ΑΝΑΠΤΥΣΣΕΤΑΙ ΤΟ ΔΙΚΤΥΟ CASH & CARRY ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΑΛΥΣΙΔΩΝ

Όπως προκύπτει από εκτιμήσεις κορυφαίων στελεχών των μεγάλων αλυσίδων που δραστηριοποιούνται στον κλάδο του χονδρεμπορίου, ο ετήσιος τζίρος των cash & carry αντιστοιχεί στο 8% με 9% του συνόλου των πωλήσεων που πραγματοποιεί σήμερα το οργανωμένο λιανεμπόριο τροφίμων.

Μέσα στα επόμενα τρία χρόνια δεν αναμένεται να σημειωθεί σημαντική αύξηση του συγκεκριμένου ποσοστού, αφού οι εκτιμήσεις το θέλουν να κυμαίνεται μεταξύ 10% και 12%. Όμως παρά το ότι η αγορά του χονδρεμπορίου χαρακτηρίζεται ως εξαιρετικά δύσκολη, οι μεγαλύτερες αλυσίδες σούπερ μάρκετ επιμένουν στην ενίσχυση του ρόλου τους στον τομέα των καταστημάτων cash & carry, διευρύνοντας την παρουσία τους σε συγκεκριμένες περιοχές της χώρας.

Την πρώτη θέση από πλευράς μεγέθους δικτύου σε πανελλαδικό επίπεδο καταλαμβάνει η ΜΕΤΡΟ με 24 cash & carry, ακολουθεί ο όμιλος ΑΤΛΑΝΤΙΚ με συνολικά 18 καταστήματα συν 1 της ΑΡΙΣΤΑ (την οποία εξαγόρασε το 2002), ο όμιλος ΜΑΣΟΥΤΗΣ με 15, η εταιρεία ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΑΓΟΡΕΣ – ΕΝΑ του ομίλου ΑΛΦΑ-ΒΗΤΑ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ με 11, ο όμιλος ΠΕΝΤΕ με 7 και η MAKRO με 6. Ακολουθεί η BAZAAR με 2 καταστήματα cash & carry και κατόπιν επιχειρήσεις που διαθέτουν μόνο 1 κατάστημα.

Αναλυτικά, η ΜΕΤΡΟ, υλοποιώντας τον προγραμματισμό της για το 2002, εγκαινίασε τον Απρίλιο 1 κατάστημα cash & carry στα Τρίκαλα και λίγους μήνες μετά, τον Αύγουστο, 1 κατάστημα στην Κατερίνη. Και τα δύο αυτά καταστήματα διέθεταν χώρους πώλησης 2.000 τ.μ. Στα σχέδια της αλυσίδας εντάσσεται η λειτουργία 1 cash & carry στην Καβάλα και 1 στην Αλεξανδρούπολη.

Ο όμιλος ΜΑΣΟΥΤΗΣ προχώρησε και αυτός στην ίδρυση 2 νέων καταστημάτων cash & carry, 1 στην Ορεστιάδα, με χώρο πώλησης 630 τ.μ., και 1 στο Σιδηρόκαστρο με επιφάνεια 3.000 τ.μ. Το πρώτο εγκαινιάστηκε τον Ιούλιο του 2002 και το δεύτερο τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, ενώ 1 ακόμα cash & carry εγκαινιάστηκε τον Ιούλιο του 2003 στην Ηρακλίτσα Καβάλας.

Ο όμιλος ΑΤΛΑΝΤΙΚ προχώρησε στην ίδρυση νέων καταστημάτων και ενσωμάτωσε στο δίκτυό του τα 2 καταστήματα της ΔΙΑΝΕΛ στη Χαλκίδα και τη Σαντορίνη, καθώς και το 1 της ΓΑΛΗΝΟΣ-ΚΥΠΡΑΙΟΣ στη Νάξο. Το 2002 εγκαινιάστηκαν από τον όμιλο τα εξής καταστήματα cash & carry: 1 στο Γύθειο, 1 στη Μήλο και 1 στο Λαγονήσι. Το κατάστημα του Γυθείου έχει έκταση 300 τ.μ., ενώ του Λαγονησίου 400 τ.μ. Να σημειωθεί πως στον όμιλο ανήκει πλέον και το 1 cash & carry της ΑΡΙΣΤΑ, η οποία εξαγοράστηκε εντός του 2002. Ο ΑΤΛΑΝΤΙΚ σχεδιάζει τη λειτουργία 1 ακόμα cash & carry στα Κρέστενα Ηλείας.

Ο όμιλος ΠΕΝΤΕ εγκαινίασε τον Σεπτέμβριο του 2002 1 cash & carry στον Προμαχώνα, του οποίου όμως η λειτουργία ανεστάλη τον Απρίλιο του 2003. Για το 2003 σχεδιάζεται η λειτουργία 1 cash & carry στη Βέροια.

Το 2002 δεν χαρακτηρίστηκε μόνο από τα εγκαίνια που πραγματοποίησαν οι μεγάλες αλυσίδες. Κατά τη διάρκεια του έτους ανέστειλαν τη λειτουργία τους 6 cash & carry της ΕΜΠΟΡΙΚΟΣ ΔΕΣΜΟΣ και 1 της ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ. Με αυτές τις εξελίξεις στον κλάδο, τα καταγεγραμμένα από την τράπεζα πληροφοριών των εκδόσεών μας καταστήματα ανέρχονται για το 2002 σε 112.

ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ CASH & CARRY ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΑ/2002








































AΛΥΣΙΔΑ

CASH & CARRY

MEΤΡΟ ΑΕΒΕ

24

ΑΤΛΑΝΤΙΚ ΑΕ

18

Σ/Μ ΜΑΣΟΥΤΗΣ ΔΙΑΜΑΝΤΗΣ ΑΕ

15

ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΑΓΟΡΕΣ – ΕΝΑ ΑΕ

11

ΠΕΝΤΕ ΑΕΕ

7

MAKRO HELLAS ΑΕ

6

BAZAAR ΑΕ

2

ΑΝΕΔΗΚ ΚΡΗΤΙΚΟΣ ΑΕ

1

ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟI Σ.& Χ. ΑΕ

1

ΑΦΟΙ ΑΡΒΑΝΙΤΗ ΑΕ

1

ΑΡΙΣΤΑ ΑΕ

1

ΒΑΣΙΛΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

1

ΒΕΡΟΠΟΥΛΟΙ ΑΦΟΙ ΑΕΒΕ

1

ΒΙΔΑΛΗΣ ΜΑΡΚΕΤ ΑΕ

1

ΓΕΩΡΓΑΚΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ & ΣΙΑ ΕΕ

1

ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΟΥ ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ & ΣΙΑ ΟΕ

1

ΓΟΥΝΤΣΙΔΗΣ ΑΕ

1

ΓΟΥΡΓΟΛΙΤΣΑΣ ΑΝΔΡΕΑΣ

1

ΕΜΠΟΡΙΚΟΣ ΚΟΜΒΟΣ ΑΕ

1

ΕΥΒΟΙΑ ΜΑΡΚΕΤ ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΙΚΗ ΑΕ

1

ΖΩΡΖΟΥ Ι. ΑΦΟΙ ΟΕ

1

ΚΑΝΤΖΑΣ Ι.Γ. & ΣΙΑ ΟΕ

1

ΚΑΝΤΖΑΣ ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΑΕΒΕ

1

ΑΦΟΙ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗ ΑΕ

1

ΚΑΡΟΥΣΟΣ ΠΑΝΑΓΗΣ

1

ΚΡΙΚΟΣ ΑΒΕΕ

1

ΚΡΟΝΟΣ Ν. ΚΑΡΑΚΙΤΣΟΣ ΑΕΒΕ

1

ΜΥΛΩΝΑΚΗΣ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ

1

ΠΑΛΑΜΑΡΗΣ AE

1

ΠΑΥΛΟΥ ΑΕ

1

ΠΕΛΕΚΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ

1

ΠΟΥΛΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ & ΣΙΑ ΕΕ

1

ΣΥΝΕΡΓΑΖ. ΠΑΝΤΟΠΩΛΕΣ ΚΟΡΙΝΘΙΑΣ-ΑΡΓΟΛΙΔΑΣ «ΣΠΑΚ»

1

ΤΕΡΖΗΣ ΠΑΝΟΣ & ΣΙΑ ΟΕ

1

ΤΣΑΡΑΜΥΡΣΗΣ Δ. ΙΩΑΝΝΗΣ

1

ΧΑΝΤΖΗΣ Α. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΑΕΒΕ

1

ΣΥΝΟΛΟ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΩΝ

112

Απογραφή: 31 Δεκεμβρίου 2002

ΚΑΤΑΝΟΜΗ CASH & CARRY ΑΝΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΠΕΡΙΟΧΗ
















ΑΤΤΙΚΗ

19

Πελοπόννησος

9

Στερεά Ελλάδα

9

Δυτική Ελλάδα

9

Θεσσαλία

13

Ήπειρος

4

Νησιά Ιονίου

4

Δυτική Μακεδονία

3

Θεσσαλονίκη

5

Κεντρική Μακεδονία

15

Ανατολική Μακεδονία & Θράκη

6

Κρήτη

4

Βόρειο Αιγαίο

2

Νότιο Αιγαίο

10

 

 

 

MERCHANDISING : ΤΟ ΚΕΝΤΡΙΚΟ ΝΕΥΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΗΣ ΛΙΑΝΙΚΗΣ ΘΕΛΕΙ ΒΕΛΤΙΩΣΕΙΣ

Όλοι οι παράγοντες της αγοράς εκτιμούν ότι το merchandising αποτελεί τον πιο ευαίσθητο κρίκο της αλυσίδας τροφοδοσίας του ραφιού. Είναι ο τόπος στον οποίο συναντώνται οι επιθυμίες όλων των εμπλεκόμενων πλευρών: λιανεμπόρων, προμηθευτών, παραγωγών, αλλά και των καταναλωτών που μάλλον αγνοούν πόσο πολύπλοκη και απαιτητική διαδικασία είναι η συνεχής παρακολούθηση και η σωστή λειτουργία του ραφιού.

Ο ρόλος του merchandising είναι πολλαπλός και περιλαμβάνει συνήθως τις εξής διαδικασίες:

  • Γέμισμα ραφιού.
  • Μέτρηση stock και καταγραφή ελλείψεων.
  • Εξασφάλιση καλής εικόνας και εμφάνισης των προϊόντων.
  • Τοποθέτηση προωθητικών υλικών, κουπονιών κλπ.
  • Προτεινόμενη παραγγελία – κάλυψη αναγκών.
  • Τσεκάρισμα τιμών.
  • Καταγραφή ενεργειών ανταγωνισμού.
  • Ανάπτυξη χώρων και διαπραγματεύσεις θέσεων.
  • Εφαρμογή πλανογραμμάτων.
  • Διαπραγμάτευση, δημιουργία και έλεγχο των σημείων προβολής και των stands.
  • Ενημέρωση-επικοινωνία για εταιρικές ενέργειες.
  • Έλεγχο των προωθήσεων.

Το κακό merchandising βλάπτει σοβαρά την επιχείρηση

Αποτελεί βασική παραδοχή για τους ανθρώπους της αγοράς ότι το merchandising είναι ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες για την επιτυχία ενός προϊόντος, αλλά και για τις πωλήσεις ενός καταστήματος. Όπως μας ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Χριστόφορος Γκόγκας, εμπορικός διευθυντής της ΜΕΤΡΟ: «Συστηματικές έρευνες της αγοράς έχουν δείξει ότι οι ελλείψεις στο ράφι προκαλούν μέχρι και 30% μείωση των πωλήσεων, αφού η διαθεσιμότητα ειδικά των προϊόντων πρώτης ανάγκης, αποτελεί βασικό κριτήριο επιλογής ενός καταστήματος για τον καταναλωτή. Σύμφωνα με τα στοιχεία, ο ένας στους τρεις καταναλωτές όταν δεν βρει στο ράφι αυτό που θέλει, απομακρύνεται από το κατάστημα».

