ΑΞΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΡΚΕΤ ΒΑΣΕΙ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

Πρώτη φορά πέρυσι –επεξεργαζόμενοι τα στοιχεία των ισολογισμών για τη χρήση του 2001 των επιχειρήσεων σούπερ μάρκετ, στο πλαίσιο της ετήσιας έκδοσης ΠΑΝΟΡΑΜΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΡΚΕΤ 2002– επιχειρήσαμε την αξιολογική κατάταξη των επιχειρήσεων βάσει κριτηρίων αποτελεσματικότητας και μονάδων βαρύτητας. Τα μηνύματα που δεχτήκαμε μετά το σχετικό δημοσίευμα στο περιοδικό μας, άλλοτε θετικά άλλοτε αρνητικά, έδειξαν ότι αυτός ο τρόπος αξιολόγησης δεν αφήνει αδιάφορες τις επιχειρήσεις του κλάδου, καθώς αφενός δείχνει ότι ο δρόμος για την επιτυχία δεν είναι μονόδρομος και αφετέρου υποδηλώνει την πραγματική θέση κάθε επιχείρησης. Και μόνο αυτό δικαιώνει το τόλμημα που επιχειρήσαμε πέρυσι και μας επιτρέπει να το επαναλάβουμε φέτος.

Στο παρελθόν αλλά και σήμερα συνεχίζεται –είτε για εθιμικούς λόγους είτε γιατί αυτό εξυπηρετεί μια συγκεκριμένη επεκτατική στρατηγική συγκέντρωσης και γιγαντισμού– η κατάταξη και αξιολόγηση των επιχειρήσεων σούπερ μάρκετ να γίνεται με κριτήρια τον όγκο των πωλήσεων, τον αριθμό των καταστημάτων ή ακόμα τον όγκο των επενδύσεων. Σπάνια η κατάταξη-αξιολόγηση γίνεται με βάση τα αποτελέσματα των επιχειρήσεων και ακόμα πιο σπάνια με πιο σύνθετες μεθόδους. Ωστόσο επισημαίνουμε ότι οι τράπεζες ήδη αξιολογούν με άλλη ματιά τις επιχειρήσεις που χρηματοδοτούν και συν τω χρόνω με τη διεθνοποίηση της αγοράς και την είσοδο στη χώρα μας ξένων τραπεζικών κολοσσών, οι μεθοδολογικές προσεγγίσεις αξιολόγησης ακολουθούν τα διεθνή πρότυπα. Άλλωστε αυτό ακριβώς έχει προ καιρού καταστεί καθημερινή πρακτική για τους τεχνοκράτες του χώρου σε ό,τι αφορά τις εισηγμένες επιχειρήσεις στο χρηματιστήριο. Αλλά και στην περίπτωση αυτή οι επενδυτές, με εξαίρεση τους θεσμικούς και κάποιους μεγάλους ή συστηματικούς παίκτες, δεν μπαίνουν στον κόπο όχι μόνο να μελετήσουν αξιολογικά, αλλά ούτε καν να λάβουν γνώση των αποτελεσμάτων των επιχειρήσεων στις μετοχές των οποίων επενδύουν τα χρήματά τους. Αλλά ο επενδυτής στο χρηματιστήριο δεν αγοράζει «τζίρο», αγοράζει προσδοκία υψηλής απόδοσης του κεφαλαίου του, πράγμα που συναρτάται με τα καθαρά κέρδη μετά από φόρους, με την υπεράξια της μετοχής του, η οποία μάλιστα, πέραν των κερδών, εξαρτάται και από άλλους παράγοντες που δεν είναι του παρόντος να αναπτύξουμε.

Ανορθολογικότητα κριτηρίων

Στον κλάδο των σούπερ μάρκετ την τελευταία δεκαετία έχουν γίνει μεγάλες ανακατατάξεις. Όλες οι επιχειρήσεις εξάντλησαν τη στρατηγική τους στην προσπάθεια εδραίωσης της θέσης τους μέσω της επέκτασης του αριθμού των καταστημάτων τους, των εξαγορών και των συμμαχιών. Συγκυριακά η έξαρση του φαινομένου παίρνει εξοντωτικές διαστάσεις, ενώ η ύφεσή του είναι προσωρινή μέχρι το επόμενο κύμα να παρασύρει τους αδύναμους και τους μη προνοητικούς της αγοράς. Οι συναφείς στρατηγικές, έχουμε τονίσει επανειλημμένως, δεν στηρίζεται πάντοτε σε αμιγώς οικονομικά κριτήρια. Η επέκταση, ο γιγαντισμός και οι επενδύσεις γίνονται με κριτήρια κάθε άλλο παρά οικονομικού ορθολογισμού. Και αυτό συνεχίζεται και θα συνεχίζεται μέχρι πότε; Ας το κρίνει ο καθένας για λογαριασμό του.

Η μείωση της κερδοφορίας και η έλλειψη ιδίων κεφαλαίων ανέκαθεν ωθούσε τις επιχειρήσεις σε αύξηση του δανεισμού τους με αλυσιδωτή επίδραση τη μείωση των αποτελεσμάτων τους. Το 2002 ήταν η πρώτη χρονιά που φάνηκε πως κάτι αλλάζει. Όπως επισημαίνουμε στη φετινή έκδοση ΠΑΝΟΡΑΜΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΡΚΕΤ, το 2002 έγιναν κάποιες διαρθρωτικές κινήσεις που είχαν αποτέλεσμα τη βελτίωση των αποτελεσμάτων και την εξυγίανση των ισολογισμών των επιχειρήσεων. Μάλιστα σε μερικές περιπτώσεις οι αλλαγές είναι θεαματικές, κυρίως στους μεγάλους του κλάδου. Βέβαια το σκηνικό δεν μετεβλήθη θεαματικά. Τον τόνο τον έδωσαν, όπως και τα προηγούμενα χρόνια, οι δύο-τρεις επιχειρήσεις που εξακολουθητικά είναι πρωτοπόροι στην ανάπτυξη και στην κερδοφορία, καθώς και οι πολυεθνικές επιχειρήσεις, που με την τεράστια οικονομική τους επιφάνεια και τη στρατηγική τους καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό –όχι μόνο με τοπικά, αλλά και με υπερτοπικά διεθνή κριτήρια– τις εξελίξεις.

