με το 2003, ενώ μετά τον συνυπολογισμό και των 9 νέων μονάδων (σε σύνολο 103) η αλυσίδα αύξησε τον τζίρο της κατά 7%, στα 303 εκατ. ευρώ από 283 εκατ. ευρώ την προηγούμενη χρήση. Η διοίκηση της Πέντε χαρακτήρισε το 2004 δύσκολη χρονιά, καθώς ο ανταγωνισμός ήταν εντονότερος από τα προηγούμενα χρόνια. Η ίδια εξάλλου θα θεωρήσει επιτυχία αν τα κέρδη του 2004 αντιστοιχούν σε απόλυτους αριθμούς με τα κέρδη του 2003, αν δηλαδή διατηρηθούν σε σταθερά επίπεδα.

Τόσο πέρυσι όσο και φέτος ο Γαλαξίας θα επιμείνει στην επέκτασή του στην περιφέρεια, θεωρώντας ότι στην πρωτεύουσα τα περιθώρια για μεγαλύτερους τζίρους έχουν πλέον στενέψει υπερβολικά. Γι' αυτό εξάλλου το 2004 ίδρυσε 1 μόνο κατάστημα στην Αθήνα, ενώ φέτος από τις περίπου 8-10 νέες μονάδες, σύμφωνα με την πρόβλεψη του ετήσιου πλάνου ίδρυσης νέων καταστημάτων της αλυσίδας, μόνο οι 2 θα έχουν έδρες στο λεκανοπέδιο. Βάσει του σχετικού προγραμματισμού, τα εγκαίνια των τριών πρώτων καταστημάτων της αλυσίδας εντός του 2005 θα γίνουν πριν το Πάσχα -τα 2 στην Αττική και 1 στα Γιαννιτσά.

Dia

Με αμείωτη έμφαση στην ταχύτατη επέκταση του δικτύου της συνεχίζει την πορεία της η Dia Hellas, αναμένοντας για το 2004 διπλασιασμό των κερδών της. Κατά τα στελέχη της, η περυσινή χρήση «έτρεξε» με ρυθμούς ανάπτυξης 13%, ποσοστό το οποίο επετεύχθη με την καθοριστική συμμετοχή των νέων καταστημάτων, που σε αριθμό ανήλθαν σε 49. Ο τζίρος της αλυσίδας διαμορφώθηκε στα περίπου 303 εκατ. ευρώ, ενώ μεγάλη άνοδο εμφάνισαν και τα κέρδη της Dia, στα 4-4,2 εκατ. ευρώ από 2,1 εκατ. ευρώ το 2003.

Ανάλογη αναμένεται ότι θα είναι η πορεία της αλυσίδας και φέτος, χρονιά κατά την οποία τα στελέχη της υπολογίζουν ρυθμούς ανάπτυξης 19%, έχοντας σχεδιάσει τη λειτουργία 50 νέων καταστημάτων, εκ των οποίων τα 26 θα είναι ιδιόκτητα και τα υπόλοιπα 24 franchise. Η εταιρεία σε μεγάλο βαθμό στηρίζει την αισιοδοξία της στην εξασφάλιση μεγαλύτερων μεριδίων αγοράς από τη δυναμική του franchise, γι' αυτό εξάλλου ο απολογισμός του 2004 "έκλεισε" για την Dia με 75 μονάδες δικαιόχρησης σε σύνολο 327 καταστημάτων. Όσο για τα κέρδη του 2005, εκτιμάται ότι θα αυξηθούν περαιτέρω στα 5-5,5 εκατ. ευρώ.

Σκλαβενίτης

Ανοδικά εξελίχθηκαν και το 2004 έναντι του 2003 οι πωλήσεις της Σκλαβενίτης, της οποίας η ανάπτυξη, σύμφωνα με πληροφορίες, κινήθηκε πάνω από τον πληθωρισμό, παρά το γεγονός ότι πέρυσι δεν άνοιξε νέα καταστήματα, τουλάχιστον βάσει των στοιχείων μας. Κατά τις ίδιες πληροφορίες, η Σκλαβενίτης πέτυχε και πέρυσι αυξημένα κέρδη, εκμεταλλευόμενη τις υψηλές παροχές που εξασφαλίζει από τους προμηθευτές της, λόγω των περιορισμένων καθυστερήσεων στις πληρωμές, το χαμηλό κόστος διαχείρισης των προϊόντων, αφού το δίκτυό δεν έχει επεκταθεί πέραν των τειχών της πρωτεύουσας, αλλά και τη μεγάλη επισκεψιμότητα των πελατών της, λόγω των ανταγωνιστικών τιμών που προσφέρει.

ΕΙΣΒΟΛΗ ΤΗΣ ALDI ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Το λατινικό "ante portas" (προ των πυλών) εκφράζει την επικείμενη έλευση της κορυφαίας σε διεθνές επίπεδο αλυσίδας Aldi στην Ελλάδα, η οποία θα εντείνει στον μέγιστο βαθμό τον εγχώριο ανταγωνισμό των αλυσίδων. Σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες, η περιρρέουσα φημολογία της τελευταίας διετίας περί έλευσης της Aldi στην Ελλάδα φθάνει στο τέλος της δικαιωμένη, καθώς η γερμανική πολυεθνική εταιρεία φέρεται να έχει αποφασίσει να αναπτύξει δίκτυο κατασημάτων hard discount στη χώρα μας, αξιοποιώντας την τεράστια χρηματοδοτική ισχύ της.

Μπορούμε να εικάσουμε ποια θα είναι η στρατηγική που θα ακολουθήσει η γερμανική λιανεμπορική επιχείρηση στην Ελλάδα αν εξετάσουμε την στρατηγική που ακολουθεί γενικότερα όταν αποφασίζει την επέκτασή της σε νέες αγορές. Χαρακτηριστικό της στρατηγικής της είναι η στήριξη της αναπτυξιακής πολιτικής της στην αξιοποίηση των "τρωτών" σημείων των ανταγωνιστών της και η εκμετάλλευση των απίστευτα χαμηλών τιμών της στα own label προϊόντα που διαθέτει.

Η είσοδος της Aldi στην Ελλαδα θα σημάνει σημαντικές ανακατατάξεις στην τοπική αγορά. Μιλάμε για έναν όμιλο του οποίου ο ετήσιος κύκλος εργασιών υπερβαίνει τα 49 δισεκατομμύρια δολάρια. Βάσει αυτού του κύκλου εργασιών τοποθετείται ανάμεσα στις 13 μεγαλύτερες επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου του κόσμου, οι δε ιδρυτές του, Καρλ και Τέο Άλμπρεχτ, συγκαταλέγονται μεταξύ των πιο πλούσιων ανθρώπων του κόσμου, σύμφωνα με τη γνωστή λίστα του περιοδικού Forbes.

Ο όμιλος Aldi, που διαθέτει ένα παγκόσμιο δίκτυο καταστημάτων, ο αριθμός του οποίου υπερβαίνει κατά πολύ τις 5.000 εμπορικές μονάδες, αποτελεί ένα από τα ελάχιστα ευρωπαϊκά επιχειρηματικά σχήματα που έχουν επενδύσει στις ΗΠΑ -ήδη από το 1976- όπου σήμερα διαθέτει περισσότερα από 700 σημεία πώλησης.

Στη γερμανική αγορά, τη μεγαλύτερη της Ευρώπης, το μερίδιο της Aldi προσεγγίζει το 9,4%, που αντιστοιχεί σε ένα μέγεθος ετήσιων πωλήσεων 202,7 δισ. ευρώ. Φυσικά είναι ο ηγέτης των hard discount καταστημάτων.

Το "καθαρόαιμο" hard discount

Ποια όμως είναι τα μυστικά επιτυχίας της Aldi, της μεγαλύτερης επιχείρησης λιανικής πώλησης τροφίμων της γηραιάς ηπείρου, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της AC Nielsen σε οκτώ χώρες της Ευρώπης;

  • Η πώληση own label τροφίμων-ποτών, τα οποία ωστόσο είναι υψηλής ποιότητας, αφού παρασκευάζονται από βιομηχανίες επωνύμων προϊόντων.
  • Δύο φορές την εβδομάδα -κάθε Δευτέρα και Πέμπτη- η εταιρεία προσφέρει διάφορα είδη, όπως ηλεκτρονικές-ηλεκτρικές συσκευές, οικιακό εξοπλισμό κά σε τιμές που "γονατίζουν" τον ανταγωνισμό, προσφέροντας μάλιστα στον καταναλωτή τριετή εγγύηση. Έτσι δεν είναι καθόλου περίεργο το ότι οι καταναλωτές περιμένουν υπομονετικά δύο και τρεις ώρες στην ουρά έξω από τα καταστήματα Aldi, προκειμένου να επωφεληθούν από τις σούπερ ευκαιρίες πώλησης προϊόντων, τα στοκ των οποίων είναι περιορισμένα.
  • Στα καταστήματα Aldi δεν υπάρχουν ούτε σακούλες ούτε καροτσάκια -ο πελάτης εξυπηρετείται είτε με ίδια μέσα είτε με μέσα που του προσφέρει η εταιρεία έναντι μικρής επιβάρυνσης. Δεν υπάρχουν όμως ούτε τα κλασικά ράφια. Τα προϊόντα εκτίθενται μέσα στις αρχικές συσκευασίες τους οι οποίες απλώς ανοίγονται (συνηθέστερα πάνω στις παλέτες). Έτσι, σε σύγκριση με τις άλλες λιανεμπορικές επιχειρήσεις, το απαιτούμενο προσωπικό είναι περιορισμένο στο ελάχιστο δυνατό -το ίδιο και οι ταμίες των καταστημάτων.
  • Η έκταση του χώρου πωλήσεων ανά κατάστημα κυμαίνεται μεταξύ 1.000 και 1.500 τμ και φιλοξενεί περί τους 700-1.000 κωδικούς προϊόντων κατά το πρότυπο: μια μάρκα προϊόντος για κάθε είδος, ένας μόνο κωδικός ως προς το μέγεθος. Αυτό όταν το τυπικό σούπερ μάρκετ διαθέτει από 15.000 έως 25.000 κωδικούς προϊόντων.