Πού εντοπίζονται τα προβλήματα

Οι βασικές αιτίες των προβλημάτων που παρουσιάζονται αφορούν πρωτίστως προμηθευτές και λιανεμπόρους και είναι διαφορετικές για την κάθε πλευρά. Σύμφωνα με την άποψη του κ. Ηλία Κωνσταντόπουλου, διευθυντή πωλήσεων της SWARZKOPF & RILKEN: «Στον χώρο των προμηθευτών υπάρχουν ελλείψεις σε ό,τι αφορά την εκπαίδευση του ανθρώπινου δυναμικού και την εφαρμογή σύγχρονης τεχνολογίας, η οποία κρίνεται απαραίτητη για την κάλυψη των αναγκών μιας τόσο σύνθετης διαδικασίας. Από την άλλη πλευρά, στον χώρο του λιανεμπορίου είναι σοβαρές οι ελλείψεις σε θέματα διάθεσης ενός προϊόντος καθώς και εξειδικευμένου προσωπικού. Επίσης, θεωρώ εσφαλμένη την άποψη ότι το merchandising είναι αποκλειστική ευθύνη των προμηθευτών. Ο συνδυασμός αυτών των ελλείψεων οδηγεί σε σημαντικά προβλήματα, όπως η λανθασμένη εφαρμογή πλανογραμμάτων, οι μη επαρκείς προβολές προϊόντων κ.ά.». Την εκτίμηση αυτή ενισχύει και η διαπίστωση του κ. Λεωνίδα Κορωναίου, εμπορικού διευθυντή της ΜΙΝΕΡΒΑ, ο οποίος μας επισήμανε ότι «οι βασικές αιτίες για τα προβλήματα που εμφανίζονται, αφορούν τόσο το θέμα διατήρησης του υπάρχοντος ή του προτεινόμενου πλανογράμματος τοποθέτησης μιας κατηγορίας προϊόντων όσο και τη διαφορετική στρατηγική προσέγγιση που υπάρχει μερικές φορές μεταξύ προμηθευτή και λιανέμπορου για την ίδια κατηγορία προϊόντων».

Ο αγώνας κρίνεται στο τελευταίο κατοστάρι

Μπορεί κανείς να παρομοιάσει το σύστημα τροφοδοσίας του ραφιού με έναν αγώνα σκυταλοδρομίας, όπου ο τελευταίος αθλητής χρειάζεται να έχει πολύ γρήγορα αντανακλαστικά, καθώς και τη δυνατότητα να καλύψει τα τελευταία εκατό μέτρα του αγώνα με μεγάλη ταχύτητα. Όλοι οι παράγοντες του λιανεμπορίου συμφωνούν με την εκτίμηση ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των ελλείψεων παρουσιάζεται στα τελευταία 100 μέτρα της αλυσίδας τροφοδοσίας, δηλαδή μέσα στο ίδιο το κατάστημα. Όπως μας εξήγησε ο κ. Χριστόφορος Γκόγκας της ΜΕΤΡΟ: «Έκεί ακριβώς εντοπίζεται το out of stock. Η λειτουργία του merchandising έρχεται να καλύψει αυτό το κομμάτι της τροφοδοσίας και να προλάβει τα διάφορα προβλήματα. Εδώ εμφανίζονται τα κλασικά ερωτήματα: Το κατάστημα κατέγραψε έγκαιρα τις ελλείψεις; Η παραγγελία έγινε σωστά; Είχε ξαφνικά υπερβολικές πωλήσεις το προηγούμενο διάστημα και δεν υπήρξε η ανάλογη πρόβλεψη; Η αποθήκη λειτούργησε σωστά; Η παραγγελία ήρθε έγκαιρα στο κατάστημα;

Από το σημείο αυτό και μετά βγαίνεις εκτός merchandising, αφού εμπλέκονται και άλλοι παράγοντες που αφορούν τον προμηθευτή. Μπορεί ο εφοδιασμός να γίνεται μέσω ιδιωτικής αποθήκης και να σου στείλουν λάθος προϊόν ή μπορεί η μεταφορική εταιρεία να λέει ότι θα σου παραδώσει το προϊόν την Τρίτη και τελικά να εμφανίζεται την Πέμπτη. Για να αποφύγουμε τέτοιου είδους προβλήματα εμείς έχουμε θεσπίσει συγκεκριμένες διαδικασίες. Δηλαδή καθορισμένη ημέρα παραγγελιών και τακτική παρακολούθηση των αποθεμάτων μας, ενώ λαμβάνουμε πάντα υπ’ όψιν μας εάν έχουμε στο επόμενο διάστημα προωθήσεις ή προβολές κάποιων προϊόντων κ.ά.».

Σε κάθε περίπτωση, όπως μας τόνισε και ο κ. Ηλίας Κωνσταντόπουλος της RILKEN: «Το merchandising προσφέρει σημαντική βοήθεια, αφού μέσω του ειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού και με τη χρήση σύγχρονων τεχνολογικών μεθόδων εξασφαλίζει τη σωστή θέση των προϊόντων, τη μέτρηση του stock, την καταγραφή των ελλείψεων και την προτεινόμενη παραγγελία προς τον λιανέμπορο. Αυτή η διαδικασία προϋποθέτει βέβαια και την αντίστοιχη συνεργασία του λιανεμπορίου για την ομαλή λειτουργία της αλυσίδας τροφοδοσίας».

Πολλαπλασιάζει τις πωλήσεις στα σούπερ μάρκετ και αναδεικνύει τους καλούς πωλητές

Σύγχρονο λιανεμπόριο χωρίς αποτελεσματικό merchandising δεν νοείται. Μέσα σε δεκάδες χιλιάδες κωδικούς και σε μία άκρως ανταγωνιστική αγορά, που μεταβάλλεται συνεχώς με μεγάλη ταχύτητα, η σωστή και καλαίσθητη οργάνωση του ραφιού δεν είναι μία απλή υπόθεση. Αυτό το γνωρίζουν πάρα πολύ καλά οι άνθρωποι της αγοράς, αφού εκτός από τον ανταγωνισμό έχουν να αντιμετωπίσουν και τις αυξανόμενες απαιτήσεις των κατανωλωτών, οι οποίοι δεν έχουν ούτε την άνεση του χρόνου ούτε την υπομονή να ψάχνουν μέσα σε ένα κατάστημα το προϊόν για το οποίο ενδιαφέρονται. Μπορούν να το βρουν και αλλού.

Το merchandising, όταν λειτουργεί αποτελεσματικά, δεν αφήνει να δημιουργηθούν κενά στη «ζώνη πυρός» του λιανεμπορίου, δηλαδή εκεί όπου συναντώνται οι επιδιώξεις των επιχειρήσεων για αύξηση των πωλήσεων τους και οι επιθυμίες των καταναλωτών για γρήγορη και ποιοτική εξυπηρέτηση. Επιπλέον, όλη αυτή η διαδικασία λειτουργεί και σαν ένα φυτώριο ανάδειξης ικανών πωλητών. Οι παράγοντες της αγοράς θεωρούν πως το merchandising λειτουργεί και ως ένα ιδιότυπος χώρος εκπαίδευσης των μελλοντικών πωλητών, ως ένα φροντιστήριο ταχύρυθμης εκπαίδευσης του προσωπικού. Αυτά τα «τελευταία εκατό μέτρα», από την αποθήκη μέχρι το ράφι του καταστήματος, κρίνονται καθοριστικά για την ομαλή λειτουργία κάθε αλυσίδας. Τελικός κριτής είναι ο καταναλωτής. Έτσι τα εμπλεκόμενα άτομα αποκτούν την απαραίτητη εμπειρία και εξειδίκευση, αφού πρέπει ανά πάσα στιγμή να γνωρίζουν τις ανάγκες του καταστήματος και τις δυνατότητες της αποθήκης, ώστε να καλύπτουν με επάρκεια στον συντομότερο δυνατό χρόνο τις διάφορες ελλείψεις. Συνεπώς είναι ευθύνη των επιχειρήσεων του λιανεμπορίου η εκπαίδευση του κατάλληλου προσωπικού για τη διεκπεραίωση μιας τόσο σύνθετης και απαιτητικής διαδικασίας.

Βραδυκίνητα και ταχυκίνητα προϊόντα

Στο θέμα αυτό υπάρχει απόλυτη ομοφωνία, αφού οι άνθρωποι της αγοράς εκτιμούν πως σε όλες τις κατηγορίες υπάρχουν προϊόντα τα οποία χρειάζονται συστηματική υποστήριξη.

  • Τα ταχυκίνητα προς αποφυγή ελλείψεων.
  • Τα εξειδικευμένα, ώστε να διατηρήσουν τη σωστή τοποθέτησή τους και να τα βρίσκει εύκολα ο καταναλωτής.
  • Τα νέα προϊόντα, επειδή αποτελούν πόλο έλξης για την τόνωση της κατανάλωσης
  • Τα προϊόντα με ημερομηνία λήξης.
  • Τα ευπαθή προϊόντα.

Όπως μας ανέφερε ο κ. Λεωνίδας Κορωναίος: «Δεν μπορώ να διαχωρίσω τις κατηγορίες προϊόντων σε ομάδες που έχουν ανάγκη μεγαλύτερης ή μικρότερης υποστήριξης από το merchandising. Όλες οι κατηγορίες έχουν την ίδια ανάγκη. Οι τρόποι υποστήριξης είναι αυτοί που θα πρέπει να διαφέρουν σημαντικά». Για το ίδιο θέμα ο κ. Κωνσταντόπουλος εκτιμά ότι «για τα ταχυκίνητα προϊόντα βασική αρχή είναι να υπάρχει ο αντίστοιχος χώρος, ενώ τα βραδυκίνητα πρέπει να βρίσκονται σε τέτοια θέση ώστε να μπορεί να τα βρει εύκολα αυτός που τα χρειάζεται και παράλληλα να αυξηθεί η κίνησή τους».

Από την πλευρά των λιανεμπόρων ο κ. Χριστόφορος Γκόγκας μάς επισήμανε: «Ειδικά για τα αλλοιώσιμα τρόφιμα, για το μανάβικο, το κρεοπωλείο και το περίπτερο απαιτείται συνεχές merchandising. Στους χώρους αυτούς χρειάζεται ένας άνθρωπος σε μόνιμη βάση, ο οποίος θα παρακολουθεί, θα καταγράφει, θα συμπληρώνει, θα προβάλλει προϊόντα. Οι χώροι που σας ανέφερα είναι τα πιο ευαίσθητα τμήματα όλης της τροφοδοσίας μέσα σε ένα κατάστημα. Παράλληλα πρέπει να εκπαιδεύουμε συνέχεια το προσωπικό για να αντεπεξέλθει στις απαιτήσεις μιας ιδιαίτερα σύνθετης και απαιτητικής δουλειάς».

Τα private labels και τα επώνυμα προϊόντα

Αυτό είναι ίσως ένα από τα πιο ευαίσθητα σημεία του λιανεμπορίου. Το σημείο τριβής αφορά στον τρόπο που το λιανεμπόριο αντιμετωπίζει τα private labels και τα επώνυμα value for money προϊόντα. Ο κ. Κωνσταντόπουλος μας ανέφερε χαρακτηριστικά: «Αυτό το θέμα αποτελεί ένα πεδίο διαφωνιών με το λιανεμπόριο, το οποίο επιδιώκει και δίνει τελικά στα private labels το «φιλέτο» του ραφιού, έχοντας ως δικαιολογία ότι αυτά είναι τα δικά τους κερδοφόρα προϊόντα. Τα private labels πρέπει να αντιμετωπίζονται όπως και τα επώνυμα προϊόντα ανάλογα με τη ζήτηση, το μερίδιο και το μέγεθος τους». Αναφερόμενος στο επίμαχο αυτό θέμα ο κ. Γκόγκας τόνισε: «Προωθούμε και αντιμετωπίζουμε τα δικά μας προϊόντα με ιδιαίτερη προσοχή, αλλά είναι επιτακτική η ανάγκη να συνεργαστούμε και με τους άλλους προμηθευτές. Μία κατηγορία προϊόντων δεν απαρτίζεται ποτέ μόνο από τις ιδιωτικές ετικέτες. Τα επώνυμα προϊόντα είναι και θα παραμείνουν ισχυροί παίκτες στην αγορά».

