Μόνο η σύνθεση των γνώσεων του λιανέμπορου για τα ενδιαφέροντα και τη συμπεριφορά του πελάτη του και του προμηθευτή για το τι επιλέγει σήμερα και τι θα αγοράζει αύριο ο καταναλωτής μπορεί να δώσει μια αποτελεσματική βάση συνεργασίας των δύο πλευρών, η οποία θα υπηρετεί τη στρατηγική διαφοροποίησης κάθε αλυσίδας, υποστηρίζει ο κ. Χρήστος Τσεντεμεΐδης
«Η εξέλιξη της συγκέντρωσης της αγοράς του λιανεμπορίου πού διευκολύνει και πού δυσχεραίνει τις κεντρικές συμφωνίες μεταξύ προμηθευτών-λιανεμπορίου;», ρωτήσαμε το συνομιλητή μας ξεκινώντας τη συζήτηση μαζί του.
«Η συγκέντρωση της αγοράς του λιανεμπορίου δεν αποτελεί ελληνική πρωτοτυπία. Οι συνέπειές της ήδη μας ήταν γνωστές από την Αγγλία, τις σκανδιναβικές χώρες κ.ά., όπου τέσσερις-πέντε αλυσίδες καταστημάτων κάθε χώρας συγκεντρώνουν το συντριπτικό μέγεθος του λιανεμπορικού τζίρου. Το ενδιαφέρον είναι να σχολιάσουμε τι ακριβώς σημαίνει αυτό ως θετική πρόκληση για τη συνεργασία λιανεμπορίου-προμηθευτών», σχολίασε ο κ. Τσεντεμεΐδης, εξηγώντας: «Συγκέντρωση εν πρώτοις σημαίνει τη δραστηριοποίηση τελικά μικρού αριθμού επιχειρήσεων, επομένως οι σχέσεις των δύο εταίρων της αγοράς συμπυκνώνονται, όμως κάθε άλλο παρά απλοποιούνται. Η πολυπλοκότητα αυξάνεται πριν απ’ όλα στο εσωτερικό των ίδιων των επιχειρήσεων του λιανεμπορίου και κατ’ επέκταση των προμηθευτών τους.
Εκδηλώνεται με την επέκταση των αλυσίδων σε διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές και με την ανάπτυξη πλέον από τις ίδιες επιχειρήσεις, πέραν των κλασικών σούπερ μάρκετ, περισσότερων τύπων καταστημάτων –υπερμάρκετ, discounts, convenience stores, cash & carries κοκ. Δηλαδή αν και αριθμητικώς τα κέντρα διαπραγμάτευσης περιορίζονται, η φύση της συνεργασίας γίνεται σύνθετη και πολυδιάστατη. Για εμάς τους προμηθευτές λοιπόν η πρόκληση συνίσταται στο ότι πρέπει να δημιουργούμε όλο και πιο εξειδικευμένους και διαφορετικούς μεταξύ τους τρόπους προσέγγισης των καταναλωτών μέσα από ενιαία κέντρα συνεργασίας και σχεδιασμού –δηλαδή στο πλαίσιο του εκάστοτε μεγάλου λιανέμπορου, ο οποίος έχει αναπτύξει διαφορετικούς τύπους καταστημάτων.
Αυτό που συμβαίνει στην ελληνική αγορά είναι ότι όλοι μας τώρα μαθαίνουμε από «πρώτο χέρι» τη νέα κατάσταση».
σελφ σέρβις: Πέρα από την οργανωτική-τεχνική αντιμετώπιση του θέματος ή καλύτερα σε σχέση και με αυτήν, δεδομένης μάλιστα της αύξησης της διαπραγματευτικής ισχύος του λιανεμπορίου, ποιες είναι οι επιπτώσεις της συγκέντρωσης στο επίπεδο της ποιότητας των σχέσεων συνεργασίας των δύο εταίρων της αγοράς;
Χρήστος Τσεντεμεΐδης: Η πολυπλοκότητα για την οποία μιλούμε υποχρέωσε τις αλυσίδες να αλλάξουν την οργάνωσή τους, είτε αναφερόμαστε στις μεγάλες εταιρείες του κλάδου είτε στους ομίλους αγορών. Έτσι βλέπουμε πλέον ότι σε ενδοεπιχειρησιακό επίπεδο αναπτύσσουν διαφορετικά τμήματα μάρκετινγκ, αγορών, πωλήσεων, logistics κοκ, το καθένα από τα οποία ανταποκρίνεται στις διαφορετικές ανάγκες κάθε τύπου καταστημάτων –το ίδιο ισχύει με την εξειδίκευση των στελεχών. Συνεπεία αυτού εμφανίστηκε η ανάγκη για μια αντίστοιχη εξειδίκευση της δουλειάς των προμηθευτών.