Η Aldi των φτωχών

Η επιτυχία της αλυσίδας, που ξεκίνησε να αναπτύσσεται το 1948 από την Έσση της Γερμανίας, είναι αναμφισβήτητη σε παγκόσμιο επίπεδο. Μάλιστα είναι η μόνη λιανεμπορική εταιρεία που "κοίταξε στα μάτια" τη Wal-Mart μέσα στις ΗΠΑ.

Η επέκτασή της στην Ελλάδα -φυσικά εκτός απροόπτου- έρχεται σε μια περίοδο όπου οι γνωστοί ανταγωνιστές της στο πεδίο του hard discount διαγκωνίζονται στο ποιος θα εξαπλωθεί γρηγορότερα σε όσες γίνεται περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες όπου η Aldi δεν έχει ακόμα παρουσία. Ωστόσο, ο γερμανικός κολοσσός φαίνεται ότι δεν έχει πει την τελευταία του λέξη. Όπως εκτιμάται, εκμεταλλευόμενος το γεγονός ότι απευθύνεται και στα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα, θα αναπτυχθεί ταχέως στις αγορές της κεντρικής και της ανατολικής Ευρώπης.

ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΜΕΝΟ ΤΟ ΝΕΟ ΕΘΝΙΚΟ ΩΡΑΡΙΟ;

Στην τελική ευθεία για τη θέσπιση του νέου ενιαίου ωραρίου λειτουργίας των εμπορικών καταστημάτων βρίσκεται η κυβέρνηση, χωρίς ωστόσο να διασφαλίζει απόλυτα τον εθνικό του χαρακτήρα.

Μήνες τώρα το καθ' ύλην αρμόδιο υπουργείο και οι φορείς της εμπορικής κοινότητας βρίσκονταν σε διαρκή-άτυπο διάλογο για το νέο πλαίσιο, με τον ΣΕΣΜΕ να ζητά τη διατήρηση του ωραρίου στα ισχύοντα ή τη μικρή επιμήκυνσή του μόνο το Σάββατο, τον Εμπορικό Σύλλογο Αθηνών να τάσσεται κατά της απελευθέρωσης και υπέρ ενός μίνιμουμ χρόνου λειτουργίας της αγοράς, ζητώντας τον καθορισμό του χρόνου έναρξης και λήξης της λειτουργίας των καταστημάτων και τον ΣΕΛΠΕ να επιμένει ότι οι επιχειρήσεις πρέπει να λειτουργούν χωρίς περιορισμούς.

Όλοι φαίνεται πάντως να συμφωνούν σε ένα σημείο, στο νοικοκύρεμα της αγοράς. Η μόνη διαφορά είναι ότι κάθε φορέας αναλύει με διαφορετικό τρόπο την έννοια του «νοικοκυρέματος». Ωστόσο τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο τον έχει η κυβέρνηση, καθώς αυτή ορίζει το πλαίσιο της αρχικής πρότασης που ανακοινώνει στους φορείς της αγοράς και η ίδια λαμβάνει τις τελικές αποφάσεις.

Οι κυβερνητικές προθέσεις

Πώς αντιλαμβάνεται λοιπόν το Υπουργείο Ανάπτυξης το Εθνικό Ωράριο; Σύμφωνα με τα όσα προανήγγειλε πως προτίθεται να εφαρμόσει και τα όσα είχαν ανακοινωθεί μέχρι την έκδοση του τεύχους, οι κύριοι άξονες του νέου πλαισίου έχουν ως εξής:

  • Σε όλη τη χώρα τα εμπορικά καταστήματα θα λειτουργούν μέχρι τις 9:00 το βράδυ από Δευτέρα έως και Παρασκευή, με ελεύθερη έναρξη.

  • Το Σάββατο τα καταστήματα θα λειτουργούν μέχρι τις 6:00 το απόγευμα, ενώ δεν αποκλείεται, εφόσον συμφωνήσει και η αγορά, να υπάρξει παράταση της λειτουργίας τους κατά μία έως δύο ώρες.
  • Τις Κυριακές τα καταστήματα θα παραμένουν κλειστά.
  • Οι κατά τόπους Εμπορικοί Σύλλογοι θα μπορούν να προτείνουν στα μέλη τους περικοπές του ωραρίου, κυρίως κατά τις απογευματινές ώρες και τα Σάββατα, ενώ οι επιχειρηματίες θα είναι ελεύθεροι να αποφασίζουν μεταξύ των ορίων που θα θέσει ο νόμος και των προτάσεων που θα τους γίνονται από τα θεσμοθετημένα όργανα του κλάδου.
  • Οι νομάρχες θα μπορούν, με τη σύμφωνη γνώμη των Εμπορικών Συλλόγων της περιοχής τους, να αποφασίζουν μόνο για την επιμήκυνση του ωραρίου.
  • Κατά δήλωση του υφυπουργού Ανάπτυξης, στον νέο νόμο δεν θα γίνεται αναφορά σε τουριστικές περιοχές.

Προς απελευθέρωση του ωραρίου;

Αξίζει να αναφερθούμε στις διαφορές που θα ισχύουν στο ωράριο, εφόσον οι τελικές ρυθμίσεις δεν θα τροποποιούν επί της ουσίας όσα προαναφέραμε:

  • Τη χειμερινή περίοδο τα καταστήματα θα κλείνουν κατά μία ώρα αργότερα, αφού σήμερα η αγορά τον χειμώνα λειτουργεί έως τις 8:00 το βράδυ.
  • Το Σάββατο θα παραμένουν ανοικτά από μία έως και δύο ώρες παραπάνω, αν τελικά αποφασισθεί η επιμήκυνση του ωραρίου έως τις 7:00 ή τις 8:00 το βράδυ.
  • Σε καμία περιοχή της χώρας δεν θα μπορεί να επιβληθεί ο περιορισμός του χρόνου λειτουργίας των εμπορικών καταστημάτων, αφού οι νομάρχες χάνουν κατά το ήμισυ τη δικαιοδοσία τους όσον αφορά την εξουσιοδότηση βάσει της οποίας μπορούν σήμερα να αποφασίσουν τόσο για την αύξηση όσο και για τη μείωση του ωραρίου.
  • Εφόσον ισχύσει η τοποθέτηση του υφυπουργού για τη μη αναφορά του νόμου στις τουριστικές περιοχές, θα υπάρχει μία ακόμη σημαντική αλλαγή: Έμμεσα το ωράριο θα μπορεί να οδηγηθεί σε απελευθέρωση. Αν για παράδειγμα όλοι οι νομάρχες αποφασίσουν την επιμήκυνση του χρόνου λειτουργίας των εμπορικών καταστημάτων στις περιοχές τους, η αγορά στην πράξη θα περάσει σε καθεστώς απελευθέρωσης του θεσμού. Μένει λοιπόν να προσδιοριστεί αν οι σχετικές αποφάσεις των νομαρχών θα λαμβάνονται κατόπιν γνωμοδότησης των τοπικών φορέων της αγοράς ή με την έγκρισή τους.

ΓΕΝΕΤΙΚΑ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΜΕΝΟΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ : ΚΑΝΕΙΣ ΠΙΑ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΑΓΝΟΕΙ ΤΑ ΜΕΤΑΛΛΑΓΜΕΝΑ

Με την υιοθέτηση αυστηρότερων κανόνων ελέγχου και σήμανσης των γενετικά τροποποιημένων οργανισμών (ΓΤΟ) σε ό,τι αφορά τη γεωργία, τη βιομηχανία και την εισαγωγή τροφίμων και ζωοτροφών, η Ευρώπη και ως εκ τούτου και η Ελλάδα εμφανίζονται θωρακισμένες έναντι των σχετικών βιοτεχνολογικών εφαρμογών. Ωστόσο, παρά το αυστηρό νομοθετικό πλαίσιο και την πανευρωπαϊκή αντίθεση των καταναλωτών στα μεταλλαγμένα προϊόντα, κανείς δεν μπορεί να αγνοεί την ύπαρξή τους, να εμποδίσει τη διακίνησή τους και εν τέλει να τα εξαιρεί από την αλυσίδα της διατροφής.

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, στην Ελλάδα η ύπαρξη γενετικά τροποποιημένων τελικών προϊόντων ανέρχεται στο ποσοστό του 2%-3% επί του συνόλου των διακινούμενων προϊόντων, από το οποίο ένα μικρό μόνο μέρος βρίσκεται στο λιανεμπορικό ράφι προς αγορά και βρώση από τους καταναλωτές, ενώ δεν υφίσταται καμία καλλιέργεια ΓΤΟ.

Η πολιτεία, η βιομηχανία, το εμπόριο αλλά και οι εταιρείες αγροτικής βιοτεχνολογίας παίρνουν θέση στο θέμα των μεταλλαγμένων, το οποίο παρά τις αιτιάσεις των οικολογικών οργανώσεων αποτελεί ένα ζήτημα προβληματισμού.

Η νομοθεσία για τα μεταλλαγμένα προϊόντα

Οι νέοι Ευρωπαϊκοί Κανονισµοί για τα μεταλλαγμένα τρόφιμα και ζωοτροφές, της σήμανσης και της ιχνηλασιμότητάς τους, υιοθετήθηκαν στις 2 Ιουλίου του 2003 από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Τέθηκαν σε ισχύ τον Οκτώβριο του 2003, τροποποιώντας ουσιαστικά το προηγούμενο καθεστώς της σήμανσης και θέτοντας νέους κανόνες σε ό,τι αφορά τη διακίνησή τους στα κράτη-μέλη της ΕΕ. Η εφαρμογή τους ξεκίνησε στις 18 Απριλίου του 2004. Το νέο νομοθετικό πλαίσιο, το οποίο ενσωματώθηκε άμεσα στο εθνικό δίκαιο κάθε χώρας-μέλους της ΕΕ, θέτει πρότυπα παγκόσμιας σημασίας, δεδομένου ότι εφαρμόζεται στην πιο μεγάλη αγορά παγκοσμίως, ενώ οι παράμετροί του θεωρούνται οι αυστηρότερες εν ισχύ διεθνώς.