Σε ό,τι αφορά τη λειτουργία και τον ρόλο των merchandisers μέσα στα καταστήματα του λιανεμπορίου καθώς και στα προβλήματα που προκύπτουν, ο κ. Κωνσταντόπουλος μας είπε πως «αυτά αντιμετωπίζονται είτε σε συνεργασία με τους υπεύθυνους των καταστημάτων είτε σε κεντρικό επίπεδο ανάλογα με την περίπτωση».

Τη δική της βαρύτητα έχει η άποψη του κ. Λεωνίδα Κορωναίου, ο οποίος δήλωσε:

«Στη δική μας περίπτωση δεν υπάρχει ξεχωριστός ρόλος merchandiser, επειδή αυτός ο ρόλος εντάσσεται μέσα στα καθήκοντα του πωλητή. Άλλωστε ας μην ξεχνάμε ότι και από την πλευρά των μεγάλων αλυσίδων υπάρχει πολλές φορές άρνηση εισόδου και εργασίας στο σημείο πώλησης».

Βιομηχανία – προμηθευτές – λιανεμπόριο

Σε μία τόσο σύνθετη και απαιτητική διαδικασία όπως είναι η αλυσίδα παραγωγής, προμήθειας και διάθεσης στους καταναλωτές δεκάδων χιλιάδων διαφορετικών προϊόντων, πού αρχίζει και πού τελειώνει η ευθύνη της κάθε πλευράς; Υπάρχουν διακριτά όρια στις σχέσεις των εμπλεκομένων φορέων; Σύμφωνα με την εκτίμηση του κ. Γκόγκα: «Στη συνεργασία των τριών πλευρών και κυρίως στη συνεργασία μεταξύ προμηθευτή και λιανεμπόρου, δεν υπάρχουν ξεκάθαρα πεδία ευθύνης. Νομίζω ότι το κατάστημα πρέπει να έχει τον βασικό έλεγχο, επειδή από τη φύση της λειτουργίας του έχει την αποκλειστική ευθύνη εξυπηρέτησης του πελάτη. Δεν μπορείς να περιμένεις από τον προμηθευτή να έρθει να σου στήσει την προβολή. Δεν είναι αυτός ο ρόλος του. Αυτό είναι μία λανθασμένη τακτική, η οποία όπου εφαρμόστηκε, απέτυχε».

Τελικά, βιομηχανία – προμηθευτές – λιανεμπόριο πρέπει να λειτουργούν σαν αλυσίδα με στόχο την εξυπηρέτηση του καταναλωτή και το αμοιβαίο όφελος. Έτσι σύμφωνα με τον κ. Κωνσταντόπουλο: «Ο ρόλος της βιομηχανίας είναι να δημιουργεί και να παράγει σωστά προϊόντα εξασφαλισμένης ποιότητας, με επάρκεια ώστε να καλύπτονται οι ανάγκες των καταναλωτών. Τέλος, ο ρόλος των προμηθευτών εντοπίζεται στη χάραξη της στρατηγικής για την προώθηση των προϊόντων, καθώς και για την επαρκή και έγκαιρη διανομή, ενώ αποτελεί ευθύνη του λιανεμπορίου η εξασφάλιση της κατάλληλης ποικιλίας προϊόντων, της σωστής εικόνας και της εξυπηρέτησης, έτσι ώστε ο καταναλωτής να μένει απόλυτα ικανοποιημένος».

 

ΚΑΤΕΨΥΓΜΕΝΑ ΤΡΟΦΙΜΑ : ΑΥΞΗΣΗ ΠΩΛΗΣΕΩΝ ΣΕ ΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ

Με όχημα τις τρεις κύριες κατηγορίες κατεψυγμένων προϊόντων –λαχανικά, ψάρια-θαλασσινά και ζύμες– η γενική κατηγορία των κατεψυγμένων εμφανίζει ανοδικές τάσεις τα τελευταία χρόνια. Η αύξηση των πωλήσεών της αναμένεται ότι θα συνεχιστεί, εφόσον η σχετική τάση στην Ελλάδα συνεχίσει να παρακολουθεί την καμπύλη ανάπτυξης των κατεψυγμένων τροφίμων στις περισσότερες ανεπτυγμένες αγορές.

Δύο βασικές παράμετροι επηρέασαν θετικά την κατηγορία των κατεψυγμένων προϊόντων: αφενός η «απενοχοποίησή» της και αφετέρου η μείωση του ελεύθερου χρόνου της σύγχρονης νοικοκυράς και ο αυξανόμενος αριθμός των νοικοκυριών με ένα άτομο, παράγοντες που ωθούν τους καταναλωτές στη δοκιμή και χρήση της εύκολης λύσης των κατεψυγμένων τροφίμων.

Σταδιακά οι Έλληνες καταναλωτές αποβάλλουν την καχυποψία που είχαν παλαιότερα έναντι των κατεψυγμένων προϊόντων, καχυποψία όχι εντελώς αβάσιμη, αφού επί σειρά ετών η διαδικασία ελέγχου των πρώτων υλών και κατάψυξης των έτοιμων τροφίμων ήταν πλημμελής, με συχνό αποτέλεσμα την ποιοτική υποβάθμιση των προϊόντων. Στην αλλαγή του κλίματος συνέβαλαν οι συνεχείς επενδύσεις των leader του κλάδου, με στόχο την αναβάθμιση της ποιότητας των προϊόντων και τη γνωστοποίηση της βελτιώσής τους στον τελικό καταναλωτή.

Εξάλλου η μείωση του ελεύθερου χρόνου της σύγχρονης νοικοκυράς οδηγεί στην υιοθέτηση έτοιμων λύσεων για το φαγητό της οικογένειας, τάση που αντανακλάται στους δείκτες αύξησης των πωλήσεων των έτοιμων για μαγείρεμα προϊόντων, παρά το γεγονός ότι στη χώρα μας είναι ακόμη χαμηλοί.

Η συμπεριφορά του καταναλωτή απέναντι στα κατεψυγμένα προϊόντα επηρεάζεται σημαντικά από την εικόνα ποιότητας που παρουσιάζουν. Οι καταναλωτές αποδεικνύονται αρκετά αυστηροί στις επιλογές τους, με αποτέλεσμα μερικές νέες κατηγορίες να αναπτύσσονται αργά. Όπως εκτιμούν παράγοντες της αγοράς, για να εδραιωθούν στην αγορά, είναι σίγουρο ότι θα απαιτηθούν αλλαγές τόσο στον σχεδιασμό τους όσο και στις στρατηγικές που ακολουθούνται για να επιτευχθεί μία υψηλή ποιότητα.

ΚΑΤΕΨΥΓΜΕΝΑ ΛΑΧΑΝΙΚΑ

Ανοδικές είναι οι πωλήσεις των κατεψυγμένων λαχανικών τα τελευταία τρία χρόνια. Ο μέσος ρυθμός αύξησης εκτιμάται γύρω στο 4%-5% ετησίως. Η κατηγορία ευνοείται ιδιαίτερα από τις εκάστοτε ελλείψεις της αγοράς σε νωπά λαχανικά, συνήθως λόγω καιρικών συνθηκών, αλλά και από το πρόβλημα των υψηλών τιμών, κάτι που απασχολεί έντονα την κατανάλωση την τελευταία διετία.

Οι πρόσφατες έρευνες καταναλωτών δείχνουν ότι το 85% των νοικοκυριών στην Ελλάδα χρησιμοποιούν πλέον κατεψυγμένα λαχανικά.

Οι καταναλωτές διαπιστώνεται ότι αντιλαμβάνονται και εκτιμούν ιδιαιτέρως την ποιότητα (υψηλή θρεπτική αξία, χωρίς συντηρητικά) και τη σταθερότητα της ποιότητας των επώνυμων κατεψυγμένων λαχανικών. Για τον λόγο αυτό τα branded κατέχουν τη μερίδα του λέοντος στην κατηγορία, ενώ το μερίδιο των own label προϊόντων, όπως εκτιμάται, δεν ξεπερνά το 10% των πωλήσεών της.

Τα τελευταία χρόνια αναπτύσσεται σημαντικά η υποκατηγορία των ημι-έτοιμων λαχανικών. Τα προϊόντα που ανήκουν σε αυτή προσφέρουν όλα τα υλικά προετοιμασμένα (καθαρισμένα, πλυμένα, κομμένα) και στις σωστές αναλογίες για να τα μαγειρέψει κανείς με απλές οδηγίες. Η συγκεκριμένη κατηγορία προϊόντων είναι τελείως διαφορετική από εκείνη των έτοιμων κατεψυγμένων γευμάτων, καθώς η δεύτερη θέλει μόνο ψήσιμο.

ΑΛΙΕΥΜΑΤΑ – ΘΑΛΑΣΣΙΝΑ

Διψήφιο ρυθμό ετήσιας ανάπτυξης παρουσίαζε μέχρι προ διετίας η κατηγορία κατεψυγμένων αλιευμάτων και θαλασσινών, σύμφωνα με τα στοιχεία των προμηθευτών της αγοράς. Η αύξηση αυτή αποδίδεται τόσο στις διατροφικές κρίσεις τα τελευταία χρόνια σε άλλες κατηγορίες προϊόντων όσο και στη συνολική αναβάθμιση της παραγωγής (λανσάρισμα νέων προϊόντων και συσκευασιών κλπ) και της επικοινωνιακής πολιτικής των επιχειρήσεων του κλάδου.

Την τελευταία διετία οι πωλήσεις της κατηγορίας έχουν σταθεροποιηθεί, έχοντας κατακτήσει σημαντικά μερίδια στη γενική κατηγορία των προϊόντων κατάψυξης. Ωστόσο η άποψη ότι ο κλάδος θα παρουσιάσει σημαντική ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια ενισχύεται από το γεγονός ότι η φαινομενική κατανάλωση κατεψυγμένων αλιευμάτων επηρεάζεται άμεσα α) από τις ποσότητες αλίευσης και διάθεσης των φρέσκων αλιευμάτων ανοικτού πελάγους (τα τελευταία χρόνια παρουσιάζουν συνεχή μείωση) και β) από τις τιμές πώλησης των ψαριών ιχθυοκαλλιέργειας (προβλέπεται η σταδιακή αύξησή τους τα επόμενα χρόνια).

Γενικότερα η σαφής στροφή της ζήτησης προς την υγιεινή διατροφή, καθώς και προς τα είδη και τους τρόπους διατροφής που επιτρέπουν στα νοικοκυριά την εξοικονόμηση χρόνου, είναι παράγοντες που συμβάλλουν στην περαιτέρω διεύρυνση της κατανάλωσης των τυποποιημένων-συσκευασμένων κατεψυγμένων αλιευμάτων.

Οι πωλήσεις της κατηγορίας δεν αποτιμώνται από τις εξειδικευμένες εταιρείες μετρήσεων, επομένως δεν μπορούν να υπολογιστούν με ακρίβεια. Ωστόσο, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των προμηθευτριών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στην κατηγορία, οι πωλήσεις της μέσω των σούπερ μάρκετ ανήλθαν το 2002 σε περίπου 35 εκατ. ευρώ. Την ίδια χρονιά οι συνολικές πωλήσεις της κατηγορίας (λιανεμπόριο και catering) ανήλθαν σε περίπου 200 εκατ. ευρώ.