Το ευτυχές «παράδοξο»

Αυτό που σε άλλη ευκαιρία θα χαρακτηρίσαμε «παράδοξο» συνεχίζεται και όλα δείχνουν ότι θα συνεχιστεί για μερικά ακόμα χρόνια. Μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις του κλάδου δυναμώνουν, εδραιώνουν τη θέση τους, επιβιώνουν και παρουσιάζουν αποτελέσματα πολύ πιο ικανοποιητικά από τις μεγάλες, όχι μόνο σε ποσοστιαίους δείκτες, αλλά και σε απόλυτα μεγέθη. Οι περιπτώσεις όπου κάποια μικρή αλυσίδα πτώχευσε, ή άλλες μικρές αλυσίδες εξαγοράσθηκαν –περιπτώσεις ελάχιστες άλλωστε– δεν αναιρούν αυτή την πραγματικότητα.

Θα αποφύγουμε περαιτέρω αναφορές και αιτιολογικές αναλύσεις στις οποίες αναφερθήκαμε πέρυσι, εστιάζοντας την προσοχή μας περισσότερο στην ουσία της μεθόδου αξιολόγησης, επαναλαμβάνοντας τα κύρια χαρακτηριστικά της, με σκοπό να υπενθυμίσουμε την ακολουθητέα διαδικασία.

Τις αξιολογήσεις τις στηρίζουμε σε δεδομένα και στοιχεία, σε αριθμούς και δείκτες, που μας επιτρέπουν να έχουμε μια αντικειμενική βάση αφετηρίας. Κι αυτή η βάση συντίθεται από τους δείκτες του λογαριασμού αποτελεσμάτων των 50 μεγαλύτερων επιχειρήσεων σούπερ μάρκετ, όπως παρουσιάζονται από τη φετινή έκδοση ΠΑΝΟΡΑΜΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΡΚΕΤ 2003.

Για περισσότερες πληροφορίες βλέπε τεύχος Νο. 323 σελ. 12-18

ΕΡΕΥΝΑ IRI : Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΧΑΡΤΗ ΤΗΣ ΑΚΡΙΒΙΑΣ

Για το ευρώ όλοι λίγο-πολύ είχαν προβλέψει ότι θα αυξήσει τις πληθωριστικές πιέσεις στις χώρες της Ευρωζώνης λίγο πριν και αρκετούς μήνες μετά τη μετάβαση στο κοινό νόμισμα. Το απρόβλεπτο όμως ήταν ότι η μετάβαση συνοδεύτηκε από έναν δριμύ χειμώνα που ενέτεινε τα προβλήματα και έδωσε «ωφέλιμο χώρο» στους κάθε λογής κερδοσκόπους. Ο κ. Tim Eales, industry insight director της IRI EUROPE, με μία πρωτότυπη ανάλυση υπό τον τίτλο «Οι πληθωριστικές τάσεις στη Δυτική Ευρώπη», η οποία παρουσιάζεται αποκλειστικά στο ΠΑΝΟΡΑΜΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΡΚΕΤ 2003 από την INFORMATION RESOURCES HELLAS ΑΕΕ (σε CD που συνοδεύει την έκδοση), επιχειρεί να «ζωγραφίσει» τον χάρτη της ακρίβιας στην Ευρώπη, να αναλύσει τις πληθωριστικές τάσεις στη γηραιά ήπειρο και να απαντήσει στο ερώτημα σε ποιο βαθμό συνέβαλε το ευρώ σε αυτές.

Από τα στοιχεία της Eurostat, αλλά και της IRI που χρησιμοποιεί ο αναλυτής κ. Tim Eales, προκύπτουν ανάγλυφα όλες οι μεγάλες διαφορές που χωρίζουν τις χώρες της Ευρωζώνης, διαφορές που σχετίζονται με τον «βαθμό ευστάθειας» των εθνικών διαφορών, το βιοτικό επίπεδο των λαών, την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών, το εύρος των διακυμάνσεων των τιμών κλπ. Η Ελλάδα σε όλες τις συγκρίσεις καταλαμβάνει συνήθως μία εκ των πρώτων θέσεων σε ό,τι αφορά τον τιμάριθμο –ιδιαίτερα στον κρίσιμο τομέα των ειδών διατροφής– και μία εκ των τελευταίων θέσεων σε ό,τι αφορά τις καταναλωτικές δαπάνες.

Ο τιμάριθμος και ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη

Τα βασικά συμπεράσματα στα οποία καταλήγει ο κ. Tim Eales, είναι συνοπτικά τα εξής:

  • Από τον Ιανουάριο του 1999 έως τον Δεκέμβριο του 2002 οι τιμές στην Ευρωζώνη αυξήθηκαν κατά μέσο όρο 8%. Ο αναλυτής θεωρεί ως φυσιολογική μια μέση ετήσια αύξηση 1,2%, που σημαίνει ότι μετά το 1999 οι τιμές θα έπρεπε να είχαν αυξηθεί μόνο 3,6%. Η επίπτωση της κακοκαιρίας υπολογίζεται σε 0,7%, κατά συνέπεια το ερώτημα που προκύπτει είναι αν το υπόλοιπο –λίαν σημαντικό– ποσοστό οφείλεται στο νέο νόμισμα. Ο τιμάριθμος έφτασε σε επίπεδα-ρεκόρ για το εξεταζόμενο διάστημα την άνοιξη του 2001 (3,4%), ενώ η δεύτερη μεγάλη έξαρση σημειώθηκε τους πρώτους μήνες του 2002, η οποία αποδίδεται στην κακοκαιρία. Σε υψηλά επίπεδα κρατήθηκε ο πληθωρισμός όλο το μετέπειτα διάστημα, μέχρι και την άνοιξη του 2003, δηλαδή τους πρώτους μήνες κυκλοφορίας του ευρώ.
  • Σε ό,τι αφορά τα τρόφιμα, οι τιμές τους ήταν σχετικά σταθερές το 2002, αλλά –σημειώνει ο αναλυτής– αυτό αποκρύπτει τη δραματική διαφορά του επιπέδου των τιμών μεταξύ των χωρών. Το πρώτο εξάμηνο του 2003 οι τιμές αυξήθηκαν εκ νέου. Θα πρέπει να σημειωθεί πάντως, ότι ενώ το 2000 ο δείκτης των ειδών διατροφής εκινείτο σε επίπεδα χαμηλότερα του γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή, από τα μέσα του 2001 βρίσκεται σταθερά πάντα πάνω από αυτόν.
  • Στο δείγμα του ο κ. Tim Eales έχει συμπεριλάβει έξι χώρες της Ευρωζώνης (Γερμανία, Ιταλία, Ελλάδα, Ολλανδία, Ισπανία, Γαλλία) και τη Μεγάλη Βρετανία. Ο Ιούλιος του 2003 βρίσκει την Ελλάδα στο υψηλότερο σκαλοπάτι του πληθωρισμού, ενώ κοντά της βρίσκονται η Ολλανδία, η Ισπανία και η Ιταλία. Στην καλύτερη μοίρα βρίσκεται η Γερμανία, στην οποία το 2002 ο πληθωρισμός μειώθηκε και οι τιμές των τροφίμων το δεύτερο εξάμηνο του έτους έπεσαν χαμηλότερα από τα επίπεδα του 2001.
  • Η Ελλάδα συμπεριλαμβάνεται στις χώρες που παρουσιάζουν αυξανόμενα ποσοστά πληθωρισμού από τα μέσα του 2002 μέχρι και το καλοκαίρι του 2003.
  • Η χώρα μας κατέχει επίσης το ρεκόρ αυξήσεων στα τρόφιμα (πάνω από 12% το χειμώνα του 2002 και γύρω στο 10% την άνοιξη του 2003). Ο βαρύς χειμώνας το 2002, σημειώνεται στη μελέτη, προκάλεσε μεγάλη αύξηση στις τιμές των φρέσκων προϊόντων στις περισσότερες χώρες. Ειδικότερα στην Ελλάδα, το χιόνι και η ανάγκη να διατεθούν τα παλιά νομίσματα οδήγησε τους καταναλωτές στο οργανωμένο λιανεμπόριο, αυξάνοντας τις πωλήσεις του.
  • Η κακοκαιρία και το ευρώ προκάλεσε μεγάλες ετήσιες αυξήσεις τιμών και σε άλλους τομείς, όπως στα αλκοολούχα ποτά, στα ξενοδοχεία-εστιατόρια-καφετέριες κλπ.
  • Από το 1996 οι τιμές στην Ευρωζώνη αυξήθηκαν κατά μέσο όρο 13%. Οι τομείς αλκοόλ-καπνός και ξενοδοχεία-εστιατόρια βρίσκονται στην κορυφή του σχετικού πίνακα με αυξήσεις σχεδόν διπλάσιες του μέσου όρου, ενώ τα τρόφιμα «τρέχουν» με ρυθμό που δεν αποκλίνει και πολύ από τον μέσο όρο (14,4%).

Πρώτοι στον πληθωρισμό, τελευταίοι στις δαπάνες

Ένα στοιχείο το οποίο θεωρούμε ότι εικονίζει παραστατικότατα την απόσταση που χωρίζει την ελληνική οικονομία από τους εταίρους μας, είναι αυτό που κατατάσσει τη χώρα μας στην τελευταία θέση στις καταναλωτικές δαπάνες. Όπως μάλιστα σημειώνεται χαρακτηριστικά, «η χώρα με τον υψηλότερο πληθωρισμό το 2002 βρίσκεται στη χαμηλότερη θέση όσον αφορά τις δαπάνες του καταναλωτή». Κι αυτή η χώρα, βέβαια, είναι η Ελλάδα, με πληθωρισμό 3,6% το 2002 και κατά κεφαλή δαπάνες 8.100 ευρώ. Κοντά σχετικά βρίσκονται οι δύο άλλοι εκπρόσωποι του ευρωπαϊκού Νότου, η Ισπανία και η Ιταλία, με κατά κεφαλή δαπάνες 9.100 και 12.200 ευρώ αντίστοιχα, ενώ τις πρώτες θέσεις καταλαμβάνουν η Μεγάλη Βρετανία (16.900) και η Γερμανία (14.400), που –καθόλου τυχαία– έχουν και τα μικρότερα ποσοστά πληθωρισμού.

Οι διαφορές του δείκτη τιμών ανά χώρα

Από την ανάλυση του «καλαθιού» της IRI, στο οποίο περιέχονται 15 κοινές κατηγορίες προϊόντων για όλες τις χώρες και 5 «τοπικές» κατηγορίες (τρόφιμα, είδη προσωπικής καθαριότητας, αναλώσιμα νοικοκυριού, ποτά), προκύπτουν τα εξής:

  • Οι διαφορές του δείκτη τιμών παρουσιάζονται ιδιαίτερα μεγάλες από χώρα σε χώρα. Οι τιμές σε συσκευασμένα προϊόντα αυξήθηκαν ταχύτατα σε Ολλανδία και Ισπανία. Στην Ελλάδα και τη Γαλλία μεγαλύτερες αυξητικές τάσεις παρατηρήθηκαν την άνοιξη του 2002, ενώ στην Ιταλία οι τιμές παρέμειναν σχετικά σταθερές το 2002, σε αντίθεση με τη Μεγάλη Βρετανία και τη Γερμανία που οι τιμές κυμάνθηκαν σε χαμηλά επίπεδα.
  • Στη Γερμανία ο πόλεμος των τιμών προκάλεσε αύξηση του όγκου των πωλήσεων στο τέλος του 2001 και κατά τη διάρκεια του 2002. Στη Γαλλία η αύξηση των τιμών οδήγησε σε απώλειες στις πωλήσεις. Στην Ιταλία η σταθερότητα των τιμών το 2002 επέφερε αύξηση των πωλήσεων, αλλά από το 2003 οι τιμές αυξάνονται και οι πωλήσεις μειώνονται. Στην Ισπανία που το 2003 παρατηρείται αποκλιμάκωση των τιμών, οι πωλήσεις αρχίζουν να ανακάμπτουν. Αντιστρόφως ανάλογες των τιμών ήταν οι πωλήσεις και στην Ολλανδία, όπως επίσης και στη Βρετανία.

Για την Ελλάδα επισημαίνεται ότι στις αρχές του 2002 σημειώθηκε μεγάλη αύξηση των πωλήσεων λόγω της κακοκαιρίας και των χαμηλών θερμοκρασιών αλλά και εξαιτίας της προσφυγής των καταναλωτών στο οργανωμένο λιανεμπόριο για την αλλαγή των παλιών νομισμάτων. Στη συνέχεια όμως οι αυξήσεις των τιμών επέφεραν μείωση των πωλήσεων.