Σημειώνεται ότι, εκτός από τη σήμανση και τον έλεγχο των τελικών προϊόντων που προορίζονται για κατανάλωση από ανθρώπους, οι νέοι Κανονισμοί θέτουν κανόνες σήμανσης και για τις ζωοτροφές, γεγονός εξαιρετικής σημασίας αν ληφθεί υπ' όψιν ότι η ευρωπαϊκή κτηνοτροφία απορροφά το 80% των συνολικών εισαγωγών σόγιας και καλαμποκιού που πραγματοποιεί η ΕΕ. Χαρακτηριστικό της διαφοροποιημένης ευρωπαϊκής οπτικής για τα μεταλλαγμένα προϊόντα είναι το γεγονός ότι αντίστοιχου είδους σημάνσεις στις ζωοτροφές δεν υπάρχουν στις ΗΠΑ, στον Καναδά και στη Λατινική Αμερική.

Αναλυτικότερα, οι βασικές αρχές της νέας νομοθεσίας ορίζουν ότι:

  • Όλα τα προϊόντα στα οποία εργαστηριακά ανιχνεύεται ότι περιέχουν γενετικά τροποποιημένο υλικό ή προέρχονται από μεταλλαγμένο οργανισμό σε ποσοστό άνω του 0,9% πρέπει να φέρουν ανάλογη σήμανση -σημειώνεται ότι προηγουμένως το όριο ήταν 1%. Σε κάθε περίπτωση η συγκεκριμένη ρήτρα αφορά τους εγκεκριμένους προς εισαγωγή γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς, οι οποίοι εμπεριέχονται στον κατάλογο του Κανονισμού 1829/2003. Για τους μη εγκεκριμένους η σήμανση είναι πέρα από κάθε ανίχνευση απολύτως απαραίτητη.
  • Η σήμανση απαιτείται ακόμα και στις περιπτώσεις που το μεταλλαγμένο DNA δεν ανιχνεύεται εργαστηριακά, όπως συμβαίνει με τα παράγωγα προϊόντα (έλαια, άλευρα, λεκιθίνη κτλ).
  • Η σήμανση αφορά και τις ζωοτροφές που περιέχουν ή προέρχονται από γενετικά τροποποιημένα συστατικά.

Σημαντική προσθήκη στην ευρωπαϊκή νομοθεσία αποτελεί το σύστημα της "ιχνηλασιμότητας", το οποίο δεν αφορά μόνον την υπόθεση των γενετικά τροποποιημένων συστατικών των τροφίμων, αλλά περιλαμβάνει το σύνολο των κανόνων για τη διατροφική ασφάλεια. Σύμφωνα µε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή "η ιχνηλασιμότητα ορίζεται ως η ικανότητα να ανιχνεύονται οι μεταλλαγμένοι οργανισμοί και τα παραγόμενα από αυτούς προϊόντα σε όλα τα στάδια της παραγωγικής και τροφικής αλυσίδας, διευκολύνοντας τους ελέγχους και τη δυνατότητα απόσυρσης των προϊόντων αν καταστεί αναγκαίο. Το σύστημα της ιχνηλασιμότητας έχει σχεδιασθεί για να διευκολύνει την ακριβή σήμανση των τελικών προϊόντων, µε σκοπό να παράσχει τα μέσα για εποπτεία και ελέγχους της σήμανσης".

Το σύστημα της ιχνηλασιμότητας επιβάλλει σε αυτούς που εισάγουν στην αγορά εγκεκριμένα μεταλλαγμένα προϊόντα να ενημερώνουν εγγράφως τους παραλήπτες τους σχετικά µε το γεγονός ότι το προϊόν τους περιέχει ή προέρχεται από ή παράγεται από μεταλλαγμένους οργανισμούς, καθώς και για τους ειδικούς κωδικούς που αφορούν την ταυτότητα κάθε μεταλλαγμένου προϊόντος. Αυτή η πληροφορία πρέπει να μεταβιβάζεται σε κάθε επόμενο παραλήπτη του προϊόντος ως τον καταναλωτή του. Τα στοιχεία των συναλλαγών πρέπει να κρατούνται από τους υπευθύνους για μια περίοδο πέντε χρόνων.

Τι επιτρέπεται και τι συμβαίνει στην ΕΕ

Αναφορικά με την εισαγωγή προϊόντων στα κράτη-μέλη της ΕΕ ο κατάλογος των εγκεκριμένων μεταλλαγμένων σπόρων, πρώτων υλών ή παραγωγών αυτών είναι σχετικά περιορισμένος και επικεντρώνεται στα είδη σόγιας, καλαμποκιού, ελαιοκράμβης (κυρίως για την παραγωγή ζωοτροφών) και βαμβακιού. Σε ό,τι αφορά ωστόσο την καλλιέργεια τα όρια είναι ακόμη πολύ περιορισμένα, δεδομένου του ότι επιτρέπεται η καλλιέργεια 17 και μόνον γενετικά τροποποιημένων υβριδίων καλαμποκιού στα εδάφη της ΕΕ. Σύμφωνα με τα στοιχεία των εισαγωγών, το 80% των εισαγόμενων μεταλλαγμένων πρώτων υλών (κυρίως σόγιας) απορροφάται για την παραγωγή ζωοτροφών.

Σύμφωνα με άλλη πρόσφατη μελέτη (στοιχεία του Ελληνικού Συνδέσμου Αγροτικής Βιοτεχνολογίας – ΕΣΑΒ), το 75% της κατανάλωσης σόγιας στην Ευρώπη αφορά σε γενετικά τροποποιημένο προϊόν.

Όσον αφορά την καλλιέργεια για εμπορικούς σκοπούς -πάντα στο πλαίσιο των κανόνων που θέτει η κοινοτική νομοθεσία και μεταξύ των εγκεκριμένων κατηγοριών υβριδίων- μόνον η Ισπανία φαίνεται να έχει υιοθετήσει μέχρι στιγμής την πρακτική της γενετικά τροποποιημένης καλλιέργειας, διαθέτει δε σε αυτήν περίπου το 10% του συνόλου της έκτασης των καλλιεργειών καλαμποκιού.

Τι συμβαίνει στην Ελλάδα

Σύμφωνα με την επίσημη διαβεβαίωση των αρμόδιων αρχών του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, καμία γενετικά τροποποιημένη καλλιέργεια για εμπορικούς σκοπούς δεν έχει πραγματοποιηθεί στην Ελλάδα, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από τον Ελληνικό Σύνδεσμο Αγροτικής Βιοτεχνολογίας (ΕΣΑΒ). Mε την επιβολή του moratorium σε ευρωπαϊκό επίπεδο, σε ό,τι αφορά τις μεταλλαγμένες καλλιέργειες, οι ελάχιστες άδειες πειραματισμού που είχαν χορηγηθεί από το ΥΠΕΧΩΔΕ την περίοδο 1997-98 δεν συνεχίστηκαν, σε αντίθεση με τις άλλες χώρες της ΕΕ όπου η διενέργεια τέτοιων πειραμάτων συνεχίστηκε για τις κυριότερες καλλιέργειες κάθε χώρας.

Όσον αφορά τις υποθέσεις "επιμόλυνσης" των συμβατικών καλλιεργειών, που απασχόλησαν τις αρχές προ διετίας, το υπουργείο υπενθυμίζει ότι ανιχνεύτηκαν απειροελάχιστες ενδείξεις μεταλλαγμένων σπόρων σε μείγμα συμβατικής ποικιλίας. Το φαινόμενο, εκτός από περιορισμένο, δεν θεωρήθηκε επιστημονικά και πρακτικά ικανό να καταστήσει τις συμβατικές καλλιέργειες ευάλωτες σε "επιμολύνσεις" από γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς.

Ως προς τις εισαγωγές γενετικά τροποποιημένων τροφίμων και ζωοτροφών, το υπουργείο -ειδικότερα ο τομέας βιοτεχνολογίας- έχει δημιουργήσει μηχανισμούς σχετικά με τον έλεγχο κατά την εισαγωγή, ενώ για την εσωτερική διακίνηση αρμόδιος για τους σχετικούς ελέγχους είναι ο ΕΦΕΤ.

Σύμφωνα με τα μέχρι τώρα στοιχεία αναφορικά με τα εισαγόμενα τρόφιμα, οι δημόσιες αρχές διαπιστώνουν ελάχιστες εισαγωγές κυρίως από χώρες εκτός ΕΕ. Αν και δεν διαθέτουν συγκριτικά στοιχεία σε σχέση με τις εισαγωγές των συμβατικών προϊόντων για κατανάλωση από ανθρώπους -δεδομένου ότι η νέα νομοθεσία διαμορφώνει και νέους κανόνες ορισμού της μεταλλαγμένης τροφής-, διαβεβαιώνουν ότι πρόκειται για απειροελάχιστη ποσότητα, η οποία ούτως ή άλλως χαρακτηρίζεται κατά την εισαγωγή και συνοδεύεται από σήμανση.

Στις ζωοτροφές το ποσοστό των εισαγόμενων γενετικά τροποποιημένων καρπών (σόγια, καλαμπόκι, ελαιοκράμβη) είναι σαφώς υψηλότερο, αλλά υπολείπεται σημαντικά του ευρωπαϊκού μέσου όρου (όπου το 80% των διακινούμενων ΓΤΟ αφορούν ζωοτροφές). Επισήμως η αρμόδια αρχή του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, δεν διαθέτει συγκριτικά στοιχεία έναντι των εισαγωγών συμβατικών ζωοτροφών. Σύμφωνα με πληροφορίες και εκτιμήσεις, το ποσοστό των εισαγόμενων γενετικά τροποποιημένων ζωοτροφών αγγίζει το 50% έναντι των εισαγόμενων συμβατικών. Σημειώνεται ωστόσο ότι οι εισαγόμενες ζωοτροφές αποτελούν ούτως ή άλλως μικρό κομμάτι επί της συνολικής κατανάλωσης στην εγχώρια κτηνοτροφία.

ΕΦΕΤ: Μικρή διείσδυση στη χώρα μας

Σύμφωνα με τον κ. Νίκο Κατσαρό, πρόεδρο του ΕΦΕΤ, οι έλεγχοι που πραγματοποιήθηκαν μετά την επίσημη υιοθέτηση της νέας αυστηρότερης κοινοτικής νομοθεσίας (18-04-2004) έως σήμερα αποδεικνύουν μικρή διείσδυση προϊόντων που φέρουν ίχνη μεταλλαγμένου υλικού άνω του 0,9%.