Όπως επισημαίνουν παράγοντες της αγοράς, ο κλάδος των κατεψυγμένων αλιευμάτων χαρακτηρίζεται ακόμη από μικρή branded αγορά. Στην ευρωπαϊκή αγορά οι τοπικές εταιρείες συχνά μοιράζονται μερίδια με τις διεθνείς εταιρείες του κλάδου.

Επενδύσεις στο promotion

Μέχρι πρόσφατα οι προσφορές προς τον καταναλωτή ήταν περιορισμένες σε σχέση με αυτές που πραγματοποιούν άλλες κατηγορίες προϊόντων. Ωστόσο τα τελευταία χρόνια οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην κατάψυξη επενδύουν στην προώθηση των πωλήσεων, αν και η φύση του προϊόντος είναι περιοριστική για ενέργειες στα τμήματα πωλήσεων και trade marketing. Κύριες ενέργειες είναι οι μειώσεις τιμών, η προσφορά δωρεάν ποσότητας προϊόντος, τα on pack ή near pack δώρα και τα in store προγράμματα γευστικών δοκιμών και διανομής κουπονιών. Αναπτύσσονται δε ραγδαία και οι tailor made ενέργειες.

Τα προϊόντα own label υπάρχουν σε μεμονωμένες αλυσίδες και όχι στο σύνολο της αγοράς. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, στις συγκεκριμένες αλυσίδες κατέχουν μερίδιο πωλήσεων έως 20%, ενώ διατίθενται με διαφορά τιμής που κυμαίνεται από 15% έως 40%.

Τα κριτήρια επιλογής των καταναλωτών

Σύμφωνα με ποιοτική έρευνα που πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό της εταιρείας Γ. ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ, τα κριτήρια επιλογής κατεψυγμένων αλιευμάτων από τους καταναλωτές είναι: η εμφάνισή τους (χρώμα, χωρίς πολλά στίγματα και πάγο), οι πληροφορίες που αναγράφονται στην ετικέτα (προέλευση, ημερομηνία αλιείας-κατανάλωσης) και η εμπιστοσύνη που έχουν στο λιανεμπορικό κατάστημα.

Κατά βάση τις αγορές τις πραγματοποιεί η νοικοκυρά, με συχνή τη συμμετοχή του συζύγου, ενώ αυξανόμενη είναι η τάση να γίνονται οι αγορές και από νεότερα ζευγάρια.

Ενώ στη βόρεια Ελλάδα η διάθεση των προϊόντων της κατηγορίας κατανέμεται μεταξύ σούπερ μάρκετ, εξειδικευμένων καταστημάτων και ορισμένων ιχθυοπωλείων, στη νότια Ελλάδα γίνεται επίσης από τα ίδια κανάλια, αλλά το προβάδισμα ανήκει σαφώς στα σούπερ μάρκετ. Σημειώνεται ότι η βόρεια Ελλάδα υπολείπεται στην κατά κεφαλή κατανάλωση κατεψυγμένων αλιευμάτων έναντι της νότιας Ελλάδας, καθώς εκεί οι καταναλωτές δείχνουν σαφή προτίμηση στα νωπά-φρέσκα αλιεύματα. Παράλληλα η τουριστική ανάπτυξη της περιοχής είναι μικρότερη από την ανάπτυξη της νότιας και της νησιωτικής Ελλάδας (catering).

Η κατηγορία περιλαμβάνει και τις υποκατηγορίες των ημι-έτοιμων γευμάτων και των παναρισμένων αλιευμάτων.

Ημιέτοιμα γεύματα

Πρόκειται για μία νέα υποκατηγορία που έχει παρουσιάσει σημαντική δυναμική τα τελευταία χρόνια και διακρίνεται από τα συνεχή λανσαρίσματα νέων προϊόντων και γεύσεων. Η αύξηση των πωλήσεών της αναμένεται να συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια, οπότε εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει τον ευρωπαϊκό μέσο όρο σε ρυθμούς ανάπτυξης.

Παναρισμένα αλιεύματα

Η υποκατηγορία καταλαμβάνει μικρό μερίδιο πωλήσεων στο σύνολο της αγοράς των κατεψυγμένων αλιευμάτων –υπολογίζεται ότι είναι μικρότερο του 10%. Ωστόσο, όπως εκτιμάται, παρουσιάζει ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης, που κυμαίνεται στο 10%. Το γεγονός ότι τα παναρισμένα αλιεύματα μαγειρεύονται εύκολα και γρήγορα είναι το «κλειδί» για την περαιτέρω ανάπτυξη των πωλήσεών τους. Το κύριο target group στο οποίο απευθύνονται είναι τα παιδιά. Αγοράζονται κυρίως από καταναλωτές μέσου και ανώτερου εισοδήματος, καθώς πρόκειται για ακριβά προϊόντα. Για τον λόγο αυτό υπάρχει ανταπόκριση των καταναλωτών και αύξηση των πωλήσεων όταν το προϊόν συνοδεύεται από εκπτωτικά sticker ή άλλου είδους προσφορές. Ωστόσο η τιμή δρα επικουρικά στο προϊόν: πρωταρχικό ρόλο στην επιλογή του έχει η μάρκα, καθώς οι καταναλωτές προτιμούν τα branded προϊόντα.

Πάντως οι πωλήσεις των παναρισμένων αλιευμάτων στην εγχώρια αγορά είναι σημαντικά χαμηλότερες σε σχέση με άλλες χώρες, όπως η Μεγάλη Βρετανία, η Γερμανία και η Γαλλία.

ΚΑΤΕΨΥΓΜΕΝΕΣ ΖΥΜΕΣ

Ανοδική τάση παρουσιάζουν οι πωλήσεις της κατηγορίας των κατεψυγμένων ζυμών τα τελευταία χρόνια, με ρυθμούς που κυμαίνονται κατά μέσο όρο σε 8% ετησίως. Πάντως οι επιμέρους υποκατηγορίες της δεν παρουσιάζουν όλες τους ίδιους ρυθμούς ανάπτυξης.

Η αγορά της υποκατηγορίας των κατεψυγμένων πρωτογενών ζυμών παραμένει σταθερή, ενώ των κατεψυγμένων έτοιμων για ψήσιμο προϊόντων ζύμης αυξάνεται με σταθερούς ρυθμούς, καταδεικνύοντας πως οι Έλληνες καταναλωτές, αν και δεν εγκαταλείπουν το παραδοσιακό μαγείρεμα, υιοθετούν αυτά τα προϊόντα.

Ο ανταγωνισμός των προμηθευτριών εταιρειών στην αγορά της πρωτογενούς ζύμης έχει στόχο την αναδιανομή των μεριδίων, αφού η αγορά είναι σταθερή, ενώ η ήδη διαμορφωμένη δομή της (κατατάσσεται στις ώριμες αγορές) δεν αφήνει περιθώρια για την εμφάνιση νέων προϊόντων. Συνεπώς οι προωθητικές ενέργειες των προμηθευτών περιορίζονται στις εποχιακές προσφορές. Αντίθετα στα έτοιμα για ψήσιμο προϊόντα ζύμης υπάρχει πληθώρα νέων προϊόντων από όλες τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον τομέα.

Η ζήτηση των προϊόντων της κατηγορίας επηρεάζεται από την ποιότητα και την ευκολία που προσφέρει η κάθε μάρκα.

Πληθωρισμός προσφορών

Το 2003 χαρακτηρίζεται από πληθώρα εκπτωτικών και ποσοτικών προσφορών στον χώρο της κατεψυγμένης ζύμης. Παράγοντες της αγοράς επισημαίνουν ότι οι προμηθευτές έχουν φτάσει στο «εξευτελιστικό», όπως το χαρακτηρίζουν, σημείο να προσφέρουν συνεχώς επιπλέον ποσότητα δώρο με την αγορά κάθε προϊόντος. Κάτι τέτοιο, τονίζουν, μειώνει την αξία του προϊόντος και τα περιθώρια κέρδους τόσο του παραγωγού όσο και του λιανεμπόρου, αποπροσανατολίζοντας τον καταναλωτή και υπονομεύοντας την ποιότητα του προϊόντος. Το αποτέλεσμα της «μάχης των τιμών» στην κατηγορία είναι ότι δεν υπήρξε μέχρι σήμερα σημαντικό περιθώριο ανάπτυξης των own label προϊόντων, το μερίδιο των οποίων, όπως εκτιμάται, δεν υπερβαίνει το 7% των πωλήσεων της κατηγορίας.

ΚΑΤΕΨΥΓΜΕΝΕΣ ΠΑΤΑΤΕΣ

Ελαφρώς ανοδικές τάσεις, με ετήσιο ρυθμό αύξησης 3%-4% σε όγκο, εμφανίζει τα τελευταία χρόνια η κατηγορία της κατεψυγμένης πατάτας. Όπως φαίνεται, οι καταναλωτές αγοράζουν το προϊόν για το σπίτι τους με λιγότερες επιφυλάξεις, καθώς πείθονται από τη διαφήμιση των leader της αγοράς ότι το κατεψυγμένο προϊόν δεν υστερεί καθόλου ποιοτικά από το φρέσκο.

Σημαντική άνοδο στην κατηγορία εμφανίζει η υποκατηγορία της έτοιμης κομμένης πατάτας. Αντίθετα οι πωλήσεις των παρασκευασμάτων πατάτας και του πουρέ υποχωρούν.

ΚΑΤΕΨΥΓΜΕΝΑ ΚΟΤΟΠΟΥΛΑ

Η πλειονότητα των ελληνικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην πτηνοτροφία έχουν στο στόχαστρό τους την αγορά των νωπών προϊόντων, αφού ο Έλληνας καταναλωτής σαφώς προτιμά τα φρέσκα προϊόντα. Μάλιστα παράγοντες της αγοράς χαρακτηρίζουν τα κατεψυγμένα προϊόντα κοτόπουλου «αναγκαίο κακό» για τις ελληνικές πτηνοτροφικές επιχειρήσεις, καθώς η πορεία του νωπού προς την κατάψυξη ανοίγει σε περιόδους υπερπαραγωγής των πουλερικών, όταν δηλαδή οι παραγόμενες ποσότητες, μη μπορώντας να απορροφηθούν από την αγορά των νωπών προϊόντων, υποχρεωτικά καταψύχονται. Συνεπώς και η πορεία των πωλήσεων κατεψυγμένων προϊόντων είναι αντιστρόφως ανάλογη προς τις πωλήσεις των νωπών, ενώ σε ετήσια βάση κατά την τελευταία τριετία εμφανίζεται μάλλον σταθερή.

Ωστόσο ανοδική τάση των πωλήσεων παρατηρείται σε ορισμένες κατηγορίες κατεψυγμένων προϊόντων κοτόπουλου, όπως εκείνων που προσφέρονται έτοιμα για μαγείρεμα μετά την απόψυξη (π.χ. σουβλάκι, ρολό κ.ά.). Επίσης ελαφρώς αυξητικές είναι οι τάσεις στις υποκατηγορίες των παναρισμένων κατεψυγμένων προϊόντων κοτόπουλου.

Οι μεγαλύτερες ποσότητες των κατεψυγμένων προϊόντων κοτόπουλου διοχετεύονται στη μαζική εστίαση.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις παραγόντων της αγοράς, το μερίδιο των κατεψυγμένων προϊόντων κοτόπουλου στα σούπερ μάρκετ είναι μικρότερο του 10% επί του συνόλου των πωλήσεων της κατηγορίας των προϊόντων κοτόπουλου, νωπών και μη.