Περισσότερες πληροφορίες και αναλυτικά γραφήματα βλέπε τεύχος Νο. 323  σελ.20-27

ΦΟΒΟΙ ΓΙΑ ΚΥΜΑ ΑΝΑΤΙΜΗΣΕΩΝ ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ 2004

Με έκδηλη ανησυχία, αλλά και αμηχανία, κυβέρνηση και οργανωμένο λιανεμπόριο αναμένουν το επόμενο επεισόδιο στο «σίριαλ» των τιμών, στις αρχές του 2004. Η εκπνοή του τετράμηνου διαστήματος παγώματος των τιμών θα βρει την αγορά εκτεθειμένη στο ενδεχόμενο μαζικών ανατιμήσεων, που θα έχουν ως συνέπεια την πριμοδότηση πληθωριστικών τάσεων στον κλάδο του εμπορίου.

Οι αυξήσεις στις αρχές του νέου έτους θεωρούνται δεδομένες –χωρίς ωστόσο να μπορεί να εκτιμηθεί με ασφάλεια η έκτασή τους– από τα στελέχη των σούπερ μάρκετ, ενώ παραδόξως το επί τετράμηνο πάγωμα των τιμών προκάλεσε στον καταναλωτή φόβο ότι το εισόδημά του θα πληγεί με την αλλαγή του έτους.

Κύκλοι της αγοράς επισημαίνουν δύο βασικά ζητήματα: Πρώτον, ότι τον Ιανουάριο η κυβέρνηση δεν θα μπορέσει να επιχειρηματολογήσει υπέρ ενός νέου παγώματος των τιμών, και δεύτερον, ότι οι προμηθευτές του οργανωμένου λιανεμπορίου –στον βαθμό τουλάχιστον που θα το επιτρέψει ο ανταγωνισμός– θα επιχειρήσουν να μετακυλήσουν στην κατανάλωση αυξήσεις υψηλότερες από τις αρχικά σχεδιαζόμενες για το 2004, ώστε να καλύψουν το χαμένο έδαφος του τελευταίου τετραμήνου του τρέχοντος έτους.

Ανατιμήσεις στη χονδρική σε… δόσεις

Από την πλευρά του πάντως υψηλόβαθμος παράγοντας του Υπουργείου Ανάπτυξης προδιαγράφοντας την πολιτική της κυβέρνησης στο ζήτημα των τιμών, ισχυρίζεται ότι η επιχειρηματολογία της θα εξαντληθεί στη συγκράτηση των αυξήσεων στα όρια του πληθωρισμού, ώστε ως ποσοστό οι αυξήσεις να μην ξεπεράσουν το 3,5%. Μάλιστα ο ίδιος αισιοδοξεί για την πορεία του πληθωρισμού δεδομένου ότι ο σκληρός ανταγωνισμός μεταξύ των σούπερ μάρκετ δεν θα επιτρέψει την άμεση μετακύληση των αυξήσεων στις τιμές λιανικής. Προσθέτει επίσης ότι ένας από τους «άσσους που κρύβουν στο μανίκι» τους οι προμηθευτές του λιανεμπορίου είναι ο σχεδιασμός των αυξήσεων στις τιμές χονδρικής σε… δόσεις, ώστε να περιοριστούν οι πιέσεις στον τιμάριθμο κατά τις αρχές τουλάχιστον του έτους και ειδικότερα στο διάστημα που θα μεσολαβήσει έως και τις επερχόμενες εκλογές.

Πρέπει να σημειωθεί ωστόσο ότι λόγω των εκλογών η κυβέρνηση δεν έχει τα περιθώρια να χάσει τη «μάχη» των τιμών. Το ζήτημα της ακρίβιας είναι ένα από τα μεγαλύτερα πεδία αντιπαραθέσεων με την αντιπολίτευση, αλλά και ένα θέμα που μπορεί να προκαλέσει ισχυρούς τριγμούς στο κυβερνητικό σχήμα αν το Υπουργείο Ανάπτυξης χάσει το έδαφος κάτω από τα πόδια του, αν χάσει δηλαδή το παιχνίδι των εντυπώσεων σχετικά με τον «έλεγχο» των τιμών.

Ασφυκτικές πιέσεις στους προμηθευτές

Στο μεσοδιάστημα πάντως, δηλαδή μέχρι και τις εορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, οι τιμές στο οργανωμένο λιανεμπόριο θα εξελίσσονται με δύο… ταχύτητες. Σε ορισμένες αλυσίδες λόγω του «παγώματος» θα παραμείνουν σταθερές, έστω και φαινομενικά, και στις υπόλοιπες θα διαμορφώνονται σύμφωνα με τον ανταγωνισμό, ο οποίος βέβαια δεν θα επιτρέψει θεαματικές αλλαγές. Όσο για τις τιμές χονδρικής, οι αλυσίδες έχουν ασκήσει τις μέγιστες δυνατές πιέσεις στους προμηθευτές τους, προκειμένου να μην ανατιμήσουν τα προϊόντα τους και όπως ισχυρίζονται εκπρόσωποί τους στα περισσότερα αγαθά φαίνεται ότι το πέτυχαν. Μένει λοιπόν αυτό ως τάση να καταγραφεί στον πληθωρισμό των μηνών Οκτωβρίου, Νοεμβρίου και Δεκεμβρίου. Ίδωμεν.

ΑΛΦΑ ΒΗΤΑ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ : EUROPEAN CITY MARKET ΚΑΙ ΠΙΛΟΤΙΚΗ ΧΡΗΣΗ SELF-SCANNING

Κοινό ευρωπαϊκό μοντέλο καταστημάτων, υπό την επωνυμία European City Market, προωθεί ο όμιλος DELHAIZE. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο το δεύτερο European City Market ήδη λειτουργεί πιλοτικά στον Πειραιά μετά την έναρξη της λειτουργίας του πρώτου στη βελγική πρωτεύουσα.

Επιχειρώντας την αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών προς το καταναλωτικό κοινό στη χώρα μας, η ΑΛΦΑ ΒΗΤΑ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ ίδρυσε το πρώτο European City Market. Πρόκειται για ένα μοντέλο μικρού, λειτουργικού καταστήματος της πόλης, με διαφορετική χωροθέτηση και κυρίως με ευελιξία σε ό,τι αφορά την εξυπηρέτηση του πελάτη, που είναι αποτέλεσμα της συλλογικής δημιουργικής προσπάθειας των αλυσίδων σούπερ μάρκετ που ελέγχονται από την DELHAIZE.