Ειδικότερα, ο ΕΦΕΤ προέβη σε δειγματοληπτικούς ελέγχους με την αρωγή των εργαστηριακών μελετών του Γενικού Χημείου του Κράτους, αλλά και μέσω του συστήματος της ιχνηλασιμότητας (της πιστοποίησης μέσω παραστατικών). Σύμφωνα με τα αποτελέσματα των ελέγχων, σε ποσοστό 97% τα δείγματα αντιστοιχούσαν σε συμβατικά προϊόντα. Στο υπόλοιπο το 3%, όπου εντοπίστηκαν ίχνη μεταλλαγμένων υλικών, κατά τον μέγιστο βαθμό αυτά αφορούσαν παράγωγα μεταλλαγμένων οργανισμών (άλευρα, έλαια) και όχι συστατική μεταλλαγμένη ύλη. Ήδη ο ΕΦΕΤ έχει διαπιστώσει την κυκλοφορία 130 αγαθών καθημερινής διατροφής που, εντοπιζόμενα κυρίως μέσω του συστήματος της ιχνηλασιμότητας, έχουν χαρακτηριστεί ως μεταλλαγμένης σύστασης και φέρουν ήδη τη σχετική σήμανση. Επιπλέον ο ΕΦΕΤ καταρτίζει ήδη Μητρώο Επιχειρήσεων που εισάγουν, διακινούν, συσκευάζουν ή παράγουν προϊόντα μεταλλαγμένης σύστασης.

Δεδομένου ότι ήδη σε κάποιες ευρωπαϊκές αγορές η συμβατική βιομηχανία τροφίμων σπεύδει να σημάνει ως μη μεταλλαγμένα τα τελικά προϊόντα της, στο πλαίσιο της όξυνσης του ανταγωνισμού στο επίπεδο της ασφάλειας τροφίμων, ο κ. Κατσαρός επισημαίνει ότι νομοθετικά τουλάχιστον η ΕΕ έχει σαφώς τοποθετηθεί για τη σήμανση μόνον των μεταλλαγμένων και όχι για το αντίστροφο. Ωστόσο, συμπληρώνει ότι αναμένεται να λάβει θέση με ειδικό κανονισμό, ώστε από το 2005 να αποφευχθεί ο "ανταγωνισμός τις ετικέτας".

Όσον αφορά την ελληνική αγορά, ο κ. Κατσαρός δηλώνει ότι έχουν παρατηρηθεί μεμονωμένες περιπτώσεις σήμανσης "καθαρού" προϊόντος. Αναφέρει χαρακτηριστικά κάποιες περιπτώσεις βιολογικών προϊόντων (που εξ ορισμού δεν μπορούν να είναι μεταλλαγμένα), τα οποία έφεραν σήμανση-ετικέτα που δήλωνε ότι δεν είναι γενετικά τροποποιημένα. Εκτός από τις περιπτώσεις όπου βιομηχανίες υιοθετούν τη μέθοδο πιστοποίησης και διασφάλισης του προϊόντος μέσω ιχνηλασιμότητας (πχ ΔΕΛΤΑ), δεν έχει παρατηρηθεί σήμανση μη μεταλλαγμένου προϊόντος από την εγχώρια βιομηχανία.

 

ΕΛΑΙΟΛΑΔΟ : ΑΝΕΒΑΙΝΕΙ ΤΟ ΤΥΠΟΠΟΙΗΜΕΝΟ

Δέσμια του χύμα προϊόντος παραμένει η κατηγορία του ελαιολάδου στη χώρα μας, καθώς η ελληνική αγορά διατηρεί μια ιδιόμορφη δομή σε ό,τι αφορά τη διακίνηση του προϊόντος. Το μεγαλύτερο ποσοστό της παραγωγής -περί το 70%- διακινείται σε ανώνυμη, χύμα μορφή, ενώ περίπου 45.000-50.000 τόνοι σχετίζονται με την παραγωγή που προορίζεται για ιδιοκατανάλωση.

Η Ελλάδα κατέχει τη μεγαλύτερη κατά κεφαλή κατανάλωση ελαιολάδου στον κόσμο, με περίπου 14-15 κιλά ετησίως, ενώ ακολουθεί η Ιταλία με 12 κιλά και η Ισπανία με 7. Στη χώρα μας όμως, σε αντίθεση με τις προαναφερόμενες χώρες, η ποσότητα του ελαιολάδου το οποίο διακινείται μέσω του λιανεμπορίου, τυποποιημένο και επώνυμο, αντιστοιχεί ακόμη σε μικρό ποσοστό της συνολικής παραγωγής. Στα μεγάλα αστικά κέντρα, όπου κατά κύριο λόγο απευθύνεται το χύμα ελαιόλαδο, εκτιμάται ότι καταναλώνονται περίπου 100.000 τόνοι, εκ των οποίων τα 2/3 είναι χύμα.

Με βάση τον κοινοτικό κανονισμό 1019/2002 που ισχύει από τον Νοέμβριο του 2003, απαγορεύεται η διακίνηση χύμα, ανώνυμου προϊόντος. Στελέχη των εταιρειών τυποποίησης ελαιολάδου εκτιμούν ότι θεωρητικά η κατανάλωση του τυποποιημένου ελαιολάδου είναι δυνατόν να υπερδιπλασιαστεί, εφόσον πειστεί ο καταναλωτής ότι αγοράζοντας χύμα προϊόν δεν είναι σε θέση να ελέγξει την ποιότητά του και ότι το χύμα μπορεί να είναι επιβλαβές για την υγεία του, λόγω νοθείας.

Προς αυτή την κατεύθυνση επικεντρώνεται η ενημερωτική καμπάνια προώθησης του τυποποιημένου ελαιόλαδου που πραγματοποιεί ο ΣΕΒΙΤΕΛ με τη συγχρηματοδότηση της ΕΕ και του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Η τελευταία καμπάνια πραγματοποιήθηκε την περίοδο Νοεμβρίου 2003-Οκτωβρίου 2004, ενώ άμεσα αναμένεται η έναρξη νέου τριετούς προγράμματος ενημέρωσης.

Ανταποκρίνεται όμως ο καταναλωτής στην ενημερωτική καμπάνια; Σύμφωνα με στοιχεία του ΣΕΒΙΤΕΛ, η τελευταία καμπάνια έγινε αποδεκτή από το 75% του κοινού στο οποίο απευθύνθηκε.

Πόσο στοιχίζει στις εταιρείες το χύμα

Στέλεχος μεγάλης εταιρείας του κλάδου εκτίμησε ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να αλλάξει άμεσα συνήθειες ο καταναλωτής και να σταματήσει -ή έστω περιοριστεί- η διακίνηση του χύμα προϊόντος. Άλλωστε, υπενθύμισε, το τυποποιημένο προϊόν στην ελληνική αγορά μετράει μόλις τρεις ως τέσσερις δεκαετίες παρουσίας. Ο ίδιος πρόσθεσε ότι απαιτείται τουλάχιστον μια πενταετία προκειμένου σταδιακά να πειστεί μερίδα των καταναλωτών να στραφεί στο τυποποιημένο. «Η ενημέρωση αποδίδει μεν αλλά απαιτεί πολύ χρόνο. Σύμφωνα με αισιόδοξες εκτιμήσεις, το τυποποιημένο προϊόν θα μπορέσει να κατακτήσει επιπλέον μερίδιο, ύψους 5.000-10.000 τόνων, εντός μιας πενταετίας», επισημαίνει. Πάντως, οι μεγάλες εταιρείες εντείνουν τις προσπάθειές τους προς αυτή την κατεύθυνση, καθώς υπολογίζεται ότι η διακίνηση χύμα προϊόντος οδηγεί σε απώλειες τζίρου ύψους 150-200 εκατ. ευρώ ετησίως. Εκπρόσωποι των αλυσίδων σούπερ μάρκετ εκτιμούν όμως ότι οι μεγάλες εταιρείες του κλάδου μπορούν να συμβάλλουν περισσότερο στην ενημέρωση του καταναλωτή, καθώς μόνο η δική τους προσπάθεια δεν επαρκεί. «Ανεξάρτητα από τις προσπάθειες του ΣΕΒΙΤΕΛ ή την ενημέρωση στα ράφια, οι εταιρείες πρέπει να φροντίσουν περισσότερο για την εκπαίδευση του καταναλωτή, ενημερώνοντάς τον για τους κινδύνους του χύμα προϊόντος, αλλά και για τις διαφορές των υποκατηγοριών του τυποποιημένου», επισημαίνουν.

Εικόνα 2004 – Εκτιμήσεις 2005

Το 2004 μπορεί να θεωρηθεί θετική χρονιά για το τυποποιημένο ελαιόλαδο, καθώς οι πωλήσεις του αυξήθηκαν κατά μέσο όρο κατά 8%. Σε κάποιες περιόδους μάλιστα και σε κάποιες αλυσίδες σούπερ μάρκετ η αύξηση αυτή αντιστοιχεί έως 13%. Η άνοδος αυτή των πωλήσεων εκτιμάται ότι δεν μπορεί να αποδοθεί μόνο σε επιτυχία της καμπάνιας του ΣΕΒΙΤΕΛ. Σε περιόδους όπου η συνολική παραγωγή είναι μικρή, επισημαίνεται από στελέχη της αγοράς, ο παραγωγός δεν διαθέτει επιπλέον προϊόν ώστε να πουλήσει στην αγορά σε χύμα μορφή. Το αντίθετο συμβαίνει όταν η παραγωγή είναι μεγάλη. Με αυτά τα δεδομένα, το 2004 ήταν καλή χρονιά και το 2005, σύμφωνα με τις έως τώρα ενδείξεις, εκτιμάται ότι θα είναι εξίσου καλή για το τυποποιημένο ελαιόλαδο. Πάντως κύριος «εχθρός» του τυποποιημένου ελαιολάδου είναι οι μικροί παραγωγοί (λιγότερα από 1.000 κιλά ετησίως), οι οποίοι δύσκολα μπορούν να ελεγχθούν.

Υποδοχή του 2005 με… χαμηλές τιμές

Το ελαιόλαδο συμμετέχει στον δείκτη τιμών καταναλωτή. Σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα στοιχεία του Υπουργείου Ανάπτυξης, η τιμή του ελαιολάδου αυξήθηκε κατά 14,6% τον Δεκέμβριο του 2004 σε σύγκριση με τον Δεκέμβριο του 2003 και κατά 26,6% σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μήνα του 2001. Στελέχη της αγοράς επισημαίνουν ότι η σύγκριση τιμών ανά έτος δεν δίνει την αντιπροσωπευτική εικόνα της κατάστασης που επικρατεί στην αγορά, καθώς η τιμή του προϊόντος παρουσιάζει σημαντική αυξομείωση κάθε χρόνο ανάλογα με την παραγωγή.