Στα νέα δεδομένα της αγοράς η πλατφόρμα συνεργασίας μεταξύ προμηθευτών-λιανεμπορίου οικοδομήθηκε σε παγκόσμιο και σε εθνικό επίπεδο από το ECR –κι αυτό είναι το ποιοτικό χαρακτηριστικό των σχέσεων συνεργασίας των δύο πλευρών: η συνέργια στις κοινές διαδικασίες, η αναγνώριση της αμοιβαιότητας συμφερόντων στη βάση του κοινού οφέλους και η αμοιβαιότητα στην επικοινωνία για την ανταλλαγή πληροφοριών και τεχνογνωσίας. Όπως γνωρίζετε, η υπόθεση αυτή αφορά αφενός τον τομέα του supply side (των logistics) και αφετέρου τον τομέα του demand side (category management, promotions κοκ). Στόχος είναι η αμοιβαία μείωση του κόστους, η μεγιστοποίηση του αισθήματος ικανοποίησης του καταναλωτή και κατ’ επέκταση η αύξηση της ζήτησης –συνεπώς η άνοδος του τζίρου και της κερδοφορίας προμηθευτών και λιανέμπορων. Με άλλα λόγια το ECR εκπαιδεύει τους οργανισμούς των δύο πλευρών να συνεργάζονται κάτω από κοινά πρότυπα διαδικασιών για την επίτευξη κοινών στόχων. Η επίτευξη αυτού του στόχου σε συνθήκες συγκέντρωσης της αγοράς είναι από μόνη της μια πρόκληση.
Η σύνθεση της τεχνογνωσίας κάνει θαύματα
σελφ σέρβις: Πάντως κορυφαίο σημείο συνάντησης των εταίρων της αγοράς παραμένει η ετήσια εμπορική διαπραγμάτευση και συμφωνία. Πώς αξιολογείτε το επίπεδο ανταπόκρισης της λιανεμπορικής επιχείρησης στα νέα δεδομένα κατά τη διαπραγμάτευση;
Χρήστος Τσεντεμεΐδης: Την τελευταία πενταετία, με την επιτάχυνση της συγκέντρωσης και την ένταση του ανταγωνισμού των αλυσίδων, που είχε ως συνέπεια μια σχετική εξισορρόπηση στις τιμές σε ολόκληρο το φάσμα της αγοράς, πρόβαλε έντονα η ανάγκη της στρατηγικής διαφοροποίησης των αλυσίδων μεταξύ τους. Στο επίπεδο της συνεργασίας με τους προμηθευτές αυτό σημαίνει πολύ περισσότερα από την κλασική ετήσια εμπορική συμφωνία. Φυσικά η εξασφάλιση του αμοιβαίου οφέλους ως στόχος κάθε εμπορικής συμφωνίας ούτε έπαψε ούτε θα πάψει να είναι κεντρικό ζητούμενο, αλλά σήμερα η εμβάθυνση από κοινού στην επεξεργασία των θεμάτων που δίνουν έμφαση στο στοιχείο της διαφοροποίησης κάθε αλυσίδας είναι ο νέος τόπος συνάντησης των ενδιαφερόντων μας. Όλες πλέον οι αλυσίδες έχουν σταθερά στραμμένο το ενδιαφέρον τους στην ανάδειξη της διαφορετικότητάς τους –το αναγνωρίζει κανείς στην έκδοση καρτών πιστότητας καταναλωτών, στα διαφημιστικά φυλλάδια, στα ραδιοτηλεοπτικά μηνύματά τους κλπ. Από αυτή την άποψη η μεταξύ μας συνεργασία εξ αντικειμένου παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο, έχει μόνιμο χαρακτήρα και καλύπτει σαφώς ευρύτερο φάσμα από εκείνο που κάλυπτε η κλασική κεντρική διαπραγμάτευση και συμφωνία. Εδώ ακριβώς υπάρχει η εξής πρόκληση: να επιτυγχάνεται η σύνθεση της πολύτιμης γνώσης του λιανέμπορου για τα ενδιαφέροντα και τη συμπεριφορά του πελάτη του με τη γνώση του προμηθευτή για το τι θέλει ο καταναλωτής. Μόνο αυτή η σύνθεση μπορεί να δώσει μια αποτελεσματική βάση συνεργασίας, που να υπηρετεί τη στρατηγική διαφοροποίησης κάθε αλυσίδας. Δεν είναι τυχαίο το ότι έχουμε ξεφύγει πλέον από το «μία προωθητική ενέργεια, ίδια για όλους τους πελάτες» ή το ότι χρησιμοποιούμε τα μέσα και το ύφος κάθε χωριστής αλυσίδας (περιοδικά, κάρτες κλπ), δημιουργώντας ακόμα πιο ειδικές επικοινωνιακές ενέργειες που απευθύνονται στο «δικό της» πελάτη.