Οι μονάδες European City Market έχουν έκταση 400-600 τμ, εδρεύουν σε πυκνοκατοικημένες περιοχές, φιλοξενούν περί τους 4.500 κωδικούς προϊόντων –αποκλειστικής διάθεσης από την ΑΛΦΑ ΒΗΤΑ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ και επωνύμων προϊόντων–, λειτουργούν σε καθεστώς self service, αλλά στους χώρους πωλήσεων επικρατεί διαφορετική από τη συνηθισμένη ατμόσφαιρα των σούπερ μάρκετ.

Το πρώτο European City Market εδρεύει στον Πειραιά. Ουσιαστικά πρόκειται για το δεύτερο πιλοτικό κατάστημα της DELHAIZE στην Ευρώπη, μετά την πρώτη αντίστοιχη μονάδα στις Βρυξέλλες. Ήδη έχει δρομολογηθεί το άνοιγμα αντίστοιχων τέτοιων πιλοτικών καταστημάτων στην Πράγα και το Άνχεν.

Στον Πειραιά το European City Market στοχεύει στη γρήγορη εξυπηρέτηση του πελάτη, ευελπιστώντας ότι για τις αγορές του δεν θα χρειάζονται περισσότερο από 10 λεπτά. Σύμφωνα με τη στρατηγική της αλυσίδας, προβλέπεται η ανάπτυξη τέτοιων λειτουργικών μονάδων με τη μετονομασία ορισμένων εκ των μικρών καταστημάτων της ΤΡΟΦΟ σε City Market. Σημειώνεται ότι εκτός του πρώτου European City Market η αλυσίδα σήμερα διαθέτει άλλες έξι μικρές μονάδες που φέρουν τον τίτλο Άλφα Βήτα City Market.

Πιλοτική χρήση του self scanning

Στο μεταξύ η ΑΛΦΑ ΒΗΤΑ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ υλοποιεί μια ακόμη πρωτοποριακή κίνηση για το οργανωμένο λιανεμπόριο, στηριζόμενη αυτή τη φορά στις νέες τεχνολογίες. Πρόκειται για την καθιέρωση του self scanning, η χρηστικότητα του οποίου δοκιμάζεται στο κατάστημα του Χαλανδρίου, το οποίο επρόκειτο να λειτουργήσει εντός του δεύτερου δεκαπενθημέρου του Οκτωβρίου υπό καθεστώς self service.

Οι πελάτες του εν λόγω καταστήματος έχουν τη δυνατότητα να σκανάρουν οι ίδιοι τα προϊόντα που επιλέγουν κατά τη διάρκεια των αγορών τους, ώστε φθάνοντας στο ταμείο να πληρώνουν χωρίς την παραμικρή καθυστέρηση. Για το self scanning οι καταναλωτές χρησιμοποιούν ειδικό μηχάνημα το οποίο παραλαμβάνουν στην είσοδο του καταστήματος και κάθε φορά που επιλέγουν ένα προϊόν το σκανάρουν, στη συνέχεια το τοποθετούν στο καρότσι τους και στο τέλος των αγορών τους, πριν ακόμα φτάσουν στο ταμείο όπου επιστρέφουν το ειδικό μηχάνημα, είναι σε θέση να γνωρίζουν τη συνολική αξία του λογαριασμού τους.

Η ΑΛΦΑ ΒΗΤΑ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ πρόκειται να μελετήσει τα οφέλη που θα υπάρξουν, τόσο για την ίδια, όσο και για τους πελάτες της, από τη χρήση του self scanning, προκειμένου στη συνέχεια να αποφασίσει για τη σταδιακή επέκταση του νέου συστήματος και σε άλλες –αρχικά στις μεγάλες– μονάδες του δικτύου της.

 

ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΥΛΩΝΙΤΗΣ : Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΜΑΡΚΕΤΙΝΓΚ ΣΤΗ ΔΙΕΥΡΥΜΕΝΗ ΕΥΡΩΠΗ

Ο κ. Γιώργος Αυλωνίτης, καθηγητής marketing στο σχετικό τμήμα του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, επισημαίνει με νηφάλιο και τεκμηριωμένο λόγο τις αλλαγές που έχουν συμβεί στις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης τα δέκα τελευταία χρόνια και αναδεικνύει τον ρόλο του marketing σε μια αγορά η οποία αλλάζει με ραγδαίους ρυθμούς.

Μέσα σε ένα διεθνές οικονομικό περιβάλλον που αναπτύσσεται με ταχύτατους ρυθμούς προς όλες τις κατευθύνσεις, ποιος είναι ο ρόλος των ελληνικών επιχειρήσεων; Μέσα σε μια διευρυμένη πλέον Ευρωπαϊκή Ένωση που εκτείνεται από τα δυτικά παράλια της Ιβηρικής Χερσονήσου μέχρι το Ταλίν της Εσθονίας, ποιες είναι οι νέες επιχειρηματικές δυνατότητες; Αλήθεια, ξέρουμε πού πάμε; Πόσο γνωρίζουμε τις αναδυόμενες αγορές της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης και τις υποδομές τους; Τι γνωρίζουμε για τις καταναλωτικές συνήθειες και τις ανάγκες των Ούγγρων, των Πολωνών, των Σλοβένων ή των Βουλγάρων γειτόνων μας; Τα ερωτήματα είναι πολλά. Το σίγουρο όμως είναι ένα: Με λογική «Βαλκανιζατέρ» δουλειές δεν γίνονται.

Πες μου τι marketing έχεις, να σου πω ποιος είσαι…

σελφ σέρβις: Κύριε Αυλωνίτη, με βάση τις έρευνες που έχουν γίνει, ποια ήταν η σχέση των χωρών της Κεντρικής Ευρώπης καθώς και της Βαλκανικής Χερσονήσου με αυτό που εμείς χαρακτηρίζουμε ως σύγχρονο marketing στην οικονομία της αγοράς;

Γιώργος Αυλωνίτης: Είναι γεγονός ότι η μετάβαση από την κεντρικά κατευθυνόμενη οικονομία (centrally planed economy) στην οικονομία της αγοράς (market based economy) δημιούργησε μεγάλες αλλαγές στο επιχειρηματικό περιβάλλον. Πριν δέκα χρόνια, το 1993, σε μια ειδική έκδοση του επιστημονικού περιοδικού European Journal of Marketing δημοσιεύθηκαν διάφορες έρευνες που αφορούσαν στην υιοθέτηση του μάρκετινγκ από τις επιχειρήσεις των χωρών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης (Βουλγαρία, Ρουμανία, Πολωνία, Ρωσία κά).