Από τις 10 Ιανουαρίου, πάντως, οι μεγάλες εταιρείες μείωσαν την τιμή του προϊόντος κατά 4,5%. Ωστόσο, το ελαιόλαδο παραμένει ένα ακριβό προϊόν και η τιμή του επηρεάζει σημαντικά την επιλογή του προϊόντος.

Καταναλωτική συμπεριφορά

Η τιμή και η ποιότητα του ελαιολάδου είναι τα δύο βασικά κριτήρια βάσει των οποίων ο καταναλωτής επιλέγει το προϊόν. Η μείωση της αγοραστικής δύναμης των ελληνικών νοικοκυριών τα τελευταία χρόνια έχει επηρεάσει σημαντικά τις πωλήσεις της κατηγορίας: ενδεικτικά, έχουν αυξηθεί οι πωλήσεις του πυρηνέλαιου -πράγμα που αποδίδεται στην οικονομική στενότητα που μαστίζει τα νοικοκυριά. Το κύριο χαρακτηριστικό της αγοράς είναι ότι παρατηρείται μια πόλωση των προτιμήσεων των καταναλωτών, και ως εκ τούτου αυξάνονται οι πωλήσεις των δύο διαμετρικά αντίθετων υποκατηγοριών, δηλαδή του ελαιολάδου της ανώτερης και αντίστοιχα της κατώτερης ποιότητας. Η καταναλωτική τάση είναι υπέρ του εξαιρετικού παρθένου ελαιόλαδου, αλλά δεν εκδηλώνεται με ιδιαίτερα έντονους ρυθμούς. Η υποκατηγορία αυτή εκτιμάται ότι αντιστοιχεί περίπου στο 35% των συνολικών πωλήσεων του τυποποιημένου ελαιόλαδου. Το κουπέ ελαιόλαδο εκτιμάται ότι κατέχει μερίδιο περίπου 55%, ενώ το πυρηνέλαιο περίπου 10%-11%. Με διψήφιους ρυθμούς αναπτύσσεται και η κατηγορία του βιολογικού ελαιόλαδου, τα μερίδια του οποίου όμως είναι ακόμη μικρά (κάτω του 2%-3%).

Οι περισσότεροι καταναλωτές θεωρούν ότι γνωρίζουν τις διαφορές μεταξύ των διαφόρων υποκατηγοριών και ποιοτήτων του ελαιόλαδου, κάτι που στην πραγματικότητα δεν ισχύει, παρά μόνο για μικρή μερίδα αυτών. Επίσης δεν μπορούν να ξεχωρίσουν εύκολα το καλό λάδι. Πολλοί καταναλωτές για παράδειγμα θεωρούν ότι όταν το ελαιόλαδο «καίει» έχει αυξημένη οξύτητα, μια αντίληψη απλοϊκή και μύθος υπό κατάρριψη.

Κύρια κριτήρια για την επιλογή του προϊόντος είναι, εκτός της τιμής και της ποιότητας, το χρώμα, η γεύση αλλά και -σε μικρότερο βαθμό- η συσκευασία. Η μάρκα παίζει επίσης σημαντικό ρόλο στην επιλογή του προϊόντος.

Μικροί παραγωγοί – μικρή παρουσία

Μόνιμο πρόβλημα των μικρών παραγωγών είναι η δυσκολία τοποθέτησης του προϊόντος τους στις αλυσίδες. Εκπρόσωποι των αλυσίδων επισημαίνουν ότι συνεργάζονται με τους μικρούς παραγωγούς σε τοπικό επίπεδο, καθώς ο αριθμός τους είναι πολύ μεγάλος, ενώ δεν μπορούν να συμπεριλαμβάνουν όλα τα τοπικά προϊόντα στα ράφια, εκτοπίζοντας τις μεγάλες μάρκετ που έχουν εξασφαλίσει επώνυμη ζήτηση. Πάντως, χαρακτηριστικό της κατηγορίας είναι ότι λιγότερες από δέκα μάρκες διαθέτουν πανελλαδική παρουσία, ενώ οι υπόλοιπες διακινούνται μόνο τοπικά.

Ικανοποιητική ανάπτυξη των private label

Τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας στην κατηγορία διαθέτουν σημαντική παρουσία και έχουν έντονα αυξητικές τάσεις. Οι περισσότερες αλυσίδες διαθέτουν pl στην κατηγορία του ελαιόλαδου, με ικανοποιητικά μερίδια και σημαντικό τον ρυθμό της ανάπτυξής τους -το μερίδιό τους κυμαίνεται μεταξύ 6% και 10% ανάλογα με την αλυσίδα. Στόχος των αλυσίδων είναι να δημιουργήσουν, μέσω της προώθησης ποιοτικού προϊόντος, σχέσεις εμπιστοσύνης με τον καταναλωτή. Γι’ αυτό και από ορισμένες αλυσίδες λανσαρίστηκαν νέα προϊόντα στην κατηγορία, τα οποία έχουν ήδη κατακτήσει υψηλά μερίδια.

Ανοιχτή πληγή οι εισαγωγές

Αλυσίδα hard discount της ελληνικής αγοράς διακινεί και τυποποιημένο ισπανικό λάδι. Οι εισαγωγές ελαιολάδου από άλλες χώρες προβληματίζουν έντονα τα στελέχη του χώρου, που όπως επισημαίνουν, το ελληνικό ελαιόλαδο υπερτερεί ποιοτικά και ο Έλληνας καταναλωτής το προτιμά διότι διατηρεί μαζί του παραδοσιακά ισχυρούς δεσμούς. Ωστόσο οι συγκεκριμένοι δεσμοί σταδιακά μπορεί να χαλαρώσουν, ενώ και ο καταναλωτής συχνά μπορεί να μην αντιλαμβάνεται τις διαφορές μεταξύ του ελληνικού και του εισαγόμενου προϊόντος. Σε συνδυασμό με την οικονομική στενότητα των νοικοκυριών, ιδιαίτερα στα μεγάλα αστικά κέντρα, είναι δυνατό τα εισαγόμενα προϊόντα να αποσπάσουν μικρά έστω μερίδια.

Από την άλλη πλευρά, η αγορά προβληματίζεται και με τις χαμηλές τιμές κάποιων προϊόντων, αναφορικά με την προέλευσή τους. «Ο ανταγωνισμός είναι ευπρόσδεκτος», επισημαίνεται από στελέχη της αγοράς, που τονίζουν ότι η άνοδος των pl αλλά και η εισαγωγή προϊόντων από άλλες χώρες αποτελούν μια πρόκληση για τις βιομηχανίες οι οποίες καλούνται να δώσουν ποιοτικές και καινοτόμες λύσεις στην κατηγορία. Παράλληλα, εκτιμάται ότι η πίεση που θα ασκήσουν τα pl τα επόμενα χρόνια θα δημιουργήσει προβλήματα κατά κύριο λόγο στους μικρούς παραγωγούς.

Προωθητικές ενέργειες

Η κατηγορία υποστηρίζεται έντονα με προωθητικές ενέργειες στα σούπερ μάρκετ, αν και δεν επικρατεί η ένταση των προσφορών που χαρακτηρίζει άλλες κατηγορίες. Εκτιμάται ωστόσο ότι σταδιακά η ένταση των προσφορών θα αυξηθεί. Ώθηση σε αυτό δίνει η -κυρίως πρόσφατη- τάση του καταναλωτή να εντοπίζει και να αγοράζει προϊόντα σε προσφορά καθώς τελευταία είναι έντονα προβαλλόμενο το ζήτημα της ακρίβιας των αγαθών.

Οι επιπτώσεις της διακίνησης χύμα ελαιολάδου

Καθηλωμένος στη διακίνηση χύμα ελαιολάδου παραμένει ο κλάδος της ελαιοκομίας στην Ελλάδα παρά την τεράστια οικονομική και κοινωνική του βαρύτητα για τη χώρα μας: στον κλάδο εμπλέκονται περισσότεροι από 350.000 ελαιοπαραγωγοί, ενώ η αξία του προϊόντος ανέρχεται σε περίπου 1,5 δισ. ευρώ.

Σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τυποποίησης Ελαιόλαδου (Οκτώβριος 2004), η εσωτερική κατανάλωση -σε σύνολο 133.000 τόνων- κατανέμεται ως εξής: το τυποποιημένο/επώνυμο ελαιόλαδο ανέρχεται σε περίπου 38.000 τόνους (με μέση τιμή καταναλωτή 4,60 ευρώ), το χύμα (16κιλο) σε 50.000 τόνους (με μέση τιμή καταναλωτή 3,60 ευρώ), ενώ η ιδιοκατανάλωση ανέρχεται σε περίπου 45.000 τόνους. Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, το χύμα ελαιόλαδο πωλείται σε ποσοστό περίπου 10% άμεσα από τους ελαιοπαραγωγούς και σε ποσοστό περίπου 90% από το πλανόδιο παραεμπόριο ή μέσω άλλων καναλιών διάθεσης. Η συνολική αξία των πωλήσεων χύμα ελαιολάδου υπερβαίνει τα 150 εκατ. ευρώ.