ΚΑΤΕΨΥΓΜΕΝΑ ΚΡΕΑΤΟΣΚΕΥΑΣΜΑΤΑ

Η «απενοχοποίηση» των κατεψυγμένων προϊόντων ευνόησε και την κατηγορία των κατεψυγμένων κρεατοσκευασμάτων, η οποία εμφανίζει συνεχώς ανοδική πορεία την τελευταία τριετία. Όπως επισημαίνουν παράγοντες της αγοράς, το κατεψυγμένο κρέας δεν υστερεί έναντι του νωπού ως προς τη θρεπτική του αξία και τις οργανοληπτικές του ιδιότητες. Η περιεκτικότητα του σε βιταμίνες δεν υφίσταται σημαντικές μεταβολές ακόμα και μετά από πολύμηνη συντήρησή του στους -18ο C, η δε πεπτικότητά του είναι μεγαλύτερη από εκείνη του νωπού. Όταν όμως η ψυκτική αλυσίδα σπάσει, παρουσιάζονται στο κρέας φυσικοχημικές και ιστολογικές μεταβολές, που μειώνουν την ποιότητα και τη θρεπτική του αξία. Για τον λόγο αυτό οι εταιρείες του χώρου δίνουν ιδιαίτερη προσοχή στη διατήρηση της αλυσίδας ψύξης έως ότου το προϊόν φτάσει στον τελικό καταναλωτή.

Η κατηγορία περιλαμβάνει τα κατεψυγμένα και τα προψημένα κρεατοσκευάσματα. Το σούπερ μάρκετ είναι το κύριο κανάλι διανομής των προϊόντων της κατηγορίας.

ΚΑΤΕΨΥΓΜΕΝΑ ΕΤΟΙΜΑ ΓΕΥΜΑΤΑ

Η αγορά των ετοίμων γευμάτων είναι μία καινούργια κατηγορία, που εμφανίστηκε μόλις τα τελευταία δύο χρόνια, στο πλαίσιο της κάλυψης των σύγχρονων αναγκών του καταναλωτή για σωστή διατροφή, με οικονομία χρόνου. Στην κατηγορία ανήκουν τα προμαγειρεμένα και μεριδοποιημένα πιάτα που χρειάζονται μόνο ζέσταμα, χωρίς άλλη επέμβαση ή προετοιμασία εκ μέρους του καταναλωτή (το έτοιμο ζεστό φαγητό που πωλείται στα μεγάλα σούπερ μάρκετ δεν ανήκει στη συγκεκριμένη κατηγορία).

Λίγα στοιχεία είναι διαθέσιμα για την κατηγορία του έτοιμου κατεψυγμένου φαγητού, καθώς δεν γίνεται ακόμη καταγραφή των πωλήσεων από τις εταιρείες μετρήσεων.

Οι κύριοι καταναλωτές της κατηγορίας είναι οι εργένηδες και τα νοικοκυριά δύο ατόμων στα μεγάλα αστικά κέντρα (Αθήνα και Θεσσαλονίκη). Οι υπόλοιποι είναι περιστασιακοί αγοραστές του προϊόντος καθώς έχει υψηλή τιμή και αποτελεί ακριβή λύση για τη μέση ελληνική οικογένεια.

Το σύνολο της αγοράς των έτοιμων γευμάτων στα σούπερ μάρκετ – τόσο σε κατεψυγμένη μορφή όσο και σε νωπή μορφή– εκτιμάται ότι ανέρχεται σε περίπου 6 εκατ. ευρώ, ενώ ο ρυθμός ανάπτυξής της είναι περίπου 15% ετησίως (πηγή: POT & PAN). Ωστόσο το ποσοστό αύξησης των πωλήσεων της κατηγορίας διαφέρει από αλυσίδα σε αλυσίδα, ανάλογα με την ποικιλία και τον αριθμό των κωδικών που είναι τοποθετημένοι στα ράφια της.

Οι ρυθμοί ανάπτυξης της αγοράς των έτοιμων γευμάτων είναι από τους μεγαλύτερους στην αγορά των κατεψυγμένων ειδών και αναμένεται να συνεχιστούν, λαμβανομένου υπ’ όψιν ότι στο εξωτερικό η κατανάλωση στη συγκεκριμένη κατηγορία είναι σημαντικά μεγάλη.

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΤΙΚΟΥΣ ΠΙΝΑΚΕΣ ΒΛΕΠΕ ΤΕΥΧΟΣ "σελφ-σερβις" Νο. 322 σελ.64-72

ΝΕΑ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ : ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΑΛΥΣΙΔΕΣ ΚΕΡΔΙΖΟΥΝ ΣΤΑ ΣΗΜΕΙΑ

Σχετικά καλή χρονιά σε ό,τι αφορά τα εγκαίνια καταστημάτων σούπερ μάρκετ ήταν το 2002, ιδιαίτερα αν αναλογιστούμε πως οι επιχειρήσεις κινήθηκαν σε ένα περιβάλλον οικονομικής ύφεσης και πως τα περιθώρια ανάπτυξης των αλυσίδων, ως προς το δίκτυο των καταστημάτων τους, στενεύουν. Αρκετές φωνές προειδοποιούν για κορεσμό της αγοράς, κυρίως στα μεγάλα αστικά κέντρα, αλλά και σε αρκετές μικρότερες πόλεις όπου οι ανάγκες του πληθυσμού για αγορές καταναλωτικών ειδών φαίνεται να καλύπτονται από το υπάρχον εμπορικό δίκτυο.

Τα τελευταία χρόνια είδαμε να ιδρύονται καταστήματα με μεταξύ τους απόσταση λίγα μόλις μέτρα, ενώ η ελλιπής υποδομή σε πανελλαδικό επίπεδο δεν βοήθησε –σε αρκετές περιπτώσεις– την ανάπτυξη σούπερ μάρκετ με προδιαγραφές όπως θα τις ήθελαν οι ίδιοι οι ιδιοκτήτες τους (εύκολη πρόσβαση, εύκολος ανεφοδιασμός στους σωστούς χρόνους, άνετοι χώροι στάθμευσης κλπ). Οι ιδρύσεις νέων καταστημάτων το 2002 επιβεβαιώνουν τις δηλώσεις στελεχών επιχειρήσεων σούπερ μάρκετ πως η βασική επιλογή για τα επόμενα χρόνια είναι τα μεσαίου –για τη χώρα μας– μεγέθους καταστήματα, καθώς και η ανάπτυξη με τη μέθοδο του franchise, κυρίως στην περίπτωση των discount (τα 16 από τα 30 νέα καταστήματα της DIA HELLAS λειτούργησαν με franchise).

Πρώτη η πρωτεύουσα

Στο σύνολο της χώρας λειτούργησαν 103 νέα καταστήματα αλυσίδων σούπερ μάρκετ, με την πλειονότητά τους να ανήκει στην Περιοχή Πρωτεύουσας (20). Στο σύνολο του Νομού Αττικής (Περιοχή Πρωτεύουσας και Υπόλοιπο Νομού Αττικής) ιδρύθηκαν 31 νέα καταστήματα, ενώ στον Νομό Θεσσαλονίκης 17. Ακολουθούν η Πελοπόννησος και η Κεντρική Μακεδονία με 9 εγκαίνια σούπερ μάρκετ η κάθε μία.

Ξεχώρισε η DIA HELLAS

Από τις μεγάλες αλυσίδες είχαμε τις περισσότερες ιδρύσεις νέων σούπερ μάρκετ. Μάλιστα η DIA HELLAS ξεχώρισε με διαφορά από την δεύτερη σε εγκαίνια αλυσίδα που ήταν η… συγγενής ΚΑΡΦΟΥΡ ΜΑΡΙΝΟΠΟΥΛΟΣ (30 και 16 αντίστοιχα). Ακολουθούν οι ΑΤΛΑΝΤΙΚ και ΑΡΒΑΝΙΤΙΔΗΣ με 8 καταστήματα, η ΜΑΣΟΥΤΗΣ με 6, η ΒΕΡΟΠΟΥΛΟΣ με 7 (5 η ΑΦΟΙ ΒΕΡΟΠΟΥΛΟΙ και 2 η ΧΑΛΚΙΑΔΑΚΗΣ) και η ΜΕΤΡΟ με 4. Μεταξύ των υπολοίπων μεγάλων αλυσίδων αξίζει να σημειώσουμε την ίδρυση 1 μεγάλου σούπερ μάρκετ 2000 τ.μ. από τη ΣΚΛΑΒΕΝΙΤΗΣ, καθώς και τις σημαντικές επενδύσεις που έγιναν από την ΑΛΦΑ-ΒΗΤΑ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ σε ανακαινίσεις καταστημάτων της ΤΡΟΦΟ.

Μειώνονται τα μεμονωμένα σούπερ μάρκετ

Η πτωτική τάση των μεμονωμένων σούπερ μάρκετ συνεχίζεται. Το 2002 τα μεμονωμένα σούπερ μάρκετ μειώθηκαν σε αριθμό κατά -10,2%. Αυτή είναι άλλωστε η αιτία για την οποία παρουσιάζεται μείωση και στον συνολικό αριθμό των σούπερ μάρκετ σε πανελλαδικό επίπεδο (-0,79%) παρά την αύξηση που σημειώθηκε στον αριθμό των σούπερ μάρκετ που ανήκουν σε αλυσίδες. Η αύξηση αυτή ήταν της τάξης του 4,7%.

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟΥΣ ΠΙΝΑΚΕΣ ΒΛΕΠΕ ΣΤΗΝ ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΜΑΣ "ΠΑΝΟΡΑΜΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΡΚΕΤ 2003"

ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗ Α-Β ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ-ΤΡΟΦΟ

Μετά από μακρά περίοδο τυπικά παράλληλης δράσης, η διοίκηση της ΑΛΦΑ-ΒΗΤΑ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ έκρινε σκόπιμο να προχωρήσει στη συγχώνευση της μητρικής εταιρείας με την εξαγορασθείσα ΤΡΟΦΟ, αποβλέποντας στα οφέλη από τις οικονομίες κλίμακος που θα προκύψουν κατά κύριο λόγο από τη διοικητική συνένωση.

Όσο για τα οφέλη από την λειτουργία μιας ενιαίας μονάδας λιανικής πώλησης, αυτά προέκυψαν ήδη από την πρώτη περίοδο εξαγοράς της ΤΡΟΦΟ, δεδομένου ότι από τα 45 καταστήματα της εξαγορασθείσης διατηρήθηκαν σε λειτουργία τα 39 και εξ αυτών είχαν ανακαινισθεί τα 23έως και το τέλος του 2002, ενώ φέτος εκτιμάται ότι θα ολοκληρωθεί η αναβάθμιση και των υπολοίπων 16. Στην πράξη δηλαδή η ενοποίηση των δικτύων προχώρησε ανεξάρτητα της συγχώνευσης των δύο εταιρειών.

Στο μεταξύ οι μεταφερόμενες από τις προηγούμενες χρήσεις ζημιές της ΤΡΟΦΟ θα συμψηφιστούν με τα μελλοντικά προς διάθεση κέρδη της μητρικής εταιρείας. Σύμφωνα μάλιστα με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο (άρθρο 9 του ν. 2992/02), η εταιρεία μπορεί να εξασκήσει το δικαίωμα συμψηφισμού μέχρι το τέλος της χρήσης του 2005.

Σε επίσημη ανακοίνωση της ΑΛΦΑ-ΒΗΤΑ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ αναφέρεται ότι το διοικητικό συμβούλιό της προχώρησε στην απόφαση για τη συγχώνευση αφού αξιολόγησε τη σημαντική αύξηση των πωλήσεων της ΤΡΟΦΟ, την καλή κερδοφορία της ΑΛΦΑ-ΒΗΤΑ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ και τις αισιόδοξες προοπτικές που διαγράφονται για τα επόμενα χρόνια.

Δεδομένου επίσης ότι οι ισολογισμοί μετασχηματισμού θα συνταχθούν την 31η Δεκεμβρίου 2003, η συγχώνευση δεν πρόκειται να επηρεάσει τα προς διάθεση κέρδη της τρέχουσας χρήσης που θα διανεμηθούν κατά το 2004. Θα πρέπει ωστόσο να σημειωθεί ότι το 2002 έκλεισε για την ΤΡΟΦΟ με περιορισμένες ζημιές, στα 425.185 ευρώ έναντι ζημιών 8.080.454 το 2001, γεγονός το οποίο δεν αποκλείει η εταιρεία να εξασφαλίσει φέτος έστω και περιορισμένα κέρδη.