Η γνώση του προμηθευτή για τον καταναλωτή σχετίζεται όχι μόνο με το τι αυτός αγοράζει σήμερα, αλλά και με το τι θα προτιμά στο μέλλον. Ε λοιπόν, στο βαθμό που η συσσωρευμένη γνώση των δύο πλευρών θα ενοποιείται και θα συντίθεται, μπορούμε να κάνουμε θαύματα. Διότι θα είναι δυνατός και ο σχεδιασμός μακροπρόθεσμων στρατηγικών στις επιμέρους αγορές.
Η ανταλλαγή της τεχνογνωσίας είναι κάτι στο οποίο εκπαιδευόμαστε και οι δύο πλευρές, μαθαίνουμε και ωριμάζουμε βελτιώνοντας από κοινού την απόδοσή μας.
Σε μεταβατικό στάδιο
σελφ σέρβις: Σε επίπεδο διακηρύξεων σίγουρα κάπως έτσι είναι τα πράγματα. Από άποψη οργανωτικής ετοιμότητας και επάρκειας τι γίνεται;
Χρήστος Τσεντεμεΐδης: Σίγουρα είμαστε σε ένα μεταβατικό στάδιο. Όμως εκείνο που έχει σημασία είναι ότι η γενική κατεύθυνση της συνεργασίας είναι παντού η ίδια. Ήδη στις περισσότερες αλυσίδες, ανεξαρτήτως του μεγέθους τους, έχουν δημιουργεί οι υποδομές κι οι αναγκαίες οργανωτικές τροποποιήσεις προς αυτή την κατεύθυνση. Αυτό εξάλλου εκφράζεται τόσο στη σύνθεση όσο και στις αποφάσεις της διοίκησης του ECR Hellas -της οποίας είμαι μέλος- όπου μετέχουν οι εκπρόσωποι των έξι μεγαλύτερων αλυσίδων σούπερ μάρκετ της αγοράς μας.
Πάντως νομίζω ότι υπάρχει αντιστοιχία μεταξύ του βαθμού συγκέντρωσης της εγχώριας αγοράς του λιανεμπορίου και των βημάτων που έχουν γίνει στο επίπεδο της συνεργασίας βάσει της πλατφόρμας του ECR. Εννοείται ότι η οργάνωση των υποδομών της συνεργασίας δεν είναι ζητούμενο μόνο για το λιανεμπόριο αλλά και για τους προμηθευτές –φυσικά δεν μιλώ για εκείνες τις διεθνείς εταιρείες με τον εξαιρετικό βαθμό οργάνωσης, που μετριούνται στα δάκτυλα, αλλά για τη μεγάλη μάζα των προμηθευτών.
Αναβάθμιση και εμπλουτισμός της συνεργασίας
σελφ σέρβις: Είναι σωστό να μιλούμε για «νέες μορφές συνεργασίας»; Τι είναι αυτό που συνιστά το «νέο»;
Χρήστος Τσεντεμεΐδης: Οι αλλαγές που προκύπτουν και θα προκύπτουν όλο και περισσότερο από την αναβάθμιση της συνεργασίας των δύο πλευρών δεν οδηγούν απαραίτητα στη δραματική αλλαγή όσων ήδη κάνουμε. Ο κορμός της εμπορικής συνεργασίας δεν θα τροποποιηθεί, αλλά θα εμπλουτίζεται συνεχώς. Σήμερα επί παραδείγματι προσπαθούμε να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα των ελλείψεων στα ράφια. Ήδη τόσο σε διεθνές όσο και σε εθνικό επίπεδο εξελίσσονται έρευνες προκειμένου να εντοπιστούν οι κύριες αιτίες που το προκαλούν και που οδηγούν σε ένα ευρωπαϊκό μέσο όρο ελλείψεων γύρω στο 7% ή 8%, ώστε να λάβουμε από κοινού τα αναγκαία μέτρα για τον περιορισμό του. Στην προκειμένη περίπτωση εμπλουτισμός της συνεργασίας σημαίνει κοινές προσπάθειες για τη συστηματική αντιμετώπιση συγκεκριμένων εμποδίων στη ροή της τροφοδοσίας.