Η διακίνηση του χύμα, μη ελεγμένου και αμφιβόλου ποιότητας ελαιόλαδου, έχει σύμφωνα με το ΣΕΒΙΤΕΛ επιπτώσεις σε πολύ σημαντικούς τομείς. Ειδικότερα:

  • Οι ελαιοπαραγωγοί συνολικά υφίστανται μια σημαντική μείωση εισοδήματος από την απώλεια της προστιθέμενης αξίας λόγω του παραεμπορίου και της νοθείας, η οποία υπολογίζεται σε 80 εκατ. ευρώ.
  • Οι απώλειες δημοσίων εσόδων λόγω φοροαποφυγής (εισοδήματος και κερδών) υπερβαίνουν ετησίως τα 50 εκατ. ευρώ, από τα οποία υπολογίζεται ότι τα 20 εκατ. αφορούν μόνο στην αποφυγή καταβολής ΦΠΑ.
  • Η υποκατάσταση του χύμα από το τυποποιημένο και η διεύρυνση του κύκλου εργασιών των βιομηχανιών θα οδηγήσει, σύμφωνα με υπολογισμούς, στη δημιουργία 2.500-3.000 θέσεων εργασίας.
  • Προβλήματα δημιουργούνται και στις ελληνικές εξαγωγές. Στον χώρο των εξαγωγών η σχέση των ποσοτήτων του χύμα (με προορισμό κυρίως την Ιταλία) προς το τυποποιημένο υπερβαίνει σταθερά το 12:1. Η κατάσταση αυτή συνδέεται άμεσα με την ανεπαρκή βάση της βιομηχανίας τυποποίησης στην εσωτερική αγορά, άρα και την ανυπαρξία του απαιτούμενου πλεονάσματος που πρέπει να επενδυθεί για την προώθηση του προϊόντος στις διεθνείς αγορές. Η Ιταλία και η Ισπανία που έλυσαν εγκαίρως το θέμα του χύμα ελαιόλαδου, τονίζει ο ΣΕΒΙΤΕΛ, κατόρθωσαν να επιβληθούν στις διεθνείς αγορές: η Ιταλία κατέχει μερίδιο 70% στο παγκόσμιο εμπόριο τυποποιημένου ελαιολάδου και η Ισπανία 15%, με αυξητικές τάσεις, ενώ η Ελλάδα έχει μερίδιο μόλις 3%, το οποίο είναι μάλιστα πτωτικό.

ΚΡΑΣΙ : "ΕΥΦΡΑΙΝΕΙ ΚΑΡΔΙΑΝ" ΚΑΙ ΟΧΙ ΜΟΝΟΝ

Οι σταθεροποιητικές τάσεις που εμφανίζει τα τελευταία χρόνια η εγχώρια αγορά του κρασιού, όπως εκτιμάται, θα επιβεβαιωθούν και φέτος. Η ετήσια κατά κεφαλή κατανάλωση του προϊόντος, ενώ πριν 10-15 χρόνια ήταν 30-32 λίτρα, τα τελευταία χρόνια είναι περίπου 27 λίτρα και εμφανίζεται συνεχώς μειούμενη, γεγονός που αποδίδεται αφενός στη μείωση της ελληνικής παραγωγής κρασιού και αφετέρου στην οικονομική κρίση, που ωθεί τους καταναλωτές στον περιορισμό των βραδινών εξόδων και στην αύξηση της οικιακής κατανάλωσης κρασιού χαμηλής κυρίως τιμής.

Το μέγεθος της συνολικής εγχώριας αγοράς κρασιού (κρύας και ζεστής) είναι δύσκολο να υπολογιστεί με ακρίβεια, δεδομένου ότι η καταγραφή των πωλήσεων από το κανάλι της κάβας είναι ελλιπής -σημειώνεται ότι πάνω από το 90% των πωλήσεων από τις κάβες αφορούν την κρύα αγορά.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις, το κρασί που διακινείται χύμα αντιστοιχεί περίπου στο 60% της συνολικής κατανάλωσης, με τάση συρρίκνωσης του μεριδίου του υπέρ του εμφιαλωμένου. Στέλεχος εταιρείας που δραστηριοποιείται στον κλάδο, σκιαγραφώντας τα χαρακτηριστικά της αγοράς του προϊόντος, ανέφερε ότι η εικόνα της είναι αντίστοιχη εκείνης του ελαιόλαδου από την άποψη της αλληλεξάρτησης του χύμα και του εμφιαλωμένου προϊόντος. Στο πλαίσιο αυτό τις χρονιές που η οινοπαραγωγή είναι μειωμένη αυξάνονται οι πωλήσεις του εμφιαλωμένου κρασιού.

Το σούπερ μάρκετ αξιοποιεί την κατηγορία;

Σταδιακά τα τελευταία χρόνια αυξάνει το μερίδιο των σούπερ μάρκετ στη διανομή του κρασιού, αλλά η εικόνα που παρουσιάζει η κατηγορία από άποψη ανάπτυξης σε κάθε αλυσίδα συναρτάται με τα ειδικότερα χαρακτηριστικά της πολιτικής της σε σχέση με τον ρόλο του προϊόντος στα ράφια της. Όπως επισημαίνουν στελέχη του κλάδου των οινοποιών, σε μεγάλο αριθμό οι αλυσίδες αφενός δεν έχουν αξιοποιήσει πλήρως τις δυνατότητες ανάπτυξης της κατηγορίας και αφετέρου υστερούν σε επίπεδο οργάνωσης. Σε αυτό συντελεί και το γεγονός ότι στην κατηγορία δραστηριοποιείται πληθώρα οινοποιών, τα μερίδια των οποίων είναι πολύ μικρά. Ακόμη και των μεγάλων παραγωγών τα μερίδια δεν υπερβαίνουν το μέγεθος του 10%, επομένως χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια εκ μέρους του λιανεμπορίου προκειμένου να επιτευχθεί μια σύνθεση κωδικών στην κάβα του κρασιού αντιπροσωπευτική της ελληνικής οινοπαραγωγής.

Το όνομα της Α-Β Βασιλόπουλος είναι από τα πρώτα στη λίστα των αλυσίδων που δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στην προβολή και προώθηση της κατηγορίας. Στο πλαίσιο αυτό η αλυσίδα δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα στην εκπαίδευση τόσο των καταναλωτών όσο και των στελεχών της. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι στο κατάστημά της στο Ελληνικό ο καταναλωτής έχει πρόσβαση μέσω ενός touch-screen σε ποικίλες πληροφορίες σχετικά με την τιμή του προϊόντος, τις ποικιλίες του, την κατάλληλη θερμοκρασία για το σερβίρισμα, τα τρόφιμα με τα οποία είθισται να συνοδεύεται κά. Τέτοιες φιλόδοξες προσπάθειες, όπως αυτή της ΑΒ Βασιλόπουλος, αναμφισβήτητα συμβάλλουν στη βελτίωση της εκπαίδευσης του καταναλωτή, η οποία, ωστόσο, κατά γενική ομολογία, υστερεί.

Η τιμή, η μόδα και η οινοποσία

Ο παράγοντας "τιμή" διαδραματίζει τον σημαντικότερο ρόλο στην επιλογή του προϊόντος. Σήμερα, εποχή κατά την οποία στο σύνολό τους τα νοικοκυριά έχουν περιορίσει κατά πολύ τις δαπάνες τους, παρατηρείται μια πόλωση στη ζήτηση: η μεγαλύτερη μερίδα των καταναλωτών εμφανίζει μεγάλη ευαισθησία στο θέμα της τιμής και επιλέγει το προϊόν βάσει αυτής, ενώ όσοι δεν επηρεάζονται από τον παράγοντα "τιμή" είναι αυτοί που κρατούν σταθερό το μερίδιο των ακριβών κρασιών, των οποίων δηλαδή η λιανική τιμή ανέρχεται στα 10-12 ευρώ.

Την καταναλωτική συμπεριφορά επηρεάζει και ένας εξίσου σημαντικός παράγοντας, η μόδα. Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνεται, εφόσον ένα κρασί λανσαριστεί σωστά στα εστιατόρια και "γίνει μόδα", αγοράζεται και από τα σούπερ μάρκετ ανεξαρτήτως τιμής.

Στην επιλογή του προϊόντος παίζει ρόλο και η συχνότητα της κατανάλωσης του προϊόντος: αν επί παραδείγματι ο καταναλωτής πίνει σε καθημερινή βάση, αναζητά περισσότερο οικονομικά προϊόντα και που διατηρούν καλή σχέση ποιότητας-τιμής (value for money). Αντίθετα, όταν κάποιος πίνει μία φορά την εβδομάδα ή αγοράζει κρασί ως δώρο είναι διατεθειμένος να πληρώσει περισσότερα χρήματα.

Πάντως, άγνωστη στους Έλληνες διαδικασία είναι εκείνη της παλαίωσης του κρασιού. Σύμφωνα με σχετικές έρευνες, το 99% των κρασιών που αγοράζονται στην Ελλάδα καταναλώνονται άμεσα, σε αντίθεση με τη Γαλλία όπου οι καταναλωτές πίνουν κρασί που έχουν αγοράσει πολλά χρόνια πριν, καθώς είναι μυημένοι στη γοητευτική τέχνη της παλαίωσης στην οικιακή κάβα του κρασιού.

Φεύγει η ρετσίνα από το ελληνικό τραπέζι

Σε περίπου 30%-35% εκτιμάται ότι ανέρχεται το μερίδιο της ρετσίνας, υποκατηγορίας με πτωτικές τάσεις. Στη μείωση των πωλήσεων της ρετσίνας εκτιμάται ότι μεταξύ άλλων συνετέλεσε η αλλαγή στις διατροφικές συνήθειες των Ελλήνων τα τελευταία χρόνια και η σταδιακή προτίμηση πιο «ελαφρών» γεύσεων -η ρετσίνα είθισται να συνοδεύει παραδοσιακούς μεζέδες με έντονη γεύση, που τείνουν να εκλείψουν πλέον από το ελληνικό τραπέζι.

Τα ακριβά κρασιά διατηρούν σταθερό μερίδιο που, όπως εκτιμάται, καταλαμβάνει περίπου το 10% της αγοράς των εμφιαλωμένων. Σημαντική ανάπτυξη παρουσιάζουν τα κρασιά σε ασκό (συσκευασία box): οι ρυθμοί αύξησης των πωλήσεων της συγκεκριμένης υποκατηγορίας είναι διψήφιοι, ενώ το μερίδιό της εκτιμάται ότι ανέρχεται σε περίπου 8%-10%. Εν τούτοις εκτιμάται ότι οι συγκεκριμένοι ρυθμοί αύξησης σταδιακά θα ανακοπούν, καθώς ήδη έχουν εμφανιστεί πολλοί «παίκτες» στην εν λόγω υποκατηγορία. Το κρασί σε συσκευασία box εκτιμάται ότι απέσπασε σημαντικά μερίδια από τις μεγάλες συσκευασίες κρασιού (1,5 lt).

Άνοδο εξάλλου παρουσιάζει και η υποκατηγορία του ερυθρού κρασιού, που, σύμφωνα με εκτιμήσεις, κατέχει μερίδιο που ανέρχεται περίπου στο 30% επί του συνόλου των πωλήσεων. Αντίστοιχο μερίδιο, αλλά με πτωτικές τάσεις, κατέχει το λευκό κρασί. Το ροζέ, που εκτιμάται ότι κατέχει μερίδιο περίπου 10%, παρουσιάζει σταθερή πορεία.