Όσο για την ΕΝΑ, παραμένει ως ανεξάρτητο εταιρικό σχήμα στο πλαίσιο του ομίλου πιθανότατα λόγω των ζημιών που συνεχίζει να παρουσιάζει. Τουλάχιστον το περσινό 12μηνο το αρνητικό αποτέλεσμα της ΕΝΑ είχε διαμορφωθεί στα 3.014.911 ευρώ έναντι ζημιών 4.049.171 ευρώ το 2001. Ως εκ τούτου η συγχώνευση της ΕΝΑ με τη μητρική της μάλλον μεταφέρεται για τις επόμενες χρήσεις.

Σε ό,τι αφορά τον χρόνο τέλεσης της συγχώνευσης των δύο εταιρειών, θα πρέπει να σημειωθεί ότι αποφασίσθηκε να πραγματοποιηθεί σε περίοδο κατά την οποία το κλίμα στο χρηματιστήριο είναι σαφώς καλύτερο από το διάστημα κατά το οποίο έγινε η εξαγορά της ΤΡΟΦΟ, γεγονός το οποίο βοηθά και στη στήριξη της αξίας της μετοχής της μητρικής εταιρείας.

Υπενθυμίζεται ότι κατά τη χρήση του 2002 ο όμιλος σημείωσε αύξηση κύκλου εργασιών από 769.456.706 ευρώ το 2001 σε 837.291.785 ευρώ πέρυσι και αύξηση κερδών σε 5.756.267 ευρώ από 2.051.590 ευρώ το 2001, ενώ η μητρική εταιρεία βελτίωσε τον κύκλο εργασιών από 620.614.280 το 2001 σε 737.982.414 ευρώ το 2002 και το καθαρό αποτέλεσμα σε 13.402.583 ευρώ από 10.816.975 ευρώ την προηγούμενη χρήση.

ΠΩΛΗΣΕΙΣ : ΑΠΟΘΑΡΡΥΝΤΙΚΟΣ Ο ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ

Δύσκολος μήνας αποδείχθηκε ο Σεπτέμβριος για τα σούπερ μάρκετ. Οι εκτιμήσεις στελεχών της αγοράς για την εξέλιξη του τζίρου των αλυσίδων του οργανωμένου λιανεμπορίου αναφέρουν συγκράτηση των ανοδικών τάσεων, με αποτέλεσμα τη μείωση του ρυθμού ανόδου των πωλήσεων στο εννεάμηνο, έναντι των αυξητικών τάσεων που καταγράφηκαν στο οκτάμηνο.

Η συγκράτηση αυτή αποδίδεται έως έναν βαθμό στην κρίση που επηρεάζει γενικότερα την αγορά και στη σύγχυση που δημιουργήθηκε στο καταναλωτικό κοινό μετά τις σχεδόν ταυτόχρονες εξαγγελίες περί «παγώματος» των τιμών και καταγγελίες περί προηγούμενων αυξήσεών τους…

Επίδραση στο τζίρο του Σεπτεμβρίου είχαν όμως και οι περιορισμένες αγορές στα σχολικά είδη. Ο μαθητόκοσμος πίεσε για άλλη μια χρονιά τους γονείς για αγορές επώνυμων άρα και ακριβότερων σχολικών ειδών, που κατά κανόνα διατίθενται από τα εξειδικευμένα καταστήματα και όχι από τις υπεραγορές.

Βέβαια η συγκράτηση των ανοδικών τάσεων στους τζίρους των αλυσίδων οφείλεται και στον κορεσμό της αγοράς από την εξάντληση των περιθωρίων ανάπτυξης των αλυσίδων σούπερ μάρκετ. Οι τεράστιες επενδύσεις που πραγματοποιούνται στον κλάδο την τελευταία 15ετία δεν αφήνουν πλέον περιθώρια για μεγάλα άλματα στις πωλήσεις, με αποτέλεσμα να παρατηρείται κάμψη του τζίρου σε δύσκολες περιόδους, όπως αυτή που βιώνει το λιανεμπόριο εξαιτίας των ανατιμήσεων.

Η επεκτατική πορεία της LIDL έχει συμβάλει και αυτή με τη σειρά της στον κορεσμό της αγοράς. Η ανάπτυξή της μάλιστα έχει την ιδιαιτερότητα ότι δεν καταγράφεται στα επίσημα στατιστικά στοιχεία το κλάδου, αφού η αλυσίδα δεν λειτουργεί ως ανώνυμη εταιρεία και ως εκ τούτου δεν δημοσιεύει τους ισολογισμούς της. Ωστόσο πηγές της αγοράς εκτιμούν ότι ο ετήσιος τζίρος της LIDL πρέπει να πλησιάζει τα 300 εκατ. ευρώ, αφού διαθέτει ήδη ένα δίκτυο 103 καταστημάτων, έκτασης περί τα 1.500 τ.μ. το κάθε ένα.

Οι πιέσεις που δέχεται το οργανωμένο λιανεμπόριο δεν αποκλείεται να περιορίσουν σε χαμηλά επίπεδα την πραγματική του ανάπτυξη, πράγμα που θα φανεί στους δείκτες με τα συγκρίσιμα οικονομικά στοιχεία του έτους. Μάλιστα ορισμένες αλυσίδες είναι πολύ πιθανό να παρουσιάσουν ρυθμούς πραγματικής ανάπτυξης κοντά στο 4%, ποσοστό το οποίο θα τείνει προς το μηδέν αν αφαιρεθεί ο πληθωρισμός.

ΠΟΙΟΙ ΠΑΓΩΣΑΝ ΤΕΛΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΠΑΓΩΜΑ ΤΩΝ ΤΙΜΩΝ ;

Σε μία άνευ προηγουμένου μάχη εντυπώσεων, με επιθετικές δηλώσεις, καθημερινές ανακοινώσεις, καταιγιστικά διαφημιστικά μηνύματα, αλλά και χτυπήματα κάτω από τη μέση, επιδίδεται το τελευταίο διάστημα η αγορά, με αφορμή την αναζήτηση ευθυνών για τις ανατιμήσεις.

Η κίνηση της ΚΑΡΦΟΥΡ ΜΑΡΙΝΟΠΟΥΛΟΣ να παγώσει για τετράμηνο διάστημα τις τιμές της προκάλεσε μεγάλη αναστάτωση στην αγορά, που λίγο έλειψε να ζημιώσει ακόμη και την ίδια την αλυσίδα, μα πάνω απ’ όλα οδήγησε σε ένα επικοινωνιακό και καθαρά προεκλογικό παιχνίδι, αφού στον πόλεμο που ξέσπασε ενεπλάκη και ο υφυπουργός Ανάπτυξης, κ. Κίμων Κουλούρης.

«Είναι αυτονόητο ότι ο πόλεμος των τιμών ποτέ δεν τελειώνει, όπως είναι αυτονόητο και ότι δεν εφησυχάζουμε», δήλωσε αποκλειστικά στο «σελφ σέρβις» ο υφυπουργός, δίνοντας έμφαση στην πολιτική διάσταση του ζητήματος, για να προσθέσει ότι «για τον Έλληνα καταναλωτή, ο οποίος αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της πολιτικής μας και τον μεγάλο μας σύμμαχο, ένα ερώτημα απέμεινε να πλανάται και θα άξιζε ίσως να διερευνηθεί: Ποιοι πάγωσαν τελικά με το πάγωμα των τιμών;»

Ωστόσο υπάρχει και η οικονομική διάσταση των ανατιμήσεων, που αφορά άμεσα την επιχειρηματική κοινότητα. Για το θέμα αυτό ο υφυπουργός επιμένει ότι «έχει πλέον διαμορφωθεί ένα ισχυρό μέτωπο κατά της ακρίβειας από τους ίδιους τους παράγοντες της αγοράς, που υποδηλώνει την κοινωνική τους ευθύνη ή έστω τη δυνατότητά τους να παίζουν με υγιείς κανόνες το παιχνίδι του ανταγωνισμού». Μάλιστα, όπως επισημαίνει, εις πείσμα των εντυπώσεων που από διάφορα κέντρα επιχειρήθηκε να καλλιεργηθούν, και μόνο η πορεία του πληθωρισμού τους τελευταίους δύο μήνες καταδεικνύει την αποτελεσματικότητα της ακολουθούμενης πολιτικής στην αγορά. «Πολύ απλά το καθιερωμένο κύμα ανατιμήσεων δεν υπήρξε φέτος», ανέφερε χαρακτηριστικά ο υφυπουργός.

Δεύτερη φωτιά άναψε η ΚΑΡΦΟΥΡ ΜΑΡΙΝΟΠΟΥΛΟΣ

Αναφορά στο κύμα ανατιμήσεων έκανε και ο Σύνδεσμος Παντοπωλών Ελλάδος. Ο πρόεδρός του σχολιάζοντας γενικότερα στο ζήτημα έδωσε στοιχεία για αυξήσεις έως 16,6% στις τιμές χονδρικής από τις αρχές του έτους, ενώ η ΚΑΡΦΟΥΡ ΜΑΡΙΝΟΠΟΥΛΟΣ, μετά την πρώτη… φωτιά που έβαλε στην αγορά ανακοινώνοντας πάγωμα των τιμών, άναψε και μια δεύτερη. Ο κ. Didier Fleury, διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, στράφηκε κατά της βιομηχανίας, δηλώνοντας έξω από το γραφείο του υφυπουργού ότι από την 1η Ιανουαρίου 2003 πολυεθνικές, αλλά και ελληνικές βιομηχανίες ή εισαγωγικές επιχειρήσεις προχώρησαν σε ανατιμήσεις διπλάσιες ή και πολλαπλάσιες του πληθωρισμού, ότι στην Ελλάδα προϊόντα όπως απορρυπαντικά, αναψυκτικά και γάλατα πωλούνται ακριβότερα έως και 40% από άλλα ευρωπαϊκά κράτη, καθώς και ότι εφόσον η εικόνα αυτή δεν ανατραπεί, η αλυσίδα θα στραφεί στο εξωτερικό εντείνοντας τις εισαγωγές της. Η απάντηση του προέδρου του ΣΕΒΤ, κ. Δασκαλόπουλου, ήταν άμεση. Έκανε λόγο για ύβρεις, οι οποίες δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα.

Στο μεταξύ, ο κ. Fleury μιλώντας στο «σ.σ.» επιχείρησε να κατεβάσει τους τόνους, δηλώνοντας μεταξύ άλλων ότι «το πάγωμα των τιμών στην Ελλάδα αποτελεί μια πραγματικότητα, που πρακτικά δημιούργησε τις προϋποθέσεις ώστε προμηθευτές και λιανέμποροι να απαντήσουν με τον πιο τίμιο τρόπο στις ανάγκες των πελατών τους». Ο κ. Fleury πρόσθεσε επίσης ότι οι τιμές βρίσκονται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της αλυσίδας, που με τη βοήθεια των 10.000 συνεργατών της αγωνίζεται με σκοπό να εξασφαλίσει στον Έλληνα καταναλωτή πρόσβαση σε προϊόντα που αποτελούσαν πολυτέλεια.