Ένα άλλο θέμα σχετίζεται με την ανάπτυξη του category management. Εδώ το επιθυμητό πρότυπο ανάπτυξης θέτει το ζήτημα της απεμπλοκής των σχέσεών μας από τη στενή θεώρηση της διαχείρισης των επί μέρους προϊόντων μιας κατηγορίας προς όφελος της ολικής διαχείρισής της, με στόχο τη γενική άνοδο των πωλήσεων και της κερδοφορίας. Στην προκειμένη περίπτωση η έννοια του εμπλουτισμού σημαίνει τη σύνθεση των γνώσεων λιανέμπορου και προμηθευτή, για την αποτελεσματικότητα της οποίας μιλήσαμε προηγουμένως. Επομένως δεν πρόκειται για εξαιρετικά νέες ιδέες στη συνεργασία των δύο πλευρών, αλλά για την αναβάθμιση των δομών της και τον εμπλουτισμό του περιεχομένου της.
σελφ σέρβις: Υπάρχουν εκτιμήσεις από το ECR HELLAS σχετικά με το τι παράγοντες ευθύνονται για τις ελλείψεις στα ράφια;
Χρήστος Τσεντεμεΐδης: Η σχετική μελέτη θα ολοκληρωθεί μέσα στους επόμενους μήνες, οπότε θα παρουσιαστεί το πόρισμα με τη λεπτομερή καταγραφή των αιτίων. Το σίγουρο είναι ότι το υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα των ελλείψεων σχετίζεται με την οργάνωση της παραγγελιοληψίας των καταστημάτων. Σημειώνω πάντως ότι ήδη οι δύο πλατφόρμες Β2Β συνεργασιών που λειτουργούν στην ελληνική αγορά από την be4 Retail και την ΩΝΙΑ net δημιουργούν από την πλευρά τους τις προϋποθέσεις για τη σωστή παραγγελιοληψία.
Η σημασία της «κρίσιμης μάζας»
σελφ σέρβις: Αλήθεια, τι προϋποθέσεις υπάρχουν για την επέκταση των Β2Β εφαρμογών στον τομέα των προϊόντων ευρείας κατανάλωσης;
Χρήστος Τσεντεμεΐδης: Διεθνώς εξελίσσεται συνεχώς η προτυποποίηση των διαδικασιών, που προϋποθέτει την εφαρμογή των σχετικών τεχνολογιών κατά περίπτωση κλάδου της οικονομίας. Αλλά απ’ ό,τι φαίνεται, μάλλον πρόκειται για ένα ζήτημα που θα μας απασχολήσει μακροπρόθεσμα. Σε κάθε περίπτωση πάντως εκείνο που θα κρίνει το χρόνο και την έκταση τέτοιων εφαρμογών είναι η αξιολόγηση των Β2Β συνεργασιών εκ μέρους των εταιρειών που πρόκειται να τις χρησιμοποιήσουν στη βάση της κοινής ωφέλειάς τους και της απόφασης να επενδύσουν στην οργάνωση και στα συστήματα που θα εξασφαλίσουν τη συμβατότητα μεταξύ τους.
σελφ σέρβις: Συχνά ακούγεται: «Καλές και άγιες οι τεχνολογίες των ποικίλων κατευθύνσεων, αλλά ήδη επενδύσαμε πολλά σε αυτές κι ακόμα αποσβέσεις και οικονομίες κλίμακος δεν είδαμε». Πώς το σχολιάζετε;
Χρήστος Τσεντεμεΐδης: Η οποιαδήποτε επένδυση στις τεχνολογίες, για να είναι ανταποδοτική, πρέπει να ακουμπά σε μία «κρίσιμη μάζα» επιχειρήσεων που τις εφαρμόζουν και διατίθενται να συνεργαστούν με τον καθένα που αποφασίζει να επενδύσει σε αυτές. Στο παρελθόν, ναι, ίσως οι επιχειρήσεις επένδυσαν και σε τεχνολογίες που χρησιμοποιήθηκαν λιγότερο απ’ όσο υπολόγιζαν. Αλλά από την άλλη πλευρά το internet, επί παραδείγματι, που σίγουρα αποτελεί μια καλή πλατφόρμα για ενός είδους Β2Β συνεργασίες και επικοινωνίες, το εκμεταλλεύτηκαν οι επιχειρήσεις όσο θα έπρεπε; Σίγουρα όχι.
* O κ. Χρήστος Τσεντεμεϊδης είναι μέλος της διοίκησης του ECR Hellas