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα των ερευνών, μια σημαντική αλλαγή που σημειώθηκε σε όλες αυτές τις χώρες ήταν η αύξηση των απαιτήσεων των πελατών-καταναλωτών καθώς και των επιχειρήσεων, κυρίως σε ό,τι αφορά την ποιότητα και την αξιοπιστία των προϊόντων και των υπηρεσιών. Αυτό ήταν αποτέλεσμα του αυξημένου ανταγωνισμού που οδηγούσε στην ύπαρξη περισσότερων επιλογών από πλευράς του πελάτη.

σελφ σέρβις: Αυτή η αλλαγή των καταναλωτικών συνηθειών και προτύπων, η δυνατότητα πολλαπλών επιλογών και η έμφαση στην ποιότητα προϊόντων και υπηρεσιών, τι επιπτώσεις είχε στον τρόπο οργάνωσης της παραγωγής και διάθεσης των προϊόντων; Πώς αντέδρασαν οι επιχειρήσεις;

Γιώργος Αυλωνίτης: Οι επιχειρήσεις άρχισαν να αναγνωρίζουν ότι οι αγορές αποτελούνται από διαφορετικές ομάδες ή τμήματα με διαφορετικές ανάγκες και αγοραστικές απαιτήσεις οι οποίες θα έπρεπε να ικανοποιηθούν με προϊόντα και υπηρεσίες προσαρμοσμένα στις ιδιαίτερες ανάγκες τους. Βέβαια η τιμή των προϊόντων παρέμενε γι΄ αυτές τις χώρες ένας σημαντικός παράγοντας ανταγωνιστικότητας, ακολουθούμενη από την ποιότητα, τη φήμη της εταιρείας ή του προϊόντος, την ταχύτητα ανταπόκρισης στις απαιτήσεις του πελάτη, την απόδοση του προϊόντος κλπ. Όμως, η υιοθέτηση των αρχών του μάρκετινγκ περιορίζονταν κυρίως σε ένα μικρό ποσοστό επιχειρήσεων. Στις χώρες αυτές η μεγάλη πλειοψηφία των επιχειρήσεων προσπαθούσε κυρίως να αποβάλλει τον προσανατολισμό στην παραγωγή (production orientation) ο οποίος ήταν αποτέλεσμα της για πολλές δεκαετίες κεντρικά κατευθυνόμενης οικονομίας τους.

σελφ σέρβις: Ποια είναι η κατάσταση σήμερα με δεδομένη τη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης;

Γιώργος Αυλωνίτης: Νεότερες έρευνες του καθηγητή του Aston Business School, Graham Hooley, δείχνουν τα τεράστια άλματα που έχουν γίνει στις επιχειρήσεις των χωρών που ανήκαν στο πεδίο επιρροής της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και συγκεκριμένα της Ουγγαρίας, της Πολωνίας και της Σλοβενίας, οι οποίες πρόσφατα υπέγραψαν τη συμφωνία εισδοχής τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι αλλαγές που έγιναν αφορούν τον προσανατολισμό τους στην αγορά και στον πελάτη, καθώς και την υιοθέτηση πολιτικών μάρκετινγκ.

Έξι προϋποθέσεις για καλύτερα αποτελέσματα

σελφ σέρβις: Ποια ήταν τα συγκεκριμένα αποτελέσματα των ερευνών του κ. Graham Hooley;

Γιώργος Αυλωνίτης: Πρέπει να επισημάνω ότι οι έρευνες του καθηγητή Graham Hooley έγιναν σε 5.000 επιχειρήσεις σε 13 χώρες και περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων, όπως αναφέραμε προηγουμένως, την Ουγγαρία, την Πολωνία, τη Σλοβενία καθώς και την Ελλάδα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα αποτελέσματα εκείνα που αφορούν στις διαφοροποιήσεις μεταξύ των περισσότερο κερδοφόρων και των λιγότερο κερδοφόρων επιχειρήσεων. Σύμφωνα λοιπόν με αυτά τα αποτελέσματα, οι περισσότερο κερδοφόρες επιχειρήσεις, σε αντίθεση με τις λιγότερο κερδοφόρες, έχουν υιοθετήσει τα εξής στοιχεία:

α) διεξάγουν συστηματικά έρευνες αγοράς για να κατανοήσουν τις αγοραστικές ανάγκες και απαιτήσεις των πελατών,

β) χαράζουν στρατηγικές που προσφέρουν στον πελάτη προστιθέμενη αξία και ικανοποίηση,

γ) η ανταγωνιστική τους θέση (competitive positioning) βασίζεται στην ποιότητα του προϊόντος, στην εξυπηρέτηση του πελάτη και στην καινοτομία και όχι στη χαμηλή τιμή που αντιπροσωπεύει την ανταγωνιστική θέση των λιγότερο κερδοφόρων επιχειρήσεων,

δ) θεωρούν ως ένα σημαντικό στοιχείο του ενεργητικού τους τη φήμη του ονόματος της εταιρείας ή και των προϊόντων της,

ε) έχουν αναπτύξει ικανότητες εισαγωγής επιτυχημένων νέων προϊόντων στην αγορά, όπως και ικανότητες διοίκησης της αλυσίδας διάθεσης (supply chain management),

στ) θεωρούν την εκπαίδευση των εργαζομένων επένδυση και όχι κόστος και οι αξίες τους περιλαμβάνουν τη μάθηση ως παράγοντα βελτίωσης και δημιουργίας ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος.

Είναι ευνόητο λοιπόν ότι μόνον οι επιχειρήσεις εκείνες που θα είναι σε θέση να υιοθετήσουν και να εφαρμόσουν τα παραπάνω, θα μπορούν να είναι ανταγωνιστικές στο νέο περιβάλλον των διεθνοποιημένων οικονομιών και της διευρυμένης Ευρωπαϊκής Ένωσης.

σελφ σέρβις: Μπορούν οι επιχειρήσεις των χωρών αυτών να θεωρηθούν μελλοντικοί ανταγωνιστές των ελληνικών επιχειρήσεων;

Γιώργος Αυλωνίτης: Οι χώρες αυτές, και κατ’ επέκταση οι επιχειρήσεις τους, αποτελούν εν δυνάμει ανταγωνιστές της χώρας μας και των επιχειρήσεών μας. Προς το παρόν δεν έχουν να παρουσιάσουν ιδιαίτερα ικανοποιητικές επιδόσεις όσον αφορά την εξωστρέφειά τους και τον ανταγωνισμό της αγοράς.