Καμία δέσμευση για το 2004

Στη μάχη των εντυπώσεων ρίχτηκαν με απόλυτο συντονισμό αρκετές από τις εταιρείες του λιανεμπορίου, σπεύδοντας να δημοσιοποιήσουν ότι στις προθέσεις τους είναι η επιβολή σταθερών τιμών, αλλά και να στρέψουν τα βέλη τους και πάλι προς τη βιομηχανία, προκαλώντας τις αναμενόμενες αντιδράσεις. Η γνωστή πια, αλλά και αδιέξοδη αντιπαράθεση για τα περιθώρια κέρδους στο λιανεμπόριο και τους προμηθευτές ήλθε στο προσκήνιο. Οι τόνοι ανέβηκαν ψηλά, η ένταση έφθασε στο αποκορύφωμα, όλοι βρέθηκαν να ευθύνονται για οτιδήποτε καλό ή κακό συμβαίνει στην αγορά, ώσπου η κρίση εντάθηκε περαιτέρω όταν στο γραφείο του υφυπουργού βρέθηκαν να… απολογούνται για τις ανατιμήσεις συγκεκριμένες εταιρείες. Οι COLGATE PALMOLIVE, PROCTER & GAMBLE, HENKEL, L’ ORÉAL και UNILEVER έδωσαν εξηγήσεις –κατά τον υφυπουργό– για την τιμολογιακή τους πολιτική, αλλά και υποσχέσεις για πάγωμα των τιμών. Πάντως σύμφωνα με πληροφορίες, οι εκπρόσωποι των εταιρειών επισήμαναν στην ηγεσία του Υπουργείου Ανάπτυξης ότι δεν αποδέχονται την οποιαδήποτε πίεση για συγκράτηση των τιμών, ότι τα τιμολόγιά τους θα παραμείνουν σταθερά έως το τέλος του έτους, διότι αυτό προβλέπεται ούτως ή άλλως από την εμπορική τους πολιτική και βέβαια, αν το κρίνουν αναγκαίο και σκόπιμο, από το 2004 θα προχωρήσουν σε αυξήσεις.

«Γενικό πάγωμα τιμών δεν είναι δυνατό από το λιανεμπόριο»

Ο ΣΕΣΜΕ από την πλευρά του σε ανακοίνωση που εξέδωσε επισήμανε το αυτονόητο, που όμως είχε ξεφύγει της προσοχής του Υπουργείου: γενικό πάγωμα τιμών δεν είναι δυνατό από το λιανεμπόριο, διότι δεν υπάρχουν τα αναγκαία περιθώρια, ωστόσο, όπως ανέφερε, ο κλάδος θα συμβάλει στο μέτρο του δυνατού στη συγκράτηση των ανατιμήσεων, όμως ο ισχυρισμός του ΣΕΒΤ για τα περιθώρια ελιγμών των σούπερ μάρκετ καταρρίπτεται από τα πολύ χαμηλά περιθώρια καθαρού κέρδους που εμφανίζει το οργανωμένο λιανεμπόριο.

Ο πρόεδρος του ΣΕΣΜΕ, κ. Παντελής Παντελιάδης, με δηλώσεις του στο περιοδικό επιχείρησε να βάλει σε τάξη το ζήτημα των ανατιμήσεων. Απευθυνόμενος στις επιχειρήσεις, αλλά και στην ηγεσία του Υπουργείου Ανάπτυξης ξεκαθάρισε ότι οι κινήσεις εντυπωσιασμού όχι μόνο δεν λύνουν το πρόβλημα, αλλά δημιουργούν κλίμα καχυποψίας στην αγορά. Κατά τον κ. Παντελιάδη η επιθετική πολιτική που ασκεί η κυβέρνηση εναντίον «δικαίων και αδίκων», απειλώντας με δημοσιοποίηση των ενεργειών των κερδοσκόπων, χωρίς να διευκρινίζει τα κριτήρια, είναι αδιέξοδη, διότι η επιβράβευση των επιχειρηματιών ή η τιμωρία τους έρχεται από την ίδια την αγορά.

Ο πρόεδρος του ΣΕΣΜΕ ήταν όμως αιχμηρός σχετικά με την εμμονή του Υπουργείου στις αγορανομικές διατάξεις, υπογραμμίζοντας ότι η εποχή που η αγορανομία όριζε τις τιμές έχει παρέλθει. Απευθυνόμενος στους υποστηρικτές της εν λόγω πολιτικής, τους υπενθύμισε ότι οικονομίες που λειτουργούσαν βάσει αυτής της λογικής κατέρρευσαν έχοντας διψήφιο πληθωρισμό. Όσο για τις ανατιμήσεις, δήλωσε τα εξής: «Οι προμηθευτές έχουν το αναφαίρετο δικαίωμα να χαράξουν την τιμολογιακή πολιτική, αναλαμβάνοντας το ρίσκο να βρεθούν εκτός αγοράς».

Ποιος βγήκε κερδισμένος;

Ποιο ήταν όμως το αποτέλεσμα της έντασης που προηγήθηκε; Οφέλη για το οικογενειακό εισόδημα δεν υπήρξαν, αφού σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, ο ετήσιος πληθωρισμός θα διατηρηθεί και φέτος στα υψηλά επίπεδα του 3,5%, ενώ οι καταναλωτές επιμένουν από την πλευρά τους ότι το κόστος ζωής παραμένει δυσβάστακτο. Ωστόσο ο… ενορχηστρωτής των όσων προηγήθηκαν, υφυπουργός Ανάπτυξης κ. Κίμων Κουλούρης, επιμένει ότι κέρδισε τη μάχη κρατώντας τις τιμές σταθερές.

Βέβαια ουδείς σκέφθηκε να αναφερθεί στο διάστημα που μεσολάβησε από την είσοδο της χώρας στην ΟΝΕ και ειδικότερα στο κύμα αυξήσεων των πρώτων 18 μηνών χρήσης του ενιαίου νομίσματος. Φυσικά ουδείς προβληματίστηκε και για το ενδεχόμενο ανατιμήσεων κατά τις πρώτες εβδομάδες του 2004, οπότε θα έχει λήξει το πολυδιαφημισμένο πάγωμα τιμών.

Μόνο το ΙΝΚΑ επιχείρησε να σηκώνει τους τόνους –πάντα για το… συμφέρον των καταναλωτών– δρώντας ωστόσο για άλλη μια φορά με τον ερασιτεχνισμό που το διακρίνει. Έδωσε στη δημοσιότητα στοιχεία για αυξήσεις πριν το πάγωμα, που όμως αμφισβητήθηκαν από την αγορά, ενώ η ΚΑΡΦΟΥΡ ΜΑΡΙΝΟΠΟΥΛΟΣ προειδοποίησε τον κ. Χαράλαμπο Κουρή ότι αν δεν περιοριστεί στα τρέχοντα, υπάρχουν και τα έννομα μέσα για να πειστεί αναλόγως. Έκτοτε το Ινστιτούτο Καταναλωτών ξέχασε το θέμα των ανατιμήσεων.

Το λιανεμπόριο στη μάχη των εντυπώσεων

Πάντως στη μάχη των εντυπώσεων για τις τιμές ρίχτηκε το μεγαλύτερο μέρος του λιανεμπορίου. Η ΑΦΟΙ ΒΕΡΟΠΟΥΛΟΙ πέρασε στην αντεπίθεση, δηλώνοντας έτοιμη να βγάλει εκτός αγοράς κάθε ανατιμημένο προϊόν. Ο κ. Νίκος Βερόπουλος σε επικοινωνία που είχε με το περιοδικό διευκρίνισε ότι επιμένει στην πολιτική και στις δεσμεύσεις τις οποίες ανέλαβε, παρά τις εντονότατες πιέσεις που δέχεται από προμηθευτές του για διαλλακτικότερη τιμολογιακή πολιτική.

Στελέχη της ΑΛΦΑ-ΒΗΤΑ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ έσπευσαν να δηλώσουν ότι η πολιτική παγώματος των τιμών είναι δυσμενής για τον καταναλωτή και αυτό διότι η αλυσίδα ρίχνει τις τιμές της όπου έχει τα περιθώρια, ενώ ο ΕΛΟΜΑΣ διά του προέδρου του υποσχέθηκε σταθερές τιμές. Ο κ. Απόστολος Αλεξάκης τόνισε στο «σ. σ.» ότι οι πολυεθνικές εταιρείες, θέλοντας να διατηρήσουν τα μερίδια αγοράς που ήδη κατέχουν, δεν θα θελήσουν να ρισκάρουν τη δύναμή τους προχωρώντας σε ανατιμήσεις με τις οποίες θα διατάρασσαν τις σχέσεις συνεργασίας με τους μεγάλους πελάτες τους, τις αλυσίδες σούπερ μάρκετ.

Στο μεταξύ, το παιχνίδι των εντυπώσεων απέκτησε και την κωμική του διάσταση, όταν οι επαγγελματίες πωλητές λαϊκών αγορών δήλωσαν ούτε λίγο ούτε πολύ ότι το πάγωμα τιμών ισχύει και για τα βιομηχανικά είδη που πωλούνται από τους πάγκους τους, ότι δηλαδή στην αντιπληθωριστική πολιτική της κυβέρνησης θα συμβάλουν και όσοι συμμετέχουν στα παζάρια.

Οι μεγαλύτερες μάχες εντυπώσεων δόθηκαν πάντως μπροστά στις κάμερες. Δεκάδες ήταν οι εκπρόσωποι εταιρειών λιανικής οι οποίοι υπό το φόβο της απώλειας μεριδίων αγοράς έσπευσαν να συναντήσουν τον κ. Κουλούρη για να του διαμηνύσουν ότι στηρίζουν το έργο του. Προς αποφυγήν μάλιστα παρεξηγήσεων, έξω από το γραφείο του υφυπουργού –που λίγο έλειψε να γίνει διαφημιστικό γραφείο– ανακοίνωναν και επισήμως προς το ευρύ κοινό τη νέα τιμολογιακή τους πολιτική. Σε δεσμεύσεις περί παγώματος τιμών προχώρησαν και οι εκπρόσωποι εταιρειών διάθεσης ηλεκτρονικών ειδών, στα οποία κατά παράδοση οι τιμές δεν παγώνουν, αντιθέτως μειώνονται με ταχύτατους ρυθμούς, διότι, ως προϊόντα τεχνολογικής αιχμής, απαξιώνονται γρήγορα.

Σε ένα ερώτημα πάντως δεν έχει μέχρι σήμερα απαντήσει κανείς: «Τι θα γίνει με τις τιμές μετά τις γιορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς;». Απάντηση θα δοθεί αφού πρώτα προσδιοριστεί ο χρόνος των επερχόμενων εκλογών, διότι ο υφυπουργός Ανάπτυξης σε έναν μόνο ισχυρισμό του φαίνεται να έχει απόλυτο δίκιο: οι ανατιμήσεις παραμένουν το μοναδικό ίσως ανοικτό πεδίο αντιπαράθεσης με την αντιπολίτευση και ως ένα κοινωνικά ευαίσθητο ζήτημα συγκεντρώνουν τα φώτα της δημοσιότητας και το ενδιαφέρον πολιτικών, πολιτών και επιχειρηματιών.

ΕΝΙΣΧΥΕΤΑΙ Ο ΚΛΑΔΟΣ CASH & CARRY ΜΕ ΙΣΧΥΡΕΣ ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ ΤΟΥ ΛΙΑΝΕΜΠΟΡΙΟΥ

Η είσοδος ισχυρών λιανεμπορικών επιχειρήσεων τροφίμων στον κλάδο των cash & carry μέσω της εξαγοράς εταιρειών που διέθεταν καταστήματα χονδρεμπορίόυ ήταν η σημαντικότερη εξέλιξη του 2001. Eιδικότερα με την εξαγορά της ΤΡΟΦΟ και της θυγατρικής της, ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΑΓΟΡΕΣ-ΕΝΑ, η ΑΛΦΑ ΒΗΤΑ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ απέκτησε 12 καταστήματα cash & carry, από τα οποία έκλεισε το 1 που λειτουργούσε στο Μοσχάτο

Η ΑΤΛΑΝΤΙΚ, μέσω της ΓΑΛΗΝΟΣ ΛΑΟΥΤΑΡΗΣ και της θυγατρικής της ΔΙΑΝΕΛ, απέκτησε 14 cash & carry. Για το τρέχον έτος η εταιρεία είχε προγραμματίσει τη λειτουργία 3 cash & carry, 1 στο Γύθειο, 1 στη Μήλο και 1 στη Σαντορίνη. Από αυτά τα 2 πρώτα λειτουργούν ήδη (α' εξάμηνο 2002).