Ο ανταγωνισμός των εισαγόμενων κρασιών

Μικρό μερίδιο στην ελληνική αγορά κατέχουν τα εισαγόμενα από τρίτες χώρες κρασιά (Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία, Χιλή, Αργεντινή κλπ). Τα κρασιά από τις εν λόγω χώρες προσφέρουν άριστη σχέση ποιότητας/τιμής και ήδη έχουν κατακτήσει σημαντικά μερίδια στην ευρωπαϊκή αγορά, που εκτιμάται ότι σε ορισμένες χώρες έχουν διαμορφωθεί σε 30%. Στη χώρα μας, πάντως, το μερίδιο των κρασιών από τρίτες χώρες είναι ακόμη μικρό, καθώς υπολογίζεται σε περίπου 3% (ζεστή αγορά). Οι Έλληνες καταναλωτές -με εξαίρεση εκείνους που έχουν ζήσει στο εξωτερικό και ως εκ τούτου είναι πιο «ανοιχτοί» σε νέες προτάσεις- στην πλειονότητά τους είναι διστακτικοί στις γευστικές δοκιμές των εν λόγω κρασιών.

Η Tesco, ο διεθνής κολοσσός σούπερ μάρκετ, που φέρεται να έχει εκδηλώσει ενδιαφέρον για επενδύσεις στην Ελλάδα, αναπτύσσει σοβαρή πολιτική στην κατηγορία του κρασιού, τόσο που το ενδεχόμενο εισόδου της στην αγορά μας θεωρείται ότι πιθανόν θα άλλαζε άρδην τον «χάρτη» της κατηγορίας.

Με δεδομένο τον ολοένα αυξανόμενο ανταγωνισμό στην κατηγορία, παράγοντες της αγοράς εκτιμούν ότι το ελληνικό κρασί μπορεί να «οχυρώσει» τα μερίδιά του μόνο εφόσον οι παραγωγοί επικεντρώσουν τις προσπάθειές τους στην παραγωγή παραδοσιακών ελληνικών ποικιλιών ή χαρμανιών ξένων με ελληνικές ποικιλίες. Όσοι παράγουν κρασί μόνο από ξένες ποικιλίες, σταδιακά θα «εκτοπισθούν» από την αγορά, καθώς θα έρθουν αντιμέτωποι με τον ανταγωνισμό των εισαγόμενων κρασιών από τις ίδιες ποικιλίες, που θα διατίθενται σε χαμηλότερες τιμές, προσφέροντας πολύ καλή ποιότητα. Από εμπορική άποψη, μάλιστα, εκτιμάται ότι η προώθηση των ελληνικών ποικιλιών είναι ο μόνος τρόπος διαμόρφωσης ταυτότητας στο ελληνικό κρασί, αφού προσφέρει το πλεονέκτημα της προφύλαξης από την άμεση σύγκριση με τα εισαγόμενα ποιοτικά κρασιά που διατίθενται σε προσιτές τιμές.

Αύξηση των μεριδίων των pl κρασιών

Πολλές αλυσίδες σούπερ μάρκετ δραστηριοποιούνται ήδη στα κρασιά ιδιωτικής ετικέτας, με αποτέλεσμα τα pl κρασιά να αυξάνουν διαρκώς τις πωλήσεις τους -αν και όχι με τους ίδιους ρυθμούς που παρουσιάζουν άλλες κατηγορίες προϊόντων. Το μερίδιο των pl κρασιών διαφοροποιείται ανάλογα με την αλυσίδα που τα διακινεί, εκτιμάται όμως ότι στο σύνολο της αγοράς αυτό διαμορφώνεται σε περίπου 8%. Στο άμεσο μέλλον το κρασί pl εκτιμάται ότι θα αυξήσει το μερίδιό του, ενώ με ενδιαφέρον αναμένονται σχετικά οι κινήσεις των άλλων ευρωπαϊκών hard discount αλυσίδων που είτε πρόκειται να εγκαινιάσουν φέτος καταστήματά τους στην εγχώρια αγορά είτε, όπως φημολογείται, βρίσκονται προ των πυλών της.

Προωθητικές ενέργειες

Οι tailor made προωθητικές ενέργειες, ανάλογα πάντα με το προφίλ του καταναλωτή και της εκάστοτε αλυσίδας, θεωρούνται από τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον κλάδο ως ο πιο ενδεδειγμένος τρόπος προώθησης του προϊόντος. Μεγάλος, εξάλλου, είναι ο αριθμός των εταιρειών που εντείνουν τις προωθητικές τους ενέργειες σε περιόδους υψηλής εποχικότητας, όπως τα Χριστούγεννα ή το Πάσχα. Επίσης, τα τελευταία χρόνια αυξάνουν οι γευστικές δοκιμές είτε αποκλειστικά των προωθούμενων κρασιών είτε των κρασιών σε συνδυασμό με τρόφιμα που προτείνονται να τα συνοδεύσουν.

LOGISTICS ΒΟΡΕΙΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ : ΣΠΟΥΔΑΙΕΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ, ΒΡΑΔΕΙΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Αναξιοποίητη παραμένει η στρατηγική γεωγραφική θέση της Θεσσαλονίκης σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη των επενδύσεων και συνακόλουθα των υπηρεσιών logistics, καθώς η συμπρωτεύουσα δεν διαθέτει ούτε ένα ολοκληρωμένο εμπορευματικό κέντρο με την -καθιερωμένη ευρωπαϊκά- έννοια του όρου. Ο κλάδος των υπηρεσιών logistics στη Βόρεια Ελλάδα χαρακτηρίζεται από ανεπαρκείς υποδομές, ενώ πλήττεται και από το ακατάλληλο θεσμικό πλαίσιο, παρά τα σημαντικά γεωστρατηγικά πλεονεκτήματα της περιοχής.

Όπως τονίζουν με έμφαση στελέχη εταιρειών logistics της Θεσσαλονίκης, μέχρι να προβλεφθεί ειδική χρηματοδότηση για ιδιωτικές επενδύσεις ανάλογης μορφής, η οποία να καλύπτει ένα ικανοποιητικό μέρος των απαιτούμενων κεφαλαίων, δεν πρέπει να αναμένονται σχετικές επενδύσεις στη συμπρωτεύουσα. Έτσι, παρά το γεγονός ότι το κόστος του τελικού προϊόντος μπορεί να μειωθεί μέχρι και κατά 30%, μέσω της λειτουργίας κέντρων logistics, με προφανή οφέλη για τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές, η Βόρεια Ελλάδα και κατ’ επέκταση το σύνολο της χώρας εξακολουθεί να κινείται σε αυτό το πεδίο με βραδείς ρυθμούς, την ίδια στιγμή που άλλες χώρες, όπως επί παραδείγματι η Σουηδία, έχουν ήδη περάσει στις υπηρεσίες logistics τρίτης γενιάς.

Οι φορείς της βιομηχανίας, του εμπορίου, αλλά και εξειδικευμένα στελέχη logistics της Βόρειας Ελλάδας έχουν προβάλει ως επιτακτική την ανάγκη δημιουργίας ενός πάρκου logistics στη Θεσσαλονίκη, ώστε η χώρα μας να μπορεί να ανταγωνιστεί με αξιώσεις τα "εκκολαπτόμενα" βαλκανικά κέντρα του κλάδου, στη Βουλγαρία, την ΠΓΔΜ κά.

Επιπρόσθετα, τονίζουν ότι ο κλάδος των logistics επιβάλλεται να αποκτήσει υπόσταση στο επίπεδο της δημόσιας διοίκησης (σήμερα δεν υπάρχει σχετική διεύθυνση ή γραμματεία), αλλά και να ενισχυθεί με τα οφέλη της συστηματικής εκπαίδευσης, δεδομένου ότι κανένα ελληνικό ΑΕΙ δεν έχει έως τώρα συμπεριλάβει τα logistics στα προγράμματα των σπουδών του. Όσον αφορά το πεδίο της εκπαίδευσης, ιδιαίτερης μνείας αξίζει το γεγονός ότι ο Σύνδεσμος Εξαγωγέων Βορείου Ελλάδος και ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Διεθνούς Διαμεταφοράς και Επιχειρήσεων Logistics Ελλάδος ανέπτυξαν και υλοποιούν, σε συνεργασία με το εκπαιδευτικό ίδρυμα επιχειρησιακών σπουδών «ICBS Business School», ένα ειδικά σχεδιασμένο εκπαιδευτικό πρόγραμμα για την κατάρτιση στελεχών ικανών να ανταποκριθούν στις σύνθετες απαιτήσεις του διεθνούς εμπορίου.

Υπενθυμίζεται ότι το 2004 η Θεσσαλονίκη φιλοξένησε την 1η Διεθνή Έκθεση Logistics & Transport, που προστέθηκε από πέρυσι στο εκθεσιακό ημερολόγιο της Helexpo, με προοπτική να διοργανώνεται ανά διετία.

Πυρήνας υποδομών logistics

Στη Βόρεια Ελλάδα, με επίκεντρο τη Θεσσαλονίκη, εκτιμάται ότι έχει δημιουργηθεί ένας πυρήνας μεμονωμένων υποδομών αποθήκευσης και διανομής για την ανάπτυξη του κλάδου των logistics, αλλά απομένει ακόμη αρκετός δρόμος να διανυθεί, μέχρις ότου το κτιριακό δυναμικό φθάσει στα επιθυμητά επίπεδα.

Το εκτιμώμενο μέγεθος των υφιστάμενων υποδομών της Μακεδονίας, που στην πλειονότητά τους συγκεντρώνονται στις περιοχές Σίνδου, Καλοχωρίου και Ωραιοκάστρου Θεσσαλονίκης, εκτιμάται ότι ανέρχεται περίπου στα 150.000 τμ και πρόκειται κυρίως για μικρού και μεσαίου μεγέθους, στεγασμένες, αποθηκευτικές υποδομές της τάξης των 3.000-6.000 τμ και 10.000-20.000 τμ αντίστοιχα.