σελφ σέρβις: Κύριε Αυλωνίτη, η τελευταία ερώτηση αφορά την εικόνα που έχετε για την υιοθέτηση των αρχών του marketing από τις ελληνικές επιχειρήσεις. Οικονομικοί αναλυτές εκτιμούν ότι στον τομέα αυτό υπάρχει σοβαρή καθυστέρηση. Ποια είναι η γνώμη σας;

Γιώργος Αυλωνίτης: Σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας που πραγματοποιήθηκε στην Ελλάδα από τον συνάδελφο κ. Σπύρο Γούναρη και εμένα σε ένα δείγμα 444 επιχειρήσεων, φάνηκε καθαρά η υστέρηση των επιχειρήσεών μας σε αυτό το θέμα. Ενδεικτικά σας αναφέρω ότι μόλις το 24% των επιχειρήσεων του συνολικού δείγματος (και 14% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων) έχουν υιοθετήσει το μάρκετινγκ ως μια φιλοσοφία που τοποθετεί τον πελάτη στο επίκεντρο κάθε επιχειρηματικής δραστηριότητας, προσπαθώντας να πετύχει το καλύτερο δυνατό ταίριασμα ανάμεσα στο ενεργητικό της επιχείρησης και στη νοοτροπία και τις απαιτήσεις των πελατών.

ΠΡΟΙΟΝΤΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗΣ ΥΓΙΕΙΝΗΣ : Η ΥΨΗΛΗ ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΥΓΙΕΙΝΗΣ

Αυξητικές τάσεις παρουσιάζει τα τελευταία χρόνια η γενική κατηγορία των προϊόντων προσωπικής υγιεινής. Ανάπτυξη σε αξία παρουσιάζουν ακόμη και οι κατηγορίες, των οποίων οι πωλήσεις σε όγκο παραμένουν σταθερές, λόγω του λανσαρίσματος προϊόντων προστιθέμενης αξίας και υψηλότερης τιμής. Χαρακτηριστικό της ζήτησης των προϊόντων προσωπικής υγιεινής είναι –με κάποιες εξαιρέσεις– η πιστότητα καταναλωτή στη μάρκα. Πάντως σε ορισμένες περιπτώσεις η τιμή παίζει εξίσου σημαντικό ρόλο, με άμεσο αποτέλεσμα τη σημαντική παρουσία των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας. Στις περισσότερες από τις κατηγορίες που ακολουθούν ο ανταγωνισμός των εταιρειών είναι έντονος, με αποτέλεσμα οι προσφορές προς τον τελικό καταναλωτή να είναι συνεχείς.

ΒΡΕΦΙΚΕΣ ΠΑΝΕΣ

Οι πωλήσεις της κατηγορίας σε όγκο είναι πτωτικές, λόγω της υπογεννητικότητας, αλλά αυξητικές σε αξία, λόγω της εμφάνισης νέων προϊόντων υψηλότερης προστιθέμενης αξίας και τιμής. Οι βασικές υποκατηγορίες της είναι δύο, οι ανοιχτές πάνες και οι πάνες-βρακάκια (για μωρά από οκτώ μηνών και άνω). Το μεγαλύτερο μερίδιο στις πωλήσεις κατέχουν, σύμφωνα με στοιχεία των προμηθευτριών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στην κατηγορία, οι ανοιχτές πάνες με 77%, αλλά η υποκατηγορία παρουσιάζει πτωτικές τάσεις της τάξης του 2% ετησίως.

Τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας κατέχουν μερίδιο ύψους 3% στα καταστήματα τροφίμων, ενώ στο σύνολο της αγοράς περίπου 10%. Το μεγαλύτερο ποσοστό των συγκεκριμένων προϊόντων που πωλούνται εκτός σούπερ μάρκετ είναι β’ διαλογής, με τιμές χαμηλότερες κατά 30-35%.

Πώς συμπεριφέρεται η μητέρα-αγοραστής

Η σωστή φροντίδα του μωρού αποτελεί προτεραιότητα της νέας μητέρας. Σε αυτήν επενδύει χρόνο και χρήμα. Σύμφωνα με τις έρευνες των προμηθευτριών εταιρειών, στην αρχική επιλογή πάνας η μητέρα επηρεάζεται, μεταξύ άλλων, από ό,τι χρησιμοποιείται στο μαιευτήριο και από τις συμβουλές των ειδικών.

Η μητέρα επιλέγει συνήθως πάνες που καλύπτουν τις βασικές ανάγκες του μωρού, δηλαδή απορροφητικότητα (στεγνότητα), προστασία του βρεφικού δέρματος από ερεθισμούς και καλή εφαρμογή (άνεση για το μωρό). Επίσης αναζητά προϊόντα που συμβάλλουν στην ικανοποίηση των ιδιαίτερων αναγκών του μωρού της σε κάθε στάδιο ανάπτυξής του. Η νέα μητέρα αρχικά είναι αρκετά προσεκτική/επιφυλακτική με τις μάρκες που χρησιμοποιεί. Αργότερα, δοκιμάζει διαφορετικές μάρκες για να συγκρίνει και να βρει το προϊόν που προσφέρει την καλύτερη σχέση ποιότητας-τιμής. Συχνά στο σπίτι της έχει περισσότερες από μία μάρκες πάνας. Ενημερώνεται τακτικά για τα συγκριτικά πλεονεκτήματα κάθε μάρκας από την τηλεόραση, τα περιοδικά για μέλλοντες ή νέους γονείς, καθώς και από έντυπα που λαμβάνει μέσω ταχυδρομείου, ενώ ελέγχει συχνά τις τιμές στο ράφι και συγκρίνει τον αριθμό πανών/μωρομάντηλων που προσφέρει η κάθε μάρκα στις συσκευασίες της. Πολλές φορές, επηρεάζεται από προσφορές και δώρα εντός του καταστήματος, ενώ συχνά χρησιμοποιεί εκπτωτικά κουπόνια. Η διαθεσιμότητα των προϊόντων, οι προωθητικές ενέργειες και οι τιμές ραφιού επηρεάζουν σημαντικά τη συμπεριφορά της μέσα στο κατάστημα. Συνήθως επιλέγει τις μεγαλύτερες συσκευασίες, προκειμένου να εξοικονομεί χρήματα.