Η ΜΕΤΡΟ τον Ιούλιο του 2001 έθεσε σε λειτουργία 1 cash & carry στο Ρέθυμνο, ενώ για το 2002 προγραμματίζει να ανοίξει 2 cash & carry, 1 cash & carry στα Τρίκαλα και 1 στην Κατερίνη. Η ΜΑΣΟΥΤΗΣ το 2001 μετέτρεψε σε cash & carry 1 κατάστημα σούπερ μάρκετ της αλυσίδας ΜΠΙΣΚΑ ΑΦΟΙ που λειτουργούσε στις Σέρρες, ενώ παράλληλα εγκαινίασε 3 cash & carry, 1 στην Πτολεμαϊδα, 1 στη Νικήτη και 1 στην Καλλιθέα Χαλκιδικής.

Μια αξιοσημείωτη εξέλιξη που αφορά το χώρο των επιχειρήσεων που διαθέτουν καταστήματα cash & carry ήταν ι ίδρυση του Συνδέσμου Εμπορικών Επιχειρήσεων Cash & Carry (ΣΕΚΕ). Μέλη του είναι εκτός από τις μεγάλες επιχειρήσεις που διαθέτουν καταστήματα cash & carry, πολλές επιχειρήσεις, τοπικού χαρακτήρα. Ο Σύνδεσμος μέχρι να αποκτήσει δικά του γραφεία θα έχει ως έδρα τα γραφεία του ΣΕΣΜΕ. Ενα απο τα βασικά αιτηματά του είναι η θεσμοθέτηση ειδικού ωραρίου λειτουργίας για τις cash & carry επιχειρήσεις, ώστε να καλυφθούν επαρκώς οι ανάγκες των πελατών τους, που στην πλειοψηφία τους είναι επιχειρηματίες. Η σχετική πρόταση προβλέπει ωράριο 5:00 π.μ έως 9:00 μ.μ. απο Δευτέρα έως και Παρασκευή και 5:00 έως και 4:00 μ.μ, το Σάββατο.

ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΩΝ ΑΛΥΣΙΔΩΝ ΜΕ +16 σ/μ

Σε ότι αφορά τα εγκαίνια καταστημάτων, το 2001 ήταν μία….υποτονική χρονιά, αν εξαιρέσουμε τη μεγάλη ανάπτυξη – κυρίως μέσω franchising – της DIA , καθώς και της LIDL, για την οποία όμως δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία.

Ο χρόνος που πέρασε, όπως άλλωστε και το 2000, χαρακτηρίστηκε από εξαγορές και συγχωνεύσεις. Ορισμένες φορές η διαδικασία απορρόφησης των εταιρειών που εξαγοράστηκαν οδήγησε σε κλείσιμο καταστημάτων τους, αλλά και καταστημάτων που ανήκαν στην επιχείρηση που πραγματοποίησε την εξαγορά (στην περίπτωση που υπήρχε επικάλυψη σε ορισμένες περιοχές).

Σε κλείσιμο καταστημάτων τους προχώρησαν επίσης κάποιες επιχειρήσεις επειδή η λειτουργία τους κρίθηκε ασύμφορη. Ο συνολικός αριθμός των σούπερ μάρκετ που λειτουργούν στη χώρα μας ανήλθε το 2001 σε 3.101. Από αυτά τα 1.971 είναι καταστήματα που ανήκουν σε αλυσίδες σουπερ μάρκετ και τα 1.130 είναι μεμονωμένα σούπερ μάρκετ. Η αύξηση του συνόλου των σούπερ μάρκετ το 2001 σε σχέση με το 2000 ήταν 6,2% ποσοστό που αντιστοιχεί σε 182 καταστήματα. Αναλυτικά, τα σούπερ μάρκετ αλυσίδων αυξήθηκαν κατά 5,8% (109 καταστήματα), τα καταστήματα αλυσίδων που διαθέτουν από 16 σούπερ μάρκετ και άνω αυξήθηκαν κατά 9,4% (132 καταστήματα) ενώ τα μεμονωμένα σούπερ μάρκετ κατά 6,9% (73 καταστήματα)

Μεγαλύτερη ανάπτυξη στη Δυτική Μακεδονία – υποχώρηση στο Υπόλοιπο Αττικής

Αύξηση του αριθμού των καταστημάτων σούπερ μάρκετ κατά 24,1% σημειώθηκε το 2001 στην περιοχή της Κεντρικής Μακεδονίας. Το ποσοστό αυτό είναι το μεγαλύτερο στο σύνολο των 13 γεωγραφικών περιοχών που εξετάζονται στην παρούσα έκδοση. Σημαντική ανάπτυξη παρουσίασαν επίσης οι περιοχές Ανατολικής Στερεάς Ελλάδας και Εύβοιας και των Νησιών του Αιγαίου (ποσοστό αύξησης 16,9% και στις δύο περιπτώσεις).

Τα περισσότερα σούπερ μάρκετ λειτουργούν στην περιοχή της Πρωτεύουσας (817 το 2001). Μείωση του αριθμού των καταστημάτων σούπερ μάρκετ σημειώθηκε όμως στο Υπόλοιπο Αττικής. Μέσα στο 2001 έκλεισαν 4 καταστήματα από τα 95 που λειτουργούσαν στην περιοχή το 2000.

Αυξήθηκαν τα καταστήματα των μεγάλων αλυσίδων

Σημαντική αύξηση σημειώθηκε στα καταστήματα των αλυσίδων που διαθέτουν +16 σούπερ μάρκετ. Το ποσοστό αύξησης (9,4%) είναι ιδιαίτερα σημαντικό, αν ληφθεί υπ' όψιν ότι το σύνολο των σούπερ μάρκετ που ανήκουν σε αλύσίδες αυξήθηκε κατά 5,8% ενώ τα μεμονωμένα καταστήματα κατά 6,9%.

ΜΕΓΕΘΗ ΚΑΙ ΔΕΙΚΤΕΣ ΠΑΘΗΤΙΚΟΥ

Oι πιστώσεις των προμηθευτών προσεγγίζονται από δύο πλευρές:

  • Παθητικού: απόλυτα μεγέθη υποχρεώσεων και ποσοστά μεταβολής σε σχέση με το ποσοστό μεταβολής των πωλήσεων και ως προς τις ημέρες πίστωσης.
  • Χρηματοοικονομικής Λειτουργίας: απόλυτα μεγέθη/δείκτες σε σχέση με τις ημέρες πίστωσης, τα αποθέματα και τη διαφορική πίστωση.

Οι συνολικές πιστώσεις των προμηθευτών περιλαμβάνουν: τις υποχρεώσεις σε ανοιχτούς λογαριασμούς των προμηθευτών, τα πληρωτέα γραμμάτια και τις κυκλοφορούσες μεταχρονολογημένες επιταγές.

Πρέπει να διευκρινίσουμε ότι οι μεταχρονολογημένες επιταγές δεν αφορούν μόνο τους προμηθευτές εμπορεύσιμων προϊόντων, αλλά κάθε είδους υποχρέωση που έχει αναληφθεί με επιταγή που κυκλοφορεί. Επομένως τα δεδομένα των ισολογισμών περιλαμβάνουν και υποχρεώσεις προς πιστωτές, δηλαδή κατασκευαστές, προμηθευτές υλικών εξόδων, προμηθευτές υπηρεσιών κ.ά. Από αυτή την άποψη η σύγκριση σε απόλυτα μεγέθη είναι σωστή και θεωρείται ενδεικτική. Ο υπολογισμός όμως των ημερών πίστωσης εμπεριέχει ένα ποσοστό λάθους, καθ’ ότι ως βάση υπολογισμού των ημερών λαμβάνεται υπ’ όψιν το κόστος πωληθέντων. Ωστόσο η απόκλιση είναι κατά περίπτωση μικρή και δεν χάνεται η συγκριτική αξία του δείκτη των ημερών πίστωσης.

Στο σύνολο του δείγματος οι πιστώσεις των προμηθευτών αυξήθηκαν το 2001 κατά 64,9 δισ. δρχ. ή κατά 13,5% σε σχέση με το 2000.

Οι δέκα μεγαλύτερες σε πωλήσεις αλυσίδες παρουσιάζουν μεταξύ τους σημαντικές διαφορές, όπως φαίνεται στον πίνακα που ακολουθεί.

Οι 10 εταιρείες με τις μεγαλύτερες Πωλήσεις













ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΩΝ

(τα ποσά σε εκατ. δρχ.)


2000


2001


Μεταβολή


1

Α-Β ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ ΑΕ


34.286


57.298


67,11%


2

ΠΕΝΤΕ ΑΕ


15.260


18.405


20,61%


3

ΜΑΣΟΥΤΗΣ ΔΙΑΜΑΝΤΗΣ ΑΕ


21.811


25.763


18,12%


4

ΜΕΤΡΟ ΑΕΒΕ


23.339


27.252


16,76%


5

ΒΕΡΟΠΟΥΛΟΙ ΑΦΟΙ ΑΕΒΕ


35.321


39.599


12,11%


6

ΚΑΡΦΟΥΡ ΜΑΡΙΝΟΠΟΥΛΟΣ ΑΕ


110.137


121.109


9,96%


7

Ι. & Σ. ΣΚΛΑΒΕΝΙΤΗΣ ΑΕΕ


41.625


43.911


5,49%


8

ΑΤΛΑΝΤΙΚ


38.832


40.474


4,23%


9

DIA HELLAS ΑΕ


20.133


19.497


-3,16%


10

ΤΡΟΦΟ ΑΕ


14.706


9.710


-33,97%

Η μεγάλη μεταβολή που παρουσιάζει η ΑΛΦΑ ΒΗΤΑ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ οφείλεται στην αύξηση των πωλήσεών της (επομένως και των αγορών και των οφειλών της) που κατά ένα μεγάλο μέρος πρέπει να οφείλονται σε χονδρικές πωλήσεις προς τις εξαγορασθείσες εταιρείες ΤΡΟΦΟ και ΕΝΑ. Αυτό σε ένα βαθμό αιτιολογεί και την κατά 24,3% αύξηση των πωλήσεων της εταιρείας και βρίσκεται σε πλήρη αντιστοιχία με την αύξηση των απαιτήσεών της κατά 19,6 δισ. δρχ.

Ο μέσος χρόνος πληρωμών των προμηθευτών αυξήθηκε από 118,8 ημέρες το 2000 σε 119,2 ημέρες το 2001 (διαφορά 1,5 ημέρες) στα μη συγκρίσιμα σύνολα (εκτός CARREFOUR). Η μεταβολή αυτή δεν θα μπορούσε εύκολα να αξιολογηθεί ως μικρή ή μεγάλη, λαμβανομένων υπ’ όψιν α) της μεταβολής των πιστώσεων κατά 13,5% και β) των πωλήσεων κατά 14,3%, λόγω του μεγάλου εύρους των διαφορών μεταξύ των επιχειρήσεων του κλάδου.

Οι 10 εταιρείες με το μεγαλύτερο Χρόνο Εξόφλησης των Υποχρεώσεων













ΧΡΟΝΟΣ ΠΛΗΡΩΜΩΝ

(ημέρες)


2001


1

ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ ΑΘ. ΑΕΒΕ


350,1


2

ΜΠΙΣΚΑΣ Γ. ΑΕ


252,5


3

ΑΤΛΑΝΤΙΚ


199,1


4

STAR ΜΑΡΚΕΤ ΠΡΙΤΣΟΥΛΗΣ ΑΕ


173,3


5

ΜΠΑΛΗΣ Α. & ΣΙΑ ΑΕ


162,4


6

Σ/Μ ΛΑΡΙΣΑ ΑΒΕΕ


162,2


7

ΛΙΑΣΚΟΣ ΑΕΕ


162,0


8

ΑΛΙΜΕΝΤΑ NOVA ΑΕΒΕ


160,7


9

ΑΡΒΑΝΙΤΙΔΗΣ ΑΕΕΕ


147,5


10

ΞΥΝΟΣ ΑΕ


146,8