Από το σύνολο των νέων ιδιωτικών υποδομών, επτά κέντρα logistics της Μακεδονίας, συνολικής έκτασης 60.000 τμ, αποτέλεσαν έργα που διαχειρίστηκε η Εταιρεία Ανάπτυξης Ιδιωτικών Υποδομών Βορείου Ελλάδος (ΕΑΙΥΒΕ). Πρόκειται για τα κέντρα της εταιρειών:

  • Μakfrost AE: έδρα Καλοχώρι Θεσσαλονίκης, με κλειστό αποθηκευτικό χώρο 5.775 τμ και ψυγείο 4.250 τμ,
  • Αποθήκευση ΑΕ: έδρα Δρέπανο Κοζάνης, με κλειστό αποθηκευτικό χώρο 4.239 τμ,
  • Άλφα ΔΙΚΕ Βόρειας Ελλάδος: πρόκειται για δύο έργα, το πρώτο βρίσκεται στη ΒΙΠΕ Φλώρινας και το άλλο στη Σίνδο Θεσσαλονίκης,
  • Rota AE: έδρα Καλοχώρι, με κλειστό αποθηκευτικό χώρο 4.553 τμ,
  • Σίνδος ΑΕ: έδρα ΒΙΠΕ Σίνδου, με αποθηκευτικούς χώρους έκτασης 19.600 τμ και ιδιωτική σιδηροδρομική σύνδεση,
  • Προμαχών ΑΕ: έδρα Προμαχώνας Σερρών, με στεγασμένες και ελεύθερες αποθήκες συνολικής επιφάνειας περίπου 100.000 τμ.

Βαλκανικός κόμβος Agrologistics

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το σχέδιο για τη μετεξέλιξη της Θεσσαλονίκης σε κόμβο Agrologistics για τα Βαλκάνια και την ευρύτερη γεωγραφική περιοχή, στο πρότυπο της πόλης του Ρότερνταμ, ως κύριας πύλης Agrologistics για τη ΒΔ Ευρώπη. Το σχέδιο αυτό έχει υποστηριχθεί από φορείς της Βόρειας Ελλάδας, όπως ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος, με την πεποίθηση ότι η δραστηριοποίηση στον τομέα των Agrologistics θα δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλονίκης, τονώνοντας αποτελεσματικά την απασχόληση και περιορίζοντας τους υψηλούς δείκτες της ανεργίας στην περιφέρεια.

Τα κύρια σημεία του σχεδιασμού για τον κόμβο Agrologistics είναι τα εξής:

  • Πελάτες ενός ολοκληρωμένου συστήματος Agrologistics, με κέντρο τη Θεσσαλονίκη και ακτίνα δράσης 500 χλμ, θα είναι βιομηχανικές και εμπορικές επιχειρήσεις της Ελλάδας και του εξωτερικού.
  • Φορείς Υλοποίησης: Στη Θεσσαλονίκη έχουν δημιουργηθεί νέες δυναμικές επιχειρήσεις logistics και σχεδιάζονται εξαιρετικά σημαντικές επενδύσεις στους τομείς της αποθήκευσης και μεταφοράς προϊόντων από τον Οργανισμό Λιμένος Θεσσαλονίκης. Οι δημόσιες υποδομές τα επόμενα χρόνια θα βελτιωθούν σημαντικά, ενώ οι άυλες υποδομές υποστήριξης, όπως το Ινστιτούτο Μεταφορών του Εθνικού Κέντρου Έρευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης, ο χρηματοπιστωτικός τομέας και ο τομέας συμβουλευτικών υπηρεσιών θα συμβάλουν αποφασιστικά στη δικτύωση και την υποστήριξη του εγχειρήματος.
  • Προϊόντα που θα διακινούνται μέσω του συστήματος Agrologistics είναι τα φρέσκα και μεταποιημένα προϊόντα που παράγονται στην ευρύτερη περιοχή της Βορείου Ελλάδος και έχουν προορισμό τους καταναλωτές της ευρύτερης περιοχής της Κεντρικής και Νοτιοανατολικής Ευρώπης και της Ανατολικής Μεσογείου.
  • Διαπιστώνεται η ανάγκη εκπόνησης μιας ολοκληρωμένης μελέτης σκοπιμότητας, μέσω της οποίας θα καταδεικνύεται ο ρόλος της Θεσσαλονίκης ως κόμβου Agrologistics, τα ιδιαίτερα προϊόντα που διακινούνται μέσω της περιοχής, καθώς και οι προδιαγραφές του φορέα που θα μπορούσε να αναλάβει τον συντονισμό μεταξύ των δημόσιων υποδομών (λιμάνι και αεροδρόμιο), των συναρμόδιων υπουργείων και των ιδιωτικών επιχειρήσεων, στους τομείς των μεταφορών, των εταιρειών υπηρεσιών logistics, των μεταποιητικών και εμπορικών επιχειρήσεων αγροτικών προϊόντων κά.

Ιδιωτικές πρωτοβουλίες

Παρά την απουσία της δημόσιας υποστήριξης, βάσει ενός οργανωμένου σχεδίου, για την ανάπτυξη των logistics, πολλές ιδιωτικές επιχειρήσεις εντός του 2004 είτε επέκτειναν τη δραστηριότητα τους, με «ορμητήριο» τη Θεσσαλονίκη, είτε επένδυσαν στη Θεσσαλονίκη και, ως φυσικό επακόλουθο, στα Βαλκάνια.

Ορισμένες από τις σημαντικότερες επιχειρηματικές κινήσεις ήταν οι εξής:

  • Στη Νότια Ελλάδα, και συγκεκριμένα στην Αττική, επέκτεινε τη δραστηριότητά της η βορειοελλαδική εταιρεία Αίολος Logistics ΑΕ. Η εταιρεία εξαγόρασε πλειοψηφικό πακέτο στην επιχείρηση Panfrost AE (μέσω της διαδικασίας αύξησης μετοχικού κεφαλαίου), η οποία δραστηριοποιείται στην τροφοδοσία σημείων μαζικής εστίασης με πρώτες ύλες και στην παροχή υπηρεσιών logistics στην ευρύτερη αγορά της Αττικής. Η Panfrost βρίσκεται εν μέσω του επενδυτικού της προγράμματος, με στόχο να αποκτήσει νέες ιδιόκτητες αποθηκευτικές εγκαταστάσεις. Με τη συνεργασία που εγκαινιάζεται, η Αίολος Logistics θα αποκτήσει πρόσβαση σε περισσότερα από 1.000 σημεία μαζικής εστίασης στην αγορά της Αττικής.

  • Την ανάπτυξή της στα Βαλκάνια συνέχισε η εταιρεία Goldair Cargo, η οποία έχει αποκτήσει ισχυρό «προγεφύρωμα» στη Θεσσαλονίκη, με νέες αποθηκευτικές εγκαταστάσεις, συνολικής επιφάνειας 3.000 τμ. Το επενδυτικό της πρόγραμμα στοχεύει στην ίδρυση διαμεταφορικών εταιρειών στα Βαλκάνια (ήδη από το 1999 διατηρεί γραφείο στη Ρουμανία). Η Goldair Cargo έχει πιστοποιηθεί με το διεθνές πρότυπο ISO 9001:2000 για τη διαχείριση του Συστήματος Διασφάλισης Ποιότητας στους τομείς της διαμεταφοράς, αποθήκευσης και διανομής εμπορευμάτων. Φορέας πιστοποίησης είναι η εταιρεία SGS – Switzerland SA – International Certification Services, ένας από τους πρωτοπόρους φορείς πιστοποίησης με αναγνωρισμένη διεθνή αξιοπιστία και κύρος. Η Goldair Cargo αποτέλεσε την πρώτη διαμεταφορική εταιρεία στα Βαλκάνια με σχετική πιστοποίηση.
  • Εδραίωση της θέσης του στα Βαλκάνια επιδιώκει και ο όμιλος Βεϊνόγλου, που έχει πραγματοποιήσει μια σημαντική επένδυση εκτός Ελλάδος με την ανέγερση κτιριακών εγκαταστάσεων γραφείων και αποθηκών 3.840 τμ στην περιοχή του αεροδρομίου της Σόφιας Βουλγαρίας. Ο αμιγώς ελληνικών συμφερόντων διαμεταφορικός όμιλος Βεϊνόγλου αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους οργανισμούς στην ευρύτερη Βαλκανική, στην παροχή ολοκληρωμένων υπηρεσιών logistics.
  • Στην εκμίσθωση του 30% της δεύτερης πτέρυγας του Διαμετακομιστικού – Εμπορευματικού – Αποθηκευτικού Κέντρου Βορείου Ελλάδος (ΔΙΚΕΒΕ), προχωρεί ο όμιλος της ΓΕΚ-ΤΕΡΝΑ ΑΕ, που έχει αναλάβει την κατασκευή του. Η ευόδωση της σχετικής προσπάθειας για την εξεύρεση μισθωτή θα αποτελέσει βασική παράμετρο για την κατασκευή και του δεύτερου κτιρίου, 36.000 τμ του ΔΙΚΕΒΕ, που βρίσκεται στη ΒΙΠΕ Θεσσαλονίκης. Στο πλαίσιο υλοποίησης του ΔΙΚΕΒΕ έχει περατωθεί η πρώτη πτέρυγα του, επιφάνειας 23.020 τμ, ενώ ο συνολικός προϋπολογισμός του διαμορφώνεται σε 44 εκατ. ευρώ. Το Κέντρο θα αναπτυχθεί σε μία έκταση 167.000 τμ και μετά την ολοκλήρωση του θα διαθέτει αποθήκες, συνολικής επιφάνειας 120.000 τμ, κτίριο διοίκησης 6.000 τμ και εγκαταστάσεις εστίασης. Οι αποθήκες του ΔΙΚΕΒΕ ενσωματώνουν ειδικές αρχιτεκτονικές διατάξεις, οι οποίες δίνουν τη δυνατότητα εγκατάστασης συστημάτων υψηλής τεχνολογίας και αυτοματισμού και ουσιαστικά το Κέντρο αποτελεί μία πλήρως καθετοποιημένη, ανεξάρτητη μονάδα, στην οποία μπορούν να επιτελεστούν όλες οι υπηρεσίες logistics. Σημειώνεται ότι η πρώτη πτέρυγα μισθώθηκε στην καπνοβιομηχανία Sokotab (19.790 τμ) και στην εταιρεία logistics Foodlink (3.230 τμ).