Στελέχη των προμηθευτριών εταιρειών επισημαίνουν ότι η συμπεριφορά της μητέρας διαφοροποιείται ανάλογα με το αν πρόκειται για το πρώτο της μωρό ή όχι. Οι νέες μητέρες δεν επιλέγουν βρεφική πάνα με κριτήριο την τιμή της σε αντίθεση με εκείνες που έχουν ήδη ένα ή περισσότερα παιδιά. Σε κάθε περίπτωση, η αγοραστική συμπεριφορά της μητέρας εξαρτάται και από τις οικονομικές της δυνατότητες.

Category Management

Το ράφι με τις βρεφικές πάνες ασφυκτιά από τους πολλαπλούς κωδικούς για κάθε μέγεθος πάνας. Ενδεικτικά, στην κατηγορία brands υπάρχουν 30, ακόμη και 40 κωδικοί, ενώ για ένα μόνο μέγεθος πάνας (πχ 7-18kg) προσφέρονται από το ίδιο brand 8 κωδικοί, με διαφορές στον αριθμό τεμαχίων των συσκευασιών (μεσαία, οικονομική, τριπλή, τετραπλή, κλπ).

Το «στήσιμο» του ραφιού αποτελεί προϋπόθεση ώστε η αγοραστική εμπειρία να γίνεται ευχάριστη. Σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες, η αγορά βρεφικής πάνας είναι κατά κανόνα προγραμματισμένη και μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις γίνεται η αφορμή για επίσκεψη στο σούπερ μάρκετ. Το category management αποβλέπει να διευκολύνει τη μητέρα να βρίσκει εύκολα:

α) τη μάρκα που θέλει,

β) τον τύπο πάνας (απλή, πιο ελαστική, πάνα βρακάκι),

γ) το μέγεθος.

Πωλήσεις βρεφικών πανών από τα καταστήματα τροφίμων





Πωλήσεις

2001

2002

Σε όγκο (τεμάχια)

333.047.488

323.685.120

Σε αξία (ευρώ)

112.595.347

110.806.646

Πηγή: AC NIELSEN MARKET TRACK

Οι πωλήσεις της κατηγορίας είναι πτωτικές με ρυθμούς που διαμορφώθηκαν σε 2,8% σε όγκο και σε 1,5% σε αξία το 2002.


ΜΩΡΟΜΑΝΤΗΛΑ

Οι πωλήσεις της κατηγορίας χαρακτηρίζονται από ιδιαίτερα αυξητικές τάσεις με ρυθμούς που κυμαίνονται στα επίπεδα του 10%-15% ετησίως. Αυτό αποδίδεται στο γεγονός ότι τα μωρομάντηλα έχουν και άλλες χρήσεις εκτός από τον καθαρισμό των βρεφών (καθαρισμός χεριών/προσώπου, φρεσκάρισμα σώματος κά).

Τους πρώτους μήνες της ζωής του μωρού η μητέρα θεωρεί ως ιδανικό τρόπο καθαρισμού του το πλύσιμο με νερό και σαπούνι. Σταδιακά αρχίζει να χρησιμοποιεί μωρομάντηλα σε κάθε αλλαγή πάνας, καθώς διαπιστώνει τον ιδιαίτερα πρακτικό και αποτελεσματικό τρόπο καθαρισμού που προσφέρουν.

Τα τελευταία χρόνια οι προτιμήσεις των καταναλωτών έχουν δώσει μεγάλη ώθηση στην κατηγορία των πιο ανθεκτικών μωρομάντηλων (thick), στην πρακτική συσκευασία με ετικέτα που ανοίγει και ξανακλείνει. Αντίθετα, η κατηγορία των λεπτών μαντηλιών παλαιότερης τεχνολογίας συρρικνώνεται, ενώ τα private label κερδίζουν αρκετά σημαντικά μερίδια, λόγω του ότι στη συγκεκριμένη κατηγορία η τιμή αποτελεί τον βασικό παράγοντα επιλογής προϊόντων. Τα own label κατέχουν μερίδιο της τάξης του 5%-8%. Σημαντικό ρόλο στην επιλογή της μάρκας παίζουν όμως και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των προϊόντων (προστασία από ερεθισμούς, απαλότητα). Οι καταναλωτές της κατηγορίας εξακολουθούν να εμπιστεύονται branded προϊόντα για τον καθαρισμό της ευαίσθητης βρεφικής επιδερμίδας.

Η κατηγορία χαρακτηρίζεται από τον έντονο ανταγωνισμό και τις προσφορές στον τελικό καταναλωτή, κυρίως μέσω εκπτώσεων και ποσοτικών προσφορών.


ΜΑΝΤΗΛΑΚΙΑ ΝΤΕΜΑΚΙΓΙΑΖ

Οι πωλήσεις των μαντηλιών περιποίησης προσώπου παρουσίασαν σημαντική ανάπτυξη την τελευταία τετραετία. Η αύξηση αποδίδεται στο ότι τα υγρά μαντηλάκια ντεμακιγιάζ είναι πιο εύκολα στη χρήση τους καθώς καθαρίζουν, ενυδατώνουν και τονώνουν την επιδερμίδα (3 σε 1), αντικαθιστώντας το γαλάκτωμα και τη λοσιόν, χωρίς να υστερούν σε αποτελεσματικότητα από τον κοινό καθαρισμό προσώπου.

Εκτός της μάρκας, που παραμένει κύριο κριτήριο επιλογής του προϊόντος, πολλές καταναλώτριες εμφανίζονται ολοένα και πιο απαιτητικές και διατεθειμένες να πληρώσουν ακριβότερα για τα προϊόντα που θεωρούν ότι προσφέρουν περισσότερα πλεονεκτήματα. Ωστόσο, μεγάλη μερίδα καταναλωτριών δείχνουν μεγάλη ευαισθησία και στην τιμή του προϊόντος και συχνά επηρεάζονται από τις προωθητικές ενέργειες. Για τον λόγο αυτό υπάρχει έντονος ανταγωνισμός στην αγορά με πολλές προσφορές. Στην κατηγορία λανσάρονται συνεχώς νέα προϊόντα, περισσότερο εμπλουτισμένα σε συστατικά, που προσφέρουν καλύτερα αποτελέσματα.

Περισσότερες πληροφορίες για άλλες κατηγορίες προϊόντων προσωπικής υγιεινής και αναλυτικούς πίνακες βλέπε τεύχος Νο.323 σελ. 84-93